Η ιστορία:
Φεύγοντας ο ένας αδελφός, μείναμε και οι τρεις ξαπλωμένοι προσπαθώντας να ξαναβρούμε την ανάσα μας και οι τρεις. Η Άννα με κλειστά τα μάτια και ένα ελαφρό χαμόγελο στα κατακόκκινα και πρησμένα από την πίπα χείλια της κι εγώ με μια αίσθηση ανάλαφρη και συγχρόνως πάρα πολύ μπερδεμένος με αυτά που ένιωθα για όλη αυτή την κατάσταση στην οποία είχα βρεθεί. Από το πουθενά και χωρίς να το περιμένω, μέσα σε τρεις μόνο μέρες γαμούσα μια πολύ ωραία γυναίκα και με είχαν πηδήξει τέσσερεις άντρες με τρόπους που δεν είχα τολμήσει καν ποτέ να σκεφτώ.. Περνούσαν συνέχεια εικόνες από το μυαλό μου από τις προηγούμενες μέρες και είχα ήδη αρχίσει να μισοκαυλώνω πάλι όταν με έβγαλε από τις ονειροπολήσεις και τις σκέψεις μου η φωνή του άλλου αδελφού:
- «Πάλι καύλωσες καριολάκι; Τι πράγμα είσαι εσύ; Δεν χορταίνεις, ε; Έλα, μπουκώσου πούτσα να ευχαριστηθείς! Κι εσύ Αννούλα.. Έλα να γλείψετε μαζί με τον ανιψούλη σου!»
Δεν περιμέναμε δεύτερη κουβέντα. Πήγαμε κοντά του, τον βάλαμε στην μέση και αρχίσαμε να περιποιούμαστε την πούτσα του. Εγώ γλείφοντας και ρουφώντας την και η Άννα ρουφώντας και γλείφοντας τα αρχίδια του. Μετά από λίγο μας έβαλε τραβώντας μας από τα μαλλιά όπως ήθελε εκείνος κάνοντας μας να του γλείφουμε την πούτσα και οι δυο, από αντίθετες πλευρές. Της Άννας πρέπει να της άρεσε πιο πολύ ακόμα. Άρχισε να ανασαίνει βαριά και να με φιλάει στα χείλια, έχοντας ανάμεσα την πούτσα του, που είχε αρχίσει πάλι να γίνεται σαν κοντάρι.
- «Έτσι, πουτάνες! Γλείψτε την καλά. Ετοιμάστε την να σας ανοίξει πάλι! Ψοφάτε για πούτσα παλιοξέκωλα!»
Άκουσα την πόρτα να ανοίγει και πίσω μου την φωνή του άλλου αδελφού γελαστή:
- «Καλά, ούτε δέκα λεπτά δεν μπορούσαν να περιμένουν; Με τα μούτρα στην πούτσα πάλι; Και καλά, την Άννα την ξέραμε.. Ο μικρός όμως; Το έχει το σόι φαίνεται.. Έλα μικρέ, πάρε αυτό!»
Πήρα το χάπι που μου έδωσε και το κοίταζα απορημένος. Μου έπιασε το χέρι και μου το έβαλε στο στόμα κάνοντας με να το καταπιώ. Πήραν κι εκείνοι από ένα γελώντας μεταξύ τους. Τράβηξαν την Άννα και την έβαλαν να καθίσει επάνω στην πούτσα που γλείφαμε τόση ώρα. Εκείνη, όχι απλώς δεν διαμαρτυρήθηκε αλλά σχεδόν πήδηξε επάνω της, χώνοντας την με την μια μέσα στο μουνί της μέχρι την ρίζα και άρχισε αμέσως να κουνιέται με κλειστά τα μάτια απολαμβάνοντας. Εμένα με τοποθέτησε ο άλλος αδερφός χωρίς κουβέντα με τα γόνατα στο πάτωμα, τα χέρια να ακουμπάνε στα μπούτια του αδερφού του και το πρόσωπο μου σε απόσταση εκατοστών από τον κώλο της Άννας. Μου έπιασε το κεφάλι από τον σβέρκο και το έσπρωξε πάνω στον κώλο της κρατώντας το σφιχτά εκεί να ακολουθεί τον ρυθμό της όπως κουνιόταν μπρος πίσω πάνω στην πούτσα του άλλου…
Καταλαβαίνοντας τι ήθελε, άρχισα να γλείφω τον κώλο της Άννας, κάνοντας την να βγάλει ένα μακρόσυρτο βογκητό και να αλλάξει το κούνημα της έτσι ώστε να μπορώ να την γλείφω καλύτερα και πιο βαθιά.. Εκείνος σηκώθηκε, πήγε όρθιος μπροστά στο πρόσωπο της Άννας και της τον έβαλε στο στόμα, χωρίς κουβέντα. Δεν χρειαζόταν άλλωστε.. Η Άννα τον καταβρόχθισε. Οι χειλάρες της κόλλησαν στα αρχίδια του.. . πούτσος του πρέπει να είχε φτάσει στο λαιμό της. Της έπιασε το κεφάλι κρατώντας το σταθερά και άρχισε να της γαμάει το στόμα, αργά και βαθιά… Την άκουσα να βογκάει με το στόμα γεμάτο. Έφερε τα χέρια της πίσω και άνοιξε τον κώλο της προσφέροντας μου τον να τον γλείψω καλύτερα. Είχα καυλώσει τρελά. Της έγλειφα τον κώλο, βλέποντας την πούτσα να χώνεται μέσα στο μουνί της μπροστά στα μάτια μου και χαζεύοντας την να καταπίνει την άλλη πούτσα τεντώνοντας το λαιμό της στα όρια του. Οι φλέβες στο λαιμό της είχαν πεταχτεί από την προσπάθεια, αλλά συνέχιζε ακάθεκτη..
- «Κοίτα να δεις... Ούτε αντιρρήσεις, ούτε τίποτε πια η Αννούλα! Μια πουτάνα κανονική, δούλα της πούτσας, όπως της πρέπει. Έτσι Αννούλα;»
Την ώρα που πήγε να απαντήσει μουγκρίζοντας εκείνη ένα χαστούκι στο πρόσωπο της μαζί με ένα τσίμπημα δυνατό και στις δυο της ρώγες την έκαναν να φωνάξει. Της τον έβγαλε απ’ το στόμα, και χαστουκίζοντας την ξανά, της είπε:
- «Πες το δυνατά! Πες το στον ανιψούλη σου που σου ετοιμάζει την κωλάρα, Πες του να μάθει τι είναι η θεία του!»
- «Πουτάνα είναι η θεία σου αγόρι μου. Πουτάνα, τρελή για μεγάλες πούτσες. Γλείφε μου την κωλάρα μαλακισμένο! Ετοίμασε μου την για γαμήσι!»
Σχεδόν τα ούρλιαξε αυτά, μέσα στην καύλα της. Ο άλλος γελώντας, κατέβηκε και ήρθε πίσω μου. Καβάλησε πάνω από τον κώλο μου, όρθιος, ακούμπησε στην μέση μου κρατώντας την σφιχτά και άρχισε να μου τον χώνει αργά. Τεντώθηκα, προσφέροντας του την τρύπα μου, προσκαλώντας τον να χωθεί μέσα μου…
- «Είδες; Καλή πουτάνα ο μικρός! Κατευθείαν στήθηκε να τον πάρει. Αλλά, δεν πρέπει να του μιλάς έτσι. Ανέβα εκεί πάνω μικρέ, να δείξεις της πουτάνας ποιος είναι μαλακισμένο!»
Με αυτό τραβήχτηκε από μέσα μου και σπρώχνοντας με, με έβαλε να ανέβω πάνω στα μπούτια του αδερφού του, πίσω από την Άννα. Έπιασε τον πούτσο μου και τραβώντας τον με έβαλε να τον ακουμπήσω στον κώλο της Άννας.
- «Έλα μικρέ, πήδα την κωλάρα της θειας. Να δούμε τι θα πει!»
- «Μη, όχι! Όχι ο μικρός! Εσείς κάνετε ότι θέλετε, όχι εκείνον όμως!» φώναξε η Άννα, κάνοντας μια κίνηση να γυρίσει πίσω ενώ μιλούσε.
Λες και ήταν συνεννοημένα τα αδέρφια… Ο ένας της άστραψε ένα χαστούκι και ο άλλος μια στον κώλο.
- «Εδώ μωρή πουτάνα τον πηδάγαμε μπροστά σου και μόνο που δεν έχυσες.. Αυτό σε πείραξε; Θα σου την γαμήσει την κωλάρα κι αυτός τώρα, έτσι για την πλάκα του!»
Και με ένα χαστούκι στον δικό μου κώλο, έπιασε τον κώλο της Άννας ανοίγοντας τον.
- «Βάλ’ της τον μικρέ, αργά.. Να τον νιώθει τον πούτσο του ανιψιού της να της ανοίγει την κωλάρα της πουτάνας!»
Καταλαβαίνοντας ότι η Άννα έπαιζε, για να προκαλέσει, έκανα κι εγώ πως δεν ήθελα.. Τραβήχτηκα πίσω, χαμηλώνοντας το βλέμμα, δήθεν ότι ντρεπόμουν.
- «Σας παρακαλώ, όχι έτσι…»
Δεν πρόλαβα να τελειώσω την πρόταση.. Ήρθε και κόλλησε πίσω μου, με την πούτσα του σαν σίδερο καυλωμένη ανάμεσα στα κωλομέρια μου. Πιάνοντας τον πούτσο μου και τραβώντας τον, τον έβαλε πάνω στην τρύπα της Άννας. Με το άλλο χέρι, έβαλε το κεφάλι της δικής του πάνω στην τρύπα μου και σπρώχνοντας με έσπρωξε λίγο βάζοντας μου τον λίγο και σπρώχνοντας με μέσα στον κώλο της Άννας μουγκρίζοντας μέσα στο αφτί μου:
- «Αυτό που σου λέω εγώ πουτανάκι, που θα μου φέρεις και αντιρρήσεις! Θέλεις να τα μάθει όλα ο θείος σου; Θέλεις να γίνει η θεία σου ρεζίλι εξαιτίας σου;»
Εγώ δήθεν ντροπαλά, κατεβάζοντας το κεφάλι, ψέλλισα ένα:
- «Όχι, εντάξει.. Θα κάνω ότι μου πείτε. Μόνο μην πείτε τίποτε στον θείο μου.. Συγνώμη θεία…»
Και το κόλπο έπιασε. Το ένιωσα να γίνεται πέτρα πίσω μου, μόνο στην ιδέα ότι με αναγκάζει να κάνω κάτι παρά τη θέλησή μου. Πιάνοντας με από τα κωλομέρια σφιχτά, μου τον έχωσε λίγο ακόμα, σχεδόν μέχρι την μέση, σπρώχνοντας με τελείως μέσα στον κώλο της Άννας. Έγειρε μπροστά και μούγκρισε βραχνά στο αφτί μου:
- «Έτσι μπράβο ξεκολάκι! Αυτό που σου λέω εγώ και ο θείος δεν θα μάθει τίποτε. Κουνήσου τώρα! Γάμα την κωλάρα της θείας σου!»
Πιάστηκα κι εγώ από την μέση της Άννας και άρχισα να την γαμάω αργά στην κωλάρα της. Με κάθε κίνηση όμως γαμιόμουν κι εγώ πάνω στην πούτσα που ήταν χωμένη μέσα μου και κουνούσα συγχρόνως την Άννα πάνω στην πούτσα που είχε χωμένη στο μουνί της. Με καύλωσε τόσο αυτή η συνειδητοποίηση, που άρχισα να βογκάω κι εγώ στο ρυθμό τους. Μετά από λίγο, άρχισα να κουνιέμαι πιο γρήγορα.. Δεν άντεχα, ήθελα να χύσω.. Μια σφαλιάρα όμως στον κώλο με συνέφερε.
- «Πρώτα θα χύσει η θεία σου κι εγώ γαμιολάκι και μετά εσύ. Μην βιάζεσαι.. Αργά - αργά.. Θέλω να την ακούσω την πουτάνα να χύνει καρφωμένη στην πούτσα του ανιψούλη της!»
Συνεχίσαμε έτσι, με την Άννα σιγά - σιγά να αρχίζει να κουνιέται στον ίδιο ρυθμό μαζί μας. Ο άλλος αδελφός από κάτω της ακίνητος, απολάμβανε τσιμπώντας της τις ρώγες και χαστουκίζοντας την στα μάγουλα.. Μέχρι που με ένα μακρόσυρτο «Ααααααααααχχχχχ» την ένιωσα να κολλάει επάνω μου, την τρύπα της να ανοιγοκλείνει πάνω στον πούτσο μου και να τραντάζεται σαν να την διαπερνάει ηλεκτρικό ρεύμα ενώ τελείωνε και σωριαζόταν επάνω στον από κάτω της. Χώθηκα μέσα της, προετοιμαζόμενος να χύσω μέσα στην κωλάρα της, αλλά ο άλλος πίσω μου είχε άλλα σχέδια… Με τράβηξε πίσω, βγάζοντας με από τον κώλο της χωρίς να βγει από τον δικό μου. Σπρώχνοντας την από πάνω από τον αδερφό του, μου έχωσε το κεφάλι πάνω στην σηκωμένη πούτσα του αδελφού του, αναγκάζοντας με να την πάρω μέχρι το λαιμό.
- «Κοίτα πουτάνα! Κοίτα που σου χύνουμε τον ανιψούλη! Κοίτα τον τι καλό πουτανάκι που έγινε!»
Και χωμένοι ο ένας στο λαιμό μου και ο άλλος βαθιά στον κώλο μου με έχυσαν μέχρι που άδειασαν εντελώς μέσα μου. Αφού με έβαλαν να τους καθαρίσω μέχρι σταγόνα, γύρισε στην Άννα λέγοντας της :
- «Σήκω φτιάξε ένα καφεδάκι θείτσα! Άντε, να πάρουμε μια ανάσα.. Έχουμε ακόμα καμιά ωρίτσα. Δεν τελειώσαμε…»
(Copyright protected OW ref: 43462)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.