Η ιστορία:
Είχαμε μείνει στο ότι γύριζα στο σπίτι έπειτα από το ξενύχτι - γαμήσι με την άδεια της τότε γκόμενας μου.
Μόλις μπήκα, τους είδα να κοιμόνται όλοι μαζί γυμνοί και οι μυρωδιές από αυτά που έγιναν όταν γύρισαν ήταν έντονες. Πρέπει να γαμήθηκαν μέχρι τελικής πτώσεως. Πήγα στο δωμάτιο της Λίτσας να κοιμηθώ αφού έκανα μπάνιο πρώτα και έπεσα ξερός. Σηκώθηκα κατά τις μια το μεσημέρι και είχαν φύγει. Ετοιμάστηκα και πήγα στην παραλία. Εκεί νόμιζα ότι θα ήταν. Αλλά αμ δε. Έκατσα κάνα εικοσάλεπτο και έφυγα. Ξαναπήγα σπίτι και ετοίμασα κάτι να φάω. Εκείνη την ώρα ήρθαν.
- «Πού ήσασταν;» τους λέω.
- «Για μπάνιο αλλά από την άλλη πλευρά και στην πόλη για ψώνια» είπαν και γέλαγαν.
- «Εσύ; Τι έκανες εχθές; Την γάμησες καλά;» με ρώτησε η Λίτσα.
Δεν με ρώτησε η γκόμενα μου η Πόπη και με ρώταγε η φίλη της!
- «Γιατί ενδιαφέρεσαι;»
- «Ήταν καλή;» με ρωτάει η Πόπη αυτή τη φορά.
- «Την είδες. Μουνάρα με απίστευτο κώλο και βυζάρες. Της τον έσκισα και ο άντρας της ρούφηξε όλα τα χύσια μου. Εντάξει; Ικανοποιηθήκατε;»
- «Ααα! Έδωσες και στον άντρα της; Κάτσε να φας και θα τα πούμε…»
Κάτσαμε φάγαμε και μόλις έφαγα, λέω:
- «Πάω να ξαπλώσω. Νιώθω κουρασμένος»
- «Πήγαινε, πήγαινε. Το χρειάζεσαι».
Με πήρε λίγο ο ύπνος και νόμιζα ότι έβλεπα όνειρο… Ότι μου γλείφουν τον πούτσο απαλά.
Μούγκριζα νομίζοντας ότι βλέπω όνειρο.
- «Ναι! Γλείψε με μουνάρα μου! Αβίδα μου!» (το όνομα της αεροσυνοδού).
Εκείνη την ώρα πετάγομαι από τον πόνο και συνειδητοποιώ ότι ήταν η Λίτσα που με έγλειφε και με δάγκωσε από την ζήλια λέγοντας μου:
- «Μας ανήκεις. Είσαι δικός μας. Δεν θα σε πάρει καμιά τσούλα».
Έρχεται και η Πόπη και τρώω ένα χαστούκι, άλλο πράγμα.
- «Αυτό γιατί της έπιανες τον κώλο μέσα στο μαγαζί».
- «Ρε! Τρελή είσαι; Με έστειλες να την γαμήσω και με πείραξε ότι της έπιασα τον κώλο; Ρε πηγαίνετε να γαμηθείτε!» λέω.
Εκεί με πιάνει ο Κώστας και μου λέει:
- «Έλα εδώ ρε μαλάκα. Έχουν καυλώσει και οι δυο γι’ αυτό το κάνουν. Ξέσκισε τες για να ηρεμήσουν. Με ξεζουμίσανε εχθές εμένα».
Πιάνω την Πόπη από το χέρι με δύναμη και την τραβάω στο κρεβάτι. Της σκίζω το μαγιό που φορούσε, της δίνω δυο - τρία σκαμπίλια στον κώλο και της λέω:
- «Τώρα θα φας καλά γαμιόλα κι εσύ και η πουτάνα η φίλη σου!»
Την έβαλα να μου ρουφήξει όλο το καυλί μου μέσα στο στόμα της και φώναξε την Λίτσα να καθίσει πάνω στο πρόσωπο μου να την γλείψω. Έκατσε και εκείνη και μείναμε έτσι αρκετή ώρα.
- «Αφού με ετοίμασες, θα γαμήσω πρώτα την Λίτσα και μετά εσένα καριόλα».
Την έστησα να της σκίσω την κωλάρα πρώτα. Έτσι γαμούσα την άλλη χθες. Μπήκα μέσα και φώναξε σαν να της έχωναν μπουρί σόμπας. Η Πόπη είχε έρθει και της έτρωγα το μουνί της που ήταν μέσα στα ζουμιά από την καύλα. Έχυνε συνέχεια.
- «Στήσου δίπλα στην ξεκωλιάρα την φίλη σου. Τώρα θα σκίσω εσένα. Από τον κώλο εννοείται».
Βγήκα και μπήκα απότομα μέσα της και μούγκρισε από την καύλα. Ένιωσα κάτι να μου χαϊδεύει τον κώλο και να καυλώνω ακόμα πιο πολύ. Ήταν ο Κώστας. Ήταν η ώρα να μου σκίσει την κωλάρα. Μπήκε μέσα μου εκεί όπως γάμαγα την Πόπη. Ένιωθα τα αρχίδια του πάνω στα δικά μου και όλη την πούτσα του μέσα μου. Ακούνητος.
- «Σκίσε με! Τι περιμένεις;» του λέω. «Να σε παρακαλέσω;»
- «Όχι» μου λέει η Λίτσα. «Σε ετοιμάζει για εμάς».
Και βλέπω να έχει φορέσει ένα στραπόν και να έρχεται προς το μέρος μου.
- «Είστε τρελοί!»
- «Τώρα θα σου πω να γαμάς ξένα κωλαράκια παλιόπουστα! Τσουλί!»
Εκεί βγήκε ο Κώστας και μπήκε το πλαστικό καυλί της Λίτσας. Αργά - αργά και βασανιστικά μου το έβαλε όλο μέσα και άρχισε να μου σκίζει την κωλάρα βρίζοντας με και να μου χτυπάει τα κωλομέρια.
- «Έτσι παλιοθήλυκο. Έτσι! Η πουτάνα μου θα γίνεις. Θα σε ξεσκίζω όποτε θέλω ξεκωλιάρη!»
Έβλεπα την Πόπη να βλέπει και να το ευχαριστιέται όλο αυτό το σκηνικό που είχαν στήσει.
- «Έλα Πόπη, η σειρά σου να γαμήσεις το πουτανάκι μας».
Το φόρεσε και μου ψιθύρισε στο αφτί:
- «Έτσι ένιωθα όλο αυτόν τον καιρό που με πήδαγες ψωλαρά μου. Αλλά τώρα θα σε ξεσκίσω εγώ. Εγώ θα είμαι ο άντρας κι εσύ η γυναίκα μου. Ξεκωλιάρη!»
Με γύρισε, σάλιωσε δυο δάχτυλα μου τα έβαλε μέσα και δυο λεπτά μετά μου λέει:
- «Έτοιμη καριολίτσα. Σου έρχεται…»
Μόλις τον ένιωσα πάνω στην κωλοτρυπίδα μου καύλωσα όσο δεν λέγεται. Άρχισα και έσταζα.. σχεδόν έχυσα. Δεν έχασε ευκαιρία η πουτάνα η Λίτσα.. ήρθε από κάτω μου έτσι όπως είχα τουρλώσει τον κώλο μου στην Πόπη και με ρούφαγε. Εκεί τα έχασα όλα. Μπήκε μέσα μου, μου το έχωσε όλο και άρχισε να με γαμάει, αργά και σταθερά.
- «Σου αρέσει πουτάνα; Έτσι με γαμούσες. Σου αρέσει;»
- «Συνέχισε καριόλα. Συνέχισε, μην σταματάς. Σκίσε με!»
Βόγκαγα από καύλα και ηδονή μαζί. Άντρας και γυναίκα μαζί. Δεν γινόταν αυτό. Ήρθε και ο Κώστας και μου έδωσε το καυλί του και το ρούφαγα. Όλο μέσα μια το καυλί μια τα αρχίδια του και η Πόπη να με σκίζει. Την ώρα που έχυνε ο Κώστας στο στόμα, μου φώναζε η Πόπη:
- «Όλα ψώλα, όλα! Ρούφα τα όλα καριόλα!»
Μόλις τα ρούφηξα όλα, βγήκε από μέσα μου και με αγκάλιασε λέγοντας μου:
- «Με καύλωσες όσο ποτέ. Σε ευχαριστώ πολύ».
Κοιμηθήκαμε όλοι μαζί. Συνεχίστηκε για πέντε μέρες αυτό ακόμα μέχρι που φύγανε για Αθήνα. Αυτό έγινε στην Σαντορίνη πριν έντεκα χρόνια περίπου. Δεν κρύβω ότι καμιά φορά θέλω να ξαναγίνει. Σαν επιθυμία. Ποτέ δεν ξέρεις…
(Copyright protected OW ref: 51722)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.