Η καυλοχήρα μου (όπως μου εξομολογήθηκε μετά) είχε αναστατωθεί από την παρουσία του όμορφου κοριτσιού που πάντα της άρεσε αλλά και που της ξύπνησε τις θύμησες από τις νεανικές λεσβιακές της εμπειρίες. Έτσι είχε βγάλει την ρόμπα της και τη νυχτικιά της και ετοιμαζόταν να έρθει να με βρει φορώντας μόνο τα πρόστυχα εσώρουχα που της είχα χαρίσει. Ήταν τόσο καυλωμένη, που δεν υπολόγιζε τον κίνδυνο να καταλάβει κάτι η ανιψιά της. Το μόνο που είχε στο μυαλό ήταν πως να σβήσει τη φωτιά που η υπέροχη νεανική παρουσία της είχε ανάψει. Κι εγώ βέβαια ήμουν ο πιο κατάλληλος.
Εκείνη την ώρα όμως χτύπησε η πόρτα και μπήκε μέσα η Βούλα.. Ήταν σαν οπτασία. Με ένα κοντό λευκό μπέιμπι ντολ που αναδείκνυε όλα τα κάλλη της και με λευκά βαμβακερά εσωρουχάκια. Ειδικά αυτά (όπως με έμφαση μου τόνισε όταν μου τα διηγούνταν) την πέθαναν. Το χρώμα και το είδος των εσωρούχων της μικρής, συμβόλιζαν, την αγνότητα, την απειρία και την παρθενικότητα της και έκαναν την αχόρταγη και ακόλαστη πεθερά μου να θέλει να την κατασπαράξει.
- «Έλα αγαπούλα μου, πέρασε. Τι έπαθες;»
- «Τίποτα θεία μου. Συγνώμη που σε ενοχλώ αλλά να, με αυτό το θρίλερ φοβάμαι να κοιμηθώ μόνη μου. Είναι και μεγάλο το σπίτι κι αυτές οι βροντές και οι αστραπές. Κατατρόμαξα και σκέφτηκα να έρθω να ξαπλώσουμε μαζί, όπως το κάναμε στο χωριό παλαιότερα. Θέλεις;»
- «Βεβαίως ανιψούλα μου. Έλα στη θεία να σε αγκαλιάσει να μην φοβάσαι τίποτα. Μόνο συγχώρεσε με αλλά όταν ξαπλώνω τη βγάζω τη νυχτικιά και είμαι με τα εσώρουχα. Δε σε πειράζει ε;»
- «Όχι βρε θειούλα μου, τι λες τώρα; Μμμμμμμ… Αμάν! Τι ωραία εσώρουχα φοράς; Φανταστικά έτσι μαύρα και όλο δαντέλα. Πω, πωω! Και μεταξένιες κάλτσες με καλτσοδέτα. Μόνο στα περιοδικά και στην τηλεόραση έχω δει παρόμοια. Είναι τόσο θηλυκά. Μμμ… είναι καταπληκτικά. Υπέροχα! Τόσο σέξι. Αχ βρε θεία μου, μακάρι να είχα κι εγώ τέτοια. Τα δικά μου είναι όλα βαμβακερά και άσπρα. Κοριτσίστικα. Ενώ τα δικά σου τόσο γυναικεία. Απόλυτα γυναικεία».
- «Και τα δικά σου είναι ωραία κούκλα μου. Λευκά και αθώα όπως εσύ. Αλλά αφού τόσο πολύ σου άρεσαν, έλα Βουλίτσα μου να δοκιμάσεις κάποια από τα δικά μου. Έχω πολλά. Έλα. Άλλωστε βάζουμε μάλλον το ίδιο νούμερο, για να δω… Γδύσου αγάπη μου να δω. Για να δω τα στήθη σου… Μμμμμμ… Είναι μεγάλα σαν τα δικά μου αλλά τόσο στητά! Μμμ… θα τους τρελάνεις τους άντρες. Έχεις τέλειο σώμα!»
- «Εγώ τέλειο; Τότε τι να πεις εσύ θεία μου. Το δικό σου είναι φανταστικό. Από μικρό κορίτσι το θαυμάζω. Ήσουν το πρότυπο μου. Σε θυμάμαι με τα σέξι μπικίνι στη θάλασσα ή γυμνή όταν προβάρατε ρούχα με τη μάνα μου ή όταν μου έκανες μπάνιο στη μπανιέρα και ήσουν κι εσύ γυμνή. Από τότε μου άρεσε η σωματάρα σου αλλά και τώρα θεία από ότι βλέπω ο χρόνος δεν σε άγγιξε. Είσαι ωραιότερη από τότε. Πραγματικά ωραία γυναίκα!»
- «Είσαι μαλαγάνα ανιψούλα μου, μεγάλη μαλαγάνα. Αλλά όταν μου τα λέει αυτά μια κουκλάρα σαν και σένα δεν μπορώ παρά να τα πιστέψω. Να ‘σαι καλά που με ανεβάζεις. Έλα τώρα να προβάρουμε εσώρουχα. Κοίτα, έχω και ζαρτιέρες και κομπινεζόν. Βάλε αυτό το μοβ σουτιέν. Σου αρέσει; Κάθισε να στο φτιάξω. Ωχχχχ… ταιριάζει απόλυτα στα στήθη σου. Είδες ματάκια μου που μου έμοιασες όπως ήθελες και έχουμε ακριβώς τις ίδιες αναλογίες; Σου πάει υπέροχα. Βάλε και το κιλοτάκι του να δούμε πως σου στρώνει στον πωπό. Τι Βουλίτσα μου; Ντρέπεσαι να μη δω το πραγματάκι σου; Να γυρνάω από την άλλη; Αλλά βρε χαζό δεν πρέπει να ντρέπεσαι τη θεία Σούλα. Πωωω, πωω! Σου πάει υπέροχα! Φανταστική είσαι. Αλλά με τέτοια ονειρικό κώλο που έχει το κορίτσι μου πώς να μην του ταιριάζει η κιλοτίτσα;»
- «Αλήθεια σ’ αρέσει ο πισινός μου θεία Σούλα; Δεν είναι κάπως μεγάλος;»
- «Τι μεγάλος μανάρι μου; Τέλειος είναι! Απλά τέλειος! Όπως ακριβώς μ’ αρέσει. Γύρνα λίγο να δω. Ωωωχχχχ… είναι απαλή η κωλάρα σου. Απαλή σα βελούδο. Μμμμμμμ… τουρλωτή αλλά και σφιχτή, όπως πρέπει. Ούτε ίχνος κυτταρίτιδας, με έντονες καμπύλες, μμμμμμμ… Ουρά θα κάνουν οι άντρες από πίσω σου όταν περπατάς και κουνιέσαι όπως πρέπει. Θα σε κάνω εγώ την πιο σέξι γυναίκα. Όποιον θέλεις θα τον έχεις. Θα σου τα μάθω εγώ όλα τα κόλπα. Η θεία Σούλα είναι η πιο έμπειρη και ικανή δασκάλα. Δεν μου είπες όμως τίποτα για το αγόρι σου. Ούτε πως το λένε, ούτε πως είναι, ούτε τι δουλειά κάνει… Πες μου κουκλίτσα μου…»
- «Εε, δεν έχω αγόρι θεία».
- «Τέτοιος κορίτσαρος αποκλείεται! Δεν μου λες αλήθεια».
- «Εεε, αλήθεια λέω, ποτέ δεν είχα αγόρι».
- «Γιατί ματάκια μου; Πες στην αγαπημένη σου θεία. Άνοιξε μου την καρδιά σου. Εγώ σε λατρεύω και θέλω να σαι ευτυχισμένη. Πες μου τι σε απασχολεί. Μη ντρέπεσαι τη θεία Σούλα. Ξέρεις πόσο προοδευτική και απελευθερωμένη είμαι. Εγώ δεν σκέφτομαι σαν τη μάνα σου. Εγώ καταλαβαίνω τα κοριτσόπουλα γιατί τα έζησα κι εγώ αυτά στο παρελθόν και μάλιστα έντονα».
- «Εεε, το ξέρω θεία μου ότι είσαι απελευθερωμένη και ανοιχτόμυαλη αλλά να… εεε… Πώς να στο πω; Εεε… δεν ξέρω.. δεν με τραβάνε και πολύ τα αγόρια. Είχα δηλαδή αλλά όταν με φιλούσαν δεν ένιωθα τίποτα ιδιαίτερο. Μάλλον βαριόμουν παρά ερεθιζόμουν».
- «Ε ανιψούλα μου ίσως δεν έχεις βρει τον κατάλληλο γι’ αυτό αισθάνεσαι έτσι για τους άντρες».
- «Εε ίσως, αλλά ξέρεις.. πολλές φορές, μου αρέσει να κοιτάω μια ωραία γυναίκα».
- «Ε και λοιπόν; Το ωραίο το κοιτάς. Πού είναι το κακό; Κι εγώ προηγουμένως δεν σε κοίταζα με θαυμασμό; Άλλωστε όταν ήμουν στην ηλικία σου πολλές φορές αισθάνθηκα έλξη για μια όμορφη συμμαθήτρια μου. Εμείς οι γυναίκες ταιριάζουμε μεταξύ μας σε πολλούς τομείς. Και στον ερωτικό».
- «Αλήθεια το λες θεία; Με κάνεις τόσο ευτυχισμένη. Από μικρή κοπέλα αισθανόμουν ενοχές γι’ αυτό, αλλά εσύ, εσύ πόσο υπέροχα με καθησύχασες. Δηλαδή δεν είναι κακό που μου αρέσουν γυναίκες;»
- «Όχι κουκλάρα μου, όχι».
- «Ναι, αλλά εσύ είπες συμμαθήτρια σου, ενώ εμένα;»
- «Τι εσένα ματάκια μου;»
- «Εμένα μου αρέσουν ώριμες. Ώριμες και έμπειρες γυναίκες, όχι κοριτσάκια».
- «Δηλαδή ανιψούλα μου, δηλαδή;»
- «Εε, να.. πως να το πω; Ώριμες και όμορφες. Εεεεεε, να σαν και σένα θεία μου. Ακριβώς σαν και σένα.. Αλλά ξέρω ότι αυτό είναι απαγορευμένος καρπός. Δεν τολμώ ούτε να το ονειρευτώ. Μεγάλη διαστροφή. Είμαστε και οι δυο γυναίκες και συγγενείς. Α, πα, πα, πα! Μεγάλη αμαρτία και μόνο που το ξεστόμισα, μεγάλη αμαρτία. Συγνώμη που σε έφερα σε δύσκολη θέση θεία μου. Συγνώμη που σε κόλασα και σένα».
- «Δεν υπάρχει λόγος να ζητάς συγνώμη επειδή μου είπες αυτό που σκέφτεσαι. Μην ανησυχείς.. οι γυναίκες καταλαβαίνουμε πολύ καλά η μια τις ανάγκες της άλλης. Ματάκια μου, μην ανησυχείς. Τίποτα δεν είναι διαστροφή αν το θέλουν και οι δυο. Υπάρχει άλλωστε πιο γλυκό πράγμα από την αμαρτία; Οπότε…;»
- «Οπότε, τι αγαπημένη μου θεία;»
Μέσα στην πεθερά μου γινόταν μια μάχη, μια μάχη ανάμεσα στη λογική και στον πόθο. Και ξαφνικά λες κι ένα φράγμα έσπασε μέσα της, ένας χείμαρρος ξεχύθηκε πάνω στη λογική διαλύοντας τις όποιες ηθικές αναστολές είχε. Ελεύθερη από περιορισμούς και τυφλωμένη από πάθος για την ανιψιά της, της είπε:
- «Αφού το θέλουμε και οι δύο κοριτσάκι μου, έλα. Έλα να αγαπηθούμε. Να σβήσουμε τους άνομους μας πόθους, να σβήσουμε τις καύλες που μας καίνε. Έλα να σου δείξω ότι είχες δίκιο να προτιμάς ώριμες και έμπειρες και όχι νιάνιαρα. Έλα στη θεία Σούλα να στα μάθει όλα. Να ξαλαφρώσω το μουνάκι σου. Έλα καυλιάρα ανιψούλα μου, έλα. Δεν θα σταματάς να χύνεις. Βρυσούλα θα γίνει το μουνάκι σου. Έλα στη μαστόρισσα».
- «Μμμμμμ… θεία μου, ονειρεύομαι ή είμαι ξύπνια;»
- «Δεν ονειρεύεσαι ματάκια μου. Αχχχ και να το ήξερα ότι σου άρεσα. Αχ και να το ήξερα. Από μικρούλα θα σε αποπλανούσα. Θυμάσαι που επέμενα να σου κάνω μπάνιο ακόμα και όταν πήγαινες γυμνάσιο; Με τρέλαινε το σωματάκι σου και γδυνόμουν και έμπαινα κι εγώ στην μπανιέρα, δήθεν για να σε τρίψω πιο άνετα. Όμως εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να σε ακουμπάω, να σε νιώθω, να αγγίζονται τα κορμιά μας.
»Θυμάσαι πως γελούσες όταν εγώ ακουμπούσα την πλατούλα σου στα στήθη μου και σε πείραζα στα βυζάκια που κάθε φορά ήταν και μεγαλύτερα; Ή όταν σου έτριβα το πραγματάκι σου; Έδινες καθημερινά τροφή στις φαντασιώσεις μου. Με καύλωνες τόσο πολύ ματάκια μου που κάθε φορά μετά κλεινόμουν στο δωμάτιο μου για να σβήσω μόνη μου τον πόθο που μου κατέκαιγε τα σωθικά.. Την είχες ξετρελάνει τη θεία κουκλάρα μου. Όποτε ήσουν μαζί μου η μουνάρα μου έσταζε. Έσταζε από καύλα για την ανιψούλα μου. Μη κοριτσάκι μου, εγώ θα σου βγάλω τα εσωρουχάκια σου. Η θεία θα σε γδύσει. Η θεία Σούλα».
H θεία ξεκούμπωσε το σουτιέν της κοπέλας και αφού στάθηκε λίγο και θαύμασε άλλη μια φορά τα υπέροχα στήθη, άρχισε να τα χαϊδεύει απαλά απαλά ψιθυρίζοντας της ερωτόλογα. Η έμπειρη γυναίκα φιλούσε στο λαιμό, μετά στα μάγουλα και μετά με την παιχνιδιάρικη γλώσσα έγλειφε βαθιά μέσα στα αυτάκια και δάγκωνε με πάθος τους λοβούς τους. Με μικρές δαγκωματιές έφτασε ως τα σαρκώδη χείλη που πρόθυμα την υποδέχτηκαν. Η γλώσσα αφού πρώτα εξερεύνησε όλο το στόμα της ανιψούλας, έφτασε και στην παρθενική της γλωσσίτσα και επιθετικά της επιβλήθηκε..
Οι δύο γυναίκες αντάλλαζαν παθιάρικα φιλιά όσο τα χέρια της μεγαλύτερης εξερευνούσαν όλο το κορμί της μικρής δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στα στητά της βυζιά. Με μια επιδέξια κίνηση η Σούλα έβγαλε και το κιλοτάκι της ανιψιάς της και αφιέρωσε όλη της την προσοχή στα αφράτα κωλομέρια της. Τα χάιδευε, τα έσφιγγε, τα τσιμπούσε και με τα πονηρά της δάχτυλα έμπαινε σιγά - σιγά στην παρθενική της τρυπούλα. Η μικρή είχε τρελαθεί και έμεινε αφημένη στα χέρια της έμπειρης θείας της.
- «Σ’ αρέσουν οι βυζάρες μου αγάπη μου; Δικές σου είναι. Έλα, πιάστα. Κάνε τα ότι θέλεις. Αυτά είναι που σου άρεσαν από όταν ήσουν πιτσιρίκα. Τώρα είναι κτήμα σου. Κάντα ότι γουστάρεις. Έλα ματάκια μου».
- «Αχχχχχ, θείτσα μου, είναι τόσο όμορφααααα! Αχχχ… τι τεράστιες θηλές που έχεις και τι ρώγες; Αχχχ τόσο μεγάλες ρώγες! Πολύ μ’ αρέσουν έτσι τεντωμένες. Πολύ μ’ αρέσουν!»
- «Ερεθίστηκαν από σένα κορίτσι μου, γι’ αυτό είναι τόσο ορθωμένες. Εξαιτίας σου καύλωσαν αγάπη μου. Φίλησε τις λίγο. Έλα, σε περιμένουν, έλα. Έτσι μπράβο. Ωχχχχχ, ναι! Έτσι μπράβο ανιψούλα μου. Ρούφα τες. Ναι, έτσι… Σφίξτα με τα χεράκια σου και γλείφε τα με τη γλωσσίτσα σου. Ωχχχχ, ναι! Ναι! Έχεις ταλέντο ματάκια μου. Ταλέντοοοοοο! Αχχχχχ…»
- «Ωχχχχ… σε ικανοποιώ θεία Σούλα; Σου αρέσουν τα φιλιά μου και τα χάδια μου;»
- «Mόνο μ’ αρέσουν; Με ξετρελαίνουν αγάπη μου! Αχχχχ… Ναι! Συνέχισε ματάκια μου, συνέχισεεεε! Έλα, βάλε το χεράκι σου εδώ. Κάτω αγάπη μου, κάτω από την κιλότα. Ναι! Ωχχχ… μπράβο μικρή μου! Μπράβο! Τι ωραία! Αχχ… έτσι… Χάιδεψε το ανιψούλα μου. Χάιδεψε το πράμα μου. Βλέπεις πως στάζει από πόθο για σένα; Όοοοοχι, μη σταματάς να τα γλείφεις. Δεν σε χόρτασαν ακόμα οι βυζάρες μου. Ωχχχχ… όμως τα δαχτυλάκια σου τα θέλω στη μουνάρα μου. Ναι, ναι εκεί… Ακριβώς, εκεί. Ναι! Ωχχχχχ….»
- «Αχχχχ, πόσο υγρό είναι το πράμα σου θεία μου. Πόσο γλυκό!», λέει η μικρή άξια μαθήτρια καθώς γονάτισε και άρχισε να γλείφει τη μουνάρα της δασκάλας της.
Η πεθερά μου όπως μου έλεγε ενθουσιασμένη μετά είχε βρεθεί στον παράδεισο. Τόσο τέλεια περιποίηση έπαιρνε από τη γλώσσα της μικρής που με τα χεράκια της δεν άφηνε παραπονεμένα και τα τροφαντά της κωλομέρια. Με τη γλώσσα να δουλεύει πυρετωδώς και δίνοντας έμφαση στην κλειτορίδα η μικρή λεσβία είχε απογειώσει την καυλοχήρα μου. Σε λίγο βρέθηκαν στο κρεβάτι μπλεγμένες σε ένα παθιασμένο 69 και γεύονταν με πρωτοφανή ευχαρίστηση η μια τα υγρά της άλλης.
- «Γύρνα αγαπούλα μου. Γύρνα να περιποιηθώ την κωλάρα σου. Ωχχχ, τι καπούλια έχεις μανάρι μου. Αχχχ…»
- «Μαααα, τι; Μα, ωχχχχχ.. πού βάζεις τη γλώσσα σου θεία μου; Αχχχχ, τέλεια! Ναι! Ναι! Ωχχχ… Πρώτη φορά νιώθω έτσι. Πρώτηηηηηηη!!!»
- «Βουλίτσα μου, ωχχχχ… Πόσο υπέροχος είναι ο πισινός σου. Πόσοι άντρες θα γούσταραν να τον σκίσουν. Αλλά μόνο η θεία θα τον χαίρεται, μόνο η θεία. Έλα τώρα να… Γύρνα. Ναι! Έτσι, ναι! Έτσι ματάκια μου, έτσι. Να τρίβονται τα μουνάκια μας. Ναι, ναι! Ωχχχχ… Ωχχχχ… Σ’ αρέσει έτσι να σε καβαλάω; Ωχχχχχχχ… Ναι. Ναι! Ναι! Τέλειααααα!!!».
Το 1ο μέρος εδώ
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.