Η ιστορία:
Είμαι επαρχιωτοπούλα και δεν ντρέπομαι να το πω. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε ένα ορεινό χωριό των Γρεβενών. Κατάφερα και πέρασα στο πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων, στη Φιλοσοφική Σχολή. Όμως αν και τα πάω μια χαρά με τα μαθήματα, δεν έχω παρέες να βγω και φυσικά για αγόρια ούτε κουβέντα να γίνεται. Όχι ότι δε μου αρέσουν, αλλά ο τρόπος που ανατράφηκα στο χωριό με κάνει να δειλιάζω...
Κάνω λοιπόν μια μικρή βόλτα μόνη μου μετά το φαγητό, ύστερα από το μάθημα και επιστρέφω στην γκαρσονιέρα που έχω νοικιασμένη. Δίπλα από μένα, σ’ ένα δυάρι μάλλον, μένει μια όμορφη κοπέλα, φοιτήτρια της Νομικής αυτή στο δεύτερο έτος. Το διαμέρισμά της είναι πάντα φωτισμένο και κάθε βράδυ ακούγονται μουσικές και γέλια. Κόσμος πηγαινοέρχεται σαν να γίνεται πάρτι και νιώθω τη ζήλια μου να φουντώνει.
Καλά να ζω μέσα στην αφόρητη μοναξιά μιας ξένης πόλης. Αυτό Θα μπορούσα να το αντέξω, αλλά να βλέπω κόσμο να γλεντάει, να ακούω τα δυνατά τους γέλια και τραγούδια, αυτό δεν υποφέρεται με τίποτα. Ξαπλώνω στο στενό μου ντιβάνι και δαγκώνω το μαξιλάρι από τη λύσσα μου. «Γιατί να μην είμαι κι εγώ καλεσμένη στο γλέντι τους;», σκέφτομαι.
Μια δυο φορές που συναντηθήκαμε τυχαία στο διάδρομο η Ρένα, η κοπέλα της διπλανής πόρτας, με χαιρέτησε καλοσυνάτα και μου χαμογέλασε ευχάριστα, αλλά εγώ μουρμούρισα μια τυπική καλημέρα και της γύρισα την πλάτη. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ντράπηκα να της μιλήσω αν και το μόνο που ήθελα ήταν η φιλία της. Βλέπετε η δειλία μου αποδείχτηκε μεγαλύτερη απ’ ότι περίμενα. Και στο λεωφορείο την έχω πετύχει να με κοιτάζει από μακριά αλλά κι εκεί φέρθηκα σαν μαλακισμένη.
Πέρασαν έτσι τρεις μήνες, μέχρι την περασμένη εβδομάδα που άκουσα το απόγευμα μια φασαρία να έρχεται από δίπλα. Η Ρένα μάλωνε μ’ ένα αγόρι, φωνάζανε δυνατά και πρέπει να τη χτύπησε γιατί άκουσα κάτι σαν χαστούκι. Ούρλιαξε λέγοντάς του να φύγει από εκεί μέσα και να μην τολμήσει να ξαναπατήσει το πόδι του σπίτι της γιατί Θα του το κόψει σύρριζα.
Κρότοι από σπασίματα έφτασαν στα αυτιά μου και βάζοντας στην άκρη κάθε μου δισταγμό και κάθε μου φοβία, βγήκα να δω τι έτρεχε. 0 φοιτητής δε φαινόταν πουθενά κι έτσι πλησίασα την πόρτα της Ρένας και χτύπησα διστακτικά το κουδούνι. Περίμενα λίγα δευτερόλεπτα και δεν ήξερα αν έπρεπε να ξαναχτυπήσω ή να φύγω διακριτικά, αφήνοντάς την στην ησυχία της.
Ετοιμαζόμουν να επιστρέψω στην γκαρσονιέρα μου, όταν η πόρτα άνοιξε με βία και το θυμωμένο πρόσωπο της Ρένας εμφανίστηκε στο άνοιγμα. Είχε ανοίξει το στόμα της, έτοιμη να με λούσει στις βρισιές, νομίζοντας προφανώς ότι ο τύπος που την είχε χαστουκίσει μόλις πριν είχε γυρίσει ποιος ξέρει για ποιο λόγο. Μόλις με είδε, το βλέμμα της μαλάκωσε. Σκούπισε τα δάκρυα που έτρεχαν στα κοκκινισμένα της μάγουλα, χαμογέλασε έκπληκτη και μου είπε να περάσω.
- «Άκουσα φασαρία κι ανησύχησα…», είπα. «Ήρθα να δω αν είσαι καλά. Αν θέλεις όμως να σε αφήσω μόνη σου ευχαρίστως να...»
- «Μα τι λες;», βιάστηκε να αποκριθεί. «Πέρασε μέσα. Ίσα - ίσα, είσαι το μόνο πρόσωπο που θα ήθελα να δω αυτή τη στιγμή…»
Πέρασα στο άνετο σαλόνι της και με ρώτησε αν ήθελα ποτό. Η ίδια πάντως θα έπινε γιατί το είχε μεγάλη ανάγκη και Θα το εκτιμούσε ιδιαίτερα αν της έκανα παρέα. Δέχτηκα και σε λίγο καθόμασταν δίπλα - δίπλα στον καναπέ και τα πίναμε σαν δύο καλές φίλες. Δεν πέρασε πολλή ώρα και ένιωθα υπέροχα ζαλισμένη από τη βότκα αλλά και από τη συντροφιά της. Αλλά και η Ρένα έδειχνε να είναι για τα καλά μεθυσμένη.
Άρχισε να μου διηγείται την ιστορία με τον μαλάκα που της είχε γίνει τσιμπούρι. Χάιδεψα το μάγουλό της λέγοντάς της ότι δεν έπρεπε ποτέ να τον αφήσει να την χτυπήσει. Μου είπε ότι προτιμούσε όχι ένα χαστούκι αλλά και χίλια, προκειμένου ν’ απαλλαγεί από εκείνο τον ηλίθιο, κι έσφιξε την παλάμη μου πάνω στο μάγουλό της που έκαιγε. Την έφερε στα χείλη της και τη φίλησε απαλά.
Από εκεί και πέρα ούτε που κατάλαβα πως εξελίχτηκαν τα γεγονότα. Πρώτα με αγκάλιασε και πίεσε το στήθος της στο δικό μου. Η ανάσα της μου έκαψε το λαιμό και τα δάχτυλά της βυθίστηκαν στα μαλλιά μου. Κόλλησε τα βελούδινα χειλάκια της στον ώμο μου και με φίλησε αργά και τρυφερά. Με κοίταξε στα μάτια και τα χείλη της άρπαξαν τα δικά μου. Η γλώσσα της χώθηκε στο στόμα μου και αναζήτησε τη δικιά μου.
Ανταποκρίθηκα στο φιλί της κι ένιωσα μια υπέροχη ζεστασιά ν’ απλώνεται στα σωθικά μου. Γλίστρησα τη γλώσσα μου ανάμεσα στα δοντάκια της και εκείνη τη δάγκωσε παιχνιδιάρικα. Το χέρι της κινήθηκε αργά στο στήθος μου και χάιδεψε τα βυζάκια μου πάνω από το πουκάμισο. Με τα ευέλικτα δάχτυλά της ξεκούμπωσε ένα - ένα τα κουμπιά και φιλώντας με πάντα, με απάλλαξε από το πάνω ρούχο.
Οι ρώγες μου σφίχτηκαν μέσα στο στενό σουτιέν που φορούσα. Τότε τράβηξε τα χείλη της από τα δικά μου και κοίταξε το σώμα μου. Χαμογέλασε επιδοκιμάζοντας ότι έβλεπε και κατέβασε τις τιράντες μου στο πλάι. Έσυρε τη γλώσσα της στην τρυφερή σάρκα των ώμων μου και ξεκουμπώνοντας τελείως το σουτιέν ελευθέρωσε τα βυζάκια μου. Τύλιξε τις παλάμες της πάνω τους και τα ζούληξε απαλά.
Έσκυψε και ακούμπησε την άκρη της γλώσσας της στις φουσκωμένες ρωγίτσες μου. Τις έγλειψε, τις πιπίλισε και τις δάγκωσε μέχρι που τις ένιωσε αρκετά σκληρές για να τις παρατήσει. Με ξάπλωσε στον καναπέ και μου έβγαλε αργά τη φούστα μαζί με την κιλοτίτσα μου. Έγλειψε αισθησιακά τα σαρκώδη χειλάκια της, πήρε μια βαθιά ανάσα κι έδωσε μια μεγαλοπρεπή βουτιά ανάμεσα στα ορθάνοιχτα σκέλια μου.
Η καυτή της αναπνοή τσουρούφλισε το μουνάκι μου και το έκανε να τρέμει από καύλα. Έτριψε τη μυτούλα της ανάμεσα τους και ρούφηξε άπληστα το άρωμα που ανέδυε το καυλωμένο μουνί. Αναστέναξε ηδονικά και κόλλησε τα χείλη της στα μουνόχειλα σ’ ένα παθιασμένο φιλί. Η ροδαλή της γλώσσα πετάχτηκε σαν φίδι και το κουμπάκι μου, το κέντρο της ηδονής μου, την κλειτορίδα μου. Το βογκητό που έβγαλα τα έλεγε όλα!
Έλιωνα από την ιδέα και μόνο του τι επρόκειτο ν’ ακολουθήσει. Πιπίλισε την κλειτορίδα μου όσο έπρεπε για να σκληρύνει αρκετά κι η γλώσσα της άνοιξε τα κλειστά μου μουνόχειλα. Κράτησα το κεφάλι της σφιχτά και το πίεσα με δύναμη πάνω μου, σφίγγοντας παράλληλα και τα μπούτια μου. Έχωσε την επιδέξια γλώσσα της στην καυτή μου υγρή μουνότρυπα και ξαφνικά τραβήχτηκε κι ανασήκωσε το κεφάλι της κοιτάζοντας με κατάματα.
- «Μα εσύ είσαι παρθένα!», αναφώνησε.
Έγειρα το κεφάλι μου στο πλάι για να μην την βλέπω και κοκκίνισα ολόκληρη σαν παπαρούνα από την ντροπή μου. Πρώτη φορά ένιωθα τέτοια αμηχανία και ήθελα ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί. Σκέπασα και τα βυζάκια μου με τις παλάμες μου και ετοιμάστηκα να σηκωθώ για να φύγω από εκεί μέσα. Με σταμάτησε.
- «Στάσου που ετοιμάζεσαι αμέσως να φύγεις. Δεν είπα ότι είναι κακό που είσαι παρθένα. Απλώς ξαφνιάστηκα γιατί ποτέ δεν περίμενα μια τόσο όμορφη κοπέλα να μην έχει γαμηθεί ακόμα. Δεν υπάρχει λόγος όμως να ντρέπεσαι γι’ αυτό. Στο κάτω - κάτω δεν είναι κάτι που δε διορθώνεται…»
Πήρε το πρόσωπό μου στα χέρια της κι άρχισε να με φιλάει παντού. Σιγά - σιγά η αμηχανία μου υποχώρησε και κάθε αναστολή εξαφανίστηκε. Αφέθηκα ολοκληρωτικά στα χέρια της έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στις ικανότητες της. Όση ώρα γέμιζε με φιλιά τα χείλη, τα μάγουλα, το μέτωπο και τα μαλλιά μου, το γόνατό της έτριβε δυνατά το μουνάκι μου. Το κορμί μου άρχισε να τρέμει από ηδονή και την έσφιξα με πάθος πάνω μου.
Γλίστρησε το απίθανο σώμα της προς τα κάτω, αφήνοντας υγρές αυλακιές στο πέρασμα της γλώσσας της στην επιδερμίδα μου. Αυτή τη φορά έγλειψε με μεγαλύτερη ένταση τα μουνόχειλα, την κλειτορίδα και την άκρη της παρθένας τρυπούλας μου. 0 κόλπος μου είχε αρχίσει τις γνωστές του συσπάσεις και έσταζε τα πρώτα του υγρά όταν τραβήχτηκε και σηκώθηκε όρθια.
- «Πού πας; Γιατί με αφήνεις έτσι;», τη ρώτησα παραπονιάρικα.
- «Θα επιστρέψω αμέσως…», είπε. «Μην το κουνήσεις από τη θέση σου, μείνε εκεί ακριβώς που είσαι!»
Εξαφανίστηκε στην κρεβατοκάμαρά της, αλλά γύρισε γρήγορα. Σε λιγότερο από ένα λεπτό. Στο δεξί της χέρι κρατούσε ένα δονητή και τον κουνούσε προς το μέρος μου, χαμογελώντας πονηρά. Κατάλαβα τι είχε στο μυαλό και προετοιμάστηκα κατάλληλα. Μου είχαν πει ότι το ξεπαρθένιασμα πονάει, αλλά είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στη Ρένα.
Με πλησίασε αργά και γονάτισε ξανά ανάμεσα στα σκέλια μου που τα άνοιξα ακόμα περισσότερο, τεντώνοντας τη λεκάνη μου πιο ψηλά. Τότε γέλασε εύθυμα, μου έδωσε συγχαρητήρια για την προνοητικότητα μου και μου είπε να χαλαρώσω και να τ’ αφήσω όλα πάνω της. Έχωσε τον δονητή στο στόμα της κι άρχισε να του παίρνει ένα φανταστικό τσιμπούκι. Το σάλιωσε αρκετά και μετά ξανάγλειψε λίγο το μουνάκι μου.
Όταν με πήραν τα ζουμιά, ακούμπησε το σκληρό όργανο στην άκρη της τρυπούλας και το έσπρωξε αργά στα βάθη του κόλπου μου. Ένιωσα μόνο ένα μικρό τσουξιματάκι. 0 πόνος που μου έλεγαν και που με είχαν τρομοκρατήσει, ήταν μόνο στιγμιαίος. Αισθανόμουν υπέροχα με το πλαστικό καυλί στο μουνάκι μου και η γλυκιά μου η Ρένα άρχισε να με επαινεί και να μου δίνει συμβουλές.
Πως έπρεπε να σπρώχνω τη μέση μου προς τα πάνω κάθε φορά που έμπηγε το δονητή βαθιά μέσα μου, πως ν’ ανοιγοκλείνω τα μουνόχειλα για να τον καταπίνω στα βάθη του κόλπου μου, πως τέλος, να πιέζω τα τοιχώματα του μουνιού μου πάνω στον ψεύτικο πούτσο για να νιώθω μεγαλύτερη ηδονή.
Όταν είδε ότι τα μαθήματά της έπιασαν τόπο, έχωσε το πρόσωπό της ανάμεσα στα κωλομέρια μου και γέμισε φιλιά τα μαγουλάκια μου. Έσυρε τη γλώσσα της στη χαράδρα ανάμεσα τους και ερέθισε τον σφιγκτήρα του κώλου μου. Το μουνάκι μου είχε ανοίξει για τα καλά και κατάπινε το όργανο που κουνούσε με το λατρεμένο της χέρι. Δεν ξέρω τι μ’ έπιασε και άρχισα να παραληρώ. Ούτε που Θυμάμαι τι έλεγα, μόνο ότι την παρακινούσα να με ξεσκίσει. Αν είναι δυνατόν, εγώ η σεμνή και ντροπαλή κοπέλα να λέω τέτοια λόγια!
Τέλος πάντων, ο οργασμός μου ήταν κοντά και η έμπειρη Ρένα το κατάλαβε από το τρέμουλο σε όλο μου το κορμί και κυρίως στα μουνόχειλα μου. Τότε κάρφωσε τη μυτερή της γλώσσα στη στενή μου κωλοτρυπίδα. Ξεφώνισα άγρια όταν ξεπαρθένεψε και την πίσω τρυπούλα μου με την υπέροχη, απίθανη, φανταστική της γλώσσα.
Έχυσα ορμητικά, όπως δεν είχα χύσει ποτέ πριν στις αμέτρητες μαλακίες που έχω τραβήξει μέχρι σήμερα. Οι χυμοί μου πλημμύρισαν τον κόλπο μου και άρχισαν να κυλάνε πάνω στα μουνόχειλα και στα μπουτάκια μου. Η Ρένα τράβηξε τη γλώσσα της από την κωλοτρυπίδα μου, που απέμεινε ν’ ανοιγοκλείνει μόνη της, παραπονεμένη, κι άρπαξε το μουνόχυμα που κυλούσε έξω από την τρυπούλα μου, κουνώντας δυνατά το πλαστικό όργανο όσο πιο βαθιά μπορούσε μέσα μου.
Κατάπινε με μεγάλε γουλιές την κρεμούλα μου και αφού καθάρισε καλά την εξωτερική περιοχή, τράβηξε το δονητή από το ξεσκισμένο μου μουνάκι. Κόλλησε τα χείλη της πάνω του και βύθισε τη γλώσσα της στον κόλπο μου για να τον στραγγίξει από τα υγρά του. Δεν άφησε ούτε μία σταγόνα.
Όταν απόσυρε τη γλώσσα της ήταν τα πάντα στεγνά και καθαρά σαν να μην είχε γίνει ποτέ τίποτα, εκτός από μερικά υπολείμματα σάλιου και εκτός, φυσικά, από το γεγονός ότι δεν ήμουν πια παρθένα. Στη συνέχεια έγλειψε τον δονητή και μου έδωσε κι εμένα να τον γλείψω. Μου άρεσε η γεύση του μουνιού μου και επιπλέον έτσι βρήκε την ευκαιρία να μου δώσει ένα μάθημα σχετικά με το πως γίνεται ένα καλό τσιμπούκι.
Είπε ότι ήμουν η καλύτερη μαθήτρια που είχε ποτέ. Και για να τα αποδείξει, μου ζήτησε να της κάνω γλειφομούνι και δέχτηκα πρόθυμα. Όταν τελείωσα με φίλησε στο στόμα, κατάπιε μια γουλιά από το χύσι της που κυλούσε από τα χείλη μου και είπε ότι ήμουν καταπληκτική. Δεν πίστευε ότι ήταν η πρώτη φορά μου.
Που να με δείτε τώρα λοιπόν, ύστερα από μια ολόκληρη εβδομάδα καθημερινής εξάσκησης, πόσο εξπέρ έχω γίνει…
(Copyright protected OW ref: 8953)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.