Στις 10:30 άρχισα να ετοιμάζομαι.
Άλειψα πρώτα όλο μου το κορμί με αλόη, για να είναι το δέρμα μου λαμπερό και φόρεσα ένα λευκό δαντελένιο στρινγκάκι, κι ένα μακρύ ολόλευκο φόρεμα, ημιδιάφανο, φυσικά χωρίς σουτιέν, που κούμπωνε μπροστά με πολλά κουμπιά, τα περισσότερα από τα οποία αφήνω πάντα ξεκούμπωτα από κάτω μέχρι ψηλά στα πόδια μου. Έβαλα κι ένα ζευγάρι ασημί ψηλοτάκουνα πέδιλα, και με το ανάλογο μακιγιάζ, έγινα αυτό που με λέει ο άνδρας μου, καύλα μουνί! Ένα «μουνί», που όπου κι αν βρισκόταν συγκέντρωνε τα αντρικά βλέμματα θαυμασμού και πόθου. Και πράγματι, έτσι ένιωθα.
Η αγωνία μου ήταν μεγάλη για το τι θα φορούσε η Ρίτα. Βέβαια ήξερα ότι ντυνόταν μάλλον συντηρητικά, αλλά η απόφαση της για ριζικές αλλαγές στη ζωή της, ίσως την είχαν οδηγήσει σε κάποια από τις αναρίθμητες μπουτίκ του νησιού, την ώρα που εμείς ξεκουραζόμασταν.
Ακριβώς στις 11:00 κατεβήκαμε με τον Άλεξ στη ρεσεψιόν. Έκανα μερικά βήματα ανάμεσα σ’ ένα γκρουπ τουριστών και ξαφνικά.. μαρμάρωσα! Βλέπω μια Ρίτα, να φοράει ένα κόκκινο της φωτιάς, ριχτό, πολύ φαρδύ, πολύ κοντό, ημιδιάφανο και αφοδράριστο, φορεματάκι που κρατιόταν μόνο από τον λαιμό της, και κι ένα σουτιέν push up, που αναδείκνυε το υπέροχο στήθος της, αφήνοντας τη μισή της θηλή ακάλυπτη. Ένα ζευγάρι πέδιλα, αρκετά ψηλοτάκουνα, συμπλήρωνε την όλη της εμφάνιση. Ήταν υπέροχη! Πλησίασα και της είπα:
- «Είσαι η Ρίτα;»
- «Ναι Φρύνη μου, εγώ είμαι!», είπε.
- «Η Ρίτα του Γιώργου; Η γυναίκα του ξαδέλφου μου;», επέμεινα.
- «Ναι κούκλα μου, ναι. Κι αυτό που βλέπεις είναι δικό σου δημιούργημα. Κατάφερες και μ’ έκανες γυναίκα και σ’ ευχαριστώ!»
- «Απόψε, γκομενάρα μου όλοι οι άνδρες είναι δικοί σου, ακόμη κι ο δικός μου!», της είπα.
Η Ρίτα έκανε μια στροφή γύρω από τον εαυτό της, αποκαλύπτοντας στιγμιαία τα μακριά της πόδια, μέχρι ψηλά τον υπέροχο κώλο της! Έσκυψα και της έδωσα ένα φιλί στα χείλη της ανοίγοντας τα με τη γλώσσα μου αναζητώντας τη δική της και αδιαφορώντας για τον κόσμο που ήταν γύρω μας. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για την βραδινή μας διασκέδαση.
Μετά από λίγο βρισκόμασταν σ’ έναν υπέροχο χώρο, με δυνατή μουσική, που δεν έπεφτε καρφίτσα από τον πολύ κόσμο. Καθίσαμε, ήπιαμε δυο - τρία ποτάκια και η συζήτηση πήγαινε ολοένα και πιο πολύ στο σεξ. Η Ρίτα είχε φοβερό άγχος και την καταλάβαινα απόλυτα αλλά η δίψα της για αλλαγή στον τρόπο ζωής της, ήταν ακόμα μεγαλύτερη.
Καθόμασταν ο ένας αντικριστά στον άλλον και η Ρίτα δεν έχανε ευκαιρία να σηκώνει το φόρεμα της και να δείχνει σ’ εμένα και τον Άλεξ, αλλά και σε όσους ήταν γύρω μας, τα πόδια της αλλά και να σκύβει μπροστά του και μέσα από το βαθύ ντεκολτέ της να φαίνονται τα υπέροχα μεγάλα στήθη της. Ο Γιώργος φαινόταν πανευτυχής.
Ο δικός μου είχε φανερά ερεθιστεί και τα καθίσματα δεν τον βοηθούσαν καθόλου να το κρύψει. Τόσο σέξι ήταν που ακόμη κι εγώ έψαχνα ευκαιρία να απλώσω το χέρι μου και να αγγίξω τα μπούτια της που ήταν ολόκληρα έξω, αλλά και το μαύρο διάφανο κιλοτάκι της. Αρκετές φορές τόλμησα να της σηκώσω το φόρεμα της και να την χαϊδέψω ψηλά στα μπούτια, πάντα με τον φόβο ότι δεν θα μ’ αφήσει και θα προσπαθήσει να καλύψει με το φόρεμα της τα γυμνά της πόδια.
Εκείνη, σαν μην χόρταινε να τα δείχνει, κράταγε το φόρεμα της ψηλά σηκωμένο ανοίγοντας ελαφρά τα πόδια της έτσι ώστε να φαίνεται το μαύρο της στρινγκάκι. Πραγματικά το απολάμβανε. Το ίδιο κι εγώ, που με μια κίνηση, ξεκούμπωσα τα κουμπάκια του φορέματος μου μέχρι επάνω το μικρό μου κιλοτάκι. Έτσι, και οι δύο πλέον, τα είχαμε κυριολεκτικά πετάξει όλα έξω, προς γενική τέρψη των ανδρών μας!
Σφηνάκια και ποτά ερχόταν συνέχεια και είχα την εντύπωση ότι ήθελε να μεθύσει. Ο Γιώργος με κοίταζε σαν χαζός. Δεν πίστευε σε αυτά που έβλεπε και άκουγε από την γυναίκα του, ενώ το βλέμμα του δεν ξεκολλούσε από τα υπέροχα μπούτια της. Σαν να μην ήταν της γυναίκας του. Έδινε την εντύπωση ότι τα έβλεπε για πρώτη φορά. Με ερέθιζε να τον βλέπω «να παίρνει μάτι», μια τα μπούτια της Ρίτας, και μια τα δικά μου.
Έσκυψε και μου είπε ότι η γυναίκα του απόψε τον έχει καυλώσει, όσο πότε άλλοτε. Και κυρίως γιατί όλοι οι άνδρες, είχαν κολλήσει τα μάτια τους πάνω σ’ εμάς τις δύο. Κι αυτό, του δημιουργούσε έναν προσθετό ερεθισμό. Το να γίνεται δηλαδή η γυναίκα του αντικείμενο πόθου, για πολλούς άνδρες, πράγμα που ήταν μια μόνιμη και διαρκής φαντασίωση του, αλλά που για πρώτη φορά βίωνε στην πραγματικότητα.
Το μεγάλο του ερωτηματικό ήταν, αν θα τον ερέθιζε το ίδιο έντονα και η άλλη μεγάλη του φαντασίωση, που όμως δεν είχε τολμήσει να αποκαλύψει στη γυναίκα του. Κι αυτή, δεν ήταν άλλη από το να τη δει να σπαρταράει από καύλα στην αγκαλιά ενός άλλου άνδρα, έχοντας καρφωμένο στο μουνάκι της το καυλί του.
Ακούγοντας την τελευταία φράση του, μια γλυκιά ανατριχίλα ένιωσα στη ραχοκοκαλιά μου και μια σκέψη σαν αστραπή πέρασε από το μυαλό μου. Μήπως απόψε θα είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε την υπέροχη αυτή γυναίκα, να γαμιέται με τον Άλεξ; Αν γινόταν κάτι τέτοιο, θα μπορούσα κι εγώ να γαμηθώ με τον Γιώργο. Ένα αποθαμένο που έχω εδώ και πολλά χρόνια από την εφηβική μου ηλικία. Την «εποχή της αιώρας».
Εγώ του είπα απλά, ότι απόψε θα το γλεντήσουμε και θα τα κάνουμε όλα. Όσο περνούσε η ώρα η Ρίτα άρχισε να γίνεται όλο και πιο τολμηρή με τον Άλεξ, να τον φιλάει στο λαιμό, δήθεν σαν κάτι να του έλεγε στο αφτί και να βάζει το χέρι της πάνω στο όργανο του. Αυτός είχε κομπλάρει λίγο λόγω της παρουσίας του Γιώργου και δεν έκανε κινήσεις. Κάποια στιγμή του λέω:
- «Αγάπη μου, περνάς καλά. Εγώ όμως βλέπω το μουνάκι της! Φοράει ένα καταπληκτικό μαύρο στρινγκάκι. Μου το δείχνει συνέχεια. Θα τρελαθείς αν το δεις. Βάλε το χέρι σου με τρόπο να το νιώσεις. Χάιδεψε το...»
Ήθελα να τον τρελάνω, να παίξουν στο παιχνίδι μου. Με χαρά είδα ότι έβαλε το χέρι του κάτω από το φορεματάκι της και χάιδευε το μουνάκι της. Αμέσως μετά, έβαλε το δάχτυλο του στο στόμα του και το έγλειψε μισοκλείνοντας τα μάτια του.
- «Μααα… τι κάνεις;», τον ρώτησε ξαφνιασμένη.
- «Γεύομαι το νέκταρ σου καλή μου...», της είπε ο Άλεξ και ξαναβούτηξε το χέρι του στο «μέλι», ανάμεσα στα μπούτια της.
Έβλεπα στο βλέμμα της Ρίτας μια λάμψη μια χαρά και πολύ καύλα. Η ατμόσφαιρα είχε γίνει τρομερά ερεθιστική. Παίζαμε πολύ καυτό παιχνίδι. Ήταν όμως προφανές, ότι άρεσε σε όλους μας. Και πρώτα από όλους σε εκείνη. Ο Γιώργος έσκυψε κάποια στιγμή και της ψιθύρισε:
- «Τρέλανε τον! Τρέλανε μας όλους απόψε. Σου επιτρέπω να κάνεις ότι θέλεις, με όποιον θέλεις. Αυτή τη νύχτα ξέχνα ότι είμαι ο άνδρας σου, ότι είσαι η γυναίκα μου. Μόνο μείνε αυτή που είσαι τώρα, όπως είσαι τώρα. Μην γυρίσεις πίσω στην παλιά τη Ρίτα. Δεν σου αξίζει εκείνη γλυκιά μου».
Τότε εκείνη σηκώθηκε, τράβηξε τον Άλεξ από το χέρι και κατευθύνθηκαν προς την πίστα που ήταν γεμάτη. Χόρευε εκστασιασμένοι, προσπαθώντας με κάθε της κίνηση να αποκαλύπτει όσα έκρυβε το κοντό της φόρεμα, δηλαδή ολόκληρα τα όμορφα πόδια της και το μαύρο στρινγκάκι της. Ο τρόπος που χόρευε έδινε την εντύπωση ότι κάνει έρωτα χωρίς εραστή. Έκανε γρήγορες στροφές γύρω από τον εαυτό της με αποτέλεσμα το φόρεμα της να γίνεται σαν ομπρέλα και να αποκαλύπτει το ωραίο σώμα της από το στήθος και κάτω, ενώ το τραβηγμένο ψηλά στρινγκάκι της έκανε τα μακριά της πόδια να δείχνουν ακόμη μακρύτερα.
Κατέβαζε τα χέρια της στα γόνατα και τα ανέβαζε σιγά - σιγά προς τα πάνω παρασύροντας με τα δάχτυλα της και το φουστάνι της δείχνοντας τα όλα, μα όλα! Νόμιζα ότι ήθελε να βγει μέσα από αυτό το αέρινο ρούχο που φορούσε και να αφεθεί ολόγυμνη στα μάτια και στα χέρια όλων όσων ήταν γύρω της στην πίστα. Κάθε φορά που το φουστάνι της σηκωνόταν μέχρι τη μέση της, ο μεν Γιώργος έβγαζε έναν βαθύ αναστεναγμό, συνοδευόμενο από μεγάλο πόθο και δυο λέξεις:
- «Μουνάρα μου...»
Ο δε Αλέξης αγκάλιαζε με τα χέρια του στο γυμνό κορμί της και χάιδευε τους γλουτούς της. Ήταν φανερό ότι αυτή η καταπληκτική γυναίκα, ήθελε σε μια βραδιά να ζήσει ότι μέχρι σήμερα είχε χάσει, από την μέχρι χθες νοοτροπία της. Ο Γιώργος δίπλα μου έδειχνε να μην πιστεύει τα όσα έβλεπε. Γύρισε μονό και μου είπε:
- «Είναι πανέμορφη. Καταπληκτική! Υπέροχη! Έτσι όπως την ήθελα πάντα. Σαν κι εσένα. Επιτέλους!», κι έβαλε το χέρι του πάνω στα γυμνά μου πόδια.
Τα άνοιξα λίγο και έπιασα το χέρι του και το οδήγησα εκεί.. στο μουνάκι μου. Με την Ρίτα να χορεύει ξέφρενα, αδιάκοπα, πότε με τον Άλεξ, πότε με τον Γιώργο και πότε και με τους δυο μαζί και να κολλάει το ιδρωμένο κορμί της επάνω τους, με τον Γιώργο να δείχνει πανευτυχής, η βραδιά είχε φτάσει σχεδόν στο τέλος της και ήθελα πλέον να δω ποια θα ήταν η συνέχεια.
Στη διαδρομή σκεφτόμουν τι έπρεπε να κάνουμε με τον Άλεξ και τον Γιώργο μόλις φτάναμε στο ξενοδοχείο και σε κάποια στιγμή έβαλα το χέρι μου στον γυμνό ώμο της Ρίτας, που αμέσως αναστέναξε και μου έπιασε σφιχτά το χέρι και το έβαλε ανάμεσα στα μπούτια της, μισοκλείνοντας τα μάτια. Χωρίς να χάσω χρόνο, άρχισα να χαϊδεύω απαλά με το ένα χέρι μου τα πόδια της που τα κρατούσε ανοιχτά, και με το άλλο απαλά το στήθος της που ασφυκτιούσε από την πίεση του σουτιέν.
Η Ρίτα δεν άργησε να ανταποδώσει. Με πλησίασε, έγειρε πάνω μου κι άρχισε να μου γλείφει το αφτί και να τινάζεται κάθε λίγο και λιγάκι. Κανένας μας δεν μιλούσε μέχρι που φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Μπαίνοντας στο ασανσέρ χάσαμε κάθε έλεγχο. Την βάλαμε στη μέση, ο Γιώργος από μπροστά να τη φιλάει και να τρίβεται πάνω της κι εγώ από πίσω να τρίβω το μουνί μου στο κωλαράκι της και να την φιλάω στο λαιμό. Φτάνουμε στο δωμάτιο τους, ο Γιώργος ανοίγει και μπαίνουμε μέσα.
Αρχίζουμε και οι τρεις σαν λυσσασμένοι να την φιλάμε να τη δαγκώνουμε από καύλα και να την γδύνουμε άρον - άρον. Έμεινε με το μαύρο στρινγκάκι και τα ψηλά της πέδιλα. Οι ρώγες από το στήθος της είχαν σκληρύνει πολύ. Αρχίζουμε και γδυνόμαστε κι εμείς. Την ξαπλώνουμε στο κρεβάτι και την βάζουμε στη μέση φιλώντας την παντού, σε όλο το κορμί, ρουφώντας ο καθένας από ένα βυζί. Είχαμε χάσει κάθε έλεγχο.
Ο Γιώργος κατέβηκε προς τα κάτω και με μια κίνηση, της έσκισε το κιλοτάκι κάνοντας την να βγάλει έναν ηδονικό αναστεναγμό... Το τράβηξε και άρχισε να το μυρίζει, να το γλείφει στο σημείο που ερχόταν σ’ επαφή με το υγρό μουνάκι της και να το τρίβει στο πρόσωπο του. Του το πήρα από τα χέρια και άρχισα κι εγώ να μυρίζω το κιλοτάκι της, ανακατεμένο με άρωμα, ιδρώτα και υγρά από το μουνάκι της που είχε ήδη πλημμυρήσει και γυάλιζε στο φως του δωματίου.
Ο Γιώργος μπήκε ανάμεσα στα μπούτια της και άρχισε να γλείφει και να ρουφάει το καλοξυρισμένο πια μουνί της, ανοίγοντας με τα δάχτυλα του τα χείλη. Της έγλειφε το μουνί σαν τρελός, χτυπώντας με την άκρη της γλώσσας του την ερεθισμένη της κλειτορίδα. Η Ρίτα ήταν πια στα ουράνια. Την έβλεπα να τεντώνεται με διάπλατα ανοιγμένα χέρια και πόδια, να του σπρώχνει το κεφάλι πάνω στο μουνί της και να ουρλιάζει. Έπρεπε να εκτονωθούμε όλοι μας γιατί ήμασταν στα απόλυτα όρια.
Η Ρίτα δεν άντεξε άλλο και άρχισε να χύνει μέσα σπασμούς, σε κραυγές και ουρλιαχτά. Πρέπει να την άκουσε όλος ο όροφος. Την αφήσαμε λίγο να ηρεμήσει και μετά ήταν η σειρά της. Έβαλε και τους δυο άνδρες να ξαπλώσουν και άρχισε να τους γλείφει. Μια τον ένα και μια τον άλλο. Βλέπαμε το μουνάκι της μούσκεμα να χύνει ακόμη τα υγρά από τον πρώτο οργασμό της και την παρθένα τρυπίτσα από το κωλαράκι της σκέτο πειρασμό. Ήταν στημένη στα τέσσερα πάνω από τους δυο άνδρες, ενώ ο υπέροχος κώλος της έβλεπε ορθάνοιχτος το ταβάνι.
Δεν άντεξα στον πειρασμό και έσκυψα με λαχτάρα να αγγίξω με τη γλώσσα μου την παρθένα της κωλοτρυπίδα παίρνοντας κι εγώ την ίδια στάση, στα τέσσερα, με τα γόνατα πολύ μακριά το ένα από το άλλο, την αγαπημένη μου στάση, ενώ αισθανόμουν το στρινγκάκι μου να χώνεται ανάμεσα στα μουνόχειλα, λες και ήθελε να μου σκίσει το μουνί. Γύριζα τη γλώσσα μου γύρω από την ροδαλή της τρυπούλα και κάνοντας την μυτερή, προσπαθούσα να την βάλω λίγο μέσα της.
Η Ρίτα εκτός ελέγχου πλέον, εκλιπαρούσε τους δυο άνδρες να την γαμήσουν. Εκείνοι ξαπλωμένοι ανάσκελα είχαν παραδώσει τα υπέροχα καυλιά τους στις διαθέσεις της γλώσσας της, ενώ τα υγρά της ηδονής από το μουνί της έρεαν σ’ όλο της το σώμα κι έσταζαν πλέον στα κορμιά των δυο ανδρών από τις καυλωμένες της ρώγες. Οι γρήγορες αναπνοές της άρχισαν να περιέχουν λέξεις.. λέξεις επιθυμίας.. λέξεις πάθους.. λέξεις ηδονής που κάθε γυναίκα αρθρώνει όταν φτάνει στα όρια της.. όταν η καύλα της ξεπερνά τη λογική.
- «Γαμήστε με! Τώρα! Δεν αντέχω άλλο. Θέλω να γαμηθώ. Γιώργο μου θέλω να γαμιέμαι. Τον θέλω μέσα. Βαθιά. Γαμήστε με. Πάρτε με. Ένα καυλί. Άλεξ θέλω ένα καυλί στο μουνί μου. Ναι, στο μουνί μου. Θέλω γαμήσι. Θέλω να γαμηθώ. Τώρα! Γιώργο μου, θέλω τα χαμένα μου χρόνια πίσω. Τα χρόνια που δεν έζησα. Που δεν γαμήθηκα. Ελάτε. Γαμήστε το παρθένο μου μουνί. Γιώργο. Άλεξ. Δείτε το. Δείτε το καυλωμένο μου μουνί. Να το. Σας το ανοίγω με τα χερια μου. Δεν είναι όμορφο; Γλείψτε το. Σκίστε το! Γαμήστε τοοοο!!! Γαμήστε μεεεεε!!!»
Ήταν φανερό ότι η όμορφη αυτή γυναίκα είχε φτάσει σε ερωτική έκσταση, ίσως για πρώτη φορά στη ζωή της. Σε τέτοιο βαθμό, που ένιωθε παρθένα. Άλλωστε μια γυναίκα που γνώρισε τον έρωτα με τον μοναδικό άνδρα που γνώρισε στη ζωή της και τον παντρεύτηκε, είναι παρθένα.
Πρώτος σηκώθηκε ο Άλεξ και δίνοντας μου ένα φιλί βάζοντας βαθιά τη γλώσσα του στο στόμα μου, με τράβηξε από το χέρι προς το μπαλκόνι. Περπάτησα αργά, νωχελικά, φορώντας τα πέδιλα μου με τα πανύψηλα τακούνια και το καυτό μου στρινγκάκι, κουνώντας προκλητικά τους γοφούς μου ενώ τα στήθη μου ελεύθερα, ανεβοκατέβαιναν σε κάθε μου βήμα. Έτσι όπως έκανα και στο σπίτι μας, όταν ήθελα να τον ξεμυαλίσω.. να τον ερεθίσω.. να γαμηθώ.
Ένιωθα το βλέμμα του Άλεξ να χαϊδεύει τα κωλομάγουλα μου και καυλωμένη όπως ήμουν τα κουνούσα ακόμη περισσότερο σε κάθε μου βήμα. Γύρισα λίγο το βλέμμα μου, και τον είδα να πηγαίνει προς το κρεβάτι, εκεί που ο Γιώργος γαμούσε τη Ρίτα. Βγήκα στο μπαλκόνι και στήθηκα με τα πόδια τεντωμένα και μισάνοιχτα, ακουμπώντας τους αγκώνες μου στο προστατευτικό κάγκελο, σχηματίζοντας έτσι με το σώμα μου ένα Γ.
Στο διπλανό μπαλκόνι ακουγόταν ομιλίες. Αναστέναξα βαθιά και ηδονικά με την ελπίδα ότι θα μ’ ακούσουν και από περιέργεια θα ρίξουν μια ματιά στο δικό μας μπαλκόνι και θα με δουν έτσι στημένη και γυμνή, έτοιμη να γαμηθώ πισωκολλητά. Ααααχ, πόσο ήθελα να με «πάρουν μάτι. Να με δουν να γαμιέμαι. Να τους νιώσω να καυλώνουν μαζί μου. Αυτό με ερέθισε ακόμη περισσότερο. Έκανα τους αναστεναγμούς μου πιο δυνατούς, για να μ’ ακούσουν.
Δυο χέρια άρχισαν να χαϊδεύουν την πλάτη μου κατεβαίνοντας προς τα κάτω. Ρήγισσα. Τα χέρια χάιδευαν τώρα τους γλουτούς μου ενώ ένα σκληρό ζεστό καυλί με άγγιζε ψηλά ανάμεσα στα μπούτια μου κι αμέσως μετά τα μουνόχειλα μου πιέζοντας το μουσκεμένο μου στρινγκάκι που ήταν χαμένο βαθιά χωμένο στο μουνάκι μου. Άνοιξα τα πόδια μου λίγο ακόμη και τέντωσα τη λεκάνη μου όσο μπορούσα. Η αίσθηση από το σκληρό καυλί που εξακολουθούσε να είναι ανάμεσα στα μπούτια μου και στιγμιαία να αγγίζει τα ανοιχτά μου μουνόχειλα ήταν υπέροχη.
Το μουνί μου ήταν πλέον στημένο κι ανοιχτό. Αισθανόμουν τα υγρά της καύλας μου να κυλούν στα μπούτια μου. Πέρασα τους δυο μου αντίχειρες στα πλαϊνά κορδονάκια του στρινγκ, και το κατέβασα στα μπούτια μου, λίγο κάτω από τους γλουτούς μου. Με μικρές αλλά σταθερές κινήσεις της λεκάνης, πίεζα το σκληρό καυλί να μπει μέσα μου. Τραβιόμουν πάλι μπροστά και πάλι πίσω προσπαθώντας αυτή τη φορά να νιώσω το καυτό καυλί να αγγίζει την κωλοτρυπίδα μου. Έμπαινε λίγο αλλά τραβιόμουν πάλι.
Άνοιξα όσο μπορούσα τα πόδια μου.. τόσο, όσο μου το επέτρεπαν τα ψιλά τακούνια. Η στάση αυτή πάντα με καυλώνει αφάνταστα. Το καυλί επέμενε στην πίεση. Με μικρές κινήσεις απέφευγα την διείσδυση. Όμως το ήθελα. Ήθελα να το αγκαλιάσω σφιχτά με το μουνί μου.. να το πνίξω. Κίνησα τη λεκάνη μου λίγο προς τα πίσω και τα μουνόχειλα αγκάλιαζαν το κεφάλι του. Τα καυτά υγρά μου έτρεχαν πλέον χαμηλά, στις γάμπες μου.
Κουνούσα τη λεκάνη μου δεξιά - αριστερά κι εκείνο με χάιδευε ακολουθώντας την κίνηση μου. Για μια στιγμή η επαφή χανόταν, αλλά με μια μικρή κίνηση προς τα πίσω το ένιωθα να πιέζει και πάλι. Δεν ήταν έρωτας, ήταν γλυκιά ηδονή.. ήταν καύλα. Ήθελα να τον πάρω.. να τον πάρω βαθιά, έτσι όπως μ’ αρέσει να τον παίρνω. Να μου ανοίξει όλο το μουνί σαν τριαντάφυλλο.. όπως ήταν τα μουνόχειλα μου. Έσφιγγα δυνατά τα δόντια μου, περιμένοντας.. ανυπομονώντας, πότε επιτέλους θα μου έχωνε το μεγαλόπρεπο καυλί του μέσα μου. Αν και το παιχνίδι βασανιστήριο που παίζαμε ήταν υπέροχο!
Επιτέλους τα ερωτικά παιχνίδια σταμάτησαν. Ήμουνα τόσο πολύ μουσκεμένη που με μια δυνατή κίνηση προς τα πίσω, ο πούτσος του μπήκε βαθιά μέσα στη μουνότρυπα μου, με μια μόνο κίνηση. Τον ένιωσα να χτυπάει τον τράχηλο της μήτρας μου. Χοντρός και σκληρός με γέμισε τελείως και οι μυς του μουνιού μου σφίχτηκαν γύρω από το μήκος του. Τον έσφιγγαν δυνατά σαν να ήθελαν να τον πνίξουν. Και χαλάρωναν… Και τον ξαναέσφιγγαν πάλι.
Άρχισε να ακολουθεί έναν σταθερό ρυθμό, τρίβοντας κάθε φορά την κλειτορίδα μου με την ρίζα του πούτσου του. Με κάθε σπρωξιά κύματα ηδονικής έκστασης με πλημμύριζαν, κάνοντάς με να βογκάω με το πρόσωπό μου να κρέμεται έξω από το κάγκελο, στο κενό, βλέποντας πολλούς από τους ενοίκους του ξενοδοχείου να πίνουν το ποτό τους γύρω από την μεγάλη πισίνα κι εγώ γαμιόμουν.. έτσι όπως μου άρεσε.. στημένη όρθια.. πισωκολλητά. Φανταζόμουν ότι όλοι αυτοί με έβλεπαν να γαμιέμαι έτσι στημένη... Άλλοι κρυφά, άλλοι φανερά. Οι πιο τολμηροί, να ανυπομονούν να βρεθούν μέσα μου. Μου φαινόταν ότι θα λιποθυμούσα από την απέραντη ηδονή.
- «Για τ' όνομα του Θεού! Μπες μέσα μου! Γάμησε με και μην αποτραβηχτείς. Σβήσε μου τη φωτιά που έχεις ανάψει μέσα μου!», τον παρακάλεσα, με το στόμα μου να δαγκώνει το ένα μου δάχτυλο που ήταν χωμένο μέσα και το κεφάλι μου να κουνιέται πέρα - δώθε στο κενό.
Με γαμούσε για πολλή ώρα, που εμένα μου φάνηκε σαν αιώνας ατελείωτος. Με γαμούσε τόσο δυνατά, που τα μεγάλα στήθη μου είχαν κρεμαστεί κι αυτά έξω από το κάγκελο, συνοδεύοντας τα βογκητά μου. Μετά ο ρυθμός του έγινε πιο σιγανός. Με γάμησε για λίγο ακόμη, με πολύ αργές, πολύ δυνατές κινήσεις και μετά επιτάχυνε και πάλι, μέχρι που γέμισε το μουνί μου με το πλούσιο σπέρμα του.
Σήκωσα με κόπο το κορμί μου, και γύρισα να γλείψω το υπέροχο καυλί του που ακόμη έσταζε και με έκπληξη αλλά και χαρά διαπίστωσα ότι αυτός που τόση ώρα με γαμούσε δεν ήταν ο άνδρας μου, αλλά ο Γιώργος! Γύρισα να κοιτάξω μέσα στο δωμάτιο και τότε έπαθα την πλάκα μου. Ο Άλεξ, ο άνδρας μου, γαμούσε στο κρεβάτι, στημένη στα τέσσερα τη Ρίτα! Είχε ένα υπέροχο στήσιμο, με τη μέση της χαμηλά, την λεκάνη της πολύ ψηλά, τα γόνατα της σχεδόν στις δυο άκρες του κρεβατιού και τις όμορφες βυζάρες της να πηγαινοέρχονται με κάθε ώθηση του Άλεξ.
Ο Γιώργος φαινόταν ευτυχισμένος! Έβλεπε τη γυναίκα του να γαμιέται! Και γιατί να μην είναι άλλωστε; Μόλις πριν λίγο είχε απολαύσει την αγαπημένη του εξαδέλφη και τώρα απολάμβανε την αγαπημένη του γυναίκα, έτσι όπως το φαντασιωνόταν και επιθυμούσε εδώ και πολύ καιρό. Να την δει να γίνεται επιτέλους μια καυλιάρα γυναίκα, χωρίς ταμπού κι αναστολές. Μια γυναίκα που μέχρι τώρα είχε στερηθεί και είχε στερήσει κι από τον άνδρα της την ηδονή και την χαρά του ελεύθερου έρωτα, έτσι όπως τον μάθαμε και τον βιώνουμε καθημερινά στη Σουηδία.
Η Ρίτα δεν άργησε να γυρίσει ανάσκελα για να δεχθεί το καυτό σπέρμα του Άλεξ πάνω στα δυο της στήθη με τις τεράστιες από την καύλα ρώγες. Με τις παλάμες της το άπλωσε σ’ όλο της το κορμί με τα μάτια κλειστά και το στόμα μισάνοιχτο από την μεγάλη ηδονή. Έβγαλε τη γλώσσα της και έγλειψε το σπέρμα που είχε απομείνει στις παλάμες της. Έμεινε ακίνητη στο κρεβάτι, με τα χέρια και τα πόδια τεντωμένα και ορθάνοιχτα, μούσκεμα στον ιδρώτα, τελείως εξαντλημένη. Σταγόνες από το σπέρμα του κυλούσαν στα πλάγια των βυζιών της.
Στεκόμασταν στην άκρη του κρεβατιού απολαμβάνοντας το θέαμα του γυμνού κορμιού της στο κρεβάτι. Ο Γιώργος, τελείως άνετος, καθόταν σε μια γωνιά του κρεβατιού και κάπνιζε, χαϊδεύοντας το ένα της πόδι. Η Ρίτα βρήκε επιτέλους το κουράγιο και απευθυνόμενη στον Γιώργο είπε:
- «Με συγχωρείς αγάπη μου, ήταν αδύνατο να αντισταθώ σε τόση καύλα. Άλλωστε νομίζω ότι το ήθελες κι εσύ...»
- «Πίστεψε με αγάπη μου, ήταν η μεγαλύτερη ικανοποίηση που μου έχεις δώσει μέχρι τώρα…», της είπε εκείνος.
Κατάλαβα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή, για να αφήσουμε το υπέροχο αυτό ζευγάρι μόνο του. Φόρεσα το λευκό δαντελένιο κιλοτάκι μου, πήρα τα ρούχα μου στο χέρι, κι αφού γονάτισα με το ένα μου πόδι επάνω στο κρεβάτι, έδωσα ένα ρουφηχτό φιλί στη Ρίτα, που εξακολουθούσε να είναι ξαπλωμένη χαϊδεύοντας απαλά με το ένα της χέρι τα στήθη της και με το άλλο το ανοιχτό ακόμη μουνάκι της. Άνοιξα την πόρτα και κοντοστάθηκα για λίγο ρίχνοντας μια ματιά μήπως είναι κανείς στον διάδρομο. Δεν υπήρχε κανείς, και απογοητευμένη βγήκα στον μεγάλο διάδρομο, έτσι όπως ήμουν γυμνή, μόνο με το στρινγκάκι, και τα ψηλά μου πέδιλα.
Ακριβώς πίσω μου ο Άλεξ, φορώντας μόνο το μποξεράκι του, κρατούσε κι αυτός τα ρούχα του στο χέρι. Περπάτησα τα λίγα μέτρα που μας χώριζαν από την πόρτα του δωματίου μας, πολύ αργά, νωχελικά, λικνίζοντας επιδεικτικά τους γοφούς μου και παρακαλώντας μέσα μου να ανοίξει κάποια πόρτα ή να εμφανιστεί κάποιος ξαφνικά από το ασανσέρ. όταν άκουσα τον άνδρα μου να λέει:
- «Αγάπη, ξέχασα το κλειδί δίπλα στα παιδιά!»
Παραλίγο να με πιάσουν τα γέλια. Ήμασταν κι οι δυο γυμνοί στον τεράστιο διάδρομο του μεγάλου και πολυτελούς ξενοδοχείου χωρίς κλειδί! Ήμουνα όμως πολύ ευτυχισμένη για να του θυμώσω. Χωρίς να του αφήσω κανένα περιθώριο αντίδρασης, έσκυψα με τα πόδια τεντωμένα και τρίβοντας ναζιάρικα τον κώλο μου στο μποξεράκι του, μπροστά, ακούμπησα τα ρούχα μου στο πάτωμα κι έκανα μεταβολή για το δωμάτιο των παιδιών.
Περιμένοντας να μου ανοίξουν, ένιωθα μια γλυκιά ταραχή έτσι όπως ήμουν, γυμνή, και με την ελπίδα ότι κάποιος θα εμφανιστεί ξαφνικά στον διάδρομο. Δυστυχώς, όλα τελείωσαν χωρίς η επιθυμία μου να πραγματοποιηθεί. Παραδοθήκαμε στις αγκάλες του Μορφέα λίγο πριν χαράξει η καινούργια μέρα. Ο ήχος του τηλεφώνου ήταν αυτός που μας ξύπνησε. Στην άλλη άκρη, μια βραχνή, ζεστή φωνή ρώτησε αν θέλουμε να πιούμε καφέ παρέα. Ήταν η Ρίτα.
- «Φυσικά κούκλα μου. Ελάτε!», της απάντησα.
Η ζέστη ήταν υπερβολική, αν και η ώρα ήταν ακόμη 10:30. Το ελληνικό καλοκαίρι σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Τεντώθηκα καλά πάνω στο κρεβάτι και πριν σηκωθώ γύρισα να δώσω ένα φιλί στο στόμα του Άλεξ, που κοιμόταν δίπλα μου ανάσκελα, έτσι, για καλημέρα,. Η πρωινή του στύση όμως ήταν τόσο καλή, που προτίμησα να ξεκινήσω την ημέρα μου, όπως κάνω συχνά, με μια ωραία πίπα.. που όμως δεν πρόλαβα να την χαρώ όσο θα ήθελα, γιατί χτύπησε η πόρτα κι έπρεπε να ανοίξω. Ήταν ο Γιώργος με τη Ρίτα, που συνόδευσαν την καλημέρα τους, δίνοντας μου από ένα ρουφηχτό φιλί στο στόμα.
Μπήκαν και κάθισαν στις δυο μεγάλες πολυθρόνες, που υπήρχαν απέναντι από το κρεβάτι και πήγα στο μπάνιο για ένα πρωινό ντουζάκι. Βγήκα όμως αμέσως, έψαξα μέσα στην τσάντα μου και βρήκα ένα μαύρο, αραχνοΰφαντο πολύ ελαστικό κιλοτάκι. Έβγαλα το μουσκεμένο μου στρινγκάκι και το φόρεσα. Τέλος φόρεσα και ένα κοντό, λευκό κιμονό, δένοντας το σφιχτά στη μέση μου, για να τονίσω τις καμπύλες μου και βγήκα από το μπάνιο.
- «Παραγγέλλατε τους καφέδες;», ρώτησα, μιας και η ώρα ήταν περασμένη και είχαμε χάσει το «πρωινό».
- «Ναι γλυκιά μου...», είπε ο Γιώργος.
- «Λοιπόν; Πώς κοιμηθήκαμε;», ρώτησα κλείνοντας πονηρά το μάτι στη Ρίτα.
- «Έτσι όπως δεν κοιμηθήκαμε ποτέ στα τόσα χρόνια που είμαστε μαζί...», απάντησε εκείνη.
- «Φαίνεται Ρίτα μου, ότι οι διακοπές σας φέτος, περιλαμβάνουν πολλά από όσα δεν κάνατε ποτέ όλα αυτά χρόνια που είσαστε μαζί...», είπα με νόημα.
Ανακάθισα στο κρεβάτι αφήνοντας αδιάφορα το κιμονό μου να ανοίξει, για να μπορούν να με βλέπουν καλύτερα. Τα μεγάλα μου στήθη πάντα ανάβουν όσους τα βλέπουν, κι αυτοί οι δυο βέβαια δεν αποτελούσαν εξαίρεση. Μάλιστα έλυσα και τη ζώνη για να τους προσφέρω ακόμη καλύτερη οπτική επαφή, με το υγρό ακόμη από το ντους κορμί μου.
Τράβηξα το κιλοτάκι μου ψηλά από τα πλαϊνά κορδονάκια, μέχρι τη μέση μου, για να μπει ανάμεσα στα μουνόχειλα μου και να βλέπουν το μουνί μου, που ήταν κι αυτό υγρό ακόμη από το ντους. Ανακάτωσα τα μαλλιά μου και άρχισα να χαϊδεύω τα βυζιά μου για χάρη τους. Τσίμπησα τις ρώγες μου μέχρι που τις έκανα να σταθούν στητές, σε προσοχή.
- «Είσαι απίστευτη γυναίκα...», ψιθύρισε η Ρίτα.
- «Ξέρετε με όλα αυτά που έγιναν χθες το βράδυ και τα σκέφτομαι, έχω ζεσταθεί λίγο…», τους είπα, και συνέχισα: «Μην σταματήσετε αυτό που ξεκινήσατε. Η ζωή είναι έρωτας κι ο έρωτας ζωή!».
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.