Η ιστορία:
Δεν ξέρω ποια είναι η σχέση μας με την ελληνική αστυνομία όμως εμένα μετά το περιστατικό που είχα προ δύο εβδομάδων είναι η καλύτερη. Η ιστορία μου εξελίχθηκε πριν από ένα σαββατοκύριακο όταν έχοντας βγει έξω, ημέρα Παρασκευή, είχα βαρέσει κάνα δυο ποτάκια παραπάνω και ως κλασικός ελληνάρας, πήρα μετά κανονικά και σαν να μην τρέχει τίποτα το αυτοκίνητο μου να πάω σπίτι. Για κακή μου τύχη, τέσσερα τετράγωνα πριν το σπίτι μου πετυχαίνω περιπολικό της αστυνομίας και μου κάνουν σήμα με το φακό, να σταματήσω για αλκοτέστ. «Ωχ ρε πούστη μου!», λέω. «Την βάψαμε!». Σταματάω και βλέπω έναν κλασικό κοιλαρά μπάτσο κι ένα μωρό μαζί του. Τροχαία, άντε γεια λέμε. Ξανθιά, ψηλή, με κωλαράκι στητό και βυζάρες. Μιλάμε δεν ήταν μπατσίνα αυτή, μοντέλο ήταν. Ξαναμμένος όπως ήμουν με τα ποτάκια που μάλλον ήταν μπόμπες, λέω: «Μητσάρα κάτσε φρόνημα μην γίνει μαλακία και τρέχεις!». Έρχεται ο μπάτσος με φακό και μου λέει:
- «Άδεια, ασφάλεια και δίπλωμα!»
- «Γεια σας!», λέω. «Βεβαίως!»
Έκανα το μαλάκα, τι να κάνω;
- «Ορίστε…»
Εντωμεταξύ το μωρό όλο και να κοιτάζει και να λέω: «Μητσάρα αυτή σε μυρίστηκε ότι τα έχεις πιει γιατί κοιτάζει…». Πού να καταλάβω…;
- «Έχετε πιει;» λέει ο μπάτσος.
- «Όχι. Αλλιώς θα οδηγούσα;» λέω εγώ με το ύφος: είμαι το πιο άγιο παιδί του κόσμου.
Το μωρό εκεί… συνεχίζει να κοιτάει από το περιπολικό, σε μια απόσταση πέντε μέτρων κι εγώ από την μία να έχω το φόβο και από την άλλη να καυλώνω με το μωρό. Τέλος πάντων, πάει στο περιπολικό, κάτι σημειώνουν με το μωρό και μου λένε:
- «Εντάξει. Ευχαριστούμε πολύ. Καληνύχτα και οδηγείτε προσεκτικά…»
Παίρνω το όχημα και την κάνω, αλλά πριν φύγω περνάω μέσα από το αυτοκίνητο δίπλα από το περιπολικό και κοιτάζω μέσα και βλέπω την μουνάρα να μου κάνει ματιά. «Μάλλον παραήπια…», σκέφτομαι και φεύγω. Την άλλη μέρα χτυπάει το τηλέφωνο στο σπίτι, το σταθερό μάλιστα και ακούω μια φωνή γυναικεία αλλά πολύ αυστηρή να μου λέει:
- «Γεια σας. Τον Δημήτρη το Κ… θέλουμε».
- «Εγώ είμαι. Ποιος είναι παρακαλώ;» απαντώ.
Και ξαφνικά η φωνή αλλάζει και γίνεται μια φωνή αισθησιακή, παθιάρα, λες και την είχαν βουτήξει σε μέλι.
- «Είσαστε επικίνδυνος κύριε Κ…, το ξέρετε;»
- «Ποιος είναι;» ρωτάω.
- «Από την τροχαία τηλεφωνούμε. Πρέπει να έρθετε να σας πάρουμε μια συμπληρωματική κατάθεση για το χθεσινό περιστατικό».
«Άλλο και τούτο!», σκέφτομαι αλλά μέσα μου είχα και την υποψία… λες να είναι η μουνάρα από χτες;
- «Αμέσως, έρχομαι!» της λέω.
- «Όχι τώρα…», μου λέει η φωνή από το τηλέφωνο μες στην καύλα. «Κατά τις έντεκα (σε μια άσχετη διεύθυνση από εκεί που είναι η τροχαία στην πόλη μου), θα σας περιμένει η αξιωματικός υπηρεσίας. Να σταθείτε στο ύψος τον περιστάσεων…»
Κάνει ένα «αχ…» ίσα που ακούστηκε και μου το κλείνει. Εγώ τρελάθηκα! Λέω τι είναι πάλι αυτό; Ραντεβού σε άσχετη διεύθυνση για κατάθεση; Επειδή όμως ψοφάω για τέτοια κουλά σκηνικά, περίμενα πως και πως για να πάει έντεκα το βράδυ. Κατά τις εννέα και μισή κάνω μπανάκι, ξυρίζομαι και είμαι του κουτιού, έτοιμος. Μόνο για κατάθεση σε τμήμα δεν πήγαινα έτσι ντυμένος! Δέκα και μισή παίρνω το αυτοκίνητο και πάω στη διεύθυνση που μου είχε πει η φωνή στο τηλέφωνο, σίγουρος ότι είναι η μπατσίνα από χτες. Φτάνω σε μια μονοκατοικία έξω από την πόλη μου απομακρυσμένη και χωρίς φώτα στο δρόμο. Λίγο τρομακτικό το σκηνικό, με κήπο. Όπου ήταν ανοιχτή η εξώπορτα πέρναγες σε έναν κήπο και μετά η πόρτα εισόδου. Τα φώτα μέσα στο σπίτι ανοιχτά και μουσική δυνατή να παίζει κάτι καυλιάρικα κομμάτια, Sade ήταν νομίζω. Χωρίς δεύτερη σκέψη χτυπάω κουδούνι και… «Ότι γίνει, έγινε», λέω από μέσα μου. «Δεν γαμιέται».
- «Ναι;»,ακούγεται από μέσα η ίδια φωνή που άκουσα στο τηλέφωνο, κοφτή και αυστηρή.
- «Ο κύριος Κ… είμαι. Μου είπαν για μια κατάθεση να έρθω!» λέω εγώ δυνατά και σταθερά.
Ανοίγει η πόρτα και αντικρίζω το εξής θέαμα: την χθεσινή μπατσίνα, όπως το είχα καταλάβει ότι θα ήταν εκεί, με την στολή εξόδου και με γυαλιά Ray ban να κάθεται στην είσοδο.
- «Μπορεί να είστε επικίνδυνος κύριε Κ…»,μου λέει με την ίδια μελένια φωνή όπως στο τηλέφωνο. «Αλλά είσαστε τυπικός τουλάχιστον…»
- «Πάντα έρχομαι… όταν γυναίκες με καλούν…» λέω.
Περνάω μέσα στο σπίτι, το οποίο ήταν μοντέρνα επιπλωμένο, στα χρώματα του άσπρου με τζάκι και κάτω κόκκινα χαλιά.
- «Θα μου κάνετε σωματικό έλεγχο;» λέω γελώντας σαν τον χαζό.
Και ξαφνικά η τύπισσα με αρπάζει από τα χέρια, με κολλάει με μια κίνηση στον τοίχο, μου ανοίγει τα πόδια και με ακινητοποιεί.
- «Κάνουμε πλάκα με την ελληνική αστυνομία κύριε Κ…;» μου λέει το μωρό και με πασπάτευε με το ελεύθερο χέρι της. «Γυμναζόμαστε κιόλας ε; Τα ποτάκια είναι μέσα στη διατροφή μήπως;»
Και γελούσε σαν την μαλάκω μόνη της. Εγώ δεν ήξερα τι να κάνω, ενώ συνήθως είμαι ετοιμόλογος. Ομολογώ όμως ότι αυτό δεν το περίμενα και είχα λουφάξει κολλημένος στον τοίχο.
- «Για να δούμε… Οπλοφορούμε κύριε Κ…;»
Και μου γραπώνει, λίγο άγαρμπα θα έλεγα, τον πούτσο μου έτσι όπως ήμουν με την μάπα στον τοίχο.
- «Μα εσείς κουβαλάτε ολόκληρο magnum πάνω σας! Έχετε άδεια γι’ αυτό; Πρέπει να δω αν είναι οπλισμένο…»
Και μου περνάει ανάποδα χειροπέδες.
- «Τι κάνεις μωρή μαλάκω;», λέω. «Είσαι καλά; Με πονάς!»
- «Δεν αντιμιλάμε στην ελληνική αστυνομία κύριε Κ…»
Και με γυρνάει να έχω φάτσα το πρόσωπο της. Μόνο τα μάτια της δεν έβλεπα πίσω από τα γυαλιά που καθρέφτιζαν. Παρατήρησα έτσι σε μια στιγμή ότι ήταν έντονα βαμμένη στα χείλια με κραγιόν κόκκινο που έβγαζε μάτι. Βγάζει το καπέλο και λύνει τα ξανθιά βαμμένα μαλλιά της. Παρά τον πόνο μου, ο πούτσος μου από την πρώτη επαφή με το άγαρμπο χούφτωμα και το καυλιάρικο τώρα κραγιόν και τα λυμένα μαλλιά, είχε γίνει κοντάρι αλλά τα χέρια μου ήταν δεμένα και δεν μπορούσα να κάνω κάτι…
- «Α!», λέει. «Όντως οπλισμένο είναι. Κοίτα πως μεγάλωσε…!»
Διαγράφονταν έντονα πάνω από το τζιν, αφού φόραγα στενό για να φαίνονται τα προσόντα μου.
- «Πρέπει να το εξετάσω προσεκτικότερα…»
Και με μια κίνηση μου κατεβάζει το τζιν και το εσώρουχο και βλέπω το καυλί μου και τα αρχίδια μου να καθρεφτίζονται στα γυαλιά της, ένα εκατοστό πριν το βαμμένο κόκκινο στόμα της.
- «Μα κύριε Κ…, εσείς έχετε ολόκληρο μπαζούκα πάνω σας και μάλιστα έτοιμο να εκραγεί! Είστε όντως δημόσιος κίνδυνος. Νούμερο ένα!»
- «Λύσε με και θα σε γαμήσω για τα καλά!»,της λέω.
- «Σκασμός! Δεν μιλάνε έτσι σε δημόσιο όργανο κύριε Κ…»
Και με σπρώχνει να ακουμπάει η πλάτη μου στον τοίχο πίσω, μου και πιάνει με το ένα χέρι τα αρχίδια μου και με το άλλο την βάση από το καυλί, μου ανοίγει το στόμα της και παίρνει το καυλί μου βαθιά μέσα μέχρι το φάρυγγα της. Εγώ ανήμπορος να κάνω την παραμικρή κίνηση, απολάμβανα τα χειλάκια της να ανεβοκατεβαίνουν πάνω στην πουτσάρα μου και να της αφήνουν κόκκινα σημάδια απ’ το κραγιόν.
- «Γλείφε μωρή πουτάνα μπατσίνα!», της λέω. «Γαμώ τους μπάτσους μου μέσα!»
Αυτή σταματάει την πίπα ενώ είχαν αρχίσει να βγαίνουν τα πρώτα υγρά, μου σφίγγει την βάση από την βάλανο και το καυλί μου μένει όρθιο στητό, αλλά μην μπορώντας να χύσει άλλο…
- «Τώρα θα δεις κωλόπαιδο!», μου λέει. «Σου είπα να μην βρίζεις!»
Και κατεβάζει το υπηρεσιακό παντελόνι της και το μαύρο κιλοτάκι όπου βλέπω ένα ροζ όλο ξυρισμένο μουνάκι, αλλά όχι και το πουκάμισο που φόραγε, ούτε τα τακούνια που την έκαναν να με περνάει πέντε πόντους, εγώ φανταστείτε ότι είμαι 1.89. Με ξανασπρώχνει στον τοίχο και έρχεται και εφαρμόζει το μουνί της πάνω στην πούτσα μου. Έτσι όπως ήμουν ακίνητος με τις χειροπέδες πίσω, το βάζει μέσα της και αρχίζει να χτυπιέται μπρος πίσω κι εγώ να βρίσκω στον τοίχο. Το μουνάκι της ήταν στενό και υγρό πολύ… φαίνεται το σκεφτόταν κι αυτή όλη την ημέρα, αλλά η πλάτη μου με πόναγε γιατί αυτή πραγματικά καρφωνόταν με δύναμη πάνω μου. Η καύλα με είχε παρασύρει και ξέχασα τον πόνο της πλάτης και προσπαθούσα να κρατήσω κόντρα για να την πατώνω την πουτάνα… και πραγματικά τα κατάφερα. Κάρφωνα το καυλί μου μέσα στον πάτο του ξυρισμένου μουνιού της. Αυτή πιο τρελαμένη από μένα, έλεγε:
- «Πήδα με μωρή πούτσα! Γάμα με. Γάμα με. Σκίσε με τη γαμιόλα!»
Εγώ πλέον, αφού κατάλαβα ότι είχε παραδοθεί, της έλεγα:
- «Είσαι πουτάνα, γαμημένη μπατσίνα! Γαμημένη κωλομπατσίνα!»
Μετά από κανένα εικοσάλεπτο έντονου γαμησιού, ένιωθα τα χύσια να ανεβαίνουν με φόρα προς τα πάνω, έτοιμα να παταχτούν. Αυτή μην καταλαβαίνοντας ακόμα, πήγαινε μπρος πίσω παίρνοντας όλο το καυλί μου μέσα στην τρύπα της, που τώρα έκαιγε.
- «Θα χύσω μωρή γαμιόλα!» της λέω. «Θα χύσω. Ξεκόλλα από πάνω μου!»
Αυτή ξεβεντουζώνει και τρώει τα χύσια στη πλάτη ανάμεσα στην κωλοχωρίστρα και το υπηρεσιακό πουκάμισο της.
- «Πάρ’ τα μωρή γαμιόλα!» λέω. «Πάρ’ τα! Σας γάμησα το σώμα!»
Αυτή γυρνάει όλο χαμογέλιο, βγάζει τα γυαλιά της και μου δίνει ένα γλωσσόφιλο που μόνο τις αμυγδαλές δεν μου εξέτασε.
- «Μπράβο πουτσαρά!» μου λέει. «Γι’ αυτό γαμιέμαι με ρεμάλια σαν κι εσένα γιατί ξέρετε τι θέλουν οι πουτάνες σαν εμένα…»
Στη συνέχεια με έλυσε και μου είπε ότι συχνά κάνει τέτοιες αρπαχτές από τη δουλειά, άμα δει κανένα καλό κομμάτι αλλά ότι είναι καθαρή και κάνει εξετάσεις συνέχεια. Επίσης ότι είναι η γυναίκα του διοικητή αλλά είναι μπούλης και κοιλαράς και δεν την γαμάει καθόλου.
Στη σκέψη ότι γάμησα την γυναίκα του διοικητή, ο πούτσος μου, παρόλο που ήταν χορτάτος, άρχισε να σκιρτάει πάλι. Η μπατσίνα το κατάλαβε με την εμπειρία της, αλλά πρόλαβα και της είπα:
- «Αυτή τη φορά όχι χειροπέδες. Θα σε καταγγείλω για police brutality!»
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
(Copyright protected OW ref: 8522)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.