Μετά από πολλή σκέψη αποφάσισα να σας γράψω και την δικιά μου ιστορία που πραγματοποιείται τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Είμαι εικοσιτεσσάρων χρονών και η μάνα μου που ζούμε μαζί είναι σαρανταέξι, ο πατέρας μου δουλεύει σε καράβι ως μηχανικός και έρχεται δυο - τρεις φορές το χρόνο σπίτι.
Όπως σας είπα όλα ξεκίνησαν πριν τέσσερα χρόνια όταν πήρα το κινητό της μάνας μου να δω κάτι και έπεσα στα μηνύματα της. Αυτό που είδα γραμμένο με καύλωσε τρελά. Έγραφε: «Πουτανίτσα μου σε έχω κανονίσει για τις οκτώ το βράδυ με τον κύριο Κώστα και την παρέα του, extra περιποίηση».
Αμέσως σκέφτηκα: «Ρε λες να είναι πουτάνα;». Η απορία μου λύθηκε όταν της είπα ότι το απόγευμα θα πήγαινα σε ένα φίλο μου να αράξω και ότι θα κοιμόμουνα εκεί το βράδυ. Ήταν από τις λίγες φορές που μου είπε αμέσως εντάξει και μου έδωσε και λεφτά από πάνω.
Η μάνα μου είναι 1.68 καστανόξανθη με ωραία χαρακτηριστικά, έχει βυζάρες Νο 4 σουτιέν, κωλάρα στητή για την ηλικία της όλο γυμναστήρια και τέτοια και μετά από πολλές φορές που την πήρα μάτι, ξυρισμένο μουνάκι. Όπως θα καταλάβατε εγώ ποτέ δεν πήγα στο φίλο μου έκανα μια βόλτα και γύρισα σπίτι κατά τις έξι και κάτι το απόγευμα είχε φύγει η πουτάνα σκέφτηκα και ανέβηκα στο δωμάτιο μου (μεζονέτα) μετά από λίγο ακούω τη μάνα μου να μπαίνει μέσα στο σπίτι με το κολλητό του πατέρα μου το Θανάση και να της λέει να του φτιάξει καφέ, εγώ δεν κατέβηκα κάτω να με δουν. Κάθισαν στο καναπέ στο σαλόνι και συζητάγανε στην αρχή για διάφορα θέματα, αλλά μετά από λίγο έγινε το καλό.
- «Δε μου λες ρε Θανάση, πόσοι είναι αυτοί που θα έρθουν;»
- «Ο Κώστας είναι μωρέ και θα έρθει με δυο φίλους του. Σε πειράζει;»
- «Καθόλου! Ίσα-ίσα που έχω πολύ όρεξη για ξέσκισμα απόψε».
- «Έ τότε προλαβαίνεις να με τσιμπουκώσεις γαμιόλα μου ε;
- «Μμμμμμμ…. Έλα, βγάλτον έξω μέχρι να ετοιμαστώ».
Και σηκώνεται και έρχεται στο δωμάτιο της. Εγώ ίσα ίσα που πρόλαβα να κρυφτώ στο δωμάτιό μου. Τη βλέπω να μπαίνει μέσα και να βγαίνει μετά από λίγο ντυμένη σαν πουτάνα. Κόκκινο στρινγκ, κόκκινες ζαρτιέρες, μαύρες γόβες και ένα baby doll κόκκινο. σκέτη καύλααααααα.. Άκουσα τα τακούνια να κατεβαίνουν στη σκάλα και ξαναπήρα θέση.
- «Είσαι καύλα μωρή γαμιόλα!» της είπε ο Θανάσης.
- «Σου αρέσω γαμιόλη μου;»
- «Θα ξετρελαθούν μόλις έρθουν θα σε ξεπατώσουν πουτάνα μου».
Χωρίς να πει τίποτα του πιάνει το καυλί και αφού το παίζει λίγο, σκύβει και τον παίρνει στο στόμα κάνοντας τον να μουγκρίζει σα ζώο από την καύλα. Της έπιασε το κεφάλι και της γαμούσε με δύναμη το στόμα και την έβριζε:
- «Πουτάνα, σκύλα, τσιμπουκλού! Θα σε χύσω στο στόμα μωρή γαμημένη! Μμμμμμμμμμ…. τι στόμα είναι αυτό!»
- «Ναι ρε καύλα μου, χύσε με όπου θες!» απάνταγε η μάνα μου.
Εγώ επάνω να έχω σκυλοκαυλώσει και να το παίζω σαν τρελός. Σε μια φάση φωνάζει αυτός:
- «Χύνωωωωωωωω!!!» και της πιάνει τα μαλλιά και της καρφώνω το καυλί του στο στόμα της μέχρι το λαρύγγι.
Η μάνα μου τα κατέβασε όλα κάτω, του γυάλισε την πούτσα και μετά φιλιόντουσαν. Τότε χτυπάει η πόρτα και της λέει:
- «Περίμενε να φύγω εγώ...» και φεύγει από την πίσω πόρτα στα γρήγορα.
Εγώ είχα χύσει και είχα ξανακαυλώσει αμέσως.
- «Καλησπέρα Κώστα! Βλέπω έφερες και παρέα…»
- «Καλησπέρα Τζένη! Βλέπω σήμερα είσαι μες στην καύλα μωρό μου!»
- «Να… τα παιδιά είναι που έχω στη δουλειά μου και είπα να τους πάω να γαμήσουν γιατί με είχαν φάει να τους πάω σε καμιά πουτάνα».
Εμένα αυτά τα λόγια με έκαναν και ξαναέχυσα σαν τρελός.
- «Δε θα με συστήσεις;» λέει η μάνα μου.
- «Ναι ναι! Από εδώ ο Αλφρέντο (εικοσιεννιά χρονών, αλβανός. Ωραίο παιδί ήταν!) και ο Έρικ» (και αυτός Αλβανός, εικοσιέξι περίπου χρονών).
Αφού χαιρετιούνται, αυτοί δε μίλαγαν καθόλου. Κάθισαν στο σαλόνι όλοι μαζί και τους λέει ο Κώστας:
- «Άντε ρε μαλάκες, πουτάνα δε θέλατε; Τι κάθεστε σαν τους μαλάκες έτσι! Ξεσκίστε τη!»
Τότε λέει η μάνα μου που την κοίταγαν σα μαλάκες οι δυο τους:
- «Ας τους ρε Κώστα, αν δε θέλουν τι να κάνουμε;»
Και πιάνει στον ένα την πούτσα πάνω από το παντελόνι. Τι ήταν να το κάνει αυτό; Πετάγονται σαν αγρίμια και της λένε σε σπαστά ελληνικά:
- «Μωρή βρώμα, θα σε γκαμίσουν αλβανικά καμπλιά γκαμιόλα!» και της δίνει ένα σκαμπίλι ο ένας.
Γδύνονται αμέσως ενώ ο Κώστας είχε κάτσει στη πολυθρόνα και έπινε ποτό και χάιδευε την πούτσα του. Την πιάνει από τα μαλλιά ο ένας και την αρχίζει στα γλωσσόφιλα ενώ ο άλλος της είχε κατεβάσει τις τιράντες και της έγλυφε τα βυζόμπαλα και της έβαζε δάχτυλο στο μουνί. Η μάνα μου είχε αρχίσει να καυλώνει γιατί έλεγε:
- «Ναι ρε γαμιάδες, σκίστε με! Το έχω ανάγκη. Θέλω πούτσα τώραααα!!!»
Έπεσε στα γόνατα και άρχισε να τους τσιμπουκώνει και τους δυο μαζί. Ο Κώστας από την άλλη της έλεγε:
- «Βάλε μωρή και τα δυο καυλιά μέσα στο γαμόστομά σου να δεις χωράνε;»
Και γέλαγε ενώ η μάνα μου το έκανε με μεγάλη ευκολία αυτό. Οι αλβανοί μούγκριζαν και έλεγαν κάτι στα αλβανικά και την έφτυσαν στα μούτρα και λέει ο Κώστας:
- «Άντε, σκίστε την! Θα χύσω».
Τότε τη γυρνάνε και κάθεται ο Αλφρέντο κάτω και τη βάζει να κάτσει επάνω στη πούτσα του και ο άλλος της τον έδινε στο στόμα.
«Αααααχ! Έτσι, γέμισε τη μούνα μου με πούτσα αγόρι μου!» φώναζε η μάνα μου και ο άλλος έλεγε:
- «Θα χορτάσεις σήμερα γκαμιόλα!»
Τραβιέται ο Έρικ από το στόμα της και πάει από πίσω της και της βάζει δάχτυλο στη κωλοτρυπίδα της και της λέει:
- «Θα σε πάρουμε παρτούζα βρώμα!»
Η μάνα μου χόρευε στη πούτσα του Αλφρέντο επάνω ενώ ο άλλος της πιάνει τη μέση και τη σταματάει και της χώνει το καυλί του κι αυτός στη αρχή μέσα στο μουνί. Ένα δυνατό «Αααχχχχχχ!» βγήκε από το στόμα της και έβριζε:
- «Ρε μαλάκες! Θα μου το ξεσκίσετε το μουνί μου. Βγες, τώρα!»
Και της λέει ο Κώστας:
- «Όχι έτσι, πρέπει να σε ξεκωλιάσουν σα πουτάνα!» και γέλαγε.
Αφού τη γαμούσαν έτσι για κανένα πεντάλεπτο, βγαίνει ο ένας και της τον δίνει στο στόμα να το καθαρίσει και μετά της τον καρφώνει στο κώλο με τη μία. Άλλο ένα: «Ααααααααααααα!» ακούστηκε σε όλη τη γειτονιά σίγουρα. Εγώ να ετοιμάζομαι να χύσω για τρίτη φορά σε τρεις ώρες μέσα.
- «Χύνω μωρή γαμιόλα!» φώναξε ο Αλφρέντο. «Σε χύνω στη μουνάρα σου να σε γκαστρώσω να κάνεις αλβανόπουλα πουτανοελληνίδα!»
Της είπε και τη κράτησε από τη μέση ενώ ο Έρικ της έχυνε και αυτός στον κώλο μέσα σχεδόν ταυτόχρονα. Αφού βγήκαν και οι δύο από μουνί και κώλο, της έδωσαν τα καυλιά στο στόμα να τα καθαρίσει καλά-καλά και κάτσανε στον καναπέ ενώ ο Κώστας δεν είχε σταματήσει να την παίζει και τη φωνάζει να πάει εκεί να τον κάνει να χύσει κι αυτός. Η μάνα μου σαν πουτάνα πάει και αρχίζει να τον τσιμπουκώνει να του ρουφάει τα αρχίδια (οι αλβανοί είχαν βγάλει τα κινητά του και την τράβαγαν βίντεο), και να του τον παίζει.
Δεν άργησε να τελειώσει κι αυτός στα μούτρα της όπως κι εγώ είχα που λιώσει στη μαλακία. Κάθισαν μετά όλοι στους καναπέδες και ήπιαν ποτάκι και ετοιμάστηκαν να φύγουν. Ο Κώστας ρώτησε τα παιδιά αν ευχαριστήθηκαν και η απάντηση ήταν πολύ καύλα και ότι θα ξαναέρθουν με παρέα αφού έδειχναν και το βιντεάκι σε φίλους τους. Ο Κώστας βγάζει λεφτά και τα πετάει επάνω στο τραπέζι και αφού της δίνει ένα φιλί στο στόμα, φεύγουν όλοι μαζί με την υπόσχεση ότι θα ξαναέρθουν και πάλι. Η μάνα μου αφού έκλεισε η πόρτα μάζεψε τα ποτήρια και πήγε για μπάνιο.
Από εκείνη τη μέρα έχω τρελαθεί στο μάτι. Κάποια στιγμή θα σας ξαναγράψω κι άλλες ιστορίες με διάφορους τύπους που έχω δει να μου ξεσκίζουν τη μάνα. Εγώ έχω τρελαθεί στη μαλακία και δεν με ενοχλεί που τα κάνει αυτά, ίσα-ίσα με καυλώνει και την παίζω στα στρινγκ της και τέτοια.
Ελπίζω να σας άρεσε, τα ξαναλέμε…
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.