Ο βιαστικός οδηγός πέρασε κοντά της σηκώνοντας ένα σιντριβάνι λασπόνερου που την περιέλουσε και εξαφανίσθηκε. Έκανε ένα βήμα πίσω και σωριάστηκε στο πεζοδρόμιο.. ζαλίστηκε.
Ένιωσε χέρια να προσπαθούν να τη σηκώσουν. Σχεδόν αφέθηκε αλλά μετά στηρίχθηκε επάνω τους και τρικλίζοντας στάθηκε όρθια. Ένας άνδρας ακαθορίστου ηλικίας, τυλιγμένος σε αδιάβροχο την ρώταγε πως αισθάνεται και αν θέλει να την πάει πουθενά..
Έγνεψε «Ναι», ίσα που μπορούσε. Κάτι έσταζε από τα μαλλιά της… ένα κομμάτι λάσπη. Αχχ! Τι φρίκη. Την έπιασε αγκαζέ και την οδήγησε προς το κοντινότερο πάρκινγκ. Μπήκαν σε ένα λευκό αυτοκίνητο και ξεκίνησαν.
Τα μάτια της έτσουζαν φρικτά. Έψαξε για ένα χαρτομάντιλο. Τα σκούπισε αλλά πάλι τα ίδια. Δάκρυζαν συνέχεια, έτσι δεν μπόρεσε άμεσα να δει που πήγαινε το αυτοκίνητο μέχρις ότου η σιδερένια γκαραζόπορτα έκλεισε πίσω τους.
Όχι δεν την πήγαινε σπίτι της ή σε ένα Ιατρικό Κέντρο. Γύρισε κάτι να πει αλλά ξαφνικά όλα βυθίστηκαν στο σκοτάδι. Η πόρτα του αυτοκινήτου άνοιξε και την βοήθησε να βγει. Τα γυμνά της πόδια πάτησαν σε παγωμένο τσιμέντο, ανέβηκαν κρύες σκάλες και έφθασαν πάνω σε χαλί ή μοκέτα.
Έτρεμε ολόκληρη. Τα χέρια της έβγαλαν τα ρούχα όλα, το αδιάβροχο, το ταγέρ της, πουκάμισο, μαντίλι, σουτιέν, καλσόν, σλιπάκι. Μια ζεστή πετσέτα την τύλιξε και την σήκωσαν αγκαλιά.
Ένα αχόρταγο στόμα κόλλησε στο δικό της, ανοίγοντας τα χείλια της και ρουφώντας.. το είναι της. Παρόλο που δεν ήθελε ανταποκρίθηκε χαλαρώνοντας κάπως.
Βρέθηκε πάνω σε ένα μαλακό στρώμα ενώ η πετσέτα ξεδίπλωνε. Το σκοτάδι βαθύ. Σήκωσε τα χέρια της, της είχαν κλείσει τα μάτια με ένα ύφασμα. Έκανε να το βγάλει..
- «Όχι!», είπε η φωνή.
Και το παράτησε. Καλύτερα έτσι, ανώνυμη και χαλαρή. Τα χέρια την ξανασήκωσαν και μετά την άφησαν μέσα σε μία όαση ζεστού νερού.. Αχ! Τι τύχη! Ένα μπάνιο επιτέλους. Χαλάρωσε ενώ το υδρομασάζ της έγλειφε το ταλαιπωρημένο της κορμί.
Τα χέρια του της έτριβαν τα μπράτσα, τους γλουτούς, το στήθος, το μουνί, μπήκαν και μέσα λίγο, προχώρησαν προς τον πρωκτό και πάλι έξω.. σκέτη απόλαυση, σκέτη ηδονή.. σαν λουλούδι άνοιγε τα πέταλά της στην πρωινή αύρα.. τυλίχθηκε στα χάδια και κοιμήθηκε.
Άκουσε το νερό να φεύγει από τη μπανιέρα..
- «Ε! Που πας; Κάτσε λίγο ακόμη.. κρυώνω».
Όχι, όμως κάτι άλλο υπήρχε. Τη βοήθησε να σηκωθεί όρθια. Η πετσέτα την σκούπισε απαλά. Περπάτησε πάλι πάνω σε παγωμένα πλακάκια, μοκέτες και την κάθισε σε ένα ζεστό στρώμα.. ανάσκελα. Αναρρίγησε.
Κάτι γυαλικά ακούστηκαν και τα χέρια άρχισαν να την αλείφουν με κάτι γλιστερό. Να είναι λάδια…; Μήπως της κάνει και μασάζ…;
Τα μεγάλα ζεστά χέρια την άλειφαν παντού, από το πρόσωπο μέχρι και την κλειτορίδα της, ιδιαίτερα εκεί. Άρχισε να αργοσαλεύει, να τρέμει, να βογκάει. Φώναξε… και συνέχισε να τινάζεται ώσπου έπεσε επάνω της απαιτητικά..
Επιτέλους!
Ο ένας οργασμός διαδεχόταν τον άλλο και τελειωμό δεν είχαν.. πόσο θ’ αντέξει όμως;
- «Μη βιάζεσαι… όλο το weekend, δικό μας είναι!», της είπε.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.