Υπόθεση: Αφήγηση της τελευταίας εμπειρίας του φίλου μας, για τη γνωριμία που έκανε σε δημόσια υπηρεσία.
Η ιστορία:
Η τελευταία μου εμπειρία με μια γυναίκα μεγαλύτερη μου ήταν πριν από τρεις βδομάδες. Τη γνώρισα στον Τειρεσία, στη Μασσαλίας.
Από την αρχή που μπήκα μέσα στην αίθουσα μου κίνησε την προσοχή. Την έκανα γύρω στα τριάντα πέντε. Φορούσε ένα μαύρο στενό χειμωνιάτικο φουστάνι, το οποίο έφτανε μέχρι το γόνατο, από μέσα ένα μαύρο καλσόν, μια μαύρη γόβα στιλέτο, και από πάνω μια καμπαρτίνα. Περιμέναμε μαζί στην ουρά και τυχαία κάθισα στη διπλανή της θέση να περιμένω, και πιάσαμε κουβέντα για το χάλι του Ελληνικού κράτους, τη γραφειοκρατία και τον κόσμο που είναι κατάχρεος στις τράπεζες, τους σύγχρονους και νόμιμους τοκογλύφους.
Κουβέντα στην κουβέντα, και επειδή η ώρα περνούσε άσκοπα, και με τα νούμερα να περνούν με ταχύτητα πιο αργή και από αυτή της χελώνας, είπαμε να κατέβουμε σ ένα μαγαζάκι απέναντι να πιούμε ένα καφεδάκι. Παραγγείλαμε τον καφέ και σιγά, σιγά η γλώσσα του σώματος άρχισε να ρίχνει τα τείχη της αμηχανίας της πρώτης γνωριμίας.
Είπαμε πολλά, πάρα πολλά, και αφού φύγαμε από το ξενέρωτο θέμα «τι δουλειά κάνεις, τι δουλειά κάνω», αρχίσαμε να μιλάμε για τις βραδινές μας πορείες, για τα μαγαζάκια που προτιμάμε για το ποτάκι μας και άλλα τέτοια. Στην πορεία ανακαλύψαμε ότι έχουμε πολλά κοινά στοιχεία. Με ανάλαφρο ρυθμό και ύφος, με ελαφρό φλερτάκι και τυχαία αγγίγματα, συνεχίστηκε ο καφές μέχρι που κάποια στιγμή θυμηθήκαμε ότι είχαμε και έναν Τειρεσία να μας περιμένει. Φύγαμε γρήγορα και ευτυχώς τα νούμερά μας δεν είχαν περάσει οριακά. Αν αργούσαμε ένα δεκάλεπτο ακόμα, θα έπρεπε να φάμε ακόμα ένα πρωινό στο «περίμενε».
Εκείνη τελείωσε πρώτη και έφυγε ενώ εγώ άργησα ακόμα λίγο. Μόλις τελείωσα κι εγώ, άνοιξα την πόρτα να φύγω σκεπτόμενος: «Μα καλά, ένα τηλέφωνο δεν πήρες από την γυναίκα; Πουτάνα ζωή! Γαμώ την τύχη μου! Γαμώ τον Τειρεσία μου!» και άλλα τέτοια. Βγαίνοντας από το κτίριο η τύχη μου χαμογέλασε. Την είδα στη γωνία της Σόλωνος με τη Μασσαλίας να περιμένει ταξί. Ανέβηκα στη μηχανή, φόρεσα κράνος και κινήθηκα προς το μέρος της. Στάθηκα με τη μηχανή πλάι της. Τα έχασε κάπως. Δεν με αναγνώρισε. Σήκωσα το μπροστινό μέρος του κράνους και τη ρώτησα:
«Πού πας;»
«Εσύ είσαι;» χαμογέλασε. «Ευελπίδων και έχω αργήσει.» (Δικηγόρος η κυρία)
«Ανέβα να σε πάω, είναι στο δρόμο μου».
Ουδεμία σχέση βέβαια, γιατί εγώ πήγαινα προς Μαρούσι, αλλά δεν έχανα πια την ευκαιρία.
Στο δρόμο είχε κολλήσει το σώμα της πάνω μου. Με είχε αγκαλιάσει κανονικότατα κι αυτό μου άρεσε απίστευτα. Ανά διαστήματα έκοβα απότομα ταχύτητα για να την κάνω να κολλήσει κι άλλο. Ένιωθα μια απίστευτη θερμότητα από το σώμα της. Πάνω στη μηχανή, με την αίσθηση της απελευθέρωσης να την χτυπά μου έκανε την πρόταση που περίμενα την ευκαιρία να της κάνω εγώ. Να βγούμε για ποτάκι το βράδυ σε ένα μαγαζάκι στου Ψειρή.
Την άφησα στην Ευελπίδων και αφού με ευχαρίστησε χίλιες φορές, ανανεώσαμε το ραντεβού μας για το βράδυ. Περιττό να πω ότι μέχρι το βράδυ, αν και ήμουν πνιγμένος από τη δουλειά, δεν μπορούσα να πάρω το μυαλό μου από αυτό το υπέροχο σώμα και τα παιχνιδιάρικα και παθιάρικα μάτια της. Το βράδυ συναντηθήκαμε στην Ερμού και πήγαμε για ποτάκι στο Κόρτο Μαλτέζε. Ωραίο μαγαζί, ωραία μουσική, δυνατή, καλά ποτάκια στη μπάρα και αρκετός κόσμος. Στην αρχή η κουβέντα κινήθηκε γύρω από δουλειές και τέτοια αλλά πλέον με έντονο τόνο φλερτ και πειράγματα εκατέρωθεν. Η δυνατή μουσική μας έκανε να ερχόμαστε πολύ κοντά για να μιλήσουμε.. Στην ουσία κάθε λέξη λεγόταν κοντά στο αφτί με τα αρώματα να μας ζαλίζουν και να αρχίζουν να μας ταξιδεύουν.
Τα αγγίγματα πια δεν ήταν τυχαία αλλά συνεχή. Τα χέρια μου έμπαιναν συχνά και χάιδευαν τη μέση της ή το λαιμό της και τα δικά της ακουμπούσαν στους ώμους μου. Η γλώσσα του σώματος είχε ήδη πει τι ήθελε, είχε βγάλει τα «θέλω» της πολύ πριν από μας. Μέσα στο σκοτάδι και τον καπνό του μαγαζιού, μου φάνηκε πανέμορφη και έξοχα προκλητική. Το άρωμά της με κρατούσε αιχμάλωτο και δεν άργησα να γυρίσω την κουβέντα σε εντελώς προσωπικά και προκλητικά θέματα. Ήταν θετική και ακολούθησε αυτή μου την πρωτοβουλία χωρίς κανένα ταμπού αλλά όχι ξενέρωτα, με ένα τρόπο που ερέθισε όλες μου τις αισθήσεις.
Ήταν 38 χρονών. Το σώμα της, τέλεια σχηματισμένο, άρχισε να έρχεται πιο κοντά στο δικό μου, όσο η κουβέντα γινόταν πιο προκλητική. Δεν θα πω ψέματα. Είχα καυλώσει και ήμουν σίγουρος για το τι ήθελα από εκείνη το συγκεκριμένο βράδυ. Ένα πλάσμα τόσο ερεθιστικό δε θα μπορούσε παρά να γίνει δικό μου. Καθώς μιλούσαμε με τον τρόπο αυτό, ο ένας στο αφτί του άλλου και με ελάχιστη απόσταση να μας χωρίζει, κάποια στιγμή κόλλησε το σώμα της πάνω στο δικό μου. Φορούσα ένα παντελόνι υφασμάτινο και από μέσα ένα μποξεράκι. Το ένιωσε..
Ο πούτσος μου είχε καυλώσει και στο άγγιγμα του σώματός της πάνω του κόντεψα να χύσω. Το ένιωσε. Έσκασε ένα χαμόγελο πονηρό και χώθηκε μέσα στην αγκαλιά μου, βάζοντας το κεφάλι της στο λαιμό μου. Τα χέρια μου την τύλιξαν και ενστικτωδώς άρχισα να την γλείφω στο πίσω αριστερό μέρος του λαιμού της. Συνέχισα κάτω από το σφτί και προχώρησα προς το πρόσωπό της.
Πρώτα σμίλεψα με τα χείλη μου τις γωνίες του προσώπου της, εκεί που τελειώνει η κάτω γνάθος, και προχωρώντας ένιωθε τα χείλη μου να διανύουν όλο το μήκος από το μάγουλό της μέχρι τα χείλη της. Εκεί στην άκρη από τα χείλη της, στη γωνία που ενώνονται, την έγλειψα απαλά και για αρκετή ώρα. Οι αντιδράσεις της όλη αυτή την ώρα ήταν κάποια μικρά βογκητά που μόνο εγώ μπορούσα να ακούσω και μια ταχυπαλμία που ένιωθα στο στήθος μου από το δικό της. Δεν κινούσε τα χείλη της καθόλου μέχρι εκείνη τη στιγμή. Έδειχνε να δέχεται το χάδι της γλώσσας μου και των χειλιών μου πάνω της σαν να είναι σίγουρη για το που θέλω να φτάσω, σαν να υπέμενε αυτό το γλυκό μαρτύριο, απολαμβάνοντάς το.
Η κίνηση ήταν σχεδόν ταυτόχρονη. Άνοιξε το στόμα της και γλώσσα μου χώθηκε βαθιά μέσα της αγγίζοντας τη δική της. Αυτό ήταν. Ξεκολλήσαμε μετά από πολλή ώρα.. Απροσδιόριστο το πόση ήταν αυτή… ο χρόνος ήταν σαν να είχε σταματήσει. Το φιλί κόπηκε με μια της φράση:
- «Πάμε να φύγουμε από δω».
Πλήρωσα (μ’ αρέσει να την πληρώνω τη γυναίκα που έχω δίπλα μου) και φύγαμε. Μέχρι να φτάσουμε στο αυτοκίνητό μου, που βρισκόταν περίπου εκατό μέτρα από ‘κει κάναμε περίπου μισή ώρα, ίσως και παραπάνω. Προχωρούσαμε χωρίς να προχωράμε. Ένα πάθος ανείπωτο. Στο αυτοκίνητο δεν βγάλαμε άχνα. Μόνο βλέμματα γέμιζαν το χώρο με ερωτική μουσική. Φτάσαμε σπίτι της. Μπήκαμε μέσα με τα στόματά μας ενωμένα. Κλείσαμε την πόρτα πίσω μας και μείναμε να φιλιόμαστε για πολλή ώρα εκεί… Κολλημένοι, με την πλάτη της να ακουμπάει στον τοίχο πίσω από την πόρτα. Τα χέρια μου όργωναν το σώμα της. Η αντρική μου παλάμη την έσφιγγε δυνατά πάνω μου. Είχε ιδανικό σώμα. Ιδανικές αναλογίες.
Της ανέβασα τη φούστα και διαπίστωσα ότι αυτό που τόση ώρα εγώ νόμιζα ότι ήταν καλσόν, τελικά ήταν κάλτσες με σιλικόνη που τελείωναν ψηλά στους γοφούς. Της ανέβασα τη φούστα τελείως και τη σήκωσα ψηλά στην αγκαλιά μου, στον αέρα, ενώ η πλάτη της εξακολουθούσε να είναι κολλημένη στον τοίχο.. Πέρασε έντεχνα τα πόδια της γύρω μου. Με μια μου κίνηση έλυσα τη ζώνη από το παντελόνι μου και μου το κατέβασε εκείνη με τα πόδια της.. Ο πούτσος μου είχε βγει έξω από την εμπρός τρύπα που είχε το μποξεράκι μου και έδειχνε προς το μέρος της.. Την κατέβασα αργά, αργά προς τον πούτσο μου.. Παραμέρισα το κιλοτάκι της και σταθερά την κατέβασα προς τη λύτρωση.
Η διείσδυση ήταν αργή.. Πολύ αργή. Ο κόλπος της ήταν πολύ υγρός. Ένιωθε τον πούτσο μου να μπαίνει μέσα της και να πηγαίνει μέχρι το βάθος απολαμβάνοντας τον κάθε πόντο μέχρι τέλους. Οι κινήσεις μου άρχισαν να γίνονται πιο έντονες. Το ίδιο και η ανάσα της. Κάθε κίνησή μου σήμαινε και ένα νέο χτύπημα στον τοίχο… Και ένα ακόμα δυνατό βογκητό ηδονής ερχόταν από τα βάθη του λαιμού της. Τα χτυπήματα γίνονταν ολοένα και πιο δυνατά.
Το σώμα της ανταποκρινόταν απόλυτα. Τα πόδια της έσφιγγαν όλο και πιο πολύ γύρω μου.. Στα μπούτια μου έτρεχαν τα υγρά της. Το μουνάκι που γαμούσα έχυνε… Ναι. Έχυνε. Γαντζώθηκε πάνω μου σαν να ήθελε να σωθεί από πνιγμό στη θάλασσα. Έχυνε… Ατελείωτα. Τα πόδια της έσφιξαν τόσο στη μέση μου που μου κόπηκε η ανάσα. Η ανάσα της ήταν απροσδιόριστη. Είχε χάσει τελείως τη σταθερότητά της.
Δεν άντεχα άλλο αυτό το μαρτύριο. Το σπέρμα μου περίμενε μανιωδώς τη δίοδο να πεταχτεί έξω. Το μουνί της έκανε σπασμούς πάνω στον πούτσο μου. Δεν άντεξα. Μέσα σε ένα παραλήρημα ήχων, κραυγών και βογκητών. πέταξα όλο μου το σπέρμα μέσα στο μουνί της. Κι άλλοι σπασμοί από τον κόλπο της διαδέχτηκαν τους προηγούμενους. Έχυνα.. Έχυνα.. Έχυνα… Και το μουνί της με τους τέλειους σπασμούς με βοηθούσε να στραγγίξω όλο μου το σπέρμα μέσα της.
Τα γλωσσόφιλα που δεν είχαν σταματήσει ούτε λεπτό, από την αρχή… τώρα πλέον είχαν πάρει μια άλλη μορφή. Το στόμα της είχε τη γεύση του οργασμού της. Τα χείλια της πρησμένα, διπλάσια από την ώρα που πίναμε το ποτάκι στο Κόρτο Μαλτέζε, μου δίνονταν ολοκληρωτικά. Παραλήρημα. Παραλήρημα.. Παραλήρημα.. Δεν την άφησα στιγμή να πατήσει στο πάτωμα. Δεν την άφησα στιγμή από την αγκαλιά μου. Την πήρα όπως ήμασταν και πήγαμε προς τον καναπέ του σαλονιού. Δεν είχα βγει ακόμα από μέσα της.
Το μουνί της έσφιγγε τον πούτσο μου δυνατά και δεν τον άφηνε να πέσει. Κάθισα στον καναπέ με εκείνη πάντα στην αγκαλιά μου. Από πάνω μου Ακούμπησα πίσω στην πλάτη του καναπέ και κείνη ‘’χύθηκε’’ πάνω μου. Μείναμε έτσι, μέχρι που ένιωσα τον πούτσο μου να θέλει να συνεχίσει το παιχνίδι με το πεινασμένο μουνάκι αλλά πιο άγρια πια.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.