Το e-mail μου είναι το:
Ξεκινήσαμε σαν ένα κανονικό ζευγάρι με την κοπελιά μου. Μέχρι που ένα βράδυ με σήκωσε, μου φόρεσε περιλαίμιο, με έδεσε και με γάμησε απ’ τον κώλο με το στραπόν της.
- «Τώρα πια μου ανήκεις!», μου είπε την επόμενη μέρα που πίναμε καφέ στο μπαλκόνι της, «Αποδέξου το».
Το πρόσωπο μου έγινε κατακόκκινο από ντροπή καθώς θυμήθηκα όσα έγιναν το προηγούμενο βράδυ. Το μόνο που μπόρεσα να κάνω ήταν να κουνήσω καταφατικά το κεφάλι μου.
- «Και σου άρεσε, σε είδα. Σαν πουτάνα έκανες!»
Με ταπείνωνε όλο και πιο πολύ…
- «Ο τρόπος που κούναγες τον κώλο σου και παρακαλούσες να σε γαμήσω πιο δυνατά. Και φώναζες σαν ξαναμμένη σκύλα. Πουτάνα!»
Σηκώθηκε όρθια δίπλα στο τραπεζάκι, έβγαλε την παντόφλα της και στάθηκε στο ένα πόδι. Το άλλο χώθηκε ανάμεσα στα πόδια μου. Παραμέρισε τη ρόμπα που φορούσα και ανέβηκε μέχρι πάνω στον πούτσο μου που άρχισε να καυλώνει.
- «Ακόμη τα σκέφτεσαι;» με ρώτησε.
Δεν απάντησα αλλά όντως σκεφτόμουν τι είχε γίνει.
- «Τι σου άρεσε πιο πολύ;» επέμενε ζητώντας λεπτομέρειες.
- «Δεν ξέρω…», απάντησα.
Ντρεπόμουν πολύ να της τα πω πρόσωπο με πρόσωπο.
- «Όλα μου άρεσαν», συνέχισα.
- «Τι σε ταπείνωσε περισσότερο; Έλα, λέγε. Δεν πρόκειται να σε αφήσω, πουτάνα μου».
Πως να της το έλεγα; Ήθελε να ανοίξω ένα μυστικό που είχα καλά κρυμμένο μέσα μου. Κρυμμένο κι από εμένα τον ίδιο. Αλλά ήταν αυτό που ήθελα για χρόνια. Να υπηρετήσω και να υποταχθώ από μια αυταρχική γυναίκα που να με αγαπάει και να την αγαπάω κι εγώ.
- «Ο μικρός σου πούτσος καύλωσε πουτάνα μου. Έλα, λέγε».
Με πίεζε όλο και περισσότερο και με τα λόγια της και με το πόδι της.
- «Περιμένω…» είπε πιο απότομα αυτή τη φορά.
- «Ο τρόπος που με έκανες να σε υπηρετώ και να σε ικετεύω για κάθε τι», απάντησα.
- «Μμμμμμ… πες μου κι άλλα. Αναλυτικά… Αλλά πρώτα πάμε μέσα» μου είπε.
Με πήρε μέσα και με έβαλε πάνω στο τραπεζάκι μπρούμυτα όπως ακριβώς είχε κάνει και το προηγούμενο βράδυ. Κάποια περιοδικά στο πάτωμα έκαναν πιο εύκολη τη θέση για τα γόνατα μου. Πήγε στο δωμάτιο της και γύρισε πάλι με το περιλαίμιο.
- «Γονάτισε και ικέτεψε για το περιλαίμιο!» με διέταξε και το έκανα.
Μετά ικέτεψα και φίλησα το μαστίγιο και στη συνέχεια την ευχαριστούσα που με μαστίγωνε. Στη συνέχεια προσκύνησα τον πλαστικό πούτσο της που είχε δέσει στη μέση της κι αφού τον φίλησα ταπεινά, ικέτεψα να τον τσιμπουκώσω αρχικά και να με γαμήσει στη συνέχεια. Μετά την ικέτευα να με γαμήσει πιο άγρια, πιο δυνατά, πιο βαθιά.
- «Ώστε σου αρέσει να σε ταπεινώνουν;», είπε χαμογελώντας. «Μικρή μου πουτάνα!»
- «Ναι, νομίζω πως ναι», είπα ντροπιασμένος.
- «Πες το! Θέλω να σε ακούσω να το λες. Άσχετα αν ξέρω καλύτερα από σένα τι σου χρειάζεται…» είπε εκείνη.
Ξεπέρασα κάθε ντροπή και κάθε δισταγμό μου και κατάφερα να της πω:
- «Μου αρέσει να με ταπεινώνουν…»
- «Πες μου περισσότερα…» επέμεινε εκείνη. «Αλλά περίμενε ένα λεπτό».
Εγώ στα τέσσερα στο σαλόνι της περίμενα γονατιστός κι εκείνη γύρισε σε λίγο με το φορητό της υπολογιστή και κάθισε δίπλα μου στον καναπέ. Τον άνοιξε κι άρχισε να γράφει.
- «Εμπρός! Ξεκίνα!», με διέταξε.
- «Θέλω να με ταπεινώνεις», είπα και πήρα φόρα. «Να μου κάνεις βρώμικα πράγματα. Να χρησιμοποιείς το στόμα μου, τις ρώγες μου, τον πούτσο μου, τα αρχίδια μου, τον κώλο μου, όπως θέλεις εσύ. Να με ξεφτιλίζεις και να με ταπεινώνεις μπροστά στις φίλες σου σα να είμαι ένα σκουπίδι».
Η λίστα μεγάλωνε συνέχεια. Πήρα φόρα κι έλεγα τις πιο κρυφές μου επιθυμίες, τις πιο κρυφές μου φαντασιώσεις. Δε με είχε απλά υποτάξει και γαμήσει, είχε καταφέρει να ξεκλειδώσει έναν κόσμο πολύ καλά κλειδωμένο μέχρι τότε. Έλεγα πράγματα που δεν είχα πει ποτέ σε κανέναν.
Εκείνη συνέχισε να τα γράφει κι εγώ δεν καταλάβαινα τι τα ήθελε όλα αυτά.
Κάποια στιγμή τελείωσα. Την ικέτεψα να σηκωθώ αλλά πέρασαν τουλάχιστον πέντε λεπτά απόλυτης σιωπής μέχρι να με διατάξει:
- «Σήκω πάνω!»
Το έκανα κι ένιωσα τα γόνατα μου πιασμένα και τα πόδια μου μουδιασμένα.
- «Βγάλε τη ρόμπα σου!», διέταξε το ίδιο απότομα.
«Ώστε ξανάρχιζε το παιχνίδι;» αναρωτήθηκα κι έκανα ότι με διέταξε.
- «Γύρνα! Θέλω να δω τα σημάδια».
Γύρισα να δει της κόκκινες λουριδιές που είχε το μαστίγιο στον κώλο μου. Μάλλον δεν έμεινε ικανοποιημένη γιατί αμέσως με διέταξε:
- «Γονάτισε και στήσε τον κώλο σου πουτάνα!»
Το έκανα. Άρπαξε το μαστίγιο από δίπλα κι άρχισε να μου οργώνει πάλι τον κώλο.
- «Πονάς διεστραμμένο πουστάκι; Λέγε!»
- «Ναι, πονάω» απάντησα αλλά εκείνη μου έριξε μερικές δυνατές ακόμη.
Ένιωθα τον κώλο μου να έχει πάρει φωτιά.
- «Γύρνα να σε δω!» διέταξε.
Γύρισα και είδε τον καυλωμένο πούτσο μου.
- «Πονάς αλλά σου αρέσει βλέπω. Πουτάνα!»
Με άφησε και πήγε πάλι μέσα. Γύρισε κρατώντας κάποια ρούχα.
- «Φόρα αυτά πουτανάκι. Αυτά θα είναι τα καινούρια σου ρούχα από εδώ και πέρα».
Ήταν ένα σουτιέν ένα κιλοτάκι κι ένα κοντό ροζ φορεματάκι της. Τα φόρεσα κι έμεινα με το κεφάλι κάτω να δω τι άλλο με περίμενε. Εκείνη με άφησε εκεί, ντύθηκε και μου είπε:
- «Πάω να κάνω κάποια ψώνια. Εσύ μείνε εδώ να με περιμένεις μέχρι να γυρίσω. Όταν επιστρέψω έχω να σου πω κάποια πράγματα για τη ζωή μας από εδώ και πέρα…»
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.