Προηγούμενο μέρος: Η πουτάνα, μέσα μας (16ο μέρος)
Είχαμε τελειώσει και οι δύο ταυτόχρονα αλλά εκείνη δε με άφηνε. Ήταν κολλημένη πάνω μου και ήμασταν μέσα στην πισίνα. Την άκουγα να κλαίει και ανησύχησα. Μου είχε ξανασυμβεί στο παρελθόν αλλά τα ιδιαίτερα αισθήματα που είχα για εκείνη, με έκαναν να τρομάξω. Μήπως είπα κάτι που δεν έπρεπε; Μήπως την πόνεσα; Δεν ήξερα.
- Γ: Τι συμβαίνει μαμά;
- Ζ: Τίποτα αγόρι μου. Τίποτα. Μη δίνεις σημασία.
- Γ: Δεν γίνεται να μην δώσω σημασία. Εσύ κλαίς...
- Ζ: Κράτα μόνο ότι είναι χαρά και ευτυχία όλο αυτό… μόνο… και τίποτα κακό δεν υπάρχει.
Την κράτησα πάνω μου και ένιωθα την καρδιά της να σφυροκοπάει το στήθος μου και την ανάσα της να με καίει. Ήταν προφανές ότι είχε φτάσει στα όρια της. Σε όρια που ένας άνθρωπος φτάνει μόνο λίγες φορές στη ζωή του. Μείναμε έτσι, αγκαλιασμένοι, για αρκετή ώρα. Δε λέγαμε τίποτα, μόνο κάποια χάδια στο κεφάλι και στα μάγουλα, και κάποια γλυκά απαλά φιλιά που μου έδινε στο πρόσωπο. Ήταν τόσο γλυκιά και τρυφερή, που τίποτα δεν έδειχνε ότι είχαμε τελειώσει με τεράστια ένταση πριν λίγα λεπτά.
Την ένιωθα να χαλαρώνει το κορμί της και τη άφησα ήρεμα να ξεκρεμαστεί από πάνω μου. Κοιταζόμασταν στα μάτια και χαμογελούσαμε. Ήμουν σε μεγάλη αμηχανία. Δεν ήξερα τι να πω και πως να το πω. Τα βλέμματα μας τα έλεγαν όλα. Είδα το μαγιό της να επιπλέει στην πισίνα και το παρατήρησε και εκείνη. Για κάποιο απροσδιόριστο λόγο, μας φάνηκε αστείο και βάλαμε τα γέλια. Την άφησα να χαλαρώσει μέσα στην πισίνα και εγώ βγήκα, ψάχνοντας το boxer μου και το πουκάμισο μου. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, ντρεπόμουν ελαφρώς να κυκλοφορώ γυμνός μπροστά της. Ο τρόπος που γαμηθήκαμε με έκανε να τη σέβομαι ακόμη περισσότερο πλέον. «Ποιος θα κυκλοφορούσε γυμνός μπροστά στη μάνα του;» σκέφτηκα.
Και εκείνη δε γύρισε να με κοιτάξει. Μάλλον ένιωθε το ίδιο με μένα. Έμεινε να κοιτάζει το κενό, γυρισμένη στην απέναντι πλευρά από εκείνη που στεκόμουν εγώ, σα να περίμενε και φύγω για να βγει και εκείνη. Κάπως το διαισθάνθηκα και τη ρώτησα που ήταν η τουαλέτα. Έφυγα από κοντά της και μπήκα στο σπίτι. Για άλλη μία φορά σοκαρίστηκα από τη χλιδή. Πίνακες ζωγραφικής, έπιπλα εκπληκτικής αισθητικής, μεγάλοι χώροι, καταπληκτική διακόσμηση. Διακόσμηση; Ίσως μέσω αυτής γνώρισε η Βάσω το ζεύγος. Όχι μάλλον, ήμουν σίγουρος. Και κάπως έτσι, ίσως, γνώριζε όλη της την πελατεία η θεία. Μπαίνοντας στην τουαλέτα, τη σκεφτόμουν. Τι θα σκεφτόταν άραγε αν με έβλεπε; Ήταν η πρώτη φορά που έκανα κάτι χωρίς την παρουσία της με κάποιον από τον «κύκλο». Ήταν μαζί μου όταν πηδούσα τη Ελένη, δυο φορές, μαζί μου όταν γαμούσα τη Θάλεια, στο δοκιμαστήριο του πολυκαταστήματος, μαζί μου όταν μαζί με τη Ζέτα μου έτριβαν το πούτσο κάτω από το τραπέζι του εστιατορίου. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που δεν ήταν παρούσα. Και αναρωτιόμουν τι θα σκεφτόταν.
Έκανα ένα ντους και βγήκα και πάλι στους κύριους χώρους του σπιτιού. Βρήκα τη Ζέτα να κάθεται στο σαλόνι, με ένα πιάτο τυριών και αλλαντικών, ένα μπουκάλι κρασί και 2 μεγάλα ποτήρια. Είχε φορέσει το φόρεμα και πάλι, αλλά όχι το μαγιό. Είχε σταυρώσει τα πόδια και σέρβιρε κρασί καθώς την πλησίαζα. Την παρατηρούσα και ήταν τόσο χαλαρή και ήρεμη. Χαρούμενη, σχεδόν ευτυχισμένη. Σα να καθόμουν με, μια άλλη version, της μάνας μου. Μιας μάνας μοντέρνας, απελευθερωμένης, χαλαρής και άνετης.
Δε μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Ο χρόνος είχε περάσει από πάνω της, είχε αφήσει τα σημάδια του αλλά, στη δική της περίπτωση, την έκαναν ακόμη πιο γοητευτική. Έδειχνε… και ήταν άλλωστε, μία γυναίκα χορτασμένη και ήξερε τι θέλει. Και ίσως αυτό το χαρακτηριστικό της ήταν που ήρθε τούμπα, όση ώρα ήταν μαζί μου στην πισίνα. Αισθάνθηκε και ένιωσε, ψυχικά και σωματικά, κάτι διαφορετικό από ότι είχε συνηθίσει. Έκατσα δίπλα της και εκείνη, παραδόξως δε με κοίταζε αλλά είχε το βλέμμα της στο ποτήρι της.
- Γ: Να ανησυχήσω;
- Ζ: Το αντίθετο θα σου έλεγα... Να αισθάνεσαι πάρα πολύ καλά με ότι μου έδωσες.
- Γ: Θέλεις να μου πεις κάτι;
- Ζ: Ναι. Αυτό που σου είπα, περί εγκυμοσύνης, μην το πάρεις στα σοβαρά. Μου βγήκε πάνω στη ένταση. Δε μπορώ να μείνω έγκυος. Μην ανησυχείς.
- Γ: Μου πέρασε από το μυαλό, αλλά δεν το πολυσκέφτηκα να σου πω. Νομίζω ότι ξέρεις μέσα σου τι κάνεις και πως να χειρίζεσαι τα πράγματα.
- Ζ: Είσαι τόσο ώριμος για την ηλικία σου. Θα στο έχει πει και η Βάσω φαντάζομαι. Με εκπλήσσεις.
- Γ: Μην μου κάνεις κομπλιμέντα, σε παρακαλώ. Χαίρομαι που τα ακούω όλα αυτά, αλλά αν συνεχίσεις να μου λες τα ίδια που μου λέει και η Βάσω, θα το καβαλήσω το καλάμι!
- Ζ: Ένα δίκιο το έχεις. Τέλος τα κομπλιμέντα, μικρέ. Πάντως μου πήρες όλο το άγχος που είχα. Είχα ενθουσιαστεί με σένα και το περίμενα πως και πως. Δεν περίμενα ότι θα με έκανες να νιώσω αυτό που είχα φανταστεί.
- Γ: Δε σκεφτόμουν. Απλά έχεις την ικανότητα να μου μεταδίδεις αυτά που αισθάνεσαι. Και είναι τόσο όμορφα, που τα θέλω και εγώ, ακριβώς τα ίδια.
- Ζ: Σε νιώθω σα γιό μου. Είναι αλήθεια ότι αν ήσουν γιος μου, θα είχαμε μεγάλα προβλήματα.
- Γ: Εγώ σίγουρα θα είχα «μεγάλα» και το κακό είναι ότι θα τα έβλεπες.
- Ζ: Μην ακούω τέτοια φτηνά αστεία, σε παρακαλώ. Καλός είσαι αλλά μέχρι εκεί. Αν μιλάμε για προσόντα, έχω δει πολύ καλύτερα.
- Γ: Δε διαφωνώ, αλλά...
- Ζ: Αλλά ο τρόπος που το χρησιμοποιείς, είναι καταπληκτικό. Αυτό να κρατήσεις.
- Γ: Ο Αντώνης; Θα έρθει;
- Ζ: Όχι, ο Αντώνης θα μείνει στο κέντρο σήμερα. Αύριο το βράδυ θα είναι εδώ. Ελπίζω να μην έχει αλλάξει κάτι ως προς εσένα.
- Γ: Κοίτα, δεν έχει αλλάξει. Αλλά αυτό που βίωσα και βιώνω με σένα, δεν κολλάει σαν αίσθηση με το να έρθω σε επαφή με τη Αντώνη. Αλλά δεν θα έχω πρόβλημα. Απλά το αίσθημα μαζί σου, είναι κάτι εξωπραγματικό.
- Ζ: Μη βιάζεσαι. Μόλις αρχίσαμε μικρέ. Φοβερό αυτό που συνέβη πριν λίγο, αλλά μου αρέσει και η «βρωμιά». Καταλαβαίνεις;
- Γ: Καταλαβαίνω, αλλά δε μπορώ να σε φανταστώ…
- Ζ: ... ακόμη. Για αυτό σου λέω, μη βιάζεσαι και μην περιορίζεις το μυαλό σου. Άστο ανοικτό!
Ήταν από τις στιγμές, όπως είχα νιώσει και τις προηγούμενες μέρες με τη Ελένη και τη Βάσω, που ένιωθα ότι έχω πολλά ακόμη να μάθω. Πάρα πολλά. Πράγματι, ένιωθα πως η επαφή μου με τη Ζέτα θα ήταν με αυτό το περιεχόμενο. Περισσότερο ψυχικό και πνευματικό σεξ, παρά σαρκικό. Αλλά τι λέω; Με τόσους άντρες που είχαν περάσει από τη ζωή της, όλα αυτά (που δε γνώριζα ακόμη) που είχε κάνει με τον Αντώνη – μέσω της Βάσως – αποκλείεται τα γούστα της να περιορίζονταν σε κάτι τόσο μεμονωμένο. Την κοίταξα με ένα βλέμμα που περιείχε απορία και ηδονή. Ποιος ήξερε τι με περίμενε.
Απολαύσαμε το κρασί μας και η κουβέντα συνεχίστηκε μεταξύ προσωπικής ζωής και «πολύ» προσωπικής ζωής. Ανταλλάξαμε εμπειρίες και άκουσα κάποιες συμβουλές από τη μεριά της, για οπτική πάνω σε κάποια θέματα, που δεν την είχα σκεφτεί. Κρατούσε το ενδιαφέρον ζωντανό και μου έξαπτε τη φαντασία. Τι είχε ζήσει αυτή η γυναίκα; Ένα πράγμα που κράτησα είναι ότι όσες όμορφες γυναίκες λένε ότι δεν είχαν έντονη ζωή, είναι είτε χαζές και δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί κάποιος μαζί τους, είτε έλεγαν ψέματα, για τους δικούς της λόγους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν είναι διεστραμμένες, τουλάχιστον οι περισσότερες. Προσπάθησα να την κάνω να μου πει παρασκήνια άλλων διάσημών, αλλά όπως και η Βάσω, έτσι και η Ζέτα μου είπε ότι όσα λιγότερα ξέρω, τόσο καλύτερα για μένα. Το πιο σημαντικό που είχα ακούσει και το κράτησα για όλη μου τη ζωή ήταν το «κάνε τις φαντασιώσεις σου πραγματικότητα και θα φτάσεις και ένα βήμα πιο κοντά στα όνειρα σου».
Είχε βραδιάσει για τα καλά και είχαμε επανέλθει πλήρως από τη ένταση που μας είχε καταβάλει πριν 2 ώρες. Ήμασταν ήδη στο δεύτερο μπουκάλι όταν άρχισα να την κοιτάζω και να καυλώνω πολύ. Μην επαναλαμβάνομαι, ξέρετε τι εννοώ. Αυτό που συνειδητοποίησα ήταν ότι δεν είχα δει το κορμί της γυμνό. Μου το είχα κρατήσει κρυφό όλες αυτές τις ώρες που ήμασταν μαζί. Και μόνο η σκέψη να τη γδύσω, με φούντωνε. Της χώθηκα τρυφερά και εκείνη ανταποκρίθηκε. Τα φιλιά μας έδιναν και έπαιρναν, αλλά κάθε μου προσπάθεια να τη γδύσω, έπεφτε στο κενό. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, με εμπόδιζε. Χωρίς να πει λέξη, μου χαμογέλασε, αλλά τώρα το πρόσωπο της ήταν πολύ πιο πρόστυχο.
Με έπιασε από το χέρι και ανεβήκαμε στον επάνω όροφο. Συνέχισα να εκπλήσσομαι με το χώρο. Λυτός αλλά αριστοκρατικός. Πάνω υπήρχαν 3 δωμάτια, αλλά το μεγαλύτερο ήταν η κρεβατοκάμαρα τους. Από τη μία πλευρά, υπήρχε μία τζαμαρία που είχε επιφάνεια ίση με όλο τον τοίχο. Με άφησε και πήγε να σηκώσει τα στόρια. Με κάλεσε κοντά της και μου έπιασε το χέρι.
- Z: Σου αρέσει;
- Γ: Υπάρχει μεγαλύτερος χαρακτηρισμός πέραν του «πάρα πολύ»; Αν ναι, τότε αυτή θα ήταν η απάντηση μου
- Z: Δεν σταματάω να τη χορταίνω αυτή τη θέα. Αν ποτέ χωρίσω από τον Αντώνη και αποχωριστώ αυτό το σπίτι, θα είναι ίσως η μεγαλύτερη μου απώλεια.
- Γ: Σε νιώθω…
- Z: Τι άλλο νιώθεις;
- Γ: Ότι είναι η πρώτη φορά που κάτι μου τράβηξε το ενδιαφέρον, τις τελευταίες ώρες, και δεν ήσουν εσύ...
- Z: Μαλαγάνα μου εσύ...
- Γ: Φτάνει...
Γύρισα στο μέρος της και έκανα μία κίνηση να τη φιλήσω. Μου έβαλε το δάχτυλο στο στόμα και με έσπρωξε απειροελάχιστα προς τα πίσω. Το χαμόγελο της έγινε εντελώς σαρδόνιο. Είχε άλλα πράγματα στο μυαλό της, τα οποία δεν είχα καταφέρει να καταλάβω ακόμη. Ήρθε αργά από πίσω μου ενώ με άφησε να χαζεύω τη θέα. Το μυαλό μου όμως, μόνο στη θέα δεν ήταν. Χωρίς να διστάσει καθόλου, μου έβγαλε το πουκάμισο και άρχισε να με χαϊδεύει και να με φιλά στην πλάτη. Τα χέρια της έκαναν κύκλους. Ώμοι, μπράτσα, πλάτη, σπονδυλική στήλη, πλευρά, ώμοι. Τα χείλη της τα ένιωθα στην αρχή απαλά και όσο περνούσε η ώρα, γίνονταν όλο και πιο υγρά. Σε αυτό συνέβαλλε και η γλώσσα. Με ερέθιζε σταδιακά, ώσπου έφτασα στο σημείο να μου σηκωθεί εντελώς. Ανατρίχιαζα και με το ζόρι κρατιόμουν να τη σταματήσω και να την πετάξω στο κρεβάτι. Αλλά ένιωθα ότι δεν ήταν αυτό που ήθελε. Έπρεπε να την αφήσω να το χορτάσει.
Πέρασαν κάποια λεπτά που το μόνο που ακούγονταν ήταν τα φιλιά της και μικρά μουγκρητά καύλας από μένα. Σιγά-σιγά τα χέρια της πέρασαν μπροστά μου και έπαιξε με τις ρώγες μου. Είχε κολλήσει πάνω μου και με χάιδευε με το κορμί της. Δεν τις τράβηξε παρά μόνο πέρασε τα δάχτυλα της από πάνω τους, για να καταλάβει το μέγεθος της καύλας μου χωρίς να δει ή να πιάσει το πούτσο μου. Κάθε πέρασμα από πάνω τους ήταν ένα μικρό σκάλωμα. Αργό αλλά απόλυτα ερεθιστικό. Είχα φτάσει στο σημείο που μου κοβόταν η ανάσα από την ηδονή.
Κατέβηκε στην κοιλιά μου και χωρίς να καθυστερήσει, πέρασε τα δάχτυλα της μέσα από το λάστιχο του boxer. Και μόνο η αίσθηση ότι έφτανε τόσο κοντά στο καβλί μου, με απογείωνε. Και το ήξερε. Σίγουρα θα είχε παίξει αυτό το παιχνίδι πολλές φορές, στο παρελθόν και ήξερε τα αποτελέσματα του. Είχε περάσει τα μισό του μήκους των δαχτύλων της, μέσα από το λάστιχο και είχε φέρει το ένα χέρι πίσω μου. Σαν να πλησίαζε απειλητικά, όλο και πιο κοντά στο αντικείμενο της ηδονής της.
- Z: Πόσο καυλωμένος είσαι, αγόρι μου;
- Γ: Πιάσε τον, για να καταλάβεις.
- Z: Αν ήθελα, θα το είχα κάνει ήδη. Δε θα σε ρωτούσα καν. Οπότε;
- Γ: Με έχεις κάνει πέτρα... μαμά.
- Z: Έτσι μπράβο, καμάρι μου. Τι σκέφτεσαι τώρα;
- Γ: Ότι θέλω να σε πετάξω στο κρεβάτι και να σε πηδήξω πρόστυχα, αλλά συγκρατούμαι.
- Z: Γιατί;
- Γ: Γιατί για να μου συμπεριφέρεσαι έτσι, κάπου το πας.
- Z: Και πολύ καλά το σκέφτεσαι. Αν ήθελα να βγάλω το ζώο από μέσα σου, πίστεψε με θα το είχες καταλάβει. Τώρα θα σου βγάλω το boxer, αλλά μην κάνεις κάποια κίνηση
Δεν απάντησα. Την άφησα να συνεχίσει. Έφερε τα χέρια της από τα πλάγια μου και σιγά-σιγά μου έβγαλε το boxer. Το κατέβασε μέχρι τα γόνατα και μετά το άφησε να πέσει. Δε μπορούσα να τη δω και δε μπορούσε και εκείνη να δει πόσο καυλωμένος είμαι. Αλλά δεν ήταν αυτός ο σκοπός της. Την ένιωσα να απομακρύνεται λίγο. Ακούστηκε ένα μακρόσυρτο «μ…» και τίποτα άλλο. Είχα αρχίσει να νιώθω άβολα με το να είμαι τόσο καυλωμένος αλλά να μην ασχολείται καθόλου με τον πούτσο μου. Με περιεργάζονταν οπτικά, μάλλον. Έκανα να γυρίσω το κεφάλι μου προς το μέρος της αλλά με μία της λέξη με απέτρεψε. Με πλησίασε και ένιωσα και τα δυο της χέρια μου να μου χουφτώνουν τον κώλο. Δυνατά, μέχρι του σημείου να νιώθω τα νύχια της να μπήγονται στα μαλακά μου κωλομέρια.
- Ζ: Αυτό μου αρέσει με τους νέους. Πόσο υπάκουα αγόρια είστε και πόσο καλοσχηματισμένα κωλαράκια έχετε. Δεν τα χορταίνω όταν τα βλέπω στην παραλία όταν φοράτε κάποιο Speedo (είδος μαγιό). Τα κοριτσάκια είτε έχουν, είτε έχουν αρχίσει να έχουν κυτταρίτιδα. Πλαδαρά τα περισσότερα. Αλλά τα αγοράκια… αχ αυτά τα αγοράκια. Γυμνάζεστε. Παίζετε ποδόσφαιρο, μπάσκετ. Είστε καταπληκτικά. Ξέρεις μικρέ μου, μου αρέσουν τα κορμιά σαν το δικό σου. Απεχθάνομαι τα πολύ γυμνασμένα. Μου αρέσει η φυσικότητα που έχεις στο κορμί σου. Με τραβάει. Κοντά σου...
Συνέχισε να μου μαλάζει τα κωλομέρια, με τέτοια λαιμαργία που αν δεν μου εκμυστηρευόταν την αδυναμία της στα αντρικά κορμιά, θα φοβόμουν ότι μόνο εγώ της το έβγαζα αυτό και ότι θα προχωρούσε σε πιο «βαθιές» εξερευνήσεις. Έμεινε εκεί και άρχισε να με φιλάει στην πλάτη και ενίοτε να με δαγκώνει. Αλλά συνέχιζε να μην δείχνει κάποιο ενδιαφέρον για το καβλί μου. Είχα καυλώσει τόσο πολύ, που αναγκάστηκα να στηριχτώ με τα δυο μου χέρια, κόντρα στην τζαμαρία. Κατέβασα το κεφάλι και κοίταξα το καβλί μου. Σηκωμένο, πρησμένο, το κεφάλι είχε πρηστεί τόσο πολύ που φαινόταν πεντακάθαρα, έχοντας πιέσει το πετσάκι προς τα κάτω, οι φλέβες διαγράφονταν τέλεια. Η επαφή της πίσω, σε συνδυασμό με το θέαμα της ψωλής μου, με έκαναν να καυλώνω με τον πούτσο μου. Ήταν η πρώτη φορά που καύλωνα με την εικόνα μίας πούτσας, ακόμη και αν αυτή ήταν η δική μου. Ξάφνου ένιωσα τη Ζέτα να απομακρύνεται από πίσω μου.
- Z: Πόσο καυλωμένος είσαι;
- Γ: Όσο δεν πάει...
- Z: Βασανίζομαι τόση ώρα για να μη ρίξω μία ματιά, να το ξέρεις.
- Γ: Γιατί δεν το κάνεις, τότε;
- Z: Όλα είναι μέρος της ηδονής, μωρό μου. Όσο περισσότερο εγκρατής είσαι, τόσο μεγαλύτερη η απόλαυση όταν θα φτάσει η κατάλληλη στιγμή
- Γ: Δεν αντέχω άλλο, μαμά…
- Z: Τι θες;
- Γ: Εσένα, με οποιονδήποτε τρόπο.
- Z: Μ... Θες να δεις τη μαμά σου γυμνή;
- Γ: Δε φαντάζεσαι πόσο το θέλω
- Z: Τότε σαν καλός γιος, θα πας στο κρεβάτι, θα ξαπλώσεις και απλώς θα με κοιτάζεις. Θα κάνεις σαν να με παίρνεις μάτι, στο δωμάτιο μου, όταν αλλάζω. Το κατάλαβες;
- Γ: Μπορώ να τον παίξω;
- Z: Μπορείς να κάνεις ότι θες, αρκεί να μην απευθυνθείς σε μένα και να μη με διακόψεις. Θυμήσου, κρυφοκοιτάζεις.
Βιαζόμουν τόσο πολύ για αυτό που περιέγραψε, που δεν της απάντησα καν. Έκανα σαν 15χρονος που έχει τη λαχτάρα να ξαπλώσει στο κρεβάτι του και να τον παίξει με καμία τσόντα, στα κρυφά. Αλλά αυτό ήταν κάτι ακόμη καλύτερο. Ήταν στα κρυφά-φανερά. Πήδηξα με τη μία στο κρεβάτι. Σε αυτό το τέλειο κρεβάτι, με τα μεταξωτά σεντόνια και μαξιλάρια. Τόσο απαλή ήταν η αίσθηση, που προς στιγμή σοκαρίστηκα. Αλλά γρήγορα επέστρεψα το ενδιαφέρον μου στο αντικείμενο της ηδονής μου. Ήξερα ότι μέσα από αυτό το φαρδύ φόρεμα, δεν φορούσε τίποτα. Χωρίς να με κοιτάξει, έβγαλε τα παπούτσια της και ξεκούμπωσε το φόρεμα της. Γύρισε πλάτη σε μένα, μπροστά στον καθρέφτη, και κοιτάζοντας με, μέσα από αυτόν, άφησε το φόρεμα να πέσει. Δεν περίμενα ποτέ ότι μία γυναίκα, ετών 50, θα είχε τόσο αψεγάδιαστο σώμα. Δεν είχε ούτε μία ζάρα, ούτε ίχνος κυτταρίτιδας, ούτε μία ελιά. Ο κώλος της ήταν λίγο μεγάλος και λίγο πεσμένος, σε σχέση με το πως είναι από τη μέση και πάνω, αλλά ταίριαζε απόλυτα στο μάτι, η όλη εικόνα. Για περίπου ένα λεπτό, τσέκαρα κάθε σημείο πάνω της. Δε με ενοχλούσε καθόλου η όποια ατέλεια υπήρχε πάνω της. Απλά την αγνοούσα. Συνειδητοποίησα ότι είχα ήδη το χέρι μου στο πούτσο μου και τον έπαιζα ελαφρώς. Δεν είχα καταλάβει πως είχε γίνει αυτό. Εκείνη με κοίταζε, με ένα βλέμμα γεμάτο χαρά. Κόλλησα με αυτό το βλέμμα. Μετά από τόσα χρόνια, ακόμη το θυμάμαι.
Στην αρχή δεν καταλάβαινα τι έλεγαν τα μάτια της. Είχαν μία δόση ηδονής, αλλά κυρίως ήταν χαρούμενη. Όσο κοίταζα το κορμί της, τα μάτια της κοίταζαν το χέρι μου πάνω στον πούτσο μου, άρχισα να σοκάρομαι. Η χαρά της ήταν ακριβώς η ίδια χαρά που ένιωθα και εγώ τη Κυριακή, όταν με το χέρι της στο παντελόνι μου, με έκανε να τελειώσω ενώ της εκμυστηρευόμουν ότι την ένιωθα σαν μάνα μου. Έτσι κι εκείνη, χαιρόταν νιώθοντας πόσο όμορφο γιο έχει, πόσο ωραίο πούτσο έχει και πόσο πολύ καυλώνει για τη μάνα του. Ήταν αυτή η μίξη καύλας και οικειότητας. Περηφάνια και ηδονή. Έβλεπε πόσο άντρακλας είναι ο γιός της, ενώ τη ίδια στιγμή έβλεπε πόσο πολύ με καυλώνει η μάνα μου.
Αυτό κράτησε για κάποιες στιγμές. Άλλωστε η τελειότητα κρατάει ελάχιστα. Είμαι μία στιγμή μέσα στα δισεκατομμύρια των στιγμών μας. Το χέρι μου είχε αρχίσει να γίνεται πιο έντονο στο πούτσο μου. Δεν το έλεγχα. Μόνο που την κοίταζα, έφτανα ένα βήμα πιο κοντά στο χύσιμο. Ακόμη, όμως δε μπορούσα να τη δω από μπροστά. Έσκυψε και άνοιξε ένα συρτάρι, έβγαλε ένα ζευγάρι μαύρες κάλτσες. Δαντέλα, μετάξι, θα σας γελάσω, δε με ενδιέφερε να δω τέτοιες λεπτομέρειες. Το μάτι μου γέμιζε με κάθε της κίνηση. Γέμιζε με τον τρόπο που έσκυβε, το τσάκισμα του δέρματος της στην κοιλιά, το τράβηγμα των γοφών της, με αποτέλεσμα να γίνεται πιο στρογγυλό το κωλομέρι της. Μα πάνω από όλα, ο τρόπος που το στήθος της κρεμόταν, καθώς για να ανοίξει το συρτάρι, έπρεπε να γυρίσει λίγο στο πλάι. Μικρό αλλά πολύ όμορφο. Αυτό το είχα δει και γευτεί ήδη, στην πισίνα.
Με τον τρόπο της, με αυτή την πολύ αργή αποκάλυψη των κορμιών μας, είχε καταφέρει να με φέρει στα όρια μου έχοντας την ελάχιστη επαφή μεταξύ μας. Αυτό ήταν το παιχνίδι της. και δεν ήξερα ακόμη πόσο θα άντεχα. Αλλά έπρεπε να κρατηθώ. Ήταν αυτονόητο.
Πήρε της κάλτσες στα χέρια της και πήγε προς τη τζαμαρία, στο πλάι του κρεβατιού, στο ένα μέτρο από μένα. Στάθηκε στο πλάι, και έβαλε το ένα της πόδι πάνω σε ένα σκαμπό. Είχε λίγη κοιλίτσα, αλλά όπως είπα και πριν δεν με ενοχλούσε καθόλου. Ίσα-ίσα που αυτές οι φυσικές ατέλειες του κορμιού της, με ηδόνιζαν ακόμη περισσότερο. Δεν ήταν πλαστική. Ήταν μια καλοδιατηρημένη 50άρα. Η δικιά μου 50άρα. Χωρίς να γυρίσει ούτε για μία στιγμή το βλέμμα της πάνω μου, έσκυψε και έβαλε τη μία κάλτσα, τραβώντας τη μέχρι το μπούτι. Είχα λιώσει ήδη στη μαλακία. Η στάση της με έκανε να νιώθω ότι, πράγματι, την έπαιρνα μάτι. Ήταν σχεδόν αδιάφορη και φερόταν σαν να ντυνόταν για να βγει. Σα να μην υπήρχα καν. Και αυτό με τρέλαινε ακόμη περισσότερο. Αφού τακτοποίησε την κάλτσα, τραβώντας τη όσο πιο πάνω γινόταν, έβαλε και τη άλλη. Συνέχισε να είναι αδιάφορη, συνέχισα να βαράω μαλακία. Πήγε προς τον καθρέφτη και κοντοστάθηκε. Τότε κατάλαβα ότι έβαζε παπούτσια αλλά δε μπορούσα να δω τι ήταν αυτά. Όλη αυτή τη ώρα κινούταν στο πλάι, σε σχέση με μένα και δε μπορούσα να δω το μουνί της. Ήξερα ότι είναι τριχωτό αλλά δεν είχα εικόνα. Αφού στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη, έφτιαξε λίγο τα μαλλιά της και έβαλε κραγιόν στα χείλη της. Ένα κατακόκκινο κραγιόν. Όση ώρα το έβαζε, μου έριχνε κλεφτές ματιές. Δε μπορούσε και αυτή να αντισταθεί, πια. Φαινόταν. Αλλά δε χαμογελούσε πλέον. Ήταν αγριεμένο το βλέμμα της. Είχε καυλώσει και το έβλεπα. Αλλά δεν τολμούσα να κάνω κάποια κίνηση.
Βλέποντας τη να κλείνει το κραγιόν, περίμενα με απόλυτη καύλα και αγωνία την επόμενη της κίνηση. Έκανε μία μεταβολή προς τα μένα, έκατσε στο έπιπλο μπροστά από το κρεβάτι, σήκωσε το ένα πόδι, το οποίο φορούσε μία μαύρη γόβα στιλέτο, το πάτησε πάνω στην άκρη του κρεβατιού και το κράτησε ανοικτό. Για πρώτη φορά τη έβλεπα από μπροστά, γυμνή, εντελώς. Η εικόνα αυτή με στοιχειώνει ακόμη και σήμερα. Η διάσημη Ζέτα, ήταν μπροστά μου, γυμνή και καυλωμένη. Πανέμορφη και καυλωτική. «Σίγουρα κάποιοι στη Ελλάδα, αυτή τη στιγμή θα βαράνε μαλακία με την εικόνα της», σκέφτηκα. Και εγώ την είχα ολοζώντανη, μπροστά μου, καυλωμένη με μένα. Κατέβασε το χέρι ανάμεσα στα μπούτια της και παρατήρησα το μεσαίο δάχτυλο της να πιέζει την κλειτορίδα της. Μαλακιζόταν κοιτάζοντας το γιό της να τον παίζει για τη μάνα του.
- Χύσε για τη μανούλα, Γιώργο μου... χύσε... τώρα!
Συνεχίζεται... όπως πάντα, περιμένω τα σχόλια σας, είτε κάτω από την ιστορία, είτε σε προσωπικά μηνύματα.
Copyright protected OW ref: 164805
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.