Απέναντι από το σπίτι μου, υπάρχει ένας μικρός δρόμος, ένα σπίτι όπου έμενε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων γύρω στα 70 ακριβώς. Δίπλα υπήρχε ένα δρομάκι όπου ένωνε δύο σπίτια. Στα δεξιά ένα σπίτι στο όποιο έμενε όταν ερχόταν μία οικογένεια με δύο κόρες από την Θεσσαλονίκη και στο τελευταίο σπίτι που βρισκόταν και αυτό απέναντι από το δικό μου άλλα σε μακρύτερη απόσταση έμενα, μια Αθηναία χήρα με δύο κόρες και εγγόνια που δεν πάταγαν ποτέ αυτά στο χωριό. Αυτή η χήρα ήταν γύρω στα 55 με 60, περίπου στο 1.65, αδύνατη, με μαύρα βαμμένα μαλλιά, γερασμένο, αλλά ωραίο πρόσωπο που σχεδόν πάντα ήταν βαμμένο με make-up, δυο μεγάλα βυζιά αλλά όχι πολύ κρεμασμένα και ένας ωραίος κώλος. Πάντα φόραγε νεανικά ρούχα και ήταν πολύ φιλική με τον κόσμο. Εγώ κάθε φορά που ήμουν μόνος έμενα με την λίγο τριχωτή αδύνατη και πολύ μακριά πούτσα μου γυμνός και έβγαινα στην αυλή που φαινόταν σε όλο το χωριό, αλλά καλύτερα στα απέναντι σπίτια. Έκανα δήθεν δουλειές.
Ένα πρωινό πήγα στο ηλικιωμένο ζευγάρι να μου δώσουν κάτι και έμειναν άφωνοι, αλλά τους άρεσε το θέαμα. Φεύγοντας, έπιασα τη χήρα να με κοιτάζει και να βάζει το μεσαίο της δάχτυλο στο στόμα. Μ' άρεσε αυτό που είδα και ήθελα να την καυλώσω κι άλλο. Πήγα στην αυλή άφησα τα πράγματα κι έκατσα σε ένα παγκάκι που είχαμε και είχε βέβαια θέα η χήρα γειτόνισσα. Άρχισα να χαϊδεύω το τέρας μου και σιγά-σιγά καύλωσα και άρχισα να τον παίζω αργά. Όταν κόντευα να χύσω, περνούσε με το ποδήλατο μια 20αρα, παρθένα από όσο λέγανε, λίγο χοντρή, σταμάτησε, έβαλε το χέρι στο μουνί της και όταν έχυσα έφυγε ευχαριστημένη. Το απόγευμα ήρθε στο σπίτι οπού ήμασταν όλοι γονείς, ξαδέρφια κλπ η χήρα για επίσκεψη. Όταν έφευγε μου ψιθύρισε στο αυτί:
- Έλα αύριο από το σπίτι μου να στον ξελαφρώσω.
Έγνεψα καταφατικά γεμάτος καύλα και περίμενα την επόμενη μέρα. Η επόμενη μέρα ήρθε, ντύθηκα για να μην μας πάρουν είδηση, χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε με ένα μαύρο φανελάκι αεράτο και μία μαύρη αεράτη φόρμα. Το πρόσωπο της βαμμένο κι αυτό που με καύλωσε απίστευτα ήταν τα άσπρα βαμμένα μαζί με στρασάκια "στιλέτο" νύχια της.
- Πέρασε, πως σου φαίνεται το σπίτι μου;
- Πολύ ωραίο!
- Θα μπω κατευθείαν στο ψητό. Που θες να βάλεις το τεράστιο εργαλείο σου στο μουνί μου; Θες στην πίσω αυλή;
Πήγαμε στην πίσω αυλή, γδυθήκαμε και άρχισε να τον βάζει στο στόμα της. Ώσπου σε πέντε λεπτά τον έβγαλα και έχυσα στην μούρη της.
- Γλείψε με μικρέ γλείψε με!
Με τα χύσια να στεγνώνουν στην επιδερμίδα της την έβαλα ανάσκελα σε ένα τραπέζι και άρχιζα να γλείφω το τριχωτό μουνάκι της.
- Αχ, αχ το θέλω μέσα μου τώρα!
- Παρ’ τον μωρή καργιόλα.
Με μία απότομη κίνηση της άνοιξα τα πόδια και τον έβαλα με δύναμη μέσα της. Ούρλιαξε μα στη συνέχεια της άρεσε. Τη γύρισα στα τέσσερα κάτω στο πάτωμα και της τον έβαλα στην σφιχτή κωλοτρυπίδα της. Τη σφυροκοπούσα για κανένα δεκάλεπτο ώσπου έχυσα μέσα της. Άναψε ένα τσιγάρο και έφυγα. Την άλλη μέρα η γειτονιά συζήταγε για τα βογγητά αλλά χωρίς να ξέρει τίποτα παραπάνω. Με τη χήρα πηδιόμασταν μέχρι να φύγει για την Αθήνα. Αν θέλετε να μάθετε κι άλλες ιστορίες από εκείνο τον καιρό και με άλλες στο χωριό σχολιάστε.
Copyright protected OW ref: 99838
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.