Προηγούμενο μέρος: Ιστορίες της Άννας: Η Αρχή
Με κείνα και τα άλλα, το καλοκαιράκι που ήταν κοντά, ήλθε για να ζεστάνει καρδιές και σώματα. Η Άννα ελεύθερη πια, κυριολεκτικά και μεταφορικά, απολάμβανε την επιστροφή της στην ζωή βγαίνοντας με τις ανύπαντρες κολλητές της. Συναδέλφισσες όλες, γνωριζόταν από παλιά, αλλά μετά το χωρισμό της δέθηκαν πιο πολύ.
Διασκέδαζαν αρκετά είτε βγαίνοντας γυναικοπαρέα, είτε ανά δυάδες ή τριάδες. Υπήρξαν και φλερτ στα μπαρ και στο κλαμπ που σύχναζαν, αλλά δεν είχε κάτσει ακόμη κάτι αξιόλογο. Υπήρχε μεν στα σκαριά μια περίπτωση, που ίσως άξιζε τον κόπο, αλλά ήταν στην αρχή ακόμη. Με λίγα λόγια μετά εκείνο το τρελό σαββατοκύριακο, δεν της έλαχε να πέσει στο κρεβάτι με συντροφιά ανδρός. Του Μήτσου δίσταζε να του τηλεφωνήσει.
Η φίλη της η Βάσω, συνομήλικη και ίσως αυτή, η οποία ήταν πιο κοντά της, κανόνισε να πάνε οι δυο τους, πέντε μέρες στις Σπέτσες. Να κάνουν τα μπανάκια τους, να διασκεδάσουν και στη τελική να περάσουν όμορφα. Το νησί είναι μικρό και συμμαζεμένο και προσφέρεται για ποιοτικές διακοπές. Επίσης τους βόλευε αρκετά γιατί δεν είναι απαραίτητο και το αυτοκίνητο, μιας και δεν είχαν.
Αν και τα κανόνισε όλα, χωρίς να τη ρωτήσει, δέχθηκε με χαρά να πάει. Μετά από πολλά χρόνια, διακοπές με φιλενάδα, μόνες, σε νησί. Ούτε που θυμόταν πότε ήταν η τελευταία φορά που συνέβη κάτι τέτοιο. Αγόρασε ένα σούπερ σέξι μπικίνι. Από τη ταλαιπωρία του χωρισμού, έχασε κάθε περιττό κιλό και μετά τις τελευταίας επιτυχίες, αισθανόταν και ήταν, σούπερ γκόμενα.
Το ταξίδι ήταν καλό, και η διάθεση τους ανεβασμένη. Έκαναν πλάκα, με κάτι λιγούρια, που τις κοίταζαν από τις απέναντι θέσεις. Δεν ήταν οι μόνοι. Η μίνι Τζιν φούστα της Άννας δεν μπορούσε να αποκρούσει τα αδιάκριτα μάτια να φτάσουν, έως το εσώρουχο της. Δεν έκανε άλλωστε και καμιά προσπάθεια να το κρύψει. Αλλά και το βαθύ ντεκολτέ του φορέματος της Βάσως, σε κάθε σκύψιμο της, φανέρωνε τα πλούσια στήθη της. Η διαπίστωση ότι το ξενοδοχείο που είχαν κλείσει ήταν πολύ καλό, τους ανέβασε ακόμη πιο πολύ τη διάθεση.
Η πρώτη μέρα κύλησε χαλαρά. Τακτοποίηση στο ξενοδοχείο, μπανάκι με καφέ στην κοντινή παραλία, φαγητό το απόγευμα και ένα ποτάκι στο λιμάνι για χαλάρωση το βράδυ. Φρέσκιες και ορεξάτες, ξύπνησαν την άλλη μέρα. Άνοιξαν τα παράθυρα και ένας λαμπρός ήλιος καθρεπτιζόταν στην γαλήνια θάλασσα. Υπέροχη μέρα.
Πλύθηκαν, φτιάχτηκαν, πήραν το πλούσιο πρωινό τους, φόρτωσαν στις τσάντες θαλάσσης ότι θα χρειαζόταν για μια ολόκληρη μέρα στη θάλασσα και αναχώρησαν για το Καράβι, την πιο κοσμοπολίτικη παραλία του νησιού. Ευτυχώς βρήκαν σχετικά κοντά στη θάλασσα ομπρέλα και άπλωσαν τις υπέροχες κορμάρες τους στις ξαπλώστρες. Τα μπραζίλ μπικίνια τους, ελάχιστα έκρυβαν από τα σμιλευμένα κωλαράκια τους. Κολύμπι λίγο, πολλή ηλιοθεραπεία, λικνίσματα στο Μπητς μπαρ της παραλίας. Καθάρισε το μυαλό.
Το απογευματάκι αποφάσισαν να αποχωριστούν την υπέροχη πλαζ και πριν πάνε στο ξενοδοχείο. Σταμάτησαν για φαγητό. Η ταβέρνα που επιλέξανε θα γινόταν το στέκι τους καθώς σέρβιρε πολύ καλό φαγητό. Επιστροφή στο κατάλυμα, μπανιαρίσματα και δίωρη ξεκούραση. Αργά το βράδυ είπαν να βγουν για ένα ποτό. Η Άννα είχε μπανίσει ένα μπαρ- κλαμπ στα στενά της πόλης, πίσω από το νέο λιμάνι.
Ήταν ένα ημιυπόγειο, με αρκετό βάθος, με τα παράθυρα του πάνω στο δρόμο, στα οποία είχαν τοποθετηθεί μαξιλάρια και χρησίμευαν σαν καναπέδες. Όσο περνούσε η ώρα , γέμιζε από κόσμο, καλό κόσμο, κυρίως της ηλικίας τους αλλά και μεγαλύτερους. Δεν είχε πιτσιρικαρία. Σε κάποια στιγμή είχε κλείσει κι ο δρόμος από αυτούς που στεκόταν απ' έξω , με ένα ποτό στο χέρι.
Βρήκαν μια γωνιά στην άκρη του μπαρ, προς τα παράθυρα και βολεύτηκαν. Είχαν επίβλεψη όλου του χώρου και του μέσα και του έξω. Η μουσική ωραία, ανέβασε κι άλλο τη διάθεση στις δυο φίλες. Είχαν πιει ήδη το πρώτο τους ποτό. Προσπαθούσαν να παραγγείλουν τα δεύτερα, μα πριν δώσουν την παραγγελία τους, ο μπάρμαν τις σερβίρει τα ποτά τους.
- Κερασμένα από τους κυρίους απέναντι και τους δείχνει δυο άνδρες, λίγο πάνω από τα σαράντα.
Κόβουν φάτσες και βγάζουν συμπέρασμα. Καλοί είναι. Δέχονται το κέρασμα και τους ευχαριστούν, πίνοντας τη πρώτη γουλιά στην υγειά τους. Δεν άργησαν φυσικά να τις πλευρίσουν.
- Ανδρέας και Βασίλης… συστήθηκαν.
- Α είμαστε και συνονόματοι, απάντησε η Βάσω.
- Βάσω και Άννα.
Ακολούθησε μια μικρή ενημερωτική κουβέντα για τα βασικά χαρακτηριστικά του καθενός. Ο Ανδρέας ήταν εμπορικός αντιπρόσωπος βιοτεχνίας και εισαγωγέων τουριστικών ειδών και ο Βασίλης ένας από τους πελάτες του στο νησί, με αναλόγου είδους κατάστημα. Ο Ανδρέας έμενε στη Νέα Σμύρνη, όπου είχε σπίτι και ο Βασίλης. Τα καλοκαίρια όμως ο ένας έφερνε γύρα τα νησιά, για να σπρώξει την πραμάτεια του, ο άλλος στο μαγαζί του να βγάλει το μεροκάματο.
Καλοστεκούμενοι και οι δυο, αλλά ο Ανδρέας ξεχώριζε. Ήταν πιο άνδρας και το διαπεραστικό του βλέμμα, σίγουρα δεν άφηνε καμιά γυναίκα ασυγκίνητη. Όταν δε μίλαγε… η σταθερότητα της φωνής του αλλά και η ευγένεια του λόγου του, κρατούσαν το ακροατήριο καθηλωμένο. Το θέμα ήταν ότι άρεσε και στις δυο. Τα πράγματα μπερδεύτηκαν λίγο, όταν μετά από ένα τηλεφώνημα που πήρε, ο Βασίλης αποχώρησε εσπευσμένως. Συνέχιζαν να διασκεδάζουν οι τρεις τους. Ο άνδρας της παρέας, δεν ξεχώριζε καμιά τους. Ήξερε πως αν έκανε μια λάθος κίνηση θα τις έχανε και τις δυο. Περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία να εκδηλωθεί, η οποία όμως δεν ήλθε ποτέ εκείνη την βραδιά. Ελαφρώς μεθυσμένοι πήγαν στα ξενοδοχεία τους για ύπνο. Φιλί αποχαιρετισμού.
Ευδιάθετες αν και αγάμητες, ξύπνησαν την άλλη μέρα το πρωί. Εντάξει για μπάνια ήλθαν και διασκέδαση. Όχι ότι θα ήταν άσχημο ένα γαμησάκι με κάποιον στο νησί ώστε να γίνουν τέλειες οι διακοπές τους. Έφαγαν πρωινό και κατευθύνθηκαν προς τη γνωστή παραλία, όπου είχαν φροντίσει δια τηλεφώνου να κάνουν κράτηση στις ξαπλώστρες. Ο νεαρός που τις διαχειριζόταν τις καλοέβλεπε και τις φρόντιζε αναλόγως.
Σήμερα το πρόγραμμα είχε και μασάζ. Σε παρακείμενη τέντα, ένα ζευγάρι Ελλήνων έκαναν χαλαρωτικό μασάζ. Η Άννα διάλεξε τον άνδρα και η Βάσω τη γυναίκα. Ο τύπος ήταν πολύ καλός στη δουλειά του, αν και όταν της έκανε στους γλουτούς, ανέβηκε επικίνδυνα προς τα κωλομέρια της. Της άρεσε όμως και δεν αντέδρασε. Όταν ήλθε από μπροστά της, για να της κάνει τον αυχένα, παρατηρούσε από την τρύπα του κρεβατιού, πόσο καθαρά πόδια είχε. Καθώς όμως σήκωσε τα μάτια της, προς τα πάνω, είδε το σηκωμένο πούτσο του, σε απόσταση αναπνοής.
Ήθελε να του ξεκουμπώσει το παντελόνι και να του πάρει μια ξεγυρισμένη πίπα, αλλά ήταν δημόσιος χώρος με πολύ κόσμο και αυτό ήταν αδύνατο. Πάντα είχε τη φαντασίωση να γαμηθεί σε διαδικασία μασάζ και μάλιστα από δυο μασέρ. Φαντασίωση που τη έκανε πραγματικότητα, μαζί μου όταν ταξιδέψαμε στη Ταϊλάνδη. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, ταξιδιωτική, από αυτές που ζήσαμε μαζί. Στην ιστορία μας τώρα. Η υπόλοιπη μέρα κύλησε ως συνήθως και το βράδυ, έτοιμες, σέξι και ορεξάτες, βγήκαν για διασκέδαση και ότι άλλο ήθελε προκύψει.
Κατευθύνθηκαν προς το γνωστό μπαράκι, με καρφωμένη στο μυαλό και των δύο την ελπίδα, ότι θα συναντούσαν τον Ανδρέα. Είχαν αργήσει και οι μόνες θέσεις που βρήκαν ήταν στα μαξιλάρια του παραθύρου. Είχε περισσότερο κόσμο από το προηγούμενο βράδυ. Κοιτούσαν να τον βρουν αλλά μάταια. Προφανώς δεν ήταν εκεί. Άσε που κόντευαν να παρεξηγηθούν έτσι που κοίταζαν. Έμοιαζαν σαν να ψάχνονται. Σε κάποια φάση ακούει τη Βάσω να φωνάζει με ενθουσιασμό.
- Ο Άρης, ο Άρης.
Όπου Άρης συνάδελφος τους ,τον οποίο γούσταρε τρελά η Βάσω, αλλά ήταν παντελώς αδιάφορος για την Άννα. Τον φωνάζει. Έρχεται αγκαλιές, φιλιά. Ήταν με παρέα στο νησί. Τον διπλαρώνει και τον τραβά προς το μπαρ για να τον κεράσει ένα ποτό. Σε λίγο επιστρέφει μόνη στην Άννα, ενώ ο άλλος περιμένει στην πόρτα.
- Μας πρότεινε να πάμε στην παρέα του, στο παλιό λιμάνι.
Απλώς ανακοίνωση ήταν. Αυτή θα πήγαινε ούτως ή άλλως. Αυτό το κατάλαβε και η φίλη της. Δεν είχε όμως καμιά όρεξη να πάει.
- Πήγαινε εσύ, της λέει. Εγώ θα τελειώσω το ποτό μου και θα πάω στο ξενοδοχείο. Δε γουστάρω τους ξενέρωτους της παρέας του.
- Σίγουρα δεν υπάρχει πρόβλημα;
- Ναι ρε συ. Πήγαινε και καλό βόλι, της λέει γελώντας. Έχεις τη δεύτερη κάρτα για να μη με ξυπνήσεις;
Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της, της έδωσε ένα φιλί και έτρεξε μην τυχόν και της ξεφύγει. Το σενάριο επιτέλους να πηδηχτεί άγρια με το συνάδελφο της, ήταν πιο εφικτό από ποτέ. Έτσι τουλάχιστον νόμιζε. Η Άννα μόνη πλέον τελειώνει το ποτό της και ψάχνει το σερβιτόρο, να πληρώσει και να φύγει. Αντί αυτού όμως, μέσα από τους καπνούς ξεπροβάλλει ο Ανδρέας, κρατώντας δυο ποτά.
- Δεν θα αρνηθείς να πιεις ένα ακόμη ποτό μαζί μου, της λέει αφού την πλησίασε.
- Έχεις πολύ ώρα εδώ;… τον ρωτά και παίρνει το κέρασμα της.
- Κάμποση θα έλεγα. Αλλά ευχόμουν και ήλπιζα να μείνεις μόνη.
- Γιατί;… ρωτά ναζιάρικα.
- Επειδή χθες, αισθάνθηκα ότι είσαι έτοιμη και πρόθυμη για ωραίες εμπειρίες. Κι αυτή η αίσθηση με κάνει χαλαρό και άνετο μαζί σου. Και μ' αρέσει τρελά αυτό.
- Κι αν κάνεις λάθος στις εκτιμήσεις σου;… τον διακόπτει.
- Τα ωραία ματάκια σου, μου λένε ότι δεν κάνω λάθος.
Του χαμογέλασε, άδειασε το ποτήρι της και συναίνεσε σ' όλα όσα της είπε και σε όσα θα της έλεγε. Από μόνη της, η επιλογή που έκανε ανάμεσα στις δύο, ήταν ικανή να τον στείλει στο κρεβάτι μαζί της. Παρήγγειλε σφηνάκια για τη συνέχεια. Κατέβασαν από δύο απνευστί. Είχε πιει τρία τζώνυ πριν από αυτά. Είχε ξεπεράσει το όριο ασφαλείας. Μέχρι εκεί έλεγχε τον εαυτό της. Μετά χαλάρωνε, αφηνότανε και αν εξαιρέσεις τον φίλο της το μεθύστακα, ελάχιστες ήταν οι φορές που όντως πιωμένη, τελείωσε τη βραδιά κι αγάμητη. Κι εδώ… που ο τύπος της άρεσε… η πορεία ήταν προεγγεγραμμένη.
Ακολούθησαν γελάκια, αγκαλίτσες, χουφτοματάκια και ήλθαν και τα φιλάκια. Απαλά στην αρχή, πιο αισθησιακά μετά κι ένα παθιασμένο γλωσσόφιλο για το τέλος.
- Πάμε αλλού, να συνεχίσουμε όμορφα.
Δε ρωτάει, απλώς ανακοινώνει. Πληρώνει το λογαριασμό, την πιάνει από το χέρι και φεύγουν. Στο πρώτο στενό, την αγκαλιάζει σφιχτά, να αισθανθεί την κάψα του, τη φιλάει στο λαιμό, ενώ το χέρι του διερευνά τη πίσω πλευρά, ψάχνοντας τις πύλες του παραδείσου. Οι αναστεναγμοί της φανέρωναν πόσο κοντά ήταν.
- Σε ποιο ξενοδοχείο μένεις, την ρωτά ξαναμμένος.
- Σ' αυτό εδώ. Απέναντι…
απαντά καθώς είχαν φτάσει στο ξενοδοχείο της.
- Πάμε εδώ, γατί το δικό μου είναι πιο μακριά και δεν αντέχω.
- Ούτε εγώ, πάμε μέσα. Τον τραβά προς το δωμάτιο της, χωρίς να σκεφτεί τη συγκάτοικο της. Ευτυχώς δεν είχε γυρίσει ακόμη.
Αγκαλιασμένοι, κρεμασμένη από το λαιμό του, με το χέρι του στο μουσκεμένο μουνάκι της μπήκαν στο δωμάτιο. Την απίθωσε στο κρεβάτι, βγάζοντας ταυτόχρονα το φόρεμα της. Το πλούσιο στήθος της τον ενθουσίασε και άρχισε μετά μανίας να πιπιλάει τις τσιτωμένες ρώγες της, ενώ απαλλασσόταν κι αυτός από τα ρούχα του. Τελευταίο βγήκε το βρακάκι της. Μέχρι τώρα δεν είχε δει τον πούτσο του, μόνο τον είχε αισθανθεί, μέσα στο παντελόνι του, όταν τρίβονταν πάνω της. Ήταν αυτό που φαντάστηκε. Καλός στο μέγεθος, με όγκο, στητός , έτοιμος για μεγάλα πράγματα.
- Θέλω να στον γλείψω…
λέει και τον ρίχνει ανάσκελα στο κρεβάτι. Τον πιάνει, περνάει κάθε χιλιοστό με τη γλώσσα της, ακουμπά τα χείλη της στο κεφαλάκι του και σιγά-σιγά γλιστράει όλος, όσος τουλάχιστον χώραγε, στο στόμα της. Συνέχισε πιο γρήγορα και πιο έντονα να ανεβοκατεβάζει τα χίλια της, πότε να τον χώνει βαθιά ως το λαρύγγι της και πότε να φιλάει την άκρη του. Δεν παρέλειπε να το ρουφάει. Είπαμε είναι αστέρι στα τσιμπούκια.
Ο Ανδρέας παραληρούσε. Δε μπορούσε να φανταστεί ότι η γυναίκα που γνώρισε μόλις χθες, του χάριζε τέτοια απίστευτη ηδονή. Ήταν σίγουρος ότι θα τελείωνε στο στόμα της. Άλλα όμως τα δικά της σχέδια.
- Θέλω να ανέβω πάνω σου.
Χωρίς να περιμένει έγκριση, του φορά ένα προφυλακτικό που πάντα είχε εύκαιρο, έρχεται από πάνω του και κάθεται στο έτοιμο να εκραγεί καυλί του. Μπήκε όλος μέσα της. Τα μουνόχειλα της ακούμπησαν τα αρχίδια του. Τρελός χορός ξεκίνησε. Πάνω κάτω, μπρος πίσω. Αυτός πότε να της πιάνει τα βυζιά, πότε τα κωλομέρια. Ένας παρατεταμένος οργασμός, συνοδευόμενος από φωνές και βογκητά, το αποτέλεσμα της προσπάθειας της. Χωρίς να βγει από μέσα της, έτοιμος κι αυτός, ανασηκώνεται και την ξαπλώνει ανάσκελα. Τον βγάζει, τον απελευθερώνει από το προφυλακτικό και εκσφενδονίζει το καυτό του σπέρμα στο κορμί της που σπαρταρά από ηδονή. Ξαπλώνει δίπλα της, γυρίζει προς το πλάι της, τη φιλάει γλυκά και με φωνή που φανερώνει έναν απόλυτα ικανοποιημένο άνθρωπο της ψιθυρίζει.
- Ήσουν απίθανη μωρό μου, είχα παρά πολύ καιρό να κάνω τόσο καλό σεξ. Είσαι σκέτο ηφαίστειο.
- Κι εσυ δεν πας πίσω…
ανταποδίδει τη φιλοφρόνηση. Πλένονται, κάνουν ένα τσιγάρο ξαπλωμένοι, λένε κάνα δυο κουβεντούλες. Στο μυαλό τους εξακολουθεί να μην υπάρχει η Βάσω. Κι ας χάσκει αδειανό το διπλανό κρεβάτι. Η μόνη σκέψη που κυριαρχεί, η επανάληψη, εδώ και τώρα. Παίρνει την πρωτοβουλία ο Ανδρέας και απλώνει το χέρι του στο ακόμη υγρό μουνάκι της. Το χαϊδεύει απαλά και αισθησιακά. Χώνει λίγο το δάκτυλο του μέσα. Αρχίζει να παίζει με την κλειτορίδα της. Οι κινήσεις του τώρα γίνονται πιο έντονες. Έχει γυρίσει προς το μέρος της και τις πιπιλά τις διεγερμένες ρώγες της.
- Έτσι μωρό μου, μη σταματάς, κάνε με να χύσω, τον παρακαλά βογκώντας.
Συνέχισε στον ίδιο ρυθμό. Τραντάζεται λες και την έχει διαπεράσει ηλεκτρικό ρεύμα. Τα μπούτια της κλειδώνουν μέσα τους την παλάμη του. Το βογκητό που μοιάζει με ουρλιαχτό, φανερώνει ότι έχυσε άλλη μια φορά. Παρά τα παρακάλια της συνεχίζει για λίγο ακόμα.
- Τώρα γλύκα μου θα μου πάρεις μια πίπα, όπως μόνο εσύ ξέρεις…
σχεδόν την προστάζει ενθυμούμενος τι του έκανε προηγουμένως. Άλλο που δεν ήθελε. Έπιασε δουλειά αμέσως. Τον πίπωνε πότε γλυκά και απαλά και πότε άγρια και ανελέητα, σίγουρη ότι θα τελειώσει στο στόμα της. Ο επιβήτορας της, καθώς είχε τον κώλο της στο πλάι, έπαιρνε υγρά από το μουνί της και έπαιζε με την πίσω τρύπα της. Όταν κατάλαβε ότι δε θα κράταγε άλλο, τραβήχτηκε, την έστησε στα τέσσερα στην άκρη του κρεβατιού, ήρθε από πίσω της, σκούπισε τον πούτσο του στο κώλο της και της τον έχωσε με μιας στο μουνάκι της, που σπαρταρούσε από την καύλα. Ο αντίχειρας τους είχε σφηνωθεί στην πίσω πόρτα.
- Ναι μωρό μου, ναι χωσ' τον όλο μέσα…
ούρλιαζε η Άννα, τρελαμένη από αυτό πους συνέβαινε.
- Καυλιάρα μου, θα σου ξεσκίσω όλε τις τρύπες σου σήμερα…
φώναζε αυτός. Με τις φωνές, τα βογκητά και τα ουρλιαχτά, κανείς τους δεν κατάλαβε πως άνοιξε η πόρτα του δωματίου και μπήκε μέσα η Βάσω, η οποία νόμιζε πως οι φωνές ακούγονταν από το διπλανό δωμάτιο, στο οποίο έμενε ένα νεαρό ζευγάρι και είχαν διαπιστώσει τη προηγούμενη νύχτα, ότι έκαναν θορυβώδη γαμήσια. Στο δωμάτιο υπήρχε ημίφως, πράγμα συνηθισμένο γιατί η Άννα δε μπορούσε να κοιμηθεί σε απόλυτο σκοτάδι. Κλείνει με προσοχή την πόρτα πίσω της, γυρίζει και αντικρίζει, σχεδόν εξ επαφής, μικρό το δωμάτιο, το σοκαριστικό θέαμα. Τη φίλη της στα τέσσερα να την πηδάει ο τύπος που είχαν γνωρίσει μόλις χθες. Της πέφτουν από τα χέρια, τα παπούτσια , τα οποία είχε βγάλει για να μπει αθόρυβα μέσα.
- Όπα , νάτο και το άλλο το μουνάκι… αναφώνησε με χαρά.
- Κοίτα τι έχω εγώ για σένα.
Βγάζει τον πούτσο του έξω και τον δείχνει στη σαστισμένη Βάσω. Παράλληλα την πιάνει με το ελεύθερο του χέρι και την τραβά πιο κοντά τους. Το άλλο εξακολουθεί να περιποιείται, τώρα πια και τις δυο τρύπες της καυλωμένης και ανυπόμονης Άννας. Η Βάσω τα έχει χαμένα και δεν αντιδρά. Το βράδυ της ενώ άρχισε πολύ καλά, εξελίχθηκε άσχημα στη συνέχεια. Ενώ κατάφερε να ξεμοναχιαστεί με τον Άρη, σε μια γωνιά του μπητσ κλαμπ και όλα έβαιναν καλώς -και φιλάκια έπεσαν και χέρι της έβαλε και σίγουρη ότι θα την γάμαγε ήταν- μόλις εμφανίστηκε μια γκόμενα, δεν την ήξερε και τον φώναξε, ήταν σαν να τον τσίμπησε μύγα. Σηκώθηκε αμέσως και έφυγε μαζί της, χωρίς καμιά δικαιολογία. Την παράτησε σύξυλη και αναμμένη με τους χαζοχαρούμενους συναδέλφους του.
Την τραβά πιο έντονα, θέλοντας να την κάνει να γονατίσει.
- Παίξε λίγο μόνη σου το μουνάκι σου, για να βάλω στο παιχνίδι και τη φίλη σου και ελευθερώνει και το άλλο χέρι του.
Εκείνη τη στιγμή οι δυο φίλες κοιτάζονται στα μάτια. Η Βάσω αντιλαμβάνεται το βλέμμα της Άννας σαν έγκριση, ενώ το μόνο που την ένοιαζε αυτή, ήταν πότε θα χωθεί ξανά στο μουνάκι της ο πούτσος του, η θέα του οποίου, ήταν αρκετή να κάνει μούσκεμα, τη Βάσω. Χωρίς πολλές αντιρρήσεις, γονατίζει. Της τον φέρνει στο πρόσωπο. Μηχανικά, εκθαμβωμένη από το κάλος του, είχε και καιρό να δει χαρά στα σκέλια της, αρχίζει γλείφει τα αρχίδια του και να ανεβαίνει προς τα πάνω. Μόλις έφτασε στην κορυφή, τον πήρε όλο στο στόμα της. Άγριο τσιμπούκι. Μικρή διακοπή να της βγάλει το φόρεμα. Δε φορά σουτιέν. Τον βάζει ανάμεσα στις βυζάστρες της, ενώ συνεχίζει να τον ρουφά με ιδιαίτερη θέρμη.
- Έλα, που είσαι;… θέλω τον πουτσάκο σου, διαμαρτύρεται η Άννα.
- Τώρα μωρό μου, σου ερχόμαστε.
Της βάζει δυο δάκτυλα να την ηρεμήσει λίγο. Σηκώνει τη Βάσω, την απαλλάσσει από το κιλοτάκι της και τη στήνει κι αυτή στα τέσσερα δίπλα ακριβώς στην φίλη της. Σχεδόν σαν υπνωτισμένη ακολουθεί τις επιθυμίες του.
- Τώρα θα ξεσκίσω μουνάκια…
δηλώνει μεσ' στη τρελή χαρά και ανείπωτη καύλα. Μπροστά του έχει δυο τουρλωτά κωλαράκια και δυο μουνάκια που στάζουν γλύκα. Πρώτα τον βάζει στη νεοφερμένη. Σφαδάζει από ηδονή, καθώς έχει ασφυκτικά γεμίσει από το εργαλείο του. Σχεδόν αμέσως φτάνει στον πρώτο της οργασμό. Οπότε σειρά έχει η παραμελημένη Άννα που παρακαλά να μπει επιτέλους μέσα της. Χατίρια δε χαλά. Τη γαμάει άγρια. Χύνει ατελείωτα αυτή, επιβραβεύοντας τον. Το χέρια του προετοιμάζουν τα κωλαράκια τους για τη συνέχεια.
- Καυλιάρες μου, θα ξεσκίσω και τα κωλαράκια σας τώρα, ενώ θα παίζεται με τα μουνάκια σας, δηλώνει με αποφασιστικότητα.
Ένα αγχωμένο ναι κι ένα όχι ακούστηκε. Δεν κατάλαβε ποια είπε τι, ούτε βέβαια έδωσε και καμιά σημασία. Είδε πιο έτοιμο το κωλαράκι της Βάσως και πήγε προς τα εκεί. Της χώνει σιγά-σιγά το κεφαλάκι. Τα ναζιάρικα κουνήματα της, τον οδηγούν να σπρώξει και να μπει όλος μέσα της. Ένα αχ πόνου ακούστηκε.
- Με ξεσκίζεις παλιοπούστη, του φωνάζει.
- Παίξε το μουνάκι σου να χύσεις!
- Ναι, συνέχιζε να μου ξεσκίζεις το κωλαράκι.
Φαίνεται ότι της άρεσε το πήδημα από τον κώλο και σίγουρα το είχε ξανακάνει, αρκετές φορές, άσχετα αν δεν είχε πει τίποτε γι αυτό στην Άννα.
- Να περιποιηθώ όμως και το άλλο κωλαράκι…
αναφώνησε και αφού έβγαλε τον αντίχειρα του από την κωλοτρυπίδα της, έβαλε το πουτσοκέφαλο του. Ήταν πιο στενή από την άλλη.
- Μη μπαίνεις άλλο μέσα, πονάω, ικετεύει, δεν το έχω ξανακάνει από πίσω.
Εν μέρει είπε την αλήθεια. Είχε προσπαθήσει ο πρώτος της γκόμενος να την πηδήξει από πίσω, αλλά ο πόνος, οι φωνές της και η απειρία του, σταμάτησαν την προσπάθεια του στην αρχή της. Κανένα άλλον δεν άφησε να πάρει την πρωτοβουλία να εκπορθήσει την πίσω πύλη της. Ούτε καν ο πρώην σύζυγος της, στα επτά χρόνια γάμου, κατόρθωσε έστω και για μια φορά να γευτεί τη γλύκα του κώλου της. Και τώρα, ο άνδρας της χθεσινής νύχτας, τον οποίο έχει εξιτάρει σφόδρα η δήλωση της, έχει σφηνώσει το ικανοποιητικό σε μέγεθος εργαλείο του στη στενή τρυπούλα της.
- Χαλάρωσε, κούνα το κωλαράκι σου και παίξε τη μουνάκι σου για τον πάρεις όλον…
και σπρώχνει να μπει παραμέσα.
- Όχι άλλο…
φωνάζει αυτή, αλλά υπακούει και αρχίζει να λικνίζεται υπέροχα. Γλιστράει όλος μέσα.
- Σταμάτα…
φωνάζει καθώς άσπρισαν όλα από το στιγμιαίο πόνο, αλλά μόλις την κατακλύζει η καύλα, αλλάζει παρακάλια. Τώρα τον προτρέπει να συνεχίσει να την σφυροκοπά. Τελειώνει με μουγκρητά. Είναι πρώτη φορά στη ζωή της που χύνει, ενώ την πηδάν από πίσω.
Ο Ανδρέας, δεν πίστευε κι αυτός τι του έλαχε. Η πιο τρελή του φαντασίωση έγινε πραγματικότητα. Συνέχισε να παίζει με τις τέσσερεις υπέροχες τρυπούλες. Όχι για πολύ όμως. Πόσο θα άντεχε άλλωστε. Τυχερός ο κώλος της Άννας, στον οποίο εναπόθεσε το πλούσιο σε ποσότητα σπέρμα του. Έπεσαν αποκαμωμένοι και οι τρεις ανάσκελα στο κρεβάτι. Είχε αρχίζει να χαράζει.
- Κορίτσια είστε απίθανες, αλλά ξημέρωσε κι έχω δουλειά το πρωί στο νησί. Δυστυχώς, με μεγάλη μου λύπη πρέπει να φύγω…
και αφού έδωσε από ένα φιλί στο κάθε μουνάκι, άρχισε να ντύνεται. Οι άλλες μαστουρωμένες ακόμη από την καύλα, δεν καταλαβαίνουν και πολλά.
- Σας αφήνω εδώ το τηλέφωνο μου αν και πιστεύω και θέλω να βρεθούμε το βράδυ στο γνωστό μπαράκι.
Αφήνει την κάρτα του στο κομοδίνο.
- Γεια σας γλύκες μου, χαιρετά και φεύγει.
Μόλις κλείνει η πόρτα, έρχεται η συνειδητοποίηση του γεγονότος.
- Τι κάναμε;…
αναρωτιέται η Βάσω με μια εμφανή απόγνωση στο πρόσωπο της.
- Περάσαμε καλά, απαντά η Άννα. Μόνο που τσούζει λίγο ο κώλος μου.
Αυτή η αυθόρμητη ατάκα, έκανε τις δυο φίλες να ξεσπάσουν σε δυνατά γέλια. Κόντεψαν να αγκαλιαστούν αλλά όταν τα γυμνά τους στήθη ήλθαν σε επαφή, τράβηξε η καθεμία στην άκρη της.
- Θα πρέπει όμως να μείνει αυστηρά μεταξύ μας…
συνεχίζει την κουβέντα η Βάσω, που όσο καταλαβαίνει τι έκανε αρχίζει να ανησυχεί για την εικόνα της. Ελεύθερο κορίτσι είναι και δε θέλει να της βγει το όνομα.
- Ούτε συζήτηση. Κουβέντα σε κανένα. Τι να πούμε;… ότι κάναμε τρίο με ένα άνδρα που γνωρίσαμε σε ένα μπαρ και μας άρεσε τρελά;
- Ωραία, ας κοιμηθούμε καμιά ώρα…
είπε ανακουφισμένη η Βάσω και έκλεισε τα μάτια της να κοιμηθεί. Συμφώνησε και την ακολούθησε κι η Άννα. Κοιμήθηκαν έτσι γυμνές, με τα υγρά και τις οσμές του άντρα πάνω τους, μέχρι το μεσημέρι. Όταν σηκώθηκαν, στο πρωινό συμφώνησαν να μην έχει καμιά τους ξανά επαφή με τον Ανδρέα. Ούτε τηλέφωνο και μακριά σήμερα -τελευταία τους νύχτα στο νησί- από το μπαράκι.
Πέρασαν μια χαλαρή ημέρα χωρίς να πολυμιλήσουν, δείπνο και παγωτό το βράδυ. Αναχώρηση το πρωί για Πειραιά. Στο δελφίνι που τις μετέφερε, ένα χαμόγελο ήταν ζωγραφισμένο στα χείλη της Άννας. Σκεφτόταν την απίθανη εμπειρία που έζησε και τρελαινόταν. Είχε γίνει και μούσκεμα. Η ζωή της είχε πάρει για τα καλά την ανηφόρα. Έδωσε υπόσχεση στον εαυτό της να μην αφήσει καμιά ηδονική ευκαιρία να πάει χαμένη. Την τήρησε και την τηρεί αυτή την υπόσχεση.
Copyright protected OW ref: 139354
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.