Ήμουν δώδεκα χρονών. Τα σχολεία είχαν κλείσει και ήμουν στο αυτοκίνητο με τη μητέρα μου. Πηγαίναμε στο εξοχικό. Ο πατέρας μου είχε κάποια θέματα να τακτοποιήσει στη δουλειά του και θα ερχόταν αύριο.
Η μάνα μου ήταν σαρανταενός ετoυς. Είχε μαύρα μαλλιά και μέτριο ανάστημα. Στο πρόσωπό της υπήρχαν λίγες ρυτίδες, όμως αντί να το ασχημαίνουν το έκαναν πιο γοητευτικό. Η κοιλιά της δεν ήταν χοντρή, αλλά ήταν λίγο τροφαντή. Ο κώλος της ήταν καλός, το θεϊκό κομμάτι πάνω της όμως ήταν τα βυζιά της. Είχαν μέγεθος βυζιών πορνοστάρ. Συνήθως φορούσε ρούχα που τα κάλυπταν εντελώς, αλλά τις σπάνιες φορές που φορούσε ντεκολτέ όλοι οι άντρες στο δωμάτιο τρελαίνονταν.
Αυτή ήταν μία από αυτές τις σπάνιες φορές. Είχαμε ξεκινήσει μεσημέρι και στην πόλη είχε καύσωνα. Τώρα πλέον ήταν απόγευμα και είχαμε κάνει πολλά χιλιόμετρα. Όλα πήγαιναν μια χαρά, μέχρι που το αυτοκίνητο άρχισε να κάνει περίεργους θορύβους και ξαφνικά σταμάτησε.
- Όχι ρε γαμώτο!
Η μάνα μου δεν έβριζε συχνά. Ήταν καλή και ως γυναίκα και ως μητέρα. Ακόμα κι εγώ σε εκείνη την ηλικία καταλάβαινα πόσο τυχερός ήμουν σε αυτό το θέμα. Μου είπε να μείνω στο αυτοκίνητο και βγήκε έξω για να ελέγξει. Μιας και δεν είχε ιδέα από αυτοκίνητα όμως το μόνο που έκανε ήταν να ανοίξει το καπό, να κοιτάξει λίγο μέσα και να το ξανακλείσει. Στο μέρος που ήμασταν το κινητό δεν έπιανε σήμα και δεν υπήρχε ψυχή. Μόνο κάτι καταυλισμοί γύφτων υπήρχαν εκεί κοντά. Ήμασταν σε επικίνδυνη περιοχή και σε λίγο νύχτωνε και θα έβγαιναν και τα τσακάλια. Η μάνα μου είχε αρχίσει να φρικάρει.
Τελικά αποφάσισε να προχωρήσουμε με τα πόδια μπας και είμαστε τυχεροί και πέσουμε πάνω σε κανένα τροχόσπιτο ή κάτι τέτοιο. Το σπίτι ήταν πολύ μακριά ακόμα. Κλείδωσε το αυτοκίνητο, αν και σε αυτά τα μέρη, με το που το εντόπιζαν, θα το έκλεβαν αμέσως. Υποθέτω ένας λόγος που δε μείναμε εκεί ήταν για να μην συναντήσουμε τέτοιους τύπους.
Περπατούσαμε πολύ ώρα και είμαστε και οι δύο κουρασμένοι.
- Μαμά διψάω.
- Το ξέρω μωρό μου. Κάνε λίγη υπομονή. Κάτι θα βρούμε δε μπορεί.
Πέρασε μισή ώρα ακόμα. Ξαφνικά ακούσαμε θόρυβο από πίσω. Ακουγόταν σα μηχανή αυτοκινήτου και κλαρίνα.
- Ωχ… έκανε η μητέρα μου ανήσυχη.
Το αυτοκίνητο έκοψε ταχύτητα και σταμάτησε δίπλα μας. Μέσα ήταν γύφτοι. Οδηγός ήταν μια κοπέλα και πίσω στην καρότσα ήταν τέσσερα αγόρια. Φαινόταν πολύ νέα για να οδηγεί. Όταν κοίταξα πίσω είδα ότι και τα αγόρια ήταν μικρά. Ο μεγαλύτερος να ήταν δεκαπέντε και νεώτερος κανένα χρόνο μεγαλύτερος από εμένα. Μας κοίταξαν και τους δύο για λίγο και μετά επικεντρώθηκαν στο ιδρωμένο μπούστο της μητέρας μου. Ύστερα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με νόημα.
-Χάθηκες;…
της είπε με θράσος το μεγαλύτερο που ήταν και το πιο μυώδες. Η μάνα μου είχε θέμα με την ασέβεια, ειδικά όταν προερχόταν από μικρά παιδιά. Παρόλα αυτά του μίλησε ήρεμα.
- Ναι θα προχωρήσουμε λίγο μέχρι να βρούμε τίποτα, του απάντησε φορώντας ένα ψεύτικο χαμόγελο.
- Δεν υπάρχει τίποτα εδώ κοντά. Μπορούμε να σε πάμε εμείς που πας αλλά θα μας πληρώσεις.
Η μητέρα μου δίστασε για λίγο. Με κοίταξε για μερικά δευτερόλεπτα που ήμουν ταλαιπωρημένος και αφού το σκέφτηκε λίγο αποφάσισε.
- Έχω 100 ευρώ. Θα σας τα δώσω αν μας πάτε εκεί που θέλουμε.
- Περίμενε.
Γύρισε στα άλλα και άρχισαν να συζητάνε στη γλώσσα τους.Μετά γύρισε στη μάνα μου.
- Δε θέλουμε λεφτά.
- Και τι θέλετε;
Εκείνος την κοίταξε με νόημα από πάνω μέχρι κάτω.
- Αι στο διάολο ρε κωλόπαιδα! Είναι και το παιδί μου μπροστά.
Πρώτη φορά είδα τη μητέρα μου τόσο νευριασμένη. Τα γυφτάκια έβαλαν τα γέλια. Η μητέρα μου πήγε να φύγει.
- Δεν υπάρχει κανένας σε αυτά τα μέρη και αρχίζει να νυχτώνει. Θα σας φάνε οι λύκοι.
Συνέχισαν για αρκετή ώρα να τσακώνονται. Η μάνα μου τους έβριζε και αυτός της έλεγε ότι δε θα βρει κανέναν άλλο και χρησιμοποιούσε το ότι είχε και εμένα ως δικαιολογία για να την τρομάξει. Εκείνη που και που με κοιτούσε ανήσυχη. Σιγά-σιγά την έψηναν.
- Είναι το παιδί εδώ δε μπορώ να κάνω τίποτα, τους είπε τελικά.
- Δε θα καταλάβει τίποτα. Θα βάλει η Μαρία το ράδιο για να μην ακούει και θα κοιτάει μπροστά το δρόμο. Εμείς θα είμαστε πίσω και θα μας "πληρώνεις" ενώ σας πηγαίνουμε.
Αν και στην αρχή η μητέρα μου δε συμφώνησε σε κάτι τόσο εξωφρενικό και επικίνδυνο, μετά από λίγα ακόμα λεπτά συζήτησης κατάφεραν να την πείσουν. Δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να το κάνει. Κινδυνεύαμε και οι δύο εδώ έξω. Το πρόσωπό της είχε παραμορφωθεί από μια γκριμάτσα αηδίας και ντροπής. Ακόμα και έτσι όμως παρέμενε όμορφο. Γύρισε σε εμένα και ακούμπησε τα χέρια της στα μάγουλά μου.
- Θέλω να κάτσεις μπροστά με την κοπέλα και ότι κι αν γίνει να κοιτάς τον δρόμο. Εντάξει;
Εγώ έγνεψα καταφατικά. Μάλλον νόμιζε ότι δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε ή τι της ζητούσαν. Εγώ όμως καταλάβαινα πολύ καλά. Τα γυφτάκια κατέβηκαν από την καρότσα, καθώς εγώ ξεκίνησα για τη θέση του συνοδηγού.
- Γδύστε την!
- Τι;
- Άμα γδυθούμε εκεί πάνω θα μας πάρει τα ρούχα ο αέρας.
Χωρίς να περιμένουν να δουν αν η μάνα μου είχε κάποια αντίρρηση, την άρπαξαν όλοι μαζί και άρχισαν να την γδύνουν με το έτσι θέλω και να τη χουφτώνουν. Εκείνη προσπαθούσε να τους απωθήσει.
- Όχι! Αφήστε με!
- Θες να σας πάρουμε ή όχι;…
της είπε το μεγαλύτερο ενώ συνέχιζε να τη γδύνει. Η μάνα μου συνέχισε να παλεύει χωρίς απάντηση. Αφού της έβγαλαν τη μπλούζα, της ξεκούμπωσαν το σουτιέν και το πήραν από το στήθος της, ελευθερώνοντας τα βυζιά της. Πρώτη φορά έβλεπα τα βυζιά της μαμάς μου. Ήταν μεγάλα, στρογγυλά, μαλακά και αρκετά στητά για μια γυναίκα της ηλικίας της. Καύλωσα αμέσως. Ποτέ δεν είχα φαντασιώσεις με τη μαμά μου, ούτε καν το είχα σκεφτεί. Τώρα όμως η πούτσα μου είχε γίνει πέτρα στη θέα της. Με το που τα είδαν σταμάτησαν να ασχολούνται με το βγάλσιμο του παντελονιού της και επικεντρώθηκαν σε αυτά.
Έπεσαν όλοι πάνω τους. Άρχισαν να τα ζουλάνε, να τα φιλάνε και να τα χαϊδεύουν με μανία, κάνοντας τη μάνα μου να αναστενάζει. Το βλέμμα της έπεσε σε εμένα.
- Μπες μέσα αγάπη μου. Μην κοιτάς!
Δεν είχε σημασία. Και που μπήκα μέσα μπορούσα να δω ξεκάθαρα τη σκηνή. Το παντελόνι έφυγε επιτέλους και της κατέβασαν και το στρινγκάκι, με μερικούς από αυτούς να βάζουν τα χέρια τους ανάμεσα στα πόδια της. Εκείνη έβγαζε θυμωμένα βογγητά. Την άφησαν και γδύθηκαν στα γρήγορα. Πέταξαν όλα τα ρούχα μπουλούκι στο πίσω κάθισμα και σκαρφάλωσαν στην καρότσα, ανεβάζοντας κι αυτή. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε. Πήγαινε με αργούς ρυθμούς για να μην πέσει και κανείς. Η κοπέλα δίπλα μου δεν έκανε τίποτα από όσα είχαν πει ότι θα κάνει. Κράτησε το ράδιο κλειστό, ώστε να ακούω καθαρά τα βογγητά της μάνας μου και όλοι οι καθρέφτες έδειχναν την καρότσα. Μπορούσα να δω τα πάντα.
Η μάνα μου όμως δεν ασχολούταν με το τι κάναμε εμείς. Το μυαλό της είχε θολώσει από τα τέσσερα στόματα που εξερευνούσαν το σώμα της. Παρά το ωραίο σώμα που είχε, ο πατέρας μου είχε χρόνια να την αγγίξει.
Τα δύο μικρά είχαν πιάσει το καθένα από ένα βυζί και ρούφαγαν αχόρταγα τις ρώγες της, το 14χρονο της κρατούσε τα χέρια από πίσω και της φιλούσε το λαιμό και την πλάτη, ενώ το 15χρονο είχε χώσει το πρόσωπό του ανάμεσα στα πόδια της και της έπαιρνε γλειφομούνι. Είχε τρελαθεί. Δεν είχε ξανανιώσει ποτέ κάτι τέτοιο. Τα βογγητά της είχαν δυναμώσει πάρα πολύ. Σε κάποια στιγμή, χωρίς να πάρουν τα στόματά τους από πάνω της, την ξάπλωσαν εντελώς στην καρότσα. Την είχαν κρύψει εντελώς. Μόνο τα πόδια της προεξείχαν από τα σώματά τους. Έκλειναν και τεντώνονταν σε ασύγχρονα διαστήματα. Το ίδιο και τα δάχτυλά της. Τα βογγητά της γίνονταν όλο και δυνατότερα μέχρι που μετατράπηκαν σε κραυγές.
- Μη σας παρακαλώ! Σταματήστε!
Τα πόδια της τεντώθηκαν εντελώς και άρχισαν να συσπώνται. Ο εξευτελισμός που είχε υποστεί ήταν μεγάλος. Τα ανήλικα που έπρεπε να την σέβονται και ούτε να την κοιτάζουν στραβά την είχαν ξαπλώσει κάτω και την έκαναν να χύνει για πάρτη τους. Έμειναν έτσι για μερικά δευτερόλεπτα, μέχρι που οι κραυγές σταμάτησαν και το σώμα της χαλάρωσε. Ο 15χρονος σηκώθηκε και όταν τον είδαν οι άλλοι πήραν και αυτοί τα στόματά τους από πάνω της. Η μητέρα μου έμεινε ξαπλωμένη να βγάζει δυνατούς αναστεναγμούς και να γυρνάει το κεφάλι της δεξιά αριστερά.
Οι πούτσες τους ήταν πέτρα. Ο 15χρονος έπιασε τα μαλλιά της με το μυώδες χέρι του και την σήκωσε στα γόνατα. Έφερε το πρόσωπό της κοντά στο καυλί του και εκείνη, καταλαβαίνοντας τι ήθελε το τύλιξε με το στόμα της, με ένα ύφος γεμάτο αηδία.
- Γλείφε μωρή πουτάνα! Τόση ώρα που σε γλείφαμε εμείς σου άρεσε όμως ε;
Ο μεγαλύτερος της παρέας, ήταν και αυτός που φαινόταν να ξέρει τι κάνει. Προφανώς αυτός είχε ξαναπάει με γυναίκα, ενώ οι υπόλοιποι ήταν παρθένοι. Την τράβηξε από πάνω του και την έδωσε, με τα μαλλιά στο 14χρονο. Μόλις χώθηκε στο στόμα της έβγαλε έναν μικρό αναστεναγμό. Μπαινοέβγαινε για λίγη ώρα, όμως δεν άντεξε και άρχισε να χύνει. Η μητέρα μου πήγε να αποτραβηχτεί αλλά ο 15χρονος της έπιασε το κεφάλι αναγκάζοντάς την να τα καταπιεί όλα. Η αηδία στο πρόσωπό της έγινε μεγαλύτερη. Μόλις τελείωσε την πέρασε και στους άλλους. Την είχαν για ώρα να τους πιπώνει εναλλάξ.
Σε κάποια στιγμή όταν ήταν πάλι η σειρά του μεγαλύτερου, αντί να της δώσει πίπα, είπε κάτι στα γύφτικα. Δύο κάθισαν στην αριστερή πλευρά της καρότσας, κρατώντας την στον αέρα ανάσκελα και ο 15χρονος πήγε μπροστά και της έπιασε τα πόδια. Με το ένα χέρι ακούμπησε το καυλί του στο μουνί της. Ύστερα την έπιασε γερά και από τα δύο κωλομέρια και με μία δυνατή κίνηση μπήκε μέσα της. Τα βογγητά της μάνας μου ξανακατέλαβαν το όχημα. Μπαινοέβγαινε αργά στην αρχή και όσο πήγαινε και αύξανε ταχύτητα μέχρι που τη χτυπούσε με τέτοια ταχύτητα που έκανε την κοιλιά της να κυματίζει. Μετακίνησε τα χέρια του από τον κώλο της στην απαλή μέση της και συνέχισε για λίγη ώρα, απολαμβάνοντας τα βογκητά και το ένοχο ύφος της μάνας μου. Όταν ο γαμιάς της άρχισε να βαριανασαίνει, η μάνα μου ήξερε ακριβώς τι επρόκειτο να συμβεί.
- Όχι μέσα μου, σε παρακαλώ.
Το είπε χωρίς συναίσθημα. Δεν πίστευε ότι τα παρακάλια της θα έκαναν τίποτα. Και είχε δίκιο. Ο γύφτος έβγαλε μια φωνή και άρχισε να χύνει μέσα της, ανεβάζοντας τα ντεσιμπέλ των βογκητών της για λίγο. Για μια στιγμή, τα σώματα και των δύο έσφιξαν και οι φωνές τους συγχρονίστηκαν. Τα μυαλά και των δύο τα είχε καταλάβει η απόλαυση. Ο συντονισμός αυτός έφυγε όταν τελείωσαν και ο γύφτος ξαναπήρε την αυτάρεσκη γκριμάτσα του, ενώ η μαμά μου είχε μια ταπεινωμένη έκφραση, δείχνοντας ότι δεν ήθελε να νιώσει τίποτα από αυτά. Μόλις την είχε γαμήσει ένα ανήλικο.
Βγήκε από μέσα της και άλλαξε θέση με ένα από τα μικρότερα.Είχε μια τούφα από τα μαλλιά του βαμμένη ξανθιά και είχε συνεχώς μια κακάσχημη θυμωμένη έκφραση. Την έπιασε από τους γοφούς και έχωσε την πούτσα του στο μουνί της βγάζοντας έναν μακροχρόνιο αναστεναγμό. Την έμπηξε δύο φορές και στην τρίτη του βγήκε και έπρεπε να την ξαναβάλει. Όση ώρα τη γαμούσε είχε το κεφάλι ευθεία και κοιτούσε το κενό εκστασιασμένος. Μετά από λίγη ώρα κοίταξε κάτω.
- Σου αρέσει να σε γαμάνε γύφτοι μωρή; Σαν πουτάνα είσαι.
Ενστικτωδώς, η μάνα μου του έριξε χαστούκι κάνοντας τη θυμωμένη μούρη του να γίνει ακόμα πιο βλοσυρή. Ο 15χρονος της έπιασε τα χέρια.
- Τι έκανες μωρή;
Ο μικρός που τη γαμούσε, της έδωσε ένα χαστούκι στη μούρη, κάνοντάς τη να ουρλιάξει και μετά άλλο ένα στο βυζί.
- Σταμάτα!
Της έριξε ένα ακόμα στο άλλο βυζί και μετά το έφερε στο στόμα του και άρχισε να το δαγκώνει. Τα βογκητά απόλαυσης μετατράπηκαν σε βογκητά πόνου. Το γαμήσι συνεχίστηκε έτσι, με αυτόν να τη βαράει και να τη δαγκώνει και εκείνη να του ζητάει συγνώμη για να σταματήσει. Ξαφνικά το σώμα της άρχισε να συσπάται και η φωνή της δυνάμωσε. Το ξύλο και το γαμήσι από το 13χρονο την έκανε να χύσει. Άρχισαν όλοι να γελάνε. Μέχρι και το κορίτσι δίπλα μου έσκασε ένα χαμόγελο. Εγώ είχα μπερδευτεί. Δε μπορούσα να καταλάβω γιατί η μαμά μου που είχε τέτοιο θέμα με το σεβασμό φτιαχνόταν όταν ένα από τα άτομα που έπρεπε να την σέβεται περισσότερο, την ξεφτίλιζε και την κυριαρχούσε.
Ο μικρός βγήκε από μέσα της και ακολούθησαν οι άλλοι δύο. Ένας-ένας έχασαν την παρθενιά τους από την μάνα μου. Αφού την πήραν όλοι σε αυτή τη στάση την έβαλαν στα τέσσερα και ξεκίνησαν από την αρχή. Η "πληρωμή" συνέχισε για ώρα και στις δύο στάσεις. Σιγά-σιγά κάποιοι από τους μικρούς πρέπει να έπαιρναν το κολάι, γιατί όταν έπιαναν τη μητέρα μου, βογκούσε δυνατότερα. Έχυσε αρκετές φορές ακόμα. Πότε-πότε τους έλεγε να σταματήσουν. Εκείνοι την αγνοούσαν και συνέχιζαν ακάθεκτοι. Ήμουν τόσο απασχολημένος να κοιτάζω το βιασμό της μητέρας μου που εξεπλάγην όταν σταματήσαμε. Είχαμε φτάσει στο σπίτι.
Τους άκουσα να κατεβαίνουν. Δε φόρεσαν τα ρούχα τους. Ο 15χρονος,έχοντας ακόμα την πούτσα του μέσα στο μουνί της, την κρατούσε από τα πόδια στον αέρα καθώς περπάταγε προς το σπίτι με αυτή στην αγκαλιά του. Είχε κολλήσει το απαλό σώμα της πάνω στο μυώδες κορμί του. Εκείνη ήταν εξαντλημένη. Τον είχε αγκαλιάσει με τα χέρια της και είχε ακουμπήσει το σαγόνι της στον ώμο του.
- Φτάσαμε. Κατέβασέ με… απαίτησε.
Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο εκτός του να απαιτεί. Δεν μπορούσε ούτε να κουνηθεί. Έτσι, όταν εκείνος την αγνόησε για εκατοστή φορά, έπαψε να προσπαθεί. Άνοιξαν την πόρτα με τα κλειδιά από τα ρούχα της και μπήκαν μέσα. Πήγαν στην κρεβατοκάμαρα και ο γύφτος έπεσε με αυτή στο κρεβάτι. Έτσι όπως ήταν κολλημένος πάνω της, άρχισε να τη γαμάει. Η μάνα μου προσπαθούσε να μην τον κοιτάει στα μάτια. Εκείνος είχε το πρόσωπό του κοντά στο δικό της και της φιλούσε το λαιμό. Η μάνα μου προσπάθησε να κρατηθεί, αλλά μάταια. Τελείωνε για ακόμη μια φορά από το ανήλικο που τη βίαζε. Συνάντησε το βλέμμα του με το δικό της και παραδόθηκε στην ηδονή.
Σειρά είχε ο 14χρονος. Καθώς τη γαμούσε ένας από τους άλλους δύο πήγε από πάνω της και έχωσε την πούτσα του στο στόμα της. Είχαν ανέβει όλοι πάνω στο κρεβάτι και την είχαν περικυκλώσει. Η κοπέλα είχε κάτσει πάνω σε ένα κομοδίνο και τους χάζευε. Είδα το χέρι της να μπαίνει στη φούστα της. Κάποιοι, που δεν ήταν ακόμα η σειρά τους, άρχισαν να ψάχνουν το σπίτι και να παίρνουν πράγματα. Πήγα έξω στο αυτοκίνητο για να πάρω τα ρούχα της με το πορτοφόλι μιας και ήμουν σίγουρος πως θα τα κλέβανε και αυτά. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός πως οι φωνές της ακούγονταν τόσο δυνατά και έξω από το σπίτι. Μόλις γύρισα είδα πως την έπαιρνε το γυφτάκι με τη θυμωμένη μούρη που πριν τη βάραγε. Η μάνα μου είχε το ένα χέρι στο κρεβάτι δίπλα από το πρόσωπό της και το άλλο στο σβέρκο του. Όποτε έκανε κίνηση να της φιλήσει τα βυζιά του χάιδευε τα μαλλιά. Όποτε της τα δάγκωνε αντ' αυτού, ή την κακοποιούσε και την ξεφτίλιζε με κάποιο άλλο τρόπο, έβαζε και το άλλο χέρι στο κρεβάτι και γράπωνε τα σεντόνια, βγάζοντας καυλωτικές κραυγές. Προσπαθούσε να τον κάνει να αισθανθεί όσο πιο κυρίαρχος γινόταν.
Όταν την έπαιρνε ο μεγάλος, φίλαγε τους δικέφαλούς του και ρούφαγε χωρίς καμία αντίσταση τις πούτσες των άλλων. Πλέον έδειχνε να της αρέσει. Προφανώς, κάποια στιγμή, μετά από τους αλλεπάλληλους οργασμούς, είχε γίνει δική τους. Συνέχισαν να τη γαμάνε για κανένα μισάωρο ακόμα. Αφού γάμησαν και τα βυζιά της και την έχυσαν σε όλο το σώμα, σηκώθηκαν κι έφυγαν. Όταν άκουσα το αυτοκίνητό τους να φεύγει πήγα κι έκλεισα την πόρτα που είχαν αφήσει μισάνοιχτη. Ύστερα πήγα στην κρεβατοκάμαρα. Η μητέρα μου ήταν ξαπλωμένη με ανοιχτά τα πόδια και τα χέρια. Χυμένη παντού. Τα μάτια της ήταν κλειστά. Μετά από τόση εξάντληση κοιμόταν του καλού καιρού. Δεν ξύπναγε ούτε με κανόνια. Τα πόδια της ακόμα ψιλοέτρεμαν.
Μετά από κάνα δίωρο σηκώθηκε και πήγε κατευθείαν στο μπάνιο. Όταν βγήκε μου είπε να μην πω τίποτα σε κανέναν και άρχισε να με παρηγορεί. Που να ήξερε ότι εγώ ήθελα άλλου είδους παρηγοριά. Η πούτσα μου όλη αυτή την ώρα δεν είχε κατέβει. Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα καθόλου. Φαντασιωνόμουν διαρκώς τη μητέρα μου να με καβαλάει γυμνή και να χορεύει πάνω μου. Πέρασα όλη την νύχτα να τον παίζω. Δεν θα την ξανακοίταζα ποτέ με τον ίδιο τρόπο.
Copyright protected OW ref: 100920
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.