- «Το Σάββατο έχουμε συγκέντρωση των καθηγητών στο σχολείο. Θα κάνουμε ένα μικρό παρτάκι, επί της ευκαιρίας που προβιβάστηκα σε Γυμνασιάρχη», μου ανακοινώνει το πρωί στο κρεβάτι με ύφος σα να θέλει να μου πει ότι είναι απαραίτητη και η παρουσία μου.
Αυτές τις συγκεντρώσεις τις βαριέμαι όσο τίποτα άλλο. Κάθε λίγο και λιγάκι, πότε σε ταβέρνα, πότε στο σχολείο μαζεύονται και λένε του κόσμου τις μαλακίες. Βαθυστόχαστες αναλύσεις, χρηματιστήριο και η κατάσταση στο χώρο της παιδείας. Οι πιο πολλοί συνάδελφοι του άντρα μου είναι 45άρηδες και πάνω. Το ίδιο και οι καθηγήτριες. Κάτι γεροντοκόρες, μερικές από τον τρόπο που μιλάνε μου μοιάζουν αγάμητες εντελώς. Συνήθως οι παντρεμένοι φέρνουν μαζί και τις γυναίκες τους, εγώ τις πιο πολλές φορές βρίσκω προφάσεις και δεν ακολουθώ τον άντρα μου.
Τούτη τη φορά δεν γινόταν να λουφάρω. Σάββατο απόγευμα, ο άντρας μου άρχισε να ετοιμάζεται. Το κουστουμάκι του, τα καινούργια παπούτσια, την γραβάτα που έπρεπε εγώ να του δέσω. Τις δυο φορές που τον είχα ακολουθήσει, είχα ντυθεί απλά. Τώρα δεν ξέρω τι μ’ έπιασε και διάλεξα από την πλούσια γκαρνταρόμπα μου ότι πιο προκλητικό υπήρχε. Ένα κόκκινο στενό μίνι, με μία λευκή μπλούζα που αν σκύψω φαίνονται τα μεγάλα μου βυζιά. Μαύρο καλσόν, γόβες με ψηλά τακούνια και ένα κόκκινο σακάκι. Το μαύρο σουτιέν που φόρεσα προκαλούσε αντίθεση με την λευκή μπλούζα και υπερτόνιζε τις βυζάρες μου. Λίγο κραγιόν και μέικ απ, τα μαλλιά ήταν χτενισμένα από το κομμωτήριο και έτοιμη η κυρία Κατερίνα! Μόλις μ’ αντίκρισε ο Γιώργος έπαθε πλάκα.
- «Δεν ήξερα ότι έχω τόσο καυλιάρα γυναίκα!», μου λέει και γελάει.
Κατάλαβα ότι το ευχαριστιόταν που θα έδειχνε στους συναδέλφους του μια τόσο γοητευτική γυναίκα. Ο Γιώργος κοντεύει τα πενήντα, εγώ είμαι τριάντα εννέα, και εμφανισιακά πάντα συγκινώ τους άνδρες, αν κρίνω από διάφορα πειράγματα και φλερτ. Αν ενδίδω; Δεκαπέντε χρόνια παντρεμένη, με δυο παιδιά, έναν σύζυγο που με προσέχει και με περιποιείται, θα έπρεπε κανονικά να έχω τιμήσει το στεφάνι. Έλα όμως που δεν μπορείς να αντισταθείς στους πειρασμούς και τις προκλήσεις. Ναι, τον έχω κερατώσει πολλές φορές, χωρίς να σημαίνει ότι αυτό επιδιώκω πάντα. Αν μ’ αρέσει η φάση με κάποιον, το προχωράω με κάθε προφύλαξη και όσο πάει, πήγε.
- «Νομίζω αγάπη μου ότι σήμερα είναι μια μεγάλη μέρα για σένα. Και γι’ αυτό φόρεσα αυτά τα ρούχα. Να αισθάνεσαι υπερήφανος και για την γυναίκα που έχεις δίπλα σου…», του λέω μπαίνοντας στο αυτοκίνητο.
Το ραντεβού για την σύναξη ήταν στις επτά. Φτάσαμε μισή ώρα νωρίτερα για να κανονίσουμε τις λεπτομέρειες. Μπίρες, κρασιά, ουίσκι, μεζεδάκια από κέτερινγκ και όλα τα σχετικά. Ο κόσμος άρχισε σιγά - σιγά να καταφθάνει. Οι καθηγητές με τις γυναίκες τους οι πιο πολλοί, οι αγάμητες γεροντοκόρες καθηγήτριες. Όλους τους ήξερα, εκτός από έναν 35άρη και γεροδεμένο.
- «Κατερίνα, να σου συστήσω από εδώ τον καινούριο γυμναστή του σχολείου μας. Ανύπαντρος και μεγάλος γυναικοκατακτητής!», λέει ο άντρας μου χαμογελώντας.
- «Μάνος Σ….ς. Χαίρω πολύ, ωραιοτάτη μου κυρία!», λέει ο γυμναστής και μου απλώνει το χέρι.
Το έσφιξε, κράτησε στην παλάμη του την δική μου πέντε δευτερόλεπτα και με το βλέμμα του με έγδυσε κυριολεκτικά! Όταν ήρθε όλος ο κόσμος, συγκεντρωθήκαμε στο γραφείο του Γιώργου. Εκεί έβγαλε έναν σύντομο λόγο, μερικά πειράγματα και αστειάκια από τους συναδέλφους, και μετά από λίγο κατευθυνθήκαμε όλοι στον πάνω όροφο σε μια μεγάλη αίθουσα. Εκεί έπεσαν όλοι με τα μούτρα στο φαγητό και στο ποτό.
Εγώ δεν πεινούσα, και αρκέστηκα σε λευκό παγωμένο κρασί. Ένα, δυο, τρία ποτηράκια, η διάθεσή μου έφτιαξε για τα καλά. Το ίδιο και των υπολοίπων. Ο άντρας μου, ως τιμώμενο πρόσωπο, ήταν συνεχώς περικυκλωμένος από τους συναδέλφους του. Όλη την ώρα ο γυμναστής έριχνε προς το μέρος μου κλεφτές ματιές. Με έτρωγε με τα μάτια του από πάνω ως κάτω. Κάθισα σε μια καρέκλα και απολάμβανα το τέταρτο ποτήρι κρασί όταν με πλησίασε. Το μίνι που φορούσε αποκάλυπτε τα καλλίγραμμα πόδια μου και όχι μόνο. Νωχελικά και επηρεασμένη από το κρασί ανοιγόκλεινα τα μπούτια μου.
Πιάσαμε συζήτηση περί ανέμων και υδάτων. Ο Μάνος κάθισε απέναντί μου σε άλλη καρέκλα στο ένα μέτρο. Είχε την διάθεση να με φλερτάρει, αλλά κοιτούσε και δεξιά και αριστερά, προς αποφυγήν κάθε παρεξήγησης. Ήταν σίγουρα ο πιο γοητευτικός απ’ όλους τους άνδρες στο σχολείο. Αρρενωπός, με καταπληκτικό και γεροδεμένο σώμα, και μια φωνή που σε μάγευε. Κάποια στιγμή γέλασα με την ψυχή μου μ’ ένα αστείο που είπε και χωρίς να το καταλάβω άνοιξα τόσο πολύ τα πόδια μου που φάνηκε το μαύρο στρινγκ που φορούσα. Τον συνέλαβα αμέσως να καρφώνει τα μάτια του κάτω από τη φουστίτσα, αλλά δεν είδα να τον ενόχλησε αυτό. Ίσα - ίσα που μου έσκασε ένα προκλητικό χαμόγελο. Σα να μου ‘λεγε: «Εγώ εσένα θα σε πάρω εδώ μέσα, εδώ και τώρα!» Το κατάλαβα από το φούσκωμα του παντελονιού του.
Κατέβασε τα πόδια του (είχε το ένα πάνω στο άλλο), και ανοίγοντάς τα λίγο, το μάτι μου καρφώθηκε στο φερμουάρ του παντελονιού. Ο άνθρωπος είχε φτιάξει μια πούτσα τεράστια!! Έτοιμη να σκίσει το παντελόνι και να βγει έξω! Μια γλυκιά ανατριχίλα πέρασε από το κορμί μου. Δεν το κρύβω άρχισα να καυλώνω. Ο άντρας μου ήταν πέντε - έξι μέτρα δίπλα μου μέσα στον κόσμο, και ένας συνάδελφός του ήταν η αιτία να αρχίσει να υγραίνει το μουνί μου. «Άμα δεν του τα φορέσω σήμερα, να μην με λένε εμένα Κατερίνα!», σκέφτηκα προς στιγμήν. Τις καυλιάρικες σκέψεις μου και την παρέα με τον γυμναστή, τις διέκοψε ένα ζευγάρι που πλησίασε προς το μέρος μας. Αμέσως έκλεισα τα πόδια μου και όσο μπόρεσα κατέβασα το μίνι. Συνεχίσαμε σε πιο σοβαρό ύφος την συζήτηση, όταν κάποια στιγμή σηκώθηκε ο Μάνος.
- «Με συγχωρείτε, θα βγω λίγο έξω να πάρω αέρα…», λέει και εξαφανίζεται.
Σηκώθηκα κι εγώ και πήγα προς τον άντρα μου. Μ’ ένα ποτήρι στο χέρι, και φανερά φτιαγμένος από το ποτό όπως και οι υπόλοιποι, έλεγαν του κόσμου τις μαλακίες. Ούτε καν που με πήρε χαμπάρι, όπως ήταν αφοσιωμένος με τους συναδέλφους του. Πήρα κι εγώ την τσάντα μου, ξεγλίστρησα από το πλήθος και βγήκα από την αίθουσα. Στο βάθος του διαδρόμου, μπροστά σ’ ένα παράθυρο ήταν ο Μάνος. Κάπνιζε και κοιτούσε προς τον δρόμο. Με αργά βήματα άρχισα να κατευθύνομαι προς το μέρος του.
- «Το κάπνισμα βλάπτει την υγεία…», του λέω και τον κοιτάω προκλητικά στα μάτια.
- «Σοβαρά; Ξέρω κάτι πάντως που σίγουρα δεν βλάπτει την υγεία, ίσα - ίσα που της κάνει καλό…», μου απαντάει με τον ίδιο προκλητικό τόνο.
- «Μπα; Και τι είναι αυτό;», προλαβαίνω να ρωτήσω.
Τότε μ’ αρπάζει από το χέρι, με τραβάει προς το μέρος του και με πάει στις σκάλες.
- «Έλα μαζί μου…», λέει με σιγανή και παθιάρικη φωνή.
Κατεβήκαμε τα σκαλοπάτια και φτάσαμε μπροστά στο γραφείο του άντρα μου που ήταν ξεκλείδωτο. Άνοιξε την πόρτα και με τράβηξε με δύναμη προς τα μέσα. Χωρίς να μου πει κουβέντα, χωρίς να προλάβω καλά - καλά να διαμαρτυρηθώ, με σήκωσε με τα δυο χέρια και με ξάπλωσε πάνω στο μεγάλο γραφείο του άντρα μου.
- «Τώρα θα σου δείξω εγώ τι δεν βλάπτει την υγεία! Σαν πουτάνα θα σε γαμήσω και άσε τον μαλάκα τον άντρα σου να βόσκει επάνω!»
Απίστευτο! Ένας άγνωστος άντρας, δύο ώρες είχαν περάσει από τότε που μου τον σύστησε ο άντρας μου, ήταν έτοιμος να με βιάσει! Έβγαλε τις γόβες μου, σήκωσε ψηλά το μίνι, και κατέβασε προσεκτικά το καλσόν μου, μέχρι να το βγάλει όλο. Με μανία έσκισε το στρινγκ που φορούσα, δυο κομμάτια το έκανε και το πέταξε πάνω στο κάδρο του γραφείου, που είχε μια φωτογραφία δική μου με τον άντρα μου.
Σαν αγρίμι έπεσε πάνω μου, άρχισε να χουφτώνει το ξυρισμένο μουνί μου, και να με φιλά με λύσσα στο στόμα, στο λαιμό, στο αφτί μου. Με δύναμη και πίεση άνοιξε το στόμα μου και έβαλε μέσα την γλώσσα του. Με το δεξί χέρι πασπάτευε το μουνί μου, έχωσε μέσα δύο δάχτυλα και ρυθμικά με γαμούσε μ’ αυτά. Απίστευτη καύλα Θεέ μου! Το μουνί μου ήταν μούσκεμα, ο μπάσταρδος το είχε καταλάβει από την πρώτη στιγμή. Έβγαλε απότομα τα δάχτυλά του, και άρχισε να τα γλείφει.
- «Απ’ ότι βλέπω καριόλα, σ’ αρέσει. Έτοιμη, φτιαγμένη για ξέσκισμα είσαι!»
Ο τρόπος που μου μιλούσε με καύλωνε ακόμη πιο πολύ. Με μεταχειριζόταν σαν μία του δρόμου, χωρίς να με ξέρει καλά - καλά, πάνω στο γραφείο του άντρα μου, το οποίο δυο ώρες νωρίτερα έδειχνε με καμάρι ο Γιώργος.
- «Που ‘σαι κύριε γυμνασιάρχη μας, να δεις τι καύλες έχει η πουτάνα η γυναίκα σου!!» αναφώνησε θριαμβευτικά και ξανάχωσε τα δάχτυλα στο μουνί μου.
Την ίδια στιγμή με το άλλο χέρι σήκωσε ψηλά την μπλούζα μου. Πως δεν την έσκισε, ένας Θεός ξέρει.
- «Πω, πω κορμάρα μου, τι βυζάρες είναι αυτές!», μου ψιθύρισε και άρχισε να πασπατεύει και να ζουλάει με δύναμη τα βυζιά μου.
Τράβηξε προς τα κάτω το σουτιέν, και οι καυλωμένες ρώγες πετάχτηκαν μπροστά του. Έγλειφε, δάγκωνε, έβγαλε τα δάχτυλα από το μουνί μου, έπιασε και με τα δυο χέρια τα βυζιά μου και έχωσε ανάμεσά τους το πρόσωπό του.
- «Και τώρα μωρό μου, τι θέλεις να σου κάνω; Πες μου, τι θέλεις να σου κάνω;», μου λέει με επιτακτικό ύφος και σηκώνεται όρθιος μπροστά στο τραπέζι.
Άρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι, κατέβασε το φερμουάρ και μετά ως τα γόνατα το παντελόνι. Ο πούτσος ήταν τεντωμένος, έτοιμος να σκίσει το μποξεράκι που φορούσε.
- «Πες μου καριόλα, τώρα τι θέλεις;», επανέλαβε.
- «Θέλω να με γαμήσεις. Θέλω να με γαμήσεις!», φώναξα όσο πιο σιγά μπορούσα.
Κραυγή ηδονής, είχα χάσει τον κόσμο, η καύλα με είχε κυριεύσει, το μόνο που ήθελα ήταν να αισθανθώ το καυλί αυτού του άντρα μέσα μου.
- «Ξαναπέστο καριόλα, θέλω να το ακούσω πάλι!», λέει και χώνει ένα δάχτυλο βαθιά στο μουνί μου.
Άρχισα να παραληρώ, βογκούσα, με παίδευε κι εγώ ήθελα να μπει επιτέλους στο ψητό.
- «Σκίσε με, γάμησε με επιτέλους. Δώσε μου τον πούτσο σου!!!»
- «Πάρ’ τον, σκύλα, πάρ’ τον όλος δικός σου!», λέει και τον πετάει έξω.
Τέτοιο πράγμα δεν είχα ξαναδεί! Καλά δεν το συζητάω, του άντρα μου, είναι σχετικά μικρό. Αλλά και τα καυλιά των κατά καιρούς εραστών μου λίγο πολύ ήταν φυσιολογικά. Τούτο δω, ήταν εξωπραγματικά μεγάλο. Και χοντρό!
- «Έχεις ξαναδεί καριόλα τέτοιο καυλί; Ε; Έχε χάρη που δεν έχουμε χρόνο, αλλιώς θα σε ξέσκιζα απ’ όλες τις τρύπες και θα σ’ έκανα να μην μπορείς να περπατήσεις. Γαμιόλα, ξεσκισμένη, τώρα θα δεις πως γαμάνε!», μου λέει.
Με αρπάζει από τα μαλλιά, σηκώνει το κεφάλι μου και χώνει τον πούτσο στο στόμα μου. Άρχισε να γαμάει με λύσσα το στόμα μου, τον έχωνε όσο πιο βαθιά γινόταν, παραλίγο να με πνίξει, τον έβγαζε έξω, μου έδινε πουτσοσκάμπιλα, ξανά μέσα με δύναμη, με το άλλο χέρι πασπάτευε το μουνί μου που ήταν έτοιμο να εκραγεί. Αυτό δεν κράτησε πολύ, ένα - δυο λεπτά, τον ρουφούσα λαίμαργα, έγλειφα όταν τον έβγαζε έξω και τα αρχίδια του, κάποια στιγμή γυρίζει απότομα το κεφάλι μου στο πλάι, και βάζει το καυλί του στο αυτί μου.
- «Εσένα απ’ τα αφτιά πρέπει να σε γαμήσω, από τις άλλες τρύπες είσαι ξεσκισμένη!»
Με ξανάριξε στο γραφείο. Το κεφάλι μου ακουμπούσε δίπλα στο κάδρο με την φωτογραφία με τον άντρα μου.
- «Τι την βλέπεις μωρή γαμιόλα την φωτογραφία; Τον κερατά τον άντρα σου βλέπεις; Ε; Θα του την γαμήσω τώρα εγώ την γυναίκα, θα την ξευτιλίσω στον πούτσο!»
Ξαφνικά σκύβει κάτω και παίρνει το καλσόν. Πιάνει την μια άκρη και τυλίγει τον πούτσο του μέσα στο καλσόν.
- «Θα σε γαμήσω με το καλσόν, και μετά θα το φορέσεις και θα πας στον άντρα σου!»
Το ‘πε και το ‘κανε! Έχω την πούτσα του, τυλιγμένη μέσα στο καλσόν, στο μουνί μου. Στην αρχή με αργές κινήσεις, στη συνέχεια πιο γρήγορα, με γαμούσε δυνατά, και με το αριστερό του χέρι, χτυπούσε τον κώλο μου. Έπεσε όλος πάνω μου, έβγαλε την γλώσσα του, και με έγλειφε στα βυζιά.
Τα δάγκωνε, έφτυνε τις ρώγες, ο τεράστιος πούτσος του μπαινόβγαινε με πολύ γρήγορους ρυθμούς, ώσπου δεν άντεξα. Άρχισα να ουρλιάζω από ηδονή, σπαρταρούσα στα χέρια του, και έχυνα ασταμάτητα.
- «Ναι πουτσαρά μου, δώστα μου όλα, σκίσε με, σκίσε με!»
Θριαμβευτικά ο Μάνος σηκώνεται από πάνω μου, βγάζει το καλσόν, χώνει τον πούτσο του τώρα έτσι όπως ήταν ξανά στο μουνί μου, μία, δύο, τρεις φορές, και άρχισε να χύνει και αυτός ασταμάτητα. Έξω από το μουνί μου, στα μπούτια μου, λέρωσε λίγο και το καλσόν μου, μετά ανέβηκε πάνω μου και έφερε τον πούτσο στο πρόσωπο μου.
- «Γλείψ’ τον καλά! Ρούφα κάθε σταγόνα. Θέλω να τον σκουπίσεις!»
Πραγματικά δεν άφησα σταγόνα. Με λαιμαργία, σαν ζώο, κατάπινα τον πούτσο του. Ο Μάνος σηκώθηκε και άρχισε να ανεβάζει το μποξεράκι και το παντελόνι του. Την ώρα που κούμπωνε το παντελόνι του, τον άκουγα θριαμβευτικά να λέει:
- «Μ’ αρέσουν τα πιπινάκια, αλλά οι σαραντάρες έχουν άλλη χάρη, άλλη καύλα. Εσύ είσαι γεννημένη για γαμήσι και θα περάσουμε καλά εμείς οι δύο από δω και πέρα. Σκουπίσου τώρα, ντύσου και τρέχα στον μαλάκα τον άντρα σου. Την επόμενη φορά θα σε γαμήσω στην κρεβατοκάμαρα του σπιτιού σου!»
- «Είσαι μεγάλο καθίκι!», αναφώνησα όταν είχα ηρεμήσει από το γαμήσι και συνειδητοποίησα τι συνέβη.
- «Εγώ είμαι μεγάλο καθίκι κι εσύ μεγάλη πουτάνα!», μου απαντάει αμέσως και χώνει ένα δάχτυλο στο στόμα μου.
Του το δάγκωσα, και αποτραβήχτηκε. Γέλασε ειρωνικά, έσκυψε και μου ψιθύρισε στο αφτί:
- «Αν το ξανακάνεις αυτό, θα δείξω στον άντρα σου την σκισμένη κιλότα. Να ‘την, αυτήν εδώ!»
Την ίδια στιγμή παίρνει στα χέρια του το κομμένο στρινγκ, και το έβαλε στην τσέπη του σακακιού του.
- «Έτσι κι αλλιώς δεν μπορείς να το φορέσεις. Θα το κρατήσω για λάφυρο. Είναι το πρώτο μου ενθύμιο…», λέει και γελάει δυνατά.
Σαν ελατήριο πετάχτηκα πάνω. Οργισμένη και ανήσυχη, έβγαλα μερικά χαρτομάντιλα από την τσάντα μου και άρχισα να σκουπίζομαι.
- Μόνο το πρόσωπό σου σκούπισε. Τις χυσιές να τις αφήσεις πάνω στο μουνί σου!», με διέταξε και αυτό με έκανε έξαλλη.
- «Τι λες βρε μαλάκα, ρε αλήτη. Κάναμε ότι κάναμε, δεν θα σ’ αφήσω να με καταστρέψεις, να με καταλάβει ο άντρας μου!»
Ο Μάνος ήταν απτόητος.
- «Μην φοβάσαι, δεν θα πάρει χαμπάρι ο άντρας σου. Στο σπίτι θα κάνεις μπάνιο και μετά θα σε γαμήσει καθαρή ο μαλάκας. Τι να σε γαμήσει δηλαδή, εσύ για να χορτάσεις, θέλεις τον δικό μου πούτσο!»
Άρχισα να βάζω το καλσόν, αυτό που πριν από λίγο το είχε χώσει μέσα στο μουνί μου μαζί με τον πούτσο του. Ψηλά υπήρχε ένας λεκές, ευτυχώς καλυπτόταν κάπως από την φουστίτσα. Κατέβασα την φούστα όσο γινόταν πιο χαμηλά, έφτιαξα το σουτιέν, την μπλούζα μου, λίγο μέικ απ στο πρόσωπο, τα μαλλιά μου που ήταν ανακατεμένα, έβαλα τις γόβες και έτρεξα χωρίς να πω κουβέντα στην πόρτα. Την ώρα που άνοιγα την πόρτα και βγαίνοντας από το γραφείο τον άκουγα να φωνάζει και να γελάει.
- «Πουτάνα, θα με παρακαλάς να σε γαμάω. Παρτούζα θα σε πάρω με έναν κολλητό μου, μέσα στο σπίτι σου!»
Έφυγα τρέχοντας στον διάδρομο, ούτε που κατάλαβα πότε ανέβηκα τα σκαλοπάτια. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα στην αίθουσα. Μεγάλη βαβούρα, όλοι σχεδόν έπιναν και ήταν στον κόσμο τους. Πόσο είχα λείψει; Είκοσι λεπτά; Παραπάνω; Μισή ώρα δεν ήταν. Μέσα στον κόσμο (καμιά τριανταριά άνδρες και γυναίκες) πλησιάζω προς την παρέα του άντρα μου. Εγώ ήμουν έτοιμη να του πω καμία δικαιολογία, ότι πήγα στην τουαλέτα κλπ., κι αυτός στον κόσμο του! Ούτε που κατάλαβε ότι έλειπα!
- «Καλώς την γυναικούλα μου. Έλα εδώ καλέ να διαλέξεις κανένα cd. Υπάρχει κόσμος που θέλει να χορέψει!»
«Βρε, τον μαλάκα!», σκέφτηκα. «Εγώ του γαμιόμουνα κάτω από την μύτη του κι αυτός θέλει να του βάλω μουσική…!», είπα μέσα μου. Μαζί με την γυναίκα ενός συναδέλφου του άντρα μου, ξεχωρίσαμε τα cd και βάλαμε πρώτα ένα με τον Μητροπάνο. Ζεϊμπέκικα, κάνα – δυο άνδρες άρχισαν να ρίχνουν τις στροφές τους. Εγώ αισθανόμουν πολύ άβολα. Χωρίς κιλοτάκι, με το μουνί μου γύρω - γύρω πασαλειμμένο με το σπέρμα του Μάνου. Πρόσεχα τις κινήσεις μου, δεν έπρεπε με τίποτα να καθίσω. Ούτε καν να χορέψω, σε οποιαδήποτε κίνηση, το θέαμα που θα αποκαλυπτόταν θα συνιστούσε σκάνδαλο.
Μόλις τελείωσε το πρώτο τραγούδι, είδα στο βάθος να ανοίγει η πόρτα και να μπαίνει μέσα ο Μάνος. Αμέριμνος σφύριζε, χαμογελούσε δεξιά και αριστερά, έκανε πλάκες με τους συναδέλφους του. Έτσι και με πλησίαζε, θα ξεγλιστρούσα, θα πήγαινα πιο δίπλα, σε άλλη παρέα. Ούτε που γύρισε όμως να με κοιτάξει. Ενώθηκε με την παρέα του άντρα μου, και έβαλε το χέρι του, στην τσέπη του σακακιού του. Πάγωσα! Έχασα το φως μου εκείνη την στιγμή! Ο Μάνος γύρισε απότομα και με κοίταξε προκλητικά. Έσκασε ένα χαμόγελο, και έβγαλε ξανά το χέρι του από την τσέπη. Χωρίς το κιλοτάκι μου!
Η ώρα περνούσε, όλος ο κόσμος ήρθε στο κέφι, μέχρι και ο άντρας μου άρχισε να χορεύει. Του χτυπούσα όρθια παλαμάκια, που να σκύψω, για τέτοια είμαστε τώρα; Να σκύψω, να ανοίξει η φούστα και να φανεί στους απέναντι ότι δεν φοράω τίποτα από μέσα; Ο Γιώργος με παρότρυνε να ρίξω κι εγώ δυο στροφές. Με τίποτα! Προφασίστηκα ότι έχω πονοκέφαλο.
- «Δεν πειράζει αγάπη μου, χόρεψε εσύ για μένα!», του απάντησα.
Όση ώρα χόρευε ο άντρας μου, και γύρω - γύρω όλοι μας χτυπούσαν παλαμάκια, ο Μάνος χωρίς να τον πάρω είδηση, ήρθε και κόλλησε ακριβώς από πίσω μου. Δεν μπορούσα να φύγω από εκείνο το σημείο, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Η μουσική έπαιζε δυνατά, ένα ζεϊμπέκικο του Καζαντζίδη. Ο Μάνος κόλλησε πιο κοντά μου, το παντελόνι του άγγιξε στην φούστα μου από πίσω. Άρχισε να τρίβεται πάνω μου, την ώρα που χτυπούσα παλαμάκια. Προσπαθούσα να κρύψω την ταραχή μου, δεν ήταν και ότι πιο βολικό υπήρχε. Για να πω την αμαρτία μου, δεν έκανα καμία κίνηση να τον αποφύγω. Άρχισε να μ’ αρέσει αυτό το παιγνίδι, να με διεγείρει αφάνταστα.
- «Έτοιμη για πήδημα. Είσαι καριόλα!», ακούω να μου ψιθυρίζει από πίσω.
Τελικά σήμερα ανακάλυψα μια άγνωστη πλευρά του εαυτού μου. Τα μπινελίκια του Μάνου, λίγο νωρίτερα την ώρα που με γαμούσε πάνω στο γραφείο του άντρα μου, όχι μόνο μ’ άρεσαν, αλλά ήθελα κι άλλα. Αυτός ο εξευτελισμός για τις πιο πολλές γυναίκες, εμένα με καύλωνε. Και τώρα που μου είπε αυτά τα λόγια, καθόλου δεν μου κακοφάνηκε! Ξαφνικά αισθάνομαι ένα χέρι να πασπατεύει τον κώλο μου. Ο Μάνος αποθρασύνθηκε εντελώς. Χούφτωνε τον κώλο μου, ήθελε να περάσει το χέρι του κάτω από την φούστα, αλλά με μία απότομη κίνηση προς τα πίσω, του έδωσα να καταλάβει ότι υπερέβαινε τα όρια.
Η βραδιά κύλησε με μουσική, χορό, και ποτό. Μετά τα ζεϊμπέκικα, καρσιλαμάδες και τσιφτετέλια. Εγώ που όποτε βγαίνουμε με τον άντρα μου σε μαγαζί δεν κατεβαίνω από την πίστα, απέφυγα να χορέψω. Και αν ξαφνικά με σηκώσει ο άντρας μου και με βάλει πάνω στο τραπέζι να χορέψω τσιφτετέλι, όπως έκανε ένας συνάδελφός του με την γυναίκα του. Ο Μάνος όταν τον απώθησα μετά το χούφτωμα έφυγε από κοντά μου και δεν με ενόχλησε άλλο, όλη την βραδιά. Τον έβλεπα όμως να μιλάει συνέχεια με τον άντρα μου, όση ώρα δεν χόρευαν. Τι στο διάολο έλεγαν; Κάποια στιγμή τους πλησίασα, και ο άντρας μου περιχαρής άρχισε να μου λέει ότι ο Μάνος είναι εξπέρ στα κομπιούτερ.
- «Αγάπη μου βρήκα τον κατάλληλο άνθρωπο να μου καθαρίσει τον δίσκο και να μου κατεβάσει διάφορα χρήσιμα προγράμματα!», αναφώνησε μέσα στην καλή χαρά ο Γιώργος.
«Α, ρε μαλάκα!», λέω μέσα μου, «Τι πας να κάνεις;». Ο Μάνος δεν περίμενε ούτε στιγμή να αρπάξει την ευκαιρία.
- «Όποτε θέλετε να έρθω στο σπίτι σας, καταρχήν να καθαρίσω τον δίσκο. Και μετά να σας δείξω ότι θέλετε. Να φέρω και ένα φίλο μου που είναι ιδιοφυία. Έχει σπουδάσει πληροφορική στο Λονδίνο θα κάνει καλή δουλειά!»
Ο άντρας μου με κοιτάζει και αποφασίζει.
- «Λοιπόν Κατερίνα, αύριο πρωί - πρωί βάζεις τα δυνατά σου στην κουζίνα, να αποδείξεις στον Μάνο και στον φίλο του πόσο καλή μαγείρισσα είσαι. Τι λες; Μάνο έρχεστε κατά τις δώδεκα να κλειστούμε στο γραφείο και μετά να σας κάνουμε και το τραπέζι;»
Την ώρα που πρότεινε όλες αυτές τις εξυπνάδες ο άντρας μου, σα να με χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Άκου εκεί, λέει, να του αποδείξω πόσο καλή μαγείρισσα είμαι! «Και που να ‘ξερες κακομοίρη μου, τι άλλο του έχω αποδείξει. Και τι σε περιμένει ακόμη…!», σκέφτηκα! Αμέσως θυμήθηκα τα λόγια του Μάνου, φρεσκογαμημένη καθώς ήμουν, την στιγμή που έφευγα πανικόβλητη από τον κάτω όροφο. «Πουτάνα, θα με παρακαλάς να σε γαμάω. Παρτούζα θα σε πάρω με έναν κολλητό μου, μέσα στο σπίτι σου!!» μου είχε πει. Λες; Λες, Κατερίνα να τολμήσει κάτι τέτοιο αυτό το καθίκι αύριο μέσα στο σπίτι μου; Γι’ αυτό φέρνει και τον φίλο του μαζί; Κούνησα το κεφάλι μου, ψέλλισα ένα:
- «Πολύ ευχαρίστως να περιποιηθούμε τον κύριο Μάνο και τον φίλο του!», και κοίταξα με βλοσυρό ύφος τον καινούριο εραστή μου.
Αυτός έβαλε το χέρι στην τσέπη του, και δεν έλεγε να το βγάλει με τίποτα.
- «Πολύ ωραία! Αύριο στις δώδεκα θα είμαστε στο σπίτι σας. Έχουμε πολλή δουλειά, πολλά πράγματα να τακτοποιήσουμε…», απάντησε ο Μάνος και αποτραβήχτηκε.
Μετά από μισή ώρα ο κόσμος άρχισε να αραιώνει. Φύγαμε λίγο μετά τα μεσάνυχτα και μπαίνοντας στο αυτοκίνητο ο άντρας μου, είχε να λέει για την υπέροχη βραδιά.
- «Και αυτός ο Μάνος, καταπληκτικό παιδί. Επιτέλους βρήκα κάποιον να μου ανοίξει τα μάτια στο κομπιούτερ, γιατί παιδεύομαι και είμαι άσχετος!»
Πήγα να του απαντήσω: «Εσένα θα σου ανοίξει τα μάτια, εμένα θα μου τα πετάξει έξω!». Κάνοντας διάφορες σκέψεις για όλα όσα έγιναν στο πάρτι, ο άντρας μου άπλωσε ξαφνικά το δεξί του χέρι στα μπούτια μου. Τον απώθησα αμέσως.
- «Σε παρακαλώ οδήγα προσεκτικά, έχεις πιει κιόλας. Άσε που έχω έναν απίστευτο πονοκέφαλο…»
Στο σπίτι έτρεξα αμέσως στο μπάνιο, για να εξαφανίσω τα «ίχνη». Και πέφτοντας στο κρεβάτι, σκεφτόμουν τι άλλο μπορούσε να συμβεί την επόμενη μέρα. Προσπαθούσα να στύψω το μυαλό μου, να δώσει μια λύση… Πως στο διάολο θα κατάφερνε ο Μάνος αύριο να με πηδήξει μέσα στο σπίτι μου, παρόντος του άντρα μου! Γιατί σίγουρα αυτό τον σκοπό είχε, δεν το συζητάω αυτό. Και τον φίλο του, για να με πάρουν παρτούζα τον φέρνει και όχι για να φτιάξει το κομπιούτερ του άντρα μου.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.