Το e-mail μου είναι το:
Από τα πρώτα χρόνια που άρχισα να καταλαβαίνω τη σεξουαλικότητά μου, θυμάμαι να κυριαρχούν στις φαντασιώσεις μου οι ώριμες γυναίκες. Παντρεμένες, χωρισμένες, ζωντοχήρες, μανούλες, όλες αυτές οι υπέροχες κυρίες που κυκλοφορούν ανάμεσα μας, που τις βλέπουμε πολλές φορές στο δρόμο να περνάνε και γυρνάμε το κεφάλι μας να τις θαυμάσουμε. Εδω να αναφέρω ότι είμαι 25 ετών, γύρω στο 1.90 ,μελαχρινός και αρκετά γεροδεμένος λογω του ότι χρόνια ασχολούμαι με το μπάσκετ και κάνω συστηματικά γυμναστήριο. Με άλλα λόγια δεν περνώ απαρατήρητος και έχω αρκετές επιτυχίες στις γυναίκες, τόσο σε μικρές όσο και σε μεγαλύτερες.
Η κυρία Δήμητρα, γειτόνισσα και φίλη της μάνας μου τα τελευταία επτά χρόνια. Ήταν πάντα μια χειμαρρώδης γυναίκα. Μελαχρινή, με μαλλιά ωραία μαύρα. Ύψος γύρω στο 1.68 με 1.70, ζουμερή και κομψή. Στήθος πολύ μεγάλο, πλούσιο, όπως με τρελαίνει, (έχω πάθος με τα μεγάλα βυζιά), κώλο στρογγυλό ακριβώς όσο πρέπει, χωρίς καθόλου περιττά πάχη. Γάμπες καυλιάρικες και θεϊκές μπουτάρες. Γυναικάρα, αρχοντογυναίκα που λένε.
Είναι μια πολύ συντηρητική και σεμνή γυναίκα, ποτέ δε ντύνεται προκλητικά, αλλά η καύλα μου γι’ αυτήν ήταν τόση που πάντα έβρισκα πάνω της κάτι που με άναβε. Και τότε έτρεχα στο δωμάτιό μου και κοκκίνιζα τον πούτσο μου από το τράβηγμα.
Μια ήταν το ένα ανοιχτό κουμπάκι στο πουκάμισό της, ή ο ακάλυπτος μακρύς λαιμός της, την άλλη ένα τυχαίο τράβηγμα της φούστας της που αποκάλυπτε μερικά εκατοστά των μηρών της παραπάνω, την επόμενη τα ακάλυπτα δάχτυλα των ποδιών της πάνω στα πέδιλα ή τα τσόκαρά της, ή η αλλαγή στο σταυροπόδι της. Συχνά, ακόμα κι ένα βλέμμα της ενώ ίσιαζε τα κατάμαυρα μαλλιά της ήταν αρκετό να με τρελάνει.
Ήμουν πάντα σίγουρος ότι διέκρινα τη φλόγα μιας παθιασμένης γυναίκας, μιας κυρίας σκέτη φωτιά. Δεν μπορούσα να το δικαιολογήσω τότε στην πρώιμη εφηβεία μου, τώρα όμως μετά την εμπειρία τόσων χρόνων και γυναικών, καταλαβαίνω πολύ καλύτερα εκείνο το βλέμμα και ερεθίζομαι μόνο που το σκέφτομαι.
Είμαι είκοσι επτά, αυτή σαράντα πέντε, και μια μέρα βρέθηκα στο σπίτι της καλεσμένος μαζί με όλη την οικογένειά μου, για ένα γιορτινό τραπέζι. Κάποια στιγμή χρειάστηκε να πάω στο μπάνιο και εκεί ξαφνικά το βλέμμα μου έπεσε σε κάτι που μου φάνηκε θησαυρός. Τα ψηλοτάκουνα πέδιλά της που με καύλωναν τόσο πολύ ήταν εκεί μπροστά μου και στο μυαλό μου ήρθε η εικόνα που τόσες φορές με είχε ερεθίσει, με τα κόκκινα περιποιημένα νύχια της και τις γυμνές της φτέρνες να στέκονται πάνω τους και να σφίγγονται οι γραμμώσεις στις γάμπες της.
Τα άρπαξα και άρχισα να τα τρίβω στον πούτσο μου τη στιγμή που είδα τα άπλυτά της. Άρχισα να τα ψάχνω με μανία και ανακάλυψα ένα σετ εσώρουχα από λευκή δαντέλα. Τα έφερα στο στόμα μου και κάτω από τη μύτη μου. Ήμουν σε έκσταση. Μαλάκιζα άγρια τον πούτσο μου που είχε γίνει μεγαλύτερος από ποτέ. Έχυσα πάνω στο κιλοτάκι και ο οργασμός μου ήταν τόσο δυνατός που φοβόμουν ότι θα με ακούσουν όλοι.
Πρέπει να πω ότι έχει δυο κόρες, πολύ όμορφες, τις κυνηγάνε πολύ τα αγόρια, εμένα όμως δε μου έλεγαν τίποτα, το μυαλό μου ήταν πάντα μόνο στην ώριμη κυρία. Αυτές σπούδαζαν στο εξωτερικό και εκείνες τις μέρες ο άντρας της είχε πάει να τις επισκεφτεί. Είχε αφήσει το αυτοκίνητό του στο συνεργείο και καθώς είχε ετοιμαστεί, ειδοποίησαν να πάνε να το παραλάβουν. Με παρακάλεσε λοιπόν να το πάρω και να το φέρω στο σπίτι, όπως κι έγινε.
Χτύπησα το κουδούνι για να της δώσω τα κλειδιά. Μου άνοιξε και είδα μπροστά μου την εικόνα που τόσες φορές με είχε αναστατώσει: τυλιγμένη στην κόκκινη ρόμπα της και ανεβασμένη στα τσόκαρα με τα χαμηλά τακούνια που φορούσε πάντα μέσα στο σπίτι, με τα μαλλιά πιασμένα σε κότσο.
Χρόνια με άναβε αυτή η κόκκινη ρόμπα, όχι γιατί ήταν ιδιαίτερα σέξι αλλά γιατί αγκάλιαζε εφαρμοστά το σώμα της, αναδεικνύοντας τις καμπύλες της και αφήνοντας τη σιλουέτα της να διαγράφεται τέλεια. Με χαμόγελο μου είπε να περάσω μέσα, και πήγαμε μαζί στο σαλονάκι. Αφού με ευχαρίστησε και μιλήσαμε για τα νέα μας και τις κόρες της, μου πρότεινε μια που είχε μεσημεριάσει, να μου κάνει το τραπέζι για να μ’ ευχαριστήσει και για να της κάνω παρέα.
- «Τόσες μέρες βαρέθηκα να τρώω μόνη», μου είπε. «Και θα είμαι μόνη αρκετές ακόμη».
Η ιδέα ότι είμαστε μόνοι και δεν υπήρχε περίπτωση να έρθει κανείς με χτύπησε σαν ένεση τεστοστερόνης, είχα ερεθιστεί αφάνταστα. Σ’ αυτό το κλίμα φάγαμε και ήπιαμε ένα μπουκάλι κρασί. Επιμελώς φρόντιζα να γεμίζω το ποτήρι της κάθε που πήγαινε στην κουζίνα να φέρει κάτι.
Κι όταν καθόταν μαζί μου, όλο και τολμηρότερος γινόμουν στη συζήτηση. Άρχισα να της λέω πόσο ωραία είναι τα μαλλιά της και πόσο όμορφη δείχνει με τα φορέματα ως το γόνατο που συνηθίζει.
- «Εγώ τώρα πια γέρασα, είμαι σαράντα πέντε», μου είπε χαμηλώνοντας τα μάτια, σα να ντρεπόταν.
Της είπα ότι δε συμφωνώ και ότι ξέρω τουλάχιστο ένα νεαρό που τη βρίσκει πολύ γοητευτική και πανέμορφη. Τότε σήκωσε το βλέμμα και με κοιταχτήκαμε πολύ έντονα κι επίμονα, ήταν σίγουρο ότι κατάλαβε το υπονοούμενο και παρ’ ότι ντράπηκε την είχε κολακέψει. Ωστόσο επικράτησε η σεμνότητά της, που δεν επέτρεπε σε μια σοβαρή κυρία τέτοιες σκέψεις και σηκώθηκε να μεταφέρει κάποια πιάτα στην κουζίνα.
Την ακολούθησα και δεν έχασα ευκαιρία να κολλήσω τη ματιά μου στην πίσω όψη της. Ο καταπληκτικός κώλος της κουνιόταν ρυθμικά πάνω κάτω καθώς περπατούσε και με τρέλαινε. Οι γάμπες της σφιγμένες πάνω στα τακούνια της που χτυπούσαν στα πλακάκια του διαδρόμου κι ανέβαζαν την καύλα μου ακόμα περισσότερο.
Δεν άντεχα άλλο, ήθελα να χιμήξω πάνω της και να την κατασπαράξω. Ήταν και το κρασί που βοηθούσε, ήταν κι η σκέψη ότι ήμασταν μόνοι κι ανενόχλητοι στο σπίτι, «τώρα είναι η ώρα!», σκέφτηκα.
Πήγα πίσω της και όπως άφηνε κάποια ποτήρια στον πάγκο, κόλλησα το στήθος μου στην πλάτη της, πέρασα τα χέρια μου μπροστά και τ ακούμπησα στην κοιλιά της. Η αίσθησή της ήταν φανταστική, ο πούτσος μου έγινε πύραυλος. Η κυρία Δήμητρα, έμεινε ακίνητη, ώσπου με απορία ψιθύρισε:
- «Τι κάνεις;»
- «Δεν αντέχω άλλο…» της απάντησα. «Σας θέλω τόσα χρόνια…»
Εκείνη τη στιγμή έσκυψα και της φίλησα το λαιμό, ενώ τα χέρια μου άρχισαν πιο τολμηρά να εξερευνούν το σώμα της. Η μυρωδιά της ήταν ότι πιο ερεθιστικό είχα νιώσει ποτέ, το δέρμα της λείο, απαλό και σφιχτό. Η κυρία Δήμητρα έκανε μια κίνηση να ξεφύγει.
- «Είμαι παντρεμένη, σταμάτα. Δεν ντρέπεσαι; Μετά από τόσα χρόνια; Θα μπορούσες να είσαι γιός μου!», μου είπε μισοθυμωμένη, ενώ ταυτόχρονα γύρισε προς το μέρος μου.
Την άρπαξα πάλι και ακόμα πιο σφιχτά και αυτήν τη φορά, παρά το ότι μου ζητούσε να σταματήσω κι έλεγε ότι θα φωνάξει βοήθεια, τα χείλια μου κόλλησαν στα δικά της. Την έσφιγγα και τη φιλούσα με πάθος. Έβαλε όλη τη δύναμή της να ξεφύγει και με χτυπούσε στους ώμους και την πλάτη, αλλά δεν της άφησα περιθώριο, την έσφιξα και την φιλούσα ακόμα πιο άγρια.
Κατάλαβα πως η αντίστασή της είχε αρχίσει να υποχωρεί. Ήταν πάλι ακίνητη αλλά είχε κλείσει τα μάτια και δεχόταν παθητικά τα φιλιά μου. Η γλώσσα μου έτρεχε στα χείλια της, στα μάγουλά της, στο σαγόνι της. Έκανε μια τελευταία χλιαρή προσπάθεια ν’ αντισταθεί, τη στιγμή που έσκυψα και ανάσανα στο γυμνό λαιμό της. Κατάλαβα ότι ανατρίχιασε. Με περισσότερο θάρρος, πήρα την κωλάρα της στα χέρια μου και την ένιωσα απίστευτα σφιχτή και ζουμερή.
- «Είστε πανέμορφη! Σας θέλω χρόνια και τώρα θα σας δώσω ηδονή…» της ψιθύρισα στο αφτί όπως της το έγλυφα.
Άρχισε να βογκάει και να με αγκαλιάζει κι αυτή.
- «Πιστεύεις ότι είμαι ακόμη ποθητή;» με ρώτησε.
- «Είστε η φαντασίωσή μου. Σας θέλω πιο πολύ από κάθε άλλη γυναίκα και θα το δείτε τώρα μουνάρα μου…», της απάντησα.
Έκπληξη, ντροπή, προσβολή και ενδιαφέρον, όλα μαζί ήταν φανερά στο πρόσωπό της.
- «Μην είσαι τόσο πρόστυχος…», είπε και ήμουν σίγουρος ότι πράγματι ένιωθε άβολα αλλά ένιωθα και ότι της άρεσε που μου προκαλούσε τέτοιο πάθος.
- «Θα σας δείξω πόσο με καυλώνετε κυρία μου…»
Εκείνη τη στιγμή τα χέρια μου είχαν εισχωρήσει κάτω από τα εσώρουχά της κι ένα δάχτυλό μου χώθηκε βίαια στο μουνί της. Ήταν υγρή ήδη κι έβγαλε μια φωνούλα μόλις ένιωσε την εισβολή μου.
- «Μούσκεμα είστε κυρία μου. Θα το κάνω να τρέχει ποτάμια το καυτό μουνί σας μετά από τόσα χρόνια ξηρασίας».
Τότε έκανα αυτό που χρόνια ονειρευόμουν, έλυσα τη ζώνη της κόκκινης ρόμπας κι έβαλα το ελεύθερο χέρι μου στο στήθος της. Φορούσε μόνο ένα νυχτικό, όχι ιδιαίτερα σέξι αλλά από πολύ λεπτό ύφασμα που μου έδινε την αίσθηση των καμπύλων της στην παλάμη μου. Χούφτωσα το στήθος της, ήταν σφιχτό και αφράτο. Βρήκα τη ρώγα της και την πίεσα ανάμεσα στα δάχτυλά μου.
Πλέον ήταν αυτή που αναζητούσε το στόμα μου και τα χέρια της εξερευνούσε το σώμα μου. Έβγαλα τη μπλούζα και κατέβασα το φερμουάρ του παντελονιού μου. Πήρα το χέρι της και το έβαλα μέσα στο εσώρουχό μου. Πήρε στο χέρι της τον πούτσο μου που ήταν σκληρός σαν πέτρα από ώρα.
Η όμορφη σοβαρή κυρία είχε μετατραπεί σε καυλωμένο θηλυκό, φαινόταν έτοιμη να κάνει τα πάντα. Την έπιασα από το κεφάλι και την πίεσα προς τα κάτω να γονατίσει μπροστά μου. Κρατούσε ακόμα τον πούτσο μου, ήταν σα να μην ήθελε να το αφήσει να της φύγει. Γονατίζοντας ήταν αδύνατο να μην παρασύρει το σκληρό εργαλείο μου να πεταχτεί έξω από το μποξεράκι μου.
Ήταν τώρα ακριβώς μπροστά της ελάχιστα εκατοστά από το πρόσωπό της. Μια κοιτούσε την τεράστια στύση μου και μια σήκωνε τα μάτια και έψαχνε τα δικά μου σα να δίσταζε να κάνει την επόμενη κίνηση.
Μια ελαφριά πίεση του κεφαλιού μου με το χέρι, της ήταν αρκετή για ν’ ακουμπήσει το πρόσωπό της στο φουσκωμένο από την καύλα πουτσοκέφαλό μου. Άνοιξε τα χείλη και το άγγιξε απαλά. Εγώ δεν κρατιόμουν πια, έσπρωξα τη λεκάνη μου προς τα μπρος και βρέθηκα μέσα στο υγρό της στόμα. Βόγκηξα καθώς ένιωσα τη ζεστασιά του.
Πίστευα ότι θα ήταν αδύνατο να μεγαλώσει κι άλλο η στύση μου, όμως όταν αισθάνθηκα τη γλώσσα της να με περιεργάζεται ένιωσα ακόμα πιο σκληρός και μεγάλος. Η ονειρεμένη μου κυρία Δήμητρα με τσιμπούκωνε, είχε μάλιστα αρχίσει να σεληνιάζεται. Πλέον μου χούφτωνε τ’ αρχίδια, και ρούφαγε με πάθος.
- «Πάρτο καύλα μου, φάε την πουτσάρα μου!», της είπα.
Δεν είχε νόημα πλέον να της μιλάω στον πληθυντικό.
- «Εγώ θα σε κάνω καυλωμένη τσούλα. Μ’ αρέσει να κάνω τσούλες τις σοβαρές κυρίες. Ειδικά εσένα χρόνια ονειρευόμουν να σ’ έχω γονατιστή μπροστά μου. Ρούφα!»
Η σεμνή κυρία είχε ξεχάσει κάθε σεμνότητα κι έκανε σα λυσσασμένη. Ήταν πολύ καλή η πουτάνα, παρ’ ότι ήμουν σίγουρος ότι δύσκολα θα το είχε κάνει ξανά πριν. Έβγαλε τον πούτσο από το στόμα της και άρχισε να περνάει τη γλώσσα της από τ’ αρχίδια μου στη βάση του και ως το κεφάλι του.
- «Θέλεις να γλύψεις τσουλάρα;» της είπα. «Γλύψε τότε αυτό!»
Ανέβασα το πόδι μου σε μια καρέκλα κι έβαλα το πρόσωπό της κάτω από τ’ αρχίδια μου. Τα έγλυφε και τα ρούφαγε με μανία, τα σάλια της έσταζαν στο πάτωμα. Τότε την έσπρωξα πιο κάτω και τα μούτρα της κόλλησαν στην κωλότρυπά μου.
- «Γλύψε τον κώλο μου πουτάνα!», τη διέταξα κι αυτή υπάκουσε πρόθυμα.
Έγλυφε σαν τρελή κι έβαζε την άκρη της γλώσσας της στην τρυπούλα μου. Αυτό ήταν πάρα πολύ για να αντέξω άλλο. Την άρπαξα από τα μαλλιά κι έχωσα ξανά ολόκληρο τον πούτσο μου στο στόμα της. Κρατώντας το κεφάλι της άρχισα να κουνιέμαι μπρος πίσω γρήγορα.
- «Σου γαμάω τα μούτρα τσουλάρα! Σα μουνί το γαμάω το στόμα σου. Όλες τις τρύπες σου θα τις γαμήσω!!!»
Ήμουν έτοιμος να εκραγώ. Ήθελα πολύ να τη γαμήσω, αλλά πρώτη φορά έχανα τον έλεγχο τόσο γρήγορα. Δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο, ένιωθα τον οργασμό μου να ανεβαίνει στην κορυφή του πούτσου μου. Την κράτησα πιο σφιχτά κι άρχισα να χύνω. Κατάπιε τα πρώτα χύσια μην προλαβαίνοντας να κάνει οτιδήποτε άλλο. Καθώς όμως έχυνα ασταμάτητα, το στόμα της γέμισε και βήχοντας προσπάθησε να ελευθερωθεί. Το σπέρμα μου ξεχείλιζε κι έσταζε στα μάγουλά της. Δεν την άφησα, την κράτησα και συνέχισα να αδειάζω μέσα στο λαιμό της.
- «Πάρε τα χύσια μου μουνάρα! Πιες τα όλα!!!», της φώναζα.
Νόμιζα πως δε θα σταματούσα ποτέ, πρώτη φορά έχυνα τόσο πολύ. Όταν επιτέλους άδειασα, τα χύσια μου ξεχείλιζαν από το στόμα της κι έσταζαν από το σαγόνι στο λαιμό της. Συνέχισε να πιπιλάει το πρησμένο όργανό μου που δεν έλεγε να μαλακώσει. Μου έριχνε κλεφτές ματιές με αμηχανία αλλά και ευχαρίστηση, προσπαθώντας να δει κάποια σημάδια ικανοποίησης κι επιδοκιμασίας.
- «Πρώτη φορά το έκανα αυτό…», ήταν οι πρώτες λέξεις που είπε.
- «Να κάνεις κάποιον να χύσει στο στόμα σου;» ρώτησα.
- «Όχι, να βάλω αυτό στο στόμα μου», είπε και ήταν ξεκάθαρο ότι ακόμη και τώρα ντρεπόταν να ξεστομίσει λέξεις όπως πούτσος ή πίπα.
Έσκυψα, τη φίλησα απαλά και της είπα ότι ήταν πολύ καλή κι ότι έχει ταλέντο. Κοκκίνισε αλλά δεν πρόλαβε να το σκεφτεί πολύ, μια που ήδη την τραβούσα να σηκωθεί όρθια. Την οδήγησα στην κρεβατοκάμαρά της και της έβγαλα το νυχτικό. Το στήθος της πρόστυχο, μεγάλο ώστε να ξεχειλίζει από τις παλάμες μου και ελάχιστα πεσμένο, με μεγάλες σκούρες ρώγες. Αυτή η γυναίκα είχε γεννήσει δυο παιδιά πριν πολλά χρόνια!!! Οι μηροί της καθόλου πλαδαροί, οι γάμπες της σφιχτές και ίσιες.
- «Θα σε φάω ολόκληρη!», της είπα και επιτέθηκα στο στέρνο της.
Καταπληκτικό μπούστο! Δεν κρατήθηκα, έσκυψα και κόλλησα το στόμα μου. Τα χέρια μου ταξίδευαν πάνω στο σώμα της, ενώ τα χείλη μου γευόταν τα βαριά στήθη της. Πήρα τη μία ρώγα ανάμεσα στα δόντια μου ενώ την χάιδευα με τη γλώσσα. Ήταν σκληρή σαν πέτρα. Άρχισε να βογκάει και με τράβηξε προς το μέρος της από το σβέρκο.
Δε χόρταινα να ρουφάω τα στήθια της, ενώ με το ένα χέρι μου χάιδευα την υπέροχη κοιλίτσα της και με το άλλο χούφτωνα τον κώλο της. Χωρίς να αφήσω τις ρώγες της από τα δόντια μου, τα χέρια μου χαμηλά. Της έβαλα το κωλοδάχτυλο του ενός χεριού στην κωλότρυπά της και του άλλου στην κλειτορίδα της. Είχε καυλώσει πάρα πολύ και μούγκριζε δυνατά.
Την ξάπλωσα στο διπλό κρεβάτι και τη φίλησα με πάθος στο στόμα. Φιλάει ωραία η πουτάνα. Της άνοιξα ελαφρά τα πόδια και χάιδευα απαλά το εσωτερικό των μηρών της. Κατέβηκα σιγά - σιγά από το λαιμό της στο στέρνο της και περνώντας τη γλώσσα μου από τον αφαλό της έφτασα πάνω από τη λεκάνη της. Το μουνί της ήταν φουντωτό και απεριποίητο αλλά μύριζε πολύ ωραία.
Δεν κατευθύνθηκα αμέσως στην τρύπα της αλλά άρχισα να της δίνω μικρά φιλάκια στα πλαϊνά της μέσης της, τη λεκάνη της και στο κάτω μέρος της κοιλιάς της. Μετά κόλλησα το στόμα μου στο εσωτερικό των μηρών της και όλο και πιο κοντά προς το κέντρο της ηδονής της. Την παίδευα συνειδητά χωρίς να της δίνω αυτό που ζητά, αλλά ήταν και κάτι που μου άρεζε πολύ να είμαι ανάμεσα στα μπούτια της.
- «Θα σε φάω ολόκληρη μουνάρα μου!», επανέλαβα.
Δεν άντεχε άλλο και μου ψιθύρισε:
- «Φάε με, πάρε με…»
Δεν την υπάκουσα, συνέχισα να την παιδεύω για ώρα, κι αργότερα κατέβηκα ακόμα πιο κάτω, φίλησα τα γόνατά της και κόλλησα για ώρα στο πίσω μέρος τους. Γεύτηκα τις γάμπες της και τους αστραγάλους της, ήταν λείες και γυαλιστερές, με βελουδένιο δέρμα χωρίς ίχνος τρίχας. Έβαλα στο στόμα μου τις ζάρες της φτέρνας της κι ένα - ένα τα δαχτυλάκια των ποδιών της και ξανά αργά ανέβηκα προς τα πάνω.
Της έχωσα δυο δάχτυλα μαζί και μετά ένα τρίτο, ώσπου ξαφνικά πέρασα τη γλώσσα μου στιγμιαία και δήθεν κατά λάθος από την σκληρή όσο ο πούτσος μου κλειτορίδα της. Τινάχτηκε και φώναξε από ηδονή, ενώ έχυνε ασταμάτητα. Άρχισα να της γλύφω τα μουνόχειλα και να δίνω δαγκωματιές στα μπούτια.
Δεν ξανακούμπησα την κλειτορίδα της παρά μόνο όταν φώναξε δυνατά το όνομά μου. Τη δάγκωνα απαλά και τη ρούφαγα και τη χαστούκιζα με τη γλώσσα. Τη γαμούσα με τη γλώσσα, της την έχωνα όσο πιο βαθιά γινόταν. Χτυπιόταν στο κρεβάτι, το σώμα της ολόκληρο τρανταζόταν ενώ έχυνε πάνω στη γλώσσα μου.
- «Μμμμμμμμμ... χχύυυυ.. χύυ..», έλεγε αλλά ακόμη κρατούσε τα προσχήματα και κρατιόταν να πει μια τέτοια λέξη.
- «Πες το μουνάρα, μην κρατιέσαι. Είσαι η πουτάνα μου πια, είσαι μια τσούλα».
- «Χύυυνννωωωω.. αααα.. μμμμμμ... ναι, ναι, ναι, μ’ έχεις κάνει να χύνω αγόρι μου. Ναιιιιιιιιι!!!»
Τώρα άνοιγε τα πόδια της μόνη της, τα τέντωνε και στηριζόμενη στις πατούσες και τους αγκώνες της σήκωνε τη λεκάνη της και την κολλούσε στο στόμα μου. Βρήκα την ευκαιρία κι άρχισα να γυροφέρνω την πίσω τρυπούλα της με το δάχτυλο κι όταν είδα ότι ήταν καθαρή και μοσχομύριζε ακούμπησα την άκρη της γλώσσας.
Πρέπει να είχε κάνει μπάνιο περιμένοντάς με η πουτάνα και μύριζε φρεσκάδα και καθαριότητα. Τη γύρισα βίαια μπρούμυτα και την έστησα στα τέσσερα. Τα τρία δάχτυλά μου μπαινόβγαιναν στο μουσκεμένο μουνί της ενώ με τον αντίχειρα της έτριβα την κλειτορίδα. Με το άλλο χέρι της έδωσα ένα δυνατό χαστουκάκι στον κώλο.
Γύρισε και με κοίταξε με απορία τη στιγμή που το χέρι μου ξαναπροσγειωνόταν στο δέρμα της. Είδα την πρωτόγνωρη ηδονή στα μάτια της και κοιτώντας την επίμονα έχωσα το πρόσωπό μου στην κωλάρα της και στριφογύρισα τη γλώσσα μου στην τρύπα της. Το χέρι μου συνέχισε να γαμάει την άλλη της τρύπα ενώ με το άλλο πότε χαστούκιζα τον τουρλωμένο πισινό και πότε χούφτωνα τις βυζάρες της.
Η κυρία τέντωνε το σώμα της, έριχνε την κοιλιά της στο σεντόνι και σήκωνε τον πάτο της στον αέρα να είναι πιο κοντά μου. Από τη στιγμή που είχε τον πρώτο της οργασμό, οι επόμενοι ήταν αδιάκοποι ο ένας μετά τον άλλο.
Το πρόσωπό μου κολλούσε από τα υγρά της που έτρεχαν σαν από βρύση. Το μουνί της έσταζε κυριολεκτικά.
- «Ωωωωωχ! Ααα.. Ναι, ναι. Μμμμμ, αααχχ! Μ’ έχεις τρελάνει, καίγομαι. θέλω. Πάρε με. Ααααχ!», δεν ήξερε τι της γινόταν, φώναζε ασυναρτησίες.
Ο πούτσος μου είχε γίνει από ώρα όσο σκληρός ήταν πριν χύσω. Αποφάσισα ότι ήταν ώρα να τη γαμήσω. Όπως ήταν στημένη στα τέσσερα ανέβασα το σώμα μου πάνω από το δικό της και πέρασα τα χέρια από κάτω της. Ενώ τα χέρια μου ζούλαγαν τα μπαλόνια της, ο πούτσος μου ακούμπησε τη σχισμή της και κατάλαβε τι θα γινόταν.
- «Πάρε με, πάρε με τώρα σε πα-ρα-κα-λώ», με ικέτευε με κομμένη την ανάσα.
- «Θέλεις να σε γαμήσω καύλα;»
- «Ναι! Σε θέλω, σε θέλω σαν τρελή!!!»
- «Θέλεις πούτσο μουνάρα; Πες μου, πες μου τι θέλεις. Ζήτα το, θέλω να σε ακούσω…», της είπα κι έτριβα τη στύση μου στην είσοδό της.
- «Μη με παιδεύεις σε παρακαλώ, πάρε με, δώστο μου!»
- «Τι θέλεις μωρό μου; Τι θέλεις να σου δώσω; Πες μου…», την ταλαιπωρούσα.
- «Θέλω, θέλω, τον πούτσο σου. Θέλω να με γαμήσεις!», είπε τελικά με αποφασιστικότητα.
- «Πάρτον μουνάρα! Πάρτον όλο!», της είπα τη στιγμή που βύθισα όλο το μήκος του κονταριού μου μέσα της με τη μία.
Είμαι σίγουρος ότι οι φωνές της ακούστηκαν σε όλη την πολυκατοικία. Βγήκα πάλι και άφησα μόνο το πουτσοκέφαλο μέσα της.
- «Γάμα με, πάρε με αγόρι μου. Γιατί με βασανίζεις τη γυναίκα; Μ’ έχεις ξεφτιλίσει και σε παρακαλάω μεγάλη γυναίκα…»
Άρχισα να μπαινοβγαίνω με αργό και σταθερό ρυθμό κρατώντας την από τους γοφούς. Την πηδούσα με δυνατά σπρωξίματα και άλλοτε με κυκλικές κινήσεις κι αυτή είχε σκύψει μπροστά και τραβούσε τα σεντόνια από το πάθος της. Τότε την άρπαξα από τα μαλλιά και της τράβηξα το κεφάλι πίσω, καρφώνοντας την πάνω στο καυλί μου. Με δύναμη την τραβούσα και της χωνόταν ως τ’ αρχίδια.
- «Έτσι πουτάνα. Σα σκύλα θα σε γαμήσω, σα γαμημένη σκύλα. Θα σε ξεσκίσω τσουλάρα, θα σου σκίσω τη μήτρα!!!», της φώναζα και της έδερνα τον κώλο.
- «Ναι, ναι, γάμα με σα σκύλα. Μη σταματάς, μη σταματάααας!», ούρλιαζε η κάποτε σεμνή κυρία.
Της χούφτωνα την κωλάρα και την τραβούσα προς το μέρος μου την ώρα που ο πούτσος μου είχε πονέσει από το βίαιο σπρώξιμο που της έκανε. Το μουνί της ήταν μούσκεμα και θέλησα να αλλάξω στάση. Την έριξα στο σεντόνι στο πλάι και χωρίς να βγω από μέσα της κόλλησα κι εγώ από πίσω. Της άρπαξα τη γάμπα και τη σήκωσα ψηλά στον αέρα.
Την τραβούσα και άνοιγε το μουνί της ενώ το άλλο χέρι το πέρασα κάτω από το πλαγιασμένο σώμα της και γράπωσα γερά το στήθος της. Την κρατούσα γερά και την κάρφωνα έχοντας θέα της γάμπας της στον αέρα, που με καύλωνε.
Ήταν παραδομένη κι όλο και περισσότερο την άνοιγα κι όλο και πιο πολύ φώναζε από ηδονή και πόνο. Ο πούτσος μου μπαινόβγαινε γρήγορα και ξαφνικά, έχωσα τα δόντια μου στο λαιμό της.
Ένιωσα έναν ποταμό από ερωτικά υγρά της να βρέχει τα αρχίδια μου και ταυτόχρονα η φωνή της σίγουρα έφτασε ως κάτω στο δρόμο. «Τη θέλει την αγριάδα της η πουτάνα!», σκέφτηκα. Βγήκα από την τρύπα της που έκαιγε και γονατιστός ακούμπησα το καυλί μου στα χείλη της.
- «Μ’ έκαψες πουτάνα με τα χύσια σου! Τσουλάρα! Σα λυσσασμένη χύνεις!», της είπα ενώ τραβούσα το κεφάλι της να μου πάρει πίπα.
Με κοιτούσε στα μάτια και ρούφαγε κι εγώ συνέχισα να τη βομβαρδίζω με βρωμόλογα.
- «Γλύφε τσούλα, γλύφε καριόλα! Είσαι μεγάλη καριόλα! Το ήξερα πάντα αλλά δε φανταζόμουν τόσο πολύ. Γλύφε να δροσίσεις την πουτσάρα μου και να σε σκίσει κι άλλο. Σ’ αρέσει; Ε; Σ’ αρέσει πουτάνα η πούτσα που σε σκίζει; Ξέρω ότι σε καυλώνει, έτσι δεν είναι πόρνη;»
Με κοιτούσε στα μάτια κι έγνεψε ναι χωρίς να σταματήσει να ρουφάει.
- «Έτσι πόρνη, ρούφα τον πούτσο του γαμιά σου. Κάντον πάλι πέτρα!»
Το χέρι μου κατέβηκε στην απίστευτη για την ηλικία της κοιλίτσα χαϊδεύοντας την. Στο απαλό μου άγγιγμα αντέδρασε με απαλά φιλάκια στο πουτσοκέφαλό μου, χαλαρώνοντας σ’ ένα δευτερόλεπτο τρυφερότητας. Τότε απότομα σήκωσα την παλάμη και την προσγείωσα με δύναμη πάνω στα καυτά μουνόχειλα.
Ούρλιαξε από πόνο αλλά δε σταμάτησε να γλύφει τα αρχίδια μου και να με μαλακίζει. Ίσα - ίσα που στο δεύτερο και δυνατότερο χτύπημά μου έγινε πιο παθιασμένη.
- «Γουστάρεις αγριάδες βρωμόμουνο; Καυλώνεις να σε κάνω τη σκλάβα μου; Σκλάβα του πούτσου μου θα γίνεις!», της έλεγα και τη χτυπούσα στο μουνί και στα μπούτια.
Τελικά πήγα ανάμεσά τους και πέρασα τη γλώσσα μου από το κατακόκκινο δέρμα της. Η εναλλαγή βιαιότητας - τρυφερότητας την μπέρδεψε λίγο, ωστόσο έδειχνε να ευχαριστιέται το γλυφομούνι που της έκανα. Φιλώντας όλο το κορμί της, έφτασα ως το στόμα της. Τα φιλιά αυτής της γυναίκας ποθούσα τόσα χρόνια και τώρα τα απολάμβανα στ’ αλήθεια!
Χώθηκα μέσα της πάλι και για ώρα την πηδούσα αργά και τρυφερά χωρίς να ξεκολλάνε τα χείλη μας. Τελικά στηρίχτηκα στις παλάμες μου κι ανασηκώθηκα.. Άρχισα να την πηδάω πιο δυνατά, αυτή μ’ έπιασε από τη μέση κι ήθελε να δώσει το δικό της ρυθμό. Είχε τυλίξει τα πόδια της γύρω μου και μπορούσα να νιώσω τα τακούνια της στα κωλομάγουλά μου. Ήταν πάλι σε έκσταση και μουρμούριζε:
- «Πάρε με, πάρε με… μη σταματάς καθόλου. Είχα ξεχάσει να είμαι γυναίκα, αλλά ποτέ δεν είχα νιώσει τέτοια ηδονή. Κάνε με ό,τι θέλεις, είμαι δική σου».
Απομάκρυνα κι άλλο το σώμα μου, ανασηκώθηκα στα γόνατα και την έπιασα από τους αστραγάλους. Τους χάιδευα όπως και τις φτέρνες της πηδώντας την με δυνατά και σταθερά σπρωξίματα. Έφερα τα πόδια της στο στόμα και τα έγλυφα και τα δάγκωνα. Φιλούσα για ώρα από τη φτέρνα, ως την πατούσα, τους αστραγάλους και τα γόνατα.
Ύστερα της τα άνοιξα διάπλατα κι επιτάχυνα το κάρφωμα που της έκανα χωρίς να αφήσω στιγμή τα πόδια της. Την άνοιγα όλο και πιο πολύ, το ένιωθα ότι την έσκιζα. Ο πούτσος μου χωνόταν βαθιά όσο δεν έπαιρνε άλλο.
- «Σε σκίζει ο πούτσος του γαμιά σου πουτανάρα; Σε τρυπάει καλά; Πες το μου, μίλα μου…», της είπα και την είδα να με καρφώνει με το βλέμμα και πρώτη φορά να φέρεται τόσο πρόστυχα.
- «Μ έχεις σκίσει αγόρι μου! Μ’ έχεις ξεφτιλίσει! Μ’ έκανες μια του δρόμου. Παραδίνομαι στις ορέξεις σου, κάνε με ό,τι θέλεις, είμαι δική σου. Γάμα με, πάρε με, μη σταματάς, πήδα με, κάνε με πάλι να χύνωωωω. Ναιιιι. Σκίσε μεεεε. Αααααχχχχχχχχχχχχχχχ! Ναι.. Ωωωωωω.. Μμμμμμ. Γαμιά μου, γαμιά μου παίδαρέ μου σκίσε με, σκίσε την πουτάνα σου, ααααχχχ.. είμαι η πουτάνα σου, μ’ έκανες την πουτάνα σου, κάνε με ό,τι θες».
Δεν τη συγκρατιόταν με τίποτα πια, είχε χάσει κάθε έλεγχο. Το μουνί της είχε γίνει σα λίμνη, δεν μ’ έσφιγγε πια. Βγήκα από μέσα του και ανασήκωσα κι άλλο τη λεκάνη της. Βαριανάσαινε. Την άφησα να βρει την αναπνοή της και μάζεψα τα χύσια της από τα μπούτια της με τη γλώσσα. Απαλά ένα δάχτυλό μου εισχώρησε στην κωλοτρυπίδα της.
Την έτρωγα και της έβαλα και δεύτερο δάχτυλο. Καμιάς άλλης τα υγρά δε μύριζαν τόσο γλυκά. Εστίασα το ενδιαφέρον μου στην πίσω τρυπούλα, είχε έρθει η ώρα να την πάρω κι αυτήν.
Αφού τη σάλιωσα, την ερέθισα και την άνοιξα υπομονετικά, ακούμπησα το πουτσοκέφαλο στην είσοδο κι έσπρωξα απαλά. Ως τότε δεν ήταν ακριβώς σίγουρη για τις προθέσεις μου, αλλά δεν είχε αμφιβολία πια. Τρομαγμένη με παρακάλεσε να προσέξω:
- «Δεν το χω κάνει από κει ποτέ. Μη σε παρακαλώ, μη! Είναι μεγάλος ο πούτσος σου, φοβάμαι…»
Ήμουν σίγουρος από πριν ότι ο μαλάκας ο άντρας της αποκλείεται να την είχε πάρει, αλλά τα λόγια της ότι θα ήμουν ο πρώτος που θα γαμούσε από τον κώλο με έκαναν ηφαίστειο.
- «Στο είπα ότι θα σου γαμήσω όλες τις τρύπες, ότι θα σε πάρω από παντού. Θα σου ανοίξω μια νέα τρύπα λοιπόν, θα σου το σκίσω το κωλαράκι!», της είπα και χώθηκα πιο βαθιά, κρατώντας πάντα τα πόδια της ψηλά στον αέρα.
- «Ααχχχχχχχχ, πονάωω, αααχχχ, πονάει ο πούτσος σου, μμμμμμ.. Μη σταματάς, πάρε με, ωωωχχχχχ! Μου σκίζεις τον κώλο αλήτη! Μμμμμμμ… μμμμμμμμ… μμμμ… ωωχχ!»
Από τότε και μετά μόνο μούγκριζε, δάγκωνε τα χείλια της, δεν ξαναμίλησε. Την γαμούσα άγρια, την είχα ορθάνοιχτη μπροστά μου, έβλεπα όλο το σώμα της και της χούφτωνα τις ποδάρες. Δεν ήταν δυνατό να αντέξω πολύ παραπάνω. Το κατάλαβε, ένιωσε το κοντάρι μου να χοντραίνει κι άλλο, να φουσκώνει μέσα της και μου φώναξε ότι θέλει να τη χύσω.
- «Δώσε μου τον οργασμό σου, γέμισέ με με τα νιάτα σου. Δώσ’ τα μου όλαααα! Ναι! Γέμισέ με!!!»
Φυσικά μετά απ’ αυτό ξέσπασα σ’ ένα οργασμό ασύγκριτα δυνατό, έβαλα τις γάμπες της στους ώμους μου, κρατήθηκα από τα βυζιά της κι έχυσα σπρώχνοντας δυνατά μέσα της τα χύσια μου. Δεν αντέχαμε άλλο ούτε ανάσα να πάρουμε, ξάπλωσα πάνω της και μείναμε ακίνητοι. Σε λίγο κατάλαβα ότι είχε βουρκώσει και σύντομα έβαλε τα κλάματα.
Νόμισα ότι την έπιασαν οι ενοχές και την ρώτησα, μου είπε όμως ότι ήταν απλά ευτυχισμένη. Είχε χρόνια να κάνει σεξ, τόσο έντονο δεν είχε κάνει ποτέ, τώρα σκεφτόταν πόσα χρόνια είχε χάσει.
Δε συνεχίσαμε μετά από αυτό σε σχέση, ήταν άλλωστε αδύνατο, αλλά η καύλα μου γι’ αυτήν τη γυναίκα ήταν το κάτι άλλο. Την επόμενη φορά που το ξανακάναμε θα περιγράψω άλλη φορά.
Περιμένω σχόλια…
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.