Η ιστορία:
Ωραίο παλικάρι. Ψηλός, μελαχρινός, γεροδεμένος. Απ’ την αρχή μ’ έχει δει. Θα είναι συγγενής της οικογένειας του μακαρίτη. Απ’ την αρχή μου την πέφτει. Όχι μόνο με γδύνει, με παίρνει με το βλέμμα του. Κι ο άντρας μου στον κόσμο του. Εντάξει, είναι χάλια για τον μακαρίτη φίλο του και δεν βλέπει μπροστά του. Με το ζόρι στέκεται. Ξαφνικά του φάνηκαν τα χρόνια του. Άσχημος. Όχι ακριβώς άσχημος, αλλά πεσμένος. Πλαδαρός.
Αλλά ο άλλος, θεός. Με θέλει. Γι’ αυτό ήρθε κι έκατσε κοντά μου. Αλλά είναι κύριος, κρατάει τα προσχήματα. Όχι πολύ κοντά κι όχι πολλές κουβέντες. Τα τυπικά. Αλλά οι ματιές του, μαχαίρια. Μπουκιά και συχώριο, Θεέ μου ‘σχώρα με. Κανείς δεν έχει πάρει χαμπάρι τίποτα, είναι πολύ μάγκας. Μιλάει με τους άλλους, τους συγγενείς του, τι θα κάνει;
Το ‘χει καταλάβει, φυσικά, ότι δεν μ’ αφήνει αδιάφορη. Αν του παίξω κι εγώ λιγάκι το ματάκι, τι θα κάνει δηλαδή; Θα μου βάλει χέρι κάτω απ’ το τραπέζι; Μπροστά στους ανθρώπους του; Δεν είναι σωστό… Ήμαρτον. Αλλά μυρίζω την κολόνια του και κάτι μου συμβαίνει κάτω χαμηλά… Ντροπή, παντρεμένη γυναίκα, στην κηδεία του καλύτερου φίλου του άντρα μου. Λες κι είμαι καμιά λυσσάρα νυμφομανής πουτάνα. Λυσσάρα νυμφομανής πουτάνα! Σπουδαία! Νιώθω υπέροχα, διάβολε. Δεν κάνει να βλαστημάμε, σε νεκροταφείο είμαστε. Όμως, ο θάνατός σου η ζωή μου, έτσι δε λένε; Ντροπή. Ποιος θα το πίστευε; Εγώ μια κυρία, να σαλιαρίζει σε κηδείες με ωραίους αγνώστους.
Τι δουλειά να κάνει; Σοβαρά αλλά και μοντέρνα ρούχα, ακριβά. Με γούστο σε όλα του. Ρόλεξ είναι αυτό; Φραγκάτος. Τον κόβω για στέλεχος πολυεθνικής, με Μπεμβέ και πάνω. Ή τζιπ της Μερσεντές. Θα πηγαίνει για σκι. Με τις γκόμενες στα σαλέ, πως τα λένε αυτά. Θα τους πετάει τα μάτια έξω. Στο κρεβάτι να δεις γλίστρες. Τώρα είναι στο φόρτε του. Τριάντα, τριανταπέντε, η καλύτερη ηλικία. Βέρα δεν έχει. Αλλά θα του τρέχουν όλα τα τσουλιά από πίσω. Άντρας της χρονιάς, πλέι-μπόι, μπήχτης. Φαίνεται σίγουρος. Αν βάλει μια γυναίκα στο μάτι, δεν του ξεφεύγει.
Τόσες τον θέλουν, αλλά εμένα κοιτάει. Πιο φρέσκες, νεότερες. Αλλά ο έξυπνος ο γαμιάς ξέρει. Ξέρει πως μια σαραντάρα σαν κι εμένα έχει φωτιά μέσα της να κάψει το σύμπαν. Όχι ότι ο καημένος ο άντρας μου… Προσπαθεί και κάτι καταφέρνει, αλλά είκοσι χρόνια γάμου είναι αυτά. Κι ακόμα το στεφάνι μου δεν το έχω μαγαρίσει. Δεν θα περιμένω όμως να πεθάνω, ε;
Κοίτα τον. Κοίτα τα μπράτσα του. Αχ, να με σφίξουνε, να λιώσω. Τι θα κάνει; Δεν κωλώνει αυτός. Με θέλει, θα με πάρει. Είναι ικανός ν’ ανέβει στο τραπέζι, να σαρώσει φλιτζάνια, πιατάκια, μπουκάλια, ποτήρια και παξιμαδάκια, να με ανεβάσει πάνω, να μου σκίσει τα ρούχα και να μου τον βάλει εν ψυχρώ, μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου. Δεν είμαι στα καλά μου. Τι πράγματα είναι αυτά που σκέφτομαι; Τι πάω να κάνω; Κι αυτός θα κάνει κάτι; Δεν θα φάμε τη μέρα μας εδώ μέσα. Κάτι κάνει. Κοίτα να δεις. Σαν να με κατάλαβε. Κάτι γράφει και με κοιτάει. Με νόημα. Θεέ μεγαλοδύναμε, θα μου μιλήσει!
- «Μου περνάτε εκείνο το καλαθάκι με τα παξιμαδάκια, παρακαλώ;»
- «Βεβαίως! Ορίστε…»
Αυτό ήταν. Χαρτοπετσέτα διπλωμένη. Πωώς μου την πάσαρε και μου ψιλοχάιδεψε κιόλας την παλάμη, μάγος. Με τι άνεση, τι φυσικότητα, σαν να το κάνει κάθε μέρα, τεχνίτης. Αν ήμασταν σε ασανσέρ, θα μου τριβόταν από πίσω, χωρίς να παίξει βλέφαρο, κοιτάζοντας αλλού, μιλώντας για την άνοδο του δείκτη του χρηματιστηρίου. Καλλιτέχνης τ’ αγόρι μου, με το δικό του δείκτη σε συνεχή άνοδο. Τι θα ‘χει γράψει; Μάλλον το κινητό του. Πεθαίνω να το δω τώρα. Θα ‘χει γράψει μόνο τ’ όνομά του ή και κάτι άλλο; Δύο κουβέντες. Μ’ αρέσεις, ας πούμε, ή σε θέλω. Δηλαδή θέλω να σε γαμήσω. Αυτή είναι η ουσία, αυτή είναι η οδός, η αλήθεια και η ζωή. Ήμαρτον!.
Του τηλεφώνησα. Φάνη τον λένε. Βρεθήκαμε σε μια καφετέρια. Σύντομες ευγένειες και γενικολογίες. Το χέρι του μάλαζε ηδυπαθώς το δικό μου. Με βίαζε με το βλέμμα και πίεζε συγχρόνως το γόνατό του στο δικό μου κάτω απ’ το τραπέζι. Του άρεσα πολύ, μου εκμυστηρεύτηκε αργότερα. Περισσότερο από κάτι μουνίτσες με κορμί μοντέλου και μυαλό στρουθοκαμήλου, που συνήθιζε να πηδάει.
Θα μ’ έπαιρνε επιτόπου, δηλαδή όχι ακριβώς επιτόπου, πάνω στο τραπέζι, αλλά σίγουρα στην τουαλέτα της καφετέριας, αν του καθόμουν. Πράγμα δύσκολο όμως, γιατί ναι μεν ήθελα πασιφανώς να γαμηθώ, πλην όμως το έπαιζα ακόμα κυρία. Τηρούσα τα ελάχιστα των προσχημάτων και δεν θα καθόμουν να τον πάρω απ’ το πρώτο ραντεβού.
- «Θέλω πολύ να σε δω αύριο… Κάπου ήσυχα, μόνοι μας, να τα πούμε...»
- «Μπα; Και τι έχουμε να πούμε εμείς οι δυο ιδιωτικώς; Και τώρα δεν τα λέμε;»
- «Λέμε αλλά δεν κάνουμε...»
- «Και τι θα ήθελες να κάνουμε, Φάνη;»
Τράβηξα το χέρι και το πόδι μου απ’ την αρπάγη του. Ένιωθα χρέος μου να του κάνω τη δύσκολη. Μόνο οι πηδιόλες πέφτουν τ’ ανάσκελα στο πρώτο νεύμα, εγώ όμως είμαι κυρία.
- «Πολλά πράγματα… Ότι δεν κάνεις με τον άντρα σου, ας πούμε...»
Ξανάπιασε το χέρι μου ετσιθελικά, στουμπώνοντας το γόνατό του ανάμεσα στα δικά μου. Τώρα γινόταν χυδαίος και βίαιος. Άντρας όμως, δεν τα κλωθογυρίζει, αυτό που θέλει το λέει και το παίρνει. Άφησα την ψεύτικη, έτσι κι αλλιώς, άμυνά μου να καταρρεύσει. Πρώτη φορά θα του τα φόραγα του άντρα μου, αλλά, τι διάολο, μια ζωή την έχουμε, κι αν είναι να κάνεις την ορθοπεταλιά σου κάν’ τη με ποδήλατο αγώνων κι όχι με πατίνι.
Σαν να διάβασε τις σκέψεις μου, χαμογέλασε με τη βεβαιότητα του νικητή. Πήρε το χέρι μου από το τραπέζι και σφίγγοντάς το γερά το οδήγησε, διακριτικά αλλά σίγουρα, στο υπογάστριό του. Για κοίτα, σκέφτηκα. Τελικά υπάρχουν ψωλές στον κόσμο. Έσφιξα τη δική του με δύναμη κάτω από το τραπέζι.
- «Πολλές κουβέντες δεν χρειάζονται. Ξέρω ένα καλό κι απόμερο ξενοδοχείο. Εκεί θα πάμε. Όχι αύριο, τώρα!»
Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου δεν έχασε χρόνο. Μ’ έγδυνε και φίλαγε κάθε χιλιοστό του κορμιού μου. Φιλιά και δαγκώματα ταυτοχρόνως. Άκουγα την ανάσα του και με κλειστά τα μάτια είχα παραδοθεί. Άρχισε να φιλάει την κοιλιά μου και να κατεβαίνει όλο και πιο κάτω. Είχα ξυρίσει πολύ προσεκτικά το μουνί μου κι είχα προετοιμάσει και τον κώλο μου για κάθε ενδεχόμενο. Ένιωσα στην αρχή την γλώσσα του να με γλείφει απαλά και μετά να με δαγκώνει. Να με γλείφει πάλι και να με δαγκώνει πιο δυνατά…
Ούρλιαζα από καύλα και πόνο εναλλάξ. Άρχισε να βάζει τα δάχτυλά του στο μουνί μου και να με ρωτάει αν μου αρέσει, αν θέλει πολύ ξέσκισμα το μουνί μου κι αν θέλω να γίνω η πουτάνα του, να με κάνει ότι θέλει, όποτε θέλει, να γίνω σκλάβα του και να είναι ο Αφέντης μου.
Δε μπορούσα να μιλήσω καν. Άρχισε να σπρώχνει όλο και περισσότερο τα δάχτυλα στο μουνί μου. Φώναζε ότι είμαι μεγάλη πουτάνα και το είχε καταλάβει, αλλά θα με έκανε ακόμα πιο μεγάλη. Με κοίταγε στα μάτια κι εγώ ένιωθα ότι είχα βγει από το σώμα μου από τον πόνο. Με ρώταγε αν θέλω να σταματήσει κι εγώ αρνιόμουνα. Τότε αυτός τα έχωνε πιο βαθιά, ανοίγοντας τα δάχτυλά του μέσα στο μουνί μου και σκίζοντάς το όλο και πιο βαθιά.
Κάποια στιγμή τα έβγαλε και μου τα έχωσε στο στόμα… Ήταν γεμάτα απ’ τα υγρά μου. Άρχισα να τα γλείφω, αλλά όχι για πολύ. Κατευθείαν έβαλε ένα δάχτυλο από το ίδιο χέρι στον κώλο μου, που ήταν σχεδόν έτοιμος για όλα... Άρχισε να σκίζει τον κώλο μου με το δάχτυλό του ενώ έβαζε κι άλλο. Σε λίγο σταμάτησε και με σήκωσε όρθια. Με έβαλε να κάτσω σε μια πολυθρόνα που υπήρχε στο δωμάτιο. Ήρθε μπροστά μου με τον πούτσο του απίστευτα σκληρό.
Άρχισε να μου τραβά τα μαλλιά και να με διατάζει ν’ ανοίξω πολύ το στόμα μου για να το γαμήσει. Άρχισα να τον γλείφω, να τον παίρνω βαθιά, να πνίγομαι και να συνεχίζω. Αυτός μου κράταγε σταθερό το κεφάλι και κουνώντας τη λεκάνη του μου γαμούσε κανονικά το στόμα. Σε κάποια στιγμή τον άκουσα να λέει:
- «Μπορώ να χύσω στο λαρύγγι σου. Αλλά όχι… έχω άλλα σχέδια...»
Ενώ συνέχιζα να του γλείφω το καυλί φόρεσε ένα προφυλακτικό. Τότε μ’ έπιασε απ’ τα χέρια και βγάζοντας ένα μαντίλι μου τα έδεσε πίσω από την πλάτη. Μ’ έβαλε στα τέσσερα πάνω στο κρεβάτι κι ενώ ακούμπαγαν οι ώμοι μου στο στρώμα, οι τρύπες μου ήταν ορθάνοιχτες κι έτοιμες. Ξαφνικά ένιωσα το καυλί του να μπαίνει στο μουνί μου κι ενώ δεν ήταν μεγάλο σε μέγεθος, να κουνιέται με τέτοιο τρόπο που μου γαμούσε τη μήτρα. Την ακούμπαγε και το έπαιρνε. Είχα πεθάνει. Δεν το περίμενα.
Όσο με γαμούσε μου έλεγε πόσο ψωλού είμαι, πόσα θέλει να μου κάνει, πόσο βρώμα είμαι και πως θα με τιμωρούσε πολύ σκληρά αν δεν ήμουν υπάκουη σ’ ότι λέει. Τα χέρια μου πόναγαν από το σφίξιμο κι αυτός τράβαγε τώρα τα μαλλιά μου. Ήμουν μούσκεμα από ιδρώτα και χύσια.
Ξαφνικά βγήκε από το μουνί και χωρίς καμία προειδοποίηση τον κάρφωσε στον κώλο μου. Ούρλιαξα τόσο πολύ που άρχισε να λέει να σταματήσω και ταυτοχρόνως να με τιμωρεί που ούρλιαζα, γαμώντας με όλο και πιο δυνατά. Πρώτη φορά ένιωθα τέτοιο ξέσκισμα..
Δεν μπορούσα να χαϊδέψω το μουνί μου για να χύσω και η καύλα μου ήταν τεράστια. Του ζήτησα να με λύσει για να χύσω και με ρώτησε γιατί. Όταν του είπα πως είμαι κλειτοριδική, άρχισε να με χτυπάει στα κωλομέρια και να καρφώνει σχεδόν με μίσος τον πούτσο του. Ξαφνικά βγήκε. Έβγαλε το προφυλακτικό και ξαναμπήκε στον κώλο μου λέγοντας:
- «Θέλω να στον γεμίσω σπέρμα!»
Από την ένταση και την ηδονή κι από το βασανιστήριο, που δεν μ’ άφηνε να παίξω το μουνί μου, άρχισα να τρέμω ολόκληρη. Τότε με γύρισε ανάσκελα κι άρχισε να με φιλάει απίστευτα τρυφερά. Μου έλεγε να μην ανησυχώ κι αυτός θα φρόντιζε για όλα. Μου ξανάδεσε τα χέρια, πάνω από το κεφάλι αυτή τη φορά, κι έβαλε ένα μαξιλάρι κάτω από τη μέση μου. Έσκυψε κι έγλειφε με απίστευτη τεχνική το μουνί και τον κώλο μου. Με γαμούσε με τη γλώσσα για αρκετή ώρα.
Ξαφνικά σηκώθηκε κι έχωσε πάλι το καυλί του στον κώλο μου. Με κοίταξε στα μάτια και με ρώτησε αν πονάω. Είπα όχι και το κάρφωσε με απίστευτη δύναμη, τόσο που μόνο τ’ αρχίδια του έμειναν έξω. Ούρλιαξα και πάλι και άρχισε να με χαστουκίζει. Ανακάλυψα ότι αυτό μ’ έκανε να λιώνω, να χάνομαι. Είχα ανοίξει πολύ, ήθελα να φωνάξω ν’ ακούσουν όλοι ότι γαμιέμαι. Φώναζα, ούρλιαζα, δεν καταλάβαινα τι έκανα και πόσο κουνιόμουνα για να το παίρνω όλο και πιο βαθιά. Φώναζα ότι είμαι η πουτάνα του κι αυτός ο γαμιάς μου, ότι θα έκανα ότι μου ζητούσε μόνο να μη σταματούσε να με γαμάει. Ένιωθα το καυλί του να μεγαλώνει κι άλλο στον κώλο μου.
Μου έλεγε ότι θα μου γέμιζε χύσια την τρύπα, ότι θα έφερνε κόσμο να με γαμάει κι ότι ο κώλος μου θα γινόταν τεράστιος κι ότι το μουνί μου θα ήταν γεμάτο χύσια για μέρες. Έχυνε, έχυνε, έχυνε… Τα χύσια του καίγανε το άντερό μου. Είχε ματώσει από το γαμήσι. Είχε περάσει μισή ώρα και μ’ έπαιρνε μόνο απ’ τον κώλο. Στο μεταξύ είχα λύσει τα χέρια μου και χάιδευα το μουνί μου. Έχυνα πάλι. Βγήκε κι έφερε το καυλί του στο στόμα μου. Είχε τέλεια γεύση το σπέρμα του. Του το είπα και χαμογέλασε. Κόλλησε το στόμα του στην κωλοτρυπίδα μου κι άρχισε να ρουφά τα χύσια του από μέσα. Δεν το πίστευα! Με σκούπιζε με τη γλώσσα του και μετά ερχόταν πάλι στο στόμα μου κι άδειαζε κι άλλα χύσια πάνω στη γλώσσα μου.
Ξάπλωσε δίπλα μου και μου είπε ότι θέλει να είμαι δική του. Μεγάλα λόγια και δύσκολα. Αλλά εκείνη την ημέρα γαμήθηκα ανεπανάληπτα.
Έχουν περάσει λίγοι μήνες κι όποτε μπορούμε κλείνουμε ραντεβού. Κάθε φορά είναι όλο και πιο τέλεια. Είμαι έτοιμη για όλα. Ξέρω ότι κάποια στιγμή όντως θα φέρει κι άλλους να με πάρουν, αρκεί να το ζητήσει. Θα κάνω τα πάντα γι’ αυτόν. Μόνο να με σκίζει…
(Copyright protected OW ref: 14097)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.