Ήταν καλοκαίρι και για πρώτη φορά θα περνούσα είκοσι μέρες διακοπές στην Αθήνα στο σπίτι της εξαδέλφης της μητέρας μου. Η χαρά και η προσμονή μου ήταν απερίγραπτη γιατί η θεία μου είχε μια κόρη στην ηλικία μου ακριβώς, πολύ όμορφο κορίτσι και πολύ πιο άνετο και ξεθαρρεμένο από εμένα. Όποτε μας επισκεπτόταν στην μικρή επαρχιακή πόλη που έμενα, με έπαιζε άγρια και διασκέδαζε που εγώ κόμπλαρα και δεν ήξερα τι να κάνω.
Ένα πρωί λοιπόν, η μητέρα της θα έφευγε νωρίς για να κατέβει Αθήνα με τον πατέρα της για ψώνια και θα γυρνούσε αργότερα. Η Νίκη λοιπόν (η κόρη της θείας) ξύπνησε κάποια στιγμή και ήρθε στο κρεβάτι μου και ξάπλωσε δίπλα μου. Εγώ κοιμόμουν ακόμα. Ήμουν μπρούμυτα και ήρθε και ξάπλωσε μπρούμυτα δίπλα μου. Έβαλε το χέρι της πάνω από τους ώμους μου και με πήρε αγκαλιά. Ξύπνησα και την είδα να έχει το προσωπάκι της σχεδόν κολλημένο στο δικό μου. Η ανάσα της πάνω στο πρόσωπο μου με τρέλανε αμέσως.
Καύλωσα στο λεπτό. Ευτυχώς που ήμουν μπρούμυτα. Άρχισε να μου χαϊδεύει τα μαλλιά και την πλάτη και να έχει ένα λάγνο ύφος. Εγώ τα έχασα, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν είχα ξαναβρεθεί με γυναίκα σε τέτοια κατάσταση. Η μικρή ως συνήθως καταλάβαινε την επίδραση του παιχνιδιού της πάνω μου και το διασκέδαζε. Εγώ ήμουν φοβερά καυλωμένος αλλά δεν κινιόμουν καθόλου. Δεν ήξερα τι να κάνω, φοβόμουν και ντρεπόμουν πολύ.
- «Πάρε με κι εσύ αγκαλιά…», μου είπε κάποια στιγμή η Νίκη.
Εγώ έβαλα απλά το χέρι μου σαν ξερό στην πλάτη της και παρέμενα ακίνητος. Ο πούτσος μου με πονούσε από την καύλα και επειδή τον πίεζα στο στρώμα. Η μικρή, που ίσως είχε κάποια εμπειρία και το καταλάβαινε, προσπαθούσε να με γυρίσει ανάσκελα για να δει την επίδραση του παιχνιδιού της. Εγώ, ούτε κατά διάνοια ήθελα να γυρίσω, γιατί ντρεπόμουν. Όσο μάλιστα μισοέβλεπα τα βυζάκια της, στις προσπάθειες της να με γυρίσει, τόσο πιο πολύ καύλωνα.
Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα του δωματίου κα μπαίνει μέσα η θεία μου που είχε γυρίσει από τα ψώνια της. Εγώ πάγωσα. Νόμιζα ότι θα βάλει τις φωνές. Ίσως όμως τα πράγματα να μην φαίνονταν όπως εγώ νόμιζα.
- «Τι κάνεις εκεί Νίκη;», είπε στην κόρη της. «Σήκω γρήγορα να ντυθείς. Κι εσύ το ίδιο!», γύρισε και μου είπε.
Η Νίκη σηκώθηκε σαν να μην τρέχει τίποτα και πήγε στο δωμάτιο της να ντυθεί. Εγώ όμως; Πώς να σηκωθώ; Με τον πούτσο κάγκελο; Και η θεία να μην βγαίνει από το δωμάτιο; Από το δικό μου δωμάτιο της ήρθε να ξεκινήσει το συγύρισμα; Όπως μπορούσα έκρυψα την καύλα μου και ντύθηκα. Μετά από λίγο η θεία μου φώναξε την Νίκη και της είπε να πάρει κάτι τσάντες με ψώνια και να πάνε στη θεία της Νίκης που έμενε στον επάνω όροφο για να φτιάξουν παστίτσιο, που θα το μοιράζονταν το μεσημέρι και οι δυο οικογένειες.
Μόλις έφυγαν, ήταν η ευκαιρία μου να ξαλαφρώσω από την καύλα. Έτρεξα αμέσως στην τουαλέτα, κατέβασα το παντελόνι, στήθηκα μπροστά στην λεκάνη και άρχισα να τον παίζω με κλειστά μάτια σκεφτόμενος την Νίκη και όσα θα ήθελα να της κάνω αλλά ντρεπόμουν και δεν προχωρούσα. Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, πάντως δεν πρέπει να ήταν πολύ γιατί σε αυτή την ηλικία έχυνα πολύ γρήγορα, άνοιξε η πόρτα του μπάνιου και μπήκε η θεία μου. Δεν πρόλαβα ούτε να κάνω, ούτε να σκεφτώ τίποτα. Στιγμιαία έμεινα ακίνητος με τον πούτσο στο χέρι και μετά λιποθύμησα.
Όταν συνήλθα, ήμουν καθισμένος στην άκρη της μπανιέρας, με το παντελόνι ακόμα κατεβασμένο και την θεία μου να κάθεται σκυμμένη μπροστά μου, με βρεγμένο χαρτί τουαλέτας να μου βρέχει το πρόσωπο για να συνέλθω και να με κρατάει να μην ξαναπέσω.
- «Με τρόμαξες!», μου είπε μόλις κατάλαβε ότι είχα συνέλθει κάπως.
Εγώ ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Έχανα ξανά το έδαφος κάτω από τα πόδια μου. Αυτή κατάλαβε την ντροπή μου και την άβολη θέση που βρισκόμουν και ίσως φοβήθηκε μην λιποθυμήσω ξανά. Άρχισε να μου δροσίζει ξανά το πρόσωπο και να μου μιλάει.
- «Δεν πειράζει…», μου είπε. «Μην ντρέπεσαι. Δεν έγινε κάτι κακό. Μην ανησυχείς, δεν θα το μάθει κανείς».
Όπως συνέχισε να με χαϊδεύει στο πρόσωπο απαλά, κατάλαβα ότι άρχισα να ερεθίζομαι πάλι. Αν και δεν μου άρεσε σαν γυναίκα, ήταν πολύ αδύνατη, το στήθος της μόλις που διαγραφόταν, όσο για καμπύλες, εντελώς ανύπαρκτες. Το χάδι της όμως ήταν απαλό. Ήταν μπροστά μου, ανέπνεε στο πρόσωπο μου και μύριζα το άρωμα της. Τώρα πια δεν μπορούσα να κρύψω την νέα καύλα μου. Δεν ξέρω και δεν έμαθα ποτέ αν φοβήθηκε μήπως λιποθυμήσω ξανά ή αν θέλησε να με βοηθήσει.
Χωρίς να πει τίποτα και χωρίς να με κοιτάζει, κατέβασε το ένα χέρι της, έπιασε απαλά τον ήδη καυλωμένο πούτσο μου και άρχισε να μου τραβάει απαλά μαλακία. Δεν κράτησε πολύ, κατάλαβε ότι ήμουν έτοιμος να χύσω. Τον κράτησε μπροστά για να μην πεταχτούν τα χύσια στο πρόσωπο της και μου τον έπαιξε δυνατά. Έχυσα αμέσως χωρίς να μιλήσω καθόλου. Ο πούτσος μου τιναζόταν και έκανε συνεχείς συσπάσεις στο χέρι της και έχυνε δυνατά. Δεν τον άφησε καθόλου μέχρι να τελειώσω τελείως. Το χέρι της και το φόρεμα της στο ύψος της κοιλιάς της ήταν γεμάτο με τα χύσια μου.
Χωρίς να μου πει τίποτα, έκοψε χαρτί από την τουαλέτα, μου το έδωσε και βγήκε από το μπάνιο. Μέχρι να τελειώσουν οι διακοπές μου η συμπεριφορά της ήταν σαν να μην είχε συμβεί ποτέ αυτό το περιστατικό. Ποτέ δεν μου έδωσε το περιθώριο να σκεφτώ ότι μπορεί να ξαναγίνει κάτι.
Αν και πέρασαν πάρα πολλά χρόνια από τότε ποτέ δεν ξέχασα αυτό το πρώτο γυναικείο άγγιγμα…
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.