Η Άννα είναι μια όμορφη γυναίκα, μια μουνάρα, 43 ετών, που όμως ποτέ δεν έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα για κουτσομπολιά, με τα πιασίματα της, αλλά χωρίς να είναι γεμάτη, που την κοιτάς πάντα και δεύτερη φορά, με πολύ μεγάλο στήθος που το πρόσεχες πάντα από την μπροστινή πλευρά και είναι το ευαίσθητο σημείο της, αφού λίγα δευτερόλεπτα να το χαϊδέψω καυλώνει αμέσως και γίνεται μούσκεμα, μια εξίσου μεγάλη κωλάρα που δε σε άφηνε ποτέ αδιάφορο όταν την έβλεπες και που δεν με άφησε ποτέ να σκίσω, με ύψος 1.70, δυο πόδια λίγο παραπάνω γεμάτα από το κανονικό, μαλλί σγουρό καστανό κομμένο στο ύψος των ώμων της, πελώρια καστανά μάτια και μεγάλα τέλεια χείλη που κάποτε μόλις άγγιζαν την πούτσα μου γινόταν σκληρή σαν πέτρα. Αφού ξεκουραστήκαμε το απόγευμα για να έχουμε δυνάμεις για το βράδυ πήγαμε τα παιδιά στην γιαγιά τους και αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε. Πάνω στο κρεβάτι μας υπήρχε μια κόκκινη κυλόττα και ένα εξίσου κόκκινο στράπλες σουτιέν, όμως η ευχάριστη έκπληξη για μένα ήταν το ζευγάρι μαύρες κάλτσες που συνόδευαν το σετ.
Με παραξένεψε αυτό και τη ρώτησα προς τι αυτό το ντύσιμο για να πάρω την απάντηση ότι αφού ήμουν τόσο καλός και τρυφερός μαζί της για πάνω από 20 χρόνια, είναι διατεθειμένη να με αφήσει να προσπαθήσω για μια ακόμη φορά να το κάνουμε από πίσω, γιατί ήξερε την τρέλα μου με την όμορφη κωλάρα της, αλλά λόγω του πόνου που ένοιωθε δεν είχα μπορέσει ποτέ να μπω μέσα της. Με αυτά της τα λόγια ένοιωσα αμέσως ένα γλυκό ρίγος προσμονής να με διαπερνά, καθώς και έναν έντονο ερεθισμό που τον παρατήρησε η Άννα και χαμογέλασε. Γύρω στις 22:00 βγήκαμε από το σπίτι για ένα πρώτο ποτό σε μια κυριλέ καφετέρια για να περάσει η ώρα και να καταλήξουμε στα μπουζούκια. Η Άννα όπως πάντα ήταν ντυμένη στην τρίχα, ήταν το ψώνιο της να ντύνεται όμορφα, όχι όμως προκλητικά και να περιποιείται τον εαυτό της. Κατάφερνε πάντα να τονίζει το σώμα της και ειδικά τον κώλο της χωρίς να προκαλεί. Φορούσε ένα μαύρο φόρεμα μέχρι τους αστραγάλους, με ένα σκίσιμο μπροστά που έφτανε αρκετά πάνω από το γόνατο, με σεμνό ντεκολτέ που έκανε το μεγάλο στήθος της να ασφυκτιά και όπως ήταν αναμενόμενο τραβούσε όλα τα αντρικά βλέμματα πάνω της από όπου περνούσαμε.
Αφού ήπιαμε από δυο ποτά ο καθένας, πήραμε το αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για το κέντρο, εξάλλου η ώρα είχε πάει 00:30. Μπήκαμε στην αίθουσα που δεν είχε πολύ κόσμο και καθίσαμε στο τραπέζι μας. Σε ένα τέταρτο ακούμε φωνές και γέλια και μια παρέα από οκτώ μεσήλικες πλησίασε το τραπέζι μας και κάθισε στο διπλανό. Ήταν φανερό ότι ήταν φτιαγμένοι από το προηγούμενο μέρος που ήταν. Μόλις όμως κάθισαν οι τρείς ξανασηκώθηκαν και μας πλησίασαν.
- Γεια σου φίλε…
με χαιρέτησαν αλλά τα μάτια τους δεν ξεκόλλαγαν από την Άννα.
- Γεια σας, απήντησα.
- Μας θυμάσαι από το πρωί που μας έδωσες την επιταγή να πληρωθούμε;
Τότε συνειδητοποίησα που τους έχω δει και μου φαινόταν γνωστοί, ήταν κτηνοτρόφοι που πέρασαν από την υπηρεσία που εργάζομαι και τους έδωσα επιταγή επιδότησης για τα κοπάδια τους.
- Ναι σας θυμάμαι.
- Εξαργυρώσαμε τις επιταγές και είπαμε να το γιορτάσουμε πριν πάμε στα χωριά μας είπε κάποιος.
- Ελάτε να καθίσουμε όλοι μαζί να κεράσουμε ότι πίνεται να μην είστε μόνοι και σεις…
πρότεινε κάποιος άλλος. Η αλήθεια είναι ότι είχαμε κανονίσει με τους κουμπάρους μας να βγούμε, αλλά αδιαθέτησε ξαφνικά η μικρή τους και για αυτό καταλήξαμε μόνοι. Εγώ κοίταξα την Άννα που σήκωσε αδιάφορά τους ώμους σαν να μου έλεγε κάνε ότι θέλεις. Δέχτηκα και αμέσως άρχισαν να περνάνε από το μυαλό μου βρώμικες σκέψεις. Σκεπτόμουν ότι καλύτερη ευκαιρία από αυτήν με τους αγνώστους αυτούς σε ένα μέρος που ρέει άφθονο το αλκοόλ δεν πρόκειται να μου ξαναδινόταν. Βέβαια έπρεπε να ξεπεράσω πρώτα τους ενδοιασμούς μου γιατί άλλο να φαντασιώνεσαι ότι πηδιέται η γυναίκα σου και άλλο να το βλέπεις. Σηκωθήκαμε από το τραπέζι μας και καθίσαμε στην μέση στο δικό τους από την πλευρά του τοίχου και έγιναν οι τυπικές απαραίτητες συστάσεις με όλων τα μάτια να καρφώνονται στο μπούστο της Άννας. Εκείνη την στιγμή μου φάνηκαν εντάξει τύποι, χωριάτες με τα όλα τους, με τα μουστάκια τους, τη μυρωδιά στο δέρμα από τα ζώα και της δυνατές φωνές και τα γέλια.
Η βραδιά κυλούσε άνετα και ευχάριστα αν και είχαμε πιεί πάρα πολύ μπερδεμένα ποτά, με τα κεράσματα που έκαναν ο ένας στον άλλο. Μόνο δυο δεν έπιναν σχεδόν καθόλου λόγω του ότι θα οδηγούσαν. Αυτοί που καθόταν από την μεριά μας και ειδικά αυτός δίπλα στην Άννα είχαν καρφωμένα τα μάτια τους στα μπούτια της με αποτέλεσμα αυτό να την κάνει να νοιώθει άβολα και να έχει τον νου της να είναι συνέχεια το φόρεμα κλειστό γιατί όπως καθόταν αν δεν πρόσεχε έπεφτε στα πλάγια και φαινόταν τα υπέροχα πόδια της τυλιγμένα στις μαύρες κάλτσες της. Ανέκαθεν πρόσεχε πως καθόταν όταν βγαίναμε γιατί δεν ήθελε να δίνει δικαιώματα. Εγώ επίτηδες την έβαζα να πίνει συνέχεια για να καμφθούν οι αντιστάσεις της. Μετά από δυο ώρες ήταν αρκετά ζαλισμένη αλλά είχε ακόμη επαφή με το περιβάλλον. Η Άννα ποτέ δεν ήταν δυνατό ποτήρι που λέμε και όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο είχε αρχίσει να χαλαρώνει επικίνδυνα από το πολύ ποτό.
Κάποια στιγμή κάποιος από τη παρέα της ζήτησε να χορέψουν τσιφτετέλι που έπαιζε η ορχήστρα εκείνη την ώρα και η Άννα που ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα πρόθυμη για χορό, χωρίς δεύτερη σκέψη δέχτηκε. Έτσι που καθόμασταν στο τραπέζι ήμασταν η Άννα κι εγώ μαζί με άλλους τρείς από την μία πλευρά και οι πέντε απ’ την άλλη. Για να σηκωθεί όμως να χορέψει έπρεπε η να σηκωθούν οι δυο ή να τραβήξουνε όσο γίνεται πίσω τις καρέκλες τους μιας και ήταν ο τοίχος και να περάσει η Άννα μπροστά από τα πόδια τους. Φυσικά και δε σηκώθηκαν και η Άννα με την πλάτη στραμμένη σε αυτούς προσπαθούσε να περάσει ανάμεσα στο τραπέζι και στα γόνατα τους. Αφού κατάφερε γελώντας για την περιπέτεια της να περάσει τον πρώτο στον δεύτερο έπεσε ζαλισμένη στην αγκαλιά του αφήνοντας το φόρεμα να ανοίξει πιο πολύ από όσο θα ήθελε και να κάτσει χωρίς να το θέλει με τα πόδια ανοιχτά δείχνοντας το εσωτερικό των μηρών της στους απέναντι. Πέντε ζευγάρια μάτια γούρλωσαν μόλις είδαν την κόκκινη κιλότα της και τα άσπρα μπούτια της στο τελείωμα από τις κάλτσες της.
Γελώντας πάλι η Άννα προσπάθησε αργά να σηκωθεί μένοντας εκτεθειμένη στα μάτια των απέναντι παραπάνω από όσο θα έπρεπε θαρρείς και το έκανε επίτηδες πράγμα φυσικά που δεν ίσχυε αφού για το «ατύχημά της» έφταιγε αποκλειστικά το πιοτό, ζητώντας συγγνώμη.
- Άμα σου άρεσε η αγκαλιά μου, κάτσε όσο θέλεις…
είπε ξεδιάντροπα αυτός και όλοι γελάσανε στο τραπέζι μαζί και η γυναίκα μου. Ως και ο σερβιτόρος που καθόταν σα μπάστακας πάνω από το τραπέζι μας είχε γουρλώσει τα μάτια του. Τον άκουσα να λέει σε κάποιον πως άμα γίνει καμιά φάση με την κυρία θέλει να συμμετέχει και αυτός και ότι υπάρχει μετά τις τουαλέτες ένα δωμάτιο με κρεβάτι για τέτοιες περιπτώσεις. Με ερέθισε η ιδέα ότι σκεφτότανε να γαμήσουν την γυναίκα μου. Αφού την χούφτωσε κανονικά στον κώλο για να την σπρώξει να σηκωθεί, η Άννα ανέβηκε στην πίστα όπου για δέκα λεπτά χόρευε με τον άλλον τσιφτετέλι κουνώντας το κορμί της τόσο αισθησιακά που καύλωσα. Έβλεπα τα μάτια όλων της παρέας μας ήταν καρφωμένα πάνω της, συγκεκριμένα στην κωλάρα της, που την κούναγε παραπάνω από το πρέπον και μιλούσαν μεταξύ τους. Ο διπλανός μου ένας μουσάτος που δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου γύρισε και μου είπε:
- Ρε μπαγάσα είσαι τυχερός που έχεις τέτοια όμορφή γυναίκα και χωρίς παρεξήγηση πηδάς τέτοια κωλάρα.
Γελώντας εγώ, του απάντησα ότι δεν την έχω ακουμπήσει από πίσω πότε γιατί δε με αφήνει. Με κοίταξε έκπληκτος και ρώτησε:
- Δηλαδή η κυρία είναι παρθένα από πίσω;
Κούνησα το κεφάλι μου και έστρεψα το βλέμμα μου αλλού. Σε ένα λεπτό όλοι ήξεραν ότι η γυναίκα μου ήταν παρθένα από πίσω και αυτό πρέπει να τους ερέθισε αφάνταστα γιατί όλοι κουνιόταν νευρικά στις καρέκλες τους και δεν ξεκολλούσαν τα μάτια τους από πάνω της. Με το τέλος του χορού, αφού πέρασε για μια ακόμη φορά τουρλώνοντας τον κώλο της μπροστά από τα πόδια των δυο χωρίς να πέσει πάλι στην αγκαλιά κάποιου όμως και χωρίς να αποφύγει τα «τυχαία» αγγίγματα στα πόδια της, κάθισε ή μάλλον χύθηκε στην καρέκλα της και αυτή την φορά δεν έκανε καμιά κίνηση να μαζέψει το φόρεμα της που είχε ανοίξει και φαινόταν οι μπουτάρες της. Ο τύπος που καθόταν δίπλα της, δε μπορούσε να ξεκολλήσει τα μάτια του από τα υπέροχα πόδια της κοιτώντας απροκάλυπτα και αφού προσπάθησε αρκετή ώρα να της πιάσει κουβέντα για διάφορα θέματα μετά το γύρισε σε πρόστυχα ανέκδοτα. Η Άννα έσκυψε στο αυτί και μου φώναξε μεθυσμένα ότι ο διπλανός της λέει σόκιν ανέκδοτα και κοιτάει τα μπούτια της.
- Άφησε τον να θαυμάσει μωρό μου τα όμορφα πόδια σου της είπα εγώ…
και άπλωσα το χέρι μου και χάιδεψα τους μηρούς της. Γύρισε και με κοίταξε με ένα απροσδιόριστο θολό βλέμμα από το πιοτό.
- Ντροπή, μας βλέπουν, δεν ήμαστε μόνοι μας…
ψιθύρισε. Αυτός που ήταν δίπλα της ένας μουστακαλής γούρλωσε τα μάτια του βλέποντας με να τη χαϊδεύω και άρχισε πάλι να της λέει πρόστυχα ανέκδοτα. Η Άννα αυτή την φορά άρχισε να ανταποκρίνεται και να γελάει. Αυτός όσο η Άννα γελούσε τόσο την ακούμπαγε κατά λάθος στο μπράτσο με το χέρι του και ακουμπούσε το πόδι του στο δικό της. Εγώ τα έβλεπα όλα αλλά δε μίλαγα. Με κοίταξε κάποια στιγμή να δει τις αντιδράσεις μου, εγώ όμως γύρισα αλλού το βλέμμα σαν να του έδινα το ελεύθερο. Ντρεπόμουν ήταν αλήθεια, αλλά η καύλα μου ήταν μεγαλύτερη από την ντροπή μου. Σε λίγο ο μουστακαλής χάιδευε κανονικά το μπράτσο της Άννας και έτριβε το πόδι του στο μπούτι της γυναίκας μου. Εγώ άρχισα να παριστάνω το μεθυσμένο για να του αφήσω χώρο να κινηθεί. Τώρα ο μουστακαλής της μιλούσε στο αυτί και η Άννα μια γελούσε μια σοβάρευε σημάδι ότι ήταν αρκετά μεθυσμένη. Τότε αυτός έκανε το μεγάλο βήμα, ακούμπησε την χερούκλα του στο πόδι της και άρχισε να τρίβει το γόνατο της Άννας και να ανεβαίνει αργά προς το μπούτι της. Τότε αντέδρασε η Άννα και έβαλε το χέρι της πάνω στο δικό του προφανώς για να τον σταματήσει κάτι που κατάφερε προς στιγμήν.
Έσκυψε στο αυτί της και κάτι της είπε που την έκανε να σκάσει από τα γέλια. Τότε η Άννα τράβηξε το χέρι της από το δικό του έπιασε το ποτήρι της και άρχισε να πίνει. Ο μουστακαλής χάιδευε κανονικά τις μπουτάρες της που ασφυκτιούσαν μέσα στις κάλτσες και ανέβαζε το χέρι του προς τα πάνω. Δεν είχε πιεί ποτέ τόσο πολύ στη ζωή της για να χάσει τον έλεγχο και τον καθωσπρεπισμό της και να αφήνει ένα ξένο να χαϊδεύει τα μπούτια της. Τότε ο μουσάτος που καθόταν δίπλα μου με φάτσα αγριάνθρωπου με ρώτησε ψυχρά αν θέλω να περάσουμε όλοι καλά απόψε με την κυρία να περνάει καλύτερα.
- Ότι είναι να γίνει ας γίνει…
έκανα το λάθος και απάντησα εγώ.
- Έλα να αλλάξουμε θέσεις…
είπε. Σηκώθηκα και έκατσε από την δεξιά πλευρά της Άννας που βρέθηκε ανάμεσα σε δυο άγνωστους μεθυσμένη και με το έναν να έχει το χέρι του κάτω από το φόρεμα της και να προσπαθεί να φτάσει το μουνάκι της που δεν το είχε χαϊδέψει ποτέ κάνεις. Μόλις έκατσε δίπλα της ο μουσάτος, ο μουστακαλής που την έβαζε χέρι θαρρείς και φοβήθηκε και τράβηξε το χέρι του. Ακούμπησε το χοντρό του χέρι στο μπούτι της γυναίκας μου και της είπε να ανοίξει τα πόδια της όσο πιο πολύ μπορεί. Φυσικά η Άννα δεν έκανε καμιά κίνηση για να εκτελέσει την επιθυμία του που ακούστηκε σαν διαταγή. Τότε αυτός της είπε αν δεν το κάνει θα της δώσει τη σούφρα της στο χέρι για να πάει να την ράψει κάνας γιατρός. Εγώ έμεινα άφωνος από την απειλή και ετοιμάστηκα να του πω να κόψει τις μαλακίες και να σηκωθεί από τη θέση μου, όμως προς μεγάλη μου έκπληξη είδα την Άννα να ανοίγει τα πόδια της σε σημείο που κινδύνευε να σκιστεί το φόρεμα. Ο σερβιτόρος που στεκόταν όρθιος δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Ο μουσάτος της έδειξε το μεσαίο του δάχτυλο και της είπε ότι αυτό θα χώσει μέσα της.
Η Άννα δεν αντιδρούσε, σημάδι ότι ήταν πολύ μπερδεμένη από το πιοτό. Το χοντρό του χέρι χάθηκε κάτω από το ελάχιστο φόρεμα που είχε απομείνει να σκεπάζει τα μπούτια της και χούφτωσε το μουνάκι της, κάνοντας την να ριγήσει σα να κρύωνε. Προσπαθούσε να βάλει τον αντίχειρα στο μουνί της, αλλά η Άννα γύρισε προς το μέρος μου και μου είπε ότι ήθελε να πάει στην τουαλέτα και να την συνοδέψω γιατί ήταν πολύ ζαλισμένη.
- Θα σε συνοδέψει ο Αντώνης, της είπα. Εγώ δεν μπορώ να σηκωθώ είμαι πολύ ζαλισμένος…
της απήντησα. Σηκώθηκε και ο μουσάτος τράβηξε το χέρι του, σηκώθηκε και ο Αντώνης που καθόταν έξω-έξω στο τραπέζι και που δεν έπινε πολύ όλο το βράδυ και κατευθυνθήκανε στις τουαλέτες με την Άννα να παραπατάει. Με το που μπήκανε μέσα σηκώθηκα κι εγώ χωρίς να πω κουβέντα σε κανένα και πήγα στις τουαλέτες. Ήξερα ότι τα βλέμματα της παρέας μου ήτανε καρφωμένα επάνω μου αλλά για κάποια πράγματα είναι καλύτερα να μη λες κουβέντα και να τα αφήνεις να έρχονται μόνα τους. Η Άννα μπήκε στις γυναικείες τουαλέτες και ο Αντώνης ήταν απ’ έξω. Εγώ ήμουν κρυμμένος στο διάδρομο για τις αντρικές τουαλέτες και περίμενα. Αφού πέρασε λίγη ώρα ο Αντώνης ρώτησε την Άννα αν είναι καλά χωρίς να πάρει απάντηση. Τότε μπήκε μέσα και κατευθύνθηκε στην τουαλέτα που ήταν η Άννα και εγώ πλησίασα την πόρτα. Ξαναρώτησε από έξω από την πόρτα αν είναι καλά για να ακούσει ένα μουγκρητό γι απάντηση. Έσπρωξε την πόρτα και είδε την Άννα να κάθεται με κατεβασμένη την κιλότα στην λεκάνη.
- Είσαι καλά; Θέλεις κάτι;… τη ρώτησε.
- Ζαλίζομαι και δε μπορώ να σηκωθώ, απάντησε εκείνη.
- Έλα σιγά-σιγά να σε βοηθήσω να σηκωθείς και να ντυθείς είπε ο Αντώνης.
Στήθηκε μπροστά της την έπιασε από της μασχάλες και την τράβηξε επάνω την ακούμπησε στον τοίχο σήκωσε το φόρεμα της για να τραβήξει επάνω την κιλότα της και εκεί χάζεψε βλέποντας το τέλεια ξυρισμένο μουνί της που γυάλιζε από την κρέμα περιποίησης που έβαζε. Ασυναίσθητα πέρασε το χέρι του πάνω από το εφηβαίο φοβούμενος την αντίδραση της Άννας.
- Αυτό το ένοιωσα του είπε εκείνη ζαλισμένη.
- Σου άρεσε;… την ρώτησε.
- Πολύ αλλά δεν κάνει γιατί είσαι ξένος και δεν έχω αφήσει άλλον εκτός από τον άντρα μου να με χαϊδέψει εκεί.
Ο Αντώνης όμως καυλωμένος από το θέαμα χούφτωσε κανονικά το μουνί της και άρχισε να τρίβει την κλειτορίδα της. Η Άννα με κλειστά τα μάτια απολάμβανε το χάδι του. Μόλις όμως έβαλε μέσα της το δάχτυλό του αντέδρασε και του είπε να την αφήσει ήσυχη.
- Αφού το θες πολύ να γαμηθείς, είσαι μούσκεμα, γιατί αντιστέκεσαι;…
τη ρώτησε ο Αντώνης.
- Σου είπα δεν κάνει, του απάντησε.
Τότε επενέβην εγώ που ήμουν έξω από την τουαλέτα και τα έβλεπα και τα άκουγα όλα και είπα στον Αντώνη να την αφήσει ήσυχη και ότι με το ζόρι δεν γίνεται τίποτα. Αυτός άφησε το φόρεμα να πέσει και βγήκε από τις τουαλέτες κατευθυνόμενος στο τραπέζι μας. Εγώ σήκωσα την κιλότα της γυναίκας μου και την πήγα στους νιπτήρες να πλυθεί. Έξω στο διάδρομο άκουσα ομιλίες και αφού πλησίασα σιγά άκουσα το μουστακαλή, το σερβιτόρο και το μουσάτο να μιλάνε και να λένε πως μόλις βγούμε θα πάρουν την γυναίκα μου να πάνε στο δωμάτιο και ότι η κυρία είναι έτοιμη για ξέσκισμα. Γύρισα πίσω στις τουαλέτες που ήταν η Άννα και περίμενα να πλυθεί. Ήρθε προς το μέρος μου παραπατώντας και εγώ τη χάζευα, γιατί παρ’ όλη την ζαλάδα της και το μεθύσι της, ανέδυε ένα αισθησιασμό που δύσκολα μπορούσα να σε αφήσει ανέγγιχτο. Τα μεγάλα μάτια της ήταν θολά από το πιοτό. Της έπιασα το χέρι και δίνοντας μια τελευταία ευκαιρία στον εαυτό μου να αποφύγω την επικείμενη καταστροφή, τη ρώτησα αν θέλει να φύγουμε για το σπίτι μας. Απήντησε ότι περνάει καλά και θέλει να καθίσουμε κι άλλο. Αυτό ήταν για μένα τελείωσε το θέμα εκείνη τη στιγμή. Ότι ενδοιασμούς είχα φύγανε και το πήρα απόφαση ότι θα γίνω κερατάς για χάρη της ηδονής και του βρώμικου μυαλού μου.
Βγήκαμε από τις τουαλέτες κρατώντας την από την μέση και πέσαμε πάνω στους τρεις που μας περίμεναν.
- Πάμε στο δωμάτιο να ξαπλώσει λίγο η κυρία να συνέρθει…
πρότεινε ο μουστακαλής που χάιδευε τα μπούτια της.
- Και δεν πάμε;…
απήντησα εγώ πριν προλάβει να πει η Άννα κάτι. Στρίψαμε αριστερά από τις τουαλέτες αντί να στρίψουμε δεξιά προς την αίθουσα. «Άμα δεν σκίσω αυτόν τον κώλο δεν φεύγω απόψε» άκουσα να λέει ένας. Μετά από λίγα μέτρα φτάσαμε σε μια πόρτα και ο σερβιτόρος την ξεκλείδωσε φανερά ταραγμένος και με ένα εξόγκωμα στο παντελόνι του που πρέπει να τον ενοχλούσε πολύ. Μπήκανε και οι πέντε στο δωμάτιο και ανάψανε το φώς. Η Άννα ήταν ανάμεσα σε τρείς ξένους άντρες έτοιμη να την ξεσκίσουν.
- Τι είναι εδώ μέσα ρώτησε ζαλισμένα η Άννα.
- Το μέρος που θα ευχαριστηθείς πούτσα…
απήντησε ο μουστακαλής. Η Άννα το βρήκε αστείο και χαζογέλαγε μεθυσμένη. Εγώ τράβηξα το χέρι μου από τη μέση της και έκανα λίγο πίσω.
- Που πάς μωρό μου;…
με ρώτησε αλλά εγώ δεν απήντησα. Αφού έκανα στο πλάι δίνοντας την συγκατάθεσή μου, ο μουστακαλής και ο μουσάτος βρέθηκαν πάλι κοντά της και άρχισαν να την χαϊδεύουν πάνω από το φόρεμα και κάποιος χούφτωσε το μεγάλο στήθος της και άρχισε να τρίβει την ρώγα της πάνω από το φόρεμα. Η Άννα πήγε να απλώσει το χέρι της να απομακρύνει το χέρι όμως ο μουσάτος της το έπιασε και το ακουμπούσε στην πούτσα του.
- Έχεις πιάσει άλλο τέτοιο εργαλείο;… της είπε.
Ο σερβιτόρος πήγε από πίσω της και κατέβασε το φερμουάρ του φορέματος που έπεσε κάτω αφήνοντας την ημίγυμνη.
- Πω-πω τι κορμί που έχει η καριόλα!
- Θέλω να με αφήσετε να φύγω…
είπε η Άννα που στεκόταν μπροστά τους με τις κάλτσες και το στράπλες σουτιέν, αλλά αμέσως προδόθηκε από έναν αναστεναγμό ηδονής αφού ο μουστακαλής έτριβε το στήθος της που είναι και το ευαίσθητο σημείο της. Αυτός που είχε το χέρι της στην πούτσα του τράβηξε κάτω το σουτιέν από το αριστερό της στήθος, το έπιασε με το χέρι του και έβαλε την ορθωμένη ρώγα της στο στόμα του, ενώ ξεκούμπωσε το παντελόνι του και έχωσε το χέρι της Άννας μέσα στο βρακί του. Η Άννα βόγκαγε κανονικά τώρα.
- Γουστάρεις γαμήσι και μου το παίζεις κυρία έ;…
της είπε ο μουσάτος, έβγαλε το χέρι του από το σουτιέν της πήγε από μπροστά της άνοιξε το φερμουάρ από το παντελόνι του βγάζοντας έξω έναν πρησμένο και μαλλιαρό πούτσο.
- Σκύψε και παρ’ τον τώρα στο στόμα σου…
της είπε με προστακτική φωνή.
- Για ποια με πέρασες;…
απάντησε η Άννα με τα μάτια καρφωμένα στην πούτσα του.
- Για μια πουτάνα που ψάχνει πούτσα όλο το βράδυ με τις ευλογίες του άντρα της, είπε εκείνος. Σκύψε τώρα και μην ξεχνάς τι σου είπα για τη σούφρα σου.
Η Άννα έσκυψε και άρχισε να γλείφει τη χοντρή πούτσα του. Παραδόξως, ο μουσάτος είχε καταφέρει να την φοβίσει σε μεγάλο βαθμό. Ο σερβιτόρος της παρέας πήγε από πίσω της και έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης.
- Κοιτάξτε κωλάρα η κυρία…
είπε και χάιδευε τα μπούτια της και τον κώλο της πάνω από την κιλότα. Κατέβασε και την κυλόττα της και τη βοήθησε να τη βγάλει. Η Άννα ήταν πλέον γυμνή και σκυμμένη έπαιρνε πίπα. Ο μουστακαλής έκατσε κάτω στο πάτωμα έβγαλε και το άλλο στήθος και έγλειφε και ζουλούσε εναλλάξ της ορθωμένες ρώγες της, όσο αυτή έπαιρνε πίπα στο μουσάτο. Αυτός που την ξέντυσε πήγε από πίσω της και άρχισε να γλείφει την κωλοτρυπίδα, ενώ είχε βυθίσει δυο δάχτυλα μέσα στο βρεγμένο μουνί της. Πρώτη φορά άκουγα την Άννα να φωνάζει έτσι από ηδονή. Αυτός που την έγλειφε, προσπαθούσε να βάλει ένα δάχτυλο στην κωλοτρυπίδα της.
- Η κυρία είναι πολύ σφιχτή από κει πίσω…
τους είπε και χαμογέλασε, κατορθώνοντας να βάλει τον αντίχειρά του στον κώλο της. Περισσότερα βογκητά και αναστεναγμοί από την Άννα που ήταν μπουκωμένη από το εργαλείο του μουσάτου ο οποίος τράβηξε την πούτσα του, ξάπλωσε στο κρεβάτι με τα παντελόνια κατεβασμένα και πρόσταξε την Άννα να τον καβαλήσει. Η Άννα παραπατώντας ανέβηκε στο κρεβάτι κοίταξε το μεγάλο εργαλείο μια φορά και έκατσε πάνω του χώνοντας το όλο μέσα της. Βόγκηξε από πόνο και ηδονή και ξεκίνησε να κουνιέται πάνω κάτω ξέφρενα. Ο μουστακαλής πήγε από πίσω της και της έριξε δυο σκαμπίλια που την έκαναν να φωνάξει. Η Άννα δεν είχε επαφή πλέον με το περιβάλλον. Φώναζε και βογκούσε όπως δεν την είχα ακούσει ποτέ στην ζωή μου από ηδονή. Εμένα βέβαια όλες οι φαντασιώσεις μου λάμβαναν σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μου. Ο μουσάτος τη γαμούσε άγρια με την πούτσα του από το μουνί και με το δάχτυλό του την κωλοτρυπίδα της συγχρόνως, ενώ ο σερβιτόρος τη φιλούσε στο λαιμό και στις βυζάρες της. Σε λίγο ο μουσάτος είπε στον μουστακαλή να αλλάξουν θέσεις γιατί θα χύσει και θέλει να την χύσει στην μάπα. Γύρισε την Άννα ανάσκελα και σηκώθηκε πλησιάζοντας την πούτσα στο στόμα της.
- Θα χύσω και θέλω να μην αφήσεις σταγόνα να πάει χαμένη! Να μου τον κάνεις σαν καινούργιο, της είπε.
Η Άννα άνοιξε τα μεγάλα και υπέροχα χείλη της και άρχισε αδέξια να τον ρουφάει. Ο μουστακαλής πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια της Άννας τα σήκωσε ψηλά και κοιτούσε εκστασιασμένος τις δυο τρύπες της που ήταν ξυρισμένες στην εντέλεια.
- Τέτοιο μουνί δεν γάμησα ποτέ στη ζωή μου…
μονολόγησε και άρχισε να τρίβει το πουτσοκέφαλο του στα χείλη της γυναίκας μου. Και αυτός με μια κίνηση τον έχωσε όλον μέχρι τα αρχίδια του να ακουμπήσουν στο μουνί της Άννας που έβγαλε μια κραυγή πόνου και προσπάθησε να τραβηχτεί αλλά ο μουσάτος την κρατούσε κάτω και εκείνη την στιγμή έχυσε μια μεγάλη ποσότητα στο στόμα της κάνοντάς την να κάνει έναν μορφασμό αποστροφής μιας και δεν έκανε ποτέ τέτοια στα χρόνια του έγγαμου βίου μας. Με το που έχυσε πήρε την θέση του ο σερβιτόρος χώνοντας και αυτός την πούτσα του στο στόμα της. Ο μουστακαλής κοιλαράς τη γαμούσε με λύσσα θαρρείς και ήταν το τελευταίο ή το πρώτο γαμήσι της ζωή του. Και πάλι η Άννα άρχισε να φωνάζει και να το απολαμβάνει αφού πέρασε το πρώτο σοκ από την διείσδυση της μεγάλης πούτσας.
- Τώρα θα στο βάλω στον κώλο…
της είπε ο μουστακαλής, αλλά η Άννα αντέδρασε και αυτός αναγκάστηκε να ξαναρχίσει να την γαμάει από το μουνί. Σε λίγο έβγαλε την πούτσα του και γέμισε με σπέρμα τα κωλομέρια της. Συγχρόνως και ο σερβιτόρος έχυσε μέσα στο στόμα της κάνοντας την να καταπιεί σπέρμα για δεύτερη φορά στην ζωή της. Φέρε λίγο χαρτί να τη σκουπίσουμε άκουσα τον μουστακαλή να λέει και όντως σκούπισαν τα χύσια από τον πισινό της και της έδωσαν και ένα χαρτομάντιλο να σκουπίσει το πρόσωπο της.
- Σου άρεσε μωρό μου;…
τη ρώτησε ο μουσάτος χαϊδεύοντας της το μουνί ενώ τη σκούπιζε. Εκείνη κατόρθωσε να πει «ναι» πολύ ζαλισμένη από την ηδονή και το πιοτό. Εγώ ένοιωθα έτοιμος να εκραγώ από την καύλα και δεν έβλεπα την ώρα να πάμε στο σπίτι μας να προσπαθήσω να την γαμήσω από τον κώλο. Αφού της βάλανε το σουτιέν και το φόρεμα αλλά όχι την κιλότα τότε εμφανίστηκα. Μόλις η Άννα με είδε ήρθε παραπατώντας κοντά μου και με έπιασε από το χέρι.
- Έκανα κάτι το τρομερό μου είπε μέσα στην ζάλη της.
- Δεν πειράζει μωρό μου, της είπα εγώ, τουλάχιστον σου άρεσε;
- Πάρα πολύ!
- Θα σε χορτάσουμε γαμήσι αν θέλεις…
είπε ο μουσάτος. Γύρισε και με κοίταξε με νόημα. Μπήκαμε στο αίθουσα που είχε πλέον ελάχιστο κόσμο και καθίσαμε στο τραπέζι μας.
Συνεχίζεται…
(Copyright protected OW ref: 90202)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.