Η ιστορία:
Πέρασαν ώρες μέχρι να ξυπνήσω από το βαθύ μου ύπνο. Ανοίγοντας τα μάτια μου, είδα πως το ρολόι έγραφε τέσσερις το μεσημέρι. Είδα δίπλα μου τον Ντινούκο κουλουριασμένο, χρησιμοποιώντας το μπράτσο μου σαν μαξιλάρι, ξύπνιο να με κοιτάει. Αμέσως μόλις με είδε χαμογέλασε. Εγώ τράβηξα σιγά - σιγά το χέρι μου και του είπα αγουροξυπνημένος:
- «Γλείψε μου λίγο τις μπάλες μέχρι να ξυπνήσω».
Αμέσως, χωρίς να το σκεφτεί, σύρθηκε πιο κάτω στο κρεβάτι και ξεκίνησε να μου τις πιπιλάει. Εγώ απλά χαλάρωσα να απολαύσω... Πρέπει να πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να αρχίσω να ξυπνάω και να σκέφτομαι:
- «Η αδερφή σου πού είναι; Νόμιζα ότι ξάπλωσε μαζί μας!»
- «Όχι Αφέντη μου. Λίγο αφού σε πήρε ο ύπνος γύρισε στο σπίτι…» μου είπε βιαστικά και συνέχισε να γλείφει.
- «Αφέντη; Δε θυμάμαι να σου είπα να με φωνάζεις έτσι…»
- «Δεν ξέρω πως να σε φωνάζω. Το Κώστας μου μοιάζει λίγο. Και ούτως ή άλλως δεν υπάρχει κάτι που θα μπορούσες να μου ζητήσεις και να μην το έκανα... Αν σε ενοχλεί, θα σε φωνάζω όπως θες».
- «Μου αρέσει το Αφέντης. Μπορώ να το συνηθίσω. Να συνεχίσεις».
- «Σ’ ευχαριστώ, Αφέντη».
Και με αυτό συνέχισε να γλείφει τις τριχωτές αρχιδάρες μου.
- «Η αδελφούλα σου δεν με έγλειφε ποτέ τόσο καλά. Την ενοχλούσε που ο πούτσος μου.. είναι τριχωτός».
- «Είναι ηλίθια αν το πιστεύει αυτό, Αφέντη» μουρμούρισε ανάμεσα στα γλειψίματα.
- «Ξέρεις, νομίζω πως υπάρχει κάποια που μπορεί να καλύψει την ανάγκη μου για μουνάκι πολύ καλύτερα από την αδερφή σου. Κάποια που να με γουστάρει όσο εσύ, και να έκανε τα πάντα για μένα».
- «Την ξέρω;» ρώτησε ντροπαλά ο Ντινούκος.
- «Ναι. Αλλά είναι νωρίς να τα συζητήσουμε αυτά. Αρκεί το γλείψιμο για τώρα. Ακολούθησε με…»
Και έτσι σηκώθηκα γυμνός. Ο Ντίνος σηκώθηκε κι αυτός μαζί μου, ενώ γρήγορα φόρεσε το βρακάκι που του δάνεισε η αδερφή του. Το καχεκτικό του σώμα και τα ξανθά μαλλιά τον κάνανε να μοιάζει πολύ μικρότερος. Με τίποτα δε θα πίστευα ότι αυτό το υπάκουο πουστάκι είναι συνομήλικο μου. Προχώρησα στο μπάνιο, και αμέσως πήγα στον καμπινέ να κατουρήσω. Με χαμόγελο είδα τον Ντίνο να κοιτάει σαν χαζός την πούτσα μου που κατουρούσε. Όταν τελείωσα, μπήκα στην μπανιέρα και του είπα:
- «Τι περιμένεις; Θα με βοηθήσεις να κάνω μπάνιο. Και τράβηξε και το καζανάκι, πουστράκι».
Πολύ χαρούμενος, τράβηξε το καζανάκι και έκανε να βγάλει το φούξια στρινγκάκι του αλλά τον σταμάτησα:
- «Συνέχισε να το φοράς. Με καυλώνει, και όσο λιγότερο χρειάζεται να βλέπω το πουτσάκι σου, τόσο καλύτερα…»
Όπως έμπαινε στη μπανιέρα είδα τα σώματά μας στον καθρέφτη. Με τον Ντινούκο ήμασταν τα άκρα αντίθετα. Το σώμα του ήταν κατάλευκο, αδύνατο και χάρη στη Στέλλα τελείως άτριχο. Το δικό μου αντίθετα ήταν καθαρά αντρικό, παρότι ήμουν μόλις δεκαεννιά. Γυμνασμένο, τριχωτό σε ορισμένα σημεία. Ήμουν αρκετά μελαχρινός, είχα σχεδόν σκουρόχρωμο σώμα. Η αντίθεσή μας ήταν τεράστια. Και παρότι δεν το θεωρούσα ποτέ δυνατόν καύλωσα πραγματικά με την πούστρα που είχα μπροστά μου. Χωρίς να το σκεφτώ έπιασα το κεφάλι του, το έφερα κοντά στο δικό μου και για πρώτη φορά του έδωσα ένα πραγματικό γλωσσόφιλο. Τον ένιωσα να λιώνει στα χέρια μου και ικανοποιήθηκα. Λίγο μετά αποτραβήχτηκα και του έκανα νόημα να γονατίσει μπροστά μου. Ύστερα άνοιξα το νερό, σε αρκετά ζεστή θερμοκρασία, όπως κάνω πάντα. Σπρώχνοντας την ψώλα μου στο στόμα του, του είπα:
- «Μέχρι να κρυώσει το νερό πρέπει να με έχεις κάνει να χύσω, να λούσεις τα μαλλιά μου και να πλύνεις κάθε σπιθαμή στο σώμα μου. Αν δεν τα καταφέρεις θα το μετανιώσεις. Βιάσου!»
Και με αυτό τον είδα να ορμάει σαν πεινασμένος στην πούτσα μου. Προφανώς δυσκολευόταν να την καταπιεί ολόκληρη, αλλά δεν ανησυχούσα. Ήταν μόλις η πρώτη του μέρα. Τις επόμενες μέρες θα μάθαινε. Η Στέλλα κατάφερε να τον παίρνει ολόκληρο μόλις μετά από δέκα μέρες γαμησιών. Τον είδα να ιδρώνει από την προσπάθεια. Με το ένα χέρι μου έτριβε τις μπάλες και με το άλλο τη βάση του καυλιού μου. Η γλώσσα του δούλευε σαν μηχανή. Η αλήθεια όμως είναι ότι αντέχω. Του πήρε περίπου ένα τέταρτο συνεχούς γλειψίματος και παιξίματος με όλη του τη δύναμη, μέχρι να με φέρει σε σημείο να μην μπορώ να κρατηθώ. Έμεινε στη θέση του μέχρι να σιγουρευτεί ότι τα είχε καταπιεί όλα, και ύστερα ξεκίνησε γρήγορα να με πλένει. Καθώς ξέπλενε το σώμα μου το νερό άρχισε να κρυώνει. Άρχισα να γελάω καθώς είδα τον τρόμο στα μάτια του, και γρήγορα με ξέπλυνε και έκλεισε το μπάνιο:
- «Ευτυχώς πρόλαβα!» μου είπε.
- «Είσαι πολύ τυχερός. Σκούπισε με τώρα».
Και έτσι έκανε με αργές πλέον κινήσεις απολαμβάνοντας το σώμα μου, αφού πια δεν τον πίεζε ο χρόνος. Αφού τελείωσε, εγώ προχώρησα στο δωμάτιό μου. Ντύθηκα και γύρισα στο μπάνιο, και με χαρά είδα τον Ντίνο να σφουγγαρίζει τα νερά που είχα κάνει με το μπάνιο μου.
- «Ντίνο, θα πάω για τρέξιμο. Θέλω να συνεχίσεις να καθαρίζεις. Θέλω το σπίτι να είναι πεντακάθαρο. Και κάνε κι εσύ μπάνιο. Θέλω να είσαι συνέχεια απόλυτα καθαρός. Μπορεί και ν’ αργήσω. Όταν γυρίσω θέλω να με περιμένετε με την αδερφή σου στο κρεβάτι, στα τέσσερα. Αν κάποια απ’ τις δυο σας λείπει, θα θυμώσω και με τις δυο».
- «Ναι άντρακλά μου. Όπως θες…» μου απάντησε και συνέχισε να σφουγγαρίζει.
Και έτσι βγήκα από το σπίτι και ξεκίνησα να κατεβαίνω τις σκάλες. Κάπου στη μέση όμως μου ήρθε μια ιδέα και ξανανέβηκα. Προσπέρασα την πόρτα μου και χτύπησα στο σπίτι της οικογένειας. Την πόρτα την άνοιξε η κυρία Μαίρη, που χαμογέλασε αυθόρμητα μόλις με είδε. Γρήγορα όμως σοβάρεψε φέρνοντας στη μνήμη της τα γεγονότα της ημέρας. Μέσα άκουσα τον κύριο Λάμπρο να μιλάει στο τηλέφωνο. Σιγουρεύτηκα πρώτα ότι δε φαινόμασταν και πλησίασα και της έδωσα ένα πεταχτό φιλί, και χάιδεψα την κωλάρα της. Αυτή αμέσως αποτραβήχτηκε. Εγώ απλά χαμογέλασα και φώναξα τη Στέλλα. Όταν αυτή ήρθε, χωρίς να ανταλλάξουμε κουβέντα, άρχισα να τη φιλάω βαθιά μπροστά στην έκπληκτη μάνα της. Σχεδόν αυτόματα άρχισα να χουφτώνω και το κωλαράκι της. Όσο τη φιλούσα, κάρφωσα με το βλέμμα μου την κυρία Μαίρη, και της έκλεισα το μάτι. Ένα λεπτό αργότερα ξεκολλήσαμε…
- «Στέλλα, πήγαινε δίπλα. Σε θέλει αδελφός σου. Τώρα!» είπα επιτακτικά και της έκανα χώρο να περάσει.
Αυτή με κοίταξε απορημένη και πήγε δίπλα. Όταν τελικά άκουσα την πόρτα μου να κλείνει, ξεκίνησα και πάλι να χαϊδεύω το σώμα της κυρίας Μαίρης.
- «Αυτό που μόλις έζησε η κορούλα σου, μπορείς να το ζεις κι εσύ. Κάθε μέρα…» και συνέχισα ψηλαφίζοντας τις βυζάρες τις. «Ξέρεις τι έχει να πει ο Ντίνος στην κορούλα σου;»
- «Τι...;» ψέλλισε.
- «Πως το βράδυ θέλω να με περιμένουν και τα δύο γυμνά στο κρεβάτι μου. Στα τέσσερα» και της έδωσα ένα ακόμα πεταχτό φιλί. «Ξέρεις, στη θέση τους θα μπορούσες να είσαι κι εσύ. Είναι πια φανερό το πόσο το θες».
- «Ο άντρας μου είναι μέσα» είπε σχεδόν αποφασιστικά.
Εγώ απλά χαμογέλασα και είπα:
- «Ξέρω που είναι ο άντρας σου. Αλλά αυτά είναι απλές λεπτομέρειες. Με θες. Σχεδόν όσο με θέλει και ο γιος σου. Τώρα θα πάω για τρέξιμο. Βλέπεις το σώμα που λατρεύεις κι εσύ όσο και τα δίδυμα παιδάκια σου χρειάζεται δουλειά. Θα με συναντήσεις όμως σε μιάμιση ώρα στο πεδίον του Άρεως. Κάτω από το άγαλμα της Αθηνάς».
- «Δεν μπορώ τώρα. Τι θα πω...;»
- «Το τι θα πεις λίγο με νοιάζει».
- «Δεν γιν-...»
Και όσο μιλούσε την έκοψα.
- «Εγώ θα σε περιμένω εκεί. Ξέρω πως θα έρθεις. Αν δε σε βρω εκεί, κάθε επαφή μας θα διακόψει. Και ξέρω αρκετά καλά ότι αυτό είναι κάτι που δε θες».
Και χωρίς να πω τίποτα άλλο, κατέβηκα τις σκάλες, και ξεκίνησα το τρέξιμο. Ήξερα πως το τέλος αυτής της μέρας θα ήταν ταιριαστό της υπόλοιπης. Γεμάτο νέες εμπειρίες…
(Copyright protected OW ref: 46165)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.