Η ιστορία:
Η ιστορία που θα σας αφηγηθώ δεν συνέβη σε μένα προσωπικά αλλά σε κάποιο φίλο που ο γιος του είχε πετύχει στις πανελλήνιες και ετοιμαζόταν για σπουδές. Ο φιλαράκος μου που λέτε τα έφερνε δύσκολα βόλτα και μάλιστα τώρα με την κρίση ακόμα πιο δύσκολα. Άκουσε λοιπόν ότι η εκκλησία βοηθά άπορους φοιτητές και έτσι αυτός πήρε το εκκαθαριστικό της εφορείας και πήγε στα γραφεία της μητρόπολης.
Ρωτώντας κατέληξε στο γραφείο ενός αρχιμανδρίτη, αρκετά νέου, αλλά όπως φάνηκε στο φίλο μου πουστόφερνε και λίγο. Αλλά αυτόν δεν τον ενδιέφερε, το επίδομα να έπαιρνε. Αφού του εξήγησε την κατάσταση ο αρχιμανδρίτης σκέφτηκε, πήρε ένα τηλέφωνο και τελικά του αρνήθηκε τη βοήθεια. Λυπούμαστε είπε αλλά για φέτος έχουμε δώσει όλες τις υποτροφίες, αν ήθελε του χρόνου κάτι θα γινόταν κτλ. Τότε για καλή τύχη του φίλου μου του πέφτει το εκκαθαριστικό και σκύβει να το σηκώσει κάτω από τα πόδια του αρχιμανδρίτη.
Τότε βλέπει το αδιανόητο. Κάτω από το ράσο κατακόκκινες ζαρτιέρες στόλιζαν τα μπουτάκια του πάπαρδου. Τότε πάνω στην απελπισία του σκέφτηκε να τα παίξει όλα για όλα. Παρακάλεσε άλλη μια φορά και έβαλε τα χέρι του πάνω στο μπουτάκι του αρχιμανδρίτη, δήθεν παρακαλώντας τον. Του εξήγησε ότι δεν ήταν αχάριστος και θα έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να του δείξει την ευγνωμοσύνη του. Τότε ο πάπαρδος τσίμπησε και του ζήτησε να ξαναπάει με το γιο του να τον βρουν.
Ο φίλος μου κατάλαβε που το πήγαινε και του είπε ότι ο γιος του δεν μπορούσε αλλά θα έπαιρνε έναν φίλο του και θα πήγαιναν. Εδώ μπαίνω εγώ στην ιστορία. Και δίνουν ραντεβού σε ένα μοναστήρι που δήθεν θα λειτουργούσε ο αρχιμανδρίτης και πάω κι εγώ. Τον βρίσκουμε στο κελί του σεβάσμιο και κατανυκτικό δήθεν, αλλά εμείς ξέραμε τι λούγκρα ήταν. Μπαίνουμε μέσα και πάμε και τον πλευρίζουμε και οι δύο δήθεν παρακαλώντας για το επίδομα και ταυτόχρονα τρίβουμε τις πούτσες μας πάνω από τα ρούχα πάνω του.
Δεν σας είπα ότι εγώ και ο φίλος μου είμαστε γύρω στα 48 αλλά κρατιόμαστε καλά λόγω γυμναστηρίων και ντυσίματος. Δηλαδή μπορούσαμε να καυλώσουμε άνετα κοριτσάκι εικοσάχρονο, πόσο μάλλον έναν πούστη αρχιμανδρίτη.
- «Ντροπή τέκνα μου…», είπε. «Αμαρτία είναι αυτό που κάνετε αλλά αν είναι θέλημα θεού ας γίνει…»
Και σκύβει κατευθείαν και ανοίγει τα φερμουάρ κι άρχισε να μας παίρνει πίπα εναλλάξ. Γερή πίπα, βαθύ λαρύγγι. Όλο μέσα χωρίς να πνίγεται. Χύσαμε και οι δύο πάνω του, ο φίλος μου πάνω στο μούσι του κι εγώ στα μάτια του. Καθίσαμε λίγο να ηρεμήσουμε και κατόπιν αρχίσαμε να ντυνόμαστε.
- «Όπα, μάγκες!», λέει. «Με μια πίπα επίδομα δεν έχει. Πρέπει να μπει το κλειδί στην κλειδαριά για να βγουν τα λεφτά».
Τότε καταλάβαμε τι εννοούσε. Εγώ ξεκαθάρισα τη θέση μου ότι δεν με ενδιέφερε καθόλου να τον γαμήσω αλλά ο φίλος μου λύγισε και του είπε οκ. Πετάει το ράσο και φανερώνεται μια κορμάρα, τύφλα να έχουν οι γκόμενες. Άτριχο ροζ δερματάκι απαλό και σφιχτό, άλλο πράγμα. Σέξι εσώρουχα, στρινγκάκι κόκκινο σκέτη καύλα. Πάει και κολλάει στον τοίχο, σηκώνει το ένα πόδι και τραβάει το στρινγκάκι. Τι τρύπα ήταν αυτή! Η καλύτερη που έχω δει. Σφιχτή ροζ σαν τριανταφυλλάκι έτοιμο να ανθίσει. Μου σηκώθηκε αμέσως. Τότε είπα το αμίμητο:
- «Σε πειράζει να τον γαμήσω πρώτος;»
Τότε γυρίζει ο πάπαρδος και λέει:
- «Και οι δύο μαζί!»
Βάζει το φίλο μου να ξαπλώσει κάτω, ανεβαίνει επάνω του και κάθεται πάνω στο καυλί του με τη μία. Ο φίλος μου βόγκηξε από την καύλα. Τότε μου λέει:
- «Όπως κάθομαι στο καυλί του φίλου σου σήκωσε μου τα πόδια και χώσ’ τον κι εσύ!»
Σάστισα, δεν το είχα ξανακάνει και δεν πίστευα πως γίνεται. Κι όμως γίνεται. Πήρα το λιπαντικό από το ράσο του άλειψα την πούτσα μου κι άρχισα να σπρώχνω. Η πούτσα μου ενώθηκε με του φίλου μου, έγινε σαν μια χοντρή αλογίσια πούτσα. Όμως μπήκαν και οι δυο και πιάσαμε πάτο. Τότε άρχισε το σκληρό ανελέητο γαμήσι του αρχιμανδρίτη. Τον γαμούσαμε με παροξυσμό και τρέλα. Ήταν πρωτόγνωρο για μας, αλλά ήταν σκέτη καύλα. Από τα ωραιότερα γαμήσια που έχω κάνει. Τον βγάζαμε μέχρι έξω και του λέγαμε:
- «Θα το δώσεις το επίδομα;»
- «Όχι!», έλεγε η λούγκρα.
Και τότε τον καρφώναμε με δύναμη και έλεγε:
- «Ναι, σας το δίνω. Γαμήστε με κι άλλο!»
Έλεγε πολλά και πρόστυχα. Τον χύσαμε τελικά μέσα στο κωλάντερο και εκείνη την ώρα φώναζε:
- «Γκαστρώνομαι η παπαδιά, γκαστρώνομαι!»
Ο ίδιος δεν έχυσε, ούτε καν του σηκώθηκε. Δεν τον είδαμε τον πούτσο του, ή ανίκανος ήταν ή μικροτσούτσουνος. Όπως και να ‘χει το επίδομα το πήρε ο φίλος μου κι εγώ έζησα ένα τελείως διαφορετικό γαμήσι, εμπειρία που ίσως σε άλλη περίπτωση να μην τη ζούσα ποτέ. Φιλάκια φίλοι μου και καλά γαμήσια.
(Copyright protected OW ref: 24376)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.