Υπόθεση: Ο Γρηγόρης έχει έναν φίλο που γαμάει ότι βρει προκειμένου να ξεκαυλώσει. Είναι όμως πολύ γοητευτικός και ο Γρηγόρης πολύ θα ήθελε να πηδηχτεί μαζί του αλλά στην πρώτη του κιόλας προσπάθεια, έφαγε χυλόπιτα. Η ευκαιρία όμως του δόθηκε όταν τον πέτυχε άφραγκο και προσπάθησε να τον δελεάσει…
Η ιστορία:
Είμαι ο Γρηγόρης, είμαι δεκαεννιά ετών και είμαι γκέι παθητικός. Έχω μερικές εμπειρίες στοματικές, και δύο από κώλο, αλλά μην σκεφτείτε ξεκωλιάσματα, ο κώλος μου ακόμα στενός είναι.
Ένας από τους πρώτους που το έμαθαν ήταν ένα φίλος του αδερφού μου, ο Θανάσης. Είναι 25 ετών, μέτριο ανάστημα, μελαχρινός, με καστανά κοντά μαλλιά και γένια τριών ημερών, ούτε γενειάδα, αλλά ούτε και λείο το πρόσωπο. Τελευταία έχει αφήσει μοντέρνο μουσάκι. Ο Θανάσης είναι αυτό που λέμε σαβουρογάμης, δηλαδή γαμάει ότι βρει, και ότι τον προκαλέσει, αρκεί να ξεκαυλώσει, κάτι πολύ βολικό για μένα διότι είναι και πολύ ωραίος μάγκας. Βέβαια στο πρώτο μου πέσιμο, έφαγα ένα ωραίο «όχι» γιατί όπως είπε, δεν γούσταρε να πηδήξει εμένα, επειδή με γνώριζε καιρό. Έτσι, είχα εγκαταλείψει τις προσπάθειες να με γαμήσει ο Θανασάκης.
Ο Θανάσης, είναι και απένταρος τις περισσότερες φορές γιατί, αλλάζει δουλειές όπως αλλάζει τις μπλούζες του, κάτι που εμένα με βόλευε αφάνταστα. Έχω φύγει από έναν φίλο και έχει νυχτώσει. Σκέφτηκα να μην πάρω ταξί. Έτσι, περπατούσα. Ξαφνικά, κάτι φώτα από πίσω μου με έκαναν να πεταχτώ. Κοιτάζω καλά - καλά… ο Θανάσης!
- «Πού πας νυχτιάτικα ρε; Πάλι για πούτσο ήσουνα;», είπε.
Έτσι μιλάει χύμα, δεν είναι κακό παιδί, απλά γουστάρει τον χαβαλέ. Εγώ πλησιάζω..
- «Ρε μαλάκα, μίλα χαμηλά!»
Εκείνος χασκογέλασε.
- «Έλα να σε ξεπετάξω μια!», είπε και μετά συμπλήρωσε: «Σπίτι σου εννοώ, όχι να σε γαμήσω, μην φοβάσαι…»
Δεν έδωσα σημασία στο αστειάκι και μπήκα στην θέση στου συνοδηγού. Φορούσε μια μαύρη μπλούζα στενή που τόνιζε το σφιχτό αδύνατο όμως σώμα του, και ένα μπλε τζιν, κλασσικό, που τόνιζε το φούσκωμα της πούτσας. Αυτά τα τζιν είναι τα αγαπημένα μου. Καθώς οδηγούσε με ρώτησε τα κλασικά:
- «Τι κάνεις;»
- «Μια χαρά, ωραία! Εσύ;», απάντησα εγώ.
Εκείνος ξεφύσηξε και το πρόσωπο του συννέφιασε.
- «Γάμησε τα. Δουλειά ψάχνω γιατί είμαι άφραγκός πάλι. Ούτε για τσιγάρο δεν έχω και έχω φλιπάρει. Δεν σου βρίσκεται κανένα ε;»
Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό μου αλλά δεν την είπα αμέσως.
- «Όχι, δεν καπνίζω…», του απάντησα.
- «Καλά κάνεις. Καπνίζεις από το άλλο εσύ, με την φλέβα!», είπε και γέλασε αλλά έδειχνε ότι δεν απολάμβανε το αστείο του.
- «Ρε μαλάκα, κόφτο ρε συ! Είχες πει δεν σε νοιάζει όταν στο είπα…», του απάντησα.
Εκείνος σοβάρεψε.
- «Οκ, συγνώμη, πλάκα κάνω. Ξέρεις ότι δεν με ενδιαφέρει τι κάνεις στο γαμήσι…»
Οδηγούσε για λίγο σιωπηλός, δίνοντας μου την ευκαιρία να σκεφτώ το σχέδιο μου λιγάκι. Ο δρόμος ήταν έρημος, λες και είχε εγκαταλειφθεί η πόλη. Τελικά είπα:
- «Θανάση, θες να πάρεις τσιγάρα σήμερα;»
- «Θέλω, πως δεν θέλω. Έχεις καμιά δουλειά;», ρώτησε αμέσως. εγώ απάντησα
- «Μία. Πενήντα ευρώ, όσα έχω πάνω μου!», είπα.
Εκείνος με κοίταξε με απορημένο ύφος κι εγώ συνέχισα:
- «Για να μου κάνεις σπέσιαλ γαμήσι».
Εκείνος γέλασε σε στιλ: «Έπρεπε να το περιμένω!» και είπε:
- «Ας είναι ρε μπαγάσα. Να σε βάλω κάτω. Είσαι επίμονος πολύ!»
Έστριψε το αυτοκίνητο για τον δρόμο στο σπίτι του. Ήταν εντελώς εργένικο διαμέρισμα με πεταμένα ρούχα εδώ κι εκεί και μύριζε τεστοστερόνη. Εκείνος άφησε τα κλειδιά και έκλεισε την πόρτα.
- «Βολέψου να ρίξω ένα ντουζάκι κι έρχομαι. Ο κωλαράκος, άτριχος ε;», ρώτησε.
- «Φυσικά!», απάντησα εγώ.
Εγώ χωρίς να χάσω στιγμή, έβγαλα τα ρούχα μου και έμεινα με ένα κόκκινο στρινγκάκι της μητέρας μου. Μου έμπαινε το κορδονάκι στον κώλο και με τρέλαινε. Στήθηκα στο κρεβάτι μπρούμυτα και περίμενα. Σε δέκα λεπτάκια τον άκουσα να έρχεται. Γύρισα και τον κοίταξα. Στεκόταν στην πόρτα και σκούπιζε τα μαλλιά του, ενώ είχε μια πετσέτα τυλιγμένη στην μέση του. Ήταν τριχωτός στο στήθος και κάτω, αλλά φαινόταν το γραμμωμένο σώμα του. Δεν ήταν γυμνασμένος, αλλά ήταν όπως έπρεπε.
- «Πω πω κωλαράκι, και... στρινγκάκι!», είπε όταν το είδε.
Ήρθε κοντά.
- «Όπως είσαι κάτσε!», είπε και έβγαλε την πετσέτα από την μέση του.
Είχε ένα καυλί μισοπρησμένο και οι φλέβες απλώνονταν παντού. Ήταν κι αυτό τριχωτό κανονικά, αξύριστο, αλλά όχι θάμνος. Το κρεβάτι ήταν ψηλό.. έτσι ήμουν στο ίδιο ύψος με τον πούτσο του. Τα περήφανα αρχίδια του κρέμονταν από κάτω μαλακά. Έπιασα την πούτσα του και άρχισα να την γλείφω στον πουτσοκέφαλο ενώ ένιωθα ότι οι δονήσεις τις γλώσσας μου την σκλήραιναν πιο πολύ κάθε φορά. Έγλειψα πρώτα γύρω από το πουτσοκέφαλο, που παλλόταν πιο πολύ από όλο το καυλί, μετά κατέβηκα από την κάτω μεριά, και έγλειψα την κάτω μεριά του πουτσοκέφαλου και τον κορμό, μέχρι τα αρχίδια του. Εκεί αναστέναξε τρελαμένος…
- «Πω πω! Είσαι πρώτη πουτσογλείφτρα τελικά!», είπε.
Εγώ έμεινα σιωπηλός αλλά χαμογελαστός για το καλό σχόλιο. Έτσι όπως έγλειφα, τράβηξε το κορδονάκι που βυθιζόταν στον κώλο μου και το άφησε να πέσει πάλι για να με μαστιγώσει. Άρχισε να μου χτυπάει τα κωλομέρια σιγά.
- «Σ' αρέσει Γρηγοράκη ε;», με ρώτησε.
- «Πάντα μου άρεσες Θανάση, αλλά το καυλί σου είναι λουκούμι!», απάντησα εγώ και το έχωσα όλο στο στόμα μου, προκαλώντας του τόση καύλα που έκλεισε τα μάτια και έγειρε το κεφάλι του πάνω.
- «Πωωωωωω!», είπε διακεκομμένα από το μισάνοιχτο στόμα του.
Εγώ τώρα ρουφούσα ένα - ένα τα αρχίδια του. Ήταν ζουμερά. Μέσα στο στόμα μου τα κρατούσα και τα παίδευα με την γλώσσα μου κυκλικά. Μετά επέστρεψα στην πούτσα… άρχισα να την ρουφάω αργά.. άρχιζα από το πουτσοκέφαλο και κατέβαινα σιγανά ρουφώντας, μέχρι που έμπαινε όλος και η μυτούλα μου γαργαλιόταν από τις πουτσότριχες, και προκαλώντας τον Θανάση να τινάζεται από ηδονή. Έσκυψε και καθώς έκανα πίπα, σάλιωσε το δάχτυλο του και ενώ έγλειφα με «ηλέκτρισε» ευχάριστα με το δάχτυλο του στην κωλότρυπα μου!
Μου παίδευε ευχάριστα το κωλαράκι ενώ όσο έσπρωχνε μέσα μου, προκαλούσε καύλα και με έκανε να ρουφάω με περισσότερη λύσσα το καυλί του, το οποίο τώρα που είχε σηκωθεί πλήρως, ήταν 18 εκατοστά περίπου. Τραβήχτηκε πίσω.. η πούτσα του βγήκε από το στόμα μου, με σάλια να δημιουργούν διαφανείς γέφυρες.
- «Πιπίλα το πέρασες μου φαίνεται…!», είπε.
Ανέβηκε στο κρεβάτι, μου είπε να στηθώ στα τέσσερα, και μετά να λυγίσω το μπροστινό μέρος μου, για να έχω τουρλωμένο τον κώλο μου. Τον υπάκουσα σε ότι είπε, ήθελα να του δώσω την ίδια ευχαρίστηση που ήξερα ότι θα μου δώσει κι εκείνος. Φόρεσε μια καπότα (άκουσα το περιτύλιγμα) και τον ένιωσα να μπαίνει αργά στον κώλο μου, αργά αλλά σταθερά. Άρχισα να τσούζω…
- «Αχχχχ… Τσούζει…», ψιθύρισα.
- «Θα περάσει…», είπε με απάθεια και συνέχισε να σπρώχνει απαλά.
Η πούτσα του έμπαινε μέσα, την ρουφούσε ο κώλος μου, τράβηξε μετά έξω, αυτή η αίσθηση (του ψώλου με την καπότα με ραβδώσεις) που έβγαινε έξω, με τρέλαινε.
- «Ααααααχ…», άφησα να φύγει μια κραυγή καύλας.
- «Πονάς μωρή;», είπε.
- «Όχι, με καυλώνει. Και μην με λες μωρή!», είπα δήθεν θιγμένος.
- «Κάθεσαι και τρως πούτσο και σε νοιάζει το μωρή;», μου απάντησε γελώντας.
Άρχισε να χώνεται πάλι γρηγορότερα. Όσο ο κώλος μου εκπαιδευόταν, τόσο άνοιγε. Έτσουζε όλο και λιγότερο. Στην τρίτη είσοδο του μέσα, έμπαινε με άνεση και γαμούσε δυνατά, αλλά ακόμα έτσουζε.
- «Πωωωωω! Γαμιόλα!», φώναζε όσο με γαμούσε.
Εγώ αναστέναζα σαν παρθένα. Τι πούτσα ήταν αυτή! Ο Θανάσης γαμούσε καλά, δεν υπήρχε αμφιβολία. Ένιωθα τον ιδρώτα του.. με γαμούσε με τόση δύναμη…
- «Αχχχχ… σταμάτα!», είπα.
Αλλά εκείνος συνέχιζε.. και το τσούξιμο επίσης! Έβαλα το χέρι μου στην κοιλιά του για να τον σταματήσω και καλά, αλλά αυτός συνέχιζε. Τελικά σταμάτησε και άρχισε να χύνει (στην καπότα) μέσα στον κώλο μου. Οι κινήσεις επιβραδύνθηκαν μέχρι που έγινε απλό σπρώξιμο. Όταν έχυσε εντελώς, τραβήχτηκε. Εγώ ξάπλωσα κι ένιωθα τον κώλο μου να πάλλεται. Εκείνος έβγαλε την καπότα, καταϊδρωμένος και την πέταξε σε ένα καλαθάκι δίπλα.
- «Ήσουν φανταστικός!», είπα. εκείνος απάντησε
- «Κι εσύ γαμιολάκο. Δεν περίμενα τόση... συγκίνηση!»
Ο πούτσος του ακόμα έστεκε όρθιος. Έκανα ένα ντουζάκι και με γύρισε σπίτι, ενώ του έδωσα τα πενήντα ευρώ που χρώσταγα. Χαμογέλασε και υποσχέθηκε ότι θα το ξανακάναμε και χωρίς... λεφτά...!
(Copyright protected OW ref: 15396)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.