Η ιστορία:
Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι πραγματική και συνέβη πριν μερικά χρόνια σε μια επαρχιακή πόλη. Είμαι με λευκό δέρμα, αδύνατος, άτριχος και πολύ καυλιάρης, αλλά όχι κουνιστός.
Μια μέρα, καθώς χάζευα στο παράθυρο, το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε έναν μάστορα, ένα εικοσάχρονο παιδί που έκανε λάσπη στην απέναντι οικοδομή. Αμέσως μου σηκώθηκε η πούτσα. Κατέβηκα κάτω και τάχα πούστικα όλο και έκοβα βόλτες κάτω από το γιαπί. Ο μικρός το κατάλαβε κι έδωσε σύρμα σε έναν συνάδελφο μπετατζή.
Τότε, μόλις τους κοίταζα, μου έβγαζαν γλώσσα όλο υπονοούμενο. Δεν ήθελα και περισσότερα για να πάρω φωτιά. Άρπαξα μια μπουκάλα με κρύο νερό, λίγα φρούτα και πετάχτηκα απέναντι. Τους είπα πως θα είναι πεθαμένοι από τη ζέστη κι εκείνοι μου έκλεισαν το μάτι πονηρά. Πήραν το πεσκέσι και μου πρότειναν να πάμε πιο μέσα σε ένα δωμάτιο της οικοδομής να τα πούμε.
Τους ακολούθησα. Εκεί οι παίδαροι έβγαλαν τις μπλούζες και άρχισαν να κατεβάζουν νερό με το μπουκάλι με τόση λαιμαργία που αρκετό χυνόταν στο τζιν τους. Σηκώθηκα και έκανα μια πούστικη κίνηση να τους τινάξω που βράχηκαν και εντελώς τυχαία χούφτωσα το μελαχρινό ψωλαρά. Αυτό ήταν. Στη στιγμή ο άλλος μου ήρθες από πίσω και μου χούφτωσε τον κώλο.
- «Θα περάσεις καλά μαζί μας, πουστράκο…», ψιθύρισε ο μελαχρινός.
Ο ξανθός πήρε το χέρι μου και το οδήγησε στην καυλωμένη του ψωλή. Ο μελαχρινός με άρπαξε από το σβέρκο και με παρακίνησε να σκύψω μπροστά του για να φάω το πιο ζουμερό φρούτο που έκρυβε στο σλιπάκι του. Υπάκουσα. Έσκυψα με γουρλωμένα μάτια και πέταξα έξω τον ψώλαρο του που ήταν μεγάλος κι όχι πολύ χοντρός. Τότε ο άλλος, ο ξανθός, ζήλεψε και μου έφερε στα μούτρα τις αρχιδάρες του. Δεν ήξερα τι να πρωτογλείψω.
- «Πούστη, θα σε ταΐσουμε καλά σήμερα!», μου έλεγαν.
Ο ξανθός μου έβαζε κωλοδάχτυλο.
- «Στενό κωλί! Μωρό μου, θα στο κάνω εγώ κόσκινο. Θέλω να τρέξει το αίμα της παρθενιάς σου, καριόλη!», μου έλεγε.
Εγώ πιπωνόμουν τις δύο πούτσες σαν τη μεγαλύτερη τσούλα. Σε λίγο ο μελαχρινός ήρθε από πίσω μου και άρχισε να μου κάνει πινέλο. Ο κώλος μου ένιωθα να ξηλώνεται αργά - αργά από καύλα και να ανοίγει σα στόμα έτοιμο να καταβροχθίσει δύο πούτσες, εκεί μέσα στη λάσπη και την άμμο. Στήθηκα στα τέσσερα ανοίγοντας με τα δυο μου δάχτυλα την είσοδο του κώλου μου και με μια παθιάρικη ματιά τους προέτρεψα:
- «Ξεσκίστε με τη γαμημένη την πούστρα!»
- «Θα σε κάνουμε μεγάλη πουτάνα σήμερα! Θα σε ξεσκίσουμε καριόλη!»
- «Θα σε ξεσκίσουμε μωρή πούστρα! Θα σε κάνουμε να μην μπορείς να κάτσεις για μέρες!»
- «Τι γαμημένη πούστρα είσαι εσύ! Θέλεις πολύ ξέσκισμα! Θα φας καλά σήμερα καριόλη!»
Αυτό ήταν. Ένας - ένας άρχισαν να βυθίζονται βαθιά μέσα μου. Δεν άντεχα το τσούξιμο μα έπαιζα την πούτσα μου να μου ανοίξει κι άλλο η κωλάθρα. Όταν με γάμησε ο ξανθός, από την πίεση με πέταξε πάνω σε ένα βουναλάκι από άμμο και μου κάρφωσε την ψωλή του βαθιά στον πάτο μου. Νόμιζα πως θα μου βγει απ’ τον αφαλό η ψωλή του.
- «Τι πούστρα είσαι εσύ! Θα σου κάνω πηγάδι την κωλάρα σου μωρή πούστρα! Τι πάτος είναι αυτός!!!»
Ο μελαχρινός ήρθε και μου πέταξε τα χύσια του στα μάτια ενώ ο ξανθός γούσταρε να με γκαστρώσει κι έχυσε μέσα μου φωνάζοντας δυνατά:
- «Πάρ’ τα καριόλη! Πάρ’ τα μωρή πούστρα όλα μέσα στην κωλάρα σου!!!»
Όταν βγήκε από τον κώλο μου, νόμιζα πως δεν είχα πάτο. Μια γλυκιά αίσθηση ικανοποίησης και πόνου με κυρίευσε καθώς τα ψωλοχυσίματα του ενός κυλούσαν από τη σκοτεινή μου τρύπα στα μπούτια μου και του άλλου στο λαιμό του. Μάζεψα λίγα από τον έναν και λίγα από τον άλλο με τα δάχτυλά μου και τα έγλειψα με πάθος.
- «Μωρή αδέρφω σου άρεσε; Σε σκίσαμε καλά ή θες κι άλλο;», μου είπε ο ξανθός.
Ήταν ανάγκη να τους απαντήσω; Τους έδωσα το τηλέφωνό μου και κλείσαμε το επόμενο ραντεβού στο σπίτι μου όπου τους υποσχέθηκα να τους περιμένω ντυμένη υπηρέτρια...
(Copyright protected OW ref: 11215)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.