Μόλις φτάνω στο νησί πήγα αμέσως να στήσω σκηνή. Βρήκα μια καλή καβάτζα κι ενώ έστηνα βγαίνει από την διπλανή σκηνή ένας καύλαρος μόνο με το βρακί. Ήταν ψηλός, με ξυρισμένο κεφάλι και μούσια, γυμνασμένος γύρω στα 40 και μπόλικη τρίχα στο στήθος. Με χαιρέτησε ενώ εγώ παρατηρούσα το φούσκωμα στο μπροστινό μέρος που ήταν έντονο . Εκείνος το κατάλαβε αλλά δεν έδωσε σημασία . Με ρώτησε αν θέλω βοήθεια και του αρνήθηκα ευγενικά. Γνωριστήκαμε τον έλεγαν Φώτη και ήταν στο νησί ήδη 6 μέρες. Η σκηνή του ήταν σαν σπίτι, τεράστια, με τεντόπανα έξω που από όλες τις μεριές έκλεινε εκτός από τη μεριά μου που ήταν η είσοδος.
- Πάω να βάλω μαγιό , μου λέει, και πάω στο Δετή αν θες έλα μόλις τελειώσεις.
- Εννοείται, του είπα.
Καθώς έστηνα τη σκηνή έβλεπα μέσα από το διχτάκι της σκηνής του να αλλάζει, αλλά δυστυχώς μόνο κωλαράκι πρόλαβα να δω γιατί ήταν γυρισμένος, ωραίο και αυτό τουρλωτό με ελάχιστες τρίχες. Μόλις βγήκε από την σκηνή με χαιρέτησε και μου λέει:
- Σε περιμένω!
- Ναι, του λέω, τώρα τελειώνω κι έρχομαι.
Μόλις έφυγε δεν άντεξα. Είχα δει που είχε πετάξει το βρακί. Κοίταξα αν έρχεται κανείς, δεν ερχόταν, άνοιξα το φερμουάρ της σκηνής και το πήρα . Άρχισα να το μυρίζω. Είχε μπόλικη μυρωδιά αντρίλας και σημάδια από ξεροχύματα . Άρχισα να τα γλείφω. Καύλωσα τρέλα αλλά το άφησα εκεί που το βρήκα, πήγα έβαλα μαγιό και πήγα να τον βρω. Μόλις κατέβηκα στην παραλία είδα πως καθόταν με έναν άλλο τύπο ξανθός αυτός και οι δύο γυμνοί! Τρελάθηκα. Άραζαν και οι 2 με τις ψωλάρες τους έξω ξαπλωμένοι ανάσκελα με περιποιημένες πουτσότριχες και οι 2 και συναγωνίζονταν στο μέγεθος. Ήταν και τα δυο παλούκια που παρόλο που ήταν ακαύλωτα, καταλάβαινες ότι καυλωμένα θα ήταν πάνω από 20 cm και χοντρά, το ένα με μαύρες πουτσότριχες και το άλλο με ξανθές. Συστηθήκαμε και με τον ξανθό, τον έλεγαν Γιώργο και αυτός γύρω στα 40, πολύ ψηλός, γεροδεμένος με μαλλιά πιασμένο κότσο. Μου λέει ο Φώτης:
- Κάτσε άραξε, τώρα θα στρίψουμε κι ένα τσιγάρο αν θες.
- Ναι αμέ, μέσα, λέω.
- Και εννοείται μη ντραπείς, βγαλ' τα όλα, μου λέει.
- Ναι ρε κ εγώ γουστάρω γυμνισμό.
Άρχισα να ξεντύνομαι κι έμεινα κι εγώ ξεβράκωτος. Ευτυχώς είχα μεριμνήσει και ήμουν κι εγώ περιποιημένος από τρίχες και εννοείται το κωλαράκι τελείως ξυρισμένο. Ενώ τα έβγαζα κατάλαβα το βλέμμα στο κωλαράκι αφού το τούρλωσα και λίγο να φανεί η ξυρισμένη μ τρύπα, κάτι που παρατήρησαν και οι 2. Κάθισα δίπλα τους. Ο Φώτης έστριβε το τσιγαριλίκι ενώ ο Γιώργος άρχισε να με ρωτάει με τι ασχολούμαι και λοιπά. Ο Γιώργος ήταν ταξιτζής ( κρίμα να μην τον έχω πετύχει), ενώ ο Φώτης δούλευε σε μια εταιρία. Όταν το τσιγάρο άρχισε να κάνει γύρα και το πήρα εγώ μου λέει ο Γιώργος.
- Ελπίζω να μην έχεις κάνει τίποτα… (και καλά επειδή το τσιγάρο θα ακουμπούσε τα χείλη μου).
- Ε όχι , λέει ο Φώτης , ποτέ να προλάβει…
και γέλασαν όπως κι εγώ.
Εν τω μεταξύ λέει ο Φώτης:
- Μη με παρεξηγήσετε, αλλά με το μπάφο εγώ καυλώνω.
- Κι εγώ, λέω γελώντας, μια από τα ίδια !
Ε… κάπως έπρεπε να δικαιολογήσω την ψωλή που άρχιζε να ψιλό καυλώνει βλέποντας τις ψωλάρες και των 2. Μόλις ξεκίνησαν οι τζούρες όντως η ψωλή του Φώτη άρχιζε να ψιλό φουσκώνει κι εγώ να προσπαθώ να την κοιτάω διακριτικά για να μη δίνω δικαίωμα. Και όσο φούσκωνε, τόσο φούσκωνε και η δίκη μου. Ήταν πολύ χοντρή με φλέβες και κάτι αρχιδάρες από κάτω, φρεσκοξυρισμένες φαίνονταν, που με δυσκολία θα χωρούσαν και οι 2 στο στόμα. Ο Γιώργος σε κάποια φάση μπήκε στη θάλασσα και μόλις βγήκε και μας είδε και τους 2 καυλωμένους λέει:
Ρε μαλακές μην καυλώνετε, δεν έχουμε και κάνα μουνί στην παρέα. Εγώ χαμογέλασα και χαμογέλασαν και αυτοί αλλά κάπως πονηρά μεταξύ τους και ο Φώτης έκανε ένα νεύμα στον Γιώργο προς εμένα.
- Κοιτά Αντώνη… μου λέει ο Γιώργος, η ψώλα μου επιπλέει…
και άρχισε να χοροπηδάει και η ψώλα μια να μπαίνει στο νερό μια να βγαίνει. Εγώ πραγματικά είχα καρακαυλώσει και προσπαθούσα να το κρύψω αλλά πως; Δε γινόταν! Για να μην τα πολυλέω, σε κάποια φάση ο Φώτης άρχισε να χαϊδεύεται και μου λέει:
- Ρε Αντώνη έχω τρέλες καύλες. Έχω να γαμήσω και μέρες γιατί εδώ δεν έχει παίξει ακόμα τίποτα ρε φίλε.
- Έλα, του λέω, υπομονή, κάτι θα παίξει.
- Το ζήτημα είναι πως τώρα το θέλω! Μια πίπα τώρα θα γούσταρα πόλυ έτσι που είμαι εδώ χαλαρός.
- Ε… πες τον Γιώργο, του λέω χαμογελώντας.
Γελάει και αυτός και μου πετάει την ατάκα.
- Ποιος Γιώργος; Άλλος έχει ξυρισμένο κωλαράκι και τσιμπουκόχειλα.
Γελάω εγώ διακριτικά, με λίγη αμηχανία και γυρνάω από ανάσκελα μπρούμυτα. Ο Φώτης κοιτάει κωλαράκι και λέει:
- Κι εσύ έχεις ωραίο κωλαράκι, τουρλωτό, γυναικείο…
και μου χώνει ένα κωλοσκαμπιλάκι. Δεν αντέδρασα κι αυτός γούρλωσε τα μάτια του και μου λέει:
- Όπα… δε βλέπω να αντιδράς. Τι;… σ' άρεσε;…
και μου ξαναρίχνει άλλο ένα, πιο δυνατό. Πάλι δεν αντέδρασα.
- Όπα… μου λέει θες και πιο δυνατό; Κάτσε αυτή την φορά να σε χτυπήσω με την ψωλή μου.
- Άντε ρε… του λέω.
- Έλα ρε παπάρα, για πλάκα…
και όντως έρχεται προς το μέρος μου με τα γόνατα στην άμμο και αρχίζει να με χτυπάει με την πούτσα του στον κώλο.
- Αντωνάκη τώρα πονάς;
- Σταματά ρε Γιωργή!
- Ε αφού δεν πονάς ρε Αντώνη. Κοιτά Γιώργο τι κάνω στον Αντώνη…
και συνέχιζε να με πουτσοσκαμπιλώνει στην κωλάρα μου.
- Όπα… φωνάζει ο Γιώργος από μακριά, έρχομαι. Τι κάνετε εκεί ρε μαλακές μπροστά στον κόσμο;…
και γελάει γιατί δεν υπήρχε κανείς στην παραλία. Μόλις το είπε, τότε κατάλαβα κι εγώ ότι είχαμε μείνει οι 3 μας.
- Θέλω κι εγώ ρε φιλέ. Να σου ρίξω κι εγώ στο άλλο κωλομάγουλο;
Πέφτει κ αυτός στα γόνατα κ αρχίζει να μου χτυπάει την ψώλα του στο άλλο κωλομέρι. Άρχισαν να τις χτυπάνε εναλλάξ και να γελάνε.
- Ρε τον Αντώνη που κάθεται στα πουτσασκάμπιλα.
Σε κάποια φάση πήγα να αντιδράσω και να γυρίσω. Εκείνη τη στιγμή με πιάνει από την μούρη ο Φώτης όπως πάω να γυρίσω.
- Όπα Αντωνάκη που πας; Όπως είσαι μείνε!
- Τι λες ρε Φώτη; Ότι θέλω θα κάνω!
- Ότι θες;
Γέλασε και λέει στο Γιώργο.
- Άκουσες τι είπε ο Αντωνάκης ; Ότι θα κάνει ότι θέλει.
Γυρνάει, μου δίνει ένα δυνατό κωλοσκάμπιλο με ανοιχτή παλάμη και μου κρατάει το κωλομέρι βάζοντας το κωλοδάχτυλο του στην τρύπα μου.
- Από εδώ και πέρα σε κάνουμε ότι θέλουμε εμείς Αντωνάκη. Δες την τρύπα του, λέει στον Γιώργο, σα μουνάκι είναι.
- Έλα ρε παιδιά, σταματήστε, είπα.
- Ρε πουτανάκι, λέει ο Γιώργος, αφού το βλέπουμε ότι γουστάρεις να φας ψώλα, μη μας το παίζεις τώρα δύσκολος.
Εκεί δεν απάντησα, αφού όντως ήθελα να τις φάω και τις 2 τις ψωλάρες τους.
- Έτσι μπράβο… σκάσε τώρα και ότι σου λεμέ θα κανείς, κατάλαβες;…
μου λέει ο Γιώργος.
- Οκ ψωλαρά μου, είπα εγώ αφού δεν υπήρχε πλέον λόγος να το κρύβω.
- Έτσι πουτανάκι, είπε ο Φώτης και θα φας καλά. Έλα Γιώργο ας το ξεφτιλίσουμε λιγάκι το πουτανάκι μας.
Ξαπλώνουν ανάσκελα και μου λέει ο Φώτης να σηκωθώ. Σηκώνομαι εγώ.
- Για γυρνά να χαζεύουμε κωλαρά.
- Ότι γουστάρετε ψωλαράδες μου.
- Έτσι το πουτανάκι! Κοιτά κωλαράκι που θα περιποιηθούμε Γιώργο σήμερα.
Κοιτούσαν την κωλαρά μου και χάιδευαν τις πούτσες τους που είχαν γίνει και οι δύο θηρία.
- Έλα σκύψε , λέει ο Γιώργος. Και άρχισε να βάζει δαχτυλάκι να ανοίξει η σούφρα. Μπράβο το πουτανάκι μας.
Ότι έλεγαν το έκανα αμέσως.
- Αντωνάκη για πέσε στα τέσσερα!
Έπεσα εγώ στα τέσσερα, σηκώνεται ο Γιώργος και φέρνει την ψωλή του μπροστά ακριβώς από το στόμα μου. Πάω να τη ρουφήξω εγώ κι εκείνη τη στιγμή μου σκάει ένα μπάτσο στη μούρη δυνατό.
- Πουτάνα δεν είσαι;
Εγώ έμεινα.
- Πες μωρή… δεν είσαι πουτάνα;
- Είμαι!
- Αφού είσαι δε θα παίρνεις πρωτοβουλίες. Ότι λεμέ θα κανείς! Κατάλαβες πουτάνα;
- Κατάλαβα.
Μου έρίξε ένα φτύσιμο στη μούρη και στο χέρι του κρατούσε μια κάλτσα του και αρχίζει να μου σκουπίζει τη μούρη από το φτισίδι που μου έριξε. Μόλις με σκούπισε μου λέει:
- Κάνε α…
Κάνω εγώ κ μ χώνει την κάλτσα μέσα στο άτομα.
- Έτσι Πουτάνα. Περπατά τώρα την παράλια στα 4 με την κάλτσα στο στόμα να χαζεύουμε εμείς την κωλάρα σου.
Όντως… περπατούσα στα 4 και αυτοί γελούσαν και χάιδευαν τις ψωλάρες τους. Σε κάποια φάση κάτι λένε κ μ κάνουν σήμα να πάω προς τα εκεί. Αρχίζω να πηγαίνω στα 4 προς το μέρος τους. Σηκώνονται και 2 όρθιοι με τις ψωλές πλέον να μ ακουμπάνε το μάγουλο αλλά εγώ είχα την Κάλτσα στο στόμα. Πάω να τη βγάλω και μ χώνει μπάτσο ο Φώτης αυτή τη φορά.
- Δε σου είπαμε μωρή πουτάνα να μην παίρνεις πρωτοβουλίες; Μείνε όπως είσαι!
Εγώ έμεινα στα 4 και περίμενα διαταγές . Ο Φώτης πιάνει την ψώλα του, κατεβάζει το πετσάκι και βγαίνει το τέλειο πουτσοκέφαλο.
- Ρε συ, λέει στον Γιώργο, είχα καύλες από το πρωί, έχω ξεροχύσει κ έχει μείνει στο πουτσοκέφαλο, βλέπεις;…
και του δείχνει που είχε γύρω-γύρω από το πουτσοκέφαλο λευκά ξεροχύματα και αρχίζει και τα μαζεύει με το δάχτυλο. Μου βγάζει την κάλτσα από το στόμα κ μ λέει:
- Μύρισε το δάχτυλο. Πουτσίλα καλή ε;
- Ναι, του λέω, ψωλαρά μου!
- Βγάλε γλώσσα!
Την έβγαλα όπως μου ζήτησε . Και άρχιζε να καθαρίζει το δάχτυλο του στην γλώσσα μου.
- Έτσι να πάρει το στοματάκι σου λίγο γεύση από την ψώλα μου.
Άρχισα να του γλείφω το δάχτυλο σαν ψωλή.
- Έτσι Πουτάνα μου καθάρισε το, μου λέει ο Φώτης.
Μόλις το καθάρισα, τράβηξε το δάχτυλο ο Φώτης και λέει στο Γιώργο:
- Εσύ δεν θα του δώσεις τίποτα;
- Αμέ, λέει ο Γιώργος και τα ετοιμάζω εδώ κ ώρα. Μην πάνε χαμένα.
Με γυρνάει ο Γιώργος κ με βάζει να ξαπλώσω στην άμμο ανάσκελα. Με πατάει με το πόδι στο στήθος όρθιος και μ λέει:
- Ήρθε η ώρα για ντουζάκι πουτάνα, να καθαρίσεις από την άμμο.
Εγώ δεν κατάλαβα.
- Άνοιξε το στόμα σου να καθαρίσει κ αυτό.
Τότε κατάλαβα και το άνοιξα αναμένοντας . Ο Γιώργος μ χώνει μια στη μούρη με το πόδι.
- Πω, πω είσαι πουτάνα για τρελό ξεφτίλισμα!
Κρατούσε την ψωλή του προς τα κάτω ώσπου ξεκίνησαν σιγά-σιγά τα πρώτα κατούρα. Την πήγαινε την ψωλάρα του πέρα δώθε και με κατουρούσε πλέον με τρομερή ορμή.
- Έτσι… να καθαριστείς παντού πουτάνα. Άνοιξε καλά το στόμα!
Άνοιξα εγώ το στόμα ενώ αυτός είχε σταματήσει το κατούρημα κ είχε απομακρυνθεί λίγο. Τότε φεύγει ένας πίδακας από κάτουρο κ πετυχαίνει ακριβώς το στόμα μου.
- Μαλακά είδες πόσο κάλος είμαι στο σημάδι; Πιες τα τώρα πουτάνα να δροσιστείς.
Με είχε γεμίσει κατούρα παντού κ εγώ κάποια τα έφτυνα κ κάποια τα κατάπινα!
- Δροσίστηκε η πουτάνα μου;…
και όπως ήμουν ξαπλωμένος ανάσκελα, έρχεται ο Φώτης, με αρπάζει από τα μαλλιά και με σηκώνει στα γόνατα μπροστά στη ψώλα του.
- Ε τι… εγώ να μην σε δροσίσω; Αλλά θα τα πιεις όλα πουτάνα… ακούς;
Στήθηκα κι εγώ με ανοιχτό το στόμα και άρχιζε να με κατουράει μέσα. Κατουρούσε με απίστευτη ροή κι εγώ πνιγόμουν κ οπότε τα έφτυνα σταματούσε, μ χώνε μπάτσο κ μετά ξανάρχιζε ! Είχα γίνει μέσα στα κατούρα που ήταν πεντανόστιμα. Μόλις τελείωσε την τίναξε πάνω μου.
- Έτσι καριόλα ,ούτε σταγόνα να μην πάει χαμένη.
- Ρε Φώτη, δεν πάμε να συνεχίσουμε στην σκηνή σου; Να μας περιποιηθεί κ πιο άνετα η πουτανα μας;
- Ναι πάμε, λέει ο Φώτης. Έλα εδώ μωρή κατουρημένη.
Σηκώνομαι πάω προς το μέρος του Φώτη. Ξαπλώνει ανάσκελα.
- Καθάρισε μου τα πόδια πουτάνα μου από τις άμμους να βάλω τα παπούτσια.
Αρχίζω κ εγώ να τα καθαρίζω.
- Έτσι πουτάνα βάλε μου τις κάλτσες και τα παπούτσια. Κάτσε να τα τινάξω καλά…
και αρχίζει να μ χτυπάει την μούρη με τις πατουσάρες του, σίγουρα νούμερο 45. Του έβαλα τις κάλτσες και τα παπούτσια κ το ίδιο έκανα και στο Γιώργο που αυτός είχε ακόμα πιο μεγάλες ποδάρες. Γούσταρα τρέλα που τους περιποιόμουν σαν πουτάνα.
Λοιπόν πουτάνα σε περιμένουμε στη σκηνή. Πήγαινε στην ταβέρνα να μας πάρεις μπύρες κ έλα, μ λέει Ο Φώτης.
Copyright protected OW ref: 152440
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.