Κάποια στιγμή, ζήτησα από τον γυμναστή να με αφήσει να ξεκουραστώ λίγο. Έτσι θα έπιανα κουβέντα στον μικρό γκέι, όπως πίστευα. Κάθισα στις κερκίδες και τον ρώτησα:
- «Σκέφτεσαι να δηλώσεις να μπεις στην ομάδα;»
- «Όχι. Απλά μου αρέσει να κοιτάζω…», είπε εκείνος.
Αλλά δεν διευκρίνισε τι… Εγώ έλεγα να κάνω μια δοκιμή. Έβγαλα την μπλούζα και γύρισε και με κοίταξε, με ένα βλέμμα σαν παιδιού που κοιτάζει παγωτό. Τον ρώτησα αν είδε κάτι που του άρεσε. Εκείνος λύθηκε και είπε:
- «Κοίτα, με λένε Βασίλη και είμαι Βi. Ο λόγος που έρχομαι εδώ είναι γιατί θέλω να χαζεύω τα αγόρια».
Τα είπε όλα μαζί και μπερδεύτηκα… Τελικά του είπα:
- «Οκ, δικαίωμα σου να είσαι ότι θες».
Με κοίταξε και είπε:
- «Εσύ τι είσαι;»
Εγώ τον κοίταξα θιγμένος.
- «Στρέιτ καθαρά».
Εκείνος έδειξε να χαλιέται αλλά είπε:
- «Θα πηδούσες αγόρι;»
Εγώ το σκέφτηκα λίγο και είπα:
- «Κοίτα, δεν το έχω σκεφτεί αλλά, δεν ξέρω. Αν ήταν παρθένος, μπορεί….», το είπα σαν κίνηση ματ.
Όντως δεν είχα πηδήξει αγόρι αλλά, για να πω την αλήθεια, είχα λατρεία στον κώλο, είτε ανδρικό είτε γυναικείο. Υπήρχαν πολλοί κώλοι που θα πήδαγα ευχαρίστως! Ο μικρός είπε:
- «Είμαι παρθένος…»
Σαν να μου έλεγε να τον γαμήσω.
- «Σήκω!», του είπα.
Σηκώθηκε… Εγώ έκανα νόημα ότι και καλά με πήραν τηλέφωνο και έπρεπε να φύγω. Έφυγα, με τον Βασίλη να έχει γελαστή μούρη στο πρόσωπο.
- «Που θα πάμε;», τον ρωτάω.
Εκείνος σταμάτησε, μάλλον δεν είχε σκεφτεί…
- «Εσύ δεν έχεις χώρο;»
Εγώ του είπα όχι και σκεφτήκαμε για λίγο… Μετά μου ήρθε μια ιδέα!
- «Άκου, θα πάμε σπίτι μου και θα πω ότι είσαι φίλος μου. Εντάξει;»
Εκείνος, είπε ναι και πήγαμε σπίτι μου. Μπήκα, χαιρέτησα την μάνα μου, της παρουσίασα τον νέο μου «κολλητό» και προχωρήσαμε στο δωμάτιο. Εγώ κλείδωσα την πόρτα και του είπα να καθίσει. Ήθελα πρώτα να του εξηγήσω, ότι δεν σκόπευα να φιλήσω ή να του φερθώ σαν να ήταν κοπέλα. Εκείνος το δέχτηκε. Εξάλλου, όπως είπε και εκείνος, δεν ήθελε να φιλιόμαστε και τέτοια. Μόνο πούτσα είπε κατά λέξη. Εγώ πλησίασα κι ο Βασίλης μου είπε:
- «Είσαι πολύ καυλιάρικος με το σορτσάκι!»
Γέλασα και το κατέβασα. Η πούτσα μου πετάχτηκε έξω. Είχα καυλώσει από ώρα, σκεπτόμενος το γαμήσι που θα έριχνα. Η πούτσα μου ήταν 14άρα αλλά 4 εκατοστά πάχος. Ο Βασίλης την έπιασε απαλά και την έγλριψε στο κεφάλι και… κατέβηκε ως κάτω. Τα αρχίδια μου είχαν απαλή υφή. Συνέβαινε αυτό όταν ήμουν καυλωμένος. Ο Βασίλης τα έγλειψε τόσο ωραία! Αναστέναξα ελαφρά αλλά, συγκρατήθηκα γιατί, δεν ήθελα να με πιάσουν να γαμάω τον «κολλητό» μου.
Ο Βασίλης τον ευθυγράμμισε με το στόμα του και τον ρούφηξε μέσα. Αυτό ήταν η αποκορύφωση. Μου είχαν ξανακάνει πίπα (κοπέλες πάντα) αλλά το παιδί ήξερε να τσιμπουκώνει καλά. Η πίπα του με τρέλαινε! Τον ρούφαγε μέσα και έπαιζε με την γλώσσα του το πουτσοκέφαλο. Όσο βρισκόταν μέσα στο στόμα του, πρήστηκε η πούτσα μου εντελώς.
Τον σταμάτησα και του είπα να τον γαμήσω κανονικά. Πήρα μια καπότα και την φόρεσα. Ο Βασίλης είχε στηθεί γυμνός. Ο κώλος του ήταν ξυρισμένος και τόσο ωραίος που η πούτσα μου σκλήρυνε αρκετά. Εγώ τον έπαιξα λίγο στον κώλο. Ο Βασίλης γέλασε και είπε:
- «Δεν το περίμενα ότι θα με γάμαγες…»
Εγώ τον κοίταξα…
- «Ξέρεις, εσένα σταμπάρισα, όχι ότι οι άλλοι δεν είναι ωραίοι αλλά, εσύ ήθελα να με πηδήξεις»
Τότε, έχωσα ένα δάχτυλο μέσα στην κωλοτρυπίδα του. Ήταν ζεστή και σίγουρα καυλωμένη κωλοτρυπίδα. Εκείνος αναστέναζε ελαφρά από καύλα. Έχωσα ένα δεύτερο, έπαιξα λίγο και, μετά χτύπησα τον πούτσο μου λίγο στον κώλο του. Ο Βασίλης ετοιμάστηκε. Η πούτσα μου άρχισε την είσοδο της. Η καπότα διευκόλυνε πολύ το έργο. Ο Βασίλης πάλι όχι.
- «Βασίλη, πρέπει να χαλαρώσεις αν θες να μπω πιο μέσα…»
Εκείνος όσο και αν έλεγε ότι ήταν χαλαρός, ο κώλος του έλεγε άλλα. Τελικά έσπρωξα μέσα πιο δυνατά. Ο Βασίλης βόγκηξε ελαφρά αλλά, μέσα στο μαξιλάρι. Του το είχα δώσει εγώ για να μην ακούγεται. Ο πούτσος μου είχε μπει μισός μέσα, όταν χτύπησε η πόρτα. Εγώ χέστηκα πάνω μου. Τώρα τι θα έκανα; Άκουσα τον πατέρα μου να λέει:
- «Αργύρη! Άνοιξε λίγο βρε παιδί μου να σου πω…»
Καλά τώρα τι του λένε;
- «Σε λίγο ρε πατέρα…», λέω όσο πιο κουλ μπορούσα.
Ο πατέρας έφυγε και συνέχισα εγώ. Ο Βασίλης, είχε μείνει με την πούτσα μου στον κώλο του. Έσπρωξα κι άλλο… Ο σφιγκτήρας υποχώρησε… Η πούτσα μου είχε τον έλεγχο!
- «Αχχχ! Μη! Πονάει!», είπε όσο πιο σιγά μπορούσε ο Βασίλης.
- «Έλα τώρα… Μπορείς να αντέξεις…»
Ο Βασίλης, κρατήθηκε λίγο κι εγώ άρχισα το μέσα έξω… Αχχχ! Και Αχχχ! Άκουγα συνέχεια. Που και που και κανένα…
- «Έλα δεν μπορώ… Βγάλ’ τον!»
Εγώ συνέχιζα… Ο ζεστός κώλος του, ήταν πολύ στενός. Ήθελε πολύ δρόμο ακόμα. Δεν μπορούσα να γαμήσω καλά αλλά, έβαζα τα δυνατά μου. Έσπρωχνα όσο πιο ήρεμα μπορούσα, γιατί δεν ήθελα να τον κάνω να φωνάζει αλλά, η πούτσα μου δεν έλεγε να κινηθεί. Ο κώλος του ήταν πολύ στενός. Άρχισα να γαμάω γρήγορα την είσοδο… Δεν έμπαινε μέσα - μέσα.
Αυτό ήταν το κόλπο. Η είσοδος έγινε πιο χαλαρή. Μετά μπήκα μέσα - μέσα. Μπόρεσα να γαμήσω χωρίς να με πονάει η πούτσα μου. Άρχισα να ανοίγω το παρθένο κωλαράκι του σε δευτερόλεπτα. Ο Βασίλης βόγκαγε και πότε πότε, έπιανε τα κωλομέρια του πότε με το ένα χέρι πότε με το άλλο. Εγώ άρχισα να ρωτάω:
- «Σου αρέσει;»
Βέβαια, δεν με ένοιαζε η γνώμη του. Ήταν καθαρά ένα πρόστυχο αστειάκι. Μπαινόβγαινα στην κωλοτρυπίδα του όταν ξαφνικά… ξαναχτύπησε η πόρτα. Πάλι ο πατέρας μου.
- «Θα έρθω σε λίγο ρε πατέρααα!», φώναξα κι εκείνος ξαναέφυγε.
Έτσι και αλλιώς δεν έμενε πολύ ώρα. Μέσα σε λίγα λεπτά έχυσα στην καπότα… κάτι γάλατα… φρέσκα - φρέσκα! Ο Βασίλης κι εγώ βρισκόμαστε συχνά όταν έχω ή έχει αγαμίες… Πάντα παραμένει ο «κολλητός»...
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.