Υπόθεση: Τα ξαδέρφια ξεσκίζονται στο σαλόνι με κίνδυνο να τους ανακαλύψει η γκόμενα του ενός που είναι στο μπάνιο και θα βγει από στιγμή σε στιγμή…
Η ιστορία:
Μετά την πρώτη φάση με τον ξάδερφο (διαβάστε την ιστορία με τον ξάδερφο) ο Άγγελος είχε γίνει πολύ προκλητικός. Σε κάθε ευκαιρία μου έστελνε μηνύματα στο κινητό του τύπου: «Είμαι μόνος στο σπίτι και τον παίζω. Αν είσαι εδώ κοντά έλα να σε γαμήσω» κι άλλα τέτοια, πράγμα που με καύλωνε τρελά. Όταν βρισκόμασταν σπίτι του κανένα Σάββατο, που ερχόταν από το μέρος που σπούδαζε, φορούσε πάντα φόρμα και αθλητικά παπούτσια και έπιανε τυχαία τον πούτσο του και με κοίταγε με νόημα όπως και τυχαία κολλούσε τον πούτσο του στο κωλαράκι μου. Ένα Σάββατο λοιπόν χτυπάει το τηλέφωνο μου και μου λέει:
- «Το απόγευμα θα λείπουν οι δικοί μου. Έλα για καφέ στις πέντε. Ok;»
- «Ρε μαλάκα, δεν ξέρω αν θα μπορέσω».
- «Θα έρθεις γιατί αλλιώς...»
- «Τι ρε;»
- «Ξέρεις εσύ πουστράκι τι θα γίνει».
- «Τι ρε; Τι θα κάνεις;»
- «Μπορεί να παίξω καμιά μαλακία σε κανέναν».
- «Με εκβιάζεις;»
- «Εγώ κάτι είπα. τώρα κάνε ότι θες».
Και κλείνει το τηλέφωνο. Αυτό το τηλεφώνημα με καύλωσε πολύ και μου άρεσε που με εκβίαζε. Είχα γίνει όντως πουτανάκι του. Με έκανε ότι ήθελε και ήθελα να με ξεκωλιάσει δυνατά πάλι. Άρχισα να φαντάζομαι διάφορα που με κράτησαν έως τις πέντε αρκετά καυλωμένο. Πήγα λοιπόν στο σπίτι αλλά δεν ήταν μόνος όπως νόμιζα, είχε έρθει μαζί με την κοπέλα του από τη σχολή. Μόλις την είδα και μας σύστησε, φτιάξαμε καφέ. Καθόμασταν και πίναμε κι εγώ σκεφτόμουν: «Τι μαλάκας είναι αυτός; Αφού έχει την γκόμενα ο παπάρας, τι με φώναξε;», αλλά αυτός είχε άλλα στο μυαλό του. Η ώρα είχε πάει 6:30 και λέω:
- «Παιδιά την κάνω. Πάω σπίτι. Θα με περιμένει και η άλλη».
- «Κάτσε ρε μαλάκα λίγο να μου κάνεις παρέα» μου λέει.
- «Φιλαράκο έχεις παρέα και καλή μάλιστα».
- «Κάτσε ρε. Η Κατερίνα θα πάει για μπάνιο τώρα. Κάτσε να κάνει μπάνιο και όταν βγει φεύγεις. Να μην είμαι μόνος».
- «Άντε Κατερίνα, πήγαινε κάνε μπάνιο να ετοιμαστείς μετά και να πάμε έξω βόλτα».
Σηκώθηκε η Κατερίνα, πήγε στο δωμάτιο, πήρε ρούχα και μια πετσέτα που της έδωσε ο Άγγελος και μπήκε μέσα. Ο Άγγελος φορούσε μια μαύρη φόρμα, παπούτσια καινούργια, μαύρες κάλτσες και ένα κόκκινο μποξεράκι, όπως παρατήρησα όταν έσκυψε.
- «Σου αρέσουν τα καινούργια μου παπούτσια;» είπε.
- «Ωραία είναι ρε!»
- «Δεν θες να τα μυρίσεις γαμιόλα;»
- «Μαλάκα σκάσε. Είναι η άλλη μέσα».
- «Κοίτα μαλάκα εδώ…» λέει και πιάνει το καυλί του πάνω από την φόρμα που είχε αρχίσει να ξυπνάει.
- «Άγγελε, ξεκόλλα!»
Μόλις ακούστηκε το νερό να τρέχει μου είπε:
- «Πέσε στα τέσσερα πουστράκι. Βγάλε μου τα παπούτσια, μύρισε τα και γλείψε μου τα πόδια!»
- «Τι λες ρε μαλάκα; Αποκλείεται!»
- «Κάντο γαμημένε αλλιώς την πάτησες!»
- «Όχι».
Και μου το που το λέω, μου αστράφτει ένα σκαμπίλι. Τα είδα όλα.
- «Θα το κάνεις πουστάρα;»
Αυτό ήταν. Είχα καυλώσει και υπνωτιστεί τελείως. Έπεσα στα γόνατα, του έβγαλα τα παπούτσια, τα μύριζα, τα έγλειφα… για ακόμα μια φορά είχαμε ξεφύγει.
- «Και τις κάλτσες πουτάνα!»
Μου έτριβε τα πόδια του στην μάπα και τα έχωνε στο στόμα μου.
- «Σου αρέσει γαμιόλικο πουτανάκι;»
- «Ναι» του απάντησα.
- «Έτσι μπράβο! Η μια ψώλα θα πλένεται κι εσένα θα σε γαμάω απ’ έξω. Πάρτον τώρα πουτάνα τσιμπούκι!»
Κατέβασα την φόρμα και άρχισα να γλείφω το μποξεράκι του.
- «Αυτό γουστάρω ρε μαλάκα σ’ εσένα. Ξέρεις να κάνεις τσιμπούκι. Όχι σαν την άλλη. Έτσι πουτάνα, καύλωσε με κι άλλο ξεκωλιάρη. Γλείψ’ τον πάνω από το μποξεράκι!»
Εγώ ήμουν τόσο καυλωμένος που τον είχα σαλιώσει εντελώς. Τον έγλειφα και του ρούφαγα τα αρχίδια.
- «Ψωλού, πάρτον όλον!»
Τον έβγαλα έξω και τα αρχίδια του από τα πλάγια, παραμερίζοντας το μποξεράκι του και τον πύρωνα με μανία λες και θα μου τον έπαιρναν. Ήθελα να τον χορτάσω.
- «Έτσι πουτάνα, γλείφε να σας βάλω και τις δυο τσούλες μαζί. Για τον πούτσο μου είστε μόνο!»
- «Ναι μαλάκα, για την ψωλάρα σου είμαστε μόνο!»
Και τον έχωσα όλον μέσα στο στόμα μου.
- «Στήσου μαλακισμένο. Θα σε σκίσω!»
- «Όχι Άγγελε, θα μας ακούσει, άστο…»
- «Τι είπες μωρή γαμιόλα; Όχι;»
Με τράβηξε από τα μαλλιά και με κοίταξε.
- «Μαλάκα πονάω. Άσε με…»
- «Τι είπες; Όχι;»
Με κοίταξε και με έφτυσε.
- «Μαλακισμένο, όχι δεν λένε στον γαμιά του τα ξέκωλα μουνιά. Γδύσου!»
Κατέβασα το τζιν μου και το μποξεράκι μου, ήρθε από πίσω, έβγαλε την κάλτσα του και μου είπε:
- «Χώσ’ την γαμιόλα στο στόμα σου να μην μας ακούσει η άλλη και τσατιστεί που γαμάω κι άλλον κώλο εκτός τον δικό της!» και μου την έχωσε στο στόμα.
Με έστρωσε καλά και μου τον κάρφωσε με την μια.
- «Αααααααα!» μούγκριζα από πόνο.
- «Σκάσε πουτάνα. Έτσι, να μουγκρίζεις ξέκωλο!»
Άρχισε να με γαμάει με μίσος. Αισθανόμουν να με σκίζει αλλά είχα καυλώσει απίστευτα. Μόνο ο κίνδυνος να μας πιάσει η γκόμενα του με είχε καυλώσει και έκανε το σκληρό γαμήσι ακόμα καλύτερο.
- «Σου αρέσει γαμιόλα; Σου έλειψε η πούτσα μου;»
Κουνούσα καταφατικά το κεφάλι.
- «Έτσι πουτάνα, γαμιόλα, ξέκωλο. Μόνο εγώ θα σε γαμάω όποτε γουστάρω τσούλα!»
Κάποια στιγμή ακούμε μια φωνή:
- «Άγγελε, τελείωσε το σαμπουάν».
Ήταν η Κατερίνα από το μπάνιο. Εγώ πάγωσα ενώ ο άλλος σταμάτησε το ρυθμό του αλλά δεν τον έβγαλε, έμεινε καρφωμένος μέσα μου και κουνιόταν σιγά - σιγά.
- «Έχει άλλο ρε Κατερίνα. Μην μας διακόπτεις».
- «Γιατί, τι κάνετε;» ρωτάει..
- «Γαμιόμαστε!» της λέει.
Εγώ πάγωσα.
- «Αθλητικά βλέπουμε. Τι θες τώρα;»
- «Τίποτα. Καλά, συνεχίστε…»
- «Την άκουσες την πουτάνα; Συνεχίστε είπε!»
Άρχισε πάλι το σφυροκόπημα στο κωλαράκι μου. Μετά από τρία λεπτά, έβγαλα την κάλτσα από το στόμα μου και του λέω:
- «Άγγελε χύνω. Μαλάκα χύνω, δεν αντέχω άλλο…»
- «Πάνω στην κάλτσα μου χύσε!»
Έτσι και έκανα. Έχυνα πάνω στην κάλτσα του ενώ ο Άγγελος μου τραβούσε τα αρχίδια, μου έγλειφε το αφτί και μου έλεγε:
- «Έτσι μαλάκα, να χύνει το μουνάκι σου ξέκωλο πουστράκι!»
Μόλις έχυσα και ενώ με γάμαγε, πήρε την κάλτσα και μου την έδωσε.
- «Καθάρισε την πουτάνα. Γλείψ’ τα πουτάνας γιε. Για να πίνεις χύσια είσαι μόνο».
Δεν έφερα αντίρρηση και την καθάρισα καλά. Σε λίγο καταλάβαινα ότι θα χύσει .Με πιάνει από τα μαλλιά και με νάζι να γονατίσω.
- «Χύνωωωωωωωωωωωω! Μαλακισμένε! Πάρταααααααααα!»
Άρχισε να χύνει μέσα στο στόμα και στο πρόσωπο μου.
- «Πουτάνα, με έχεις ξεσκίσει. Μόνο με εσένα χύνω έτσι. Καθάρισε τον καλά γιατί μετά θα τον βάλει στο στόμα της η άλλη».
Τον έγλειφα όσο καλύτερα μπορούσα και αφού του ρούφηξα και τα αρχίδια, πήρα την κάλτσα του και σκούπισα το πρόσωπο μου.
- «Μαλάκα, με καυλώνεις απίστευτα. Γαμάω με την γυναίκα μου και σκέφτομαι να με γαμάς και έτσι χύνω».
- «Κι εγώ αυτό κάνω με την άλλη. Όποτε της γαμάω τον κώλο φαντάζομαι εσένα και την γκαστρώνω».
Ντυθήκαμε, φόρεσε και τη χυμένη κάλτσα και καθίσαμε στην τηλεόραση. Μετά από κανένα πεντάλεπτο σταμάτησε και το νερό να τρέχει και βγήκε έξω η Κατερίνα.
- «Κόκκινους σας βλέπω. Τι πάθατε;»
- «Δεν μου κάθισε με το καλό και τον βίασα…» είπε ο Άγγελος.
- «Καλά, άρχισες πάλι…»
«Που να ‘ξερες…» σκεφτόμουνα. «Αλήθεια λέει». Μετά από λίγο έφυγα για το σπίτι. Στη διαδρομή μου ήρθε ένα μήνυμα από τον Άγγελο. «Τελικά πάμε για καφέ. Δεν ντυθήκαμε καλά και μάντεψε… φοράω την κάλτσα που έχει τα χύσια μας και τα σάλια σου ξεκωλιάρη μπασταρδάκο. Τα λέμε το άλλο σαββατοκύριακο. Φιλιά στη σκισμένη τρύπα σου».
Σκεφτόμουν πως θα περάσει η εβδομάδα αλλά και τις φάσεις που κάνουμε συνέχεια. Ακολούθησε και μια παρτούζα αλλά αυτό κάποια άλλη στιγμή. Στο επανιδείν λοιπόν.
(Copyright protected OW ref: 35240)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.