Το e-mail μου είναι το:
- Έλα μαζί μου, αλλιώς θα βρεις τον μπελά σου.
Με κλείδωσε στο κοντέινερ, αφού πρώτα μου έβγαλε τα ρούχα, εκεί που άλλαζαν οι αλβανοί. Με έδεσε σφικτά και με πέταξε στο πάτωμα. Όταν σχόλασαν οι αλβανοί μπήκαν στο κοντέινερ για να αλλάξουν. Δεν παραξενεύτηκαν που με είδαν γυμνό. Όταν μπήκε ο Konstadin, δύο εργάτες με άρπαξαν, και με έβαλαν να γονατίσω μπροστά στον επιστάτη.
Άρχισε μια μορφή δίκης. Ο Konstadin κάλεσε τον Γιάννη, του έδειξε τις κάλτσες που είχε βρει στο βρακί μου.
- Είναι δικές μου.
- Τι θέλεις για αποζημίωση;
- Να τον δείρω.
- Που;
- Στις πατούσες. Χθες που μου πήρε τις κάλτσες αναγκάστηκα να δουλέψω ξυπόλυτος και τα πόδια μου μάτωσαν. Έτσι θέλω να ματώσουν και οι δικές του.
Ο Konstadin έδωσε στον Γιάννη μια ζώνη. Δυο εργάτες μου έπιασαν γερά τα πόδια. O Γιάννη έπιασε τη ζώνη και αφού έφτυσε στις πατούσες μου άρχισε να μου τις χτυπάει με δύναμη. Μετά από 50 κτυπήματα τρεις εργάτες σηκώθηκαν, έβγαλαν το καυλί τους κι άρχισαν να τραβάνε μαλακία σημαδεύοντας το πρόσωπο μου. Ο πρώτος έχυσε στο 80ο κτύπημα, ο δεύτερος στο 95ο και ο τρίτος στο 105ο οπότε και τελείωσε η φάλαγγα.
Οι πατούσες μου ήταν κοκκινισμένες και από το πρόσωπό μου έτρεχαν χύσια. Κάποιος από αυτούς που με έχυσαν σκούπισε την πούτσα του στα χείλια μου.
Η δίκη συνεχίστηκε και ο Konstadin με είπε να ομολογήσω όλες τις κλεψιές μου, αφού έτσι κι αλλιώς ήξεραν τα πάντα. Είχαν μείνει τέσσερις στο δωμάτιο ενώ σε λίγο ήρθε και ο Γιάννη μεταφέροντας διάφορα μαραφέτια βασανιστηρίων..
- Βάλτε τον εκεί που ξέρετε. Διέταξε ο Konstadin.
Με άρπαξαν τότε και με έδεσαν σε ένα μεγάλο δοκάρι. Τώρα ήμουν στημένος όρθιος, με το κορμί μου δεμένο στο δοκάρι. Τότε ήταν που έβγαλαν και το βρακί. Δεν φορούσα πια τίποτα αφού ήδη με είχαν γδύσει. Ο Konstadin πήρε ένα λεπτό μαστίγιο από το κιβώτιο και το δίπλωσε στη μέση θαυμάζοντας την ελαστικότητά του.
- Τώρα πρόσεξε πως σου βάζουν μυαλό. Αφού δεν παίρνεις από λόγια πρέπει να μιλήσει το μαστίγιο στο τομάρι σου κλέφτη.
Κατέβασε το μαστίγιο πάνω στα κωλομέρια μου με δύναμη.
- Ομολόγησε γουρούνι. Πες μας τι έκλεψες.
Το καμτσίκι μου χάραξε έπειτα τα πλευρά και τις σάρκες μου. Άρχισα να χτυπιέμαι πάνω στο δοκάρι από τον πόνο. Μετά άρχισαν να με μαστιγώνουν και οι άλλοι αλβανοί με τις ζωστήρες τους. Τις έτρωγα δύο-δύο ή τρεις-τρεις.
- Εντάξει ομολογώ. Φώναξα και άρχισα να αναφέρω μία-μία τις κλεψιές μου.
Αφού ομολόγησα τις πράξεις μου οι αλβανοί με λύσανε και σωριάστηκα στα πόδια τους. Μου έδωσαν να φορέσω το σκισμένο σορτσάκι του Γιάννη το οποίο κρεμόταν μέρες σε έναν τοίχο καθώς και ένα ζευγάρι σαγιονάρες. Ο Konstadin με πλησίασε και μου είπε:
- Και τώρα θα δουλέψεις μαζί μας. Πρέπει να μεταφέρουμε εκατό σακιά τσιμέντο στην άλλη άκρη. Θα υπακούς στις διαταγές μας και θα δουλεύεις σκληρά και αθόρυβα.
Αφού δούλεψα σαν πραγματικός αλβανός, φορώντας τις κλεμμένες σαγιονάρες, το απόγευμα με μετέφεραν ξανά στον τόπο των βασάνων μου, στο καυτό κοντέινερ. Είχαν μείνει εκεί μόνο τρεις εργάτες, O Kostadin, o Γιάννης και ο Agjim ο οποίος δεν είχε βασανίσει το κορμί μου. Τον έβλεπα να δουλεύει ημίγυμνο με τα όμορφα άτριχα στήθια ποτισμένα στον ιδρώτα να γυαλίζουν στον ήλιο. Μου άρεσε η βαριά αλβανική προφορά του και σε λίγο μου άρεσε και ο σκληρός πούτσος του που μου είχε βάλει στο στόμα να του πιπιλάω.
- Σου αρέσει μαλάκα το στήθος μου; Θα σε αφήσω να μου γλύψεις τις ρώγες αν κάτσεις φρόνιμα και καταπιείς τα κάτουρα που σε λίγο θα αδειάσω στο στόμα σου. Βαριέμαι να πάω στην τουαλέτα. Εμπρός, άρχισε να καταπίνεις.
Και πράγματι χωρίς καθυστέρηση άρχισε να ποτίζει τον ουρανίσκο μου με τα καυτά κάτουρά του. Αφού ήπια υποτακτικά και την τελευταία σταγόνα ο Agjim κράτησε το λόγο του και με άφησε να γλύψω τον ιδρώτα από τα στήθη την κοιλιά και τα πλευρά του.
Έπειτα και αφού με έδεσαν σε ένα σταυρό άρχισαν και πάλι τα βασανιστήρια. Με σημάδευαν στον ώμο με ένα κομμάτι σίδερο που έκαιγε από τον καυτό ήλιο. Ήταν σχεδόν καυτό κι άφηνε ένα ελαφρό αποτύπωμα. Με μαστίγωσαν στην ράχη βρίζοντας με. O Γιάννης είχε ένα αναμμένο κερί και κάθε τόσο άφηνε να χύνεται το λιωμένο κερί στις πληγές μου. Εγώ φορώντας μονάχα το βρακί μου ζητούσα έλεος, χωρίς όμως να καταφέρω να συγκινήσω τους Αλβανούς αφέντες μου.
Ο Agjim σκέφτηκε να κάνει τον πόνο πιο διασκεδαστικό, γι’ αυτό βρήκε ένα μυστρί το έβαλε λίγο στη φωτιά του κεριού, με ξεβράκωσε και το έβαλε κάτω από τα αρχίδια μου. Το πυρωμένο εργαλείο μου τσουρούφλιζε τα αρχίδια. Καιγόμουν και τσίριζα.
Αλλά το βάσανο δεν τελείωσε εκεί.
Ο Γιάννης πρόλαβε να με φιμώσει με την λερωμένη και ιδρωμένη κάλτσα του και τότε σκέφτηκα ότι το επόμενο βασανιστήριο θα ήταν ακόμη σκληρότερο...
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.