Η ιστορία είναι σχετικά παλιά, όταν ήμουνα φαντάρος. Ήμουνα στη Ρόδο τότε που το καλοκαίρι έχει πολύ κόσμο, αλλά το χειμώνα μόνο λύκοι κυκλοφορούν στους δρόμους. Σε μια έξοδο μου λοιπόν έτυχε να έχω βγει μόνος, αφού όλοι οι φίλοι μου είχαν υπηρεσία. Κυριακή κιόλας δεν ήξερα τι να κάνω τόσες ώρες, αλλά με τίποτα δε θα έμενα μέσα.
Αφού κατέβηκα στην πόλη και πήγα για έναν καφέ και διάβασα την εφημερίδα, έκανα και τις βόλτες μου, είχα ξεμείνει από ιδέες τι να κάνω. Πήρα λοιπόν ένα τσοντοπεριοδικό, και κατευθύνθηκα σε κάτι τουαλέτες, κοντά στην είσοδο της παλιάς πόλης, να ξαλαφρώσω λίγο. Οι συγκεκριμένες τουαλέτες είναι αφενός πολύ καθαρές και αφετέρου, πράγμα περίεργο πολύ μεγάλες.
Μπήκα λοιπόν σε μια, έκλεισα το καπάκι της λεκάνης και άρχισα να διαβάζω τις ιστορίες του περιοδικού, ενώ είχα πετάξει έξω τον πούτσο μου και τον χάιδευα, με το πάσο μου όμως, δε βιαζόμουνα.
Ούτε που είχα πάρει χαμπάρι ότι κάποιος στη διπλανή τουαλέτα με έπαιρνε μάτι από κάτι τρύπες που είχαν ανοίξει ειδικά γι’ αυτό το σκοπό. Ο τύπος πάντως δεν αρκέστηκε για πολύ στο μάτι, βγήκε από τη δικιά του και ήρθε έξω από τη δικιά μου και άρχισε να μου χτυπάει την πόρτα σιγά και να μου λέει:
- «Αγόρι άνοιξε. Άσε με να σου κάνω μια πίπα. Άνοιξε!»
Μόνο τότε τον πήρα χαμπάρι, αλλά μου ήρθε ξαφνικό. Ντύθηκα γρήγορα, έβαλα και το περιοδικό μέσα στο μπουφάν και πήγα και στάθηκα δίπλα στην πόρτα. Δεν ήξερα τι να κάνω, αλλά αυτός επέμενε.
- «Άνοιξε αγόρι. Μην ανησυχείς… αφού να χύσεις θες, θα σε βοηθήσω. Άσε να μπω…»
Λέω δε βαριέσαι και ανοίγω λίγο την πόρτα. Αυτός δεν έχασε την ευκαιρία. Μπήκε μέσα είπε και ευχαριστώ, και μου εξήγησε ότι με έβλεπε από δίπλα και ότι γούσταρε τα αγόρια. Από το κούρεμα κατάλαβε ότι ήμουνα φαντάρος και αν γούσταρα να μου κάνει μια πίπα. Λέω: «Εντάξει». Αυτός ήταν κοντά στα πενήντα, νορμάλ τύπος κατά τα άλλα.
Έσκυψε και μου έλυσε τη ζώνη και τελικά μου έβγαλε τα παπούτσια και το τζιν κι έμεινα μόνο με το σλιπάκι. Στην αρχή απλά μύριζε τον πούτσο μου πάνω από αυτό και ανάσαινε βαριά πάνω του. Η καυτή του ανάσα όμως ξαναξύπνησε το εργαλείο μου. Τελικά και αφού το χάιδεψε πάνω από εσώρουχο, το κατέβασε και το έβγαλε και άρχισε να του δίνει πεταχτά φιλιά.
Ο πούτσος μου είχε ήδη θεριέψει, αλλά από ότι έβλεπα δεν χρειαζόταν να κάνω κάτι. Άνοιξε το στόμα του και άρχισε να τον γλείφει με τη γλώσσα του πάνω κάτω από το κεφάλι μέχρι τα αρχίδια. Μου άρεσε που δε βιαζόταν. Κάποια στιγμή τον πήρε στο στόμα του και άρχισε να τον ρουφάει και να τον δαγκώνει εναλλάξ. Εγώ είχα δαγκώσει τα χείλια μου για να μην μου ξεφύγει κανένα βογκητό και μας καταλάβει κανείς.
Επειδή πιάστηκε να είναι γονατιστός έκατσε στη λεκάνη, με τράβηξε κοντά του και συνέχισε τη δουλειά του. Πρέπει να μου πήρε κανένα μισάωρο, αφού κάθε τόσο σταματούσε και ξανάρχιζε τα φιλιά, ενώ τα χέρια του χάιδευαν το τριχωτό στήθος μου, μέχρι που τελικά το σπέρμα μου άρχισε να τινάζεται. Μόλις το κατάλαβε, κάρφωσε τον πούτσο μου βαθιά στο στόμα του και άρχισε να καταπίνει λαίμαργα… δεν άφησε τίποτα.
Μετά αφού σηκώθηκε μου είπε πως είναι παντρεμένος αλλά άμα γούσταρα είχε μια γκαρσονιέρα, να πάμε λίγη ώρα. Έτσι κι αλλιώς δεν είχα τι άλλο να κάνω οπότε δέχτηκα και μετά από κανένα μισάωρο φτάσαμε εκεί. Σε όλο το δρόμο μου έλεγε:
- «Σ’ ευχαριστώ αγόρι μου… Και τώρα που θα πάμε θέλω να με γαμήσεις!»
Η γκαρσονιέρα είχε ένα δωμάτιο μεγάλο και μια τουαλέτα. Μου λέει:
- «Κάτσε λίγο να ξεκουραστείς. Εγώ πάω στην τουαλέτα και ξανάρχομαι».
Όταν μετά από δέκα λεπτά ξαναβγήκε, είχε αλλάξει και φορούσε μια κόκκινη φούστα φαρδιά και μακριά, ψηλές κάλτσες, κιλοτάκι από μέσα και μια λευκή μπλούζα, γυναικεία κι αυτή και γυναικεία παπούτσια. Είχε ψιλοβαφτεί και λίγο. Μου λέει:
- «Θέλω άμα γουστάρεις κι εσύ να κάνω ότι είμαι μια θεία σου κι έρχεσαι σπίτι μου σαν φαντάρος από άδεια».
Εγώ όπως τον είδα έτσι καύλωσα και λέω αμέσως «ναι». Άλλωστε γιατί να του χαλάσω το χατίρι; Έκατσε δίπλα μου και μου έπιασε την κουβέντα σαν θεία μου. Και καλά, πως τα περνάς, και τι γίνεται με τα κορίτσια κι έτσι. Από μέσα μου έλεγα πως από τη μία ο τύπος πρέπει να είναι τρελός από την άλλη όμως η τρέλα του είναι πολύ ερεθιστική. Άλλωστε και το καυλί μου που ασφυκτιούσε στο παντελόνι συμφωνούσε. Με τη συζήτηση είχε βάλει το χέρι του πάνω στο πόδι μου και μετά πάνω στο καυλί μου.
- «Ανιψιέ νιώθω ότι είσαι στερημένος από έρωτα εκεί πέρα που είσαι…», μου λέει.
- «Ναι, τι να γίνει;», λέω εγώ.
- «Κάτι μπορεί να γίνει…», μου λέει. «Μπορώ να σε φροντίσω αν θέλεις…»
- «Πώς;», λέω εγώ.
Αμέσως μου ξεκούμπωσε το παντελόνι και μου το έβγαλε μαζί με το σλιπάκι, έσκυψε κι άρχισε ένα γεμάτο τσιμπούκι.
- «Μπράβο μεγάλε!», του λέω.
Αφήνει τον πούτσο μου αυτός.
- «Όχι μεγάλε!», μου λέει. «Θεία είπαμε!», και ξαναρχίζει.
- «Ωραίο το τσιμπούκι σου θεία, αλλά εγώ γουστάρω να καρφώσω και λίγο…», του λέω.
- «Ότι πεις αγόρι μου!», μου λέει. «Κάτσε να γδυθώ…»
- «Άσε, δεν προλαβαίνουμε τώρα…», του λέω.
Τον ξαπλώνω στο χαλί με τα μούτρα κάτω, σηκώνω τη φούστα μέχρι τη μέση, τραβάω το κιλοτάκι και του πατάω αμέσως ένα γλείψιμο στη σούφρα, για να μαλακώσει, χώνω και ένα δάχτυλο και αρχίζω να τον ανοίγω σιγά - σιγά. Αυτός σηκώνεται στα τέσσερα ίσα για να μπορεί να φτάσει ένα συρτάρι σε ένα κομό δίπλα στο καναπέ και βγάζει ένα προφυλακτικό κι ένα βαζάκι με κρέμα και μου λέει:
- «Αγόρι μου βάλε λίγο αυτά να κάνεις δουλειά σου…»
Όπως έβλεπα τον κώλο του τουρλωμένο και τη φούστα ψηλά, δεν κρατιόμουνα και γονάτισα πίσω του, έφερα τον πούτσο μου στη τρύπα του και έσπρωξα με τη μία, σχεδόν μέχρι τη μέση. Αυτός βόγκηξε…
- «Ναι αγόρι μου… γάμα με την πουτάνα! Σκίσε με τη γαμιόλα. Αχ! Τι καύλα ανιψιέ!»
Με δυο - τρία σπρωξίματα ακόμα μπήκα όλος μέσα και άρχισα να οργώνω το άντερο του… τα αρχίδια μου χτυπούσαν πάνω του. Μου ζήτησε να βγάλει τη φούστα γιατί τον εμπόδιζε να παίξει τον πούτσο του αλλά δεν του έδωσα σημασία, τον έσπρωχνα μέσα με δύναμη, λες και ήθελα να μπω όλος μέσα. Τελικά δε χρειάστηκε καν να πιάσει τον πούτσο του, έχυσε και μόνο με το γαμήσι που του έφτιαχνα, και μετά από λίγο, τελείωσα και γω και ξάπλωσα από πάνω του.
Αφού ξαναβρήκαμε την ανάσα μας, καθίσαμε πάλι στον καναπέ και με μεγάλη μου χαρά είδα πως ο πούτσος μου γούσταρε ακόμα παιχνίδια. Η αγαμία των φαντάρων μάλλον. Με τα πολλά τον έγδυσα από τα ρούχα του λέγοντας τον συνέχεια:
- «Καυλιάρα θεία! Τι μουνάρα που είσαι!»
Τα λόγια μου τον έφτιαχναν αφάνταστα. Άρχισε να μου λέει ιστορίες γιατί γούσταρε τα αγόρια ενώ ταυτόχρονα έπαιζε με τον πούτσο μου, μέχρι που με έφερε πάλι σε πλήρη στύση. Τότε ξάπλωσε στο κρεβάτι, έβαλε ένα μαξιλάρι κάτω από την μέση του, σήκωσε τα πόδια ψηλά και μου είπε:
- «Αγόρι μου έλα να δώσεις χαρά στη σούφρα μου. Έλα να με καρφώσεις μέχρι τα σωθικά μου βαθιά!»
Φυσικά εγώ ήμουνα πρόθυμος. Στερέωσα τα πόδια του στους ώμους μου και ξαναμπήκα μέσα του, αυτή τη φορά όμως με πιο αργές κινήσεις. Συνέχισε να με προκαλεί με προστυχόλογα κι εγώ να τον γαμάω πότε πιο γρήγορα πότε πιο αργά, ενώ όποτε ένιωθα πως θα έχυνα μείωνα πολύ το ρυθμό μου και μετά ξανάρχιζα. Νομίζω πως πρέπει να χόρτασε γαμήσι, όπως κι εγώ.
Όσο καιρό ήμουνα εκεί ξαναβρεθήκαμε μερικές φορές και του άρεσε να αλλάζει ρόλους, έτσι υπήρχε πάντα ενδιαφέρον. Όταν έφυγα από τη Ρόδο χάσαμε την επαφή μας.
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.