Το e-mail μου είναι το:
Ήταν ξημερώματα Σαββάτου. Γυρνούσα από έξοδο με φίλους. Είχαμε πάει στο Γκάζι για ποτάκι. Μου άρεσε ένα παιδί αλλά δεν βρήκα ανταπόκριση.
Φεύγοντας και αφού χαιρέτησα τα παιδιά, ξεκίνησα να περπατάω στην Ιερά Οδό, κατευθυνόμενος προς το κέντρο. Κάποια στιγμή σταμάτησα για να πάρω ταξί.
Είχα πιει αρκετά και δεν θυμόμουν καλά πόσα χρήματα είχα μαζί μου. Είχα ξεχάσει ότι το απόγευμα είχα πληρώσει κάτι λογαριασμούς και νόμισα ότι είχα μαζί μου λεφτά. Γυρίζοντας το βλέμμα μου στο δρόμο, βλέπω ένα ταξί να μου παίζει έντονα τα φώτα. Μπαίνω και κάθομαι πίσω. Λέω την περιοχή και ξεκινάμε.
Ο ταξιτζής φαινόταν γύρω στα 45 με 50, με μούσι. Παρατήρησα ότι είχε χοντρά χέρια και μεγάλα δάχτυλα, κάτι που μου αρέσει ιδιαίτερα. Συχνά πυκνά είχα φαντασιώσεις με ταρίφες αλλά από το ποτό και μόνο, σκεφτόμουν το κρεβάτι μου. Έτσι δεν έδωσα μεγάλη προσοχή παρά μόνο στο ταξίμετρο.
Η απόσταση που θα έκανα δεν ήταν μικρή, πηγαίναμε προς Αγία Παρασκευή. Είδα κάποια στιγμή ότι το ταξίμετρο είχε ήδη γράψει επτά ευρώ και είχαμε δρόμο ακόμα. Βγάζω το πορτοφόλι και βλέπω ότι έχω όλα κι όλα πέντε ευρώ! Πανικοβάλλομαι λίγο γιατί δεν είχα κάρτα μαζί για να σταματήσουμε σε μια τράπεζα και να σηκώσω χρήματα σε ΑΤΜ.
Τον πλησίασα, είχα πιει κιόλας, οπότε μου έβγαινε μια παράξενη εξοικείωση. Του λέω ότι δεν έχω αρκετά χρήματα μαζί μου για να τον πληρώσω παρά μόνο πέντε ευρώ. Τον βλέπω να συνοφρυώνεται και να με κοιτάζει διερευνητικά από τον καθρέπτη. Μου λέει ότι κακώς τον πήρα και ότι κανονικά πρέπει να με αφήσει. Με ρωτάει αν έχω λεφτά στο σπίτι για να τον πλήρωνα και του λέω όχι.
Στο μεταξύ τον παρατηρώ παρόλο το άγχος μου, βλέπω ότι είναι πολύ αρρενωπός. Η φωνή του είναι τόσο καυλωτική. Μου λέει ότι είναι μαλακία να με αφήσει στο δρόμο και ας του δώσω ότι έχω. Αλλά μου προτείνει να πάω να καθίσω μπροστά. Σταματάει και κάθομαι μπροστά. Αναρωτιέμαι γιατί γίνεται όλο αυτό. Ξεκινάμε και τον βλέπω να με κοιτάει παράξενα.
- «Καλά, τι έκανες έξω χωρίς χρήματα τέτοια ώρα;»
- «Βγήκα με φίλους και τα ήπιαμε και ξεχάστηκα…», του είπα.
- «Καλό παιδί μου φαίνεσαι πάντως…!», μου ψελλίζει.
Αλλάζοντας ταχύτητα μου ακουμπά λίγο το πόδι. Εγώ εκπλήσσομαι αλλά κάνω ότι δεν καταλαβαίνω. Από μέσα μου η καρδιά μου αρχίζει και χτυπά έντονα και συνειδητοποιώ τι συμβαίνει. Ο ταξιτζής συνεχίζει να με ακουμπά. Σε ένα φανάρι καθώς σταματάμε, γυρνάει και μου λέει:
- «Γουστάρεις να μου πάρεις μια πίπα και να σε πάω σπίτι σαν καλό αγόρι;»
Αρχικά σαστίζω και πριν προλάβω να το σκεφτώ πολύ, έχει στρίψει σε ένα σκοτεινό στενό και σταματά στην άκρη του δρόμου.
- «Άκουσε να δεις…», μου λέει. «Είμαι σίγουρος ότι το έκανες επίτηδες».
Ξεκουμπώνει λίγο το παντελόνι και μου αρπάζει το κεφάλι και μου το χώνει πάνω από τον πούτσο του. Τον πετάει έξω. Ένας πελώριος τριχωτός ιδρωμένος πούτσος είναι μέσα στα μούτρα μου. Ξεκινάω να τον πιπώνω χωρίς κουβέντα. Μου λέει:
- «Σας ξέρω εσάς τα πουστράκια, όλα ίδια είστε».
Τον πίπωσα για κανένα δεκάλεπτο ενώ εκείνος έκανε τσιγάρο. Μου χάιδευε το κεφάλι και μούγκριζε από ηδονή. Με άρπαζε από τα μαλλιά και μου έχωνε το καυλί του μέχρι μέσα στο λαρύγγι. Ο πούτσος του ήταν γεμάτος φλέβες και μύριζε λίγο κάτουρο, κάτι που με έφτιαχνε ακόμα περισσότερο.
Με έχυσε στο στόμα και επέμεινε να τα πιω, πράγμα που έκανα και γιατί γούσταρα αλλά και γιατί είχε αγριέψει και φοβήθηκα μήπως με χτυπούσε. Με πήγε σπίτι και μου είπε καληνύχτα ενώ μου έδωσε το κινητό του αν χρειαστώ καμιά κούρσα...
Όποτε δεν βρίσκω ταξί, τον παίρνω τηλέφωνο…
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.