Η ιστορία:
Επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι. Με το που ανοίγει η πόρτα έρχεται αντιμέτωπος με την αγκαλιά της μητέρας του. Θαρρώ ότι με έσπρωξε για να περάσει πρώτη, αλλά δεν δίνω σημασία σε μικρότητες που θα καταστρέψουν το νόημα της στιγμής. Κι εγώ στη θέση του θα ήθελα να με υποδεχτεί μια αγκαλιά γνώριμη από μυρωδιές μαμάς και μαγειρεμένου φαγητού.
Κάπως έτσι περνάμε σε δεύτερη μοίρα, ο Μάκης κι εγώ, δίπλα από τις φωτογραφίες συγγενών σε κορνίζες που πρόλαβαν κι έφυγαν νωρίς. Αυτό το έθιμο το έχουμε κι εμείς στην Ελλάδα. Όποιος πεθαίνει γίνεται αμέσως κορνίζα σαν τιμωρία για να μη μπορέσει να δραπετεύσει με τίποτα. Μπορεί να κέρδισε η μητέρα του την πρώτη αγκαλιά, το βλέμμα όμως είναι όλο δικό μου. Κι ενώ ήξερε ότι θα ερχόμασταν πρώτοι γιατί ο Μάκης είναι πολύ ανυπόμονος, δείχνει τόσο έκπληκτος.
Ο Μάκης ξεφεύγει από το χέρι μου και ρίχνεται στην αγκαλιά του. Αισθάνομαι ριγμένος έτσι όπως έμεινα τελευταίος στη σειρά. Μένω ακίνητος. Δεν θέλω να με αγκαλιάσει έτσι όπως αγκάλιασε τη μητέρα του ή όπως θ’ αγκάλιαζε τον πατέρα του. Θέλω να με αγκαλιάσει γι’ αυτό που είμαι.. σύντροφος και εραστής.
Ενώ οδηγούσα τον σκεφτόμουν όλη την ώρα και οι σκέψεις αυτές με βασάνιζαν όπως τη στιγμή που του ανακοίνωσα ότι λόγω του Μάκη θα φύγουμε πρώτοι. Μην αφήνοντας το χέρι από το τιμόνι, έτριβα ένα παλιό του μπλουζάκι στο πρόσωπο και ο Μάκης γελούσε γιατί νόμιζε ότι φορούσα μάσκα. Στο μπλουζάκι αυτό είχα κρατήσει ενθύμια του ιδρώτα του και σε συνδυασμό με τον ήχο της φωνής του ν’ αναστενάζει στα αυτιά μου, το στόμα μου ποτίστηκε με σάλια. Στην πραγματικότητα θα ήθελα να βρίσκεται δίπλα μου και να μου τρίβει τον πούτσο μέχρι να σηκωθεί… να κάνουμε μανούβρες με το αυτοκίνητο και ο Μάκης να γελάει επειδή οδηγώ τόσο κωμικά.
- «Εσύ άργησες…», του λέω ως απάντηση σ’ αυτό που είπε.
Μου φάνηκε σαν παρατήρηση από μέρους του:
- «Φτάσατε πολύ γρήγορα!»
Ο τρόπος που με κοιτάει είναι μια πρόσκληση. Ένα χαμόγελο εγκαθίσταται στα γνωστά επίπεδα του προσώπου του. Ξαφνικά ζηλεύω. Θα ήθελα κι εγώ να βρίσκομαι για τις ημέρες των γιορτών στο σπίτι μου, στη μητέρα και στα αδέρφια μου. Όμως δεν βρίσκομαι και φοβάμαι να κάνω οποιαδήποτε κίνηση μήπως και φανώ υπερβολικά διαχυτικός. Αποφεύγω μάλιστα να τον κοιτάξω και στα μάτια γιατί τότε θα καταφέρει να διαβάσει όσα σκέφτομαι. Αναγνωρίζει την λάμψη στο βλέμμα μου, τον πόθο αγάμητου κοριτσιού όταν σκέφτομαι βρώμικα.
Αισθάνομαι αμηχανία, ευτυχώς είμαι αρκετά ετοιμόλογος. Του χαρίζω ένα χαμόγελο, όχι όμως από τα αληθινά μου. Με αγκαλιάζει και ξαφνικά αισθάνομαι μικρός, πιο μικρός και από τον Μάκη. Αν μπορούσε να πιέσει το στήθος του στο δικό μου, θα το έκανε; Θα μπορούσε. Μαντεύει την σκέψη μου. Με αγκαλιάζει σφικτά. Νιώθω την απαλότητα των χειλιών του, αλλά όχι αρκετά. Το φιλί που μου δίνει είναι γρήγορο, βιαστικό.. βγάζοντας όμως και τους δυο μας από την δύσκολη θέση. Επιθυμώ το είδος των φιλιών αυτών που με κρατάει κολλητά στο κορμί του και με φιλάει παθιασμένα.
Θέλω να ακουμπήσω το χέρι μου στον κώλο του. Να χαϊδέψω τα κωλομέρια του και μετά να γλιστρήσω τα δάχτυλά μου προς τα εμπρός και να πιάσω τον πούτσο του πάνω από το φερμουάρ του τζιν του. Αλλά δεν μπορώ. Κανείς δεν υποψιάζεται, ή έτσι νομίζω, ότι το πρόσωπό μου έχει κοκκινίσει γιατί είμαι καυλωμένος. Άραγε αυτός να το έχει καταλάβει; Μήπως είναι μια αντίδραση πολύ γρήγορη; Αν έχω καυλώσει από τη πρώτη στιγμή, τι θα συμβεί τις επόμενες ημέρες; Και που θα μας βάλει να κοιμηθούμε η μητέρα του;
Τον θέλω. Τι μαρτύριο να βρίσκεσαι μπροστά στο όμορφο αγόρι σου, να ξέρεις ότι σε θέλει κι αυτός και να μη μπορείς να κάνεις τίποτα. Ο πούτσος μου τραντάζεται. Αποκτώ την ικανότητα να τον βλέπω γυμνό. Αποκτώ την ικανότητα να κοιτώ κάτω από τα ρούχα. Βλέπω τα πάντα. Την προσπάθεια του πούτσου του να αποδράσει, την πυκνότητα των τριχών στο στήθος του, τις ερεθισμένες του ρώγες όπως όταν του τις γλείφω με την άκρη της γλώσσας μου. Γνωρίζω πράγματα που η μητέρα του ποτέ δεν θα μάθει. Προσπαθώ να μιλήσω, αλλά η φωνή μου τρέμει από τον ενθουσιασμό. Το πρόσωπό μου καίγεται. Ίσως μάλιστα να φαίνομαι και αστείος με τόσο κόκκινα μάγουλα.
Συνεχίζω να φοβάμαι να τον κοιτάξω στα μάτια. Θέλω να πέσει στα γόνατα και τότε να τον κοιτάξω. Όμως θέλω να κρατάει και τον πούτσο μου στα χέρια του. Να μου τον μυρίζει. Να μυρίζει την καύλα και τον οργασμό μου. Να γλείφει τις πτυχές του δέρματος, του υγρού και λείου δέρματος του πούτσου μου. Είμαι περήφανος για την φαντασία μου. Θυμάμαι τον πούτσο μου θαμμένο μέσα του, το πρωί πριν φύγω, και καυλώνω περισσότερο.
Τέλος. Σταματώ τις σκέψεις. Έτσι όπως τυλιγμένα τα χέρια μου γύρω του αισθάνομαι τα δάχτυλά μου να τρίζουν εξαιτίας της ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ του κορμιού του και του δικού μου κορμιού. Μυρίζει τόσο όμορφα. Με την άκρη του ματιού μου κοιτώ ένα γρήγορο χαμόγελο στο πρόσωπό του. Παίρνω θάρρος και κοιτώ τα μάτια του. Κοιτώ ακόμα και τα χείλια του. Είναι μισάνοιχτα. Γνωρίζω ότι στην εμφάνιση αυτή το κορμί μου θα ανταποκριθεί άμεσα.
Αποφασίζω να λογοκρίνω κάθε κίνησή μου από δω και πέρα. όσο χρειαστεί. Πιέζω τα δάχτυλά μου στην πλάτη του και δίνω τέλος στην αγκαλιά. Λίγο πριν απομακρύνω τα χέρια μου από πάνω του ακουμπώ τον πούτσο του για να δω αν ανταποκρίνεται σ’ αυτά που πιστεύω εδώ και τόση ώρα. Το ένστικτό που αποδεικνύεται αλάνθαστο. Ναι, είναι καυλωμένος, τόσο καυλωμένος όσο κι εγώ.
Στη φαντασία μου μας βλέπω να μεταφερόμαστε στην κρεβατοκάμαρα. Τα παντελόνια μας είναι κατεβασμένα μέχρι τα γόνατα. Μου ψιθυρίζει ότι το δωμάτιο αυτό είναι το παιδικό του δωμάτιο. Στο πάτωμα είναι παρατημένος, σκηνοθετημένα όμως, ένα δίσκος βινυλίου του Nat King Cole.
Επιστρέφω στην πραγματικότητα γιατί η μητέρα του μας φωνάζει από την κουζίνα αν θέλουμε να πιούμε τσάι. Έχει ήδη ετοιμάσει μπισκότα στολισμένα με σαντιγί και καραμελωμένα κερασάκια τα οποία απολαμβάνει με επιτυχία ο Μάκης. Ανταλλάσουμε χαμόγελα. Με το βλέμμα του μου λέει ότι θα πεταχτεί μέχρι την κουζίνα και θα επιστρέψει αμέσως.
Με το που επιστρέφει και μέχρι να έρθει η μητέρα του με τα κεράσματα, πατώ το πρόσωπό μου στο λαιμό του και τον αναπνέω. Τα χέρια μου κινούνται κάτω από τη ζώνη του τζιν του. Ο πούτσος μου είναι τόσο σκληρός που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητος. Σηκώνομαι για να τον δει. Κάνω ένα γρήγορο ταξίδι στο διάδρομο του σαλονιού. Δεν τολμάει να με αγγίξει. Είμαι περίεργος να μάθω τι σκέφτεται. Είμαι δικός του, μπροστά του. Θέλω να γδυθώ και να τον γδύσω κι αυτόν.
Πλησιάζω κοντά. Απλώνει το χέρι του και αγγίζει το φούσκωμα του πούτσου μου. Άραγε αισθάνεται τις συσπάσεις του; Ακουμπά το χέρι του στη πόρπη της ζώνης μου και χαμογελάει.. μ’ ένα πονηρό χαμόγελο. Το χαμόγελο που κάνει τον πούτσο μου να θέλει να γίνει μικρόφωνο για να τραγουδήσει το στόμα του μπροστά του. Είναι το ίδιο χαμόγελο που μου είχε χαρίσει και το πρωί, στο μπάνιο. Ξυριζόταν στον καθρέφτη κι εγώ στεκόμουν πίσω του. Κατέβασα το μπόξερ μου και το σλιπ του. Πάτησα την κοιλιά μου στον κώλο του. Πάτησε την κοιλιά του στον νεροχύτη. Έσκυψε προς τα εμπρός. Κοιταχτήκαμε μέσα στον καθρέφτη. Μου χαμογέλασε πονηρά. Του χαμογέλασα κι εγώ λέγοντάς του όλα όσα ήμουν έτοιμος να κάνω γι’ αυτόν.
Εννοείται ότι θα ήθελα να κάνω περισσότερα. Γλιστρώ ένα από τα δάχτυλά μου κατά μήκος των φερμουάρ του τζιν του και των κουμπιών του. Παίρνω απλά την εκδίκησή μου. Φέρνω κι άλλο δάχτυλο και τ’ αφήνω και τα δυο να χορέψουν πάνω στο λόφο του πούτσου του. Με την φαντασία μου τον φιλώ. Πιπιλίζω τις ρώγες του. Πατάω την άκρη του δάχτυλού μου στο σκληρό, σπογγώδες υλικό του πούτσου του, ακριβώς κάτω από το εφηβαίο του. Του δίνω ένα ερέθισμα, ένα μούδιασμα όπως ακριβώς αισθάνεται όταν θέλει να κατουρήσει. Είναι δικός μου ο πούτσος του. Θα ήθελα να τον φορέσω κρυφά στο δάχτυλό μου, σαν δαχτυλίδι. Αλλά δεν μπορώ…
Ο Μάκης σέρνει τις αποσκευές από το ένα δωμάτιο στο άλλο επιστρέφοντας στο επάγγελμα του αχθοφόρου που τόσο του αρέσει. Η μητέρα του έρχεται κρατώντας έναν δίσκο. Στο πρόσωπό της δεν μπορεί να κρυφτεί η ανακούφιση της επειδή μείναμε ήσυχοι τόση ώρα που λείπει. Αν ήταν στο χέρι μου θα τον είχα ακολουθήσει ήδη μέχρι την κρεβατοκάμαρα, θα είχαμε πετάξει τα ρούχα μας και θα είχαμε γαμηθεί. Ο κώλος του θα είχε βρεθεί στους ώμους μου και ο πούτσος του θα έκοβε βόλτες στη μύτη μου. Με μια ακροβατική περιστροφή, θα λύγιζα τα πόδια του και θα χωνόμουν μέσα του, εκεί.. στην άκρη του κρεβατιού. Θα τον γαμούσα γρήγορα και μετά θα επιστρέφαμε στο σαλόνι για να πιούμε το τσάι μας.
- «Γιατί δεν ντύθηκες ζεστά;», τον ρωτάει η μητέρα του.
- «Φόρεσα ότι κι ότι.. για να έρθω γρήγορα…», της απαντάει.
Δεν ξέρω αν τον πιστεύει. Εγώ δεν τον πιστεύω. Επίτηδες ντύθηκε ανάλαφρα για να με προκαλέσει. Επίτηδες αφήνει ξεκούμπωτα τα πρώτα κουμπιά του πουκάμισού του για να βλέπω το στήθος του όταν σκύβει. Αν μπορούσα θα άφηνα τον πούτσο μου να μιλήσει, να κάνει αυτό που πρέπει. Θα ήταν σαν να τον τιμωρούσα. Χωρίς να μπω μέσα του, θα τον έχυνα στο πρόσωπο, στη στήθος, ξανά στο πρόσωπο και το υπόλοιπο στο στήθος, απαγορεύοντάς τον να σκουπιστεί. Θα τον άφηνα λερωμένο, σαν θύμα τροχαίου. Θα ήθελα να σηκώσω το πουκάμισό του και να μετρήσω τον πυρετό στο στομάχι του. Ως φίλος, άντρας, εραστής, σωτήρας… Πόσο τον λατρεύω!
Η μητέρα του δεν σταματά να τον ρωτάει πως του φάνηκε το ταξίδι. Κάτι με κάνει να πιστεύω ότι το πλήθος των ομοειδών ερωτήσεων της μόνο ανόητος άνθρωπος θα μπορούσε να τις κάνει. Ο Μάκης καταλαβαίνει ρωτώντας μόνο δυο φορές. Αυτό το αναφέρω ως παράδειγμα.
Οι φωνές τους σκοτεινιάζουν και γίνονται ένα βουητό στα αυτιά μου. Οι επιθυμίες μου φουντώνουν. Ξυπνούν επιτακτικά. Θεέ μου γιατί τον άφησες να φορέσει αυτό το πουκάμισο; Ξέρει ότι είναι το αγαπημένο μου και τη γνώση αυτή τη δείχνει και στο βλέμμα του.. στον τρόπο που με κοιτάει. Είναι το ίδιο βλέμμα με τότε.. την πρώτη φορά που με πήρε στα γόνατά του, ξεκούμπωσε το παντελόνι του και μου έδωσε τον πούτσο του στο στόμα. Είχαμε ξεκινήσει μια συζήτηση για την ποίηση; Για την μουσική; Για τις τέχνες; Δεν θυμάμαι. Θυμάμαι ότι μου έλεγε πόσο βαθιά μπορώ να πάρω τον πούτσο του.
Βοηθάω την μητέρα του να μας κεράσει. Αυτά που έχει φέρει δεν χωράνε στο τραπεζάκι του σαλονιού. Η θερμοκρασία έχει ανέβει. Το σπίτι είναι πολύ ζεστό για να μη κρυώσουμε. Συντηρώ την ίδια ακριβώς αμηχανία που έχω από την αρχή. Δεν σταματώ να παρατηρώ το στήθος του. Πόσα κουλουράκια θα φάει ακόμα; Πόσες φορές θα σκύψει ακόμα; Το κάνει επίτηδες; Χαϊδεύω ένα μαξιλάρι που βρίσκω δίπλα μου. Δεν σταματώ να τον κοιτώ.. παντού.
Η μυρωδιά που επικρατεί στο σαλόνι είναι αυτή της κανέλας. Στη φαντασία μου βλέπω το πρόσωπό του τσαλακωμένο στην αγκαλιά μου καθώς τυλίγω τα μαλλιά του στα χείλια μου. Πιπιλίζω το μέτωπό του με μεγάλη προσοχή και χαϊδεύω το στομάχι του. Δεν έχει περάσει ούτε μια ημέρα που να μην κάνουμε έρωτα. Έχουν περάσει αρκετές ώρες από το πρωί κι ο πούτσος μου συσπάται. Πονώ σωματικά και ψυχικά. Αισθάνομαι μια υγρασία στο σλιπ μου. Θέλω να πιστεύω πως το σιροπιαστό και ζεστό σπέρμα μου δεν θα βρει κάποια σχισμή να στάξει έξω από το παντελόνι μου.
Αναρωτιέμαι αν μπορεί να καταλάβει όσα σκέφτομαι, αν είναι τόσο καυλωμένος όσο κι εγώ. Πρέπει να είναι. Μπορώ να μυρίσω την καύλα του από ‘δω που βρίσκομαι. Το ορκίζομαι. Μήπως είναι η φαντασία μου;
Κάθεται με περηφάνια. Παίζει στο δικό του γήπεδο και το ξέρει. Βοηθάει όσο μπορεί τις φαντασιώσεις μου. Τραβάω το πουκάμισό του, γυμνώνω το στήθος του. Οι ρώγες του είναι σκληρές. Ξανά με την φαντασία μου χωρίζω τα χείλια του και αποκαλύπτω όλα τα δόντια του. Θα ήθελα να τσιμπήσω τις ρώγες του, να παίξω μαζί τους σαν να είναι ζάρια. Πιάνω το μαξιλάρι και το φέρνω μπροστά μου.. το καρφώνω στον πούτσο μου. Είναι το μόνο που μπορώ να κάνω.
Είμαι καταδικασμένος να κοιτώ απλά το κορμί του. Μου φαίνεται ότι ο τοξωτός μου πούτσος διαπερνά το μαξιλάρι, βιάζοντας το υλικό από το οποίο αποτελείται. Δεν σταματώ να το πιέζω μέχρι που νιώθω τα αρχίδια μου να λιώνουν στο περίνεό μου. Αναστενάζω.
Μου φαίνεται ότι θα χύσω. Αισθάνομαι πιο ζεστό από ποτέ το πρόσωπό μου. Έχω ιδρώσει και μπορώ να πω ότι έχω αρχίσει να μυρίζω σαν πτώμα. Παίρνω την κούπα με το ζεστό τσάι που μου προσφέρει η μητέρα του. Θα προτιμούσα να ήταν παγωμένο για να το ρίξω πάνω μου. Την κοιτάω στα μάτια και νομίζω ότι βλέπω τον γιό της. Βρίσκομαι σε δύσκολη θέση.
Γλείφω τα χείλια μου.
- «Νόστιμο!», λέω.
- «Μέλι;», τον ρωτάει η μητέρα του.
Τον καρφώνω με το βλέμμα μου και τα χάνει.
- «Τι;», ρωτάει.
- «Μέλι ή κρέμα γάλακτος;», τον ρωτάει.
- «Με κρέμα το πίνει…», λέω γιατί εγώ ο ίδιος το ετοιμάσω για χάρη του, αρκετές φορές.
Φροντίζω μάλιστα να το χύνω με τρόπο προκλητικό μέσα στο τσάι του. Θα προτιμούσα να βρισκόμουν κάπου αλλού.. οπουδήποτε αλλού. Μαζί του, ακόμα και χωρίς αυτόν, αρκεί να χύσω. Η μητέρα του τον παρακολουθεί όλο τρυφερότητα να ρίχνει την κρέμα στην κούπα. Με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι η έκφρασή του δείχνει πόσο απολαμβάνει τη στιγμή αυτή. Τα μάτια του έχουν φωτιστεί. Θυμάμαι ότι με δυσκολία κατάφερα να συγκρατήσω τις λάμψεις τους την τελευταία φορά που γαμηθήκαμε…
Έτριψε τον πούτσο του στην κωλοτρυπίδα μου, μέχρι να εκραγεί. σε μένα, για μένα. Με το που εκσπερμάτισε, απλά μου χαμογέλασε και έμεινε να με κοιτάει να στροβιλίζω τη γλώσσα μου στην ανάμικτη γεύση των χυμών του. Με την φαντασία μου έχω φτάσει ήδη στα χέρια του, στο στήθος μου, στο στόμα του. Ανατριχιάζω. Ακτινοβολεί όσο χρειάζεται. όσο είναι απαραίτητο.
Η μητέρα του ενδιαφέρεται να μάθει για την δουλειά του. Αν κουράζεται, πόσους συναδέρφους έχει στο ίδιο γραφείο, αν του αρέσει αυτό που κάνει. Κουνάω νευρικά το πόδι μου. Θέλω να μιλήσω και να της πω: «Δεν ρωτάς καλύτερα αν πηγαίνει στη δουλειά;». Στη συνέχεια το ενδιαφέρον της αλλάζει. Ρωτάει πόσες ημέρες θα μείνουμε. Ανακαλύπτει από τη φωνή ότι πρέπει να είναι κρυωμένος. Συνειδητοποιώ πόσο της μοιάζει.
Δεν έχει όρεξη για κουβέντα. Της λέει ότι είναι κουρασμένος απ’ το ταξίδι. Ωραία δικαιολογία για να έρθει κοντά μου. Σκύβει ξανά. Διάολε! Παίρνει ένα μελομακάρονο. Αχ και να του πέσει από τα χέρια για να σκύψει ξανά! Ναι! Του πέφτει. Να ξεκινήσω μαθήματα μαγείας;
Προσπαθεί να καθαρίσει την μοκέτα. Θυμάμαι που την έχω ξαναδεί.. κάτι μου θυμίζει. Και μετά θυμάμαι. Τότε που πήγαινα περιστασιακά στο σπίτι του, πριν ξεκινήσουμε να μένουμε μαζί. Ήταν χειμώνας και είχα πάει για ένα γρήγορο γαμήσι. Γονατισμένος, άνοιξε το φερμουάρ του παντελονιού μου και γλίστρησε τον πούτσο μου έξω. Ήταν τόσο σκληρός που ένιωσα ανακουφισμένος με το που ελευθερώθηκε.
Τον κοιτούσε μ’ ένα μίγμα πονηριάς και αθωότητας. Τον κουνούσε δεξιά, αριστερά και πάλι δεξιά σαν να κρατούσε τριαντάφυλλο. Γνώριζε πολύ καλά το αποτέλεσμα που είχε πάνω μου αυτή η κίνηση. Τον πήρε στο στόμα του αμέσως μετά, τον ρούφηξε, τον πιπίλισε.. απαλά, σκληρά. Δεν ήταν καθόλου δύσκολο για μένα να πλημμυρίσω το στόμα του. Έχυσα χωρίς να βγάλω ούτε ένα βογγητό για να μην μας ακούσει κανείς. Αυτό μου είχε ζητήσει κι εγώ υπάκουσα.
Τον βλέπω να γλείφει με τα χείλια του την άκρη της κούπας. Το σλιπ μου έχει βραχεί ήδη από μια δόση διάφανου σπέρματος. Είμαι σίγουρος ότι ο πούτσος μου θα λάμπει μ’ έναν διαφορετικό τρόπο απ’ ότι όταν μου τον γλείφει και αφήνει πρόθυμα το σάλιο του. Η επιθυμία μου να σπαρταρήσει ο πούτσος μου στο στόμα του είναι μεγάλη.. πολύ μεγάλη. Μου έρχεται να φωνάξω: «Φτάνει πια. Πάμε στο δωμάτιό μας!».
Η μητέρα του επιμένει να ρωτάει για άσχετα πράγματα. Δεν με ρωτάει αν είμαι ερωτευμένος μαζί του. Δεν μου δίνει την ευκαιρία να πω όλα όσα πρέπει ν’ ακούσει, αυτή τη νύχτα. Θέλω να ομολογήσω πολλά. Ναι, είναι δικός μου. Δικός μου. Δικός μου. Το επαναλαμβάνω συνέχεια στο μυαλό μου και με βλέπω να σκύβω και να του το ψιθυρίζω το αυτί. Αισθάνομαι τον πούτσο μου να πιέζεται έντονα, μου είναι δύσκολο να προσποιηθώ τον ήρεμο και δεν με νοιάζει που η μητέρα του είναι παρούσα.
- «Μέλι;», με ρωτάει και μου προσφέρει το βαζάκι.
Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου. Τον βλέπω να μου χαμογελάει.. φευγαλέα. Απλώνω το χέρι μου και παίρνω το βαζάκι.
- «Προτιμά τα αλμυρά…», της λέει.
Παίρνω ένα μπισκότο και το βουτάω στο μέλι. Ότι κάνω από δω και πέρα είναι αφάνταστα σεξουαλικό. Δίνω τροφή στη φαντασία του, και στη δική μου φαντασία. Τρώω τη πρώτη μπουκιά. Δεν είναι τόσο γλυκό όσο θα ήθελα. Το βουτάω ξανά στο μέλι. Τα χείλια μου πρήζονται από την γλυκύτητα. Βλέπω το πρόσωπό του κόκκινο. Τι να σκέφτεται άραγε; Τον πούτσο μου; Αυτό είναι; Το πέτυχα; Βρίσκεται σε δύσκολη θέση;
Έτσι όπως με κοιτάει είναι σαν να μου λέει: «Έλα εδώ και φέρε τον πούτσο σου». Πρέπει να σηκωθώ και να συρθώ προς το μέρος του κουνώντας την ουρά μου σαν υπάκουο σκυλάκι. Ο πούτσος μου σηκώνεται πιο πολύ…
- «Κάνει ζέστη εδώ μέσα…», ψιθυρίζει.
Αλλά η μητέρα του δεν ακούει καλά και νομίζοντας ότι είπε κρύο και όχι ζέστη του λέει:
- «Αφού δεν φοράς τίποτα, μωρό μου…»
Μπορώ να δω τις ρώγες του κάτω από το πουκάμισο να είναι ορατές σαν κουφέτα. Ανοίγει αργά τα πόδια του και ψάχνει τη ραφή του τζιν του. Ο ιδρώτας ρέει αργά στις μασχάλες μου.
Οι απορίες της μητέρας του περνούν σ’ εμένα και στη δουλειά μου. Απαντώ με αλήθειες και ψέματα. Το μυαλό μου βρίσκεται αλλού.. και συγκεκριμένα στο επόμενο πρωί. Φαντάζομαι ότι τότε θα έχω την πρώτη μου ευκαιρία. Προς το παρόν, θα περάσω τη βραδιά με μαλακία. Ρίχνω μερικά ψίχουλα μπισκότου κάτω. Σκύβοντας να τα μαζέψω ο πούτσος μου εκτοξεύεται.
Με τη φαντασία μου βρίσκομαι στο μπάνιο, ένα βήμα προτού χύσω στον τοίχο. Τον σπρώχνω με τους αγκώνες μου και τον παγιδεύω. Τραβάω απαλά το πετσάκι μου προς τα πίσω και χώνω τον πούτσο μου μέσα του. Τον κοιτώ. Φαντάζεται άραγε το ίδιο; Θέλω να με πάει στο κρεβάτι χωρίς ρούχα.. γυμνός. Ο πούτσος του να είναι υγρός και γυαλιστερός από την εκσπερμάτιση που προηγήθηκε. Ο πούτσος μου συσπάται ξανά και ξανά. Κάτι στο κορμί του με καλεί προς το μέρος του.
Η μητέρα του λέει πόσο περήφανη είναι για τον Μάκη, θαυμάζει την ανάπτυξή του και τους καλούς του τρόπους. Μόλις και μετά βίας μπορώ να συμφωνήσω μαζί της. Προσπαθώ να τιθασεύσω τον πούτσο μου. Προφασίζομαι ότι θέλω να πάω ν’ αλλάξω. Αναρωτιέμαι τι κρύβεται στο βλέμμα του από τον τρόπο που με κοιτάει. Σηκώνομαι και καθώς περνάω από μπροστά του χώνω το χέρι μου στο παντελόνι και αρπάζω τα γεννητικά μου όργανα. Μου είναι δύσκολο να μη παραπονεθώ δυνατά, ο πρησμένος πούτσος μου διαμαρτύρεται αφήνοντας αμυχές στο σλιπ μου.
Η μητέρα του δεν σταματά να επαινεί τον Μάκη, ακόμα και όταν επιστρέφω. Κερδίζω φυσικά το βλέμμα του με την είσοδό μου. Γυρίζει το κεφάλι του και μπορώ να δω την ευχαρίστηση που του δίνει η εμφάνισή μου. Στο πρόσωπό του έχει την γλυκιά αγωνία ενός άντρα που περιμένει να γαμήσει και να γαμηθεί.
Με την φαντασία μου ταρακουνώ το στενό κρεβάτι που δεν μπορεί να βαστάξει τα ερωτευμένα μας κορμιά. Ο πούτσος μου αναβλύζει στην κωλοτρυπίδα του. Τον ακούω να αναστενάζει στο αφτί μου. Σφίγγει μέσα του τον σκληρότατο πούτσο μου. Ο ήχος της φωνής του με κάνει να επιστρέψω στην πραγματικότητα.
- «Πάω για κατούρημα…», λέει.
Προσπαθώ να μη ρίξω το βλέμμα μου στον κώλο του… μία… δύο… την τρίτη φορά δεν αντέχω. Καρφώνομαι πάνω του. Τον φαντάζομαι να περπατάει γυμνός στο σαλόνι. Ο πούτσος μου στάζει.
- «Κι εγώ…», λέω.
- «Φρόνιμα…!», μου λέει.
Από την βιασύνη μου να σηκωθώ ρίχνω κάτω την κούπα με το τσάι που είχα αφήσει στην άκρη του τραπεζιού.
- «Συγνώμη…», λέω βιαστικά και τον ακολουθώ μήπως και τον χάσω.
Ξέρουμε και οι δύο τι θα κάνουμε στο μπάνιο. Αφήνω έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Τον προλαβαίνω στην πόρτα. Μυρίζω τα μαλλιά του. Τα χαϊδεύω με τα χείλια μου, μακριά από συμβουλές να κρατηθώ μαζί του. Γλείφω τα μαλλιά του διακριτικά. Μπαίνουμε μέσα στο μπάνιο, παρκάρουμε σε μια γωνία. Αφήνω τα μαλλιά μου, που τόσο του αρέσουν, να χαϊδέψουν το πρόσωπό του.
Το μπάνιο, γίνεται μέσα σε λίγα λεπτά κολασμένα ζεστό αφού τον βρίσκω διαθέσιμο και τον κάνω δικό μου. Με ποιο τρόπο; Δεν θα το πω.
(Copyright protected OW ref: 11307)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.