Το e-mail μου είναι το:
Όλα ξεκίνησαν όταν ήμουν σε τρυφερή ηλικία (δε θα πω πόσο). Είμαι γιος μεγάλου επιχειρηματία με πολύ μεγάλο προσωπικό και πολλές επιχειρήσεις. Έτσι από μικρός γυρνούσα μέσα εκεί κυρίως τα καλοκαίρια που ο μπαμπάς με έπαιρνε συχνά μαζί για να μη κοπροσκυλιάζω αλλά και να μπαίνω στο κλίμα, ώστε όταν θα μεγάλωνα να γινόμουν άξιος διάδοχος του.
Εγώ σαν παιδί ήμουν πολύ ζωηρός και γενικά μου άρεσε να λογομαχώ και να κάνω πλάκα με το προσωπικό που ήταν στον τομέα Γ' όπως λεγόταν. Στους άλλους τομείς ήταν πιο κυριλέ πρόσωπα και σνομπ τύποι οπότε δεν μου έδιναν σημασία αλλά δεν τους γούσταρα κιόλας. Στον τομέα Γ' ήταν οι χαμάληδες. Αποθηκάριοι, ελεγκτές, φορτηγατζήδες και τέτοια γενικά άτομα. Μέσα σε αυτούς υπήρχαν ελάχιστοι έλληνες και πάρα πολλοί αλλοδαποί διαφόρων εθνικοτήτων και ούτε καλά-καλά τα ονόματά τους δεν ήξερα.
Κάποιες φορές, πάνω στα πειράγματα και τις μαλακίες που έκανα ενώ οι άλλοι δούλευαν, μου την έλεγαν και γενικά στράβωναν γνωρίζοντας ότι είμαι και το πλουσιόπαιδο ο γιος του μπαμπά. Έτσι λοιπόν ένα καλοκαιρινό πρωινό με κάποια ασήμαντη αφορμή ήρθα σε διένεξη με κάποιον χαμάλη αλλοδαπό με αποτέλεσμα να με βρίσει στη γλώσσα του και εγώ να τον φτύσω. Μόλις το έκανα αυτό ήρθε και με χαστούκισε.
Αυτό ήταν! Όλοι όσοι με ήξεραν καλά -έλληνες εννοείται- του την μπήκαν και έγινε χαμός ειδικά όταν έφτασε στα αφτιά του μπαμπά με αποτέλεσμα να χάσει τη δουλειά του. Όταν έφευγε, εγώ τον κοίταζα όλο ειρωνεία και κοροϊδία αλλά αυτός μου κούναγε εκδικητικά το κεφάλι σαν να μου λέει: «θα τα πούμε…» και μου έδειχνε κωλοδάχτυλο σα να λέμε σε κάποιον: «θα σε γαμήσω».
Πέρασαν οι μέρες και ένα μεσημεράκι που έκοβα βόλτες γύρω από το κτίριο με το ποδήλατο κοντά σε κάτι έρημες αλάνες, σκάει ένα φορτηγάκι παλιό και χωρίς πινακίδες. Κατεβαίνουν δυο γομάρια, αλλοδαποί στη φάτσα, και αφού με αρπάζουν σα σακί με χώνουν πίσω στην καρότσα. Εκεί ήταν άλλος ένας που φόραγε μόνο ένα σορτς. Έκλεισαν την πόρτα και με σπαστά ελληνικά μου λέει ο ένας:
- «Άμα κάτσεις φρόνιμη και καλή πουτανίτσα δεν θα φας ξύλο. Όσο θα αντιστέκεσαι θα σε χτυπάμε κωλόπαιδο. Κατάλαβες;»
Άρχισα να κλαίω και να παρακαλάω να με αφήσουν και ότι δεν έκανα κάτι και τι θέλουν από μένα. Πετάγεται ο ένας και λέει:
- «Έκανες κωλόπαιδο και θα πληρώσεις γι’ αυτό! Θα μας θυμάσαι για όλη σου τη ζωή πούστη!»
Ξαφνικά και οι τρεις μαζί όρμησαν πάνω μου και με απίστευτη βία άρχισαν να τραβούν και να ξεσκίζουν τα ρούχα μου μέχρι που με γύμνωσαν τελείως. Τους εκλιπαρούσα για έλεος αλλά αυτοί μου απάντησαν με μια δυνατή σφαλιάρα και ο ένας από αυτούς ξεφώνισε:
- «Σκάσε σκύλα!! Θες να πεθάνεις; Κάτσε να πάθεις ότι είναι να πάθεις στα γρήγορα και μετά να πας στον μπαμπάκα σου. Αλλιώς θα μαρτυρήσεις χειρότερα με τον δύσκολο τρόπο».
Ξαφνικά αυτός που φόραγε το σορτς το έβγαλε και ο καυλωμένος του πούτσος πετάχτηκε σαν ελατήριο. Βρωμούσε πολύ και σε συνδυασμό με τη ζέστη είχε ιδρώσει κιόλας και όταν με πλησίασε και μου τον έφερε στο ύψος του στόματος, δεν πίστευα ότι είναι αλήθεια αυτό που συνέβαινε. Ο ένας από αυτούς μου κόλλησε ένα μαχαίρι στην πλάτη κοντά για απειλή και ο άλλος μου λέει με παθιασμένη φωνή:
- «Ξεκίνα πουτάνα!»
Μου τον έχωσε απότομα και βίαια όλον μέχρι το λαρύγγι και άρχισε να τον μπαινοβγάζει με βία και ταχύτητα τραβώντας με από τα μαλλιά. Δεν άντεξα και έκανα εμετό. Έτσι αυτοί νευριασμένοι με γρονθοκόπησαν και με έβαλαν να σκύψω να τα φάω! Δεν πρόλαβα να κάνω την κίνηση και ξαφνικά μου κόπηκε η ανάσα. Χωρίς να το καταλάβω είχα έναν τεράστιο πούτσο μέσα στον μικρό και άτριχο κώλο και μάλιστα είχε μπει απότομα βίαια και κυρίως ασάλιωτα.
Σπάραζα στον πόνο και το κλάμα και εκεί που άρχισα να παίρνω ανάσες, να σου και ο άλλος ξανά να μου τον έχει ξαναχώσει στο στόμα και να έχουν αρχίσει ταυτόχρονα να με ξεσκίζουν. Νόμιζα ότι θα πεθάνω. Σε κάποια στιγμή ένιωσα να πέφτουν στην μέση και την πλάτη μου καυτές σταγόνες. Ήταν ο τρίτος της παρέας που τραβούσε μαλακία από πάνω μου και εκείνη την ώρα μόλις με είχε χύσει.
Άλλαξε με τον άλλον που του ρούφαγα την ψωλή και μπήκε αυτός στη θέση του ώστε να γευθώ τα απομεινάρια από τα ψωλοσπέρματά του. Άρχισαν να με γαμάνε διαδοχικά και να με χτυπάνε στα κωλομέρια και να μου ρίχνει χαστούκια στο πρόσωπο αυτός που μου τον έδινε στο στόμα. Στο τέλος αφού με χύσανε όλοι, άλλα στα μούτρα και τα μαλλιά και άλλα με πίεζαν να τα καταπιώ, με πέταξαν με κλωτσιές ολόγυμνο και τα ξεσκισμένα ρούχα δίπλα μου.
Φεύγοντας, με κοίταξαν ικανοποιημένοι με το πήδημα που μου έριξαν και έφυγαν κάνοντας μου νόημα σα να μου έλεγαν: «αν μιλήσεις, θα σε ξαναβρούμε». Ήμουν σοκαρισμένος…. αλλά και ταλαιπωρημένος, κουρασμένος, αηδιασμένος, δαρμένος και το κυριότερο και χειρότερο απ’ όλα… ξεσκισμένος.
Πέρασε ο καιρός χωρίς να μιλήσω πουθενά και έτσι άρχισα να κάνω παρέα με άτομα που ήταν ευαίσθητα και πονεμένα γιατί πίστευα ότι έτσι θα έβρισκα παρηγοριά στον πόνο μου. Έτσι άρχισα να δένομαι περισσότερο με άτομα απαξιωμένα, ή αδερφές που οι άλλοι τους κορόιδευαν και τους έκαναν πέρα. Έτσι δεν άργησε να έρθει η ώρα που το πάθημα μου έγινε χόμπι και ξεκίνησα να έχω και σεξουαλικές σχέσεις με αυτά τα άτομα.
Έτσι, αυτή τη στιγμή είμαι ένας απόλυτα ικανοποιημένος άνθρωπος με τις σεξουαλικές μου προτιμήσεις και τρελαίνομαι να τον παίρνω από όμορφα ενεργητικά αγόρια που έρχομαι σε επαφή, σε σημείο που πολλές στιγμές ευγνωμονώ τους τιμωρούς μου.
(Copyright protected OW ref: 8365 "Erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.