Ο πατέρας της τη μεγάλωσε μέσα στη σπηλιά που κατοικούσε η νύμφη, στο σκληρό και παγωμένο κλίμα του βορρά. Εκεί της δίδαξε την τέχνη του πολέμου. Τη μάχη σώμα με σώμα και τη μάχη από μακριά. Η κόρη του απορροφούσε όλα τα μαθήματα σα σφουγγάρι και ποτέ δεν επαναλάμβανε τα λάθη που έκανε στις ασκήσεις. Στις παγωμένες λίμνες έμαθε να κολυμπάει, στην τούνδρα έμαθε να ιχνηλατεί και να κυνηγάει, στη φωτιά του μικρού σιδηρουργείου έμαθε να υποτάσσει το ατσάλι στη θέληση της και όσο κυλούσαν τα χρόνια, τόσο μεγάλωνε η αντοχή της, η επιδεξιότητά της και η δύναμή της. Ο βάρβαρος όμως δεν παρέλειψε να της διδάξει τη σοφία και την πανουργία. Να της εξηγεί πώς ήταν ο κόσμος έξω από την τούνδρα και τι να περιμένει από αυτόν. Τα ιδανικά του ήταν καλοπροαίρετα, γιατί είχε γνωρίσει την προδοσία από φίλους και τον οίκτο από άτομα που θεωρούσε εχθρούς. Ο κώδικας τιμής του, χαράχτηκε βαθιά στην ψυχή της κοπέλας. Θα πάλευε για το καλό, αλλά δε θα πιανόταν κορόιδο από κανέναν.
Την πνευματική της μόρφωση την ανέλαβε ένας φίλος και συνοδοιπόρος του ήρωα σε κάποιες από τις περιπέτειες του. Ένας καλόκαρδος και ηλικιωμένος πλέον μάγος από τις νότιες πολιτείες. Ο βάρβαρος είχε σώσει τη ζωή του μάγου και τον είχε βοηθήσει στην αποστολή του να καταστρέψει έναν αρχαίο δαίμονα που τυραννούσε και στοίχειωνε την πόλη που διέμενε. Έτσι όταν ο μάγος έλαβε μήνυμα από το φίλο του, ταξίδεψε στο βορρά χωρίς δεύτερη σκέψη. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο είχε διαπιστώσει ότι η ευφυΐα της νεαρής κοπέλας ήταν υψηλή και παρόλο που δεν είχε έφεση στις μαγικές τέχνες, είχε το φυσικό ταλέντο να χρησιμοποιεί οποιαδήποτε μαγική συσκευή που ενεργοποιούνταν μέσω των λέξεων. Από τους απλούς παπύρους με ξόρκια έως και τις πολύπλοκες μαγικές βακτηρίες. Η συγκέντρωση και η πειθαρχία της κοπέλας ήταν απίστευτη. Το γεγονός ότι έμαθε να γράφει και να μιλά τη γλώσσα της μαγείας μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, ήταν συγκλονιστικό. Η διπλή φύση της, θνητή και αθάνατη, εναρμονιζόταν άψογα. Και όσο μεγάλωνε, γινόταν ακόμα πιο όμορφη εξωτερικά αλλά και εσωτερικά. Έτσι τη δίδαξε τις γλώσσες που ήξερε να μιλάει καθώς και γενικές ιστορικές και γεωγραφικές γνώσεις. Ο ηλικιωμένος μάγος ήξερε ότι δε θα ζούσε για πολύ. Και αντί να περάσει τα λιγοστά χρόνια που του είχαν απομείνει κλεισμένος στον πύργο του, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τη ζωτική ενέργεια του για να κάνει ένα μαγικό δώρο στη νεαρή.
Όταν κατάλαβαν οι δύο φίλοι ότι η σωματική ανάπτυξη της κοπέλας είχε σταματήσει, την έστειλαν να αναζητήσει το μέταλλο των άστρων. Ένα πολύ σκληρό μέταλλο που έπεφτε στη γη από τον ουρανό και που αν επεξεργαζόταν κατάλληλα μπορούσε να σφυρηλατηθεί σε όπλα απίστευτης ανθεκτικότητας και ομορφιάς. Η κοπέλα έψαχνε και ζούσε μόνη της στην τούνδρα για τρεις μήνες καταφέρνοντας να συγκεντρώσει μια μεγάλη ποσότητα. Όταν γύρισε στη σπηλιά, έβαλε μπρος το σιδηρουργείο. Ο πατέρας της πρότεινε να φτιάξει δύο σπαθιά, αλλά η νεαρή είχε άλλα σχέδια. Γνωρίζοντας ότι ο δάσκαλος της θα μαγέψει το αποτέλεσμα του έργου της, συγκεντρώθηκε στο να σφυρηλατήσει ένα προστήθιο θώρακα ακριβώς στα μέτρα της. Με τα μάτια του μυαλού της έβλεπε ακριβώς αυτό που ήθελε να κατασκευάσει και ήδη γνώριζε ότι θα της έδινε ένα ακόμα πλεονέκτημα στη μάχη. Επίτηδες θα εξέθετε το σώμα και το μπούστο της στα αντίπαλα βλέμματα, γιατί σε συνδυασμό με την εξωτική της ομορφιά και το καλλίγραμμο σώμα της, θα μπορούσε εύκολα να αποσπάσει την προσοχή τους. Και η κοπέλα γνώριζε ότι το παραμικρό λάθος κοστίζει.
Δούλευε όλη μέρα και όλη νύχτα, αλλά το επόμενο πρωί η πανοπλία της ήταν έτοιμη. Όταν ο πατέρας της έμαθε το λόγο που την έφτιαξε χαμογέλασε. Δεν ήθελε η κόρη του να είναι παράτολμη. Το βραδάκι ο μάγος χρησιμοποίησε τα πιο ισχυρά του ξόρκια για να κάνει ακόμα πιο ανθεκτική την πανοπλία. Όταν τελείωσε ήταν αποκαμωμένος. Φίλησε τη μικρή μαθητευόμενη του, αποχαιρέτησε το φίλο του και έκλεισε τα μάτια χαρούμενος που είχε κάνει καλά πράγματα στη ζωή του. Στο νεκρό πλέον πρόσωπό του δεν υπήρχαν ρυτίδες. Στη γωνία του σιδηρουργείου, η μαγική πανοπλία έστεκε φέροντας το σύμβολο της φυλής του βάρβαρου, το θυρεό του μάγου και τα χρώματα της νύμφης. Ο θώρακας είχε ενισχυθεί με ξόρκια προστασίας ενάντια σε οποιοδήποτε στοιχείο της φύσης. Οποιοδήποτε μη μαγικό όπλο δε θα μπορούσε να το διαπεράσει και ούτε καν να του κάνει την πιο απλή χαραγματιά. Τέλος κανένας δε θα μπορούσε να χτυπήσει ύπουλα σε ζωτικά σημεία ή να κάνει κρίσιμη ζημιά ακόμα κι αν είχε μαγικό όπλο την κοπέλα, για όσο θα φορούσε την πανοπλία.
Την επόμενη η κοπέλα παρέλαβε από τον πατέρα της ένα πουγκί με χρυσά νομίσματα και μια ζώνη που είχε στην αγκράφα της το σύμβολο του κεραυνού. Όταν την προσάρμοσε στη μέση της, η ζώνη μίκρυνε και πήρε το σχήμα του κορμιού της κουμπώνοντας αρμονικά. Ο κεραυνός έλαμψε γαλάζια για λίγο και η νεαρή ένοιωσε ότι η σωματική της δύναμη αυξήθηκε κατά πολύ. Ο βάρβαρος της εξήγησε ότι αυτή η μαγική ζώνη της προσέθετε τη δύναμη ενός γίγαντα της καταιγίδας. Μετά τη φίλησε και της έδωσε τις καλύτερες ευχές του και της ζήτησε να τον θάψει στον ίδιο τάφο με τη μητέρα της. Της εξήγησε ότι η καρδιά του είχε ραγίσει από όταν την έχασε, αλλά είχε ορκιστεί να μεγαλώσει και να εφοδιάσει την κόρη του με όλες του τις γνώσεις. Στη συνέχεια της είπε το όνομα που είχε διαλέξει η μητέρα της γι’ αυτή. «Φελένια»! Με αυτά τα λόγια, ξάπλωσε στο πάτωμα της σπηλιάς και έκλεισε τα μάτια.
Η κοπέλα με δακρυσμένο πρόσωπο ακολούθησε τις τελευταίες επιθυμίες του. Δίπλα στο μνήμα των γονιών της, έφτιαξε άλλο ένα για το μάγο μέντορά της. Της πήρε αρκετές μέρες να κατασκευάσει με πέτρες και ότι άλλο μέταλλο είχε απομείνει ένα κοινό τύμβο και να τον χαράξει με σύμβολα καλής τύχης. Όταν τελείωσε και αυτή τη δουλειά, μάζεψε τις λιγοστές προμήθειες της και σφράγισε την είσοδο της σπηλιάς με μια κατολίσθηση. Ο παγωμένος βορράς δεν τη χωρούσε πια. Τα πολεμικά ένστικτα του βάρβαρου που έκρυβε μέσα της για περιπέτειες, είχαν ξυπνήσει από το λήθαργο της μοναχικής ζωής. Ταξίδεψε νότια ζώντας με ότι η φύση της χάριζε απλόχερα. Της πήρε δύο μήνες να διασχίσει την παγωμένη τούνδρα. Ως εκείνη τη στιγμή δεν είχε δει κανένα σημάδι πολιτισμού, αν και ήξερε ότι μια φυλή νάνων έμενε εκεί κοντά. Πιθανώς λόγω της βαρυχειμωνιάς δε θα έβγαιναν έξω.
Ένα απόγευμα, μερικές μέρες πριν συναντήσει ηπιότερο κλίμα, άκουσε χλιμιντρίσματα αλόγων και κραυγές. Κατεβάζοντας το σύνθετο τόξο από τον ώμο της και περνώντας ένα βέλος στη χορδή κινήθηκε βιαστικά προς την παγωμένη χαράδρα. Τέσσερα γέτι ορμούσαν σε ένα καραβάνι νάνων. Οι νάνοι είχαν σχηματίσει ένα κύκλο γύρω από τα άλογα για να τα προστατέψουν και χρησιμοποιούσαν βαριές βαλλίστρες για να τα απωθήσουν. Η Φελένια τέντωσε το τόξο της εισπνέοντας αργά. Σημάδεψε εκεί που υπολόγιζε ότι θα κινιόταν ένα γέτι και άφησε τη χορδή. Το βέλος καρφώθηκε κατευθείαν στο κρανίο και διαπέρασε το ένα μάτι. Το γέτι έκανε μισό βήμα μπροστά και σωριάστηκε στον πάγο. Ένα άλλο γέτι στράφηκε προς το μέρος της, αλλά η κοπέλα ήδη τέντωνε το τόξο της. Το βέλος της αυτή τη φορά καρφώθηκε στο σκληρό τριχωτό δέρμα της κοιλιάς και δεν έκανε κάποια σοβαρή ζημιά. Τα βέλη των νάνων επίσης δε φαινόταν να ενοχλούν, παρά να εξαγριώνουν τα γέτι.
Το αίμα της κοπέλας άρχισε να βράζει. Τα αρχέγονα βαρβαρικά ένστικτα ανέλαβαν δράση. Το τόξο πήγε ξανά στη θέση του και το μεγάλο σπαθί τραβήχτηκε από τη θήκη και υψώθηκε πάνω από το κεφάλι της. Μια άγρια πολεμική κραυγή έφυγε από τα χείλη της. Με ένα τρομαχτικά μεγάλο άλμα, ενισχυμένο κι από τη μαγική ζώνη, βρέθηκε δίπλα σε ένα γέτι. Το σπαθί κατέβηκε με μια γρήγορη περιστροφική κίνηση. Το κεφάλι του γέτι κύλησε λίγο παραπέρα. Οι νάνοι είχαν σαστίσει. Το ίδιο και τα υπόλοιπα δύο γέτι. Η Φελένια έτρεξε κρατώντας το σπαθί στο πλάι με τα δύο χέρια. Τα γέτι, που έχουν ύψος κοντά στα δυόμιση μέτρα, κοιτούσαν χωρίς να αντιληφθούν τον επικείμενο θάνατο. Μισό λεπτό αργότερα τα σώματά τους έπεφταν κάτω, αποχωρισμένα από τα κεφάλια τους. Οι νάνοι πανηγύρισαν και κοίταξαν με θαυμασμό την κοπέλα.
Αυτή τους πλησίασε με αγέρωχο περπάτημα και τους χαιρέτισε στη γλώσσα τους. Στη συνέχεια την είδαν να σηκώνει μόνη της μια άμαξα που είχε αναποδογυρίσει, χωρίς να δυσκολεύεται καθόλου. Ο αρχηγός του καραβανιού την ευχαρίστησε και της πρότεινε να του ζητήσει κάτι για ανταμοιβή. Η κοπέλα υποκλίθηκε και παρακάλεσε για ένα άλογο. Μάλιστα προσφέρθηκε να πληρώσει βγάζοντας το πουγκί της. Οι νάνοι δεν το δέχθηκαν. Τους είχε σώσει και αποφάσισαν να της χαρίσουν το άλογο. Η Φελένια διάλεξε ένα λευκό πολεμικό άλογο και όταν το πλησίασε του αφαίρεσε τη σέλα και το χαλινάρι. Κατόπιν του είπε κάτι στη γλώσσα των νεράιδων και το άλογο χλιμίντρισε χαρούμενα και έγνεψε καταφατικά. Χωρίς δυσκολία ανέβηκε πάνω στη μέση του αλόγου και χαιρέτισε τους νάνους. Κάμποσες μέρες αργότερα πλησίαζε στην πιο κοντινή πόλη.
Και έτσι για πρώτη φορά τα μάτια ξένων ανθρώπων αντίκρισαν την πάνοπλη πολεμίστρια. Κάποιοι άντρες την ερωτεύτηκαν μονομιάς, αλλά δε θα τολμούσαν ποτέ να εκφράσουν τα αισθήματά τους από φόβο για το οπλοστάσιο που κρεμόταν πάνω στην κοπέλα. Τέσσερα μαχαίρια ήταν δεμένα στις δερμάτινες μπότες της, που έφταναν μέχρι λίγο πιο κάτω από τα γόνατα. Δύο κοντά σπαθιά και δύο μικρά τσεκούρια ήταν περασμένα μέσα σε θήκες στη ζώνη της. Ένα τεράστιο σπαθί στην πλάτη της, ένα ανάλογο τόξο και μια φαρέτρα γεμάτη βέλη. Φορούσε μια φούστα, η οποία έφτανε μέχρι τη μέση των γλουτών της και ένα μπούστο κάτω από το προστήθιο της. Όλα φτιαγμένα από δέρμα ταράνδων. Το βλέμμα της ερευνούσε τα πάντα με επιφύλαξη. Καθώς το άλογο τριπόδιζε με χάρη, δε φαινόταν να ενοχλείται από την έλλειψη σέλας.
Σταμάτησε μπροστά στο πανδοχείο της πόλης που έφερε το όνομα «Άσπρος γάτος». Με μια ρευστή κίνηση κατέβηκε από το άλογο. Ένας πιτσιρίκος υπεύθυνος για το στάβλο του πανδοχείου πλησίασε προς το μέρος του και σταμάτησε. Πρώτα είδε την πολεμίστρια και από τα χείλη του ξέφυγε ένα επιφώνημα θαυμασμού. Μετά προσπάθησε να κάνει τη δουλειά του, αλλά διαπίστωσε ότι το άλογο δεν είχε χαλινάρι. Η Φελένια κοίταξε το παιδί και έγνεψε ήρεμα. Στη συνέχεια πλησίασε προς το αυτί του αλόγου της και του ψιθύρισε κάτι. Το άλογο έγνεψε και χτύπησε τη δεξιά μπροστινή οπλή κάτω στο έδαφος τρεις φορές.
- Ο Λάνκορ θα σε ακολουθήσει στο στάβλο λεβεντάκο μου. Καθάρισε τον και ξύστρισε τον καλά. Και βρες μου ένα σιδερά να φτιάξει το πέταλο του μπροστά δεξιού ποδιού.
- Μπορώ να το κάνω ο ίδιος κυρία μου.
- Ωραία. Όταν τελειώσεις με αυτά, βάλτου καλό παχνί και πότισε τον. Μετά έλα μέσα στο πανδοχείο να σε πληρώσω.
- Αυτά πρέπει να τα κανονίσετε με τον ιδιοκτήτη κυρ…
- Εσύ θα κάνεις τη δουλειά που σου ζήτησα κι εσύ θα πληρωθείς. Δρόμο τώρα.
Η Φελένια είδε το άλογο της να ακολουθεί τον πιτσιρίκο και αυτή άνοιξε την πόρτα του πανδοχείου και μπήκε μέσα. Απότομα αντιλήφθηκε την αλλαγή θερμοκρασίας. Μέσα στο πανδοχείο μια τεράστια φωτιά έκαιγε σε ένα πετρόχτιστο τζάκι και ζέσταινε το χώρο. Οι θαμώνες του μαγαζιού διαμαρτυρήθηκαν, γιατί η πόρτα παρέμενε ανοιχτή. Η κοπέλα ρουθούνισε απαξιωτικά. Μια νεαρή κοκκινομάλλα σερβιτόρα που φορούσε βαριά πλεκτά ρούχα έκλεισε την πόρτα πίσω της και κοίταξε ψηλά το πρόσωπο της πολεμίστριας. Όταν το βλέμμα της Φελένιας στράφηκε πάνω της, κοκκίνισε και κατευθύνθηκε προς τον πάγκο.
Όλα τα άτομα μέσα στο πανδοχείο φορούσαν χειμωνιάτικα ρούχα. Τα μάτια τους είχαν στραφεί στο θαύμα που στεκόταν στην πόρτα. Μια νεαρή ψηλή πολεμίστρια που φαινόταν να αδιαφορεί για το κρύο. Μια απίστευτης ομορφιάς γυναίκα που το πρόσωπό της θύμιζε ξωτικό. Ο πιο ψηλός άντρας μέσα στο ισόγειο, αλλά και ολόκληρης της πόλης σηκώθηκε όρθιος χαζογελώντας. Μέτρησε για μια στιγμή τη γυναίκα και αμέσως ξανακάθισε στη θέση του μουρμουρίζοντας τη λέξη «φρικιό». Η Φελένια τον περνούσε περίπου τρεις πόντους.
- Είναι εδώ ο αετομύτης Λίαμ;
Στην ερώτηση της κοπέλας ένας τετράπαχος μέσης ηλικίας άντρας με τσιγκελωτό μουστάκι και αραιά μαλλιά, σηκώθηκε από μια πολυθρόνα που ήταν δίπλα στον πάγκο. Έγνεψε στην πολεμίστρια κι εκείνη τον πλησίασε, αδιαφορώντας για τα βλέμματα που έπεφταν πάνω της. Τα καλοεκπαιδευμένα ένστικτά της δεν αναγνώριζαν καμία απειλή από το γύρω χώρο. Κοίταξε το πρόσωπο του άντρα και έγνεψε καταφατικά στον εαυτό της. Η μύτη του άντρα έμοιαζε με το ράμφος αετού.
- Με έστειλε ο πατέρας μου, είπε αγέρωχα η Φελένια. Θέλω ένα δωμάτιο για απόψε και ψάχνω για δουλειά.
- Ποιος είναι ο πατέρας σου κυρά; Και από ποια φυλή κατάγεσαι γιατί δε μπορώ να κρίνω. Μοιάζεις για ξωτικό, αλλά είσαι πολύ ψηλή και μπρατσωμένη.
Η Φελένια περίμενε αυτήν την ερώτηση. Ο πατέρας της και ο μέντοράς της, την είχαν δασκαλέψει στο τι να απαντήσει.
- Ο πατέρας μου είναι ο Ρόγκαρ της φυλής της πολικής αρκούδας. Όσο για την καταγωγή μου, είμαι μισό ξωτικό.
- Συγχώρα με, αλλά ξέρω αρκετούς Ρόγκαρ και δε γνωρίζω καλά τις φυλές.
- Ίσως να τον γνωρίζεις με το προσωνύμιο «δαιμονοσφαγέας».
Ο Λίαμ υποκλίθηκε όπως μπορούσε. Ο κόσμος που ήταν στο ισόγειο άρχισε να μιλάει ψιθυριστά. Ο Ρόγκαρ ήταν διάσημος πολεμιστής και πριν χρόνια είχε υπερασπιστεί την πόλη από μια επιδρομή ορκ.
- Και πώς είναι ο πατέρας σου;
- Πέθανε πριν μερικούς μήνες.
- Λυπάμαι κυρά…
- Μη λυπάσαι! Έζησε καλά και πέθανε με χαμόγελο στα χείλη.
- Θα σου δώσω το καλύτερο δωμάτιο. Δε χρειάζεται να με πληρώσεις. Στον πατέρα σου χρωστώ τη ζωή μου.
- Ευχαριστώ. Για το θέμα της δουλειάς;
- Θα στείλω τον παραγιό μου στο δημαρχείο για να σε εγγράψει στους μισθοφόρους. Όλο και κάποια αποστολή θα υπάρχει. Πώς να σε φωνάζω κυρά;
- Φελένια κόρη του Ρόγκαρ.
- Λίλα…
φώναξε ο Λίαμ και η κοκκινομάλλα σερβιτόρα έσπευσε προς το μέρος του. Οδήγησε την κυρία Φελένια στο καλύτερο δωμάτιο του πρώτου ορόφου. Ότι σου ζητήσει να της το δώσεις. Κατόπιν στράφηκε προς τη Φελένια και ρώτησε. Θέλεις να γευματίσεις μαζί μου;
- Ευχαρίστως.
Η Φελένια ακολούθησε τη σερβιτόρα στον πρώτο όροφο και εξέτασε το δωμάτιο της. Η κοκκινομάλλα στεκόταν παραδίπλα με το βλέμμα κατεβασμένο.
- Γιατί κοκκινίζεις; Τρέχει κάτι;
- Όχι αρχόντισσα! Είναι να…
- Πες το! Μη ντρέπεσαι!
- Τα ρούχα σας! Ή μάλλον η έλλειψη αυτών. Δεν κρυώνετε;
- Είμαι γυναίκα του βορρά. Μεγάλωσα σε πιο σκληρό κλίμα. Αυτό που λες κρύο, το λέω δροσιά.
Η σερβιτόρα κοίταξε πάλι τη Φελένια και έγινε ακόμα πιο κόκκινη.
- Τι;
- Είσαι πάρα πολύ όμορφη, ψιθύρισε η κοπέλα. Μετά γούρλωσε τα μάτια και συνέχισε. Ω θεοί το είπα δυνατά!
Αμέσως έτρεξε προς τις σκάλες ενώ η Φελένια την κοιτούσε με απορημένο βλέμμα. Τα ευαίσθητα αυτιά της άκουσαν κάτι σαν κραυγές από το δίπλα δωμάτιο. Βγήκε γρήγορα από το δικό της και κινήθηκε ακριβώς μπροστά από την πόρτα που άκουγε το θόρυβο. Απότομα σταμάτησε για να αφουγκραστεί. Μια γυναικεία φωνή ούρλιαξε. Η Φελένια ετοιμάστηκε να σπρώξει την πόρτα ξεθηκαρώνοντας το σπαθί της. Και αμέσως σταμάτησε. Οι κραυγές της γυναίκας μέσα από το δωμάτιο ήταν πιο έντονες, αλλά σίγουρα δεν ήταν από τρόμο.
- Ναι, ,ναι, έτσι! Πιο γρήγορα! Μη σταματάς! Θα τελειώσω! Ω θεέ μου! Γάμα με πιο γρήγορα ρε ζώο. Είμαι κοντά!
Μαζί με τη γυναικεία φωνή ακουγόταν και αντρικό αγκομαχητό. Η Φελένια αναρωτήθηκε τι μπορεί να έκαναν και γονάτισε για να κοιτάξει από την κλειδαρότρυπα. Είδε δύο γυμνά σώματα. Έναν άντρα πάνω σε μια γυναίκα. Ο άντρας ανεβοκατέβαζε με ταχύτητα το δικό του σώμα πάνω σε αυτό της γυναίκας. Εκείνη είχε τυλίξει τα πόδια της γύρω από τη μέση του και με τα χέρια της τον βοηθούσε να σπρώξει πιο δυνατά. Ήταν και οι δύο ιδρωμένοι και στο πρόσωπο της γυναίκας είδε έκσταση.
- Ναι, ούρλιαξε η γυναίκα και το σώμα της τραντάχτηκε.
Ο άντρας συνέχισε να ανεβοκατεβαίνει πάνω της. Εκείνη συνέχισε να κραυγάζει. Μετά από λίγο του φώναξε να σταματήσει και του είπε να αλλάξουν θέσεις. Καθώς εκείνος έπαιρνε θέση ανάσκελα στο κρεβάτι, η γυναίκα έπιασε το γεννητικό του όργανο και το έπαιξε με τα χέρια της πάνω-κάτω. Στη συνέχεια και προς μεγάλη έκπληξη της Φελένιας, άνοιξε το στόμα της και κατάπιε το μισό.
«Θα τον δαγκώσει και θα του το κόψει», σκέφτηκε η Φελένια, αλλά είδε το κεφάλι της γυναίκας να ανεβοκατεβαίνει, ενώ το στόμα της είχε φυλακισμένο το πέος του άντρα. «Τι στην κόλαση κάνει», αναρωτήθηκε εκ νέου η πολεμίστρια και κοίταξε με προσοχή. Σύντομα ο άντρας άρχισε να μουγκρίζει ασυναρτησίες και καθώς το σώμα του τρανταζόταν, η γυναίκα φαινόταν να το απολαμβάνει. Μετά από λίγο ξάπλωσε δίπλα του και εκείνος την αγκάλιασε, καθώς το μόριο του μίκραινε.
- Δεν είμαι η καλύτερη;
- Είσαι.
Ήταν και οι δύο λαχανιασμένοι και η Φελένια πισωπάτησε αθόρυβα, θηκαρώνοντας το σπαθί της. Με το μυαλό της ανέτρεξε στα μαθήματα που της είχαν κάνει ο πατέρας της και ο δάσκαλος της, για να αντιληφθεί τι είχε μόλις δει. Δε μπόρεσε να συνδυάσει τίποτα στην αρχή, αλλά μετά της ήρθε η απάντηση. «Μάλλον κάνανε την πράξη της αναπαραγωγής», σκέφτηκε. «Είναι λογικό η πράξη να είναι διαφορετική για τα ανθρωποειδή, από αυτό που κάνουν τα ζώα. Και φυσικά το κάνουν κρυφά λόγω του αισθήματος ντροπής. Έτσι μάλλον εξηγείται!»
Οι σκέψεις της διακόπηκαν καθώς άκουσε θόρυβο από τις σκάλες. Στα γρήγορα μπήκε στο δωμάτιο της και προσπάθησε να ακούσει τι έλεγε το ζευγάρι δίπλα, αλλά δεν τα κατάφερε. Η πόρτα του δωματίου της χτύπησε διστακτικά. Την άνοιξε και είδε μπροστά της το νεαρό ιπποκόμο.
- Το άλογό σας είναι έτοιμο και φροντισμένο κυρία.
- Πόσο κάνει;
- Πέντε ασημένια νομίσματα.
Η Φελένια έβγαλε ένα χρυσό νόμισμα, δηλαδή τα διπλάσια χρήματα από αυτά που της ζήτησε ο νεαρός και του το έβαλε στο χέρι.
- Κράτα τα ρέστα και απάντησε μου σε μια ερώτηση.
- Ευχαριστώ κυρία. Τι θέλετε να σας πω;
- Ποιος είναι ο καταλληλότερος για να με διδάξει τις βασικές αρχές της αναπαραγωγής;
Το πιτσιρίκι ξεροκατάπιε από την έκπληξη. Τα αυτιά και τα μάγουλά του πήραν κόκκινη απόχρωση. Η μόνη ερώτηση που δεν περίμενε να ακούσει ήταν αυτή. Το χέρι της Φελένιας βρέθηκε στον ώμο του.
- Λοιπόν;
- Ο αρχικληρικός του ναού θα ξέρει περισσότερα.
- Του ναού ποιου θεού;
- Του Φαέθωρ.
- Πού είναι ο ναός;
- Στο κέντρο της πόλης.
- Ευχαριστώ.
Δέκα λεπτά αργότερα η Φελένια έμπαινε στο ναό του θεού του φωτός και των ανθρώπων. Αφού βρήκε το γέρο κληρικό, του ζήτησε να μιλήσουν κάπου ιδιαίτερα. Κλείστηκαν στο μικρό κελί του και στην αρχή αντάλλαξαν πληροφορίες για το ποιοι είναι και τι σκοπούς υπηρετούν. Η Φελένια δίσταζε να ρωτήσει αυτό που ήθελε να μάθει. Ο ιερέας όμως είχε αντιληφθεί τον καλοπροαίρετο χαρακτήρα της νεαρής πολεμίστριας και γνώριζε τα μεγάλα κατορθώματα του πατέρα της.
- Δεν είσαι απλά μισό ξωτικό νεαρή μου. Μπορεί να είμαι γέρος, αλλά βλέπω πολύ καθαρά. Ο θεός μου χαρίζει σοφία και μπορώ να δω ένα μικρό κομμάτι από το παρελθόν σου. Η γέννησή σου επιτράπηκε από τους θεούς. Αθάνατο αίμα κυλά στις φλέβες σου. Η μητέρα σου ήταν σίγουρα νύμφη. Το πώς ο πατέρας σου κατάφερε να κερδίσει την αγάπη της, δεν το γνωρίζω. Ξέρω όμως ότι οι νύμφες έχουν ιδιαίτερες δυνάμεις και είναι μαγικά πλάσματα της φύσης.
- Ο μέντοράς μου διαπίστωσε ότι δεν έχω ίχνος μαγείας μέσα μου και ούτε θα μπορούσα να σπουδάσω τις απόκρυφες τέχνες.
Ο κληρικός την κοίταξε και έγνεψε συμφωνώντας.
- Αν ίσχυε κάτι τέτοιο θα γινόσουν πολύ δυνατή. Και με τη δύναμη έρχεται ο πειρασμός για τις απαγορευμένες γνώσεις, αλλά και η διαφθορά. Πολλοί καλοπροαίρετοι μελετητές της μαγείας διεφθάρησαν από το κακό. Μπορεί να ξεκίνησαν με τις καλύτερες προθέσεις, όμως η δίψα για δύναμη τους μεθούσε και χάνονταν.
- Ο άνθρωπος πρέπει πάντα να παλεύει για να καλυτερέψει τον εαυτό του. Όποιος ξεπέφτει στο κακό, δεν είναι αρκετά δυνατός χαρακτήρας.
- Ο πατέρας σου σε συμβούλεψε σύμφωνα με τις αρχές του και τις πεποιθήσεις του. Είθε οι διδαχές του να ατσαλώνουν πάντα τη θέλησή σου. Θα πρέπει όμως να συνεχίσω να μιλώ για τις νύμφες και για το αίμα που φέρεις. Τα πιο όμορφα ανθρωποειδή πλάσματα όπως ασφαλώς γνωρίζεις είναι τα ξωτικά. Το εξωτερικό τους κάλος είναι κληρονομικό δώρο από τους θεούς. Οι νύμφες όμως είναι διαφορετικές. Η ομορφιά τους, κληροδοτήθηκε από τη μεγάλη θεά, που το όνομά της δεν επιτρέπεται να λέμε. Εσύ συνδυάζεις το θνητό με το αθάνατο. Γι’ αυτό το λόγο, ακόμα και στα δικά μου γεροντικά μάτια, ξυπνάς το αίσθημα του πόθου.
- Εννοείς τη διαδικασία αναπαραγωγής;
- Μάλλον οι δάσκαλοί σου δε σου τα έμαθαν όλα. Τα ανθρωποειδή δεν κάνουν την πράξη της αναπαραγωγής μόνο για καθεαυτό το λόγο, όπως κάνουν όλα τα ζώα της φύσης.
- Τι εννοείς;
- Η πράξη του ζευγαρώματος μερικές φορές γίνεται για την απόλαυση.
- Απόλαυση; Δε μπορώ να καταλάβω. Και που κολλάει ο πόθος;
- Δε σου άρεσε κάποιος τόσο πολύ που να θες να ζευγαρώσεις μαζί του; Ένας όμορφος άντρας ας πούμε;
- Δεν έχω γνωρίσει και πολλούς. Αλλά δε νομίζω ότι θα ένοιωθα ποτέ έτσι. Το μόνο που ποθώ είναι μάχες. Η νίκη ενάντια στο κακό.
Ο κληρικός κούνησε το κεφάλι του συγκαταβατικά. Καταλάβαινε ότι η κοπέλα μεγάλωσε μόνη της, μακριά από τους πειρασμούς του πολιτισμού. Η ψυχή της ήταν αγνή. Το ένστικτο επιβίωσης μέσα της δεν έφερε τον κώδικα αναπαραγωγής. Ίσως έτσι ήταν καλύτερα. Τα μάτια του γέροντα πήγαν στο μπούστο της. Τα στήθη της ήταν καλοσχηματισμένα και η πανοπλία της τα τόνιζε περισσότερο. «Συγχώρα με Φαέθωρ»! Μουρμούρισε στο θεό του. Και εκείνη τη στιγμή ο θεός τον άκουσε και του έδωσε μια μικρή επιφοίτηση. Αμέσως μετά άρχισε να εξηγεί στη νεαρή πως είχαν τα πράγματα. Οι νύμφες μπορούσαν να τυφλώσουν με την ομορφιά τους οποιονδήποτε θνητό. Αυτή η ομορφιά ήταν ταυτόχρονα προστασία για αυτές. Όσο πιο όμορφες ήταν, τόσο πιο μεγάλη ήταν η μαγική ασπίδα εκτροπής τους, τόσο πιο ανεπτυγμένα ήταν τα ανακλαστικά, η αντοχή και η θέληση τους. Ένα κομμάτι της εγγενής αυτής ικανότητας είχε περάσει και στην Φελένια. Γι’ αυτό η ίδια δε μπορούσε να αντιληφθεί το «ωραίο» σε ένα θνητό πρόσωπο. Γι’ αυτό όλοι όσοι θα την κοιτούσαν, θα την ερωτεύονταν. Αλλά αυτή η ικανότητα μπορούσε να ελεγχθεί. Αλλιώς ο πατέρας της ποτέ δε θα επιβίωνε αντικρίζοντας τη μητέρα της.
Ακούγοντας αυτά τα λόγια, η Φελένια συγκεντρώθηκε στο να βρει το κέντρο που πήγαζε αυτή η ικανότητα. Η εξαιρετική πειθαρχία της και ο διαλογισμός τη βοήθησαν. Σύντομα αντιλήφθηκε την πηγή της ομορφιάς της. Έχοντας χαμηλώσει το ρυθμό αναπνοή της και τους κτύπους της καρδιάς της, προσπάθησε να μάθει πως δούλευε αυτή η δύναμη. Κόντευε να βραδιάσει όταν άνοιξε τα μάτια της. Ο ιερέας καθόταν δίπλα της και χαμογελούσε. Η απόκοσμη ομορφιά της πλέον δε θα ήταν θέμα. Αντίθετα οι άμυνες της είχαν αυξηθεί κατά πολύ.
- Τα κατάφερες, της είπε ο κληρικός και συνέχισε. Σίγουρα θα πεινάς. Έδωσα εντολή στο Λίαμ να σου φυλάξει φαγητό.
- Πρώτα πρέπει να μάθω τα πάντα για το ζευγάρωμα, του είπε η πολεμίστρια.
- Αρκετά για σήμερα. Έλα πάλι αύριο και θα σου βρω έναν καλό δάσκαλο.
Η κοπέλα τον ευχαρίστησε και γύρισε στο πανδοχείο περνώντας πρώτα από το στάβλο. Το άλογό της ήταν ποτισμένο, καθαρισμένο και έβοσκε βρώμη. Όταν μπήκε στο πανδοχείο, τα αντρικά βλέμματα δεν ήταν πλέον τόσο έντονα και λάγνα. Έφαγε με όρεξη και ανέβηκε στο δωμάτιο της γρήγορα. Είχε δει το ζευγάρι του διπλανού δωματίου να τρώει σε ένα γωνιακό τραπέζι και είχε αποφασίσει να τους παρακολουθήσει απόψε. Με το αιχμηρό στιλέτο της έκανε μια τρύπα στον ξύλινο τοίχο, σε σημείο που να βλέπει καθαρά όλο το κρεβάτι. Και μετά κάθισε να περιμένει.
Αρκετά αργότερα το ζευγάρι μπήκε στο δωμάτιο. Είχαν δύο κεριά αναμμένα για να βλέπουν και τους είδε να βγάζουν τα ρούχα τους. Στη συνέχεια άρχισαν να φιλιούνται με πάθος. Πλησίασαν στο μεγάλο κρεβάτι, ενώ τα υπόλοιπα ρούχα έπεφταν στο πάτωμα. Ο άντρας έσβησε τα κεριά. Η Φελένια έβρισε από μέσα της. Πλέον δε μπορούσε να δει τίποτα. Μόνο για μια στιγμή! Τα μάτια της προσαρμόστηκαν στο σκοτάδι και η υπέρυθρη όραση, δώρο από τη μητέρα της, βρήκε εύκολα τα περιγράμματα των σωμάτων τους. Με λίγο καλύτερη συγκέντρωση, μπορούσε πλέον να τους διακρίνει καθαρά.
Είδε τον άντρα να έχει σκύψει ανάμεσα στα πόδια της γυναίκας. Τα χέρια της κρατούσαν και έσπρωχναν το κεφάλι του στα σκέλια της. Η εξαιρετική ακοή της συνέλαβε ήχους που κάνει η γλώσσα όταν γλείφει το μεδούλι από ένα κόκκαλο. Το σώμα της φαινόταν να ανεβάζει θερμοκρασία και έγινε πιο ευδιάκριτο στα μάτια της Φελένιας.
- Βάλε τη γλώσσα σου μέσα στο μουνί μου!
Η Φελένια ξεροκατάπιε και ντράπηκε. Ο άντρας έπιασε τον κώλο της γυναίκας και τον ανασήκωσε, περνώντας τα πόδια της πάνω από τους ώμους του. Πλέον η πολεμίστρια έβλεπε καθαρά τι συνέβαινε. Το σώμα της γυναίκας άρχισε να τραντάζετε και να χορεύει ένα ξέφρενο ρυθμό.
- Χύνω μωρό μου! Χύνω!
Όσο η γυναίκα κραύγαζε και βογκούσε από την ηδονή, ο άντρας έπαιρνε τα υγρά της με ένα δάχτυλο και πασπάτευε τον κώλο της. Η Φελένια διέκρινε ότι το δάχτυλό του είχε μπει στον πάτο της. Απότομα τη γύρισε ανάποδα. Εκείνη τούρλωσε τα καπούλια της και γύρισε να τον κοιτάξει. Τα δάχτυλα στον κώλο της έγιναν δύο. Το πέος του άντρα ήταν σηκωμένο, σκληρό και παλλόταν σα να είχε δική του ζωή.
- Θα σου σκίσω τη σούφρα, της είπε.
- Καιρό έχεις να με γαμήσεις από πίσω, του απάντησε.
Η Φελένια δεν καταλάβαινε. Πώς ήταν δυνατό ο άντρας να είναι έτοιμος να βάλει το μόριο του μέσα στην τρύπα που αποπατούσε η γυναίκα; Σε τι εξυπηρετούσε κάτι τέτοιο; Όσο αναρωτιόταν, έχασε τη διείσδυση.
- Πιο σιγά ρε μαλάκα, πιο ήρεμα. Πονάω!
- Συγγνώμη μωρό μου!
Ο άντρας είχε βάλει το εργαλείο του μέσα στον κώλο της γυναίκας και πλέον κινιόταν αργά, μπρος πίσω. Η Φελένια απόρησε περισσότερο όταν διαπίστωσε ότι η εξωτερική θερμότητα που ανέδιδε η γυναίκα ανέβαινε. Είδε το χέρι της να πηγαίνει ανάμεσα στα σκέλια της και να χαϊδεύει το αιδοίο της. Για αρκετή ώρα ο άντρας πίσω της συνέχιζε τις αργές κινήσεις διείσδυσης. Η γυναικά βογκούσε, αλλά όχι από πόνο. Το χέρι της κινήθηκε πιο γρήγορα πάνω στη σάρκα της και διέταξε με κοφτή φωνή:
- Σκίσε με δυνατά! Η τρύπα μου άνοιξε.
Η πολεμίστρια είδε τον άντρα να πιάνει με τα δύο χέρια τη μέση της και να παίρνει μια βαθιά εισπνοή. Στη συνέχεια άρχισε να κινείται με τρομερή ταχύτητα. Έπειτα από τρεις ανάσες κραύγαζαν και οι δύο. Ο ρυθμός του άντρα γινόταν πιο γρήγορος. Και κάμποσο αργότερα, ξέφυγε από το στόμα του ένας βρυχηθμός. Πλέον προσπαθούσαν να βρουν την αναπνοή τους. Ο άντρας έσκυψε και φίλησε τη γυναίκα στο μάγουλο. Έβγαλε το μόριο του από τον κώλο της και ξάπλωσε δίπλα της. Κουκουλώθηκαν με τις βαριές κουβέρτες και αποκοιμήθηκαν σχεδόν αμέσως.
Η Φελένια τραβήχτηκε από τον τοίχο και με ένα μικρό ύφασμα βούλωσε την τρύπα. Πάλι δεν είχε καταλάβει αυτά που μόλις είχε δει. Κάθισε για πολλή ώρα όρθια μπροστά στο παράθυρο του δωματίου της συλλογιζόμενη. Προσπαθούσε να αντιληφθεί τι κέρδος έχουν οι άνθρωποι με το να εκτονώνουν τα ένστικτα με αυτόν τον τρόπο. Ξαφνικά τα πολεμικά της ένστικτα την ενημέρωσαν για επικείμενο κίνδυνο. Κάποιος νυχοπατούσε έξω από το δωμάτιο της και προσπαθούσε να μην κάνει θόρυβο, αλλά η νεαρή αντιλήφθηκε την ξένη παρουσία. Το σώμα της πήρε χαλαρή στάση για κάποιον απλό παρατηρητή, αλλά οι μυώνες της ήταν έτοιμοι ανά πάς στιγμή να κινηθούν. Η πόρτα του δωματίου της άνοιξε χωρίς θόρυβο. Μια κουκουλοφόρα μορφή, τυλιγμένη από το κεφάλι μέχρι τα νύχια εισήλθε στο μικρό δωμάτιο και η πόρτα έκλεισε πίσω της.
- Πολύ καλά τα καταφέρνεις. Παραλίγο να μη σε αντιληφθώ, είπε η Φελένια με ήρεμο τόνο στη φωνή της.
- Ο σκοπός μου ήταν να μη με νοιώσουν άλλοι. Αν ήθελα, ούτε εσύ δε θα μπορούσες να με αντιληφθείς.
Η φωνή της μορφής ήταν γυναικεία. Θύμιζε στην πολεμίστρια κάτι παλιό, αρχαίο, ιερό και μητρικό ταυτόχρονα. Επίσης θα έβγαζε αλλόκοτα συναισθήματα σε οποιονδήποτε θνητό.
- Αποκαλύψου κυρά! Θέλω να βλέπω με ποιον μιλάω.
- Αναρωτιέμαι αν θα αντέξεις, απάντησε η φιγούρα.
- Τόσο φρικτό είναι το πρόσωπο σου;
- Κατά μια έννοια ναι, απάντησε γελώντας σιγανά.
Το χέρι της κινήθηκε και τράβηξε την κουκούλα του μανδύα προς τα πίσω. Πυκνά μαύρα ίσια μαλλιά έκρυβαν το πρόσωπό της. Αν και δεν υπήρχε το παραμικρό αεράκι μέσα στο δωμάτιο, αυτά κυμάτιζαν με ένα δικό τους απόκοσμο ρυθμό. Ο μεγάλος μανδύας έπεσε στο πάτωμα. Η γυναίκα φορούσε μαύρα σανδάλια και ένα αραχνοΰφαντο πράσινο φόρεμα που τόνιζε τις καμπύλες της και δεν άφηνε τίποτα στη φαντασία. Κάτω από το φόρεμα ήταν εντελώς γυμνή. Επιτέλους τα μαλλιά από μόνα τους χωρίσανε στο πλάι. Κανένας γλύπτης δε θα μπορούσε να αποτυπώσει την τελειότητα της μορφής της. Κανένας βάρδος δε θα μπορούσε να τραγουδήσει ποτέ για την ομορφιά της. Κανένας επιδέξιος χειριστής της γλώσσας δε θα μπορούσε να περιγράψει το θέαμα. Οι θνητοί που θα την κοιτούσαν, θα πέθαιναν από τη συγκίνηση και τη χαρά να αντικρύσουν το πιο όμορφο πλάσμα στον κόσμο. Όμως η Φελένια ανασήκωσε τους ώμους της. Σίγουρα η γυναίκα απέναντί της ήταν όμορφη. Αλλά μέχρι εκείνο το σημείο μπορούσε να αντιληφθεί το πόσο απόκοσμο ήταν το παρουσιαστικό της.
- Το αθάνατο αίμα που κυλά στις φλέβες σου σε βοηθάει να αντέξεις.
- Δε μπορώ να καταλάβω το λόγο. Το πρόσωπο σου δεν είναι φρικτό και φαίνεσαι πολύ καλοφτιαγμένη.
Η γυναίκα χαμογέλασε και περπάτησε τα λίγα βήματα που τη χώριζαν από τη Φελένια.
- Επέτρεψε μου να σου δείξω δύο πράγματα.
Την ακούμπησε με το δείκτη του δεξιού χεριού της στο κέντρο του μετώπου. Και για μια στιγμή η Φελένια είδε τα πάντα. Με δακρυσμένα μάτια γονάτισε μπροστά στη γυναίκα.
- Συγχώρα με! Δεν ήξερα ποια είσαι.
- Έπρεπε να μάθεις κάποια πράγματα που μόνο μια μητέρα θα σου είχε διδάξει. Τώρα πλέον μπορείς να πορευθείς στον κόσμο με όλες τις γνώσεις. Στο χέρι σου είναι να αποφασίσεις για ποια πλευρά πρέπει να πολεμήσεις. Για το καλό ή το κακό. Όλα τα ζωντανά πλάσματα έχουν ελεύθερη βούληση. Είναι δώρο από τους θεούς.
- Μητέρα…
Είπε η Φελένια κοιτώντας το άδειο πλέον δωμάτιο.
Copyright protected OW ref: 98432
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.