Το κουδούνι της εξώθυρας της πολυκατοικίας χτύπησε μια φορά κι εγώ πετάχτηκα να ανοίξω. Κατόπιν άνοιξα την πόρτα του διαμερίσματος και περίμενα. Μέσα στο σπίτι μου ημίφως. Έξω στην πολυκατοικία σκοτάδι. Μια αστραπή έλαμψε για σχεδόν τέσσερα δευτερόλεπτα και την είδα να υλοποιείται στην είσοδο. Μελαχρινή με αιγυπτιακά χαρακτηριστικά. Λίγο πιο πάνω από το 1.70 μέτρα ύψος και ίσα 58 κιλά βάρος. Στήθος μέτριο προς μικρό, αλλά στητό. Καμπύλες στα πόδια, στα χέρια, στο σώμα. Μαλλιά μαύρα ολόισια και μακριά ως τη μέση της και μάτια μελιά, κεχριμπαρένια. Και το πρόσωπο… ω θεοί της Αιγύπτου! Το πρόσωπό της αρμονικά και ομοιόμορφα δεμένο. Γωνιώδες όσο πρέπει, κυκλικό και οβάλ ταυτόχρονα. Αν η βασίλισσα Κλεοπάτρα έμοιαζε σε κάποια θα ήταν αυτή, ούτε καν στην Ελίζαμπεθ Τέηλορ, Μόνικα Μπελούτσι ή όποια άλλη έχει παίξει αυτό το ρόλο.
- Salvete amici mei, με χαιρετάει με τον παραδοσιακό της τρόπο. Χαίρε φίλε μου!
- Beatus tempus conveniremus, απαντώ. Ευτυχισμένη η στιγμή που συναντηθήκαμε.
Κάνω στην άκρη και σχεδόν με ένα υπνωτιστικό τρόπο μπαίνει στο σπίτι μου περπατώντας με αργά βήματα ενώ όλο το σώμα της κινείται στον τόνο μιας μελωδίας αρχαίας που μόνο εκείνη ακούει. Δεν υπάρχει ούτε σταγόνα βροχής πάνω της. Το γκρι δερμάτινο μακρύ παλτό της πέφτει στο πάτωμα και ξεροκαταπίνω. Κάτι σαν τιγρέ μικρό κολλητό σορτσάκι τονίζει τα οπίσθια της και ίσα που τα καλύπτει. Από πάνω μόνο ένα χρυσό σουτιέν που δένει με κορδόνια στο λαιμό της και όχι στην πλάτη της.
Το σώμα της κινείται σα να χορεύει και βγάζει ένα παλιό μπουκάλι ουίσκι, μαζί με δύο ποτήρια. Εγώ σαν ηλίθιος ακόμα μπροστά στην ανοιχτή πόρτα τη χαζεύω. Οι κινήσεις της έχουν τη χάρη αιλουροειδούς. Τελικά καταφέρνω να κλείσω την πόρτα, να μαζέψω το παλτό της να το βάλω στον καλόγερο και να την ακολουθήσω στο δωμάτιο μου που καθόμουν μόνος πριν.
Εκείνη έχει ξαπλώσει στο κρεβάτι μου, σα να ήταν ανάκλιντρο. Μου δίνει ένα ποτήρι κι εγώ κάθομαι στην ειδική πολυθρόνα μπροστά από τον υπολογιστή. Αυτό το ουίσκι είναι το δικό μας. Είναι 50 ετών. Πολύ παλιό. Πολύ καλό. Μόνο μαζί το μοιραζόμαστε. Τσουγκρίσαμε και κοιταζόμαστε.
- Συνέχισε αυτό που έκανες. Έχουμε χρόνο να μιλήσουμε. Θα μείνω μερικές μέρες στην πόλη σου.
Η φωνή της, ο τόνος της, η έκφραση της. Όλοι θα πίστευαν ότι είναι Ελληνίδα αν την άκουγαν. Αλλά εγώ ξέρω ότι δεν είναι και παρ' όλα αυτά χαμογελάω. Ενώ απαντάω σε μηνύματα μου μιλάει για το τι έκανε πρόσφατα. Η προσοχή μου διασπάται. Κλείνω τον υπολογιστή και βλέπω που χαμογελάει.
- Α ναι! Τώρα ακούς καλύτερα. Έτσι δεν είναι;
Γνέφω θετικά ενώ εκείνη συνεχίζει.
- Όπως έλεγα ήμουν στην Ινδία. Λίγο έξω από το Νέο Δελχί, με φιλοξενούσε ένας παλιός φίλος.
Τα μάτια της πλανήθηκαν ανατολικά, σα να κοιτούσε αυτόν το φίλο ή σα να θυμόταν κάτι ευχάριστο ή και τα δύο...
- Ήθελα να κάνω μια βόλτα στην πόλη. Είχα πολύ καιρό να βρεθώ σε εκείνα τα μέρη και ήθελα να δω πόσο άλλαξε. Ώ μην ανησυχείς! Τα αρπαχτικά της πόλης δε θα τολμούσαν. Τα βήματά μου με οδήγησαν σε ένα αρχαίο ναό. Φυσικά τον είχα επισκεφθεί και στο παρελθόν, αλλά ήμουν σίγουρη ότι κανείς δε θα με θυμόταν. Οι πόρτες ήταν ανοιχτές κι ας ήταν ήδη αργά το βράδυ. Δύο Σιχ με κόκκινα τουρμπάνια ήταν στον προθάλαμο, αλλά δε μου έδωσαν σημασία. Καθώς προχώρησα στα ενδότερα είδα έναν Ινδουιστή μοναχό να διαλογίζεται. Κάτι άλλο με τραβούσε παραπέρα. Τελικά οι αισθήσεις μου είχαν πέσει έξω. Αυτό που με καλούσε ήταν πίσω από το ναό. Ένα οίκημα σα μικρή βίλα. Χωρίς φόβο μπήκα μέσα. Η άσχημη διακόσμηση δε με επηρέασε. Δε θέλω να σου πω για μινιμαλισμό ή άλλους ορισμούς που δεν καταλαβαίνεις. Προχώρησα προς τη μεριά της μικρής πισίνας. Μια όμορφή Ινδή κολυμπούσε και κάθισα να θαυμάσω το θέαμα σε μια από τις ξαπλώστρες. Όταν δέκα λεπτά βγήκε από την πισίνα και με είδε της χαμογέλασα. Η έκπληξη που σχηματίστηκε στο πρόσωπό της, να δει δηλαδή μια ξένη μέσα στο σπίτι της, ήταν ηδονιστική για εμένα. Σηκώθηκα και πήγα προς το μέρος της κρατώντας μια πετσέτα. Η νεαρή κάτι ψέλλισε. Ρωτούσε ποια είμαι και πώς μπήκα. Την αγνόησα επιδεικτικά και άρχισα να τις σκουπίζω το σώμα. Τα μάτια της με κοιτούσαν με απορία. Όταν την αντίκρισα πιο διεισδυτικά, έλιωσε. Χωρίς να το καταλάβει το ολόσωμο μαγιό της κατέβηκε στα πόδια της. Τα χείλη μου κόλλησαν στο λαιμό της και κατέβηκαν αργά προς το στητό στήθος. Τα δάχτυλα μου επιδέξια χάιδεψαν τη μέση της και γρήγορα εισχώρησαν στις δύο τρυπούλες της. Δύο μπροστά και ένα πίσω. Δε μπορούσε να αντισταθεί. Τα χείλη μου δάγκωσαν εκστατικά τις θηλές της και η μικρή άρχισε να χύνει στα δάχτυλα μου. Μερικά λεπτά αργότερα την είχα βάλει στην ξαπλώστρα και με τη γλώσσα μου εξερευνούσα τις πηγές του οργασμού της. Έσταζε μέλι. Έχυνε δυνατά. Κι εγώ χαμογελούσα για το πόσο καλή είμαι στο να κάνω οποιονδήποτε να τελειώνει τόσο απολαυστικά. Τέλος τη φίλησα στο στόμα δίνοντας της πίσω όλη τη γεύση της και έφυγα. Σίγουρα ακόμα αναρωτιέται αν ήμουν όνειρο.
Η φίλη μου με κοιτούσε στα μάτια και περίμενε.
- Veritas, απάντησα (αλήθεια).
- Απορώ πως καταφέρνεις και το αναγνωρίζεις, είπε σηκώνοντας τους ώμους της και με μια ταυτόχρονη κίνηση το ποτήρι της προς τα χείλη της σε τέλεια αρμονία. Πολλοί λίγοι είναι αυτοί που μπορούν.
- Ίσως επειδή γνωριζόμαστε χρόνια.
- Ναι! Σίγουρα… μου απάντησε με ένα μυστηριώδες χαμόγελο που ήξερα. Εσύ;
- Εγώ τίποτα τον τελευταίο καιρό. Αλλά πιστεύω ότι θα αλλάξει σύντομα.
- Ω ναι meus dilectus. Θα αλλάξει σύντομα. Μια ακόμα φίλη σου θα σε επισκεφθεί αύριο. Ακόμα δεν την έχω γνωρίσει, αλλά πιστεύω πως ήρθε η ώρα. Και τώρα σε παρακαλώ άσε με να τελειώσω.
Καθώς έβγαινα από το δωμάτιο μου για να πάω να καπνίσω, άκουσα τους αναστεναγμούς καύλας από το στόμα της. Ξαναζούσε τη σκηνή που διηγήθηκε. Ήταν πολύ καλή στο να ξαναθυμάται τα πάντα...
Copyright protected OW ref: 179447
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.