Παρατηρήσεις αποστολέα: Οι μαγκιές του ζευγαριού στον εργάτη έφεραν δυσάρεστα αποτελέσματα. Ή μήπως όχι τόσο δυσάρεστα;
Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα της άνοιξης. Συγκεκριμένα Σάββατο. Στο σπίτι του κυρίου Αλέξη έκαναν εργασίες έξω στον κήπο. Ο κύριος Αλέξης, η σύζυγός του Μάρθα και ένας Αλβανός εργάτης. Ο Αλέξης και η Μάρθα ήταν ένα μεσήλικο ζευγάρι 54 και 51 χρονών αντίστοιχα, καθηγητές πανεπιστημίου αρκετά ψηλοί, ξανθοί και οι δύο με γαλανά μάτια, βέβαια η κυρία Μάρθα ήταν χάρμα οφθαλμών με το άσπρο και απαλό δέρμα της το σφιχτό παρά τα χρόνια της κορμί της και μια ψυχρή ομορφιά με δυο σαρκώδη χείλη (πολλοί φοιτητές ονειρευόντουσαν ότι την πιπώνουν και την ξεσκίζουν στο κρεβάτι). Είχαν όμως και ελαττώματα όπως ότι ήταν πολύ μα πάρα πολύ υπερόπτες, είρωνες και τσιγκούνηδες. Δεν αξιωθήκαν ποτέ να κάνουν παιδιά.
Ο Αλβανός εργάτης, από το πρωί, είχε ακούσει τις άπειρες προσβολές και ειρωνικά σχόλια για την δουλειά του και την καταγωγή του. Τα υπέμενε καρτερικά γιατί είχε ανάγκη τα χρήματα, αλλά και γιατί έβλεπε την κυρία Μάρθα όταν έσκυβε να τεντώνει η στενή φόρμα που φορούσε πάνω στο κωλαράκι της και μετά όταν σηκωνόταν να μπαίνει και μέσα στο μουνί της με αποτέλεσμα να διακρίνονται τα μουνόχειλά της φαντασιωνόταν κι αυτός ότι την ξέσκιζε. Η κυρία Μάρθα λες και το έκανε επίτηδες, έσκυβε σχεδόν πάντα μπροστά του τουρλώνοντας τον κώλο της αφήνοντας να διαφανεί το λεπτό περίγραμμα της κιλότας που φορούσε.
Ήταν απόγευμα και πήγε να ρωτήσει τι άλλο έμεινε να κάνει γιατί είχαν περάσει πάνω από 9 ώρες που δούλευε και ούτε είχε φάει ούτε είχε κάτσει.
- Αφεντικό τελείωσα το σκάψιμο που μου είπες μπορώ να φύγω τώρα;
- Και βέβαια όχι, να πετάξεις πρώτα τα κλαδιά που έκοψε η κυρία από τα λουλούδια.
Ο Αρτάν όπως ονομαζόταν ο Αλβανός, πήρε έναν κάδο και άρχισε να πετάει τα κλαδιά που ήταν αρκετά. Κόντευε 6 η ώρα όταν τελείωσε και πήγε στο μπροστινό μέρος του διώροφου σπιτιού να βρει το αφεντικό. Τους βρήκε να κάθονται στην μπροστινή βεράντα και να πίνουν τον καφέ τους. Τα πήρε άσχημα γιατί όλη την μέρα δεν τον ρώτησαν ούτε μια φορά αν θέλει καφέ νερό χυμό η κάτι τέλος πάντων.
- Αφεντικό τελείωσα μπορώ να φύγω;
- Πάρε 10 Ευρώ για την δουλεία σου και να ξέρεις πως δεν μου άρεσε καθόλου το σκάψιμο που έκανες γιατί έπρεπε να πατάς πιο βαθιά το φτυάρι και όχι να μας κοροϊδεύεις ότι έσκαβες.
Λέγοντας αυτά τα λόγια έβγαλε έναν πάκο χαρτονομίσματα και από το κέντρο τράβηξε ένα δεκάευρο και το πέταξε κάτω.
- Αφεντικό δουλεύω πάνω από 10 ώρες και μου δίνεις μόνον τόσα, δώσε μου άλλα δέκα σε παρακαλώ.
- Φύγε ρε γύφτο Αλβανέ που ζητάς και παραπάνω, απάντησε η κυρία Μάρθα.
Ο Αρτάν είχε κοκκινίσει απ το θυμό του αλλά δεν τον έπαιρνε να κάνει τίποτε αν και ήταν πολύ πιο νέος γιατί ο κύριος Αλέξης ήταν πιο ψηλός και δυνατός από αυτόν που ήταν και κουρασμένος απ την δουλειά όλη την μέρα.
- Δεν τελειώσαμε εμείς τους είπε κατάμουτρα και έφτυσε στο χώμα.
- Πάρε το μπουφάν σου από την αποθήκη και τράβα στον αγύριστο κοπρόσκυλο που θα με απειλήσεις…
είπε ο κύριος Αλέξης. Βράζοντας από θυμό πήγε στην αποθήκη να πάρει το μπουφάν του. Βγαίνοντας είδε το κλειδί πίσω από την πόρτα και χωρίς να το σκεφτεί το πήρε. Πήγε στο σπίτι που έμενε με άλλους τρεις ομοεθνείς του και τους διηγήθηκε την περιπέτεια του. Ο Αρτάν και οι υπόλοιποι δεν είχαν πολύ καιρό στην επαρχιακή πόλη και δεν ήξεραν και πολλούς, αλλά ούτε και πολλοί τους ήξεραν γιατί αναγκάζονταν να αλλάζουν συχνά μέρη λόγω των κλοπών που διέπρατταν.
- Είχε ένα πάκο λεφτά, μόνο αυτά να πάρουμε μας φτάνουν για πολλές μέρες…
τους είπε.
- Και πώς θα μπούμε μέσα στο σπίτι;
είπε ο Μπλερίμ.
- Φεύγοντας πήρα το κλειδί από την αποθήκη που είναι και γκαράζ και επικοινωνεί με το μέσα σπίτι.
- Αν έχουν συναγερμό πώς θα μπούμε; ρώτησε κάποιος άλλος.
- Άρα πρέπει να είναι σπίτι για να μην ενεργοποιήσουν τον συναγερμό.
- Ναι αλλά θα μας δουν όταν πλησιάζουμε, είπε πάλι κάποιος.
Αφού είπαν διάφορά σενάρια κατέληξαν ότι η καλύτερη στιγμή είναι όταν γυρίσουν από έξω και βάλουν το αμάξι στο γκαράζ και πριν μπούνε στο κυρίως σπίτι από όπου μπορούν να τους αντιληφθούν. Την άλλη μέρα νωρίς το πρωί ένας από όλους πήγε στο δασάκι απέναντι από το σπίτι των καθηγητών και παρακολουθούσε το σπίτι. Δέκα και κάτι η πόρτα του γκαράζ άνοιξε το αυτοκίνητο βγήκε και έφυγε προς την πόλη. Πήρε τηλέφωνο στους υπόλοιπους και όλοι μαζεύτηκαν στο δασάκι κοντά στο σπίτι.
- Με το που θα έρθουν και κλείσουν την πόρτα από το γκαράζ, πρέπει να μπούμε κατευθείαν από την πλαϊνή που έχω το κλειδί είπε ο Αρτάν.
Μετά τη μία το αυτοκίνητο φάνηκε να πλησιάζει το σπίτι. Οι 4 Αλβανοί ετοιμάστηκαν για να μπουν στο σπίτι. Με το που η πόρτα από το γκαράζ άρχισε να κλείνει με γρήγορα βήματα πλησίασαν και άνοιξαν με το κλειδί που είχαν την πλαϊνή πόρτα. Κανένας συναγερμός δεν ενεργοποιήθηκε. Έβγαλαν τα μαχαίρια που είχαν και πλησίασαν την εσωτερική πόρτα. Την άνοιξαν σιγά-σιγά και μπήκαν στο κυρίως σπίτι και συγκεκριμένα στο καθιστικό. Άκουσαν φωνές από την κουζίνα όπου η κυρία Μάρθα είχε πάει να πιει νερό μιας και είχε σκάσει στη δίψα όπως έλεγε από την βαρετή διάλεξη που παρακολούθησαν. Όταν είδε μπροστά της τους 4 Αλβανούς πάγωσε με το ποτήρι στα χέρια της και ούρλιαξε. Ο κύριος Αλέξης γύρισε και όταν τους είδε με τα μεγάλα μαχαίρια στα χέρια πάγωσε και αυτός με την σειρά του και σήκωσε τα χέρια ψηλά. Ο Αρτάν πλησίασε την Μάρθα και ακούμπησε το μαχαίρι του στο λαιμό της.
- Σκάσε σκρόφα γιατί θα σε σφάξω.
Η Μάρθα το βούλωσε αμέσως.
- Άντε ντε, βρίστε με τώρα πείτε με σκατοαλβανέ γύφτο. Γιατί δεν με ειρωνεύεστε τώρα;
Απευθύνθηκε και στους δυο που κοιτούσαν φοβισμένοι του 4 Αλβανούς. Βρισκόταν σε μια κατάσταση που δεν μπορούσαν να την φανταστούν ποτέ. Καθόταν παγωμένοι μπροστά σε τέσσερις ξένους ανήμποροι να αντιδράσουν και έχοντας χάσει κάθε υπεροψία και ειρωνεία που τους διακατείχε.
- Τι ακριβώς θέλετε;
ρώτησε ο κύριος Αλέξης όταν κατόρθωσε να βρει την μιλιά του.
- Λεφτά και φαγητό απάντησε ο Αρτάν.
Θα σας δώσουμε ότι ζητάτε μόνο μην μας πειράξετε είπε αυτός. Που είναι εκείνο το πακέτο χρημάτων που είχε χθες ρώτησε ο Αρταν.
- Πάνω στο κομοδίνο στην κρεβατοκάμαρα, απάντησε.
- Πήγαινε ψάξε είπε στον Μπεσμίρ.
Σε λίγο ο Αλβανός κατέβηκε με ένα πάκο χρημάτων στα χέρια. Ο Αρτάν χωρίς να βιάζεται τα μέτρησε και τα χώρισε σε 4 ίδια μερίδια.
- Δεν μπορεί κάπου θα έχεις και άλλα χρήματα κρυμμένα στο σπίτι…
είπε στον κύριο Αλέξη.
- Δεν έχω ούτε ένα ευρώ, τα έχουμε στην τράπεζα.
- Τότε θα πάρουμε τα κοσμήματα της κυρίας είπε ο Λιρί. Μπλερίμ πήγαινε στο γκαράζ και βρες κάτι να δέσουμε τον άντρα.
Ο Μπλερίμ πήγε και έφερε μια φαρδιά ταινία και σε λίγο ο κύριος Αλέξης ήταν δεμένος στην καρέκλα της κουζίνας.
- Τώρα κάνε μας κάτι να φάμε…
είπε ο Αρτάν στην κυρία Μάρθα.
- Δεν ξέρω εκτός από τηγανητά αυγά να κάνω τίποτε άλλο…
ψέλλισε αυτή.
- Γυναίκα που δεν ξέρει να μαγειρεύει στην πατρίδα μου είναι άχρηστη, αλλά είναι χρήσιμη για γαμήσι…
είπε αυτός και όλοι γέλασαν. Η κυρία Μάρθα φοβερά προσβεβλημένη απάντησε.
- Δε σου επιτρέπω να μου μιλάς έτσι.
- Το ποιος επιτρέπει και τι στον άλλο, θα το δούμε παρακάτω. Τηγάνισε μας αυγά τώρα να φάμε.
Η κυρία Μάρθα, όπως ήταν ντυμένη και βαμμένη για την διάλεξη με ένα κατακόκκινο ριχτό φόρεμα με ντεκολτέ και τιράντα στους ώμους λίγο πάνω από το γόνατο και τις ασορτί μπότες, ξεκίνησε να ετοιμάζει τους Αλβανούς να φάνε. Όση ώρα τηγάνιζε, τα μάτια του Λιρί ήταν καρφωμένα στον κώλο της που ήταν μικρός και τουρλωτός παρά τα 51 χρόνια της. Ο Μπεσμίρ το κατάλαβε και σχολίασε στην γλώσσα τους.
- Θες βλέπω να γαμήσεις αυτόν τον κώλο. Κι εγώ το θέλω, μόνο κάνε υπομονή να μας ετοιμάσει να φάμε πρώτα και ύστερα διασκεδάζουμε μιας και μετά θα εξαφανιστούμε.
Όλοι χαμογέλασαν γιατί όλοι σκεφτόταν αυτό το πράγμα. Μόλις η κυρία Μάρθα τους ετοίμασε τα αυγά και φάγανε, ο Λιρί και ο Μπεσμίρ της είπαν να πλησιάσει στο τραπέζι. Η κυρία Μάρθα πλησίασε ανάμεσα στους δυο Αλβανούς και σταμάτησε, Τότε ο Λιρί άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε τον κώλο της που σχεδόν χωρούσε στην παλάμη του. Η κυρία Μάρθα τραβήχτηκε απότομα πίσω και το χέρι της ενστικτωδώς σηκώθηκε να χτυπήσει τον Λίρί όμως ο Αρτάν είχε ήδη σηκωθεί και πήγε από πίσω της και της έπιασε το χέρι στον αέρα.
- Ήσυχα κυρία μου για το καλό σου…
της είπε και έβαλε το μεγάλο του μαχαίρι στο λαιμό της.
- Πήγαινε πάλι ανάμεσα στους δύο φίλους μου.
Η κυρία Μάρθα τρέμοντας έκανε ένα βήμα μπροστά. Ο κύριος Αλέξης άρχισε να βρίζει και να φωνάζει. Ο Μπλερίμ σηκώθηκε και του έφραξε και το στόμα με την φαρδιά ταινία. Η κυρία Μάρθα ήταν όρθια και έτρεμε ανάμεσα στους δυο καθισμένους Αλβανούς. Ο Λιρί άρχισε πάλι να χαϊδεύει το τουρλωτό κωλαράκι της και ο Μπεσμίρ χάιδευε το γόνατό της πάνω από το άσπρο καλσόν. Σιγά-σιγά το χέρι του άρχισε να ανεβαίνει προς τα πάνω και χάιδευε τώρα το μπούτι της έχοντας σηκώσει το φόρεμα της ψηλά αφήνοντας να φαίνονται δυο υπέροχα και ατέλειωτα πόδια. Μόλις η παλάμη του έφτασε ψηλά στο μουνί της το χούφτωσε βιαία και έτριβε τα μουνόχειλα που είχαν ξεχωρίσει πάνω από το καλσόν και την κόκκινη λεπτή μεταξένια κιλότα ενώ η κυρία Μάρθα άρχισε να κλαίει.
Ο Λιρί ζουλούσε και τσιμπούσε τα κωλομάγουλα πάνω από το καλσόν. Ο Αρτάν που ήταν από πίσω της είπε να σκάσει και την πλησίασε πιο πολύ. Κάνεις τους δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλός ούτε καν φυσιολογικό ύψος δεν είχαν, ενώ απεναντίας η κυρία Μάρθα ήταν γύρω στο 1,74 και με τις μπότες πολύ παραπάνω, με σώμα λαμπάδα, μιας και πρόσεχε την σιλουέτα της και δεν είχε αποκτήσει ποτέ παιδιά. Όπως ήταν από πίσω την έφτανε μέχρι τον ώμο αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να μυρίζει τα μαλλιά της, το άρωμα της και να αρχίσει τη γλείφει στον άσπρο λαιμό της χουφτώνοντας παράλληλα τα μικρά της στήθη και τρίβοντας τις ορθωμένες ρώγες της. Κάποια στιγμή κατέβασε τις ράντες από το φόρεμα μέχρι κάτω από το στήθος αφήνοντας να φανεί το κόκκινο της σουτιέν και το λευκό και γυαλιστερό της δέρμα. Έβαλε τα βρωμόχερα του μέσα από το κόκκινο σουτιέν και έβγαλε έξω δυο μέτρια στήθη με δυο πολύ μικρές ροζ ρωγίτσες τις οποίες άρχισε να τις τρίβει και να ζουλάει.
Η κυρία Μάρθα, είχε ένα χέρι να της χαϊδεύει βιαία το μουνί της ,ένα να ζουλάει τον κώλο της και δυο χέρια να χαϊδεύουν τις ρώγες της.
- Πάμε κάπου να μπορώ κι εγώ να χουφτώνω…
είπε ο Μπλερίμ που μόνο έβλεπε.
- Πάμε επάνω είπε ο Μπεσμίρ, έχει ένα τεράστιο κρεβάτι.
Με την κυρία Μάρθα ανάμεσα τους ξεκίνησαν να φύγουν απ την κουζίνα. Εκείνη έριξε ένα βλέμμα απελπισίας στον κύριο Αλέξη που μούγκριζε δεμένος. Ανέβηκαν πάνω στην κρεβατοκάμαρα και με μια κίνησε έβγαλαν το πανάκριβο φόρεμα και το πέταξαν κάτω, αφήνοντας την με το σουτιέν κάτω από τα βυζάκια της που ήταν ακάλυπτα, με ορθωμένες τις μικρές της ρώγες, και δυο υπέροχα πόδια με ένα άσπρο καλσόν και κόκκινες μπότες σε κοινή θέα. Επιφωνήματα θαυμασμού για τα πόδια της και τον κώλο της βγήκαν από 4 στόματα.
- Μαλάκες τέτοιο μουνί δεν έχουμε γαμήσει…
είπε ο Αρτάν. Όπως την είχαν ανάμεσα τους τη χάιδευαν όπου μπορούσε και προλάβαινε ο καθένας. Τα χάδια τους όμως ήταν βιαία, ανθρώπων που έχουν να γαμήσουν καιρό και είναι τρελά καυλωμένοι. Ένας είχε χουφτώσει για μια ακόμη φορά το μουνί της πάνω από το καλσόν και το ζουλούσε και το χάιδευε βιαία. Άλλος ζουλούσε τα κωλωμέρια της και άλλος τσιμπούσε τις ρώγες της. Κάποια στιγμή αφού χόρτασαν χούφτωμα την έβαλαν να γονατίσει στην άκρη του κρεβατιού να σκύψει και να τουρλώσει το κωλάρακι της προς τα πάνω, Μετά ο Μπλερίμ κατέβασε το καλσόν και την κυλόττα μέχρι τα γόνατα αφήνοντας εκτεθειμένο τον υπέροχο κώλο της. Χάιδεψε τα κάτασπρα κωλομάγουλα της που το καθένα χωρούσε μέσα στην παλάμη του χεριού του και άρχισε να τα ζουλάει και να τα ανοιγοκλείνει αφήνοντας να φανούν σε τέσσερα ζευγάρια μάτια δυο υπέροχες τρυπούλες μια λίγο δουλεμένη μέσα σε δύο όμορφα ορθάνοικτα χείλη και μια ανέγγιχτη.
Η κυρία Μάρθα έκλαιγε με λυγμούς για αυτήν την προσβλητική στάση που βρισκόταν μπροστά σε 4 ξένους. Βέβαια δεν ξαναβρέθηκε ποτέ σ αυτήν την στάση μιας και η ερωτική τους ζωή δεν ήταν και στο φόρτε της από τότε που ανακάλυψαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν παιδιά και κάνανε έρωτα πάντα στην κλασική στάση χωρίς πολλές απαιτήσεις ο ένας απ’ τον άλλο μια φορά τον μήνα. Ο Μπλερίμ ξεκούμπωσε το φερμουάρ του παντελονιού του και πλησίασε τη ορθωμένη πούτσα του στην μπροστινή της τρυπούλα. Έτριψε δυο τρεις φορές το χοντρό πουτσοκέφαλο στα χείλη της που είχαν ανοίξει και φαινόταν καθαρά η μικρή ροζ τρυπούλα και με μια κίνηση το έχωσε μέσα. Μια κραυγή πόνου βγήκε απ τα χείλη της κυρίας Μάρθας καθώς ένοιωσε να την ξεσκίζει η πούτσα που μπήκε μέσα της, Ο Αρτάν έβγαλε το παντελόνι του και πήγε μπροστά της.
- Άνοιξε το στόμα σου και άρχισε να με γλείφεις, της είπε.
Μερικές φορές στην αρχή του γάμου της είχε πάρει πίπα στον σύζυγό της αλλά δεν της είχε αρέσει και έτσι δεν ήξερε και πολλά πράγματα. Άνοιξε τα σαρκώδη βαμμένα κόκκινα χείλη της, ο Αρτάν έσπρωξε μέχρι τον λάρυγγα την βρώμικη πούτσα του και άρχισε να τη βάζει και να τη βγάζει με μανία, πιάνοντάς την από τα ξανθά της μαλλιά και κοιτώντας τα υπέροχα γαλάζια της μάτια. Ο Μπλερίμ έχυσε σε ένα λεπτό μέσα της και σειρά πήρε ο Λιρί που και αυτός δεν άργησε πολύ και τελείωσε μέσα της. Ο Αρτάν όπως κρατούσε το κεφάλι της και γαμούσε το στόμα της έχυσε βαθιά μέσα στον οισοφάγο κάνοντας την να τα καταπιεί θέλοντας και μη. Και ο Μπεσμίρ τη γάμησε από το στόμα και έχυσε και αυτός με την σειρά του μέσα της.
- Αυτά ήταν τα χοντρά, της είπε. Σε λίγο θα σε γαμήσουμε να το νοιώσεις.
Οι όποιες ελπίδες είχαν γεννηθεί στην κυρία Μάρθα σχετικά με το ότι τελείωσαν, εξατμίστηκαν. Εξακολουθούσε να είναι γονατισμένη με το καλσόν και την κιλότα κατεβασμένα μέχρι τα γόνατα και τον κώλο της εκτεθειμένο.
- Σήκω επάνω!
Πρόσταξε ο Αρτάν. Σηκώθηκε όρθια μπροστά τους γυμνή και πιο ψηλή απ όλους τους σχεδόν μισό κεφάλι. Τους κοίταξε με φοβισμένο βλέμμα.
- Βγάλε το καλσόν σου και τις μπότες, είπε ο Μπεσμίρ.
Τα έβγαλε και έμεινε όπως τη γέννησε η μάννα της περικυκλωμένη από τέσσερις αγριάνθρωπους βρώμικους και διψασμένους για άγριο σεξ που την επεξεργαζόταν σαν ένα αντικείμενο ανεκτίμητης αξίας. Ξανά χέρια άρχισαν να την χαϊδεύουν αχόρταγα στην επίπεδη κοιλιά της στα μικρά στήθη της που είχαν πρηστεί από το τράβηγμα και το ζούληγμα και να μαλάζουν τα κωλομάγουλά της . Το make-up είχε φύγει από τα μάτια της και το κραγιόν είχε πασαλειφθεί στο πρόσωπο της και τα χύσια των δυο που τελείωσαν μέσα της έτρεχαν στα μπούτια της. Η όποια περηφάνια και αλαζονεία που την διακατείχαν πήγαν περίπατο.
- Πάμε να κάνουμε μπάνιο όλοι μας,
πρότεινε ο Μπλερίμ. Έχει ένα τεράστιο μπάνιο που χωράμε όλοι μαζί. Όντως πλησίασαν μια τεράστια ντουζιέρα που χωρούσε ολόκληρη ομάδα ποδοσφαίρου και ξεπλύθηκαν όλοι τρίβοντας όμως περισσότερο την κυρία Μάρθα που την είχαν ανάμεσα τους και καθόταν απαθέστατη ανάμεσα σε 4 γυμνά αντρικά κορμιά με τις ψωλές τους σηκωμένες και οκτώ χέρια να την χαϊδεύουν και να την πασπατεύουν. Κάποια στιγμή αισθάνθηκε τα κωλομάγουλά της να ανοίγουν και το χοντρό κεφάλι μιας ψωλής να ακουμπάει στην κωλοτρυπίδα της. Ήταν μια πρωτόγνωρη αίσθηση γι αυτήν να αισθάνεται ένα πουτσοκέφαλο ανάμεσα στα κωλομάγουλά της , προσπάθησε να τραβηχτεί όμως ανάμεσα σε τέσσερα κορμιά δεν είχε και πολλά περιθώρια. Γύρισε και είδε τον Λιρί να προσπαθεί να της τον χώσει άλλα χωρίς αποτέλεσμα.
- Δεν μπορώ ρε μαλάκες να τη γαμήσω έτσι. Άντε να τελειώνουμε κάποια στιγμή…
είπε στους άλλους ο Λιρί.
Αφού σκουπίστηκαν πλησίασαν πάλι το κρεβάτι. Την έσπρωξαν πάνω και έπεσε ανάσκελα. Αφού θαύμασαν το τέλειο κορμί της, ο Αρτάν πλησίασε την πούτσα του στο στόμα της και της είπε.
- Ρούφα τον.
Αδέξια άνοιξε το στόμα και άρχισε να γλείφει την ψωλή του που δεν ήταν αρκετά μεγάλη αλλά ήταν χοντρή με μεγάλο πουτσοκέφαλο όπως όλων άλλωστε. Όλοι θαύμαζαν το ξανθό μουνί της με τις λίγες τριχούλες και τα βελούδινα και απαλά χείλη. Της άνοιξαν τα πόδια και φάνηκε η τρύπα της που ήταν κατακόκκινη από την προηγούμενη διείσδυση. Ο Μπλερίμ ένωσε δυο δάχτυλα και άρχισε να την γαμάει με αυτά. Ο Μπεσμίρ είχε βάλει μια ρωγίτσα της στο στόμα του και την πιπίλαγε με πάθος. Ο Λιρί πήγε στο μπάνιο και έψαχνε τα ράφια για να βρει κάτι λιπαντικό για τον κώλο. Τελικά στάθηκε τυχερός γιατί βρήκε βαζελίνη που την χρησιμοποιούσε που και που η κυρία Μάρθα για ερεθισμούς στο δέρμα. Γύρισε στο κρεβάτι και έδειξε την βαζελίνη στους άλλους. Ο Μπεσμίρ παράτησε τις ρώγες της έπιασε το χέρι της και το έβαλε πάνω στην πούτσα του.
- Γλείφε κι εμένα…
της είπε. Η κυρία Μάρθα είχε τώρα δυο πούτσες γύρω από το κεφάλι της και έγλειφε πότε τη μια και πότε την άλλη.
- Είσαι γεννημένη για τσιμπούκια…
της είπε ο Αρτάν που θαύμαζε τα υπέροχα χείλη της να γλείφουν και να καταπίνουν την πούτσα του.
- Ανοίξτε της τα πόδια και κρατήστε τα ανοιχτά…
τους είπε ο Λιρί. Έπιασαν από ένα υπέροχο πόδι και το σήκωσαν επάνω ενώ παράλληλα τα άνοιξαν δεξιά και αριστερά όσο μπορούσαν, με αποτέλεσμα να διαγράφονται και οι δυο τρύπες της πεντακάθαρα. Ο Μπλερίμ έβγαλε τα δάχτυλά του από το μουνί της που ήταν ανοιγμένο και ξεκίνησε να τρίβει την κλειτορίδα της, που είχε αρχίσει να διογκώνεται. Ο Λιρί πλησίασε με τη βαζελίνη τον κώλο της. Χάιδεψε τα κωλομέρια της με το χέρι του και τσίμπησε τα μουνόχειλα της. Έβαλε μια μεγάλη ποσότητα βαζελίνης στον δείκτη του χεριού του και άρχισε να αλείβει την κυριολεκτικά μικρή τρύπα προσπαθώντας να βάλει το δάχτυλο του μέσα. Κάποια στιγμή η κυρία Μάρθα άρχισε να μουγκρίζει από τον πόνο σημάδι ότι το δάχτυλο του Λιρί ήταν μέσα στον κώλο της.
Για πρώτη φορά στην ζωή της ένα ξένο αντικείμενο είχε διεισδύσει στον κώλο της ανοίγοντας και κάνοντας την να νοιώσει πόνο. Όμως κάτι το τρίψιμο από τους δυο που τσιμπούκωνε στα βυζιά της, κάτι το τρίψιμο στην κλειτορίδα της ο πόνος δεν ήταν τόσο έντονος. Κάποια στιγμή υγρά άρχισαν να τρέχουν από το μουνί της κάνοντάς την να κοκκινίσει από ντροπή. Ο Λιρί έβαλε και δεύτερο δάχτυλο αλείβοντας με βαζελίνη όλο τον σφιγκτήρα της κυρίας Μάρθας που τώρα τσιμπούκωνε του δυο Αλβανούς με περισσότερη όρεξη.
- Ας τη γυρίσουμε να την γαμήσω…
είπε στους άλλους. Τη γύρισαν στα τέσσερα και της άνοιξε τα πόδια έτσι ώστε να ευθυγραμμιστεί η κωλοτρυπίδα της με την πούτσα του σε μια στάση σχεδόν σπαγγάτο. Ο Μπεσμίρ και ο Αρτάν συνέχισαν να την τσιμπουκώνουν και σε αυτή την στάση. Ο Μπλερίμ έβαλε το χέρι κάτω από την κοιλιά της και χάιδευε την κλειτορίδα της. Ο Λιρί πλησίασε τον ανοιγμένο κώλο της κυρία Μάρθας και της έριξε μερικά μπατσάκια στα κωλομάγουλα που κοκκινίσανε αμέσως. Τη χάιδευε στο εσωτερικό την μηρών και θαύμασε για μια ακόμη φορά τα χωρίς κυτταρίτιδα λευκά μπούτια της. Έτριψε με την πούτσα του τα μουνόχειλά της και τον έχωσε μέσα της για να λιπανθεί από τα υγρά της και να μπαίνει πιο εύκολα στον κώλο της. Αφού την γάμησε λίγο από μπροστά έβγαλε την πούτσα του που έσταζε από τα κολπικά υγρά της κυρίας Μάρθας. Πήγε κι αυτός μπροστά της και της έδειξε τη σηκωμένη και σκληρή σαν σίδερο πούτσα του με το μεγάλο και χοντρό μωβ από την καύλα πουτσοκέφαλο.
- Αυτός θα σε γαμήσει για πρώτη φορά στην ζωή σου από τον κώλο και θέλω να τον θυμάσαι για πάντα, της είπε.
Έντρομη εκείνη είδε την χοντρή πούτσα του και σκέφτηκε τον πόνο που θα επακολουθήσει. Ο Λιρί πήγε από πίσω και άνοιξε με τα δυο του χέρια τα κωλομέρια της όσο μπορούσε. Οι τρυπίτσες της άνοιξαν και αυτές σε σημείο να σκιστούν. Πλησίασε το πουτσοκέφαλο στην τρύπα του κώλου της και το ακούμπησε ακριβώς στην ευθεία. Άρχισε να πιέζει αργά αλλά σταθερά. Μια πίεζε μια τραβιόταν μια πίεζε μια τραβιόταν. Η κυρία Μάρθα έσφιγγε απεγνωσμένα τον σφιγκτήρα της αλλά ήταν θέμα ελάχιστων λεπτών να υποχωρήσει το σφίξιμο στην πίεση που δεχόταν. Χιλιοστό-χιλιοστό το χοντρό κεφάλι άνοιγε την 51 χρονών παρθένα τρύπα της. Ο Λιρί που άνοιγε σε σημείο να τα ξεριζώσει απ’ τη θέση τους τα δυο κωλομάγουλα, είδε επιτέλους τα χείλη της κωλοτρυπίδας της να μην ενώνονται πλέον αλλά να υπάρχει ένα μικρό σκοτεινό τούνελ. Έβαλε πάλι μια μεγάλη ποσότητα βαζελίνης στο δάχτυλο του και την άλειψε πάλι. Τα πράγματα έγιναν πιο απλά τώρα που είχε αρχίσει να μπαίνει η πούτσα του. Από το χοντρό κεφαλάκι έμεινε μόνο το φαρδύ μέρος και το ποιο οδυνηρό για την κυρία Μάρθα για να ολοκληρωθεί πλήρως η διείσδυση.
Η κυρία Μάρθα πόναγε άλλα όχι ανυπόφορα όπως φανταζότανε αλλά ανεκτά μιας και ο Λιρί δεν μπήκε απότομα μέσα της αλλά σιγά-σιγά για να μπορέσει να προσαρμοστεί ο σφιγκτήρας της. Το πουτσοκέφαλο σε κάποια στιγμή εξαφανίστηκε στο βάθος του εντέρου της και η κυρία Μάρθα βόγκηξε από πόνο. Ο Λιρί άρχισε να την γαμάει αργά-αργά μέχρι που μπήκε όλη η πούτσα του στον κώλο της. Σιγά-σιγά άρχισε να επιταχύνει τον ρυθμό του όπως επιτάχυνε και ο Μπλερίμ το χάιδεμα στην κλειτορίδα της. Σχεδόν χύσανε μαζί η κυρία Μάρθα και ο Λιρί. Άδειασε μια μεγάλη ποσότητα σπέρματος μέσα στο έντερο της και η κυρία Μάρθα άφησε μια μεγάλη ποσότητα υγρών να τρέξουν στα μπούτια της. Ο Μπλερίμ ξάπλωσε δίπλα στο κρεβάτι και της είπε να κάτσει πάνω του. Η κυρία Μάρθα σηκώθηκε από την στάση που ήταν πήγε στο μπάνιο και σκούπισε τα χύσια της από το εσωτερικό των μηρών της και γύρισε σαν υπάκουο σκυλάκι στα αφεντικά της για να συνεχίσει να γαμιέται.
Ανέβηκε πάνω στο κρεβάτι όρθια, πέρασε το πόδι της πάνω από τον Μπλερίμ που την περίμενε ξαπλωμένος και κάθισε πάνω στην κοιλιά του. Χούφτωσε την πούτσα του και άρχισε να την τρίβει χωρίς να μιλάει πάνω στα μουνόχειλά της.
- Βάλ’ την στον κώλο σου…
της είπε αυτός. Μετακίνησε το σώμα της λίγο πιο κάτω, έπιασε γερά την πούτσα του, την ευθυγράμμισε με την τρύπα της που είχε ανοίξει αρκετά και με μια κίνηση κι έναν αναστεναγμό πόνου, κάθισε με την μία πάνω στο χοντρό του πουτσοκέφαλο. Η πούτσα του Μπλερίμ χάθηκε ολόκληρη μέσα της μέχρι τα αρχίδια του. Την ξάπλωσε προς τα πίσω και άρχισε να χουφτώνει και να τρίβει τις ταλαιπωρημένες ρώγες της. Το μουνί της ήταν ήδη ανοιχτό και παρακαλούσε με τον τρόπο του να γαμηθεί. Ο Μπεσμίρ πήρε θέση και έσπρωξε και αυτός την πούτσα του μέσα της. Ο Αρτάν ξαναπλησίασε το υπέροχο στόμα της και της τον έχωσε. Η κύρια Μάρθα ούτε στα πιο τρελά της όνειρα δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα την γαμούσαν δυο ταυτόχρονα και θα έπαιρνε πίπα σε έναν τρίτο. Για δέκα λεπτά περίπου, την γαμούσαν άγρια χωρίς σταματημό. Το μουνί της και ο κώλος της είχαν πάρει φωτιά και είχε χύσει άλλες δυο φορές σιωπηλά χωρίς φωνές γιατί ντρεπόταν τους Αλβανούς και τον άντρα της. Πρώτος έχυσε ο Αρτάν μέσα στο στόμα της και η κυρία Μάρθα τα κατάπιε όλα και τον έγλειφε μέχρι που βγήκε πεντακάθαρος από το στόμα της. Μόλις τραβήχτηκε και ο Μπεσμίρ βγήκε από το μουνί της την έχυσε στο πρόσωπο και μετά τον καθάρισε με τα υπέροχα σαρκώδη χείλη της. Τελευταίος έχυσε μέσα της ο Μπερίμ γεμίζοντας το έντερό της με μια γενναία ποσότητα σπέρματος. Η κυρία Μάρθα ξάπλωσε στο πλάι γεμάτη χύσια στο πρόσωπο και δικά της χύσια στο εσωτερικό των μηρών της. Ο Αρτάν κάθισε δίπλα της και άρχισε να χαϊδεύει απαλά αυτήν την φορά τα βυζάκια της.
- Εμείς αντέχουμε ακόμη έναν γύρο εσύ αντέχεις;
τη ρώτησε. Η κυρία Μάρθα δεν απάντησε και γύρισε το κεφάλι της από την άλλη να βρει χρόνο να σκεφτεί. Δεν υπήρχε περίπτωση να γαμηθεί ξανά έτσι στην ζωή της ούτε να νοιώσει οργασμούς όπως τώρα. Απ’ την άλλη δεν ήθελε να υποκύψει έτσι απλά στα τέσσερα κτήνη. Δεν απάντησε στην ερώτηση του Αρτάν αλλά του είπε…
- πάω να ξεπλυθώ.
Κάτω από το ντους έπιασε τα στήθη της που ήταν κατακόκκινα και οι ρώγες της μονίμως όρθιες. Ψηλάφισε το μουνί της που έκαιγε από τα γαμήσια που είχε φάει και ήταν ανοιχτό και έβαλε δυο δάχτυλα στην κωλοτρυπίδα της που ήταν πρησμένη και ορθάνοιχτη. Συνειδητοποίησε ότι ήθελε και άλλους οργασμούς. Για πρώτη φορά στην ζωή της ξύρισε τελείως το μουνί της που γυάλιζε. Αφού σκουπίστηκε αλείφτηκε με μια υπέροχη κρέμα σε όλο το σώμα της και μπήκε στην κρεβατοκάμαρα της λάμποντας και μοσχοβολώντας σαν την άνοιξη. Ξάπλωσε στο κρεβάτι στο κέντρο σταύρωσε τα χέρια της στην κοιλιά της και αμίλητη περίμενε. Οι τέσσερις Αλβανοί με το που την είδαν να λάμπει φρέσκια από το μπάνιο καύλωσαν κατευθείαν. Παράτησαν το ψάξιμο στα συρτάρια και πλησίασαν το κρεβάτι. Ξάπλωσαν δίπλα της όπως-όπως και άρχισαν να χαϊδεύουν απαλά το υπέροχο και ατελείωτο σώμα της. Η κυρία Μάρθα έκλεισε τα μάτια της και αφέθηκε τελείως στα χάδια τους.
Ένοιωσε τα πόδια της να ανοίγουν και μια γλώσσα επίμονη να γλείφει την κλειτορίδα της και τα εσωτερικά της χείλη στο ξυρισμένο πλέον μουνί της. Άλλα δυο στόματα πότε έγλειφαν τον λαιμό της και πότε τις ρώγες απαλά. Ο τέταρτος της παρέας χάιδευε τα υπέροχα πόδια της που γυάλιζαν από το μπάνιο και την κρέμα σώματος. Κάποιος έτριβε την πούτσα του στα χείλη της και η κυρία Μάρθα χωρίς να ανοίξει μάτια της άνοιξε το στόμα της και άρχισε να γλείφει με πάθος το μεγάλο πουτσοκέφαλο. Παρ’ ότι τα υγρά της ξανάρχισαν να τρέχουν ούτε ένας αναστεναγμός ηδονής δεν ξέφυγε από το στόμα της. Τη γύρισαν στο πλάι χωρίς να αφήσει την πούτσα που έγλειφε και να ανοίξει τα μάτια της. Κάποιος πήρε θέση από πίσω της, λύγισε το ένα πόδι και άνοιξε τα κωλομέρια της. Η κωλοτρυπίδα της πρησμένη ανοιχτή ήταν έτοιμη να δεχτεί τον επόμενο. Ένα χοντρό πουτσοκέφαλο έσπρωχνε τα πίσω χείλη για να μπει. Μπήκε εύκολα μέχρι την ρίζα, μέχρι τα αρχίδια του να χτυπήσουν στα μικρά κωλομέρια της. Ξεκίνησε να τη γαμάει αργά αλλά σε λίγο αύξησε τον ρυθμό του και την ξεκώλιαζε κανονικά. Η κυρία Μάρθα μάζεψε και άλλο τα πόδια της για να μπορεί να μπει πιο βαθιά αυτός που τη γαμούσε.
Πονούσε αλλά της άρεσε η αίσθηση της όλης φάσης. Κάποιος έτριβε επίμονα την κλειτορίδα της στέλνοντας κύματα ηδονής σε όλο το σώμα της. Τη γαμούσαν σε αυτή τη στάση περίπου για 20 λεπτά, μέχρι να χύσει βαθιά μέσα της και να τραβηχτεί. Η κωλοτρυπίδα της έστεκε ορθάνοιχτη και ελαστική από το γαμήσι που είχε φάει. Ο επόμενος την έστησε στα 4 και της τον κάρφωσε και αυτός στον κώλο. Τη γαμούσε βιαία και χτύπαγε μπατσάκια στα κωλομέρια της που είχαν ξαναγίνει κατακόκκινα. Κι αυτός άργησε να τελειώσει αφού την είχαν γαμήσει όλοι μέχρι τώρα δυο φορές. Τελείωσε κι αυτός βαθιά στο έντερό της. Οι τελευταίοι δυο την πήραν συγχρόνως απ’ το μουνί και τον κώλο κάνοντας την να φτάσει δυο φορές σε οργασμό. Αισθανόταν ξεσκισμένη αλλά ευτυχισμένη για πρώτη φορά στην ζωή της. Σε λίγο οι Αλβανοί φύγανε και εκείνη κατέβηκε να λύσει τον άντρα της. Φυσικά ούτε κουβέντα στην αστυνομία για το περιστατικό.
(Copyright protected OW ref: 77188)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.