Το e-mail μου είναι το:
Πολλές φορές είχε περάσει από το μυαλό μου η σκέψη να γράψω κι εγώ κάποια δική μου εμπειρία και να τη μοιραστώ μαζί σας, όμως η θεωρία πολλές φορές απέχει από την πράξη. Είπα όμως να το τολμήσω και να δω τι απήχηση θα έχει και η δική μου διήγηση.
Για την ιστορία, να ξεκινήσω λέγοντας πως δεν είμαι η γυναίκα που ταιριάζει στα εμφανισιακά πρότυπα των περισσότερων ανδρών, η πλειοψηφία των οποίων αρέσκεται σε οτιδήποτε ξανθό και ανορεξικό αδύνατο κινείται, όμως τραβάω αρκετά αντρικά βλέμματα πάνω μου. Όσο υπερβολικό και αν ακούγεται, ποτέ δεν έτυχε να θελήσω κάποιον και να μην τον αποκτήσω.
Πιστεύω πως στο ερωτικό παιχνίδι δεν υπάρχουν ταμπού, όταν υπάρχει απόλυτος σεβασμός και αλληλοκατανόηση. Το αστείο είναι πως όταν με πρωτογνωρίζει κανείς, η πρώτη εντύπωση που αποκομίζει είναι πως είμαι πολύ συντηρητική κι αυτό εξ αιτίας της σοβαρότητας και της αυστηρότητας που μου λένε ότι εκπέμπω, χωρίς όμως να το κάνω επίτηδες.
Αυτό ίσως συμβαίνει επειδή απεχθάνομαι και αποφεύγω κάθε τι «δεύτερο», έχω τολμήσει να διεκδικήσω αυτά που έχω κατά καιρούς θελήσει και μου αρέσουν οι ξεκάθαρες και τίμιες καταστάσεις. Γι’ αυτό και πολλές φορές έχω ακούσει από εραστές μου την ίδια ατάκα: «Όταν σε πρωτογνώρισα δεν φαινόταν με τίποτα άτι κρύβεις τόσο πάθος μέσα σου».
Όμως αρκετά σας κούρασα με τις γενικές περιγραφές. Η ιστορία που θα μοιραστώ μαζί σας ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2004, που ήταν μια περίοδος καθοριστικής, για μένα, σημασίας και πολλών αλλαγών στη ζωή και το χαρακτήρα μου. Μόλις είχα χωρίσει από μια μεγάλη και σημαντική για μένα σχέση, κατά τη διάρκεια της οποίας, όμως, για πολλούς και διάφορους λόγους, η αυτοπεποίθηση μου είχε πέσει αρκετά. Ήμουν άλλωστε και αρκετά μικρή τότε, και όχι αρκετά δυνατή και ολοκληρωμένη σαν προσωπικότητα ώστε να ξέρω να διεκδικώ.
Χωρίζω, λοιπόν, όμως αποφασίζω να μην το βάλω κάτω. Καλοκαιράκι ήταν, είπα να το ρίξω έξω για να ξεχαστώ. Έτσι κι έκανα. Διακοπές, ξενύχτια, παρέες... Το παράξενο ήταν πως αν και είχα μόλις χωρίσει, αντίθετα με ότι περίμενα, λίγο η εποχή, λίγο οι καταστάσεις, ήρθαν έτσι τα πράγματα και όχι μόνο δεν με είχε πάρει από κάτω, αλλά περνούσα φανταστικά. Φαίνεται πως ότι καταπιεζόταν τόσον καιρό μέσα μου, ότι μου είχε λείψει, μπορούσα πια να το χαρώ ελεύθερα και αυτό μου άρεσε πολύ, ανοίγονταν νέοι ορίζοντες μπροστά μου σε όλα τα επίπεδα και αυτό και με γέμιζε αισιοδοξία.
Η αλλαγή ήταν ολοφάνερη και το αποτέλεσμα ήταν η μια κατάκτηση να διαδέχεται την άλλη, περισσότεροι άντρες από ποτέ με φλέρταραν και αυτό με ανέβαζε απίστευτα. Τελικά κατάλαβα πως όταν είσαι καλά μέσα σου, όταν πατάς γερά στα πόδια σου και έχεις ενεργητικότητα, ζωντάνια και όρεξη για ζωή, αυτό αντανακλάται στο πρόσωπο σου, και δεν υπάρχει τίποτα πιο αφροδισιακά από αυτό.
Κάποιο απόγευμα, λοιπόν, αποφασίζω να περάσω από τη δουλειά κάποιων φίλων μου, την ώρα που θα σχολούσαν για να πάμε για καφέ. Δεν ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα, έτσι ο χώρος μου ήταν οικείος και το κλίμα με τους υπόλοιπους συναδέλφους τους άνετο και φιλικό, έτσι κάθισα να τους περιμένω μέχρι να τελειώσουν.
Εκεί που μιλούσαμε περί ανέμων και υδάτων και κάναμε χαβαλέ μέχρι να περάσει η ώρα και να φύγουμε, εμφανίζεται μπροστά μου ένας από τους ωραιότερους άντρες που έχω δει. Ψηλός, μελαχρινός, αδύνατος, γύρω στα 45, με ωραίο σώμα, απίστευτο αέρα, στήσιμο και παρουσιαστικό και ένα βλέμμα που με μαγνήτισε.
Η γοητεία που εξέπεμπε αυτός ο άνθρωπος ήταν κάτι το απίστευτο. Το μάτι του έπεσε αμέσως πάνω μου, μιας και ήμουν το μόνο άτομο εκεί μέσα που δεν γνώριζε και έσπευσε να μου συστηθεί. Συνειδητοποίησα ότι ήταν ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης, για τον οποίο είχα ακούσει πολλά κατά καιρούς, χωρίς όμως να έχω δώσει ποτέ ιδιαίτερη σημασία αφού δεν τον γνώριζα.
Οι τυχαίες και γενικές αναφορές σ’ αυτόν από χρόνια μου είχαν εξάψει την περιέργεια, όμως δεν είχε τύχει ποτέ να τον δω από κοντά. Ή, τουλάχιστον δεν τον είχα ποτέ προσέξει. Βλέπετε, κατά τη διάρκεια του δεσμού μου, ήμουν τόσο τυφλωμένη που και ο άδωνις να περνούσε από μπροστά μου δεν θα τον πρόσεχα. Ο τύπος λοιπόν, μου έκανε μεγάλη εντύπωση από την πρώτη στιγμή και την ίδια εντύπωση φάνηκε να έκανα κι εγώ σ’ αυτόν, αν κρίνω από το βλέμμα του, που ήταν καρφωμένο συνεχώς, αλλά διακριτικά πάνω μου. Η νέα αυτή γνωριμία, μπορώ να πω ότι μου κέντρισε το ενδιαφέρον.
Το αθώο φλερτ και η ερωτική ατμόσφαιρα που φανερά είχε δημιουργηθεί ανάμεσα μας ήταν πολύ ανεβαστική. Δεν είναι και λίγο γιο μια γυναίκα να καταλαβαίνει πως δεν περνάει διόλου απαρατήρητη και μάλιστα από έναν άντρα που αρέσει και στην ίδια. Μετά από λίγα λεπτά αδιάφορης και αόριστης κουβέντας, έφυγα μαζί με τους φίλους μου.
Φυσικά τη συζήτησή μας στον καφέ μονοπώλησε αυτός, και με χαρά έμαθα άτι μέσα σε εκείνη τη λίγη ώρα που ήμασταν εκεί, εκείνος, χωρίς να το καταλάβω, είχε προλάβει να πάρει παράμερα όσους με γνώριζαν και είχε φροντίσει να μάθει για μένα, ποια ήμουν, τι ήμουν, πως βρέθηκα εκεί, αν είμαι με κάποιον κλπ.
Οι μέρες περνούσαν και οι πηγές μου με πληροφορούσαν πως αυτός είχε εκδηλώσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, έλεγε πόση εντύπωση του είχα κάνει και ρωτούσε για μένα καθώς και πότε θα ξαναπερνούσα από εκεί. Δεν είχα σκοπό να κάνω κάτι, άλλωστε όλα ήταν απαγορευτικά, βρισκόταν στο εργασιακό περιβάλλον των φίλων μου, αλλά το κυριότερο: ήταν παντρεμένος!
Με κολάκευε όμως, ομολογώ, το ενδιαφέρον του γιατί με ανέβαζε πολύ ψυχολογικά, ιδιαίτερα εκείνη την περίοδο που το είχα περισσότερο ανάγκη. Έτσι, δημιουργούσα τις προϋποθέσεις ώστε να βρίσκομαι συχνά σ’ εκείνη την περιοχή, επεδίωκα να με βλέπει και να τον βλέπω.
Την αμέσως επόμενη φορά που συναντηθήκαμε τα πράγματα έγινα πιο άμεσα. Είχε μάθει ότι θα βρισκόμουν με την παρέα μου μετά τη δουλειά και περίμενε να με δει. Δυστυχώς, έτυχε κάτι και έφυγε λίγα λεπτά πριν φτάσω εγώ. Το ξενέρωμα μου όταν πήγα και δεν τον βρήκα εκεί ήταν μεγάλο, όπως επίσης και η έκπληξη μου όταν λίγα λεπτά αργότερα τηλεφώνησε σε έναν από τους φίλους μου ζητώντας να μου μιλήσει.
Πήρα το ακουστικό στα χέρια μου διατακτικά. Μου άρεσε το όλο σκηνικό, όμως αισθανόμουν άβολα και δεν ήθελα να καρφώνομαι μπροστά στους άλλους. Με καλησπέρισε ευγενικά ζητώντας μου συγνώμη που δεν ήταν εκεί αν και θα ήθελε πολύ να με δει, αλλά λόγω κάποιας υποχρέωσης έπρεπε να φύγει και προχώρησε αμέσως στο παρασύνθημα λέγοντας μου τα κλασσικά και τετριμμένα που μόνο στις ταινίες νόμιζα ότι λένε πια όπως: «Από την πρώτη στιγμή που σε είδα δεν μπορώ να σε ξεχάσω, να βγάλω από το μυαλά του τα μάτια σου κλπ».
Η προσέγγισή του με έκανε να γελάσω από μέσα μου, ατάκες τόσο χιλιοειπωμένες και βγαλμένες από άλλες εποχές, σκέφτηκα, αλλά δεν του είπα τίποτα. Τότε εκείνος μου ζήτησε να πάω παράμερα ώστε να μην με βλέπει κανείς (και καλά) και να σημειώσω το τηλέφωνο του. «Έμαθα πως μόλις έχεις χωρίσει, είπε. Θα πρέπει να ήταν τρελός που σε άφησε, εγώ αν ήμουν στη θέση του δεν θα το έκανα ποτέ» (εντάξει, ακόμα μια κλασσική και χιλιοειπωμένη ατάκα, πόσο ωραία όμως κάνει μια γυναίκα να νιώσει όταν την ακούει και ειδικό μετά από ένα χωρισμό!!)
«Εύχομαι όλα να πόνε καλά, είπε, γιατί σου αξίζει το καλύτερο, αν όμως ο χωρισμός σου είναι οριστικός και δεν το ξαναβρείς με τον πρώην σου, να ξέρεις πώς είμαι εδώ. Μπορεί να μην σε ξέρω πολύ, συνέχισε, όμως από την ούρα σου κατάλαβα ότι είσαι ξεχωριστό άτομο και θα ήθελα να σε γνωρίσω καλύτερα». Κλείσαμε το τηλέφωνο. Φυσικά κράτησα το τηλέφωνό του, χωρίς όμως να του δώσω το δικό μου.
Όλα αυτά έγιναν γύρω στα μέσα Ιουλίου. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο δεν του τηλεφώνησα, φοβόμουν, δεν τον ήξερα καθόλου, δεν ήξερα αν έπρεπε να τον εμπιστεύομαι, δεν ξέρω τι απ’ όλα έφταιξε ή αν ήταν όλα αυτά μαζί, αλλά θεώρησα καλύτερο να μην δώσω συνέχεια.
Κάτι οι καλοκαιρινές διακοπές που μεσολάβησαν, κάτι που οι φίλοι μου πήραν άδεια και χάθηκαν οι κοινοί μας «σύνδεσμοι», το καλοκαίρι πέρασε. Από το φθινόπωρο και μετά, το πρόγραμμά μου έγινε πολύ φορτωμένο, δεν είχα χρόνο, πέρασαν αρκετοί μήνες και χαθήκαμε χωρίς να έχει υπάρξει καμία εξέλιξη. Φαινομενικά το πράγμα είχε λήξει εκεί.
Μάθαινα ότι αυτός ρωτούσε συχνά για μένα, ιδιαίτερα στις αρχές. Απορούσε, φαίνεται, που δεν είχα χρησιμοποιήσει το τηλέφωνο του όλον αυτό τον καιρό, παρότι είχα εκδηλώσει φανερό ενδιαφέρον στην αρχή. Ήταν από τους άντρες που έχουν συνηθίσει οι γυναίκες να τρέχουν πίσω τους, δεν είχε μάθει ούτε να τον απορρίπτουν, ούτε να τον έχουν στην αναμονή.
Εγώ από την άλλη, τον σκεφτόμουν συνέχεια και συχνά με έτρωγε να του τηλεφωνήσω, όμως δίσταζα. Ήταν παντρεμένος και εγώ δεν είμαι από τις γυναίκες που μπλέκουν σε τέτοιες ιστορίες. Δεν γούσταρα, δεν μου το επέτρεπαν οι αρχές και η ανατροφή μου και επιπλέον, ήταν στη μέση και οι φίλοι μου. Δεν ήθελα να δώσω λαβή για σχόλια, ούτε και την αφορμή να σκεφτούν κάτι άσχημο για μένα αν μάθαιναν ότι παίζομαι με έναν κατά πολύ μεγαλύτερό μου και μάλιστα παντρεμένο.
Όμως παρά τους λόγους αυτούς που με κρατούσαν, δεν τον έβγαζα στιγμή από το μυαλό μου. Στις φαντασιώσεις μου έπαιζε μόνο αυτός και ήθελα σαν τρελή να τον δω, να μείνω μόνη μαζί του. Κάθε φορά που τον σκεφτόμουν καύλωνα τρελά, τις νύχτες που ήμουν μόνη στο κρεβάτι μου, χάιδευα το μουνάκι μου για εκείνον, είχε γίνει η μόνιμη φαντασίωσή μου, κι όμως δεν τολμούσα να του τηλεφωνήσω. Αυτά όμως επρόκειτο να αλλάξουν.
Μετά οπό πολύ καιρό, βρήκαμε την ευκαιρία να βρεθούμε με τους φίλους μου για ένα χαλαρό πατάκι. Θα τελείωναν αργά από τη δουλειά και μου ζήτησαν να περάσω εγώ από εκεί να τους πάρω. Άλλο που δεν ήθελα. Επίτηδες έφτασα νωρίτερα από την ώρα που είχαμε συμφωνήσει, βρίσκοντας μια δικαιολογία, ώστε να έχω την ευκαιρία να μείνω περισσότερη ώρα εκεί μήπως και τον δω. Έλα όμως που λογάριαζα χωρίς τον ξενοδόχο!
Μπορεί εγώ να είχα τους λόγους μου που τον απέφευγα όλους αυτούς τους μήνες, εκείνος όμως το είχε εκλάβει ως απόρριψη φυσικά, και, διακριτικός αλλά και εγωιστής όπως ήταν, είχε αποσυρθεί από τη διεκδίκηση μου (και δικαιολογημένα). Άλλωστε, όπως είπα και προηγουμένως, τέτοιου είδους άντρες δεν είναι συνηθισμένοι ούτε να τους απορρίπτουν αλλά ούτε να περιμένουν πολύ.
Θεωρώντας λοιπόν πως δεν ενδιαφέρομαι, και αφού είχε εξαντληθεί όλη του η υπομονή, δεν έβρισκε λόγο να συνεχίσει άλλο την πολιορκία (που να ήξερε πώς αυτό ήταν που με έφτιαχνε περισσότερο) και δεν βγήκε καν από το γραφείο του εκείνη την ημέρα. Όσο κι αν περίμενα, όσο κι αν προσπαθούσα να τρενάρω την αναχώρηση μας, μήπως και συναντηθούμε, μάταια.
Μάλιστα, την ώρα που φεύγαμε, πέρασα από μπροστά του να χαιρετίσω και το μόνο που πήρα ως απάντηση ήταν ένα χαμόγελο και ένα νεύμα με το χέρι από μακριά. Οι φίλοι μου, μετά από παρότρυνσή μου τον προσκάλεσαν να έρθει κι αυτός για ένα ποτό μαζί μας, όμως αρνήθηκε ευγενικά προφασιζόμενος φόρτο εργασίας που τον ανάγκαζε να μείνει και να δουλέψει ως αργά. Τώρα τη χυλόπιτα την έτρωγα εγώ!
Φύγαμε κι αυτός έμεινε πίσω στο γραφείο μόνος. Είχα τρελαθεί! Όλα μου τα ηθικά κωλύματα και οι αναστολές μου πήγαν περίπατο εκείνη τη στιγμή! Με τη συμπεριφορά μου τον είχα απομακρύνει και ξενέρωσα απίστευτα! Ένιωσα ότι έχανα αυτό που τόσο είχα ποθήσει έστω και από μακριά, αυτό που σαν μαλάκας είχα θεωρήσει δεδομένο, πως θα είναι πάντα εκεί και θα με περιμένει!
Τώρα πια δεν υπήρχε περίπτωση να ξανάκανε κίνηση, εκτός κι αν επιτέλους έπαιρνα την κατάσταση στα χέρια μου και έκανα κάτι εγώ. Ήμουν αναστατωμένη και δεν μπορούσα να τον βγάλω από τη σκέψη μου. Μόλις φτάσαμε στο μπαράκι, ήμουν αποφασισμένη. Πήρα το κινητό στα χέρια μου και του έστειλα μήνυμα. Αθώο, τυπικό και διερευνητικό:
«Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη. Το βράδυ σου θα περνούσε πολύ πιο ωραία
αν άφηνες τη δουλειά και χαλάρωνες πίνοντας ένα ποτό μαζί μας».
Η απάντηση ήρθε αμέσως, εξίσου τυπική αλλά ελπιδοφόρα:
«Να και μια ευχάριστη έκπληξη».
Τα μηνύματα που ακολούθησαν πολλά, είχαμε αρχίσει πλέον μια κανονική συνομιλία μέσω μηνυμάτων. Είχα απορροφηθεί τόσο, που οι φίλοι μου άρχισαν να με κοροϊδεύουν και να δυσανασχετούν που δεν τους έδινα σημασία. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς ειπώθηκε, τίποτα ιδιαίτερα σημαντικό, άλλωστε έχει περάσει πολύς καιρός από τότε, όμως το τελευταίο μήνυμα δεν θα το ξεχάσω:
«...μπορώ να σε ρωτήσω κάτι;»
Καθώς διάβαζα αυτά που έγραφε η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει!
«Θα μου απαντήσεις ειλικρινά;»
Ο πούστης, ήξερε να παίζει…!
«Σου αρέσω λιγάκι;»
Αυτό ήταν! Τώρα τι να πεις; Δεν ξέρω κι εγώ τι περίμενα όλη αυτή την ώρα. Ήθελα πάση θυσία να επιβεβαιώσω αν εξακολουθούσε να ενδιαφέρεται, όμως τώρα δεν υπήρχε περιθώριο για παιδιαρίσματα και πισωγυρίσματα. Και τι ερώτηση ήταν αυτή; Αν μου άρεσε; Καλά, αυτό ήταν προφανές, αλλά πώς να το έλεγα αυτό όταν όλες μου οι αναστολές μου για το ότι ήταν παντρεμένος δεν είχαν διαλυθεί καθόλου και ούτε για μια στιγμή δεν είχα σταματήσει να σκέφτομαι ότι παίζω με τη φωτιά;
Άσε που είχα λειτουργήσει εντελώς απερίσκεπτα όταν άρχισα να στέλνω τα μηνύματα, χωρίς να ξέρω τι θέλω και χωρίς να είμαι καθόλου προετοιμασμένη γιο το τι μπορούσε να ακολουθήσει με αυτή μου την ενέργεια ή τι τροπή θα μπορούσε να πάρει η ιστορία. Μετά από πολλή ώρα και χρησιμοποιώντας προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις για να είμαι καλυμμένη σε κάθε περίπτωση απαντάω:
«Είσαι πολύ γοητευτικός αλλά δυστυχώς ανήκεις σε άλλη».
Η απάντηση που πήρα μου, επιβεβαίωσε ότι δεν είχα να κάνω με κανένα παιδάκι, αλλά με έναν άντρα που ξέρει τι θέλει, αλλά κυρίως, που ξέρει να το παίρνει:
«Το ‘δυστυχώς’ με κάλυψε απόλυτα. Καληνύχτα γλυκιά μου».
Μετά από αυτό, ήξερα άτι τα πράγματα δεν θα έμεναν εκεί όμως πέρασαν αρκετές ημέρες χωρίς να ξανακούσω από αυτόν. Ίσως τώρα να το έπαιζε εκείνος δύσκολος; Πολύ πιθανό. Σιγά - σιγά και σταδιακά η επικοινωνία άρχισε να ανακτάται με μηνύματα και τηλεφωνήματα τα πιο πολλά εν ώρα εργασίας μου. Συζητούσαμε πολλά και διάφορα αλλά κυρίως τους ενδοιασμούς και τις αναστολές μου και προσπαθούσε με πολύ πειστικό, ομολογουμένως, τρόπο, να μου τις διαλύσει.
Φαίνεται όμως πως οι γυναίκες με τις οποίες είχε συνηθίσει να συναναστρέφεται μέχρι τότε δεν είχαν τους ηθικούς φραγμούς και τα κολλήματα (υπερβολικά και ξεπερασμένα κατά πολλούς) που είχα και έχω εγώ. Γι’ αυτό και δεν φαινόταν να καταλαβαίνει ότι το ένα και μοναδικό μου πρόβλημα και η αιτία που με συγκρατούσε ήταν ο γάμος του.
Εκείνος δεν ήταν από τους άντρες που κολλάνε πουθενά, άλλωστε δεν θα ήταν ούτε η πρώτη ούτε και η τελευταία φορά που θα ξενοπηδούσε. Έδειχνε να νομίζει πως ο πραγματικός λόγος που δίσταζα ήταν η μεγάλη διαφορά ηλικίας. Πού να ήξερε πως αυτό όχι μόνο δεν ήταν για μένα αποτρεπτικό, αλλά το ακριβώς αντίθετο! Κάθε φορά που μιλούσαμε είχε ένα μαγικό τρόπο να με κάνει να ερεθίζομαι τρομερά, χωρίς να λέμε κάτι το ιδιαίτερο. Η φωνή του βαθιά, ζεστή, διεισδυτική…
Έκλεινα τα μάτια και τον φανταζόμουν να μου ψιθυρίζει στο αυτί όλα όσα ήθελα να μου κάνει και να του κάνω. Όσες φορές μιλούσαμε, συνειδητοποιούσα πως εγώ αυτό τον άντρα τον ήθελα πολύ. Ένιωθα την ανάγκη να κατεβάσω το χέρι μου στο υγρό μου μουνάκι και να αρχίσω να χαϊδεύομαι ακούγοντας τη φωνή του, όπως είχα κάνει τόσες φορές μόνη μου, τα βράδια, όταν τον σκεφτόμουν. Προσπαθούσε να με πείσει για μια συνάντηση, όμως κάτι οι επαγγελματικές υποχρεώσεις και των δύο, κάτι οι δικοί μου δισταγμοί, άργησε λίγο να με καταφέρει.
Δώσαμε επιτέλους το πολυπόθητο πρώτο ραντεβού για μία Τρίτη μεσημέρι. Θα πηγαίναμε για φαγητό. Και οι δύο ξέραμε πολύ καλά ηώς αυτό ήταν ένα πρόσχημα, όμως από κάπου έπρεπε να ξεκινήσουμε. Οι σκέψεις μου διαδέχονταν η μια την άλλη. Είχα μια απίστευτη ανυπομονησία αλλά και ένα αίσθημα φόβου και αμφιβολίας. Ήξερα πως αυτό που έκανα ήταν μεγάλο λάθος, όμως δεν μπορούσα να αντισταθώ. Ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου.
Το προηγούμενο βράδυ η ώρα δεν περνούσε με τίποτα. Προσπαθούσα να ασχοληθώ με άσχετα πράγματα για να ξεχαστώ, μάταια όμως. Το ραντεβού την επόμενη μέρα ήταν για το μεσημέρι και θα έπρεπε να πάω κατ’ ευθείαν μετά το δουλειά. Στο γραφείο, οι ώρες περνούσαν βασανιστικά αργά μέχρι την προκαθορισμένη ώρα.
Καταλυτικά ήταν και τα μηνύματά του που με βομβάρδιζαν από το πρωί συνεχώς, δείχνοντας μου και την δική του ανυπομονησία: «Ανυπομονώ να σε δω», «Δεν μπορώ άλλο να περιμένω», «Νιώθω αφηνιασμένα ερωτευμένος», και άλλα τέτοια που με έκαναν να νιώθω κυριολεκτικά υπνωτισμένη.
Έφυγα από γραφείο αρκετά νωρίτερα μη μπορώντας να περιμένω άλλο. Ήταν ένα όμορφο ηλιόλουστο χειμωνιάτικο μεσημέρι και αποφάσισα να πάω με τα πόδια μέχρι το σημείο του ραντεβού. Ήθελα να εκμεταλλευτώ το περπάτημα για να ηρεμήσω και να προετοιμαστώ ψυχολογικά για αυτό που επρόκειτο να συμβεί.
Θυμάμαι ακόμα μέχρι και τα ρούχα που είχα επιλέξει να φορέσω. Έφτασα στο σημείο που μου είχε υποδείξει λίγο νωρίτερα αλλά ευτυχώς δεν χρειάστηκε να περιμένω πολύ. Ήρθε φορώντας ένα σκούρο κοστούμι και λευκό πουκάμισο (γαμώτο, του πήγαινε απίστευτα) και ξεκινήσαμε.
Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ ηλεκτρισμένη. Ένιωθε τον εκνευρισμό μου και το πόσο άβολα αισθανόμουν και μιλώντας μου για διάφορα πράγματα προσπαθούσε να με κάνει να χαλαρώσω. Αρχίσαμε να συζητάμε πάλι το θέμα της διαφοράς ηλικίας. Όταν έμαθε πως η διαφορά της ηλικίας δεν ήταν πρόβλημα για μένα, και ότι μάλιστα είχα και στο παρελθόν μια ανάλογη εμπειρία, έδειξε να ανακουφίζεται σαν να έφευγε από πάνω του ένα βάρος, ή λες και καταρρίπτονταν ένα ακόμα εμπόδιο.
Καταλάβαινα ότι οι ερωτήσεις που μου έκανε, δεν είχαν τόσο ουσιαστική αλλά διερευνητική σημασία. Προσπαθούσε να δείξει κι εκείνος επιφυλακτικός για να διασκεδάσει τους φόβους μου, όμως η ματιά του μαρτυρούσε το ακριβώς αντίθετο. Άλλωστε η ωμή και πολλές φορές κυνική ειλικρίνεια που τον διακρίνει σαν άνθρωπο δεν του αφήνουν την πολυτέλεια της χρονοτριβής, λες και δεν το επιτρέπει στον εαυτό του, λες και γι’ αυτόν ο δισταγμός είναι απλώς χάσιμο χρόνου.
Μου έλεγε αυτά που νόμιζε πως ήθελα να ακούσω. Δεν είχε καταλάβει πώς δεν ήμουν από τα κοριτσάκια που τα ρίχνεις με λόγια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να πάρω εγώ μια απόφαση, και δεν μπορεί κανείς, να πει ή να κάνει κάτι για να επισπεύσει αυτή τη διαδικασία. Του το είπα και θύμωσε. Εγώ από την άλλη καθόμουν απέναντι του σ’ αναμμένα κάρβουνα, μην μπορώντας να ηρεμήσω και να χαλαρώσω απόλυτα.
Ήταν η πρώτη φορά που βρισκόμασταν μόνοι οι δυο μας και πίσω από τις ευγένειες και τα προσχήματα, ξέραμε και οι δύο πολύ κόλα το λόγο που ήμασταν εκεί. Περιεργαζόμασταν ο ένας τον άλλο. Παρατηρούσα τα χέρια του, τα δάχτυλα του, τον τρόπο που κρατούσε και κάπνιζε το τσιγάρο του, το μάτια του, μαύρα και διαπεραστικά και με κάθε του κίνηση ένιωθα ότι ηλεκτρίζομαι.
Ήθελα τόσο πολύ να τον αρπάξω και να τον πάρω εκεί, εκείνη τη στιγμή, αδιαφορώντας για όλους και για όλα, αναπληρώνοντας για όλον τον καιρό που δεν τολμούσα, για όλον αυτό το χαμένο χρόνο. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένα μυστήριο και όσο το συνειδητοποιούσα τόσο πιο πολύ τον ήθελα. Αφού πέρασε αρκετή ώρα, τα ποτά και η συζήτηση είχαν κάνει κόλα τη δουλειά τους και οι αντιστάσεις μου είχαν κάπως χαλαρώσει, ασυναίσθητα, σαν το σώμα μου να είχε τη δική του λογική, έκανα την κίνηση ματ, άλλαξα θέση και κάθισα δίπλα του σε απόσταση αναπνοής.
Με ένα χαμόγελο ικανοποίησης είπε μόνο:
- «Αυτό που έκανες ήταν μια πολύ σωστή κίνηση».
Πλησίασε πιο κοντά, με κοίταξε βαθιά στα μάτια και με φωνή γεμάτη σιγουριά είπε απλά:
- «Φίλησε με».
Ήταν περισσότερο διαταγή, δεν το ζητούσε, το απαιτούσε, και δεν χωρούσαν αντιρρήσεις. Το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη και ήταν λες και σταμάτησε ο χρόνος. Το φιλί του βαθύ, αργό, δυνατό, τα χείλη του έπαιρναν αποφασιστικά αυτό που τόσο είχε αργήσει. Οι κινήσεις του σταθερές, σίγουρες, αντρικές. Ένιωθα τη μυρωδιά του δέρματός του τόσο μεθυστική και η γεύση των χειλιών του αναμεμειγμένη με τον καπνό και το αλκοόλ με έκαναν να μην θέλω να ξεκολλήσω από πάνω του.
Δάγκωνα τα χείλη του προσπαθώντας να πάρω όση πιο πολλή μπορούσα από τη γεύση του. Δεν με ένοιαζε τίποτα πια. Αδιαφορούσα γιο το αν μας έβλεπαν, αδιαφορούσα για όλα. Είχα αποφασίσει πως έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια αναβολής. Θα έπαιρνα αυτό που ήθελα, θα του έδινα αυτό που ήθελε κι εκείνος, αδιαφορώντας για το κόστος. Αυτό που δεν είχα τολμήσει καν να διανοηθώ ποτέ, ήταν αυτό που διαρκώς σκεφτόμουν, και τώρα ήταν εκεί, πραγματικό, με σάρκα και οστά, δίπλα μου, πάνω μου.
Ένιωθα πως το φιλί αυτό είχε κρατήσει μια αιωνιότητα. Βρισκόμουν κυριολεκτικά και μεταφορικά εκτός τόπου και χρόνου. Είχα να νιώσω έτσι χρόνια, που είχα ξεχάσει πως ήταν. Τον κοίταξα. Είχε κλείσει τα μάτια και μονολογούσε λες και δεν τον άκουγε κανείς.
«Πόσα φιλιά έχω δώσει κι έχω πάρει; Χιλιάδες. Αυτό το φιλί όμως θα μείνει. Αυτό θα το θυμάμαι».
Είχα γίνει κομμάτια. Εκείνη τη στιγμή ήμουν τόσο παραδομένη που θα μπορούσα να κάνω ότι κι αν μου ζητούσε, όμως προσπαθούσα να το κρύψω. Φοβόμουν πάσο πιεστικός θα μπορούσε να γίνει αν ένιωθε την δύναμη που ασκούσε πάνω μου, και μάλιστα από τόσο νωρίς, μετά από ένα μόλις φιλί. Ήξερε ότι τον ήθελα πολύ. Το ήξερε, το καταλάβαινε και το εκμεταλλευόταν.
Όχι μόνο ήξερε καλά τους κανόνες του παιχνιδιού, αλλά το όριζε απόλυτα και ταυτόχρονα απολάμβανε τη στιγμή. Στο πρόσωπο του ήταν ζωγραφισμένη η ικανοποίηση της κατάκτησης, η χαρά ενός παιδιού όταν παίρνει στα χέρια του ένα καινούριο παιχνίδι.
- «Νομίζω πως το ότι ήρθαμε εδώ ήταν τελικά χάσιμο χρόνου…», του είπα, μη μπορώντας να κρύψω ότι ήθελα κι άλλο, ότι δεν κρατιόμουν για τη συνέχεια.
Του άρεσε αυτό που άκουσε. Από την έκφραση του προσώπου του διέκρινα πως τώρα άρχιζαν όλα να αποκτούν νόημα για εκείνον. Είχαμε επιτέλους αρχίσει να μιλάμε την ίδια γλώσσα. Είχα αφήσει πίσω μου το ντροπαλό και διστακτικό κοριτσάκι και μεταμορφώθηκα σε μια γυναίκα αποφασισμένη να αφεθεί και να διεκδικήσει.
Επαγγελματικές υποχρεώσεις μας ανάγκασαν να χωριστούμε για λίγη ώρα όμως κανείς από τους δύο δεν μπορούσε να περιμένει πολύ κι έτσι συμφωνήσαμε να βρεθούμε ξανά τρεις ώρες αργότερα. Η αναμονή πια είχε πάρει άλλη διάσταση. Ήταν μάταιο να προσπαθώ να συγκεντρωθώ στο οτιδήποτε. Αποφάσισα να αφεθώ και να απολαύσω αυτή τη γλυκιά αναστάτωση της ανυπομονησίας που άλλωστε έχει τη δική της καύλα.
Όταν συναντηθήκαμε δεν είπαμε πολλά. Μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε. Ούτε προσχήματα, ούτε τίποτα. Δε ρώτησα που πάμε, δεν χρειαζόταν καν. Ρώτησα μόνο το όνομα του ξενοδοχείου. Το χαμόγελο και η έκφρασή του, μου έδιναν σαφώς να καταλάβω πως είχε εκπλαγεί αλλά ταυτόχρονα απολάμβανε αυτή την απότομη αλλαγή στη στάση μου. Και ήταν απόλυτα λογικό.
Το μόνο που θυμάμαι από κει και πέρα είναι η ένταση και η δύναμη με την οποία πέσαμε ο ενός πάνω στον άλλο μόλις έκλεισε πίσω μας η πόρτα του δωματίου. Είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση. Άρχισε να χουφτώνει κάθε σπιθαμή του κορμιού μου πάνω από τα ρούχα. Με είχε κολλήσει στην πόρτα, με φιλούσε και με δάγκωνε παντού. Ήταν πια ενός άλλος άνθρωπος. Ένα αρπακτικό που είχε βρει τη λεία του. Είχε τον έλεγχο τώρα και αυτό έστελνε ρίγη ηδονής σε όλο μου το σώμα.
Η γλώσσα του είχε κολλήσει στη δική μου και φιλιόμασταν μανιασμένα ενώ το χέρι του είχε χωθεί ήδη μέσα από το παντελόνι μου και το δάχτυλά του είχαν βρει το δρόμο τους χαϊδεύοντας δυνατά τη υγρή μου τρυπούλα. Ήθελα σαν τρελή να με πάρει, να με ξεσκίσει βίαια και δυνατά. Δεν με ένοιαζε τίποτα, μόνο να τον νιώσω μέσα μου. Με αποφασιστικές κινήσεις άρχισα να του ξεκουμπώνω το πουκάμισο και να τον φιλάω παθιασμένα στο λαιμό και στο στήθος.
Δεν υπάρχει πιο ερεθιστικό πράγμα για μένα, από το να ξεκουμπώνω αργά το πουκάμισο ενός άντρα και να τον φιλάω στο λαιμό και στο στήθος. Η φυσική μυρωδιά του αντρικού σώματος, σε συνδυασμό με το άρωμά του με στέλνει. Θυμάμαι ακόμα το άρωμα που φορούσε... Το σώμα του τέλειο, εντελώς λείο και απαλό, αδύνατο αλλά και δυνατό.
Έλυσα τη ζώνη και του ξεκούμπωσα το παντελόνι. Χάιδεψα τον καυλωμένο πούτσο του πάνω από το μποξεράκι κάνοντας τον να αναστενάζει από καύλα και ανυπομονησία. Ήθελα να τον παιδέψω, να τον κάνω να μην αντέχει άλλο, να με παρακαλάει, όμως δεν μπόρεσα να κρατηθώ.
Γονάτισα μπροστά του και κατεβάζοντας το εσώρουχό του άφησα να ελευθερωθεί μπροστά στο πρόσωπό μου η σκουρόχρωμη, σκληρή και δουλεμένη ψωλή του.
- «Χθες που μιλούσαμε στο τηλέφωνο είχα καυλώσει. Την είχα βγάλει έξω και την έπαιζα όσην ώρα μιλούσαμε…», μου είπε.
Δεν κρατήθηκα. Άρχισα να γλείφω και να φιλάω με λαχτάρα το βελούδινο πουτσοκέφαλο που είναι και η αδυναμία μου. Μου έπιασε το κεφάλι και σπρώχνοντας την ψωλή του απότομα μέσα στο στόμα μου με ανάγκασε να την καταπιώ όλη. Κόντεψα να πνιγώ όμως η καύλα ήταν απίστευτη.
Άρχισα να τον τσιμπουκώνω με λύσσα, προσπαθώντας να κάνω όσο μπορούσα καλύτερη δουλειά. Η γλώσσα μου έπαιζε τρελά παιχνίδια σε όλο το μήκος της πούτσας του, στριφογύριζε με μανία ενώ με το ένα μου χέρι του μάλαζα και του χούφτωνα τα αρχίδια. Έπιανα την ψωλή από τη βάση της και την έχωνα όσο πιο βαθιά μπορούσα μέσα στο λαρύγγι μου προσπαθώντας να τη χωρέσω όλη μέσα στο στόμα μου.
Βογκούσε από καύλα και μου τραβούσε το μαλλιά δίνοντας στο τσιμπούκι το ρυθμό που ήθελε αυτός. Του έπαιρνα πίπα αρκετή ώρα όταν τραβήχτηκε απότομα από το στόμα μου. «Γδύσου!» με πρόσταξε, χωρίς να περιμένει απάντηση κι εγώ δεν μπορούσα παρά να υπακούσω.
Έβγαλα αργά όσα ρούχα είχαν απομείνει στη θέση τους και έμεινα με τα εσώρουχα και τις ζαρτιέρες. Αυτός είχε πια μεταμορφωθεί σε ένα πραγματικό θηρίο, ένα ζώο, που χόρταινε με το θέαμα που είχε μπροστά στο μάτια του. Τόσο μεγάλη και απότομη ήταν η αλλαγή του, που είχα αρχίσει σχεδόν να φοβάμαι. Έμοιαζε να βρίσκεται σε άλλο κόσμο, τόσο τρελαμένος από καύλα που δεν ήξερε τι έλεγε και τι έκανε.
Είχε πάρει στα χέρια του το καυλί του όση ώρα με παρακολουθούσε και το έπαιζε απίστευτα γρήγορα και δυνατά. Με πλησίασε και έχωσε το πρόσωπο του ανάμεσα στα τεράστια βυζιά μου. Δάγκωνε και ρουφούσε τις ρώγες μου με τόση δύναμη που ο πόνος αλλά και η καύλα μου ήταν απίστευτη.
- «Από την πρώτη στιγμή που σε είδα φαντάζομαι ότι χύσω πάνω στις βυζάρες σου, και να που τώρα γίνεται πραγματικότητα!», είπε.
Με έριξε πάνω στο κρεβάτι και έφερε την ψωλή του ανάμεσα στα βυζιά μου και άρχισε να μου τα γαμάει σφίγγοντας όσο πιο πολύ μπορούσε τον πούτσο του ανάμεσα τους, σε ένα φοβερό ισπανικό.
Τραβήχτηκε ξανά και άρχισε να με φιλάει, να χουφτώνει και να δαγκώνει όλο μου το σώμα κατεβαίνοντας προς τα κάτω. Μου τράβηξε απότομα το στρινγκάκι, το έβγαλε, έκανα να βγάλω τις ζαρτιέρες όμως δεν με άφησε.
- «Θέλω να σε βλέπω μ’ αυτές…», είπε κάνοντάς με να καυλώσω ακόμα περισσότερο.
Όλη αυτή την ώρα το στόμα του και τα δάχτυλα του έκαναν βόλτες πάνω σε κάθε σημείο του σώματος μου, χουφτώνοντας με αναίδεια κάθε σπιθαμή του κορμιού μου, σαν να του ανήκε δικαιωματικά. Και ήταν αλήθεια. Εκείνη τη στιγμή του ανήκα ολοκληρωτικά. Ήμουν δική του και ήθελα να του κάνω και να μου κάνει τα πάντα.
Δεν μπορούσα να πιστέψω πως αυτός ο μεγαλύτερος, παντρεμένος άντρας που τόσες φορές είχα φαντασιωθεί, που ήταν τόσα χρόνια ένας άγνωστος, κάτι το άπιαστο, βρισκόταν τώρα στο κρεβάτι μαζί μου, με έβριζε σαν να ήμουν το τελευταίο πουτανάκι του δρόμου και εγώ όχι μόνο δεν δυσανασχετούσα, αλλά ήμουν έτοιμη να του δοθώ ολοκληρωτικά και αφηνόμουν στα γούστα του.
Καύλωνα μέχρι τρέλας και ήθελα να κάνω μαζί του ότι πιο πρόστυχο και ανομολόγητο είχε περάσει ποτέ από το μυαλό μου. Όταν το πρόσωπα του πλησίασε το κατακόκκινο από την καύλα, ξυρισμένο και πλημμυρισμένο από ώρα μουνάκι μου άφησε να του ξεφύγει ένα βογγητό ηδονής
- «Καύλα, έχεις περιποιηθεί το μουνάκι σου. Το έχεις ξυρίσει για πάρτη μου. Με περίμενες, ε; Είσαι τόσο καθαρή! Είναι καύλα το μουνί σου! Θέλω να σου το γλείψω… να μου δώσεις όλα σου τα χύσια στο στόμα μου!»
Χωρίς να περιμένει δευτερόλεπτο βούτηξε τη γλώσσα του στο ορθάνοιχτο μουνάκι μου και άρχισε να γλείφει και να ρουφάει λαίμαργα, να δαγκώνει, να με πονάει, φτάνοντας με στα όρια της τρέλας. Η κλειτορίδα μου κόντευε να σπάσει, τα μουνόχειλα μου πρησμένα και κατακόκκινα από το ρούφηγμα και την καύλα. Τα δάχτυλά μου είχαν τυλιχτεί μέσα στα μαύρα μαλλιά του, σε ένα χάδι σκληρό αλλά και τρυφερό ταυτόχρονα, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να μην τον αφήσω ποτέ να φύγει.
Δεν ήθελα να μου ξεφύγει ούτε ένα κλάσμα του δευτερολέπτου από τη μαγεία της στιγμής εκείνης. Έβλεπα το πρόσωπο του να χάνεται ανάμεσα στα πόδια μου κάνοντας με να σπαρταράω από την ηδονή και σχεδόν δεν πίστευα αυτό που συνέβαινε. Σαν να κατάλαβε τι σκεφτόμουν, με κοίταξε με μάτια που γυάλιζαν από πόθο και αμέσως μου σήκωσε τα πόδια και πέρασε ένα μαξιλάρι κάτω από τη μέση μου, κάνοντας το μουνάκι μου να φτάνει σχεδόν ως το ύψος του στήθους του.
- «Θέλω να με κοιτάς που σου τρώω το μουνί. Θέλω να θυμάσαι αυτή την εικόνα…»
Καινούρια ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί μου στο άκουσμα αυτών των λέξεων. Το σώμα μου ανασηκωμένο σαν κυρτωμένο τόξο, και τα χέρια του με κρατούσαν σταθερά σ’ αυτή τη θέση χουφτώνοντάς με δυνατά από κάτω, στα κωλομέρια μου. Ήθελε να ενεργοποιήσει τη στιγμή εκείνη όλες μου τις αισθήσεις, να λειτουργούν ταυτόχρονα, με απόλυτο συγχρονισμό, προσθέτοντας ακόμα περισσότερη ένταση στην απόλυτη καύλα που με διαπερνούσε.
Τα μάτια μου είχαν καρφωθεί στο πρόσωπο του, έβλεπα τη γλώσσα του να κάνει πινελιάσματα πάνω στα ερεθισμένα μου χείλη κι ύστερα να χώνεται ολόκληρη μέσα στην καυτή μου μουνότρυπα, να μου τη γαμάει με τη γλώσσα, να βγαίνει και ξανά απ’ την αρχή. Κι όλη αυτή την ώρα το δάχτυλά του είχαν βρει το δρόμο τους και φλέρταραν ξεδιάντροπα με την πίσω τρύπα μου.
Παίρνοντας υγρά από το πλημμυρισμένο μουνάκι μου προσπαθούσε αργά και καυλιάρικα να μου την ανοίξει χώνοντας σιγά - σιγά μέσα ένα δάχτυλο. Η σούφρα μου δεχόταν την εισβολή με μεγάλη ευχαρίστηση, δεν υπήρχε πόνος, μόνο κούλα, μόνο απίστευτη και ατέλειωτη καύλα. Με μια κίνηση ολόκληρο το δάχτυλό του βυθίστηκε μέσα στον κώλο μου και τώρα με γαμούσε κανονικά.
Ήμουν έτοιμη να εκραγώ όμως δεν ήθελα να τελειώσω τόσο γρήγορα. Απόλυτα συγχρονισμένος, σαν να διάβαζε τη σκέψη μου, σηκώθηκε και μου πρόταξε τον πούτσο του. Έφερε το πουτσοκέφαλό του που έκαιγε, ένα γύρο μπροστά από τα χείλη μου και με βραχνή φωνή με διέταξε να τον πάρω πάλι στο στόμα μου. Ένιωθα το καυλί του να πάλλεται όσο έσπρωχνε να χωθεί όλο και πια βαθιά μέσα στο λαρύγγι μου.
Ήθελα να πάρω όσο πιο πολύ μπορούσα μέσα στο στόμα μου, να το καταπιώ ολόκληρο. Μπορούσα να νιώσω τη γεύση από τα πρώτα υγρά που είχαν αρχίσει να στάζουν οπό το κεφαλάκι του πούτσου του. Τα αρχίδια του σκληρά, πρησμένα από όλο αυτό το χύσι που έβραζε μέσα και περίμενε να βγει και να εκτονώσει όλη του την καύλα, ακουμπούσαν στο σαγόνι μου σαν να ήθελαν κι αυτά να χωθούν μέσα.
Πλέον μου γαμούσε το στόμα κανονικά, με κλειστά τα μάτια, παραδομένος απόλυτα χωρίς καμία συναίσθηση του χώρου και του χρόνου. Ένιωθα να έχω γίνει ολόκληρη μια τρύπα. Το μουνί μου κόντευε να τρελαθεί. Ήθελα να γαμηθώ εκείνη τη στιγμή σκληρά, να τον νιώσω να χώνεται μέσα μου και να με τρυπάει ως τη μήτρα. Άφησα τον πούτσο του από το στάμα μου.
Το κατάλαβε. Με έριξε ξανά στο κρεβάτι ανάσκελα, μου σήκωσε τα πόδια δαγκώνοντάς με παντού και με σταθερές κινήσεις έφερε το πουτσοκέφαλό του στην είσοδο του μουνιού μου. Δεν άντεχα να με παιδέψει άλλο, τον ήθελα εκείνη τη στιγμή σαν τρελή. Χωρίς άλλα παιχνίδια, με μια απότομη κίνηση γλίστρησε ολόκληρος μέσα μου, καρφώνοντας με ως τον πάτο.
Φωνάζαμε, βογκούσαμε και οι δύο σαν ζώα. Γαμιόμασταν πια σαν σκυλιά. Κουνούσα τη λεκάνη μου για να συναντήσω κάθε του ώθηση και να τον πάρω όσο πιο βαθιά μπορούσα μέσα στην τρελαμένη τρύπα μου.
- «Σου αρέσει το γαμήσι; Σου αρέσει που σου σκίζω το μουνί σου;»
- «Τρελαίνομαι μωρό μου. Μη σταματάς… Ξέσκισε με! Γάμα με. Πιο δυνατά!»
- «Κοίτα πως σε γαμάει… Δες τη μαύρη ψωλή να χώνεται στη μουνάρα σου καύλα μου!»
Δεν ήθελα να βγει ποτέ από εκεί. Απολάμβανα το γαμήσι αυτό άσο ποτέ άλλοτε. Δεν μου έκανε όμως τη χάρη. Είχε άλλα σχέδια…
- «Θέλω να σου γαμήσω και τον κώλο. Θα με αφήσεις;»
- «Παρ’ τον. Είναι δικός σου… Όλες μου οι τρύπες δικές σου μωρό μου. Πάρε με από παντού. Θα σου τα δώσω όλα απόψε!»
Τα μάτια του έλαμψαν. Το πρόσωπο του πήρε άλλη έκφραση, φωτίστηκε, σαν να μην περίμενε ότι θα του δινόμουν τόσο εύκολα, τόσο ολοκληρωτικά. Δεν είχα το είχα σκοπό, δεν μπορούσα να του αρνηθώ τίποτα εκείνη τη στιγμή.
Ήθελα να γίνω η πουτάνα του, να τον χρησιμοποιήσω όπως με χρησιμοποιούσε κι εκείνος, για να γαμηθώ όπως δεν είχα γαμηθεί ποτέ άλλοτε, σκληρά, βίαια, πρόστυχα. Με μια απότομη κίνηση με γύρισε στα τέσσερα κι αμέσως άρχισε να χώνει στην πίσω τρύπα μου ένα δάχτυλο για να την προετοιμάσει. Δεν χρειάστηκε πολύ…
- «Κοίτα πώς έχει ανοίξει η σούφρα σου! Είναι έτοιμη για ξέσκισμα. Θέλει ψωλή να τη γαμήσει!»
- «Σκίσε με!», μπόρεσα να φωνάξω λαχανιασμένη.
Κι εκείνη τη στιγμή ένιωσα το πουτσοκέφαλο να χώνεται με βιασύνη στην ανοιγμένη μου κωλότρυπα. Χωρίς γαλιφιές, χωρίς λιπαντικά, χωρίς άλλη προετοιμασία, με ένα γρήγορο σπρώξιμο ολόκληρος ο πούτσος του χώθηκε στην πεινασμένη τρύπα μου. Φώναξα, πόνεσα από αυτή την βίαιη εισβολή όμως ταυτόχρονα καύλωνα απίστευτα. Τώρα με είχε εκεί που ήθελε και έκανε κουμάντο εκείνος.
Έκανα να τραβηχτώ αλλά δεν μπορούσα να κουνηθώ καθόλου, τα χέρια του με κρατούσαν σφιχτά από τη μέση, με πονούσε και βύθιζε το καυλί του μέχρι το τέρμα μου. Με σφυροκοπούσε ανελέητα, χωρίς να νοιάζεται αν πονάω, πρόστυχα και δυνατά. Γρήγορα ο πόνος μετατράπηκε σε απόλυτη καύλα και τότε άρχισα να συντονίζω τις κινήσεις μου με τις δικές του δίνοντας πια εγώ το ρυθμό.
Κωλογαμιόμουν σαν πουτάνα, ξεσκιζόμουν από πόντου και το απολάμβανα όσο ποτέ. Τα είχα δώσει όλα στο γαμιά μου κι αυτή η αίσθηση της παράδοσης και της υποταγής με καύλωνε ακόμα περισσότερο. Το χέρι μου είχε χωθεί ανάμεσα από τα πόδια μου και μαλάκιζα την κλειτορίδα μου σαν τρελή. Ήθελα να με βλέπει να τραβάω μαλακία για πάρτη του, καύλωνα να τον ακούω να φωνάζει να με βρίζει, να μου μιλάει πρόστυχα, να μου ζητάει να του μιλάω κι εγώ. Δεν υπάρχει τίποτα πιο καυλωτικό από το να σου μιλάνε πρόστυχα πάνω στο γαμήσι.
Οι σκέψεις μου διαδέχονταν η μία την άλλη… ήθελα να ουρλιάξω, να του ζητήσω να με ανοίξει, να με γαμήσει όπως δεν γάμησε καμία ως τότε, κι όμως οι λέξεις δεν έβγαιναν από το στόμα μου. Με τα δάχτυλα μου έπαιζα το μουνάκι μου σαν τρελή, μαλακιζόμουν σον σκύλα, σαν πουτάνα του δρόμου και μια ψωλή σφυροκοπούσε ανελέητα την κωλάρα μου. Ένιωθα τον οργασμό μου να έρχεται, το άγριο αυτό κωλογαμήσι μου έδινε μια άλλη πρωτόγνωρη ηδονή. Είχα γαμηθεί κι άλλες φορές από τον κώλο, όμως αυτή η φορά δεν ήταν ίδια με τις άλλες.
Δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο. Ένιωθα τα κύματα του οργασμού μου να με πνίγουν και άρχισα να χύνω ποτάμια. Η κλειτορίδα μου είχε μουδιάσει από το τρίψιμο και ο κώλος μου είχε αρχίσει να πονάει από το ξέσκισμα κι όμως έχυνα, έχυνα, έχυνα ατέλειωτα. Δεν είχα προλάβει να συνέλθω, όταν εκείνος τραβήχτηκε απότομα από μέσα μου κάνοντάς με να ουρλιάξω από τον πόνο. Κατέβηκε από το κρεβάτι και άρχισε να παίζει με μανία την ψωλή του ενώ εγώ ήμουν ακόμα στημένη στα τέσσερα μπροστά του και προσπαθούσα να ηρεμήσω, να συνέλθω από το χύσιμό μου.
- «Θέλω να σου χύσω στις βυζάρες σου!»
- «Χύσε με καύλα μου… δώσ’ τα μου όλα πάνω μου…»
Και πριν προλάβω να τελειώσω τη φράση μου, ποτάμι τα χύσια του άρχισαν να εκτοξεύονται παντού πάνω μου. Φώναζε, ούρλιαζε…
- «Πάρε το χύσι μου… πάρε… παρ’ το όλο… καύλααα!!!»
Το χύσι του καυτό έπεφτε σε κάθε ριπή, στο πρόσωπο μου, στα βυζιά μου, στα μαλλιά μου. Δεν είχα ξαναδεί άντρα να χύνει τόσο πολύ και τόση πολλή ώρα και του φώναζα:
- «Δώσ’ τα μου όλα καυλιάρη μου... χύσε με μωρό μου!!!»
Έπεσε ξέπνοος στο κρεβάτι κι εγώ πάνω του που ακόμα έσταζα από παντού από τα υγρά του. Όταν η καύλα είχε φύγει και η ένταση είχε δώσει τη θέση της σε μια γλυκιά κούραση, ένιωθα τελείως διαφορετικά. Δεν ήταν πια ο γαμιάς που με ξέσκιζε χωρίς έλεος λίγο προηγουμένως, ήταν ο άντρας που μου είχε προσφέρει απόλυτη ικανοποίηση και ήθελα να τον πάρω στην αγκαλιά μου και να τον ευχαριστήσω. Έσκυψα και τον φιλούσα τρυφερά στο στήθος, στους ώμους, στον λαιμό… ήταν τέλεια.
Σηκώθηκα και μπήκα πρώτη στο μπάνιο. Άφησα το νερό να κυλήσει πάνω μου και έμεινα ακίνητη προσπαθώντας να χαλαρώσω. Επέστρεφα στην πραγματικότητα όμως δεν ήθελα να αφήσω καμία άσχημη σκέψη να μου χαλάσει την ικανοποίηση και την πληρότητα που ένιωθα. Όταν βγήκα από το μπάνιο, τον βρήκα να κάθεται γυμνός στο σκοτάδι και να καπνίζει. Ήρεμος, σχεδόν σκεπτικός, ολότελα αλλαγμένος.
Τον πλησίασα και τον αγκάλιασα όπως ήμουν όρθια από πίσω. Μου έπιασε το χέρια, τα φίλησε και μου έδωσε μια ρουφηξιά από τα τσιγάρο του. Δεν μιλούσε κανείς μας. Δεν υπήρχε άλλωστε και τίποτα να πούμε. Δεν ξέρω τι σκεφτόταν εκείνη τη στιγμή, ήλπιζα μόνο να ήταν και για εκείνον όλα τόσο τέλεια όσο ήταν και για μένα. Ο ασυγκράτητος και παθιασμένος άντρας που είχα δει λίγο πιο πριν είχε κλειδωθεί πάλι μέσα στον δικό του κόσμο, και είχε δώσει τη θέση του ξανά στο μυστήριο.
Μετά από αυτό βρεθήκαμε ξανά άλλες 56 φορές. Η κάθε μια μοναδική, ξεχωριστή, με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μαζί του έμαθα να ζω ελεύθερα τον έρωτα, χωρίς ταμπού, χωρίς κρατήματα. Με οδήγησε σε άλλα μονοπάτια ηδονής που δεν είχα ακολουθήσει ξανά και προσπαθούσε να με κάνει να θελήσω να εξερευνήσω τα αριά μου σαν γυναίκα. Είχε αγοράσει πολλούς δονητές σε διάφορα μήκη και πάχη και προσπαθούσε να βρει τι ήταν αυτό που μου άρεσε περισσότερο. Του άρεσε να με βλέπει να παίζω μ’ αυτούς και μετά να με παίρνει από παντού.
Η φαντασία του ήταν ανεξάντλητη και σ’ αυτό το παιχνίδι με είχε πάρει κι εμένα. Μια από τις συναντήσεις μας που έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη μου ήταν όταν κάποια φορά του έδωσα ραντεβού στη σουίτα σε ένα ξενοδοχείου που είχα κλείσει. Έφτασα εκεί πρώτη, ετοίμασα το χώρο με πολλά κεριά και αισθησιακή μουσική και τον περίμενα στα σκοτάδι.
Γαμηθήκαμε άγρια εκείνο το βράδυ, ξεχαστήκαμε κάνοντας έρωτα με τις ώρες, και δοκίμασα πράγματα άγνωστα σε μένα μέχρι τότε. Ήμουν συνεχώς γεμάτη από παντού, με τους δονητές κι εκείνον, έριξε πάνω στο σώμα μου λιωμένο κερί, τραβήξαμε φωτογραφίες ενώ γαμιόμασταν σε διάφορες στάσεις και άλλα πολλά πρωτόγνωρα για μένα.
Κάναμε πολλά, τρελά παιχνίδια, και έζησα μαζί του εμπειρίες που δεν είχα ξαναζήσει. Έβλεπα με έκπληξη τον εαυτό μου να κάνει πράγματα που δεν είχα καν διανοηθεί ποτέ ότι θα μπορούσα να κάνω, πράγματα που ως τότε αποτελούσαν για μένα ταμπού. Όταν έκανε έρωτα αφηνόταν, δινόταν ολοκληρωτικά, δεν υπήρχε τίποτε άλλο για εκείνον εκείνη τη στιγμή και με τη δική του καθοδήγηση και την ασφάλεια που μου παρείχε η εμπειρία του λειτουργούσα κι εγώ έτσι και ένιωθα υπέροχα.
Μου ζητούσε να του λέω όλες μου τις φαντασιώσεις και ήταν πάντα κάτι παραπάνω από πρόθυμος να τις πραγματοποιεί. Δεν μπορώ να πω ότι ήμουν πάντα δεκτική. Πολλά από αυτά που μου ζητούσε ήταν πέρα από τα όρια μου. Ίσως βιαζόταν πολύ, ίσως δεν ήμουν εγώ ακόμα έτοιμη. Υπάρχουν εικόνες από σεξουαλικές στιγμές που ζήσαμε μαζί, που δεν θα φύγουν ποτέ από τη μνήμη μου.
Μία οπό αυτές τις εικόνες είναι όταν κάποια φορά τον είχα στήσει αρκετή ώρα σε ένα ραντεβού να περιμένει στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου. Είχε τσαντιστεί πολύ και όταν έφτασα, άνοιξε την πόρτα και χωρίς να πει τίποτα, για να με τιμωρήσει, με πέταξε στο κρεβάτι και έτσι όπως ήμουν ακόμη με όλα τα ρούχα, μπήκε βίαια μέσα μου και άρχισε να με γαμάει από πίσω.
Αυτή ήταν και η τελευταία φορά που πηδηχτήκαμε. Δεν ξέρω αν ήταν ο καλύτερος εραστής που είχα ποτέ, πάντως δεν χρειάστηκε ποτέ να προσποιηθώ, αφού πάντα με έκανε να τελειώνω έντονα και δυνατά. Δεν κάναμε γλυκό και τρυφερό έρωτα, αλλά άγριο και παθιασμένο σεξ, χωρίς συναισθηματισμούς και γλυκόλογα, χωρίς αναστολές.
Κάποιες φορές βέβαια όλα αυτά ήταν too much για μένα, αλλά εκείνο που μου άρεσε περισσότερο σε κείνον ήταν ότι χωρίς να με κάνει να πονάω, χωρίς να ασκεί πάνω μου κανενός είδους βία, ήταν πάντα ο κυρίαρχος του παιχνιδιού, είχε το «πάνω χέρι», ήταν ο άντρας που με ένα βλέμμα του και μόνο ήξερε να κάνει κουμάντο, να υποτάσσει μια γυναίκα και να την κάνει να του δοθεί απόλυτα με τη θέλησή της.
Ήξερε πότε να είναι τρυφερός και πότε άγριος και όλα αυτά με εναλλαγές απρόσμενες που κρατούσαν την ένταση και το πάθος αμείωτο και κάλυπταν κάθε στιγμή ολόκληρη τη γκάμα των συναισθημάτων.
Η «σχέση» αυτή κράτησε περίπου δύο μήνες. Ίσως οι πιο ιδιαίτεροι μήνες της ζωής μου. Ήταν δύο μήνες γενάτοι πάθος και τρέλα. Ζούσα στην κόψη του ξυραφιού, ή τουλάχιστον, έτσι ένιωθα. Μιλούσαμε συνεχώς στο τηλέφωνο και ανταλλάσσαμε ατέλειωτα μηνύματα στο κινητό. Ήταν από τις ωραιότερες περιόδους της ζωής μου. Ζούσα έντονα αλλά και παράνομα. Ένιωθα ότι είχα τα πάντα. Δεν ζητούσαμε τίποτα περισσότερο ο ένας από τον άλλον.
Ήμουν διακριτική και τυπική και το ίδιο κι εκείνος. Δεν ήμασταν ζευγάρι, δεν κυκλοφορούσαμε δημόσια, δεν κάναμε σχέδια μαζί, δεν είχαμε τίποτα κοινό. Το είχα δεχτεί, και άλλωστε δεν είχε τεθεί και ποτέ θέμα. Αυτό ήταν το καθεστώς μεταξύ μας, και οι όροι είχαν αθόρυβα συμφωνηθεί και γίνει αποδεκτοί από την αρχή. Πολλές φορές ήθελα να τον κάνω να ζηλέψει, να δείξει πως ενδιαφέρεται, ήθελα να με διεκδικήσει και όσο αυτό δεν γινόταν, τόσο τρελαινόμουν. Ήξερα, καταλάβαινα, πως βλέπει κι άλλες γυναίκες και δεν μου άφηνε περιθώρια να επενδύσω συναισθηματικά, κι αυτό, τώρα που το σκέφτομαι ήταν και το καλύτερο.
Όπως είναι όμως φυσικό, αυτά τα πράγματα δεν κρατάνε πολύ. Σύντομα το πάθος ξεφούσκωσε (από τη μεριά του κυρίως). Το ενδιαφέρον του μεταφέρθηκε σε άλλο πρόσωπο και η ιστορία μας έληξε απότομα, χωρίς να ειπωθεί το παραμικρό. Δυστυχώς κάποια γεγονότα που συνέβησαν αρκετούς μήνες μετά, και ενώ είχαμε ήδη διακόψει, μου άφησαν άσχημη γεύση.
Πήρα τα ρίσκα μου και τελικά πλήρωσα το τίμημα. Δεν αλλάζω την εμπειρία αυτή με τίποτα, όμως αν μπορούσα θα ήθελα να αλλάξω πολλά από τα πράγματα που μεσολάβησαν. Πληγώθηκαν και εκτέθηκαν άνθρωποι και πάνω απ’ όλα εγώ. Αυτό είναι το μόνο πράγμα για το οποίο μετανιώνω. Μου έμειναν πολλά ερωτηματικά, και όσο κι αν το ήθελα δεν πήρα ποτέ τις απαντήσεις που μου όφειλε. Ίσως επειδή δεν τις ζήτησα ποτέ. Ίσως και να μην άλλαζε τίποτα αν τις ζητούσα.
Έγιναν πολλά, πάρα πολλά, και αναμείχθηκαν πολλοί που δεν χρωστούσαν. Λάθος μου; Λάθος του; Δεν έχω καταλήξει. Δεν ξέρω αν έμαθε ποτέ ακριβώς όλα όσα διαδραματίστηκαν. Δεν ξέρω αν έμαθε ποτέ πως ως το τέλος τον υπερασπίστηκα με τίμημα την ίδια μου την αυτοεκτίμηση, τη στιγμή που θα μπορούσα να κοιτάξω μόνο τον εαυτό μου και να υπερασπιστώ μόνο εμένα, προκειμένου να περισώσω όση μπορούσα από την αξιοπρέπειά μου. Μια αξιοπρέπεια για την οποία ήμουν πάντα υπερήφανη και διαφύλασσα ως κόρη οφθαλμού, μια αξιοπρέπεια που στο τέλος θυσίασα για να μην έχει κανείς μας περισσότερα προβλήματα.
Εξαφανίστηκα και άλλαξα συνήθειες (πράγμα που μου στοίχισε) για να ξεχαστεί η ιστορία ως μη γενόμενη. Δεν ξέρω αν τα έμαθε ποτέ όλα αυτά, δεν ξέρω καν αν τα υποψιάστηκε. Και κυρίως δεν ξέρω αν όλο αυτό τον άγγιξε στο ελάχιστο. Ότι κι αν συνέβη πάντως, εκείνος διάλεξε την απόσταση και τη σιωπή.
Τον είδα ακόμα μερικές φορές μετά από αυτά, αρκετά καιρό ύστερα, κάτω από περίεργες και άβολες συνθήκες, όμως τίποτα πια δεν ήταν το ίδιο. Για κείνον είμαι ακόμα ένα άνομα στη μακριά λίστα των κατακτήσεων του. Εγώ, δυστυχώς, δεν μπόρεσα να κρατήσω το συναίσθημα έξω οπό όλα αυτά.
Τον ερωτεύτηκα παράφορα και δυνατά. Και το αστείο είναι πως η ένταση των συναισθημάτων μου κορυφώθηκε πολύ μετά τη λήξη της σύντομης περιπέτειάς μας. Κι αυτό γιατί, τότε, δεν είχα χρόνο για σκέψη, απλώς το ζούσα. Τώρα ευτυχώς είμαι καλά. Μπορεί να εξακολουθώ να τον σκέφτομαι, μπορεί να μην πάψω ποτέ. Από αυτόν μου έχει μείνει μόνο το μαύρο χρώμα των ματιών του και κάποια τραγούδια που ακούγαμε μαζί...
Η ιστορία αυτή είναι μια πόρτα που έκλεισε πίσω μου αφήνοντας μου πολύτιμες και αναντικατάστατες στιγμές και εμπειρίες, αλλά και μια πικρή γεύση στο στόμα. Έτσι είναι όμως αυτά. Όταν μπαίνεις σε δύσβατα μονοπάτια πρέπει να έχεις πάντα τα μάτια ανοιχτά και να είσαι προετοιμασμένος να δεχτείς τα βέλη, που σίγουρα, αργά ή γρήγορα θα σε βρουν (έτσι δεν είναι;). Και αν είσαι πολύ τυχερός, ίσως κάποια στιγμή τα σημάδια να σταματήσουν να φαίνονται.
Μακάρι να τα φέρει έτσι η τύχη και να διαβάσεις κάποτε αυτές τις γραμμές... μπορεί έστω και με αυτόν τον τρόπο να σου δοθεί η ευκαιρία να ακούσεις αυτά που δεν μπόρεσα ή δεν πρόλαβα ποτέ να σου πω. Όπως και να ‘χει να είσαι πάντα καλά και σ’ ευχαριστώ...
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία και συγγνώμη αν σας κούρασα. Ήταν μια κατάθεση ψυχής γραμμένη στις… δώδεκα παρά...
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.