Η ιστορία:
Σήμερα είναι Τετάρτη και ξύπνησα με καλή διάθεση. Η Διονυσία σηκώθηκε πάλι αγχωμένη γιατί δεν άκουσε το τηλέφωνο εχθές της είπα να ηρεμήσει και νομίζω πως χαλάρωσε λίγο αυτό που μου έκανε έκπληξη ήταν ένα όνειρο που είδε το βράδυ γιατί δεν συνηθίζει να βλέπει τέτοια όνειρα. Είχε να κάνει, εκτός από εμένα, με τον φίλο μου τον Βασίλη αλλά και με τον αδερφό μιας φίλης της Μαρίας. Της ζήτησα να μου το περιγράψει αλλά στην αρχή δίσταζε γιατί μου είπε πως δεν ήταν κάτι φυσιολογικό και αισθανόταν άβολα. Δεν την πίεσα παραπάνω για να μην αγχωθεί περισσότερο, παρόλο που με έτρωγε η περιέργεια να μάθω και έτσι σηκώθηκα να πάω για δουλειά. Το μεσημέρι όταν γύρισα φάγαμε και ξαπλώσαμε όπως κάθε μέρα. Καθώς βλέπαμε τηλεόραση μου είπε αν τελικά ήθελα να μου πει το όνειρο της γιατί αισθανόταν άβολα που δεν μου είχε πει.
- «Καλά, πες μου το να ξαλαφρώσεις» της είπα.
Μου είπε μόνο να μην ταραχτώ γιατί απλά ένα όνειρο ήταν και τίποτα περισσότερο. Ήμασταν για καφέ εγώ ο Αντρέας ο Βασίλης η Μαρία και ο αδερφός της ο Νίκος. Ο Αντρέας και ο Βασίλης δεν τον ήξεραν και εκεί γνωρίστηκαν και άρχισαν να μιλάνε για πολιτικά τον στρατό, παιχνίδια και άλλα θέματα. Εγώ μίλαγα με την Μαρία για τη δουλειά και για το πόσο άσχημα ήταν τα πράγματα στο νοσοκομείο και με τον μισθό της που δεν της έφτανε για να καλύψει τις ανάγκες του μωρού που θα ερχόταν. Εγώ είχα αγχωθεί με όλα αυτά που άκουγα και φοβόμουν για το μέλλον.
Μετά από ώρα συζήτησης, ένιωσε μια μικρή δυσφορία η Μαρία και της είπα να περπατήσουμε λίγο για να νιώσει καλύτερα και σηκωθήκαμε όλοι μαζί. Πράγματι, με ένα κρύο αεράκι που φύσαγε, άρχισε να νιώθει καλύτερα. Λέω να πάω για ξεκούραση μου είπε γιατί της πόνεσαν και τα πόδια από την μια γιατί περπατούσε και από την άλλη γιατί λόγω της εγκυμοσύνης είχαν πρηστεί λίγο. Εγώ κάθισα με τα παιδιά έξω για να πάμε μια βόλτα. Όσο προχωράγαμε προς μια λιμνούλα, παρατήρησα πως ο αέρας δυνάμωνε όλο και πιο πολύ και τους είπα να γυρίσουμε πίσω, αλλά με γράψανε κανονικά. Άλλο που δεν θέλανε να πάνε για εξερεύνηση. Ο ήλιος μόλις είχε δύσει πίσω από τα πυκνά γκρίζα σύννεφα και άρχισε να κάνει κρύο. Εμείς είχαμε φτάσει στο πάρκο της λίμνης και οι άλλοι είχαν πάει εκεί που φωλιάζουν οι πάπιες.
Είχα αρχίσει να βαριέμαι αλλά πριν αρχίσω να λέω κάτι, τους είδα που γυρνάγανε γιατί ήδη είχε αρχίσει να ψιχαλίζει. Όταν φτάσαμε στο γήπεδο, ξεκίνησε μια δυνατή βροχή που μόνο από τον θόρυβο που έκαναν οι σταγόνες στο έδαφος έμοιαζαν με λεωφόρο της Αθήνας που ακούς συνέχεια φασαρία. Βρήκαμε προσωρινό καταφύγιο στο υπόστεγο της εισόδου και μόλις κόπασε λίγο ξεκινήσαμε ξανά για την πλατεία, αλλά η τύχη δεν ήταν με το μέρος μας. Αυτή τη φορά ξεκίνησε αλλά ήταν πολύ πιο δυνατή και είχε και πολύ αέρα που τράνταζε δυνατά τα καλώδια της ΔΕΗ λες και πρόκειται να σπάγανε. Το μόνο μέρος που θα μπορούσαμε να πάμε είναι το σπίτι μας και αυτό κάναμε.
Η ώρα πλησίαζε εννέα και η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει αλλά δυνάμωνε όλο και πιο πολύ. Ο Νίκος πήρε την Μαρία να κατέβει να τον πάρει αλλά δεν μπορούσε λόγω του τρομερού πόνου στα πόδια της και σκεφτόμασταν τι μπορούσε να γίνει. Ο Βασίλης του πρότεινε να πάρουν μαζί ένα ταξί για να φύγουν αλλά για δεύτερη ατυχία τους δεν δουλεύανε λόγω απεργίας που κάνανε. Η ώρα να έχει πάει έντεκα και έξω γινόταν χαλασμός. Ο δρόμος έξω ήταν καλυμμένος με το μανιασμένο νερό που κατέβαινε από την κατηφόρα και χτυπούσε με δύναμη πάνω στο πεζοδρόμιο που κόντευε να καλυφθεί κι αυτό από το νερό. Ο Βασίλης τηλεφώνησε στην κοπέλα του να της πει πως θα καθυστερήσει λόγω του ότι δεν έχει μεταφορικό και θα περιμένει να σταματήσει η βροχή. Ωστόσο καλά περνάγαμε.. είχαμε και τα επιτραπέζια και παίζαμε περιμένοντας. Ψήσαμε και κάτι τυροπιτάκια και φάγαμε καλά. Η βροχή δεν σταμάταγε και αναγκαστικά τα παιδιά έπρεπε να μείνουν σπίτι για το βράδυ. Ειδοποίησαν ο Βασίλης είπε στην κοπέλα του για να το πει και στην μάνα του και ο Νίκος τους γονείς του.
Το πρόβλημα ήταν πως δεν είχαμε άλλες κουβέρτες να τους δώσουμε, μόνο κάτι σεντόνια τα οποία δεν μπορούσαν να προσφέρουν ζέστη εκείνη την νύχτα. Το κρύο ήταν δυνατό οπότε αναγκαστικά έπρεπε να κοιμηθούμε όλοι μαζί για να καταφέρουμε να ζεσταθούμε. Δεν ήταν και η καλύτερη ιδέα.. δεν μου άρεσε καθόλου ότι θα ξαπλώσουν εκτός από τον Αντρέα και άλλοι δυο στο κρεβάτι αλλά δεν μπορούσαμε να τους αφήσουμε να ξεπαγιάσουν. Τους έδωσε ο Αντρέας φόρμες για να είναι πιο άνετοι και πέσαμε, εγώ τέρμα αριστερά, δίπλα μου ο Αντρέας πιο δίπλα ο Νίκος και στην άλλη άκρη ο Βασίλης. Συζητήσαμε για κάποια ώρα πριν κοιμηθούμε και λέγαμε παρόλο που στριμωχτήκαμε λίγο πόσο ωραία ήταν που ήμασταν κάτω από τις κουβέρτες και έξω λυσσομανούσε η καταιγίδα.
Κατά τις δυο κατάλαβα τον Αντρέα που σηκώθηκε να πάει τουαλέτα και μέσα στην νύστα μου μπήκα πιο μέσα για να σκεπαστώ καλύτερα. Όταν γύρισε ο Αντρέας για πιο ήσυχα ξάπλωσε στην μεριά μου. Εγώ ένιωθα λίγο άβολα έτσι όπως με είχανε στριμώξει αλλά δεν μίλησα. Μετά από κανένα μισάωρο ένιωσα το χέρι του Νίκου να μου αγγίζει το πόδι. Προσπάθησα να τραβηχτώ αλλά δεν μπόρεσα να κάνω πολλά.. αυτός κοιμόταν, δεν κατάλαβε τίποτα, αλλά σιγά - σιγά έτσι όπως το κούναγε μου έτριβε κατά κάποιο τρόπο το πάνω μέρος του μπουτιού μου. Πίστευα πως θα σταματήσει και γι’ αυτό δεν έκανα τίποτα, απλά προσπάθησα να αγκαλιάσω τον Αντρέα για να γλιτώσω λίγο χώρο ώστε να βολευτώ καλύτερα και έτσι με το άλλο μου χέρι ακουμπάω την μέση του Αντρέα.
Μετά από λίγα λεπτά παρατήρησα πως ο πούτσος του Αντρέα ήταν μισο-σηκωμένος και έτσι ασυναίσθητα άρχισα να τον χαϊδεύω πολύ απαλά για να μην τον ξυπνήσω. Μετά από κάποια ώρα που τον χάιδευα του Αντρέα και είχα κλείσει τα μάτια μου για να κοιμηθώ, ένιωσα μια παλάμη να μπαίνει μέσα από την φόρμα και το εσώρουχο μου από πίσω και γύρισα ξαφνιασμένη το κεφάλι μου να δω τι έγινε. Τότε είδα τον Νίκο να είναι ξύπνιος και να μου ψιθυρίζει στο αφτί πως έχει καταλάβει τι κάνω τόση ώρα και μου είπε απλά να χαλαρώσω και να κοιμηθώ. Εγώ για να γλιτώσουμε την φασαρία μέσα στο βράδυ δεν είπα τίποτα και προσπάθησα να χαλαρώσω. Το περίεργο είναι πως κατά βάθος άρχισε να μου αρέσει η ιδέα πως χάιδευα τον πούτσο του Αντρέα ενώ ένα άλλο χέρι από πίσω μου χάιδευε τις τρυπούλες μου που σιγά - σιγά είχαν αρχίσει να μουσκεύουν.
Μετά από κάποια ώρα άρχισαν να μου βγαίνουν κάποια αγκομαχητά, γεγονός που έκανε τον Νίκο να γίνει δραστήριος και άρπαξε το χέρι που το είχα στην πούτσα του Αντρέα και το έβαλε στο δικό του πάνω από την φόρμα και κατάλαβα που του είχε σκληρύνει πολύ. Σιγά - σιγά βγάζω το άλλο μου χέρι από κάτω από τον Αντρέα και πιάνω και την δικιά του πούτσα και μην μπορώντας να κρατηθώ άλλο, αρχίζω να την παίζω έντονα. Βλέπω τον Αντρέα που ξύπνησε να με κοιτάει με ένα λάγνο βλέμμα και να μου λέει πως είμαι πολύ γαμάτο τσουλάκι. Δεν ξέρω γιατί αλλά ένιωσα πολύ ωραία. Πρώτη φορά μου συνέβαινε κάτι τέτοιο και δεν πίστευα σε καμιά περίπτωση πως θα μου άρεσε. Ο Αντρέας άρχισε να μου τρίβει το μουνάκι πάνω από την κιλότα και ο Νίκος να μου χαϊδεύει τα βυζάκια μου ενώ εγώ τους τις έπαιζα τώρα φανερά δυνατά. Τότε προς έκπληξη μου ένιωσα δυο χέρια να μου τραβάνε απότομα την φόρμα και την κιλότα προς τα κάτω και βλέπω τον Βασίλη να μου λέει:
- «Εμένα νομίζατε πως θα με αφήνατε έξω;»
Και να χώνει απότομα το κεφάλι του στο υγρό μου μουνάκι.
- «Φτάνουν τα χαδάκια!» είπε ο Αντρέας και σηκώνεται σπρώχνοντας τις κουβέρτες μακριά και μου τον δίνει στον στόμα.
Εγώ τον άρπαξα σαν λυσσασμένη και του έκανα το καλύτερο τσιμπούκι που έχω κάνει και καυλώνοντας στην ιδέα όλο και πιο πολύ πως πλέον ένας άντρας έχει βάλει το δάχτυλο του βαθειά στο κωλοτρυπίδι μου και ο άλλος ρουφήξει μανιασμένα την κλειτορίδα μου. Αυτό συνεχίστηκε για περίπου είκοσι λεπτά και μετά αφού δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο, τους είπα πως θέλω να με πηδήξουν. Τότε ο Αντρέας με ξάπλωσε στο κρεβάτι και μου κράτησε τα χεριά δυνατά λέγοντας μου να προσέχω τι εύχομαι. Τότε πήγε ο Νίκος στα πόδια μου και μου τα άνοιξε σιγά - σιγά και άρχισε με το πουτσοκέφαλο του να μου πειράζει την κλειτορίδα. Ο Βασίλης ήρθε στο πρόσωπο μου και το σκέπασε με τα χοντρά αρχίδια του λέγοντας μου να μυρίσω αυτό που θα γευτώ. σε λίγο ενώ ο Αντρέας έπαιζε πολύ έντονα με τις ρώγες μου.
Εγώ δεν ήξερα τι να σκεφτώ εκείνη την ώρα από την έκσταση και την καύλα που είχα. Άρχισα να γλείφω και να χαϊδεύω ότι μπορούσε να αγγίξει η γλώσσα και τα χέρια μου. Ο Νίκος άρχισε σιγά- σιγά να σπρώχνει το πουτσοκέφαλο του μέσα μου κάνοντας με να ανατριχιάσω από καύλα στην αρχή και από ανυπομονησία μετά, καθώς δεν αύξανε ταχύτητα, πράγμα που με τρέλαινε. Εγώ αυτό που έκανα ήταν να ρουφάω δυνατά τον πούτσο του Βασίλη και να απολαμβάνω τόσο τον Αντρέα που μου έγλειφε μανιασμένα τις θηλές. Μετά από λίγο σηκώνεται ο Αντρέας και λέει στον Νίκο να με βάλει πάνω του για να μπορέσει να με πάρει και από πίσω και μετά άρχισε να μου γλείφει τόσο απαλά και περίτεχνα την τρυπούλα μου που από μόνη της άρχισε να χαλαρώνει και να ανοίγει σιγά και δειλά.
Τότε καρφώνει με δύναμη τη γλώσσα του στο κωλοτρυπιδάκι μου που με έκανε να μου φύγει μια κραυγή ευχαρίστησης και τότε βάζει κι αυτός το χοντρό πουτσοκέφαλο του στην μικρή τρύπα μου και αρχίζει να μου το χώνει απαλά και ρυθμικά. Ενώ εγώ έγλειφα τον πούτσο και τα αρχίδια του Βασίλη, οι άλλοι δυο ανέβαζαν τον ρυθμό τους δίνοντας μου όλο και αυξανόμενα κύματα ηδονής και εγώ βογκούσα δυνατά μην αντέχοντας την καύλα. Το κορμί μου ήταν μούσκεμα από τον ιδρώτα και τα χέρια μου άρχισαν να μουδιάζουν από την ένταση. Για μια ώρα και οι τρεις άλλαζαν τις τρύπες μου και πότε με γαμούσε ο Αντρέας, πότε ο Νίκος, πότε ο Βασίλης και μην αφήνοντας οι άλλοι δυο το κωλοτρυπίδι μου και το στόμα μου να ησυχάσουν. Τότε τους είπα πως δεν αντέχω άλλο μιας και το απανωτό πήδημα με είχε κάνει να τελειώσω δυο φορές ήδη και τους είπα πως θέλω να με χύσουν και οι τρεις μέσα στον στόμα.
Αφού με βάζουν να γονατίσω στο πάτωμα, έρχονται και οι τρεις από πάνω μου κάνοντας με να μην βλέπω ψηλά τα πρόσωπα τους παρά μόνο τρία σκληρά γεμάτα φλέβες καυλιά τα οποία χάιδευαν με ένταση όλο μου το πρόσωπο. Εγώ τα έγλειφα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και τα τρία γεμίζοντας τα σάλια τα οποία έσταζαν πάνω στα κόκκινα βυζάκια μου. Η μυρωδιά των καυλιών με έκανε να σκέφτομαι το χύσι που θα έτρωγα σε λίγο και τότε ο Αντρέας μου έπιασε με βία το πρόσωπο, μου άνοιξε το στόμα και άρχισε να το καταχύνει. Το ίδιο έκαναν και οι άλλοι. Το στόμα μου γέμισε τα ζεστά χύσια τους μέχρι πάνω και ήταν τόσο πολύ που άρχισε να ξεχειλίζει από το πλάι. Εγώ προσπαθούσα να καταπιώ όσο πιο πολύ μπορούσα αφού δεν μπορούσα να το καταπιώ μονομιάς ενώ αυτό που μου είχε ξεφύγει είχε μουσκέψει τις ρώγες μου.
Η βροχή είχε σταματήσει και η ώρα είχε πάει τέσσερις και μισή. Πήγαμε, κάναμε ένα ντους να ξεπλυθούμε και μετά πέσαμε εξαντλημένοι στο κρεβάτι, ο Βασίλης με τον Νίκο στην μια μεριά κι εγώ αγκαλιά με τον Αντρέα στην άλλη. Το πρωί όταν ξυπνήσαμε, συζητήσαμε αυτό που έγινε το βράδυ και τους είπα πως ήταν απλά ένα καλό βράδυ πάθους και τίποτα παραπάνω και συμφώνησαν κι αυτοί πως που και που απλά πραγματοποιείς μια φαντασίωση σου και την ξεχνάς.. δεν κάθεσαι κολλημένος. Μετά έφυγαν αυτοί και συνεχίσαμε τη ζωή μας κανονικά σαν να μην έγινε τίποτα.
(Copyright protected OW ref: 48514)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.