Ήταν η στάση που άρεσε στο Γιώργο περισσότερο απ’ όλες που είχαμε δοκιμάσει. Είχε το κορμί μου πλήρως στη διάθεση του έτσι, τις μασχάλες μου να είναι εκτεθειμένες ακριβώς στο ύψος των ματιών του, ενώ σε κάθε χτύπημα του bullwhip που ειδικά για αυτό το λόγο είχε φέρει απ’ τη Γερμανία, το κορμί μου παρασυρόταν απ’ το ξετύλιγμα του μαστιγίου, στριφογύριζε, τρανταζόμουν και τιναζόμουν ελεύθερα προς όλες τις κατευθύνσεις. Με μαστίγωνε τις περισσότερες φορές με τα μάτια δεμένα ώστε να μη βλέπω από που θα ερχόταν η επόμενη βουρδουλιά.
Λεπτομέρειες όπως ο ιδρώτας που ανάβλυζε απ’ τις εκτεθειμένες μου μασχάλες, οι στάλες του που κυλούσαν στα πλευρά μου ή ανάμεσα στα στήθια μου, ο ήχος του βούρδουλα που σκάει πάνω στη γυμνή σάρκα να διαδέχεται το σφύριγμα που κάνει όπως σκίζει τον αέρα, το πιτσίλισμα γύρω σταγονιδίων κάτουρου και σπέρματος ανάλογα με το τι είχε προηγηθεί πριν το μαστίγωμα, ήταν που μας τρέλαιναν και τους δύο όσο κρατούσαν οι δυνάμεις μου, όσο ένιωθα να μουδιάζει όλο μου το κορμί και να απλώνεται το τσούξιμο των αλλεπάλληλων χτυπημάτων παντού πάνω μου.
Το άπλωμα σ’ όλη την επιφάνεια του κορμιού μου κάτουρου και σπέρματος όταν με ετοίμαζε για μαστίγωμα, ήταν μια λεπτομέρεια που έδινε σ’ αυτόν και σε μένα ιδιαίτερη ηδονή. Διατηρούσε ένα πλαστικό μπουκάλι λίτρου μέσα στο οποίο υπήρχε ένα μίγμα λιπαρής αρωματικής λοσιόν με μπόλικη δόση πρωινού κάτουρου και σπέρματος. Όταν με έπαιρναν διάφοροι άγνωστοι που κατά καιρούς έφερνε σπίτι για να με γαμήσουν μπρος στα μάτια του, ότι έκκριμα έχυναν πάνω μου και μπορούσε να μαζευτεί πριν πάω για μπάνιο κι αφού όλα είχαν τελειώσει, το μάζευε μέσα σ’ αυτό το μπουκάλι.
Το μίγμα καθημερινά σχεδόν ανανεωνόταν με νέα λοσιόν και πρωινό κίτρινο κάτουρο δικό μου, ή δικό του. Η μυρωδιά που έβγαινε απ’ αυτή τη μίξη και η θέα του γυμνού μου κορμιού να γυαλίζει καθώς τιναζόμουν αριστερά και δεξιά απ’ τις διαδοχικές βουρδουλιές που έπεφταν πάνω μου, ήταν ένα φοβερό αφροδισιακό για τη διέγερση την αισθήσεων κατά ομολογία όσων συμμετεχόντων είχαμε ρωτήσει. Τίναξα προς τα πίσω τα πλούσια καστανά μαλλιά μου και πρόβαλε ακόμα πιο προκλητικό το στήθος μου. Οι ορθωμένες απ’ τη καύλα ρώγες μου τράβηξαν το βλέμμα του.
- «Πλούσιο το χύσι του τύπου που σε πήδηξε στο κέντρο!», είπε ο άντρας μου αλείφοντάς το κορμί μου με το μίγμα.
Στεκόταν γυμνός απ’ τη μέση και πάνω μπρος μου και χάιδευε το γυμνό, ακινητοποιημένο κορμί μου. Με ξάφνιασε η παρατήρηση του. Νόμιζα πως απ’ το χρόνο που είχε περάσει και με τη τριβή του ρούχου πάνω μου, θα είχε φύγει ότι επίτηδες είχα αφήσει πάνω στο μπούστο μου για να τον προκαλέσω όταν γύρισα στο τραπέζι μας μετά το γαμήσι που μου έριξαν στη τουαλέτα του κέντρου. Τα χύσια τους όμως δεν είχαν στεγνώσει. Είχαν κυλήσει ανάμεσα στα στήθη μου και ήταν απλωμένα μέχρι τη μυώδη κοιλιά μου, με τη κίνησή του δε, τα ανακάτευε με το μίγμα που πασάλειβε το σώμα μου. Πάγωσα, γιατί οπότε έβλεπε τα ίχνη άλλων να έχουν μείνει πάνω μου λύσσαγε, παρ' ότι ο ίδιος με παρότρυνε να πηγαίνω μαζί τους.
- «Αυτά ήταν τα μισά αγάπη μου. Τ' άλλα μισά τα έχω καταπιεί…», είπα μ' ένα πολύ πρόστυχο ύφος.
- «Το πόσο πουτάνα είσαι το ξέρω μωρό μου. Δε χρειάζεται να μου το επιβεβαιώνεις συνέχεια. Σου έχω πει εκατοντάδες φορές πως δε θέλω να ηδονίζεσαι με άλλους. Την ηδονή που νιώθεις, θα τη δείχνεις μόνο σ’ εμένα..»
- «Δεν ολοκλήρωσα μωρό μου. Ποτέ δεν ολοκληρώνω με άλλους. Αφού το ξέρεις αυτό. Μόνο εσύ με φτάνεις σε οργασμό.»
- «Δεν ολοκλήρωσες, όμως άφησες τα χύσια τους πάνω σου για να ηδονίζεσαι με την αίσθησή τους όσο η ώρα περνούσε ε; Τώρα ήρθε η ώρα να σου δώσω ακόμα μια φορά ένα μάθημα για να μάθεις να φέρεσαι.»
- «Χτύπα με λοιπόν. Χτύπα μ' όλη σου τη δύναμη. Σου είπα ποτέ πως φοβάμαι το ξύλο;»
Στη μονοκατοικία που αγοράσαμε αμέσως μόλις παντρευτήκαμε, κάναμε ειδική παραγγελία για μονωτικά παράθυρα αλουμινίου. Αν και ήμουν μαζοχίστρια και τρελαινόμουνα να με δέρνουν τ' αρσενικά με όποιο τρόπο αυτά ήθελαν, τις κραυγές μου ήταν αδύνατο να τις συγκρατήσω. Πριν το μαστίγωμα και κάμποση ώρα μετά, έτρεχαν ζουμιά ανάμεσα στα μπούτια μου, στη σκέψη και μόνο του κορμιού μου να συστρέφεται, να δονείται απ’ τα χτυπήματα του βούρδουλα. Την ώρα του μαρτυρίου, απλά ούρλιαζα, έκλαιγα, τιναζόμουν και πάλευα γιατί πονούσα τρελά. Οι κινήσεις των βασανιστών μου ήταν πάντα στην αρχή απαλές, απλά ανεβοκατέβαζαν το μαστίγιο και το άφηναν να πέφτει με το δικό του βάρος πάνω στο κορμί μου.
Έπρεπε να τους παροτρύνω εγώ ή ο Γιώργος για να χρησιμοποιήσουν όλη τους τη δύναμη. Τότε ένιωθα τις αισθήσεις μου ν' ανεβαίνουν. Όταν ο πόνος διαχεόταν παντού πάνω στη σάρκα μου, όταν το τσούξιμο απ’ τις βουρδουλιές έπαυα να καταλαβαίνω από ποιο ακριβώς σημείο προερχόταν, όταν οι βουρδουλιές έπεφταν αλλεπάλληλες και το μόνο που ακουγόταν ήταν τα συνεχή χτυπήματα του bullwhip στη γυμνή μου σάρκα γιατί είχα πλέον χάσει κάθε δύναμη να φωνάξω, τότε ένιωθα αυτή τη καταπληκτική αίσθηση του να βυθίζομαι.
Ένιωθα ν' αφήνομαι, να παραδίδομαι, όλα γινόντουσαν απόμακρα και θολά. Το αποκορύφωμα ερχόταν όταν χωρίς να μπορώ να πάρω τα πόδια μου, μεταφερόμουν ξέπνοη στα χέρια των βασανιστών μου σε κάποιο χώρο για να με γαμήσουν σα μια τρύπα απλά σ’ ένα κορμί. Όσο περισσότερο εξευτελισμό μ' έκαναν να νιώσω, τόσο περισσότερο ανέβαινε η λίμπιντό μου.
Έκλεισα τα μάτια μου, γιατί είδα το χέρι του Γιώργου να σηκώνεται. Δάγκωσα τα χείλη μου. Η σάρκα μου είχε ανατριχιάσει απ’ τη προσμονή. Περίμενα το πρώτο χτύπημα. Άκουσα το σφύριγμα του bullwhip όπως κατέβαινε με δύναμη. Τυλίχτηκε γύρω απ’ το κορμί μου και η άκρη του έσκασε στα πλευρά μου. Κατάφερα να μη βγάλω «κιχ». Ήξερα πως αυτό τον τρέλαινε. Ήθελε να ουρλιάζω όταν με μαστίγωνε, ήθελε να κλαίω και να τον παρακαλάω να σταματήσει. ήθελε να βλέπει στα μάγουλά μου να κυλούν δάκρυα και να στάζουν στο πάτωμα.
Σταματούσε μόνο όταν είχα βραχνιάσει απ’ τα ουρλιαχτά, μόνο όταν τα στήθη μου καλυπτόντουσαν απ’ τα ρυάκια των δακρύων μου, μόνο όταν το κορμί μου ολόκληρο ήταν καλυμμένο απ’ τον ιδρώτα που έφερνε το πάλεμά μου και η συνεχής συστροφή των μυών μου. Άνοιξα τα μάτια έχοντας ακόμα δαγκωμένα τα χείλη μου, ενώ έσβηνε ήδη ο πόνος απ’ τη πρώτη βουρδουλιά. Δε μ' είχε συνηθίσει να μεσολαβεί χρόνος από χτύπημα σε χτύπημα.
- «Προσπαθείς να συγκρατηθείς και να μην ουρλιάξεις βρωμιάρα;»
Το μαστίγιο σηκώθηκε ξανά στον αέρα κι αυτή τη φορά τον είδα, σημάδευε τα στήθια μου. Η άκρη του έσκασε πάνω στη θηλή μου και τσίριξα.
- «Σε παρακαλώ, όχι στα στήθια μου. Πονάει πολύ!»
- «Στο είπα πως θα κλάψεις και θα παρακαλάς να σταματήσω. Απόψε θα μετανιώσεις για τη πουτανιά που σε κυριαρχεί!»
Δε μίλησα γιατί το πρόσωπό του είχε πραγματικά αγριέψει απ’ την προκλητικότητά μου. Ευτυχώς, το αλκοόλ που είχαμε καταναλώσει νωρίτερα στο μαγαζί, βοηθούσε να είναι οι αισθήσεις μου σε μια κατάσταση νάρκωσης. Τα χτυπήματα του bullwhip ήταν τώρα συνεχόμενα, δυνατά, ρυθμικά. Σταγονίδια απ’ το μίγμα κάτουρου και σπέρματος πιτσιλούσαν το πρόσωπό μου καθώς έσκαγε με δύναμη το μαστίγιο πάνω στα στήθια μου. Ο ήχος του που έσκαγε πάνω στο κορμί μου, ανακατευόταν με τα τσιριχτά μου. Ούρλιαζα από πόνο. Ήταν το σημείο που πάντα το μετάνιωνα, καθώς ο πόνος γινόταν αβάσταχτος. Τα δάκρυά μου έτρεχαν ποτάμι και ανάμεσα στα ουρλιαχτά μου έβρισκα τη δύναμη να ουρλιάξω:
- «Σε παρακαλώ μωρό μου, σταμάτα. Με σακατεύεις. Φτάνει, δε τ' αντέχω άλλο…»
Την αντίδρασή του όμως την ήξερα. Θα σταματούσε μόνο όταν αυτός θεωρούσε πως η τιμωρία μου ήταν αρκετή. Κόκκινες ραβδώσεις απλωνόντουσαν σ’ όλο μου το σώμα τώρα και τα χτυπήματά του εστιαζόντουσαν όπου η σάρκα μου ήταν λευκή. Τελειώνοντας με άφηνε πάντα για κάμποση ώρα κρεμασμένη και θαύμαζε το έργο του, ή όταν το μαστίγωμα γινόταν μπρος του από άλλους που έφερνε στο σπίτι, τους έλεγε χαρακτηριστικά:
- «Κάντε τώρα στην άκρη, να θαυμάσουμε τη τέχνη που σχηματίστηκε στο βρωμερό κορμί της!»
Έλεγε πως με κάθε μου μαστίγωμα, ένιωθε πως δημιουργούσε. Σχηματίζονταν σημάδια στο κορμί μου που όλα μαζί θαυμάζοντάς τα όταν με άφηνε ξέπνοη εκεί να κρέμομαι, του έδιναν την εικόνα της αφηρημένης τέχνης. Τις πρώτες φορές που με μαστίγωνε, έχυνε μέσα στο παντελόνι του. Δε χρειαζόταν πάνω από πέντε με έξι βουρδουλιές για να χύσει. Σταματούσε ξαφνικά και ερχόταν κοντά μου, μου τον ακουμπούσε στη κοιλιά, στα οπίσθιά μου και έχυνε. Μου άρεσε αυτό, αν και προτιμούσα μετά το ξύλο που έτρωγα να με γαμάει βίαια και να χύνει στο στόμα μου, στο κώλο μου ή στα στήθια μου.
Τον έβλεπα τώρα ανάμεσα στις συστροφές και τις συσπάσεις μου πως ήταν καυλωμένος. Έκανε ένα διάλειμμα για μερικά δευτερόλεπτα που μ' άφησε να πάρω μια ανάσα. Είχε λαχανιάσει και με γρήγορες κινήσεις έβγαλε το παντελόνι του μένοντας ολόγυμνος, με τον πούτσο του να είναι σηκωμένος σε όλο του το μεγαλείο. Ξανάπιασε το bullwhip λέγοντας:
- «Μη μου πεις πως κουράστηκες γαμημένη πόρνη;»
Με πονούσε όλο μου το κορμί απ’ το μαστίγωμα, ενώ έσταζα ολόκληρη απ’ τον ιδρώτα. Ήταν φρικτό το τσούξιμο που απλωνόταν σε όλο μου το είναι. Τίναξα ξανά τα μαλλιά μου που είχαν μπλεχτεί μπρος στα μάτια μου, χωρίς να καταφέρω να τα ρίξω πίσω. Δεν είχα τη δύναμη. Ένιωθα έτοιμη να λιποθυμήσω και οι μύες των μπράτσων μου είχαν μουδιάσει απ’ το βάρος του σώματός μου που κρεμόταν σαν τα κρέατα στο χασάπικο. Σταγόνες αίμα είχαν κάνει την εμφάνισή τους σε διάφορα σημεία στο κορμί μου, απ’ τα βίαια χτυπήματα που είχα δεχτεί. Σήκωσα αργά το κεφάλι μου και τον κοίταξα κατάματα, βρίσκοντας τη δύναμη να ξεστομίσω:
- «Σταμάτα Γιώργο σε παρακαλώ. Δεν αντέχω άλλο ξύλο…»
Ο θώρακάς μου ανεβοκατέβαινε γρήγορα και η αναπνοή μου έβγαινε σφυριχτή απ’ τα πνευμόνια μου. Ο Γιώργος έκανε μια βόλτα γύρω μου και τίναξε το μαστίγιο στον αέρα. Τη στιγμή που ήταν πίσω μου, έβαλε τα δυο του χέρια γύρω μου και έπιασε με τα δάχτυλά του τις ρώγες μου και τις έστριψε δυνατά. Ήρθε μπρος μου, κοίταξε για λίγο τις ορθωμένες μου ρώγες και έχωσε τα δάχτυλά του στο μουνί μου. Η επιθυμία γύρισε μέσα μου. Έβαλε τα δάχτυλά του στο στόμα του και γεύτηκε τα ζουμιά μου. Άγγιξε ένα σημείο που είχα ματώσει στα πλευρά μου και έγλυψε τη σταγόνα του αίματος απ’ το δάχτυλό του. Με φίλησε άγρια στα χείλη, δαγκώνοντάς μου τα.
- «Πες μου ποιος είναι ο αφέντης σου; Ποιος έχει μόνο το δικαίωμα να σου επιτρέπει να φτάνεις σε οργασμό;»
«Εσύ μωρό μου. Εσύ είσαι ο αφέντης μου και εγώ η πιστή σου σκλάβα. Είμαι ένα σκουπίδι στα χέρια σου μωρό μου. Σ’ εσένα ανήκω ολοκληρωτικά..»
- «Μίλα σκύλα. Πες μου και τι άλλο είσαι εκτός από σκουπίδι;»
- «Είμαι μια πόρνη που τη γαμάνε όσα αρσενικά βρίσκονται μπροστά της. Ένα παλιοθήλυκο είμαι που δε χρειάζεται την παραμικρή λύπηση αφέντη μου…»
- «Θέλω να σε γαμήσω τώρα!»
Με έλυσε από τα σχοινιά που με κρατούσαν δεμένη στο ταβάνι. Με σήκωσε στα γερά του μπράτσα γιατί τα πόδια μου έτρεμαν. Με μετέφερε στη μπανιέρα, όπου όσο πιο τρυφερά μπορούσε, με ακούμπησε μέσα και άνοιξε το δροσερό νερό που σαν βάλσαμο έτρεξε πάνω μου. Μπήκε κι αυτός μέσα και κάναμε μπάνιο τρίβοντας ο ένας τον άλλο με πλούσια σαπουνάδα από αρωματικά αφρόλουτρα. Με τη βελούδινη πετσέτα, σκουπιστήκαμε και κατευθυνθήκαμε προς το κρεβάτι. Με άλειψε με την αρωματική κρέμα από φύλλα φυτών που είχε βρει σε κατάστημα bdsm του εξωτερικού, όταν είχε πάει πέρυσι το καλοκαίρι για σεμινάριο, απ’ όπου είχε φέρει και το ειδικό μαστίγιο.
Τα επιδέξια δάχτυλά του, επέμειναν στο χώρο του μουνιού μου, όπου αλείβοντάς με, ένιωσα τα ξανά ζουμιά να τρέχουν. Με το που μπήκε μέσα μου, άρχισαν οι συσπάσεις και σε δευτερόλεπτα έφτανα σε πολλαπλούς οργασμούς, ταυτόχρονα μαζί του. Δε σηκωθήκαμε να πάμε να πλυθούμε. Μείναμε ξέπνοοι κι οι δυο και κοιμηθήκαμε αγκαλιασμένοι.
Συνεχίζεται...
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.