Η ιστορία που θα σας διηγηθώ διαδραματίστηκε πριν πολλά χρόνια όταν ήμουν φοιτητής στην Πάτρα και είναι πέρα για πέρα αληθινή εκτός από κάποια ονόματα.
Ήμουνα στο τέταρτο έτος και έπρεπε να εξοικονομήσω χρήματα οπότε είχα βάλει αγγελία σε τοπική εφημερίδα για να βρω κάποιον μαθητή ή μαθήτρια να τους κάνω φροντιστήριο και να τα βγάλω πέρα, μιας και ο μπαμπάς τα χρήματα που έστελνε τελείωναν στις 15 με 18 του μηνός.
Έχω επιστρέψει από τις Πασχαλινές διακοπές μου και την ώρα που ανοίγω την πόρτα ακούω να χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνω και από την άλλη άκρη ακούω γυναικεία φωνή ψιλο-μάγκικη και ήταν μια κυρία που ήθελε να κάνω μαθηματικά στην κόρη της (ξέχασα να σας πω ότι ήμουνα φυσικομαθηματική σχολή παν/μίου Πατρών στο Βιολογικό). Κλείσαμε ένα ραντεβού και πήγα από το σπίτι να κανονίσουμε τα του μαθήματος.
Το σπίτι παλαιό με ξύλινη σκάλα γωνιακή. Ανεβαίνοντας και στρίβοντας, βλέπω στο πλατύσκαλο την μαμά (καλοστεκούμενη σαραντάρα) με το τσιγάρο κρεμασμένο στο στόμα και το χέρι στη μέση να μου λέει με το που με βλέπει:
- «Έλα ρε αγόρι μου! Μαύρισε το μάτι μας να σε βρούμε!»
Συστηθήκαμε, την έλεγαν Ανθούλα και ήτανε κι από κοντά. Πράγματι καλοστεκούμενη σαραντάρα. Την ώρα που μιλάγαμε ανοίγει μια πόρτα κι εμφανίζεται ένα μικρό γύρω στο 1.60 με κάτι χειλάκια σαρκώδη και η ποδιά της (τότε φορούσαν ακόμα ποδιές τα κορίτσια) ίσα - ίσα χωρούσε μέσα τα δύο πελώρια στήθη της. Φορούσε και γυαλάκια που τονίζανε δύο όμορφα και πονηρά μάτια.
Μετά τα τυπικά πήγαμε στο δωμάτιο της μικρής να κάνουμε την πρώτη επαφή με το μάθημα και να δω κι εγώ τι ξέρει. Το μικρό είχε ήδη χάσει δύο χρονιές. Έχει καθίσει δίπλα μου στο γραφείο - βιβλιοθήκη και με είχε κάνει ψιλο-αλλήθωρο με το να κοιτάζω μία τα μπουτάκια της μέσα από την μισάνοιχτη ποδιά, και μία τα στήθια της που κοντεύανε να πεταχτούνε έξω από την ποδιά.
Κι ενώ προσπαθούσα να συγκεντρωθώ να δούμε τι θα κάνουμε από μαθηματικά, σηκώνει το στυλό της βάζει στο στόμα της το πάνω μέρος κι αρχίζει να το βάζει και να το βγάζει, καθώς επίσης και να του κάνει κάτι γλειψίματα λες και ήτανε γλειφιτζούρι.
Η πρώτη μου αντίδραση μετά από λίγο που είδα ότι το συνέχιζε, ήταν να της πιάσω το χέρι και να της το κατεβάσω, οπότε βγήκε και το περιβόητο στυλό και σταμάτησε το γλειφιτζούρι. Δεν πρόλαβε να κρυώσει το στυλό και ξανά στο στόμα και ξανά μέσα - έξω και δώστου και γλείψιμο... Οπότε εγώ ξανά της κατεβάζω το χέρι με το στυλό, λέγοντας:
- «Έλα μάτια μου, έλα Ντιάκι μου, άσε κάτω το στυλό. Μην παίζεις μαζί του κορίτσι μου…»
Και τρώω στην μούρη την απάντηση:
- «Αφού δεν έχω τίποτε άλλο να παίξω...»
Κόκκαλο ο δικός σας παιδιά, έμεινα κάγκελο. Την ξέρω ένα τέταρτο και μέσα σ' αυτό μου έχει κάνει την πούτσα κάγκελο και με έστειλε κι αδιάβαστο με την απάντησή της. Να μη σας τα πολυλογώ, προσπαθούσα να το παίζω κύριος, τρομάρα μου, και οι μέρες περνούσαν με εμένα να φεύγω πάντα καυλωμένος κι εκείνη το βιολί της.
Έχουν περάσει περίπου δύο εβδομάδες. Έχουμε γίνει φιλαράκια. Έχω μάθει ότι είναι α-γκόμενη και παρθένα και ότι η μαμά έχει κάποιο γκόμενο, τον μανάβη της γειτονιάς συγκεκριμένα.
Ένα βραδάκι ανεβαίνοντας τις σκάλες για να πάω στο διαμέρισμά μου, βρίσκω απ' έξω από την πόρτα μου την Ντία με μια φίλη μου, που έμαθα εκείνη την στιγμή ότι ήταν ξαδέλφες και ότι είχαν έλθει για να με δουν.
Άνοιξα, μπήκαμε, καθίσαμε αρκετή ώρα και κάναμε τα καλαμπούρια μας. Εγώ βρήκα ευκαιρία και κάτι μπαλαμούτιασα… Μεταξύ σοβαρού και αστείου με τα μικρά, πέρασε η ώρα και φύγανε, με την υπόσχεση ότι θα ξανάρθουν.
Δύο μέρες μετά, ένα λεπτό μετά την είσοδό μου στην μπανιέρα του σπιτιού μου, χτυπάει το κουδούνι και μιας και έλειπε ο συγκάτοικος, δένω μια πετσέτα στην μέση μου και πάω και ανοίγω την πόρτα… Και ω του θαύματος! Είναι η Ντία μόνη της.
- «Πώς από εδώ μανούλι εσύ τέτοια ώρα;»
Ήταν ώρα απογευματινού σχολείου.
- «Βαρέθηκα κι έφυγα. Εσύ μπάνιο κάνεις;»
- Όπως βλέπεις… Αν δεν σε πειράζει να τελειώσω, περίμενε στο δωμάτιό μου και σε λίγο έρχομαι».
Πράγματι, μπαίνω στο μπάνιο να αποτελειώσω και η Ντία κάθεται απ' έξω και συζητάμε, οπότε σε μια στιγμή μου λέει:
- «Σε πειράζει να μπω να καθίσω μέσα να τα λέμε από κοντά;»
Κάγκελο κι εγώ, κάγκελο κι πούτσος μου! Μόνο με την ιδέα ότι θα μπει και θα με χαϊδεύει με τα μάτια της.
- «Όχι!», της λέω. «Μπες!»
Και πράγματι μπαίνει και κάθεται στην άκρη της μπανιέρας. Παιδιά ο πούτσος μου έχει φτάσει στον αφαλό μου κι επειδή είναι και λίγο χοντρός και πάνω από το μέτριο, έχει γίνει το κέντρο της προσοχής της Ντίας.
Σε λίγο έχουμε έλθει πιο κοντά κι έχει αρχίσει να μου χαϊδεύει τον πούτσο, όχι με τα μάτια της πλέον, αλλά με τα χεράκια της και σε λίγο αρχίζει ένα αριστοτεχνικό γλείψιμο που με έστειλε στον ουρανό…
Τον βάζει και στο στόμα και αρχίζει την δουλειά που ήξερε να κάνει πολύ καλά. Μετά από λίγο έχυνα χωρίς να μπορέσω να κρατηθώ και δεν τραβήχτηκε η μικρή παρά μου τον στράγγιξε και τα κατάπιε όλα.
Ήταν μια από τις ωραιότερες πίπες που μου έχουν κάνει ποτέ και μου έχει μείνει αξέχαστη.
Θα σας έχω και συνέχεια άλλη φορά…
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.