Πίνοντας τον χυμό του, και απολαμβάνοντας το γευστικό πρωινό της Emma, ο Rathord είπε:
- Θα αργήσω σήμερα, μετά την δουλειά, έχουμε συμβούλιο στο δημαρχείο.
- Α για το φράχτη πάλι;
- Ναι ακόμα δεν έχουμε κατασταλάξει για το μέγεθος, άλλα θα βρεθεί κάποια λύση όπως πάντα.
- Ναι είμαι σίγουρη για αυτό, έχουμε ικανούς άνδρες στο συμβούλιο με πρώτο εσένα.
- Είδες τι τυχερή είσαι;…
χαμογέλασε και σηκώθηκε από την καρεκλά, και φιλώντας την στο μέτωπο, άνοιξε την πόρτα και έφυγε για την δουλειά.
Η Emma, 44 ετών, ήταν πολύ εντυπωσιακή γυναικά, με καταγωγή από το γένος των Order των ευγενών της πόλης, είχε κοντά μαλλιά τα οποία όμως τα μάζευε σχηματίζοντας ένα στεφάνι από πλεξίδες, μεγάλα γαλάζια μάτια, κομψή μύτη, και γεμάτα χείλη, καλλίγραμμα ποδιά, και μικρά στήθη, άλλα όχι τόσο μικρά ώστε να παραπονιέται.
Οι Worsted είχαν 1 κόρη. Τη Lilith. Η Lilith ξανθιά, με μακριά μαλλιά ως τους γοφούς της, γλυκά φωτεινά γαλάζια μάτια, μικρή μυτούλα και καλοσχηματισμένα χείλη. Το σώμα της δεν είχε αναδείξει ακόμα τα τελικά χαρακτηριστικά του, αν και ήταν ψηλότερη από τους συνομήλικους της. Ήταν πανέξυπνη, χαριτωμένη και δεν υπήρχε τρόπος να μη μοιράζει χαμογελά σε όποιον την συναντούσε. Ήταν πολύ καλή μαθήτρια και οι γονείς είχαν μεγάλα όνειρα για αυτή. Μάθαινε να παίζει την άρπα που υπεραγαπούσε, και ήταν πάρα πολύ καλή σε αυτό.
- Lilith πήγαινε στους Orberg να φέρεις γάλα και φυστικοβούτυρο αγάπη μου.
- Μάλιστα μητέρα…
αποκρίθηκε, και πρόσχαρη φορώντας το αγαπημένο της λευκό φόρεμα, και την χρυσή κορδέλα στα μαλλιά της πήγε στο κατάστημα. Ήταν ηλιόλουστη ήμερα, όχι πολύ ζεστή, άλλα με μια ευχάριστη νότα δροσιάς. Καθώς περνούσε από τα περιβόλια των σπιτιών και τους λουλουδένιους κήπους, αποφάσισε να κάνει μια παράκαμψη ώστε να πλησιάσει στο δάσος και να κόψει κάποια λουλούδια τα οποία άρεσαν στη μητέρα της. Καθώς μάζευε, παρατήρησε ότι ψηλά πάνω από το δάσος υπήρχε καπνός, μαύρος καπνός μακριά κάπου στο βάθος στους πρόποδες του βουνού. Την παραξένεψε αυτό άλλα, όχι τόσο ώστε να σταματήσει να μαζεύει τα λουλούδια. Πριν κινήσει να φύγει κοίταξε ακόμα μια φορά πίσω της, ανασηκώνοντας τους ώμους, μονολογώντας:
- Χμ… ποιος ξέρει τι να είναι.
Αφότου έκανε τα ψώνια της γυρνώντας στο σπίτι, άρχισε να βοηθά τη μητέρα της στην κουζίνα.
- Γλυκιά μου ξέρεις πάντα τι μου αρέσει και ειδικά αυτά τα χρυσάνθεμα, άλλα δε θέλω να απομακρύνεσαι από το κέντρο, εντάξει;…
και φιλώντας τη στο μέτωπο άρχισαν της δουλείες στην κουζίνα.
Είχε βραδιάσει και ακόμα ο Rathord δεν είχε γυρίσει. Κάτι που δεν το έκανε συχνά εκτός αν υπήρχε σοβαρός λόγος και η Emma άρχισε να ανησυχεί. Καθώς η Lilith πήγε να καθησυχάσει τη μητέρα της, χτύπησε η πόρτα τόσο δυνατά, που νομίζεις ότι κάποιος θα την έσπαζε. Πετάχτηκε η Emma και άνοιξε την πόρτα τρομοκρατημένη. Ο Rathord ήταν, εμφανώς ανήσυχος.
- Πάρε τη Lilith και πηγαίνετε στο καταφύγιο!
- Τι συμβαίνει;… ρώτησε σχεδόν δακρυσμένη η Emma
- Δεν έχουμε χρόνο για εξηγήσεις, σε λίγη ώρα θα εμφανιστούν τα πρώτα Ορκ!
ΟΡΚ; Πολλά χρονιά έχει να ακουστεί αυτό το όνομα στην Hurland! Παρ’ ότι γνώριζαν την ύπαρξη τους, ήταν περίπου πλάσματα για αυτούς μυθοπλασίας πάρα πραγματικά. Η Εmma τρέμοντας σύγκορμη μπήκε στο δωμάτιο της Lilith για να την ξυπνήσει αφού είχε ξαπλώσει κουρασμένη από τον μόχθο της ημέρας.
- Αγάπη μου σήκω… της φώναξε όσο πιο γλυκά θα μπορούσε.
- Τι έγινε μητέρα τι συμβαίνει;
- Τίποτα γλυκό μου άπλα πρέπει να φύγουμε άμεσα, μάζεψε ότι χρήσιμο έχεις, και φεύγουμε.
- Μα μητέρα πες μου…
- Lilith αμέσως… δεν έχουμε χρόνο!
Η Lilith με δάκρια στα μάτια και εμφανώς τρομαγμένη άρχισε να μαζεύει ότι θα μπορούσε να της είναι χρήσιμο για ένα ταξίδι.
Έξω στο δρόμο υπήρχε αναταραχή, με στρατιώτες να οδηγούν τις γυναίκες και τα παιδιά στο καταφύγιο με δάδες στα χεριά. Ο κόσμος έτρεχε να σωθεί. Παιδικά κλάματα παντού, ηλικιωμένοι σε κάρα όλοι κατευθυνόταν στο καταφύγιο. Οι στρατιώτες είχαν λάβει θέσεις μάχης αφού σιγουρευτήκαν, ότι όλοι είναι ασφαλείς.
Το μυαλό του Rathord έτρεχε με απίστευτη ταχύτητα, στην οικογένεια του και στο τι θα γινόταν σε αυτούς εάν κάτι κακό θα ερχόταν πάνω του. Μακριά ακόμα άλλα όσο πλησίαζαν πιο δυνατά ακουγόταν οι σάλπιγγες των Ορκ.
- 3. 000 συν 2000 Τρόλ, ανάφερε το αναγνωριστικό μικρό σώμα που έστειλαν.
Είμαστε 1000, δεν ξέρω πόσο θα αντέξουμε...
είπε ο αρχηγός των δυνάμεων της πόλης.
- Κerlinger θα αντέξουμε, μπορεί να μην έχουμε εμπλακεί πότε σε πόλεμο, αλλά κάνουμε πολύ συχνά ασκήσεις, μπορούμε να κρατήσουμε.
Ο Kerlinger. έχοντας τα μάτια του καρφωμένα στο φωτισμένο δάσος από χιλιάδες δάδες, δεν απάντησε. 1000 στρατιώτες δημιουργώντας μια γραμμή κατά το μήκος της εισόδου της πόλης. περίμεναν τα τρομακτικά αυτά οντά. Ορκ… από τα σπήλαια του Roten εκατοντάδες μιλιά μακριά και Τρόλ μισθοφόροι, απάρτιζαν το τρομερό αυτό στρατό. Τα Ορκ φορούσαν πανοπλίες γκρι χρώματος, με κράνη διάφορων τύπων, ανοικτά, άλλα κλειστά τελείως και άλλοτε με κέρατα και με δόντια αγριόχοιρων. Στα χεριά τους κρατούσαν σπάθες, τσεκουριά και δόρατα. Τρομερά στην όψη, πάνω από 2 μετρά, πράσινη σκληρή επιδερμίδα μάτια κατάμαυρα άλλα και με βαθιά πράσινα και σχήμα σαν της γάτας. Κυνόδοντες εξείχαν από το στόμα τους. Απόκοσμα βδελύγματα της φύσεως, διασταυρωμένα με κάθε είδους ζώα και πλάσματα.
Μέσα στα καταφύγιο εκατοντάδες γυναίκες παιδιά και ηλικιωμένοι μέσα σε μια τρομακτική σιωπή περίμεναν την έκβαση της μάχης. Ένα πνιγερό κλάμα των μητέρων, και παιδιών στην αγκαλιά τους έσπαζε τη σιωπή.
- Μητέρα όλα θα πάνε καλά, θα δεις, θα γυρίσει ο πατέρας και θα πηγαίνουμε για πίκ νίκ και στο ποτάμι για ψάρεμα όπως πάντα.
Η Emma κοίταξε την Lilith με στοργή, και της χαμογέλασε όσο μπορούσε πιο καθησυχαστικά. Τώρα πλέον ήταν στα 300 μετρά από τη γραμμή άμυνας ο εχθρός με γρήγορο και σταθερό βήμα βγάζοντας ζωώδες κραυγές που μπορούσαν να τρομοκρατήσουν και τον πιο γενναίο στρατιώτη.
- Όλοι με το σύνθημα μου τα δόρατα προς τον εχθρό!
Οι γραμμές επίθεσης όλο και πλησίαζαν, 200, 150, 100 μετρά! Οι καρδιές όλων ήταν έτοιμες να εκραγούν από το φόβο και την αδρεναλίνη.
- Στρατιώτες της Hurland... για τις οικογένειες και την πόλη μας!
Και τότε άρχισε η τρομερή μάχη. Ο ήχος των ασπίδων και των σπαθιών σε ένα διάλογο μίσους γέμιζε τον αέρα. Χτυπήματα, φωνές, ουρλιαχτά πόνου, ουρλιαχτά ζώων, γίνονταν ένα. Σπασμένα δόρατα, σώματα εχθρών και φίλων το ένα πάνω στο άλλο. Οι γραμμές κρατάνε, ο εχθρός πιέζει. Υποχωρεί και στέλνει νέα τμήματα πιο φρέσκα και πιο αιμοδιψή. Οι άντρες της Hurland αρχίζουν να σπάνε τις γραμμές τους, υποχωρούν άλλα όχι χωρίς πειθαρχία. Τα νέα κύματα του εχθροί είναι αδύνατο να τα κρατήσουν. Ηρωικά πέφτουν στη μάχη απελπισμένα οι στρατιώτες, άλλα η μάχη χάνεται. Τώρα πλέον το μόνο που μένει είναι να προστατέψουν τα καταφύγια και αν είναι δυνατό να φυγαδέψουν τον αδύναμο πληθυσμό. .
Μαζεύονται 150 ηρωικοί μαχητές άλλα ο εχθρός είναι παντού, δεν υπάρχει έξοδος διαφυγής. Το μόνο που μένει είναι ένας τιμητικός θάνατος, όλων. Να αποφύγουν οι γυναίκες και τα παιδιά τους τη σκλαβιά και το βιασμό.
Τα στίφη του εχθρού τους έχουν κλείσει στην είσοδο του καταφυγίου. Ο Rathord στέλνει έναν έμπιστο φίλο μέσα, ώστε με δυναμίτη αν μπει ο εχθρός να σκοτώσουν όσους μπορούν μαζί με το λαό τους. Ο Στρατιώτης μπαίνει στην αίθουσα. Τον κοιτάζουν με αγωνιά χιλιάδες μάτια.
- Norman;… φωνάζει η Emma με τρόμο καθώς είδε το γεμάτο αίματα πρόσωπο του.
Την κοίταξε άλλα δε μίλησε και άρχισε να τοποθετεί το δυναμίτη σε όλες της γωνίες της μεγάλης αίθουσας. Ένα ουρλιαχτό που θα μπορούσε να αναστήσει νεκρούς γέμισε την αίθουσα. Η Lilith έκλαιγε γοερά, παιδιά, νέες κοπέλες, ηλικιωμένοι, αγκαλιάστηκαν για μια τελευταία φορά.
Ο Norman καθώς άναβε το πρώτο φιτίλι άκουσε ουρλιαχτά, όχι τα ανθρωπινά της αίθουσας, άλλα ουρλιαχτά κτηνώδη, ουρλιαχτά πάθους για ανθρώπινη σάρκα. Έσπασε η γραμμή, όλοι είναι νεκροί. Άναψε 3 φιτιλιά αρκετής ποσότητας δυναμίτη και μόνος τους επιτέθηκε στα στίφη των εχθρών, για να κερδίσει χρόνο ώστε να προλάβουν να σκάσουν έστω αυτά που πρόλαβε να ανάψει. Με το που έπεσε νεκρός ακούστηκε η πρώτη έκρηξη. Μετά η δεύτερη και η τρίτη. Πολλοί νεκροί και από τις δυο πλευρές. Διαμελισμένα 'Ορκ, Τρόλ και άνθρωποι, πράσινο και κόκκινο αίμα αναμεμιγμένο. Πολλοί τραυματισμένοι, πολλοί ετοιμοθάνατοι, άλλα και λίγοι στριμωγμένοι σε μια γωνιά εναγκαλιζόμενοι.
Το κύμα των νεκρών εχθρών, αντικατέστησε το επόμενο. Τους επιζώντες περίμενε τραγική μοίρα.
- Μαζέψτε τους έξω...
διέταξε ο Bard, ένας αξιωματικός των Ορκ. Με την απειλή των όπλων τους οδήγησαν έξω. 18 όλοι κι όλοι οι επιζώντες... 12 κοπέλες και 6 γέροντες. Οι κοπέλες στην εφηβεία και λίγο μεγαλύτερες. Όμορφες όλες, οι περισσότερες ξανθιές, άλλες με κοντά άλλες με μακριά μαλλιά.
- Τι να κάνουμε με τους γέρους αρχηγέ;
- Μας είναι άχρηστοι, ούτε για σκλάβοι δεν κάνουν. Κάντε αυτό που ξέρετε.
Τους πήραν παράμερα και τους έσφαξαν σε λίγα λεπτά σαν πρόβατα.
- Χμ… τι έχουμε εδώ; Λίγες άλλα όμορφες, τελικά άξιζε τόσος δρόμος.
Ο Βard πλησίασε την ομορφότερη. Είχε σκυμμένο το κεφάλι και τα ξανθιά μαλλιά της κάλυπταν το πρόσωπο της. Την τράβηξε προς το μέρος του. Έβαλε τη μουσούδα του στον λαιμό της. Μύρισε ανθρώπινη τρυφερή σάρκα.
- Για να σε δούμε καλύτερα…
με μια κίνηση έσκισε με τα μεγάλα κοφτερά νυχιά του το λινό της φόρεμα. Η κοπέλα έτρεμε σύγκορμη έχοντας τα χεριά της κολλημένα στα πλευρά της, περιμένοντας τη μοίρα της. Ολόγυμνη στεκόταν μέσα στην ντροπή και τον τρόμο της.
Το Ορκ για μια στιγμή έχασε την ανάσα του από το θέαμα που παρουσιάστηκε μπροστά του. Το δέρμα της έφεγγε στο φως από τις δάδες, κατάλευκο, με 2 μικρά στήθη με ροζ ρώγες. Μια ροδοκόκκινη κοιλιά και μια τούφα ξανθιά πάνω από την αμόλυντη φωλιά της.
Την πλησίασε, ακούμπησε τη μουσούδα του στο ένα της στήθος και άρχισε να το ρουφά σφίγγοντας το άλλο. Κραυγές νίκης ακουγόταν από τον υπόλοιπο στρατό. Μετά άρχισε να γλείφει το λαιμό της και το πρόσωπο, μουρμουρίζοντας στη γλωσσά του αν άξιζε να τη φάει ή να την πηδάει.
Την έσπρωξε κάτω και αυτή έπεσε στην πλάτη της. Ανοίγοντας την πανοπλία του εμφανίστηκε σχεδόν αμέσως ο μεγάλος του πούτσος. Μια ωχρά πράσινη, ένα είδος βρωμιάς και γλίτσας με ένα μεγάλο κεφάλι που αδημονούσε να μπει στη γλυκεία και τρυφερή φωλιά της αγνής κοπέλας.
Copyright protected OW ref: 184287
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.