Η ιστορία μας ξεκινά με την οικογένεια να ετοιμαζόμαστε να πάμε σε ένα γάμο γνωστών μας. Η μητέρα μου συνήθως δε φοράει κάτι πολύ σέξι ή προκλητικό αλλά αυτή τη φορά ήταν μια οπτασία. Φορούσε ένα κοντό μαύρο φόρεμα με ανοιχτό ντεκολτέ πιο πάνω από τα γόνατα ενώ το συνόδευε με δυο σέξι μαύρα ψηλοτάκουνα παπούτσια. Αφού φτάσαμε στο σπίτι των γνωστών και κάναμε τις απαραίτητες χαιρετούρες και ευχές ξεκινήσαμε για ένα εκκλησάκι τέρμα πάνω στο βουνό. Παρκάραμε σε μια αλάνα λίγο μακριά μόνοι μας καθώς οι υπόλοιποι είχαν βρει θέση κοντά. Αφού πέρασε αρκετή ώρα χαζεύοντας την μάνα μου αλλά και άλλες όμορφες παρουσίες αποφάσισα να κάνω καμία βόλτα εκεί γύρω να περάσει ο χρόνος.
Μετά από κάνα δεκάλεπτο, γυρνώντας πίσω, έψαχναν τον κουμπάρο για να ξεκινήσουν την τελετή. Τότε με φώναξε ο πατέρας μου και μου είπε να πάρω τηλέφωνο τη μάνα μου καθώς θα ξεκινούσαμε. Εγώ του είπα πως δεν είχα το τηλέφωνο μαζί μου και θα πήγαινα ως το αυτοκίνητο να το πάρω. Μου είπε εντάξει κι έτσι ξεκίνησα για εκεί. Όταν όμως έφτασα κοντά είδα κάτι που πραγματικά με συγκλόνισε αλλά και με καύλωσε ταυτόχρονα. Η μάνα μου να τσιμπουκώνει τον κουμπάρο. Ενώ είχα μείνει κόκκαλο αποφάσισα να πάω πιο κοντά. Κρύφτηκα πίσω από ένα δέντρο ώστε να μπορώ να βλέπω και να ακούω καλύτερα.
- Τσιμπουκάρα καύλα, όλο μέσα…
της έλεγε αυτός και η μάνα μου συνέχιζε. Σε μια φάση ήταν έτοιμος να χύσει.
- Πάρ' τα όλα στην μάπα καύλα μου… φώναξε και της γέμισε το πρόσωπο με τα χύσια του.
Αυτή σηκώθηκε πήρε ένα πακέτο χαρτομάντιλα από το ντουλαπάκι και άρχισε να σκουπίζεται.
- Δεν τελειώσαμε εδώ, στο γλέντι έχει και συνέχεια…
της ψιθύρισε και η μάνα μου του χαμογέλασε. Κάπου εκεί έφυγα κι εγώ ώστε να μη γίνω αντιληπτός. Φτάνοντας πίσω στην εκκλησία είπα στον πατέρα μου ότι δεν τη βρήκα αλλά όταν εμφανίστηκε δε μπόρεσα να ακούσω την δικαιολογία της καθώς μπήκαν μέσα. Στο γλέντι έπρεπε να τους βλέπω και τους δύο για να δω τι θα κάνουν.
Καθώς φτάσαμε στο γλέντι σε ένα ωραίο ταβερνάκι χωριστήκαμε σε τραπέζια. Εγώ δίπλα στη μάνα μου να προσπαθώ να εντοπίσω τον κουμπάρο για να δω τι θα κάνουν. Που και που έριχνα κλέφτες ματιές σε εκείνον και στην μάνα μου για να δω τι θα γίνονταν. Ξαφνικά τον βλέπω να σηκώνεται και να πάει στην τουαλέτα και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα η μάνα μου κάνει το ίδιο. Εγώ δε μπορούσα να πάω μαζί της γιατί θα έβρισκε μια δικαιολογία οπότε περίμενα κανένα λεπτό και μετά έφυγα σιγά-σιγά. Η μουσική ήταν δυνατά και πλησιάζοντας στις τουαλέτες άκουσα ομιλίες από την μια οπότε χώθηκα στην ακριβώς δίπλα. Έστησα αυτί και άρχισα να ακούω
- Μ: Τι περιμένεις;… γάμα με καύλα μου!
- Κ: Θα σου ξεσκίσω τον πάτο μωρή καργιόλα…
- Μ: Αχ ναι, κάνε με πουτάνα σου!
- Κ: Θα σε ξεσκίσω μωρή καργιόλα, σου αρέσει που σε ξεσκίζω μωρή πόρνη;… τη ρωτούσε.
- Μ: Ναι, ναι, έτσι καύλα μου, ξέσκισε το τσουλάκι σου…
- Κ: Άνοιξε το στόμα σου να σε χύσω, παρ' τα όλα μέσα…
της φώναζε και εγώ ήξερα πως ήταν ώρα να φύγω για να μη με δουν. Γύρισα στο τραπέζι και μετά από λίγο και η μάνα μου. Η υπόλοιπη βραδιά κύλησε ήρεμα μέχρι που φύγαμε. Όταν γυρίσαμε σπίτι σκεφτόμουν αυτά που συνέβησαν και έχυνα.
Ελπίζω να μη σας κούρασα και περιμένω σχόλια σας γιατί οι ιστορίες συνεχίζονται.
Copyright protected OW ref: 185604
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.