Από την αρχή μου έδειξε μεγάλη συμπάθεια, θαυμασμό θα έλεγα. Ερχόταν και καθόταν δίπλα μου ή απέναντι, με άγγιζε αθώα και δεν τραβιόταν στα δικά μου αντίστοιχα «αθώα» αγγίγματα με το πλαϊνό του χεριού ή του ποδιού, κοκκίνιζε στο πρόσωπο όταν με έπιανε να κοιτάζω τα ανοικτά της πόδια μέχρι το εσώρουχο και τότε σταύρωνε τα χέρια της ανάμεσα στα πόδια, αλλά μετά ξεχνιόταν πάλι και ξανά άφηνε ελεύθερη τη θέα στα μάτια μου να χαϊδέψουν το εσωτερικό των μηρών της μέχρι το εσώρουχο.
Ήταν μια φθινοπωρινή βραδιά, που μείναμε στο σύλλογο μέχρι τις 10 περίπου το βράδυ, όταν έξω άρχισε ένα ψιλόβροχο. Η Ε. φορούσε μια μπεζ μίνι φούστα, που όλο το βράδυ μου πρόσφερε άπλετη θέα του λευκού της εσώρουχου και των καλλίγραμμων ποδιών της και ένα φαρδύ, αμάνικο μπλουζάκι, με ανοικτές μασχάλες και κουμπάκια μπροστά, όχι όλα κουμπωμένα. Της πρότεινα να την συνοδεύσω σπίτι της με το αυτοκίνητο και δέχτηκε. Έμενε λίγα χιλιόμετρα μακριά. Είχα παρκάρει περίπου 150-200 μ. μακρύτερα από το σύλλογο, όταν αρχίσαμε να πηγαίνουμε προς το αυτοκίνητό μου. Ήταν τότε που το ψιλόβροχο γύρισε σε δυνατή μπόρα. Αρχίσαμε να τρέχουμε προς το αυτοκίνητο αλλά δεν καταφέραμε παρά να φτάσουμε εντελώς μούσκεμα. Κολλούσαμε κι οι δύο από τη βροχή και είχαμε λαχανιάσει από το τρέξιμο. Κάθισε δίπλα μου και τα ρούχα της ήταν σα να έβγαινε από πισίνα, σχεδόν διάφανα, με τα εσώρουχα εμφανή, το πρόσωπο αναψοκοκκινισμένο και την αμηχανία εμφανή.
Δε μπορούσε να βάλει τη ζώνη κι έτσι πέρασα το χέρι μου γύρω της, αρχικά τρίβοντας ελαφρά το στήθος της και μετά πάνω από τους γυμνούς της μηρούς, στο πλάι. Η φούστα της είχε σηκωθεί τουλάχιστον 20 πόντους πάνω από το γόνατο, ενώ το στήθος της από το λαχάνιασμα και το άγγιγμα ανεβοκατέβαινε επαναστατημένο, κάτω από το μπλουζάκι.
Δεν ξεκινήσαμε αμέσως μέχρι να συνέλθουμε από τη βροχή και το τρέξιμο. Τα τζάμια του αμαξιού άρχισαν να θολώνουν και σε λίγο είχαμε εξασφαλίσει να αποκοπούμε από τον έξω κόσμο. Η σιωπή με τις λαχανιασμένες αναπνοές, το αυτοκίνητο με τα θολωμένα τζάμια και τη βροχή να πέφτει ασταμάτητη στην οροφή, η μικρή απόσταση που μας χώριζε έφεραν ένα ηλεκτρισμό στον αέρα. Η Ε είχε αρχίσει να αναριγά από τα βρεμένα ρούχα και το νερό που σιγά-σιγά έπεφτε τώρα από τα μαλλιά της, στο πρόσωπο και πάνω στους ώμους και το στήθος της.
Πήρα λίγα χαρτομάντηλα από το κουτί και χωρίς να την ρωτήσω έσκυψα πάνω της και άρχισα να της σκουπίζω τα πολλά νερά από το πρόσωπο και το λαιμό. Πήγε να πάρει μόνη της τα χαρτομάντηλα για να συνεχίσει αλλά δεν την άφησα. Συνέχισα στους ώμους, παραμερίζοντας λίγο το μπλουζάκι και μετά κάτω από το λαιμό, με το χέρι μου να έχει ξεκουμπώσει δύο ακόμη κουμπάκια από την μπλούζα της και να αγγίζει το γυμνό μέρος του πλούσιου στήθους της έξω από το σουτιέν. Η Ε. άφησε μια πνιχτή κραυγούλα έκπληκτη.
- Είναι εντάξει τώρα! Ψέλλισε.
- Θα κρυώσεις αν δε σε φροντίσω…
της είπα και χωρίς να ρωτήσω συνέχισα την εξερεύνηση του στήθους της. Το χέρι μου που κρατούσε τα μαντηλάκια με το πλάι της παλάμης έτριβε τη ρώγα της που είχε σκληρύνει. Δε μιλούσε, αλλά έγειρε πίσω ακουμπώντας το κεφάλι της στο κάθισμα. Δε θα αντιστεκόταν αν συνέχιζα, ήθελε απλά να τηρήσει τα προσχήματα. Έσκυψα φέρνοντας το πρόσωπο της χιλιοστά από τα χείλη της και τα ακούμπησα απαλά.
- κ. Γιώργο! Τι κάνετε; Σιγοψιθύρισε.
Δεν απάντησα, αλλά λύνοντας τη δική μου ζώνη βρέθηκα ακόμη πιο κοντά της και την ξαναφίλησα απαλά. Αναριγούσε. Άνοιξε πάλι τα χείλη της να πει κάτι, αλλά δεν βγήκε φωνή. Η γλώσσα μου χάιδεψε τα χείλη της και βρήκε την ευκαιρία να χωθεί μέσα της. Το χέρι μου είχε αφήσει τα μαντηλάκια και παραμερίζοντας το σουτιέν της έβγαλε το ένα της στήθος έξω και άρχισε να το χαϊδεύει και να το ζουλάει. Ξεκούμπωσα και τα υπόλοιπα κουμπάκια της μπλούζας και το άλλο μου χέρι πηγαίνοντας πίσω άνοιξε το σουτιέν της, αφήνοντας τώρα ελεύθερα και τα δύο στήθη της. Παρά το σκούπισμα, ακόμη έπεφταν σταγόνες νερού, που κυλούσαν σαν ρυάκια από το λαιμό στο στήθος της.
Πιασμένη ακόμη με τη ζώνη δεν μπορούσε να δοκιμάσει να ξεφύγει. Δεν ήξερε ίσως κι αν το ήθελε πια. Ίσως ζούσε και κάποια φαντασίωσή της. Τα χείλη μου κατέβηκαν από τα δικά της στο λαιμό της φιλώντας και δαγκώνοντας τον με τα χείλη και μετά πιο κάτω παίρνοντας το ένα στήθος της στο στόμα μου. Η ρώγα της είχε ερεθιστεί και ήταν σκληρή. Η αναπνοή της ήταν βαριά, όχι πια από το τρέξιμο που είχαμε κάνει.
Το δεξί της χέρι, σε μια τελευταία αδύναμη προσπάθεια άμυνας και διατήρησης των προσχημάτων, έπιασε τον καρπό από το αριστερό μου χέρι που έκανε μασάζ στο άλλο της στήθος και μου το κατέβασε. Δεν είχα όμως σταματήσει να ρουφάω και να φιλάω το άλλο της στήθος που ήταν πιο κοντά μου. Το χέρι που μου κατέβασε βρέθηκε πάνω στους γυμνούς της μηρούς. Το δέρμα της ήταν βρεμένο και ανατριχιασμένο. Άρχισα να χαϊδεύω τα πόδια της προς τα επάνω. Δεν προσπάθησε να κλείσει τα πόδια της. Η παλάμη μου ήταν τώρα στο εσώρουχό της, μουσκεμένο… όχι μόνο από τη βροχή που είχαμε φάει.
Έτριψα το μουνί της πάνω από το εσώρουχο, οδηγώντας το χέρι μου στην κλειτορίδα της και πιέζοντας ελαφρά προς τα εμπρός.
- Γιώργο τι μου κάνεις;
Διαμαρτυρήθηκε, αφήνοντας στην άκρη τα «κύριε» και τους πληθυντικούς.
- Σε θέλω…
της είπα, με τα δάκτυλά μου να παραμερίζουν το εσώρουχό της και να την χαϊδεύουν τώρα κάτω από αυτό. Το κορμί της ανασηκώθηκε να τα συναντήσει. Η φούστα είχε ανασηκωθεί πάνω από το εσώρουχο αφήνοντας την γυμνή. Ήταν πολύ υγρή. Η αναπνοή της γρήγορη και βαριά. Τα μάτια της είχαν κλείσει και το δεξί της χέρι έπαιζε με τη ρώγα που είχε μείνει παραπονεμένη. Βύθισα τα δάκτυλα μου στο μουνί της και το κορμί της τραντάχτηκε. Αναπήδησε στο κάθισμα δύο-τρεις φορές και ένα μακρόσυρτο «ωχ» έδειξε ότι είχε φτάσει σε οργασμό.
Με μια κίνηση στο μοχλό του καθίσματος της, το έγειρα πίσω και έτσι η βρέθηκε οριζόντια μέσα στο αυτοκίνητο μισοντυμένη - μισόγυμνη. Προσπάθησε να γυρίσει το πρόσωπό της προς το παράθυρο να μην με κοιτάζει, ήταν ντροπαλή, είχε αφήσει το κορμί της να χάσει τον έλεγχο. Έσκυψα και της τράβηξα το εσώρουχο προς τα κάτω και την ελευθέρωσα από όλα τα ρούχα που της είχαν απομείνει. Έβγαλα παπούτσια και κάλτσες και γδύθηκα κι εγώ. Άνοιξε δειλά τα μάτια της και με είδε γυμνό δίπλα της. Θέλησε πάλι να διαμαρτυρηθεί. Πέρασα από τη μεριά της δικής της θέσης, πάνω από τις ταχύτητες και βρέθηκα πάνω της. Τα χείλη μου δεν την άφησαν να διαμαρτυρηθεί. Άρχισαν να γεμίζουν φιλιά τα δικά της, ενώ τα χέρια μου χάιδευαν το κορμί της. Με αγκάλιασε περνώντας τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου αρχικά και χαϊδεύοντας μου τη πλάτη στην συνέχεια. Της άνοιξα τα πόδια και ακούμπησα το σκληρό μου πούτσο στο ήδη υγρό δικό της.
- Είναι η πρώτη μου φορά…
μου ψιθύρισε χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου. Κοκάλωσα, αρχικά τουλάχιστον. Παρθένα στα 27 της; Πόσοι άνδρες πριν θα είχαν φάει απόρριψη; Ήταν όχι απλά ελκυστική, αλλά με το ντύσιμο που έκανε και την αυθόρμητη αφέλειά της, κάτι παραπάνω από επιθυμητή. Την ήθελα πολύ κι έτσι συνέχισα. Άρχισα να τρίβω τον πούτσο μου στο μουνί της υγραίνοντας τον και ανοίγοντας το να με υποδεχθεί σιγά-σιγά. Με φιλούσε στο πρόσωπο και με είχε πιάσει από τους γοφούς να με τραβήξει μέσα της. Έσπρωξα λίγο και ξαναβγήκα, το επανέλαβα μερικές φορές. Ήταν πολύ υγρή και πλέον ήξερα ότι ήταν… ή τώρα ή ποτέ. Έσπρωξα βαθύτερα και ακούμπησα το τελευταίο εμπόδιο. Της έκλεισα τα χείλη με ένα φιλί σφίγγοντας το κορμί της πάνω μου, ενώ και κείνη με τραβούσε μέσα της. Μια τελευταία ώθηση, ένα πνιχτό βογγητό στιγμιαίου πόνου ανάμικτου με πάθος και ηδονή και βρέθηκα μέσα της.
Το κορμί μου άρχισε το δικό του χορό μέσα της σε ένα επιταχυνόμενο ρυθμό, βαθύτερα κάθε φορά, με το καυλί μου σκληρό να επιζητά την λύτρωση του πόθου για την Ε. Κράτησε κάμποση ώρα το ερωτικό μας πάθος, όταν την ένιωσα για άλλη μια φορά να τραντάζεται και να φτάνει. Ήταν η ώρα. Τραβήχτηκα έξω και τρίφτηκα επάνω της αφήνοντας με ελεύθερο να την πλημμυρίσω με τη σειρά μου με τα υγρά του πάθους. Μείναμε αγκαλιασμένοι και συνεχίσαμε να ανταλλάσσουμε φιλιά και τρυφερά χάδια. Δάκρυα έτρεξαν από τα μάτια της που της τα σκούπισαν τα χείλη μου. Το πρόσωπο της έδειχνε λύτρωση και ευτυχία.
Δεν ήταν η τελευταία φορά της ιστορίας μας με την Ε. Η αθώα Ε σύντομα εξελίχθηκε σε μια ερωτική σύντροφο γεμάτη πάθος, γεμάτη φαντασιώσεις που ήθελε να ζήσει και που μου ζήτησε πολλές φορές να πραγματοποιήσω, με κρυμμένο ερωτισμό που είχε μείνει για χρόνια σε καταπίεση, πριν ξεχυθεί προς τα έξω, όπως η καταιγίδα που μας έφερε κοντά.
Copyright protected OW ref: 100077
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.