- Πουτάνα…
Μουρμούρισε. Τον κοίταξα ικετευτικά, με το βλέμμα μου του δήλωνα πως του ανήκω. Τουλάχιστον για απόψε το βράδυ. Με μια απότομη κίνηση έσκισε το μαύρο string μου.
Αναστέναξα… με χαστούκισε.
- Ησυχία καργιολάκι.
Υπάκουσα. Πήρε το κατεστραμμένο εσώρουχο μου και μου το έχωσε στο στόμα. Γονάτισε μπροστά μου, σήκωσε τη φούστα και βρέθηκε εκατοστά από την σχισμή του ήδη υγρού μουνιού μου.
- Μ αρέσουν τα καλοξυρισμένα μουνάκια.
- Μ…
μπόρεσα να πω με το string να με μπουκώνει. Και τότε… τότε ξεκίνησε να με γλείφει, να με γλείφει με μια μαεστρία πρωτόγνωρη. Το μουνάκι μου ανταποκρινόταν στην παθιασμένη φροντίδα του. Ένιωθα να καίγομαι ολόκληρη. Κατέβαζα τόσα πολλά υγρά. Φοβάμαι πως ίσως ο επερχόμενος οργασμός μου τον πνίξει, δεν πειράζει όμως, είναι δυνατός άντρας και διψασμένος καθώς φαίνεται για τους χυμούς μου.
Ένιωθα σαν τη θεά Αφροδίτη κι αυτός από κάτω μου, άγρια καυλωμένος, ως άλλος μυθικός Σάτυρος, να με προσκυνάει, να προσφέρει τη γλώσσα του στα υγρά μουνόχειλα μου, στην πρησμένη κλειτορίδα μου, πόση καύλα! Βυθίζει κι ένα δάχτυλο στο ζεστό, φιλόξενο μουνί μου. Οι κινήσεις του χεριού του και της γλώσσας του τέλεια συντονισμένες, με παίζει στα δάχτυλα κυριολεκτικά. Καίω σύγκορμη. Τον πιάνω απ’ τα μαλλιά και τον σπρώχνω στο βάθος της πλημμυρισμένης από υγρά σχισμής μου. Συνεχίζει απτόητος ο καργιόλης, δεν αντέχω άλλο, ο οργασμός έρχεται σαν πυρωμένη λάβα, τον χύνω…
Τα πόδια μου λυγίζουν ελαφρώς από το βάρος της συγκλονιστικής στιγμής. Το κεφάλι μου ακουμπάει στον τοίχο που είναι πίσω μου. Σηκώνεται. Το πρόσωπο του είναι βρεγμένο από μένα. Μου βγάζει το string απ’ το στόμα και με φιλάει. Νιώθω τη γεύση μου στα χείλη του και καυλώνω ακόμα πιο άγρια. Τραβιέται, πάω να τον φιλήσω και με χαστουκίζει ξανά. Με βουτάει απ’ το μαλλί και με βάζει να γονατίσω. Κατεβάζει το παντελόνι του και μου φανερώνει τον ανταριασμένο πούτσο του. Δεν είναι πολύ μεγάλος, γύρω στα 14-15 εκατοστά αλλά είναι κατακόκκινος και οι φλέβες του πετάγονται σαν το καρδιογράφημα της καύλας του…
- Ρούφα τον ψώλα!
Σιγά μην τον αφήσω σκέφτομαι. Το στόμα μου υποδέχεται το κοντάρι του, τον νιώθω, δε θέλει τρυφερότητες και τεχνικές, θέλει να μου γαμήσει το στόμα κι αυτό μ αρέσει πολύ. Αρχίζει να μου οργώνει το λαρύγγι. Με πιάνει απ’ τα μαλλιά και με καρφώνει στη βάση του καυλιού του. Κάνω ότι πνίγομαι.
- Έτσι! Θα σε πνίξω καργιόλα!
Δεν είναι τόσο μεγάλος για να με πνίξει αλλά θα τον αφήσω να το πιστέψει, να πιστέψει ότι κανείς δε μ’ έχει γαμήσει έτσι ως τώρα. Ενώ μου πηδάει το στόμα τον κοιτάζω με ανήμπορο βλέμμα και αρχίζω να δακρύζω ψέματα.
- Σε ξεσκίζω ψώλα, κλάψε μωρή πουτάνα!
Την ίδια στιγμή η γλώσσα μου γλείφει τ αρχίδια του. Τρελαίνεται, νιώθω ότι είναι έτοιμος να αδειάσει το καυτό του χύσι στο στοματάκι μου. Βγαίνει και τον κοιτάω απορημένη.
- Τι έγινε μωρό μου;
- Όχι πουτανάκι… δε θα με κάνεις να χύσω πριν να πάρω την κωλάρα σου!
Η κωλάρα μου… βέβαια… αυτό που όλοι οι άντρες όλων των ηλικιών κοιτάνε και σχολιάζουν. Βλέπετε κάνω χρόνια χορό, Latin συγκεκριμένα κι απ’ ότι μου λένε ο κώλος μου και νεκρούς ανασταίνει. Μεγάλος, σφιχτός, ζουμερός, προκαλεί τους πάντες στο πέρασμα μου. Άγνωστοι στο μετρό, φίλοι (δικοί μου και του πατέρα μου), συγγενείς (ο θείος στο χωριό που με κάθε ευκαιρία μου τον χουφτώνει δήθεν πατρικά), γείτονες (όπως ο Τάκης καλή ώρα που τώρα ετοιμάζεται να με ξεκωλιάσει).
Με βάζει στα τέσσερα στο πάτωμα και μου σηκώνει τη φούστα. Η θέα του κώλου μου εκτίθεται στα αδηφάγα μάτια του.
- Ω να σου γαμήσω καργιόλα, τι πάτος είν’ αυτός γαμώ το σπίτι σου;
- Αυτός ο πάτος;…
τον ρωτάω ενώ τον κουνάω προκλητικά.
- Μωρή πουτάνα…
μου λέει ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να μου σφαλιαρίζει δυνατά τα ζουμερά κωλομέρια. Χωρίς προειδοποίηση, το καυλί του παραβιάζει την πίσω είσοδο μου, αλλά ξέρει από κωλοτρυπίδες φαίνεται. Ενώ είναι βίαιος γαμιάς και με σφυροκοπάει χωρίς οίκτο, δεν είναι άγαρμπος, φέρεται στην κωλάρα μου όπως της αξίζει.
- Έτσι καργιόλη, γάμα με!
- Ναι πουτάνα μου, σε ξεσκίζω καργιόλα, τι κωλάρα γαμάω ο πούστης; όλη η γειτονιά θέλει να στον γαμήσει, το ξέρεις;
- Αλήθεια μωρό μου;
- Ναι… αλλά μόνο εγώ στον γαμάω καργιόλα, μόνο εγώ!
Νιώθω το καυλί του να σφίγγει και αρχίζει να κραυγάζει:
- Αχ καργιόλα, στον χύνω τον πάτο σου, ξεκωλιάρα, παρ’ τα χύσια μου όλα μέσα στην κωλότρυπα σου…
και εκρήγνυται μέσα μου. Το πηχτό του σπέρμα πλημμυρίζει τον κώλο μου.
- Μωρό μου… μου γέμισες τον πάτο με τα χύσια σου!
- Έτσι πρέπει καύλα μου… αυτός ο κώλος να ‘ναι πάντα γεμάτος με χύσια.
Αφού καθάρισα τον πούτσο του από τη γεύση του κώλου μου, ο Τάκης ο γείτονας έκατσε στον καναπέ ξεθεωμένος και χαρούμενος, σα στρατιώτης μετά από νικηφόρα μάχη. Πήρε το κινητό του και κάπου έστειλε μήνυμα. Με κοίταξε και μου έκλεισε το μάτι.
- Πάω να κατουρήσω…
και πήγε προς την τουαλέτα. Έμεινα μόνη μου στη μέση του δωματίου. Ένιωθα το σπέρμα του να βγαίνει απ’ την κωλοτρυπίδα μου. Έβαλα το δάχτυλο μου πίσω και μάζεψα όσο μπορούσα. Το έβαλα στο στόμα μου και το κατάπια. Γαμώτο… έχει κι ωραία γεύση. Πήγα στον καναπέ και άναψα τσιγάρο. Εκείνη την ώρα ήρθε μήνυμα στο κινητό του. Το μάτι μου έπιασε το όνομα μου. Το άνοιξα. Μιλούσε με το χασάπη της γειτονιάς μας το Χρήστο. Βλέπω το διάλογο τους.
Τ : «Μόλις ξέσκισα τη Ρούλα!»
Χ : «Τη Ρούλα με την κωλάρα;»
Κοιτούσα απόλυτα ερεθισμένη το διάλογο τους, πρόστυχοι και καυλιάρηδες. Η Ρούλα με την κωλάρα, έτσι με βλέπουν κι αν εγώ ήμουν ελαφρώς προσβεβλημένη, ο κώλος μου ήταν κολακευμένος. Πήρα το κινητό του και άρχισα να πληκτρολογώ.
Τ : «Αυτή…» έγραψα, «εγώ… η Ρούλα με την κωλάρα».
Copyright protected OW ref: 180957
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.