Το e-mail μου είναι το:
Η Χριστίνα σηκώθηκε με όρεξη σήμερα. Αποφάσισε να πλύνει επιτέλους το αμάξι της. Πήγε λοιπόν στο γνωστό της πρατήριο βενζίνης και το έδωσε στον υπάλληλο να το πλύνει.
Ο υπάλληλος μπαινόβγαινε αλλά εκείνη ούτε που τον έβλεπε μέχρι τη στιγμή που την πλησίασε και της είπε:
- «Το αμάξι σας έγινε κούκλα σαν κι εσάς!»
- «Ωραία!», απάντησε εκείνη. «Θέλω να δείτε και τα λάστιχα μου, να βάλετε νερό στους υαλοκαθαριστήρες και να το φουλάρετε βενζίνη».
Το αυτοκίνητο έλαμπε σαν καινούργιο σε μια γωνία. Αυτός αφού τελείωσε με όσα εκείνη του είχε πει, την ρώτησε:
- «Θα το πάτε εσείς μέχρι την αντλία;»
- «Όχι!», του απάντησε. «Εσύ θα το πας».
Και αστειευόμενη όσο εκείνος έβαζε βενζίνη:
- «Μη με κουράζεις, έχω πολλή δουλειά σήμερα…»
Τότε εκείνος γύρισε, την κοίταξε και της είπε:
- «Θα σε χαλαρώσω εγώ κάποια μέρα..»
Το μυαλό της πήρε αμέσως στροφές και χωρίς να τα χάσει του απάντησε:
- «Σε μια ώρα στην τάδε διεύθυνση. Θα δούμε ποιος θα χαλαρώσει ποιον…»
Μπήκε στο αυτοκίνητο της κι έφυγε χωρίς να περιμένει απάντηση του.
Ακριβώς σε μια ώρα το κουδούνι της χτυπούσε. Σούφρωσε ικανοποιημένη τα χείλια της, έβαλε το ωραιότερο της χαμόγελο και άνοιξε την πόρτα.
Αυτός φορούσε ακόμα τη φόρμα του πρατηρίου αλλά δεν είχε εκείνο το μάγκικο ύφος που είχε την ώρα που της έβαζε βενζίνη.
- «Πέρασε μέσα και κάθισε. Θέλεις έναν καφέ;»
- «Ναι θα ήθελα» είπε εκείνος.
Κι άναψε τσιγάρο σίγουρος πως σε λίγη ώρα θα ‘’χαλάρωνε’’ την άγνωστη κυρία..
Εκείνη του έφερε τον καφέ και σκύβοντας ελαφρά κοντά του, του ψιθύρισε:
- «Χαλάρωσε πίνοντας το καφεδάκι σου. Εγώ πάω να φρεσκαριστώ λιγάκι..»
Εξαφανίστηκε στα μέσα δωμάτια και τον άφησε στο σαλόνι μόνο του..
Μετά από κανένα τέταρτο τον φώναξε:
- «Έλα μέσα να δούμε πως χαλαρώνεις εσύ μια κυρία!!!»
Ακολούθησε τη φωνή της και βρέθηκε σε ένα δωμάτιο που ήταν μισοσκότεινο. Μετά τον άπλετο ήλιο που έμπαινε στο σαλόνι, το ημίφως του δωματίου τον έκανε να μη βλέπει τι υπήρχε μέσα.
- «Βγάλε τα ρούχα σου και ξάπλωσε στο κρεβάτι…», άκουσε τη φωνή της.
Σαν αυτόματο, έβγαλε τα ρούχα του και ξάπλωσε στο τεράστιο κρεβάτι. Και τότε την είδε... δεν είχε καμιά σχέση με την κομψή κυρία που του γυάλισε στο βενζινάδικο. Ήταν μια.. Αφέντρα. Φορούσε ένα δερμάτινο σουτιέν και μια δερμάτινη φούστα κοντή, μπότες δερμάτινες πάνω από το γόνατο και στο χέρι της κρατούσε ένα κοντό μαστίγιο. Πήγε να κουνηθεί μα η φωνή της τον καθήλωσε:
- «Μείνε εντελώς ακίνητος. Κλείσε τα μάτια και χαλάρωσε…»
Στη στιγμή ένιωσε να παίρνει τα χέρια του και με έναν μαγικό τρόπο να τα ‘’κλειδώνει’’ με χειροπέδες στα κάγκελα του κρεβατιού.
- «Και τώρα θα δούμε ποιος θα χαλαρώσει ποιον σκλάβε…», του ψιθύρισε στο αφτί.
Ενώ την ίδια στιγμή ένιωσε το μαστίγιο της να παίζει με τον πούτσο του που όσο άκουγε αυτή τη φωνή να του ψιθυρίζει στ’ αφτί, γινόταν όλο και πιο μεγάλος.
- «Μη βγάλεις άχνα! Είσαι στα χέρια μου, μου ανήκεις. Δεν ξέρω για σένα, εγώ όμως έτσι χαλαρώνω. Γι’ αυτό γλύφτο μου σαν υπάκουο σκυλάκι κι αν μείνω ευχαριστημένη θα σε γαμήσω με το μαστίγιο μου μέχρι να χύσεις...»
Άρχισε να ανεβοκατεβάζει το μουνί της στο στόμα του όλο με πιο γρήγορους ρυθμούς μέχρι τη στιγμή που ένιωσε να χύνει πλημμυρίζοντάς τον με τα υγρά της. Κατέβηκε από πάνω του, και έπιασε τον πούτσο του με τα δυο της χέρια σφίγγοντας τον σφιχτά. Τον κράτησε ώρα έτσι χωρίς να τον χαϊδεύει μέχρι που ένιωσε να την γεμίζει με το σπέρμα του. Χωρίς να μιλήσει καθόλου πήρε το σπέρμα και του, το έβαλε στο στόμα και όσο περίσσεψε, του το έχωσε προσεχτικά στον κώλο του σπρώχνοντας το με το μαστίγιο της να μπει όλο μέσα.
Εκείνος είχε εξουθενωθεί. Δεν αντιδρούσε πια, μετά ειδικά από το έντονο χύσιμο που είχε, δεν αντέδρασε καθόλου όταν του έλυσε τα χέρια, ούτε όταν του έλυσε τα μάτια... Άκουσε τη φωνή της σαν μέσα σε όνειρο να του λέει:
- «Και τώρα ντύσου και φύγε! Την επόμενη φορά που θα θελήσεις να χαλαρώσεις μια πελάτισσα να το σκεφτείς καλά…»
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.