«Θα πάμε κάπου; Να φύγουμε από τα καθημερινά… Αλλά όχι πάλι σε νησί… Βαρέθηκα… Κάπου αλλού, εξωτικά…» είπε η Ρέα με μια ονειροπόλα έκφραση στα μάτια της.
«Που να τρέχουμε βρε κοριτσάκι μου τώρα και να μας φύγουν κι ένα κάρο λεφτά!» απάντησα…
Η λύπη που ζωγραφίστηκε όμως στο πρόσωπό της, μ’ έκανε ν αλλάξω σχεδόν αμέσως γνώμη… Έτσι κι αλλιώς, το δικαιούτανε …
Τόσα χρόνια παντρεμένοι, φρόντιζε το σπίτι, φρόντιζε τα παιδιά και εμένα δεν μου χάλαγε χατίρι…
«Άσε… Θα το ψάξω και θα βρω καμιά οικονομική λύση» πρόσθεσα, για να δω το μουτράκι της να λάμπει…
Μπήκα Internet κι άρχισα την έρευνα… Να είναι φτηνά, εξωτικά, όχι πάνω από 6-7 ώρες με αεροπλάνο και να μην μοιάζει με Ευρωπαϊκή μεγαλούπολη - όλες πάνω κάτω ίδιες είναι… Μομπάσα / Κένυα… Συνδύαζε τα περισσότερα, μαζί με Αφρικάνικο χρώμα, που δεν είχαμε ξαναδεί… Το Bamburi Beach Hotel, καμιά 20αριά λεπτά από το κέντρο, κοίταγε τον Ινδικό Ωκεανό και ήταν σχετικά φτηνό και πολυτελές… Μια ψυχή που ήταν να βγει (αυτή της τσέπης μου), θα έβγαινε όπως έπρεπε… Εξ άλλου, μετά από τόσα χρόνια γάμου, στα 35 της, η Ρέα έπρεπε να πάρει το βραβείο αντοχής με έναν απαιτητικό (στο κρεβάτι), αλλά και περιποιητικό σύζυγο, όπως ήμουν εγώ… Αφήστε, που αμέσως σκέφτηκα, ότι η αλλαγή περιβάλλοντος, θα ‘ταν ότι έπρεπε για “νέες περιπέτειες”! Μακριά απ’ τα παιδιά, απ’ τους λογαριασμούς και τις καθημερινές υποχρεώσεις, θα ‘μασταν και οι δυο πιο χαλαροί, και ίσως θα ‘βρισκα την ευκαιρία να ετοιμάσω το έδαφος, μετά από τόσα χρόνια γάμου, «γι’ άλλα κόλπα!». Μόλις το ανακοίνωσα, πέταξε από τη χαρά της!
«Ρωμανέ, είσαι απίστευτος! Καταπληκτική επιλογή!» ξεφώνισε…
Σε 2 ώρες, είχε κανονίσει «πάρκινγκ» για τα παιδιά, «κηπουρό» για τα λουλούδια, και κατάλληλο shopping με φίλη της! Παρασκευή βραδάκι στο «Ελευθέριος Βενιζέλος», (αλήθεια - τι χρειάζονται οι χιλιάδες πινακίδες στους δρόμους της Αθήνας που σε καθοδηγούν από Βορά -Νότο-Ανατολή και Δύση, προς αυτό;), η πτήση στην ώρα της και η περιπέτεια άρχιζε… Καθίσαμε σε μια τριάδα καθισμάτων, στην αριστερή πλευρά, κάπου στη μέση του αεροπλάνου, μ’ εμένα δίπλα στο παράθυρο, τη Ρέα στο κέντρο, έχοντας «γείτονά» μας, έναν ευγενέστατο Εγγλέζο κύριο, καμιά 65αριά χρονών, με πολύ όρεξη για κουβέντα… Η Ρέα φορούσε ένα κοντό γαλάζιο φορεματάκι, μ’ ένα σχετικά βαθύ άνοιγμα μπροστά, που ανάγκαζε τον κακομοίρη τον παππού να γυρνάει με κόπο τα μάτια του προς άλλη κατεύθυνση, ακόμα κι όταν μας μιλούσε. (Εγώ όπως πάντα, το διασκέδαζα!).
Το φαγητό σερβιρίστηκε, μαζεύτηκε και η προβολή της ταινίας άρχισε, με τα φώτα να έχουν χαμηλώσει, όλοι βάλαμε τα ακουστικά στ αυτιά μας για να την παρακολουθήσουμε… Στο πρώτο μισάωρο, η Ρέα έγειρε το κεφάλι της στον ώμο μου, έβγαλε τα παπούτσια της και τα ακουστικά της, μάζεψε τα πόδια της πάνω στο κάθισμα, έχοντας το κωλαράκι της γυρισμένο προς το μέρος του συνεπιβάτη μας και αποκοιμήθηκε… Το πίσω μέρος από τα μπουτάκια της, του είχε αποκαλυφθεί, ετοιμάζοντάς τον για το πρώτο του… εγκεφαλικό! Είπα να ρίξω μια κουβέρτα επάνω της, αλλά μετά μ’ έπιασε η διαβολιά, σκεφτόμενος ότι μακάρι κι εγώ στα χρόνια του, να είχα την προσφορά ενός τέτοιου… υπερθεάματος, έβγαλα τ ακουστικά μου και το ‘παιξα κι εγώ μισοκοιμισμένος… Σε κάποια στιγμή μάλιστα που αντιλήφτηκα ότι κοίταγε από την άλλη, άπλωσα το χέρι μου πίσω της και της ανέβασα το φόρεμα όσο έπαιρνε, αποκαλύπτοντας τα πάντα, επιστρέφοντας στον… «ύπνο» μου!
Ο ανθρωπάκος, πρέπει να ‘φτασε στα όρια του εμφράγματος, όπως τον έβλεπα μέσα απ’ τα μισάνοιχτα βλέφαρά μου, διστάζοντας, μα στο τέλος, προς μεγάλη μου τέρψη, τα’ αποφάσισε… Πέρασε με τρόπο το αριστερό του χέρι πάνω απ’ το διαχωριστικό και άφησε τα δάχτυλά του ν ακουμπήσουν την κατάλευκη επιδερμίδα της, έχοντας καρφωμένα τα γουρλωμένα από αγωνία μάτια του πάνω μας, προσπαθώντας να βεβαιωθεί μες το σκοτάδι, ότι κοιμόμαστε… (Τελικά, πρέπει να είμαι τελείως διεστραμμένος, γιατί ενώ πίστευα ότι θα τσαντιζόμουνα στη θέα ενός γέρου να βάζει χέρι στη γυναίκα μου, ένοιωσα τελείως ξαναμμένος! ). Λίγο λίγο, το χέρι του εξαφανίσθηκε χαμηλά μέσα στο κάθισμα, χουφτώνοντας όλο της το κωλομέρι, (δυστυχώς για μένα, το διαισθανόμουνα, αλλά δεν μπορούσα να το δω)… Το μπράτσο του ανεβοκατέβαινε αργά χαϊδεύοντάς την, ενώ το άλλο του χέρι είχε ξεκουμπώσει το παντελόνι του μπροστά και είχε χωθεί μέσα…
«Τι μου κάνεις;»… άκουσα ξαφνικά τη φωνή της Ρέας να μου σιγοψιθυρίζει στ αυτί, πιστεύοντας, ότι το δικό μου χέρι ήταν υπεύθυνο για την… διείσδυση, προσπαθώντας να μην μας πάρει… χαμπάρι ο διπλανός μας!
(Ευτυχώς που έχει ακόμα στ αυτιά του τα ακουστικά και δεν μας ακούει-σκέφτηκα).
«Μην κουνιέσαι… Ο παππούς σου βάζει χέρι» της είπα με τα χείλια μου κολλημένα στ’ αυτί της…
«Τιιιιι;» είπε, καθώς την κράταγα σφιχτά επάνω μου για να μην μετακινηθεί…
«Σσσσς!» συνέχισα… «Ας τον να το ευχαριστηθεί… Κάνε ότι κοιμάσαι» συνέχισα…
«Είσαι τελείως τρελός; Τι άλλο θα μου ζητήσεις;» απάντησε, με την αναπνοή της να βαραίνει…
«Ας τον μωρό μου… Πότε θα ξαναζήσει κάτι τέτοιο;»
«Κι εγώ τι υποτίθεται πως είμαι; Το παιχνιδάκι του;» ρώτησε, αλλά έμεινε ακίνητη…
Την ένοιωσα να ξεσφίγγεται, ενώ τα χείλια της μισάνοιξαν…
«Μα μου ανεβοκατεβάζει το δάχτυλό του στην σχισμή μου!» είπε με τα μάτια μισόκλειστα…
«Και τραβάει μαλακία…» την ενημέρωσα…
«Θα γίνω ρεζίλι! Άσε με να σηκωθώ…» παρεκάλεσε…
«Λίγο ακόμα… Δεν βλέπει κανείς… Όλοι κοιμούνται…» είπα κρατώντας την…
«Το ‘χωσε μέσα απ’ το σλιπάκι μου! Δεν μπορώ άλλο… Θα σηκωθώ!» είπε αναστατωμένη και την ίδια στιγμή, κάνοντας ότι ξυπνάει, τραβήχτηκε, κατεβάζοντας τα πόδια της στο πάτωμα…
Με απεγνωσμένες κινήσεις - τι να πρωτομαζέψει; - αυτός κουμπώθηκε και γύρισε ολόκληρος από την άλλη μεριά, για να μην τον… καταλάβουμε!
«Είσαι για τα σίδερα» μου είπε η Ρέα, πραγματικά ταραγμένη, αποφεύγοντας να κοιτάξει προς το μέρος του…
«Good morning… Κοιμηθήκατε καλά;» τον ρώτησα σκύβοντας μπροστά, όλο ευγένεια και χαμογελώντας…
(Τέλος καλό, όλα καλά, κι εγώ ακόμη καλύτερα), σκέφτηκα στην τουαλέτα που πήγα αμέσως μετά και φυσικά… όχι για να πλύνω τα χέρια μου!
Φτάσαμε ξημερώματα, με τον οδηγό απ’ το ξενοδοχείο να μας περιμένει στο αεροδρόμιο, με μια πινακίδα με τα ονόματά μας… Το δωμάτιο ήταν στον 3ο όροφο, με θέα το απέραντο γαλάζιο… Κάτω, μια μεγάλη πισίνα, περιτριγυρισμένη από φοίνικες κι άλλα παρόμοια δέντρα, κάνοντας την διάθεση ν ανεβαίνει στα ουράνια! Πετάξαμε τις βαλίτσες στο πλάι του άνετου δωματίου και ξεραθήκαμε στον ύπνο για ένα 5ωρο…
Κατά τις 12, το νερό δρόσιζε ήδη τα σώματά μας στην πισίνα και τα τροπικά κοκτέιλ κυλούσαν στο λαρύγγι μας! Ένα ζευγάρι Ελβετοί από δίπλα, γύρω στα 30 τους, ο Adrian κα η Heidi, μας έπιασε την κουβέντα… Είχαν φτάσει πριν δυο μέρες και θεωρούσαν υποχρέωσή τους να μας ενημερώσουν για τα πάντα… Απ’ ότι έλεγαν, είχαν προλάβει ήδη να γνωριστούν με τοπικούς «παράγοντες», που τους είχαν συστήσει καταπληκτικές εκδρομές! Τσιμπήσαμε όλοι μαζί club sandwiches, πίνοντας τοπική μπύρα και φεύγοντας, δώσαμε ραντεβού για το βράδυ, στο club του ξενοδοχείου…
Το show με χορευτές και τραγουδιστές, είχε τοπικό χρώμα, κλασικά για τουρίστες, αλλά αυτό που διέφερε στα μάτια μου, ήταν τα φοβερά κορμιά των μαύρων αντρών και κοριτσιών, (που δεν πρέπει να ήταν πάνω από 20 χρονών), καθώς και ο «άγριος» τρόπος που το παρουσίαζαν… Δεν μπορώ να πω όμως ότι παρακολουθήσαμε και κάτι ξεχωριστό… Αυτό που ήταν όμως ξεχωριστό, ήταν τα χείλια της Ρέας στ αυτί μου, όταν μου ψιθύρισαν: «Πω πω! Κοίτα αυτόν τον μαύρο στην δεύτερη σειρά! Φοβερό σώμα εεε;»
Νταν! Το καμπανάκι της βρωμιάς, χτύπησε στο στομάχι μου!
«Ναι μωρό μου… Φαντάζεσαι να σ’ έχει βάλει κάτω και να σου χώνει την ψωλάρα του στο μουνάκι σου;» ρώτησα επίτηδες χοντρά και άκομψα, χώνοντας την ίδια στιγμή την χούφτα μου πάνω στο μουνί της.
Στέναξε και πίεσε με το δικό της χέρι το δικό μου, βαθύτερα…
«Ξαναείχα την φαντασίωση με μαύρο, αλλά αλλιώς να το σκέφτεσαι κι αλλιώς να τον έχεις μπροστά σου» είπε λιγωμένα… «Πάμε πάνω στο δωμάτιο τώρα;» συμπλήρωσε ναζιάρικα…
Υπέγραψα για τα ποτά, χαιρετήσαμε το ζευγάρι, δίνοντας ραντεβού για αύριο και φύγαμε τρέχοντας! Στο τραπέζι του δωματίου, υπήρχε ένα μεγάλο πιάτο με 3 μαύρα και 3 λευκά κεριά, διαφόρων μεγεθών. Πήρα το μεγαλύτερο μαύρο… Πρέπει να ήταν γύρω στους 20 πόντους και με διάμετρο γύρω στους 3-4… Γύρισα και την είδα ξαπλωμένη ανάσκελα στο κρεβάτι, να βγάζει το σλιπάκι της και να μένει με τα μάτια κλειστά και ν’ ανοίγει τα πόδια! Γονάτισα μπροστά της κι άρχισα να της γλύφω το μουνί… Βόγκηξε και το στόμα της έμεινε ανοιχτό… Της το ‘χωσα μέσα του, συνεχίζοντας να τη γλύφω… Το κατάπιε με τη μία μουγκρίζοντας! Μου τ’ άρπαξε απ’ το χέρι, γύρισε μπρούμυτα, με το χέρι της ανάμεσα στα πόδια, και το ‘χωσε στο μουνάκι της… Άρχισε να γαμιέται μόνη της, με κραυγές! Ήξερα που ήταν το μυαλό της… Σάλιωσα το δάχτυλό μου και της το έχωσα στη κωλοτρυπίδα, παίζοντας συγχρόνως μαλακία και γλύφοντάς της την πλάτη! Της φύγανε πάνω στο κρεβάτι και τα δικά μου στα κωλομέρια της… Έπεσε πίσω αποκαμωμένη και τρελαμένη…
«Φοβερό!» μου είπε… «Δεν περίμενα ότι θα φτιαχνόμουνα με σκέψη για μαύρο έτσι!»
«Ε… Τότε να βρούμε έναν» είπα δοκιμάζοντας την αντίδρασή της…
«Παλάβωσες; Εδώ σέρνεται aids, πιο πολύ από παντού… Καλές είναι οι φαντασιώσεις, αλλά μέχρις εκεί…» απάντησε, κλείνοντας τα μάτια της.
Θες αυτό που μόλις έγινε, θες το ότι δεν είχαμε κοιμηθεί καλά την προηγούμενη μέρα, ο ύπνος ήρθε αμέσως…
Το πρωί αποφασίσαμε να κατέβουμε στην πόλη, με το τοπικό λεωφορείο, περισσότερο για να νοιώσουμε το «τοπικό χρώμα», αν και το ξενοδοχείο είχε δικά του μεταφορικά μέσα… Ρωτήσαμε για την στάση και για το που έπρεπε να κατέβουμε και μπήκαμε στο πρώτο που έφτασε. Αυτό που δεν μας είχαν διευκρινίσει όμως στη reception, ήταν ότι (δυστυχώς έτσι είναι ακόμη εκεί), υπάρχουν τα λεωφορεία για λευκούς και τα άλλα για τους φτωχούς μαύρους. Περιττό να σας πω, ότι μπήκαμε, χωρίς να το καταλάβουμε, στο δεύτερο, με αποτέλεσμα τα άσπρα σορτσάκια που φοράγαμε και οι δύο, μαζί με τα T-Shirts και φυσικά το λευκό μας δέρμα, να χτυπάνε σαν τη μύγα μες το γάλα! Άσε που ήταν ο ένας πάνω στον άλλο, με τη μυρωδιά του ιδρώτα να μας πνίγει από παντού… Ήδη είχαμε μετανιώσει, αλλά ήταν πολύ αργά…
Όλοι, μα όλοι, μας κοίταγαν σαν εξωγήινους, αλλά κανείς δεν είπε τίποτα… Κατορθώσαμε και στριμωχτήκαμε σε μια γωνία στο πίσω μέρος. Εγώ με την πλάτη στο τζάμι, με τη Ρέα κολλημένη, με το κωλαράκι της επάνω μου, (για να το προστατέψει από «τυχαία» αγγίγματα), σαν σαρδέλα. Πρέπει να σας πω, ότι δεν αισθανόμαστε καθόλου καλά, αλλά ούτε και ασφαλείς, όπως είχαν έρθει τα πράγματα και δεν βλέπαμε την ώρα να φτάσουμε… Για να κατέβουμε και ν αλλάξουμε λεωφορείο, ούτε συζήτηση, γιατί θα χανόμασταν και δεν θα μας έβρισκε κανείς ποτέ… Φαίνεται ότι όλο αυτό το συναίσθημα, ήταν «γραμμένο» στο κούτελό μας, γιατί τα δύο κωλόπαιδα, μπροστά στη Ρέα, την είχαν κάνει σάντουιτς και δεν τους ένοιαζε καθόλου που τους κοίταγα άγρια!
Γύρω στα 20 (δεν μπορώ να διακρίνω τις ηλικίες τους, λόγω χρώματος), μπρατσαράδες και τελείως αλήτες, δεν έδειχναν να έχουν κανένα πρόβλημα να τσακωθούν με τον ασπρουλιάρη αλλοδαπό (δηλαδή εμένα). Και φυσικά, να τον μαυρίσουν στο ξύλο! Το χέρι του ενός, ανασηκώθηκε και μπρος στα μάτια μου, ακούμπησε «τυχαία» στη ρώγα της Ρέας! Το κινούσε αριστερά-δεξιά, τρίβοντάς την… Το χέρι του άλλου, άφησε τη χειρολαβή και χώθηκε κάπου ανάμεσα στα πόδια της…
«Βοήθεια!» ψέλλισε, προσπαθώντας να στρίψει το σώμα της, αλλά μάταια… Έπεφτε απ’ τον έναν, στον άλλον…
«Τι βοήθεια, που θα μας φάνε ζωντανούς… Κάνε κουράγιο… Σε κάνα 10λεπτο κατεβαίνουμε» απάντησα…
Τα δάχτυλα τώρα, είχαν ανοίξει και είχαν σχεδόν καλύψει, όλο της το στήθος… Την ένοιωσα να σπρώχνει τον κώλο της προς τα πίσω…
«Μου ‘χει χώσει όλο το χέρι του ανάμεσα στα μπούτια μου! Δεν μπορώ να τα κρατήσω κλειστά!» μου ‘πε με τρεμάμενη φωνή…
Μέσα στη τσαντίλα, ένοιωσα και κάτι άλλο, πολύ πιο γνώριμο: Καύλα!
«Αφού δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο, άσε τον εαυτό σου ελεύθερο να το ευχαριστηθεί» της είπα στ αυτί…
«Θα σε σκοτώσω μόλις γυρίσουμε» απάντησε, αλλά σαν να μου φάνηκε ότι η φωνή της τώρα είχε γίνει λιγωμένη… Τα μάτια της έδειχναν γλαρωμένα και τα χείλια της μισάνοιξαν…
Σαν να μην έτρεχε τίποτα, το χέρι χώθηκε κάτω απ’ τη μπλούζα και είδα το σχήμα του ν’ ανεβαίνει ταχύτατα στο βυζί! Παρακολουθούσα νοιώθοντας ανήμπορος για το παραμικρό και τρομερά ξαναμμένος! Μπήκε κάτω από το σουτιέν, το έσπρωξε προς τα επάνω και απελευθερώνοντάς το, πήρε όλο το γυμνό της βυζί, μέσα στη χούφτα του…
«Μου ξεκούμπωσε το φερμουάρ του σορτ» ίσα που πρόλαβε να πει, πριν το τεράστιο μαύρο χέρι του άλλου, εξαφανισθεί μέσα στο σλιπάκι της… Νοιώθοντας την ανίκανη να αντιδράσει πια κι έχοντας αποφασίσει να απολαύσω την εμπειρία, έχωσα το παπούτσι μου ανάμεσα στα δικά της και της έσπρωξα λίγο προς τα έξω τα πόδια, αναγκάζοντάς τα ν ανοίξουν…
«Κι εσύ;» είπε με παράπονο…
«Ας τους» απάντησα, με τον πούτσο μου να φτάνει στο στόμα μου…
Βρίσκοντας ελεύθερο το πεδίο, τα δάχτυλα πρέπει να της χώθηκαν βαθιά στο μουνί, σπρώχνοντας ρυθμικά μέσα έξω, γιατί παρακολούθησα το σώμα της ν’ ανεβοκατεβαίνει με σταθερό ρυθμό, που όσο πέρναγε η ώρα, γινόταν εντονότερος! Δαγκωνότανε για να μην ουρλιάξει! Το άλλο χέρι, πήγαινε από το ένα βυζί στο άλλο, με το στόμα του ιδιοκτήτη του, να έχει σχεδόν ακουμπήσει στο αυτί της, βαριανασαίνοντας μέσα του! Τα μάτια μου έβλεπαν σε απόσταση τριάντα πόντων, τα βυζιά της να στύβονται, ενώ ο κώλος της τριβότανε και πίεζε τον πούτσο μου… Τα γόνατά της λύγισαν, το σώμα της τιναζόταν μπρος και πίσω, παραδομένο! Έχυσα πρώτος ή δεύτερος, μετά από αυτήν, δεν μπορώ να θυμηθώ…
Φτάσαμε στο τέρμα και οι μαυρούκοι, σε άψογα Αγγλικά, μας είπαν:
«Σας ευχαριστούμε… Στη διάθεσή σας, όποτε μας χρειαστείτε στο ξενοδοχείο σας…» είπαν ξαφνιάζοντάς με και δίνοντάς μας συγχρόνως ένα χαρτάκι με το τηλέφωνό τους κι αφήνοντάς μας άναυδους, κατέβηκαν πρώτοι κι εξαφανίσθηκαν μέσα στη κοσμοπλημμύρα της Αγοράς…
«Σε τι μέρος ήρθαμε;» ρώτησε η Ρέα με απελπισία…
«Αφού δεν πάθαμε τίποτα, να ‘σαι ευχαριστημένη» απάντησα εγώ, συμπληρώνοντας:
«Σ’ άρεσε όμως;» συνέχισα…
«Δεν ξέρω… Ήμουνα χεσμένη επάνω μου απ’ το φόβο μου… Είχα μαρμαρώσει!»
«Ναι… Αλλά σ’ άρεσε όμως;» επέμεινα…
«Ε… Για να χύσω… Αλλά δεν θα θελα να το ξαναπεράσω για τίποτα στο κόσμο» απάντησε. «Κι εσύ δεν έκανες τίποτα για να με γλιτώσεις! Θα στο φυλάω για πάντα!»
«Μα τι θα μπορούσα να κάνω;» διαμαρτυρήθηκα… «Αλλά για να πω την αλήθεια, από την στιγμή που κατάλαβα, ότι δεν θα παθαίναμε, αλλά και δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, ένοιωσα φοβερή διέγερση και το καταευχαριστήθηκα!»
«Άντε στο διάολο κι εσύ και οι διεγέρσεις σου!» φώναξε και προχώρησε μπροστά νευριασμένη…
Γυρίσαμε τ απόγευμα, αλλά αυτή τη φορά με ταξί. Κάναμε μπάνιο στην πισίνα, με τη Ρέα να μου το «κρατάει» και να μη μου λέει κουβέντα… Ξεκουραστήκαμε στο δωμάτιο για κάνα δίωρο κι ετοιμαστήκαμε για την βραδινή μας έξοδο στο πιο πολυτελές bar-club του ξενοδοχείου. Βλέποντας την κατάσταση σαν «αποικιοκράτης», ντύθηκα λίγο παραπάνω πιο επίσημα απ’ ότι ίσως επέβαλε το εξωτικό του μέρους, ενώ η Ρέα, ακολουθώντας τον «κώδικα» της δικής μου εμφάνισης, αξιοποίησε μια μαύρη τουαλέτα (που την είχε κρυμμένη;), με μεγάλα ανοίγματα μπρος και πίσω… Φάνταζε πανέμορφη, με τα μεγάλα λευκά της στήθη να προβάλουν σαν πίνακας ζωγραφικής και με το ύφασμα στο πίσω μέρος, ίσα που να προλαβαίνει να καλύψει το πάνω μέρος απ’ το κωλαράκι της…
Με αγκάλιασε…
«Είσαι πολύ όμορφος σήμερα!» μου είπε γλυκά…
«Σ ευχαριστώ… Κι εσύ δείχνεις απίστευτη! Ηρέμησες;» ρώτησα…
«Ναι… Είμαι πολύ καλύτερα… Δεν έπρεπε να το τραβήξω τόσο… Συγγνώμη… Άσε που τελικά, τώρα που ξεπέρασα το φόβο και τα νεύρα, μάλλον μου άρεσε που το ‘ζησα!» συμπλήρωσε μ’ ένα πονηρό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της!
«That s my girl!», αναφώνησα ξαλαφρωμένος…
Κατά τις 9 το βράδυ, συναντηθήκαμε με τους Ελβετούς στο εστιατόριο… Φάγαμε και συνεχίσαμε με χορό και ποτάκι. Στο διπλανό τραπέζι, έφτασαν δύο μαύροι, πολύ καλοντυμένοι για τα standards της περιοχής ανταλλάσσοντας αμοιβαίες φιλοφρονήσεις με τους Ελβετούς… Ήταν από τις γνωριμίες τους των προηγουμένων ημερών… Τα γκαρσόνια έδειχναν πολύ αναστατωμένα, προσπαθώντας να τους εξυπηρετήσουν, δείγμα του σεβασμού και της αναγνώρισης που τύγχαναν, εξαιτίας των αξιωμάτων τους.
Ο Kairu, ήταν γύρω στα 40, συνταγματάρχης του στρατού της Κένυα, ενώ ο Gikuyu, σαφώς πιο νέος, ήταν τοπικός μεγαλο-επιχειρηματίας. Με την άδειά μας, οι Ελβετοί τους κάλεσαν στο τραπέζι μας. Το σέρβις αμέσως άλλαξε και προς το δικό μας τραπέζι, με το προσωπικό να σκίζεται να μας εξυπηρετήσει! Πραγματικά ευχάριστοι τύποι, με τέλεια Αγγλικά και τρόπους, αλλά και με εξαιρετικό χιούμορ, ενσωματώθηκαν αμέσως στην παρέα μας. Όταν μάλιστα καταναλώσαμε το πρώτο μπουκάλι σαμπάνιας και μισοαδειάσαμε το δεύτερο, που κέρασε ο Gikuyu, νοιώσαμε ότι τους γνωρίζαμε χρόνια. Τόσα χρόνια, που όταν ζήτησε απ’ τη Ρέα να χορέψουν ένα slow κομμάτι που έπαιζε η ορχήστρα στην πίστα που ήταν ακριβώς δίπλα μας, αυτή απάντησε χωρίς δεύτερη κουβέντα “but of course!” …
Παρ όλο που το ύψος της είναι γύρω στο 1,63, πρέπει να της έριχνε 2 κεφάλια, με το δικό της ν’ ακουμπάει χαμηλά, σχεδόν στο στομάχι του και τα χέρια της σηκωμένα τελείως, να τον αγκαλιάζουν με κόπο απ’ το λαιμό… Οι δικές του χερούκλες, είχαν ενωθεί χαμηλά στη πλάτη της, κάνοντας ένα κοντράστ με τη λευκή της επιδερμίδα… Δεν ξέρω τι της έλεγε, αλλά ήταν σκασμένη στα γέλια, ρίχνοντας πίσω τα καστανά μαλλιά της, με τον υπέροχο λαιμό της να διαγράφεται σαν σε πίνακα ζωγραφικής, ενώ το κορμάκι της φάνταζε παιδικό και χανότανε μέσα στο δικό του…
Ξαφνικά η άκρη του ματιού μου έπιασε τον Kairu, να τους παρακολουθεί από το τραπέζι, έχοντας πάψει να συζητάει μαζί μας… Σηκώθηκε και τους πλησίασε…
«Μπορώ;» ρώτησε τον φίλο του, βυθίζοντας παράλληλα ένα περίεργο βλέμμα στα μάτια της Ρέας…
«Φυσικά» απάντησε εκείνος και του την «παραχώρησε»…
Ο Kairu, στα 40 του, δεν είχε την κορμοστασιά του Gikuyu, αλλά λόγω του Στρατού, ήταν πολύ καλά γυμνασμένος, πράγμα που το αναδείκνυε και το πουκάμισο που φορούσε… Όχι τόσο ψηλός, μάλλον γύρω στο 1,75, αποδείχτηκε καλύτερο… περιτύλιγμα για τη Ρέα… Και μάλλον κι αυτή κάπως έτσι θα πρέπει να ένοιωθε τα… πλοκάμια που την έσφιγγαν! Ίσως να ‘χε πιει και λιγάκι παραπάνω, γιατί τα δάχτυλά του ανεβοκατέβαιναν θρασύτατα στην γυμνή πλάτη της, (μες το ημίφως, δεν έβλεπα που κατέληγαν), ενώ το μάγουλό του ήταν κολλημένο εμφανώς στο δικό της και δεν έλεγε να ξεκολλήσει, με το στόμα του ν αγγίζει τα αυτί της, συνεχώς μουρμουρίζοντας και ξεφυσώντας μέσα του…
Και η Ρέα; Αααα… Ναι η Ρέα…
Ζαλισμένη κι αυτή απ’ τη σαμπάνια, κολλημένη σαν αυτοκόλλητο, έδειχνε να το απολαμβάνει, τρίβοντας αριστερά δεξιά το σώμα της επάνω του, στο ρυθμό της μουσικής… Πήγα τουαλέτα κι επιστρέφοντας την βρήκα καθισμένη ανάμεσά τους να χαχανίζει ανέμελα, με ότι της λέγανε, αδιαφορώντας για το τι συνέβαινε πιο κει από τους τρεις τους… Είχε το χέρι του ενός περασμένο στους ώμους της και του άλλου πάνω στο γόνατό της… Με το που με είδανε να ‘ρχομαι, μαζευτήκανε… Οι Ελβετοί - που είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό απ’ αυτά που γινόντουσαν μπροστά στα μάτια τους - αποφάσισαν, για να βγούνε από την δύσκολη θέση του… ματάκια, να πάνε για ύπνο κι έτσι πρότεινα στη Ρέα να κάνουμε το ίδιο, μιας και η ώρα είχε πάει 3 τα ξημερώματα… Άνετη, έδωσε από ένα πεταχτό φιλί στα χείλια τους και με τον αέρα μιας σταρ (!), σηκώθηκε και αναχωρήσαμε, αφήνοντας σαφώς απογοητευμένους τους νέους μας φίλους, με την υπόσχεση να βρεθούμε ξανά αύριο…
Με το που μπήκαμε στο δωμάτιο, άνοιξε το ψυγειάκι και πήρε μια mini σαμπάνια…
«Σήμερα, θα σου κάνω κόλπα που δεν τα έχεις φανταστεί!» είπε τελείως ξαναμμένη!
Έχωσε το μπουκάλι στο στόμα της και το κατέβασε με τη μία!!!
«Μπα! Πως κι έτσι;» ρώτησα δήθεν χαζά εγώ…
«Μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις… Πρώτη φορά με χουφτώνουν γορίλες και ξέρω και πως το παρακολούθησες και τι ακριβώς σκεφτόσουν!» απάντησε…
Άραξε στην πολυθρόνα, ανασηκώνοντας συγχρόνως το φόρεμά της μέχρις επάνω και περνώντας τα ορθάνοιχτα μπούτια της πάνω απ’ τα στηρίγματα …
«Έλα εδώ! Στα γόνατα!» με διέταξε… «Ενώ θα με γλύφεις, θα σου λέω πως ένοιωθα, τι σκεφτόμουνα και τι μου κάνανε!»…
Σύρθηκα στο πάτωμα και με το που πλησίασα, έκανε στο πλάι το σλιπάκι της και με άρπαξε απ’ τα μαλλιά κολλώντας μου το στόμα στο μουνί της…
«Το ξέρεις πως του Gikuyu του είχε σηκωθεί ακριβώς πάνω στο στήθος μου και την είχε τοποθετήσει ανάμεσα στα βυζιά μου και την ανεβοκατέβαζε, όπως χορεύαμε;»
Κατάπια τα πρώτα πιτσιλίσματα που πετάχτηκαν απ’ το μουνί της…
«Το ξέρεις πως ο Kairu, μου ‘γλυφε το αυτί κι είχε χώσει το δάχτυλό του μέσα από το φόρεμα στη σχισμή του κώλου μου και κόνευε να μου το χώσει στη κωλοτρυπίδα μου;»
Η γλώσσα μου είχε μετατραπεί σε κανάλι που έφερνε τα χύσια της στο λαρύγγι μου…
«Το ξέρεις πως στον καναπέ, πριν έρθεις απ’ την τουαλέτα, με ρωτήσανε αν θέλω να τους αγγίξω εκεί, για να δω τι σημαίνει μεγάλο;»
Με μια τελευταία απότομη κίνηση, κράτησε σταθερά τη γλώσσα μου στην κλειτορίδα της, ενώ την ίδια στιγμή έχωσε όλο το λαιμό απ’ το μπουκάλι της σαμπάνιας στο μουνί της! Μάλλον είχαν μαζευτεί όλο το βράδυ πολλά, γιατί κόντεψα να πνιγώ από το κύμα! Την βούτηξα απ’ την καρέκλα και την πέταξα ανάσκελα στο πάτωμα! Της τον έχωσα με δύναμη, ενώ αυτή είχε χώσει τέσσερα δάχτυλα του χεριού της στο στόμα της και τα τσιμπούκωνε! Πήγα να της πω κάτι στ αυτί, αλλά μ’ έκοψε…
«Μη μιλάς! Μη μιλάς!» είπε με τρεμάμενη φωνή κι ένοιωσα πως εκείνη τη στιγμή, δεν ήμουν εγώ μαζί της στο κρεβάτι…
Ένα ηφαίστειο εξερράγη επάνω μου, ξεσηκώνοντας απ’ τις κραυγές τον όροφο! Το πλούσιο πρωινό το φάγαμε στο μπαλκόνι.
«Τι έγινε χτες το βράδυ; Ξέφυγα τελείως; Τι έκανα; Τα θυμάμαι όλα πολύ αμυδρά… Πρέπει να ήμουν τύφλα!» είπε…
«Αν εξαιρέσεις ότι μ’ έσκισες με το που γυρίσαμε στο δωμάτιο - και σ’ ευχαριστώ - , κατά τα άλλα, μπαλαμουτιάστηκες με δύο μαύρους, κόντεψες να τους τον γλύψεις στη πίστα και στο τραπέζι, έχοντας για μάρτυρες τους φίλους μας τους Ελβετούς!» απάντησα…
Έκανε πως έμεινε έκπληκτη, μένοντας με το στόμα ανοιχτό!
«Τιιιιι; Εγώ τα έκανα όλα αυτά;;;»
«Άσε ρε συ Ρέα… Σ’ έχω γεννήσει… Σιγά μη δεν κατάλαβες τι έγινε… Δεν ήσουν και τόσο μεθυσμένη… Πες ότι δικαιολογία θες, αλλά παραδέξου όμως πως την καταβρήκες…»
Μ’ ένα καθόλου πειστικό ύφος, αντέδρασε λέγοντας «Σου ορκίζομαι! Δεν καταλάβαινα τι μου συνέβαινε!»
«Δηλαδή, να μην τους ξανασυναντήσουμε, έτσι; Γιατί δώσατε ραντεβού για σήμερα το βράδυ, αν θυμάμαι καλά…»
Μετά από ελάχιστο δισταγμό, ίσα ίσα για τα προσχήματα, είπε, μ’ ένα ελαφρό χαμογελάκι, γεμάτο παραδοχή:
«Έλα… Εντάξει… Διακοπές ήμαστε…Παιχνιδάκια κάνω μόνο και μέχρις εκεί… Για να έχουμε δουλειά για το σπίτι!» και συμπλήρωσε αμέσως για να μην χαθεί η ευκαιρία:
«Δηλαδή, δεν θα ‘χες αντίρρηση να τους ξαναδούμε;»
«Επιβάλετε να τους ξαναδούμε!» τόνισα με ένα ύφος όλο νόημα…
Κατεβαίνοντας στην πισίνα, το πρώτο πράγμα που πήρε το μάτι μου στο σημείο που είχαμε ξαναξαπλώσει, ήταν το κατάμαυρο κορμί του Kairu, φαρδύ πλατύ σε μια ξαπλώστρα… «Μα τι διάολο…» σκέφτηκα «Δεν δουλεύει ποτέ αυτός ο άνθρωπος;»..
Φτάνοντας δίπλα του, με το που μας πήρε χαμπάρι, πετάχτηκε όλο αβρότητες…
«Ω… Καλή μέρα!…Καθίστε εδώ, πλάι μου» πρότεινε, δείχνοντάς μας τις άδειες θέσεις, που μάλλον επιμελώς είχε ρεζερβάρει… Απλωθήκαμε… Η Ρέα στην διπλανή του κι εγώ στην επόμενη… Χτύπησε τα χέρια του και παρήγγειλε δύο fruit punches, με λίγο ρούμι… Ο ήλιος έκαιγε και βούτηξα πρώτος στο κρύο νερό… Επιπλέοντας, μετά από δυο γρήγορες διαδρομές, σταμάτησα να ξεκουραστώ και γύρισα προς το μέρος τους… Η Ρέα ξαπλωμένη μπρούμυτα, είχε λύσει το πίσω μέρος του μπικίνι της… Αυτός, δεν έχασε χρόνο, πήρε το αντηλιακό και με απαλές κινήσεις, άρχισε να της απλώνει το λάδι παντού… Έβλεπα τα χέρια του, ν’ ανεβοκατεβαίνουν στο κορμί της, κάνοντάς της συγχρόνως μασάζ… Χωνόντουσαν παντού… Ανάμεσα στα πόδια της, στην πλάτη της, χάιδευαν το λαιμό της… Αυτή ξερή, μήπως και το χαλάσει, με τα μάτια κλειστά, έδειχνε να το απολαμβάνει…
Μου σηκώθηκε…
Κολύμπησα γρήγορα για να μου πέσει και βγήκα μετά από λίγο…
Ξαπλώνοντας, η Ρέα σηκώθηκε λέγοντας: «Η σειρά μου… Θα ‘ρθεις;» ρώτησε απευθυνόμενη προς τον Kairu, δένοντας το σουτιέν της…
«Όχι… Θα κάνω λίγο παρέα στον Roman» απάντησε αυτός, προς μεγάλη μου έκπληξη!
«Ο λόγος που δεν μπήκα, ήταν ότι ήθελα να σου μιλήσω και να σου ζητήσω συγγνώμη για χτες» μου είπε… «Ξέρεις… Είχαμε πιει λίγο παραπάνω κι εγώ κι ο φίλος μου, είναι και πολύ όμορφη η γυναίκα σου… Ε… Παρασυρθήκαμε και ίσως να θεώρησες ότι παραφερθήκαμε…» είπε, κοιτώντας με διερευνητικά…
«Άκου, φίλε μου…» είπα, «Δεν γεννήθηκα χτες… Βρεθήκατε με μια όμορφη γυναίκα, όπως πολύ σωστά είπες, ήπιαμε όλοι και κανα δυο ποτήρια παραπάνω… Εεε… Επόμενο ήταν… Κι εγώ στη θέση σου το ίδιο θα ‘κανα… Αλλά να σου πω κι ένα μυστικό… Δεν ξέρω αν είσαι παντρεμένος, (δεν ήταν), αλλά μετά από κάποια χρόνια γάμου, όλοι οι άντρες καμιά φορά, έχουμε και αλλιώτικες φαντασιώσεις, ειδικά στις διακοπές μας, που κανονικά δεν θα τις είχαμε σκεφτεί…»
«Δηλαδή;» με ρώτησε με αναπτερωμένο ενδιαφέρον…
«Να… Δηλαδή, πώς να στο εξηγήσω… Στην Ελλάδα, δεν έχουμε και πολλούς έγχρωμους άντρες, ειδικά μορφωμένους και ήταν πολύ… πώς να το θέσω… διεγερτικό για μένα, να βλέπω τα χέρια σου και του φίλου σου, να χαϊδεύουν τη λευκή σάρκα της γυναικούλας μου!» είπα
Ένα πονηρό χαμόγελο διαγράφτηκε στο πρόσωπό του…
«Ξέρω γιατί μιλάς, γιατί κι εμείς γι αυτό το λόγο ερχόμαστε εδώ στο ξενοδοχείο, που είναι γεμάτο Ευρωπαίους… Για να γνωρίσουμε καμιά ξένη… Οι περισσότερες, αυτό έχουν στο μυαλό τους… Να πάνε για πρώτη φορά με μαύρο… Και τους το προσφέρουμε… Βέβαια, πρώτη φορά βρισκόμαστε με ζευγάρι, που ο άντρας να χαίρεται για τις κρυφές επιθυμίες της γυναίκας του κι όχι μόνο αυτό, αλλά να είναι και δικές του!» απάντησε, χαροποιώντας με ιδιαίτερα, που δεν θα χρειαζότανε να τον… μυήσω σ αυτά που ‘χα στο μυαλό μου…
Και συνέχισε…
«Έχω το OK από σένα να προσπαθήσω;»
«Ναι… Όμως σε παρακαλώ να είσαι ευγενικός και διακριτικός, γιατί δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοια, έστω κι αν μέσα της το ξέρω ότι το θέλει… Και φυσικά, δεν χρειάζεται να στο τονίσω, πως αν τα πράγματα εξελιχθούν όπως τα περιμένουμε, πρέπει να έχεις προετοιμαστεί με «προφυλάξεις»…
«Αστειεύεσαι;» ρώτησε… «Κυκλοφορεί πολύ aids, εδώ πέρα, που μας το φέρνουν οι Ευρωπαίες (!!!)… Φυσικά και χρησιμοποιώ προφυλάξεις…»
«Τι λέτε εσείς εδώ;» ρώτησε η Ρέα βγαίνοντας απ’ την πισίνα με το νερό να κυλάει στο κορμάκι της… Φάνταζε σαν Ελληνίδα θεά που αναδυότανε απ’ τη θάλασσα, έτσι που στεκότανε μπροστά μας με τα πόδια μισάνοιχτα και τα μαλλιά κολλημένα στο πρόσωπό της…
«Περί ανέμων και υδάτων μωρό μου… Μου λέει τα του Στρατού και δουλειάς του… Τίποτα σημαντικό»…
Μείναμε κάνα δίωρο ακόμα και πριν φύγουμε, ο Kairu, μας κάλεσε στο σπίτι του για βράδυ, που βρισκόταν κάπου στην παραλία, γύρω στα 25 χιλιόμετρα από το ξενοδοχείο… Με κοίταξε, την κοίταξα και χωρίς να της αφήσω χρόνο για παραπάνω σκέψεις, απάντησα θετικά… Μια αμηχανία υπήρχε στο δωμάτιο, την ώρα που ετοιμαζότανε…
«Τι να βάλω;» ρώτησε, έτσι για τα μάτια, γιατί είχε ήδη απλώσει στο κρεβάτι ένα στριγγάκι κι ένα ανύπαρκτο μαύρο φορεματάκι, ενώ για σουτιέν δεν γινότανε λόγος…
Βάφτηκε πιο έντονα απ’ το κανονικό, έκανε πλήρη αποτρίχωση, και γέμισε το κορμί της με άρωμα στα πιο απίθανα σημεία… Πιο πολύ μου θύμιζε call girl, παρά την γυναίκα μου…
«Πως με βλέπεις;» ρώτησε όταν επιτέλους τελείωσε…
Άναβε κι έσβηνε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, ενώ ήδη είχε κατεβάσει και δυο βότκες σκέτες…
«Έτοιμη για κρεβάτι… Κι όχι όποιο κι όποιο… Ένα… μαύρο κρεβάτι!» απάντησα γελώντας…
«Σταμάτα τις βλακείες! Θα πάμε, θα φάμε και θα γυρίσουμε» είπε με μια φωνή, καθόλου πειστική…
«Αυτό που θέλω να σου πω εγώ αγαπούλα μου» είπα, «είναι ότι η ζωή είναι μικρή, ότι βρισκόμαστε στην άλλη άκρη του κόσμου κι ότι αυτή είναι η ευκαιρία μας για να ζήσουμε το διαφορετικό, πριν γυρίσουμε και βάλουμε τα κεφάλια μέσα… Όρμα λοιπόν κι εγώ μαζί σου!!»
«Δεν θέλω ν ακούω τέτοια, αλλά πρέπει να σου πω ότι είσαι ο μόνος άνθρωπος που αισθάνομαι ότι μπορώ να ζήσω τα πάντα μαζί του και να ‘μαι συγχρόνως ελεύθερη και παντρεμένη» είπε πέφτοντας στην αγκαλιά μου και σκάζοντάς μου ένα γερό φιλί…
Ο οδηγός, περίμενε στην είσοδο, όταν κατεβήκαμε, με ανοιχτή την πόρτα της Jaguar…
Η διαδρομή ήταν ονειρεμένη… Περάσαμε περιοχές που κανονικά δεν βλέπουν οι τουρίστες… Το αποικιακού ρυθμού σπίτι, ήταν χαμένο μέσα σε πυκνή βλάστηση, με πολλά μικρά ρυάκια να τρέχουν γύρω από το δρομάκι που μας οδήγησε στην είσοδο της κατοικίας…
«Μου το έχουν παραχωρήσει από το Κράτος» είπε ο Kairu, που μας υποδέχτηκε στην πόρτα, φορώντας κάτι σαν παρεό…
Φίλησε τη Ρέα απαλά και στα δύο μάγουλα, ενώ με χαιρέτησε με χειραψία…
«Πάμε να σας ξεναγήσω στο υπόλοιπο» πρότεινε, δείχνοντάς μας το δρόμο…
Τεράστιο σε μέγεθος, με πολλές κρεβατοκάμαρες και λουτρά, μεγάλα μπαλκόνια που αντίκριζαν τον ωκεανό, μια απίστευτα μεγάλη κουζίνα κι ένα σαλόνι με αναπαυτικά, σχετικώς μοντέρνα έπιπλα…
«Θα περιμένουμε και τον Gikuyu, αν δεν σας πειράζει και μετά θα φάμε…»
(Τον είχα ξεχάσει αυτόν, πίστευα πως θα ‘μασταν οι τρεις μας, αλλά δεν με χάλαγε καθόλου μα καθόλου!).
Όταν εμφανίσθηκε μετά από λίγο στο κατώφλι της πόρτας, μου φάνηκε ακόμη πιο τεράστιος! Πρέπει να ήταν τουλάχιστον 2 μέτρα, αλλά αυτό που ήταν εντυπωσιακό, ήταν ότι είχε έναν σωματότυπο γορίλα! Φαρδιά μπράτσα, πολύ ανοιχτό στέρνο και κάτι χούφτες, που σίγουρα θα χώραγε μια μπάλα μπάσκετ μέσα τους…
«Παναγία μου! Τεράστιος είναι!» μου ψιθύρισε η Ρέα στ’ αυτί…
«Θα μπορέσεις να το χωρέσεις όλο μέσα σου;» ρώτησα εγώ πειραχτικά…
«Είσαι ηλίθιος!» απάντησε, αλλά είδα τα μάτια της να στενεύουν και το βλέμμα της να μην μπορεί να τραβηχτεί από «εκεί»…
Κάτσαμε έξω… Εμείς σ έναν καναπέ, κι αυτοί απέναντί μας…
«Τι ήθελα και το ‘βαλα τόσο κοντό; Δεν μπορώ να κάτσω και φαίνονται όλα» είπε μεταξύ δήθεν στεναχώριας, αλλά και πονηρής διάθεσης, για να τους τρελάνει…
«Είπαμε… Σήμερα είναι η βραδιά μας και τα πάντα επιτρέπονται» της έδωσα θάρρος…
Σταύρωνε και ξεσταύρωνε τα πόδια της, σκύβοντας κάθε τόσο μπροστά για να πάρει κάτι από τα ορεκτικά, αφήνοντας το στήθος της να ξεπροβάλει προκλητικά μέσα από το φόρεμα… Ήπιαμε ένα aperitif κάνοντας μια πολιτισμένη κατά τα άλλα συζήτηση… Ήταν πολύ ευχάριστη έκπληξη, το επίπεδο των γνώσεών τους… Όμως τα μάτια τους, πεινασμένα, βγάζανε όλη τη ζούγκλα που έκρυβαν μέσα τους, καθώς τρέχανε πάνω στο ημίγυμνο κορμί της, κάνοντάς την να αισθάνεται λίγο αμήχανα… Μετά από μισή ώρα, περάσαμε στο τραπέζι… Το φαγητό ήταν υπέροχο, το κρασί εξαιρετικό… Κι όταν λέμε κρασί, εννοούμε αυτό που η Ρέα έπινε σαν νεροφίδα! Δεν προλάβαινε να γεμίσει το ποτήρι της και έπιανε πάτο!
«Σιγά! Έτσι που πας θα γίνεις τύφλα κι αν δεν ξεράσεις, θα πρέπει να σε πάω σύντομα για ύπνο…» της είπα
«Μωρέ για ύπνο θα πάω, αλλά όχι με σένα!» έβαλε τα γέλια, ήδη μισομεθυσμένη και προκλητική με το θάρρος που της έδινε το ποτό…
Έχοντας τελειώσει το δείπνο και μ’ ένα έντονα δροσερό αεράκι να έρχεται από τον ωκεανό, περάσαμε στο σαλόνι με τους άνετους καναπέδες… Ο Gikuyu, διάλεξε απαλή lounge χαλαρωτική μουσική… Ο πρώτος που της ζήτησε να χορέψει, ήταν αυτός… Σηκώθηκε πρόθυμα, ρίχνοντάς μου ένα βλέμμα που έλεγε: «Να το… Αρχίζει…» Το αγκάλιασμά τους αυτή τη φορά, ήταν τελείως διαφορετικό από αυτό του club τις προάλλες… Ο Gikuyu, σαφώς είχε ενημερωθεί για την «συζήτηση» που είχα με τον φίλο του και δεν κρατούσε τα προσχήματα… Τα μακριά του χέρια, έτρεχαν πάνω στο κορμί της, ενώ το στόμα του της ψιλοέγλυφε το λαιμουδάκι… Η Ρέα, ακουμπισμένη επάνω του, με κοίταξε, σαν για να πάρει την άδειά μου…
Της έγνεψα «προχώρα»…
Στο δωμάτιο είχε πέσει σιωπή, με μένα και τον νέο μου φίλο και συνεργάτη στο έγκλημα, να καπνίζουμε πούρα, απολαμβάνοντας το μπράντυ μας και το θέαμα… Τα χέρια του Gikuyu, περάσανε κάτω απ’ τους γοφούς της… Τους χούφτωσε και την ανασήκωσε ελαφριά, αποκαλύπτοντας συγχρόνως το άσπρο κωλαράκι της, που το μόνο που είχε για να προστατέψει τα επίμαχα σημεία, ήταν η στενή λωρίδα υφάσματος, μέσα στη σχισμή της… Τραβώντας την λίγο περισσότερο, τα πόδια της βρέθηκαν στον αέρα, τυλιγμένα γύρω απ’ τη μέση του, με το στόμα της γεμάτο απ’ τα σαρκώδη χείλια του!Συνέχιζαν να στριφογυρνάνε χορεύοντας, σ αυτήν την στάση, χωρίς να διακόπτουν δευτερόλεπτο το φιλί…
Ο Kairu, με κοίταξε και, ευγενικά θα έλεγα, με ρώτησε: «Να πάω η θα πας;»
«Εσύ…» απάντησα αποχαυνωμένος…
Σαν σε σύννεφο, τον είδα να πλησιάζει από πίσω της και να κολλάει επάνω της… Κλεισμένη μέσα στο σάντουιτς, η Ρέα είχε φύγει… Της έλυσε το φόρεμα απ’ το λαιμό και χώνοντας τα χέρια του ανάμεσά τους, πήρε μέσα στις χούφτες του τα βυζιά της, γλύφοντας συγχρόνως το πίσω μέρος του λαιμού της… Συνέχισε, κατεβαίνοντας με το στόμα του την πλάτη της, την ίδια στιγμή που ο Gikuyu, παρασύροντάς τους μαζί του, κάθισε πίσω, στον καναπέ, ακουμπώντας την σιγά σιγά μπροστά του στο πάτωμα… Της σήκωσε το φόρεμα από μπροστά, το πέρασε πάνω απ’ τα χέρια και το κεφάλι της και πιάνοντάς το, το οδήγησε χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια του… Με μια σίγουρη -που την είχε κρυμμένη - κίνηση η Ρέα, του ξεκούμπωσε το παντελόνι…
Τι ήταν αυτό που πετάχτηκε Θεέ μου;
Ένα κατάμαυρο πράγμα, τεραστίων διαστάσεων, σαν… μπουρί σόμπας ξεπρόβαλε μπροστά στα χείλια της!!!
Ένοιωσα τον τρόμο της, μέχρι απέναντι, στην άλλη άκρη του δωματίου!
Πήγε να τραβηχτεί, αλλά ο Kairu από πίσω της, την κράτησε σφηνωμένη… Της έσκισε κυριολεκτικά το σλιπάκι, και γονατισμένος, έχωσε το πρόσωπό του μέσα στον κώλο της, ανοίγοντάς της τα γόνατα αριστερά και δεξιά… Τα χέρια του Gikuyu, την βούτηξαν απ’ τα μαλλιά και οδήγησαν το στόμα της στον πούτσο του… Πλησίασα σε απόσταση αναπνοής…
«Δεν μπορώ να το κάνω! Πάρε με από δω! Είναι τεράστιοι!» Ούρλιαξε!
«Δοκίμασε μωρό μου… Θα τα καταφέρεις!» της φώναξα νοιώθοντας μέσα μου ένα κάψιμο και γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε γυρισμός…
Κυριολεκτικά άνοιξαν τα χείλια της, προσπαθώντας να τον χώσει στο στόμα της… Πνίγηκε… Δεν υπήρχε χώρος ούτε για ν’ αναπνεύσει… Μπόρεσε να χώσει μόνο το 1/3 μέσα του, προσπαθώντας να βρει χώρο και για άλλο… Την ένοιωθα να είναι αχόρταγη… Ο Kairu, της άνοιξε και με τα δύο χέρια τα κωλομέρια της κι ακούμπησε τον δικό του, που ήταν λιγότερο μεγάλος, αλλά πάντως πάνω από 25 πόντους, στο μουσκεμένο της μουνί… Με το που τον έσπρωξε ξερά, μια κραυγή βγήκε απ’ το στόμα της! Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω, πως εξαφανίσθηκε, χτυπώντας την μήτρα της! Έβλεπα τα μαύρα τους κορμιά να την συμπιέζουνε ανάμεσά τους και την ίδια να ξεφωνίζει από ανείπωτη ηδονή!
«Με σκίζουν! Με γαμάνε! Πονάω, αλλά δεν θέλω να σταματήσω!» ούρλιαζε… ενημερώνοντάς με, μέσα απ’ τα βογκητά και τις κραυγές…
(Πως θα την ξανά γαμήσω μετά απ’ αυτό;) σκεπτόμουνα, αλλά είχα τρελαθεί από την καύλα…
Κι αυτοί συνέχιζαν μ’ έναν φοβερό ρυθμό και με μια ζωώδη έκφραση στα πρόσωπά τους, με τον ιδρώτα να κυλάει στα αλαβάστρινα κορμιά τους… Ξαφνικά, μια πλημμύρα πετάχτηκε από τον πούτσο του Gikuyu, πασαλείβοντας όλο της το πρόσωπο… Πίστεψα πως θα κάνει στο πλάι να τα αποφύγει, αλλά αντίθετα, κρατώντας και με τα δύο χεράκια της το όργανό του και ανεβοκατεβάζοντάς το με λύσσα μέσα στο στόμα της, προσπαθούσε να μην χάσει ούτε σταγόνα!! Σαν να μην είχε χύσει ποτέ, ο Gikuyu, την γύρισε και την κάθισε επάνω του, βάζοντάς την να μας κοιτάει, αναγκάζοντας τον Kairu, να σηκωθεί όρθιος μπροστά τους… Η λαχανιασμένη αναπνοή της, γέμιζε το δωμάτιο… Ήταν παιχνίδι στα χέρια τους… Σηκώνοντάς την κυριολεκτικά στον αέρα, την κάθισε πάνω του και της κάρφωσε το μουνί, ανοίγοντάς την στα δύο!
Της κόπηκε η ανάσα!
Το μουνί της τώρα πρέπει να είχε άνοιγμα κυριολεκτικά 15 πόντους! Η τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε… Άρχισε να την ανεβοκατεβάζει στον αέρα και με κάθε κατέβασμα, έμπαινε όλο και πιο βαθιά… Τα μάτια της είχαν γουρλώσει και το στόμα της ήταν ορθάνοιχτο, με κομμένη την ανάσα! Ήταν η σειρά του Kairu να την τσιμπουκώσει… Με ανοιχτά πόδια, πάτησε όρθιος πάνω στον καναπέ και τον έβαλε στο στόμα της… Η Ρέα, προσπαθούσε με το κεφάλι της ν ακολουθήσει τις κινήσεις τους, χάνοντας κάποιες φορές τον πούτσο του Kairu απ’ το στόμα της, αλλά κυνηγώντας τον, τον ρούφαγε ξανά… Και ήρθε η στιγμή που ονειρευόμουνα…
Ο Gikuyu, βγάζοντάς τον μουσκεμένο απ’ το μουνί της, τον ακούμπησε προσεκτικά στην κωλοτρυπίδα της…
«Όχι αυτό! Όχι! Δεν πρόκειται να χωρέσει! Θα με ανοίξει στα δύο! Παρ’ τον μακριά μου!» φώναξε, προσπαθώντας να ανασηκωθεί, σπρώχνοντας μακριά της, έξω απ’ το στόμα της και τον Kairu…
Πήγα από πίσω τους και της άρπαξα τα χέρια, κρατώντας τα πάνω απ’ τα κεφάλια τους… Την κατέβαζε και της τον έχωνε στην κωλοτρυπίδα σιγά, με ρυθμό ένα πόντο ανά 10 δευτερόλεπτα… Είχε μείνει ακίνητη, για να μπορέσει να γλιστρήσει μέσα, χωρίς να την πονέσει παραπάνω… Δεν κατάφερε να τον πάρει όλον μέσα, αλλά η έκφρασή της μόλις κατάφερε να πάρει τον περισσότερο, έγινε μιας σκύλας που γαμιέται αδυσώπητα! Μόνη της ξεκίνησε να κουνιέται ρυθμικά πάνω κάτω, συνοδεύοντας τις κινήσεις της με χαμηλό μουγκρητό…
Σαν να την καταλάβαινε ο Gikuyu, του έλεγε μέσα απ’ τα δόντια της στα Ελληνικά «Μην τον βγάλεις… Μην τον βγάλεις…»
Όπως της τον είχε μέσα, την ξάπλωσε πίσω, τραβώντας το κορμί της ν’ απλωθεί επάνω του… Τα μεγάλα της βυζιά ανεβοκατέβαιναν με ρυθμό… Τα μπούτια της ήταν ανοιγμένα όσο έπαιρνε… Ο Kairu ξάπλωσε πάνω της και τον ακούμπησε στο μουνί της… Τον έπιασε απ’ το κεφάλι και ρούφηξε με λύσσα το στόμα του, την ώρα που της τον έχωσε στο μουνί! Τα πόδια της σηκώθηκαν στον αέρα και τυλίχτηκαν γύρω από την πλάτη του… Έχοντας τους δύο μαύρους πούτσους μέσα της να την ξεσκίζουν, άκουσα την ένταση της φωνής της ν ανεβαίνει και με μερικούς σπασμούς, ούρλιαξε με όση δύναμη είχε χύνοντας ποτάμια!!! Βγήκαν σιγά σιγά από μέσα της, και γονάτισαν ο ένας αριστερά, ο άλλος δεξιά και με μένα μπροστά στο μουνί της… Την χύσαμε παντού, ενώ εκείνη τρανταζότανε… Στόμα, βυζιά, κοιλιά, μπούτια… Τα μάτια της είχαν γυρίσει ανάποδα! Έμεινε εκεί, ακίνητη για 10 τουλάχιστον λεπτά, μ’ εμάς να την χαϊδεύουμε, προσπαθώντας να πιάσει την αναπνοή της…
«Είμαι τελειωμένη…» μου ψιθύρισε… «Μπορώ να μείνω εδώ το βράδυ και να ‘ρθω αύριο;»
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.