Γεια σας παρέα! Παρόλο που είμαι θαυμαστής του xstream πολλά χρόνια, είχα καταφέρει να γράψω μόνο μια ιστορία πιο παλιά ( διακοπές με την Έλενα ). Θα ήθελα να γράψω μερικές ακόμα, άλλες φανταστικές και άλλες αληθινές, όποτε θα έχω χρόνο.
Πριν τέσσερα χρόνια λοιπόν ήμουν με τη κοπέλα μου την Έλενα στο γραφείο της κατασκευαστικής εταιρίας που έχω και κάποια στιγμή εμφανίζεται ένας κύριος, περίπου στα 50 με 55 χρόνων, γεματούλης, στο 1.75. Φορούσε γραβάτα και είχε λίγο φάτσα μαφιόζου. Ήταν αυτός με δυο κύριες μαζί του, μια μικρούλα, μάλλον γυναικά του και άλλη μια σαραντάρα που όπως μας είπε αργότερα ήταν γραμματέας του. Ενδιαφερόταν λοιπόν για κατασκευές κτιρίων στο εξωτερικό, σε τριτοκοσμική χώρα, στην οποία όπως έλεγε είχε φοβερή ανάπτυξη. Τον ξεναγήσαμε εμείς λοιπόν στα γραφεία μας και έπειτα είπαμε έτσι κάποια πράγματα για τη δουλειά και πως θα μπορούσε να ήταν η συνεργασία μας. Μετά από πολύ κουβέντα, έκρινα εγώ ότι θα ήταν κάλο να τους προτείνω μια έξοδο για ένα γεύμα την επομένη μέρα, πρόταση που δεχτήκαν με χαρά.
Την επομένη μέρα λοιπόν απογευματάκι ετοιμαζόμαστε με τη κοπέλα μου, η οποία ήταν μια κούκλα, ψηλή, όμορφη, σγουρό μαλλί, ωραίο σώμα, σκέτος πειρασμός. Τόσο όμορφη που κάθε άντρας θα την ήθελε στο κρεβάτι του. Όπως ξέρετε πάντα οι γυναίκες θέλουν υπομονή να φτιάχνουν και να κάνουν το κλικ παραπάνω για να μας τρελαίνουν. Έτσι λοιπόν η ώρα ήχε πάει εννέα και φύγαμε για το εστιατόριο που είχαμε κανονίσει. Στο δρόμο ανακάλυψα ότι είχα ξεχάσει το κινητό μου για να τους πάρω τηλέφωνο να δω αν ξεκίνησαν ή αν δυσκολεύονταν να έρθουν. Έτσι… από μια κάρτα επαγγελματική δικιά του, τον κάλεσα από το κινητό της κοπέλας μου. Αρχικά δεν το σήκωνε μάλλον γιατί έβλεπε άγνωστο αριθμό από αυτόν που του είχα δώσει την προηγούμενη. Μετά από λίγη επιμονή το σήκωσε και με ενημέρωσε ότι ήταν ήδη εκεί και μας περίμεναν. Μετά από λίγο φτάσαμε κι εμείς. Καθίσαμε λοιπόν μετά από της σχετικές χειραψίες.
Η βράδια κυλούσε όμορφα με κουβεντούλα, ποτέ επαγγελματική, ποτέ προσωπική. Κάποια στιγμή έπιασα τον τύπο να κοιτάει τη κοπέλα μου παραπάνω από το κανονικό και με περίεργο ύφος. Προσπάθησα από ευγένεια να μη δώσω να καταλάβουν ότι το είχα προσέξει, αλλά η κοπέλα μου το κατάλαβε και είχε ψιλοκολλήσει, γιατί δεν ήξερε πως να φερθεί, μην παρεξηγηθεί από της γυναίκες της παρέας. Έτσι όπως συζητούσαμε της λέει ότι αν την έβλεπαν σε αυτή τη χώρα, θα την αντάλλαζαν με πολλά μοσχάρια για να την κάνουν δικιά τους (προφανώς εκεί είχαν μεγάλη άξια για αυτούς). Μείναμε κάγκελο κι εγώ και η κοπέλα μου. Δεν ξέραμε τι να πούμε, άπλα χαμογελάσαμε διακριτικά και το αφήσαμε να περάσει. Η Έλενα είχε κομπλάρει πάρα πολύ και σύγχρονος ήχε εκνευριστεί με τη συμπεριφορά του και τα λόγια του. Έτσι κύλησε η βράδια και σιγά-σιγά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Στο δρόμο, η Έλενα για ένα ανεξήγητο λόγο, ήταν πολύ αναμμένη. Οδηγώντας το αυτοκίνητο μου ξεκούμπωσε το φερμουάρ, έβγαλε έξω το καυλί μου, το πήρε στο στομα της με μανία, δεν την ένοιαζε καν ότι οδηγούσα μέσα στην πόλη και όλο και κάποιος περαστικός θα μας έπαιρνε μάτι. Τα σάλια της έτρεχαν και το πίπωμα ήταν όλο και πιο έντονο. Προχωρώντας λίγο πιο έξω από την πόλη σταμάτησα σε μια αλάνα και την έβγαλα έξω. Την έβαλα πάνω στο καπό του αυτοκινήτου και σήκωσα τα ποδιά της. Το μουνάκι της ήταν υγρό, έτρεχε ποτάμι. Το πήρα στο στόμα μου και έπινα όλα της τα ζουμιά και όσο την έγλειφα τόσο έχυνε με δύναμη. Σηκώθηκα τότε, ακούμπησα το χοντρό καυλί μου στο μουνάκι της, το έτριβα και καρφωνόμουν μέσα της αργά και βασανιστικά, μέχρι που έπιασα πάτο. Εκεί άρχισα να τη σφυροκοπάω άγρια. Αυτή φώναζε τόσο δυνατά που σίγουρα αν βρισκόταν κάποιος κοντά θα μας άκουγε. Τελειώσαμε τόσο έντονα που σχεδόν δεν είχαμε δύναμη ούτε για την επιστροφή.
Την άλλη μέρα το πρωί ξεκίνησε η μέρα όπως οι άλλες. Τρέξιμο με τη δουλειά... εκείνη τη μέρα ήμουν έκτος πόλης. Η Έλενα ήχε μείνει πίσω στο σπίτι. Κατά της 9:30 χτυπάει μήνυμα στο κινητό μου. Ήταν η Έλενα και μου γράφει: «Με πήρε τηλέφωνο ο κ Γιώργος (έτσι τον έλεγαν)». Της απαντάω «Τι σου είπε;». «Μου είπε να πάω από το ξενοδοχείο για να μου δώσει τη μακέτα του έργου, άλλα πρέπει να γίνει νωρίς για έχει την πτήση του στις τέσσερις το μεσημέρι». Της απαντάω τότε αν θα πάει και μου στέλνει ότι διστάζει για τον άκουσε λίγο περίεργα όταν της μιλούσε και ότι της είπε ότι το γραφείο του βρίσκετε στη σουίτα του ξενοδοχείου του. Διαβάζοντας τα μηνύματα εκνευριστικά πάρα πολύ με τον παλιοχοντρό, αλλά για ένα περίεργο λόγο είχα καυλώσει. Δεν ήξερα τι να πω, πως να το διαχειριστώ. Της έστειλα ένα σκέτο μήνυμα «τι σκέφτεσαι να κάνεις;». Πέρασε αρκετή ώρα και δε μου απαντούσε. Μετά από μια ώρα μου ήρθε μήνυμα ενώ καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα. «Είμαι στο δρόμο, πηγαίνω εκεί. Θα σε πάρω μετά, σε αγαπώ πολύ, μου λείπεις».
Εκεί έχασα τη γη κάτω από τα ποδιά μου. Θύμος, εκνευρισμός, καύλα… δε μπορούσα να λειτουργήσω. Την έπαιρνα τηλέφωνο και δεν το σήκωνε. Ήταν ήδη εκεί. Οι ώρες περνούσαν βασανιστικά. Μετά από τρεις ώρες, χτυπάει το τηλέφωνο και ήταν η Έλενα. Την άκουσα κάπως ταραγμένη και μου λέει ότι θέλει να βρεθούμε από κοντά να μου τα πει όλα και όχι από το τηλέφωνο. Της λέω να βρεθούμε σπίτι και έτσι έγινε. Καθίσαμε στο σαλόνι και άρχισα να της φωνάζω γιατί πήρε τέτοια απόφαση και γιατί πήγε στον παλιομαλάκα. Μου είπε να ηρεμίσω και θα μου εξηγούσε.
Ξεκίνησε να μου λέει ότι κ Γιώργος έτσι που της μιλούσε ήχε τον τρόπο να την πείσει ότι ήταν σημαντικό να πάει γιατί πρόκειται για μια σημαντική δουλειά που δεν έπρεπε να χάσουμε και από την άλλη μου εξομολογήθηκε ότι η φωνή του ακούγονταν τόσο επιβλητική στο ότι έπρεπε να το κάνει και αυτό της άρεσε πάρα πολύ, πράμα που εγώ δεν της το έκανα. Αυτό κάπως την εξίταρε και έτσι πήρε την απόφαση να το διακινδυνέψει και να πάει στη σουίτα του. Εξάλλου δεν είχε και τα περιθώρια του χρόνου να το πολυσκεφτεί μια και αυτός τη πίεζε από τη μια και με τη δικαιολογία ότι θα έφευγε.
- Έφτασα λοιπόν στο δωμάτιο του κ Γιώργου. Με το που μπήκα μέσα με κοιτούσε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο ευχαρίστησης που με κατάφερε να πάω σε αυτόν και άρχισε να μου φέρεται πλέον σαν ζώο στο κτήμα του. Με έπιασε και με κατεύθυνε στο σαλόνι του δωματίου του, κρατώντας με από το μπράτσο. Με έβαλε να καθίσω και μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο σαν να ήμουν πλέον δικιά του. Είχα κολλήσει δεν ήξερα πως να αντιδράσω, μου μιλούσε χυδαία και σαν να είχα πάει για αυτόν και μονό, λες και ήταν αυτός και κανένας άλλος στο κόσμο.
Άρχισε να με χουφτώνει άμεσος. Δε μου έδωσε χρόνο να αντιδράσω. Τα χέρια του γινόταν όλο και πιο πρόστυχα. Αντέδρασα και τραβήχτηκα, άλλα εκεί ήταν που είδα τον ουρανό με τα άστρα. Μου έσκασε ένα χαστούκι, με έπιασε από τα μαλλιά και άρχισε να με χουφτώνει, να με φιλάει και να μου τραβάει τα ρούχα με δύναμη να μου τα βγάλει. Είδα ότι ήταν λάθος που πήγα! Τώρα δε μπορούσα να το αποφύγω, είχα γίνει έρμαιο του. Η αντίσταση μου κάμφθηκε, το μουνάκι μου άρχισε να υγραίνεται. Νιώθω το καυλί του στο χέρι μου σκληρό και έτοιμο να εκραγεί. Άρχισε να γδύνεται. Ήταν γεμάτος σαν άντρας, τριχωτός και άσχημος, άλλα έβγαζε μια μυρωδιά αντρίλας και αυτό με έκανε ακόμα πιο καυλωμένη.
Εγώ, όσο μου τα περιέγραφε είχα καυλώσει τόσο πολύ που καύλα μου είχε πάρει τη θέση του θυμού και την άκουγα πλέον σαν υπνωτισμένος.
-
Μου πίεσε το κεφάλι να σκύψω, πήρα το χοντρό του πούτσο στο στόμα. Μου τον κάρφωνε με δύναμη, κρατώντας μου το κεφάλι για ώρα. Μετά από λίγο άρχισαν να τρέχουν τα καυτά του χύσια στο στόμα μου. Δεν ήθελα να του δείξω ότι τον ήθελα και προσπάθησα να μην τα καταπιώ, μα αυτός δε με άφηνε να φύγω, οπότε αναγκαστικά κατάπια τα περισσότερα. Μετά από αυτό μου είπε αν θέλω να πάω στο μπάνιο γιατί έχουν και συνέχεια μετά
Πήρα μαζί μου την τσάντα μου και προσπάθησα να σου στείλω μήνυμα να σου πω τι συνέβαινε, άλλα αυτός το κατάλαβε, ήρθε μέσα, με είδε στο μπάνιο με το κινητό στο χέρι, μου το έπιασε και το πέταξε. Με έβρισε ότι είμαι ένα παλιοπούτανο και ότι θα γαμηθώ και μετά θα πάω γαμημένη και ξεσκισμένη στο παλιομαλάκα τον άντρα μου που θέλει να κάνει και δουλειές μαζί του χωρίς να πληρώσει κάποιο τίμημα. Με πήρε και με πήγε στο κρεβάτι του. Με κοιτούσε από πάνω μέχρι κάτω και μου έλεγε ότι είχε χρόνια να γαμήσι τέτοιο μουνί σαν εμένα. Σήμερα που ήταν η ευκαιρία του θα μου το ξέσκιζε για τον θυμάμαι για χρόνια και ότι οπότε θα έρχεται θα του το ζητάω από μονή μου να γαμιέμαι μαζί του.
Με έστησε στα τέσσερα, ήρθε από μπροστά και μου τον έδωσε στο στόμα. Εγώ τον πήρα όλο μέσα. Ήθελα κι εγώ να του δείξω ότι αυτός θα με θυμάται μια ζωή και όχι εγώ αυτόν. Όταν καύλωσε πάρα πολύ έφυγε από μπροστά, πήγε πίσω μου και άρχισε να με τυραννά. Με χάϊδευε στον κώλο, πότε μου ακουμπούσε με το δάχτυλο του της τρυπούλες μου και πότε μου ακουμπούσε τον πούτσο του, άλλα δεν έκανε κίνηση να με γαμήσει. Το έκανε επίτηδες να τον παρακαλέσω. Τότε μου λέει… «έλα… τώρα αν θέλεις πάρε τηλέφωνο το μαλακά τον άντρα σου να έρθει να σε σώσει, ή να σε ακούσει την ώρα που θα του γαμάω τη γυναικά». Έπιασα το τηλέφωνο να σε πάρω, άλλα δε μπορούσα να σκεφτώ τότε τι ήθελα πιο πολύ. Να σε ακούσω, να σηκωθώ να φύγω ή να υπομείνω τις όρεξης του.
Δεν αντέδρασα. Δεν έκανα τίποτα. Τελικά ήθελα να γαμηθώ όσο τίποτα. Εκείνη τη στιγμή το μουνάκι μου έσταζε. Αυτός ήταν καυλωμένος διπλά μου. Το μονό που μου βγήκε με χαμηλή φωνή ντροπής… «Σε παρακαλώ κ Γιώργο μη μου το κάνετε αυτό… καταλαβαίνετε τι θέλω». «Θέλω να ακούσω να με παρακαλάς…» μου λέει. «Σε παρακαλώ», του είπα «σε θέλω μέσα μου». Ντρεπόμουν πολύ εκείνη τη στιγμή άλλα ήταν η αλήθεια. Ήταν το μονό που ήθελα. Να με γαμήσει. Ήρθε πίσω μου, μου το ακούμπησε στο μουνάκι μου, άρχισε να με σφυροκοπά με δύναμη και μου έπαιζε σκαμπίλια στο κωλαράκι μου. Έχυνα πολύ έντονα κάθε λεπτό. Σε σκεφτόμουν και ντρεπόμουν, άλλα το ήθελα πάρα πολύ. Αυτός με γαμούσε όλο και πιο έντονα. Πάνω από μίση ώρα με ξέσκιζε, δεν άντεχα άλλο.
Τον άκουσα να μουγκρίζει και να μου χύνει στο τέλος το μουνάκι μου φωνάζοντας «έτσι χυμένη θα πας στον αντρούλη σου». Σηκώθηκα, ντύθηκα και άνοιξα την πόρτα να φύγω. Με σταμάτησε μου είπε να ξερό ότι οπότε θα έρχεται θα είμαι το πουτανάκι που θα γαμάει σε αυτή τη πόλη. Δεν του μίλησα, έκλεισα την πόρτα και έφυγα.
Μου είπε να τη συγχωρέσω για αυτό που έγινε. Την είχα ήδη συγχωρήσει. Με πρόδωσε το βρεγμένο παντελόνι που φορούσα. Όλα αυτά τα συναισθήματα οργής ζήλιας και καύλας… δεν το είχα καταλάβει ότι είχα τρελαθεί και εγώ με όλο αυτό! Μου εξομολογήθηκε ότι η αρχή του κάκου ήταν από τη βράδια που φάγαμε μαζί του. Την ήχε καυλώσει ο πρόστυχος τρόπος του, γι’ αυτό δεν κρατιόταν μετά στο αυτοκίνητο και μου είπε ακόμα ότι παρόλο που δεν τον γουστάρει καθόλου σαν άνθρωπο, την έχει καταφέρει να σκέφτεται το καυλί του συνέχεια. Τόσο που αν της ζητούσε να ταξιδέψει για να πάει να τον βρει, μονό και μονό για να ξαναγαμηθεί μαζί του θα το έκανε.
Της υποσχέθηκα κι εγώ ότι αν είναι τόσο ειλικρινής όπως τώρα… αν της το ζητούσε, θα την άφηνα να πάει.
Copyright protected OW ref: 154067
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.