- Κύρο σήκω, ο καφές είναι έτοιμος…
φώναξε από την κουζίνα. Σηκώθηκα και πήγα στο μπάνιο, βγήκα και πήγα στην κουζίνα. Φορούσα μια φόρμα από κάτω που είχα στο σπίτι της για τέτοιες περιπτώσεις. Από πάνω ήμουν γυμνός και από κάτω ξυπόλυτος σαν εκείνη. Έκατσα στο τραπέζι, άναψα ένα τσιγάρο και τράβηξα μια τζούρα καφέ. Η Ράνια φορούσε ένα φανελάκι με ράντες και σηκωμένη στις μύτες των ποδιών, έβαζε κάτι πιάτα στο ντουλάπι. Το φανελάκι είχε σηκωθεί ψηλά και φαίνονταν το στρογγυλό της κωλαράκι, ενώ η στάση της έκανε το κορμί και τις γάμπες της ένα όνειρο.
- Ράνια τι κάνεις πρωί πρωί; Θέλεις να με καυλώσεις;
- Χα, χα… εσύ και πότε δεν είσαι καυλωμένος;
- Εντάξει ρε συ, έτσι όπως είσαι τι να κάνω;
- Εσύ και με ράσο να με δεις θα καυλώσεις.
Σηκώθηκα και πήγα από πίσω της. Έπιασα τα βυζάκια της και έτριψα το φούσκωμα της φόρμας μου στον κώλο της.
- Κοίτα τι μου έκανες, είπα.
- Κύρο! Σταμάτα, θα με καυλώσεις κι εμένα.
- Εγώ είμαι ήδη, της είπα.
- Ξέρεις ότι δεν μπορώ να πω όχι σε σένα και το εκμεταλλεύεσαι, είσαι μεγάλος καργιόλης.
- Ναι αλλά με λατρεύεις.
- Αδυναμίες, τι να κάνω; Να σου πάρω μια πίπα;
Κατέβασα την φόρμα και έβγαλα έξω τον πούτσο μου. Τον έβαλα ανάμεσα στα μπούτια της και της έγλειψα το λαιμό. Έβαλε το χέρι της ανάμεσα στα πόδια της και μου τον χάιδεψε.
- Μαλάκα σαν σίδερο είναι, τι θα έκανες αν δεν είχες εμένα;
- Δε θα καύλωνα!
- Ναι, ρίξε μου και το φταίξιμο τώρα. Εγώ τουλάχιστον αν σε καυλώνω, σε ξεκαυλώνω κιόλας.
- Ναι δε μπορώ να πω, το 'χεις αυτό το καλό…
είπα και άρχισα να κουνιέμαι γαμώντας τα μπουτάκια της, ενώ έπαιζα με τις ρώγες τις που άρχισαν να σκληραίνουν.
Γύρισε απότομα και μου έδωσε ένα γερό χαστούκι. Της έδωσα κι εγώ ένα. Μου έδωσε άλλο ένα και της έδωσα κι εγώ. Την έπιασα από τα μαλλιά και έβαλα τη γλώσσα μου στο στόμα της. Έβαλε κι αυτή τη δικιά της στο δικό μου και αρχίσαμε να φιλιόμαστε με πάθος. Γύρισε και ακούμπησε το χέρι της στο πάγκο. Τούρλωσε τον κώλο της και με το άλλο χέρι έπιασε τον πούτσο μου και τον έβαλε μέσα της. Άρχισα να της ξεσκίζω το κωλαράκι με δύναμη, πιάνοντας την από τη μέση. Άρχισε να φωνάζει:
- Ναι Κύρο μου, έτσι, σκίσε με την καργιόλα, ξεκώλιασε με, ναι καύλα μου…
- Έχεις την καλύτερη κωλοτρυπίδα Ράνια μου, θέλω να στη γαμάω συνέχεια.
- Έτσι λες σε όλες ρε πούστη, σ' έχω τσεκάρει…
- Ναι, αλλά σε σένα μόνο λέω αλήθεια, είπα και σταμάτησα. Τότε άρχισε αυτή να κουνιέται και να καρφώνει τον κώλο της στον πούτσο μου με δύναμη.
- Τι έγινε ψωλαρά, γιατί σταμάτησες; Σε πλήγωσα;
Βγήκα από μέσα της και την γύρισα. Την σήκωσα στα χέρια μου και την έβαλα να κάτσει στον πάγκο. Σήκωσα τα πόδια της και τον ξανάβαλα στον κώλο της αρχίζοντας να τη γαμάω και έσκυψα και της έδωσα ένα φιλί στο στόμα.
- Δεν μπορείς να με πληγώσεις εσύ, της είπα, μ' αγαπάς.
Με έσπρωξε και σηκώθηκε, με ξανάσπρωξε και έπεσα στην καρέκλα, έκατσε πάνω στον πούτσο μου με τον κώλο και άρχισε να ανεβοκατεβαίνει με δύναμη.
- Γαμιέσαι Κύρο… μου λέει.
- Εσύ γαμιέσαι, της είπα εγώ.
- Ναι και μ' αρέσει καργιόλη, έτσι, σκίσε με…
Έβαλα τα χέρια μου κάτω από τα γόνατά της και σηκώθηκα όρθιος. Τύλιξε τα χέρια της στο λαιμό μου και την κόλλησα στον τοίχο συνεχίζοντας να ξεσκίζω την κωλοτρυπίδα της.
- Έτσι σ' αρέσει πουτανάκι, να σε ξεσκίζω;
- Ναι ρε καργιόλη, έτσι μ' αρέσει, σκίσε με, μήπως θέλεις να σε προσκυνήσω;
- Όχι ακόμα, έχουμε πολύ δρόμο.
Την άφησα κάτω και την γύρισα να κοιτάει τον τοίχο. Σήκωσα τα χέρια της ψηλά και τα κρατούσα κολλημένα στον τοίχο με τα δικά μου ενώ συνέχισα να την ξεσκίζω με δύναμη.
- Τι μου κάνεις ρε καργιόλη πρωί πρωί;
- Εσύ το άρχισες πουτανάκι, πάρ' τον στον κώλο τώρα και σκάσε.
Έκανε απότομα πίσω και με γύρισε. Με κόλλησε με την πλάτη στον τοίχο και συνέχισε να καρφώνεται με δύναμη στον πούτσο μου, σκύβοντας ελαφρά προς τα μπρος.
- Τι έγινε καργιολάκι, δε σου άρεσε που ήμουν από πίσω σου;
- Πάλι από πίσω μου είσαι πουτσαρά αλλά μ' αρέσει να σε ξεσκίζω κι εγώ.
Με τη Ράνια θέλαμε να έχουμε τον έλεγχο και οι δύο και πάντα καταλήγαμε να πηδιόμαστε άγρια. Τη σήκωσα πάλι στον αέρα και συνέχισα να τη γαμάω.
- Θέλω να πατάω ρε μαλάκα, μου λέει.
Πάω λίγο μπροστά και ακουμπάω τα πόδια της στο τραπέζι, ενώ την κάρφωνα.
- Να, πάτα… της λέω.
- Είσαι πολύ μαλάκας… είπε γελώντας.
Την κατέβασα κάτω και πιάνοντας την από το λαιμό της κόλλησα το κεφάλι στο τραπέζι συνεχίζοντας να ξεσκίζω την κωλοτρυπίδα της με δύναμη.
- Τώρα πατάς πουτανάκι κάτω; Εντάξει είσαι…
Και αρχίζω τα χαστούκια στο κωλαράκι της.
- Αν μου ξαναχτυπήσεις τον κώλο θα σε γαμήσω, είπε γελώντας…
- Χα, χα… αυτό είναι κλεμμένο, της είπα, πού το θυμήθηκες;
- Θα σου πω μετά.
- Πες μου τώρα.
- Την πήδηξα πριν καμιά δεκαριά μέρες.
- Πλάκα μου κάνεις;
Με έσπρωξε, έπιασε τον πούτσο μου και τον έχωσε στο μουνί της.
- Με ξεκώλωσες γαμημένε, ψωλαρά, σκίσε μου το μουνάκι να χύσω, με καύλωσες πολύ καργιόλη…
- Θέλει να χύσει το πουτανάκι μου;
Τη γύρισα και την ξάπλωσα στο τραπέζι. Άνοιξα τα πόδια της και της τον κάρφωσα στο μουνάκι της. Άρχισα να την γαμάω δυνατά και γρήγορα.
- Έτσι, ναι, γαμιά μου σκίσε μου το μουνί, θα σου χύσω τον πούτσο.
- Χύσε καργιόλα, δώσε μου τα χυσάκια σου στον πούτσο μου.
- Ναι, ναι, χύνω, χύνω Κύρο μου, τι καύλα είναι αυτή;… σε χύνω…
Άρχισε να τρέμει και να χύνει φωνάζοντας.
- Αχ καργιόλη με ξέσκισες στον πούτσο πάλι, τι καύλα ήταν αυτή;
- Σ' άρεσε καργιολάκι;
- Με πέθανες πούστη, με ξεκώλωσες αλλά ήταν πολύ καύλα, σ' ευχαριστώ.
- Για σένα όλα μωρό μου, είπα, εγώ ευχαριστώ.
Σηκώθηκε και με τράβηξε στο νεροχύτη της κουζίνας. Με έσπρωξε μπροστά και ήρθε από το πλάι, Μου έπιασε τον πούτσο και άρχισε να μου τραβάει μαλακία γρήγορα.
- Τι κάνεις ρε τρελό; Της λέω.
- Έλα χύσε να δω πως χύνει ο πούτσος που με ξεκώλιασε. Δε θέλω να με κάνεις χάλια πάλι μαλάκα. Και συνέχιζε να μου τον παίζει. Έσκυψε και μου τον έγλειψε λίγο και συνέχιζε να μου τον παίζει.
- Ναι μωρό μου θα χύσω, είπα και άρχισε να μου τον παίζει γρήγορα και να λέει:
- Ναι πουτσαρά μου, χύσε, δώσε μου τα χύσια σου…
Άρχισα να χύνω και να πετάγονται τα χύσια μου στα πλακάκια με δύναμη,
- Χα, χα... καλά το κατάλαβα, εσύ θα τα γαμούσες όλα εδώ μέσα...
είπε και έσκυψε και άρχισε να μου τον γλείφει και να καταπίνει όσα χύσια μείνανε. Μετά τον φίλησε, μου έδωσε κι εμένα ένα φιλί και είπε.
- Να βάλω άλλο καφέ γιατί αυτός κρύωσε.
- Γι’ αυτό εγώ πίνω κρύο…
της είπα και έπιασα τα τσιγάρα μου ενώ καθόμουν στην καρέκλα. Έκανε καφέ και έκατσε απέναντι. Άναψε τσιγάρο και με κοίταξε.
- Με σένα γιατί είναι πάντα τόσο όμορφα;
- Γιατί μ' αγαπάς και σ' αγαπάω…
- Χα, χα… ναι. Είσαι ο πρώτος άνθρωπος που μου έδωσε πίπα και μου γάμησε το κωλαράκι για πρώτη φορά. Θυμάσαι;
- Τι τα σκέφτεσαι τώρα αυτά, πέρασαν χρόνια.
- Ξέρεις Κύρο, για μένα πάντα θα είσαι σαν πατέρας, σαν αδελφός σαν φίλος σαν γκόμενος, σαν άντρας, μου στάθηκες πάντα δίπλα και στα καλά και στα κακά. Δεν πρόκειται ποτέ να τα ξεχάσω και πάντα θα είμαι κι εγώ δίπλα σου, να το ξέρεις.
- Σ' αφήνω να πας πουθενά εγώ με τέτοιο κωλαράκι που έχεις;
Μου έριξε μια μπουνιά.
- Είσαι πολύ μαλάκας.
- Εγώ, ή εσύ που μου τρως τις γκόμενες;
- Χα, χα... εντάξει, εγώ τόσες μοιράστηκα μαζί σου.
- Αλήθεια, πού την είδες;
- Σε ένα μαγαζί με εσώρουχα και σε δυο ώρες την πηδούσα.
- Δε με πήρες τηλέφωνο και μου το είπες τώρα.
- Δεν ήξερα αν ήθελες να τη δεις.
- Εντάξει δεν καίγομαι κιόλας.
- Άλλαξε πολύ, δεν τη γνώρισα, εκείνη με γνώρισε.
- Χα, χα… όποιον έχεις πηδήξει δε σε ξέχασε ποτέ.
- Εντάξει, ήμουν η πρώτη της, Έβαψε τα μαλλιά της μαύρα και τα άφησε ίσια και μακριά. Είναι όμως μούναρος ρε μαλάκα. Με ρώτησε για σένα και μου είπε ότι ζήλεψε όταν της είπα ότι πηδιόμαστε κάπου κάπου. Με παρακάλεσε να κανονίσω να βρεθούμε ξανά όλοι μαζί.
- Δε θέλω να μπλέξω, είναι μικρή.
- Τι μικρή ρε συ. Στα 23 είναι τώρα και λίγο πιο σοβαρή.
- Χα, χα… δε μπορώ να τη φανταστώ σοβαρή, τρελοκομείο ήταν. Αλλά και πάλι μικρή είναι.
- Δουλεύει το μαγαζί της μαμάς μόνη της, η μαμά της πάει λίγο το πρωί μόνο. Μου είπε να περάσουμε κάνα βράδυ από κει.
- Αλλάξατε και τηλέφωνα;
- Χα, χα… νοιώθω ένα ενδιαφέρον να αιωρείται ή μου φαίνεται;
- Σου φαίνεται βλαμμένο.
- Ναι, ότι πεις.
- Έχω εσένα εγώ.
- Ναι, μήπως να συγκατοικήσουμε να μην πληρώνω και ενοίκιο; Χα, χα…
- Δεν θα αντέξεις να σε γαμάω όλη μέρα.
- Χα, χα… με γαμάς και τώρα όλη μέρα αν θέλεις.
Αλλά καλύτερα έτσι γιατί μετά μπορεί να σ' αγαπήσω περισσότερο.
- Το καλό είναι ότι δε μπορείς να μείνεις έγκυος και πηδιόμαστε άφοβα.
- Την είπες την κακία σου πάλι.
- Δεν είναι κακία, γεγονός είναι. Αλήθεια μίλησες με τη μαμά σου καθόλου;
- Πήρε σύνταξη και έχει και το μπαράκι με την Αλεξία. Μια χαρά είναι. Πάντα μου λέει για σένα, ότι σε έστειλε ο Θεός και η βροχή στο δρόμο μας.
- Υπερβολές της μαμάς σου.
- Όχι, αργότερα το κατάλαβα κι εγώ.
Ήρθε και έκατσε στην αγκαλιά μου. Έβαλε τα χέρια της στο λαιμό μου και με φίλησε.
- Πάμε μέσα, θέλω να σε γαμήσω ξανά.
Σηκώθηκε και με τράβηξε απ' το χέρι. Την ακολούθησα και της έδωσα μια σφαλιάρα δυνατή στον κώλο. Γέλασε και μου είπε.
- Θα σε γαμήσω τώρα.
Την κοίταξα και της είπα,
- Δεν γαμιέται, κανόνισε το με τη μικρή.
Μου έκλεισε το μάτι και με τράβηξε στο κρεββάτι.
Copyright protected OW ref: 183182
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.