Προηγούμενο μέρος: Πονηρές Περιπέτειες (7ο μέρος): Φρικαλέο Συναίσθημα
Είχαμε μείνει στο προηγούμενο κεφάλαιο στην ταβέρνα με τους γονείς μου και τον συνεργάτη τους και ερωμένο μου τον Δημήτρη. Ο σερβιτόρος κοιτούσε εμένα και επικεντρωμένος στα μπούτια μου, τα μάτια του γυάλιζαν. Ο Δημήτρης τον κοίταξε άγρια σαν να σημάδευε την ιδιοκτησία του και ο σερβιτόρος κοίταξε αλλού. Πήρε την παραγγελία και στη συνέχεια έφυγε. Τότε η μητέρα μου είπε:
- Χριστίνα το παιδί αυτό, ο σερβιτόρος δεν είναι ο Νίκος που ήσασταν μαζί στο σχολείο;
- Ο Νίκος ήταν αυτός; Είχα το μυαλό μου αλλού δεν το πρόσεξα. Θα πάω να του πω ένα γεια.
Σηκώθηκα και έφυγα προς την κουζίνα του εστιατορίου. Αγχωμένη απ’ το πως με κοίταξε και απ’ όσα είχα περάσει δεν πρόσεξα το τύπο που με κοιτούσε. Είχε περάσει ενάμιση χρόνος από τότε που τελείωσα το λύκειο αλλά και πάλι. Μπήκα στο κτήριο και τον πλησίασα από πίσω τον χτύπησα στον ώμο διακριτικά γύρισε και με κοιτούσε πατόκορφα:
- Νίκο καλέ τι κάνεις; Sorry για πριν, δε σε αναγνώρισα είχα το μυαλό μου αλλού.
- Δεν πειράζει Χριστίνα μου. Καλά είμαι, εδώ δουλεύω σε εστιατόριο και ξεκίνησα τις σπουδές μου στα τουριστικά. Εσύ πως είσαι; Έχω να σε δω απ’ το λύκειο.
- Είχα ένα ατύχημα το καλοκαίρι που τελειώσαμε το λύκειο και πέρασα κάποιο διάστημα στην ανάρρωση, το Φεβρουάριο θα ξεκινήσω την σχολή μου απ’ το δεύτερο εξάμηνο.
- Έλα ρε, δεν το ήξερα!
- Και να το 'ξερες τι θα έκανες;
- Ε… θα ερχόμουν να σε δω, να δω τι κάνεις, τόσα χρόνια μαζί στο ίδιο σχολείο.
- Δεν πειράζει, χάρηκα που τα είπαμε Νίκο. Μπορείς να μου πεις που είναι οι τουαλέτες;
- Έλα θα σου δείξω!
Προχωράμε εκείνος μπρος κι εγώ πίσω. Φτάνοντας στις τουαλέτες μου δείχνει και μπαίνω μέσα.
- Αν θέλεις κάποια φάση που δε θα δουλεύω κιόλας, πες μου να πάμε για κανένα καφέ να τα πούμε.
Ο Νίκος ήταν από εκείνα τα παιδιά του σχολείου που όλη την ώρα μιλούσαν για βιντεοπαιχνίδια και ταινίες επιστημονικής φαντασίας. Επίσης δεν ήταν από τα πιο ομιλητικά και γνωστά παιδιά όπως η παρέα μου.
- Ναι ίσως να πάμε σε κάποια φάση. Χάρηκα που τα είπαμε.
Μπήκα στις τουαλέτες και σε έναν θάλαμο. Λίγα λεπτά αργότερα βγήκα και κατευθύνθηκα στους καθρέφτες να βάλω λίγο κραγιόν. Εκεί με την άκρη του ματιού μου βλέπω και τρομάζω. Ήταν ο Νίκος… σφουγγάριζε την τουαλέτα στην είσοδο.
- Αχ τρόμαξα.
- Συγνώμη δεν το έκανα επίτηδες, έπρεπε να σφουγγαρίσω άλλωστε. Ξέρεις, δε θέλω να φανώ αδιάκριτος αλλά όλοι στο λύκειο ξέρουμε για το ατύχημα σου.
- Τι πράγμα;
- Για το αυτοκινητιστικό όλοι γνωρίζουμε.
Συνέχισα να φτιάχνω το μακιγιάζ μου εγώ.
- Θέλεις μέσα στην εβδομάδα να βγούμε;
- Δεν ξέρω θα δω το πρόγραμμα μου και θα σου πω εντάξει;
- Πόσα θα πρέπει να πληρώσω;…
μου λέει και σκαλώνω. Τι εννοεί να πληρώσει;
- Ε;
- Λέω πόσα θα πρέπει να πληρώσω για να έχω την ίδια μεταχείριση μ' αυτούς;…
λέει ενώ έχει πλησιάσει και μου δείχνει στο κινητό του το βίντεο του παππού που με σκίζουν και οι τρεις. Το βλέπω και τρομάζω αλλά θα το παίξω ψύχραιμη.
- Δεν καταλαβαίνω… για τι πράγμα μιλάς;
- Έλα τώρα… μπορεί οι άλλοι όλοι να ξέρουν μόνο για το δυστύχημα αλλά εγώ μια μέρα που την έπαιζα με τσόντες στο ίντερνετ πέτυχα μια που έλεγε «το πουτανάκι της Θάσου» και φαντάσου την έκπληξη μου όταν αναγνώρισα την φάτσα της πουτάνας που με αγνοούσε 6 χρόνια στο σχολείο…
λέει ενώ νιώθω το χέρι του να σηκώνει το φόρεμα μου και να χώνει ένα δάχτυλο ωμά μέσα στα τοιχώματα του μουνιού μου. Γυρνάω, προσπαθώντας να του πάρω το χέρι και το μόνο που νιώθω είναι ένα χαστούκι.
- Λοιπόν κοίτα πουτανάκι θέλω κι εγω να σε κακομεταχειριστώ έτσι. Θα σε πάρω μεσοβδόμαδα να κανονίσουμε κάτι. Προς το παρόν θέλω ένα δείγμα καλής θέλησης.
Με πιάνει, μου βάζει ένα σετ χειροπέδες πισθάγκωνα και με σέρνει μέχρι την πόρτα της τουαλέτας. Με πηγαίνει πίσω από την πόρτα να μη φαίνομαι και με πιέζει στα γόνατα μου παίρνει το κραγιόν και γράφει στο μέτωπο μου «Ηλίθιο μουνί».
- Για να δούμε βρωμιάρα σκύλα πόσο καλή είσαι στην πίπα.
Ξεκουμπώνει το παντελόνι και βγάζει τον πούτσο του έξω, τον πλησιάζει στο στόμα μου κι εγώ τον αποφεύγω. Δεύτερο χαστούκι, καρφώνει την ψωλή του στο λαρύγγι μου και αρχίζει να το γαμάει.
- Γλείψε τον καλά πουτάνα να στον χώσω στην κωλάρα μετά.
Με πιάνει από τα μαλλιά και με πιέζει να τον πάρω όλο μέσα, μέχρι το λαρύγγι και με κρατάει εκεί. Λίγο μετά αρχίζω να πνίγομαι, να τραβιέμαι να ασφυκτιώ και να μουγκρίζω να μ' αφήσει. Μ' αφήνει να πάρω μια ανάσα και μετά συνεχίζει ξανά το ίδιο να τον συνηθίσω. Μετά από λίγο με τραβά απ' τα μαλλιά να σηκωθώ και με σέρνει μέσα σε μια τουαλέτα. Κολλάει τη μάπα μου στον τοίχο πάνω από το καζανάκι και μου κατεβάζει το στρινγκάκι που φοράω. Παίρνει το κραγιόν και γράφει «Γαμήστε με εδώ» και ζωγραφίζει ένα βέλος προς τις τρύπες μου. Προς καλή μου τύχη σηκώθηκε ο Δημήτρης και με έψαχνε. Μπήκε μέσα και με έψαχνε. Ο Νίκος μου έκλεισε το στόμα να μην ακούγομαι και μου τον έβαλε αργά-αργά μέσα στο μουνάκι μου. Αρχίζει και με γαμάει αργά και τον νιώθω να μπαίνει όλος μέσα. Μετά από λίγο, αφότου είδε ο Δημήτρης πως δεν είμαι εκεί και έφυγε ο Νίκος επιτάχυνε το γαμήσι που μου έκανε μέχρι που σφίχτηκε και έχυσε μέσα μου. Βγαίνοντας απ’ την τουαλέτα μου είπε:
- Θα σε πάρω μέσα στην εβδομάδα πουτανάκι, ήσουν πολύ καλή μπορεί να σου φέρω και πελατεία.
- Μπάσταρδε…
του φώναξα ενώ έφευγε. Έκλεισα την πόρτα και έκατσα στην τουαλέτα ενώ με το ένα χέρι προσπαθούσα να βγάλω όλα τα χύσια από το μουνί μου, ενώ με το άλλο σκούπιζα τα δάκρυα μου. Συγκέντρωσα τις δυνάμεις μου, ηρέμησα και πήγα στον καθρέφτη. Μάζεψα στη χούφτα μου πολύ νερό και έπλυνα τα μούτρα μου, βάφτηκα ξανά και βγήκα έξω με το κεφάλι ψηλά σαν να μην έγινε κάτι. Πήγα στο τραπέζι και έκατσα με τους υπόλοιπους. Είχαν έρθει και οι υπόλοιποι καλεσμένοι του μπαμπά… ο κυρ Λευτέρης και άλλοι δύο φίλοι τους ο κύριος Βαγγέλης και ο κύριος Σάκης. Οι δύο φίλοι είχαν κάτσει σε κάθε πλευρά του Δημήτρη και του μιλούσαν. Έτσι αναγκαστικά έκατσα μεταξύ της μαμάς μου και του κυρ Λευτέρη. Ο Λευτέρης άρχισε να μου χαϊδεύει τα μπουτάκια κάτω από το τραπέζι και το χέρι του που και που να φτάνει μέχρι το εσωτερικό των μηρών μου. Διακριτικά του έσπρωχνα το χέρι, αλλά συνέχιζε έτσι συνεχίστηκε η ώρα μας εκεί, ώσπου γυρίσαμε σπίτι μας. Εγώ πήγα στο δωμάτιο μου, έκανα μπάνιο και ξάπλωσα. Το ίδιο έκανε και η μαμά.
Ο μπαμπάς με τους τέσσερις φίλους και συνεργάτες έκατσαν έξω στο μπαρ της αυλής και τα λέγανε με το ποτάκι τους. Πήρα το κινητό μου και ξάπλωσα. Είχα ένα μήνυμα από το Δημήτρη.
- Έλα μωράκι, τι έγινε πριν; Συνέβη κάτι στο μπάνιο;… γιατί ήρθα να σε βρω και δε σε έβρισκα να δω αν είσαι καλά.
- Καλά είμαι, τώρα ξάπλωσα και σε σκέφτομαι. Τι ωραία που θα ήταν να κοιμηθούμε αγκαλίτσα.
- Θα προσπαθήσω να περάσω μετά. Σε θέλω δικιά μου Χριστίνα, να τον χωρίσεις το μαλάκα σου να έχεις μόνο εμένα θέλω.
Βλέπω την ανταπόκριση και του απαντώ κι εγώ:
- Κι εσύ; Θα χωρίσεις τη γυναίκα σου και θα αφήσεις τα παιδιά σου;
- Δε μπορώ να το κάνω αυτό Χριστίνα μου είμαι παντρεμένος και με τα παιδιά έχω και υποχρεώσεις.
- Τότε ότι συνέβη μεταξύ μας δεν ήταν κάτι σοβαρό, δεν υπάρχει λόγος να αφήσω το δικό μου.
- Μα όχι… εγώ θέλω τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, απλά μαζί σου θέλω να περνάμε καλά. Μα δε θέλω να σε μοιράζομαι με κανέναν."
Εκνευρίστηκα με τη συμπεριφορά του. Πως μπορούσε να ζητά από μένα να ζω για εκείνον, ενώ εκείνος ανταποκρινόταν αντίθετα απ' αυτό που ζητούσε:
- Κοίτα Δημήτρη, αν είναι έτσι ας το αφήσουμε εδώ. Ας μην προχωρήσουμε άλλο. Το δικό μου τον αγαπάω και εφόσον δε θέλεις να αφήσεις εσύ τη δικιά σου, δε θέλω ούτε κι εγώ το δικό μου.
Είδε το μήνυμα και εξαγριωμένος μου απάντησε:
- Χριστίνα, σε θέλω δικιά μου. Δε νομίζω ότι έχεις λόγο σ' αυτό. Το μαλάκα σου θα τον χωρίσεις. Όταν είπα ότι σε θέλω δικιά μου, δεν το είπα για να συζητήσουμε. Θα τον χωρίσεις. Τέλος.
- Δημήτρη εντάξει θα τον χωρίσω. Αλλά αν δεν πεις κάτι στην γυναίκα σου τότε... τότε θα της μιλήσω εγώ να σε χωρίσει εκείνη αν φοβάσαι εσύ να το κάνεις.
Δεν ξέρω πως μπορεί να το πήρε αυτό αλλά μετά σταμάτησε να μου γράφει. Οι σκέψεις μου προκάλεσαν πονοκέφαλο. Μου έστελνε και το αγόρι μου ταυτόχρονα που έλειπε φαντάρος. Αρχίσαμε να μιλάμε και το μυαλό μου είχε μπλοκάρει. Δεν του είπα τίποτα προφανώς που να δείχνει ότι θέλω να χωρίσουμε. Μετά από μια ώρα περίπου νέο μήνυμα από τον Δημήτρη:
- Αγάπη μου τα σκέφτηκα αυτά που είπαμε και με συγχωρείς… έχεις δίκιο. Ο μπαμπάς σου πήγε για ύπνο και οι άλλοι για χαρτιά. Εγώ μπήκα στο τζακούζι σας και πίνω το ποτό μου. Έχεις όρεξη να κατέβεις να αράξουμε ρομαντικά τα δύο μας;
Δεν απάντησα, ήμουν καταχαρούμενη. Φόρεσα γρήγορα ένα μαγιό με δέσιμο που έχω στις άκρες το κάτω μαύρο και το πάνω κόκκινο και κατέβηκα τρέχοντας σχεδόν να τον βρω. Φόρεσα και ένα μπουρνούζι. Έφτασα έξω στην αυλή και τον είδα να αράζει στο τζακούζι. Άφησα το μπουρνούζι να πέσει αργά-αργά κάτω στο πάτωμα και αισθησιακά πήγα μέχρι το τζακούζι, μπήκα μέσα και έκατσα δίπλα του.
- Νιώθω μεγάλη ασφάλεια δίπλα σου και νιώθω πως όσο περνά η ώρα σε ερωτεύομαι όλο και παραπάνω Δημήτρη.
- Κι εγώ μωράκι μου, σκεφτόμουν την τελευταία ώρα τη ζωή που θα κάνουμε μαζί.
Αρχίζει να με χαϊδεύει αργά, σιγά-σιγά με σφίγγει με το δεξί του μπράτσο του ενώ με το αριστερό χέρι, μου σηκώνει το κεφάλι απ’ το πηγούνι και με φιλάει παθιασμένα. Μετά κατεβάζει το ίδιο χέρι κάτω απ’ το νερό και σιγά-σιγά χαϊδεύοντας και ανατριχιάζοντας με φτάνει στο μουνάκι μου και βάζει δύο δάχτυλα για αρχή. Με το δεξί πιάνει το σουτιέν απ' το μαγιό και το σηκώνει προς τα πάνω αποκαλύπτοντας το ένα μου βυζί και γλείφει τη ρώγα μου. Απλώνω κι εγώ το ένα χέρι μου το δεξί στο χέρι που έχει στο μουνάκι μου και τον κάνω να το πιέσει πιο ατσούμπαλα, πιο άγρια. Με το άλλο του πιάνω τον πούτσο πάνω από το μαγιό και του τον παίζω. Απ' την ηδονή και την καύλα μου αρχίζω να σφίγγω τους γλουτούς μου και να του τραβάω τα μαλλιά. Το άλλο μου χέρι μπαίνει κάτω από το μαγιό και του πιάνω δυνατά την πούτσα αρχίζοντας να του την παίζω. Εκείνος σηκώνεται και ο πούτσος του έρχεται στο ύψος του προσώπου μου:
- Έλα μωρό μου… φίλα το καυλί που θα σε κάνει πουτάνα του σε λίγο.
Σκύβω και φιλάω το κεφαλάκι του. Τον κοιτάζω στα μάτια ενώ τον καρφώνω όλο στο λαρύγγι μου του παίρνω μια βαθιά και υγρή πίπα ενώ πνίγομαι. Με τα χέρια μου πιάνω τα κωλομέρια του για να τραβώ την ψωλή του στο λαιμό μου βαθιά μέσα και να με πνίγει. Εκείνος με πιάνει από τα μαλλιά και με πιέζει πιο πολύ, σε σημείο που δε μπορώ να αναπνεύσω και ζαλίζομαι. Τον βγάζει από το στόμα μου και μια τον τρίβει στο πρόσωπο μου μια με χαστουκίζει μ' αυτόν. Το ένα πουτσοσκάμπιλο μετά το άλλο. Έχω καυλώσει άσχημα.
- Βρίσε με, φέρσου μου άσχημα κάνε με το πορνίδιο σου…
του λέω. Δεν πιστεύω τον εαυτό μου. Έχω αρχίσει να έχω την επιθυμία να ξεφτιλιστώ. Δεν πιστεύω ότι αρχίζει να μ' αρέσει αυτό. Εκείνος με αρπάζει απ’ τα μαλλιά, με σηκώνει όρθια και εκεί που περιμένω πως θα με φιλήσει φέρνει το χέρι του στο στόμα μου. Δεν το ανοίγω, μου ρίχνει ένα δυνατό χαστούκι και χώνει τα δάχτυλα του στο στόμα μου. Με γυρνάει και με βάζει με τα γόνατα να κάτσω στο κάθισμα του τζακούζι. Το σώμα μου από τη μέση και πάνω ακουμπά στο πάτωμα και νιώθω τις μπουρμπουλήθρες να γαργαλάνε το μουνάκι μου.
- Αυτό το μουνάκι είναι δικό μου καριόλα;
- Ναι… δικό σου, να το κάνεις ότι θέλεις γαμιά μου.
Παίζω το παιχνίδι του.
- Πως Νιώθεις μωράκι μου;
- Ευτυχισμένη.
- Ελπίζω να το απόλαυσες όσο κράτησε, γιατί από εδώ και πέρα η ζωή σου θα αλλάξει.
Τότε αλλάζει χαρακτήρα, σκύβει με πιάνει από το λαιμό και μπαίνει στο μουνάκι μου απότομα και δυνατά. Αρχίζει να με γαμάει άγρια και να μου χαστουκίζει το κωλαράκι μου.
- Κόκκινη θα στην κάνω την κωλάρα αγάπη μου να μη μπορείς να κάτσεις. Το αποτύπωμα της παλάμης μου θα αφήσω πάνω να ξέρουν όλοι ότι είσαι δικιά μου.
- Δικιά σου είμαι μωρό μου δεν γαμιέμαι με κανέναν άλλο.
- Σκάσε τσουλάκι, πάω στοίχημα πως στην ταβέρνα γαμήθηκες με το σερβιτόρο. Τον καύλωσες και σε γάμησε κι αυτός έτσι δεν είναι;
- Ναι μωρό μου τον καύλωσα και με πίπωσε και με γάμησε σε μια τουαλέτα άγρια σαν πουτάνα που είμαι.
Ήμουν στον έβδομο ουρανό με το παιχνίδι μας. Τότε βλέπω τους άλλους να έρχονται από μακριά με τα μαγιό τους. Τρόμαξα και το ίδιο και ο Δημήτρης. Με τράβηξε στην αγκαλιά του και κάτσαμε πίσω, ενώ ο πούτσος του καρφώθηκε όλος μέσα μου. Οι άλλοι βγήκαν και ήρθαν προς το μέρος μας.
- Αγκαλίτσα Δημήτρη με την κόρη του αφεντικού και φίλου μας
- Σας κάναμε χώρο για να κάτσετε κι εσείς Λευτέρη.
Μπαίνουν μέσα και οι τρεις… ο Λευτέρης ο Σάκης και ο Βαγγέλης. Πράγματι δεν έχει τόσο χώρο να καθόμουν αλλού. Ο Λευτέρης κάθεται ακριβώς απέναντι μου. Το χέρι του Δημήτρη χαϊδεύει κάτω απ' το νερό το δεξί μου βυζί και έχω καυλώσει για τα καλά. Με το άλλο χαϊδεύει το άλλο βυζί και συνεχίζει σιγά-σιγά να με γαμάει από πίσω. Ο Λευτέρης ξεδιάντροπος όπως είναι όμως σκύβει μου πιάνει τα πόδια και τα βάζει πάνω του και τότε το νιώθω… έχει βγάλει το μαγιό του τα πόδια μου αγγίζουν το γυμνό του δέρμα και συγκεκριμένα την ψωλή του. Ο Λευτέρης τρίβει τον πούτσο του στις πατούσες μου και με κοιτάζει επίμονα. Τότε ο Δημήτρης σκύβει και μου λέει καθαρά να ακούσουν και οι άλλοι:
- Χριστίνα μου θες να περάσουμε καλά όλοι μαζί;
- Έλεγα να σε πάρουμε παρτουζίτσα, σαν πουτάνα μου που είπες ότι είσαι. Δε μπορείς να αρνηθείς μια τέτοια πρόσκληση.
- Δημήτρη είσαι σοβαρός;
- Σοβαρότατος, τόση ώρα δε σε βλέπω να διαμαρτύρεσαι που ο Λευτέρης μαλακίζεται με τα πόδια σου και οι άλλοι δύο έχουν από ένα βυζί στο χέρι και παίζουν. Τώρα τι σε έπιασε;
Συνειδητοποιώ ότι τα χέρια είναι του Σάκη και του Βαγγέλη. Τραβιέμαι να σηκωθώ από το Δημήτρη τρομοκρατημένη. Σηκώνονται και οι τέσσερις και μου τραβούν το μαγιό, με γονατίζουν, δεν χρειάζονται και πολύ… είμαι μια μικροκαμωμένη κοπέλα ανάμεσα σε τέσσερα νταγλάρια. Στα γόνατα μέσα στο νερό στέκομαι μπροστά σε τέσσερις ψωλαράδες και ο Δημήτρης λέει:
- Νόμιζες κωλοπουτάνα ότι θα κάτσω να με εκβιάζεις να διαλέξω τη γυναίκα μου ή εσένα; Εγώ φταίω που ήμουν καλός μαζί σου εξαρχής και βοηθούσα.
Καρφώνει τον πούτσο του στο λαρύγγι μου και μου ρίχνει μια χλέπα στο πρόσωπο. Ακούω την φωνή του Λευτέρη:
- Ναι μωρή καριόλα, βρωμιάρικο κοντοπούτανο, εδώ θα μείνεις μέχρι να αδειάσουν οι αρχιδόμπαλες μας πάνω σου ή μέσα σου. Να μάθεις να καυλώνεις τους φίλους του πατέρα σου.
Δακρύζω και προσπαθώ να τον βγάλω για να μιλήσω. Ενώ ο Δημήτρης με καρφώνει πιο βαθιά και μου λέει:
- Πιάσε τις ψωλές των φίλων μας του Σάκη και του Βαγγέλη τσουλάκι και άρχιζε να τις παίζεις να καυλώσουν να σε γαμήσουν καλά μετά. Πιάσε τες γιατί θα σου σπάσω τα δόντια πορνίδιο.
Ο Λευτέρης με σηκώνει σε ορθή γωνία φέρνοντας το κωλαράκι μου προς τον πούτσο του. Όταν προσπαθώ να διαμαρτυρηθώ μου ρίχνει μια μπουνιά στα πλευρά με αποτέλεσμα να δαγκώσω το Δημήτρη. Ένα αίσθημα πόνου, μίσους και θυμού με έχει κατακλύσει. Ο Δημήτρης τον βγάζει, με πιάνει απ’ τα μαλλιά μου ρίχνει μερικά δυνατά χαστούκια ενώ με σφίγγει απ' το λαιμό.
Έτσι πουτανάκι. Σε έσωσα χτες απ' τους άλλους γιατί σε ήθελα για εμένα. Ήθελα να γίνεις το πουταναριό μου, αλλά εσύ έχεις και απαιτήσεις. Με τραβάει ο Βαγγέλης απ’ τα μαλλιά, με σκύβει, χώνει την πούτσα του στο λαρύγγι μου και αρχίζει να κατουράει.
- Παρ' τα όλα… δημόσια τουαλέτα σε κάνουμε σκατοπούτανο.
- Έτσι… ξεφτιλίστε την πουτάνα!
Με τραβάνε και με βγάζουν απ’ το τζακούζι. Το ίδιο κάνουν και αυτοί. Μου κρατάνε κλειστό το στόμα και με πάνε στο δωμάτιο μου. Με πετάνε πάνω στο κρεβάτι με δύναμη σα να είμαι παιχνιδάκι.
- Τι θα έλεγες να κοιμόμασταν και οι τέσσερις εδώ μαζί σου Χριστινάκι μου;
- Σας παρακαλώ μην το κάνετε αυτό.
- Θα περάσεις καλά κι εσύ Χριστίνα, μην το αρνείσαι εσύ μου ζήτησες να σου φερθώ άσχημα. Εγώ απλά προσφέρω ότι ζητάς.
- Πως μπορείς να μου το κάνεις αυτό Δημήτρη;
- Στα αρχίδια μου τα συναισθήματα σου πουτανάκι. Εγώ ήθελα να σε γαμήσω και τι καλύτερο από το να έχεις ένα πουτανάκι που μπορείς να γαμάς σε συχνή βάση, γιατί έχω αρκετές καύλες και η γυναίκα μου δε με καλύπτει.
Ο Βαγγέλης καυλωμένος ξαπλώνει στο κρεβάτι, με τραβά απ' τα μαλλιά να ανέβω στην αγκαλιά του και καρφώνει τον πούτσο του στο μουνάκι μου. Ο Σάκης έρχεται πίσω μου και δίχως προετοιμασία δίχως τίποτα καρφώνεται στο κωλαράκι μου, ενώ ο Λευτέρης και ο Δημήτρης έρχονται από πάνω και με μπουκώνουν μέχρι το λαρύγγι μια ο ένας μια ο άλλος. Ο Λευτέρης γελώντας χαιρέκακα λέει:
- Λοιπόν χοντροπούτανο… πόσο ερωτευμένη νιώθεις τώρα; Θες ακόμα να χωρίσει ο Δημήτρης τη γυναίκα του και να παρατήσει τα παιδιά του για μια ξεσκισμένη τρύπα σαν εσένα;
- Αχ Χριστινάκι μοιάζεις της πουτάνας της μάνας σου, έτσι πάρε τον μέσα στο μουνάκι σου να στο γκαστρώσω ξεκωλιάρα.
λέει ο Βαγγέλης ο οποίος ήταν και παλιός φίλος του πατέρα μου. Και τι ήταν αυτό το σχόλιο άραγε για τη μάνα μου; Με τράβηξαν και με πέταξαν στο πάτωμα.
- Γονάτισε να μας πάρεις πίπα Χριστίνα.
Γονάτισα φοβισμένη για το τι θα μου κάνουν και τους είπα:
- Σας παρακαλώ μη μου κάνετε κακό.
- Τι φοβάσαι; Οι γονείς σου ροχαλίζουν Χριστίνα, ούτε με κανόνια δεν ξυπνάνε.
- Μη φωνάζεις πουτανάκι…
λέει ο Λευτέρης και τον βάζει στο στόμα μου. Με τα χέρια τους βάζουν τα χέρια μου στους πούτσους τους να τους παίζω, άλλος τσιμπά το στήθος μου άλλος μου κλωτσά το κωλαράκι από πίσω. Εναλλάξ ρουφάω την μια ψωλή μετά την άλλη. Έπεσε ο Σάκης πάνω μου, άνοιξε τα πόδια και μπήκε με τη μία μέσα μου. Βογκούσα ενώ ο Δημήτρης έχωνε τον πούτσο του στο λαρύγγι μου. Με γαμούσαν ρυθμικά και ο άλλος δίπλα έπαιζε το παλούκι του κι έλεγε:
- Κοιτάτε το καργιολάκι το Χριστινάκι πως γαμιέται.
- Έχεις πολύ ζεστό κωλαράκι καυλιάρα μου.
Τα' αρχίδια του χτυπούσαν στο κώλο μου τώρα γαμιόμουν σαν πουτάνα. Το ίδιο συνεχίστηκε για ώρα, άλλαζαν στάσεις και με έπαιρναν με κάθε τρόπο. Έπειτα άραξαν σε διάφορα σημεία του δωματίου και ενώ εγώ ήμουν μισολιπόθυμη στο κρεβάτι ανέβαινε ο καθένας και είτε έβαζε τα πόδια μου στους ώμους του ή απλά ξάπλωνε πάνω μου και μου γαμούσαν και έχυναν το μουνάκι μου ο ένας μετά τον άλλον. Μέχρι που τελείωσαν όλοι από πέντε με έξι φορές μέσα μου. Τελευταίος ο Δημήτρης με γάμησε και ήρθε και με έχυσε στην μάπα μου. Μετά έσκυψε και μου είπε:
- Κράτα το μαλάκα σου, αλλά αν τολμήσεις και πεις τίποτα στην γυναίκα μου ή σε κανέναν γι' αυτό, τότε το μαρτύριο σου δεν θα 'χει τέλος. Εδώ θα αφήσεις την τρύπα σου χιλιογαμημένη και την ψυχή σου κομματιασμένη ξεκωλιάρα, πορνίδιο του κερατά…
είπε και ενώ δάκρυα έτρεχαν απ’ το πρόσωπο μου ήρθαν όλοι και έβαλαν τις ψωλές τους στο πρόσωπό μου. Ο Λευτέρης άρχισε να κατουράει και ούρα να τρέχουν πάνω στο πρόσωπό μου και από κει στο σεντόνι. Ήμουν γεμάτη χύσια μελανιές και πληγές. Η μάσκαρα λιωμένη απ' το κλάμα και ο Δημήτρης με πρόσταξε:
- Χαμογέλα πουτανιάρα, θέλουμε να βγάλουμε selfie για να θυμόμαστε την ωραία αυτή στιγμή…
και με ένα selfie - stick βγάζουν μια φωτογραφία εμένα μέσα στα δάκρυα και στα χύσια και με τέσσερις ψωλές στη μάπα μου, χαμογελαστοί εκείνοι, κάνοντας το σινιάλο της Νίκης.
Copyright protected OW ref: 155600
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.