Η ιστορία:
Πριν τρία χρόνια πέρασα σαν φοιτητής στην Αθήνα. Μιας και είμαι παιδί φτωχής οικογένειας, προθυμοποιήθηκε ο θείος μου να με φιλοξενήσει. Ο θείος γύρω στα σαράντα τα είχε με ένα μωρό δεκαπέντε χρόνια μικρότερο του και μόλις έξι χρόνια μεγαλύτερο από μένα. Βέβαια την Χρύσα δεν την γνώρισα όταν πήγα Αθήνα τον Σεπτέμβριο αλλά από το καλοκαίρι που είχαν έρθει στο χωριό διακοπές.
Η Χρύσα όπως είπα και πιο πάνω ήταν ένα μωρό 24 χρονών, ξανθό 2άρι βυζάκι, γύρω στο 1,70. Ντυμένη πάντα αθώα αλλά και προκλητικά. Μόνο αυτή το κατάφερνε αυτό. Με φουστανάκια σούπερ μίνι που όταν έσκυβε αθώα φαινόταν το στρινγκάκι. Περιττό να σας πω πόσες μαλακίες τράβηξα εκείνη την περίοδο. Το σπίτι όπου θα έμενα με τον θείο μου δεν ήταν και πολύ μεγάλο, είχε μια κρεβατοκάμαρα, το σαλονάκι κολλητά και μια κουζίνα. Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας ήταν απέναντι από το σαλόνι όπου κοιμόμουν εγώ, στον καναπέ εννοείται. Οτιδήποτε έβλεπα στην τηλεόραση ή έκανα, μπορούσαν να το δουν από την κρεβατοκάμαρα και ιδιαίτερα από την πλευρά που κοιμόταν η Χρύσα καθώς δεν είχε πόρτα αλλά καθρέφτη διπλής όψεως.
Μόλις ξαπλώναμε έβαζα τσόντα και μαλακιζόμουν χωρίς να ξέρω ότι με βλέπει. Βέβαια δεν μου είπε τίποτα γιατί είχε το λόγο της απ’ ότι φάνηκε. Ο καιρός περνούσε και η Χρύσα άρχισε να παίρνει τον έλεγχο στα χέρια της. Όταν μέναμε μόνοι μας γινόταν όλο και πιο προκλητική. Φορούσε φαρδιές μπλούζες για να βλέπω τα βυζάκια της, άφηνε τα στρινγκάκια της πάνω στον καναπέ, δήθεν πως τα ξέχναγε, με αποκορύφωμα ένα απόγευμα που γύρισα από τη σχολή πριν την ώρα μου και ανοίγοντας την πόρτα, σιγά όπως συνήθιζα, άκουσα κραυγές από την κρεβατοκάμαρα και νόμιζα ότι την ξέσκιζε ο θείος τώρα που είχαν χρόνο. Αντ’ αυτού, η Χρύσα είχε χωμένο έναν τεράστιο δονητή στην μουνάρα της και έχυνε σαν τρελή.
Όταν με είδε σάστισε και προσπάθησε να σκεπαστεί αφήνοντας τον δονητή με τα υγρά έξω από αυτά. Χαμογέλασε και ζήτησε συγγνώμη ναζιάρικα αρπάζοντας τον δονητή με νόημα. Αλλά εγώ κυρίως φοβόμουν να κάνω κάτι καθώς θα έμενα στο δρόμο, αν μάθαινε κάτι ο θείος. Ύστερα σηκώθηκε, έκανε μπάνιο και ήρθε στο μπαλκόνι ανανεωμένη και προσπαθώντας να μου εξηγήσει λέγοντας διάφορες δικαιολογίες. Την καθησύχασα και της είπα:
- «Κι εγώ το κάνω».
Και τότε μου λέει:
- «Το ξέρω. Σε βλέπω κάθε βράδυ που χύνεις και ζηλεύω καθώς ο θείος σου με έχει παρατημένη».
- «Μα πώς…;» της λέω.
- «Δεν με πηδάει καθόλου» μου λέει. «Έρχεται συνέχεια κουρασμένος και κοιμάται κατευθείαν όταν ξαπλώνουμε. Γι’ αυτό και αγόρασα τον δονητή για να μπορώ να ικανοποιούμαι. Ωστόσο δεν θα έλεγα όχι σε ένα καυλί σαν το δικό σου…»
- «Είναι λάθος που αρχίσαμε τέτοια συζήτηση…» της απαντάω.
Τότε άρχισε να με ρωτάει ακόμη πιο προσωπικά πράγματα. Εγώ είχα κοκκινίσει από ντροπή καθώς δεν ήθελα να κάνω τέτοια συζήτηση με την Χρύσα, ήθελα να την έχω μόνο στην φαντασίωση μου. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι έκανα αυτή τη συζήτηση με την γκόμενα που φαντασιώνομαι από το καλοκαίρι. Ο δε πούτσος μου είχε γίνει πύραυλος καθώς φορούσα ένα σορτσάκι. Η Χρύσα σαν πουτανίτσα το κατάλαβε και χαμογέλασε πονηρά και μου λέει:
- «Εσύ ντρέπεσαι.. το καυλί σου όμως έχει διαφορετική γνώμη. Ή μήπως όχι;»
Η συζήτηση κόπηκε ξαφνικά καθώς χτύπησε το κουδούνι και ήταν μια φίλη της η Σίσι. Ευχαρίστησα τον Θεό από μέσα μου γιατί θα ενέδιδα. Μετά από λίγες μέρες ο θείος έφυγε με την δουλειά του ταξίδι στην Κρήτη και θα έλειπε για λίγες μέρες. Η Χρύσα, παρόλο που έδειξε ότι στεναχωρήθηκε, χάρηκε γιατί θα μπορούσε να κάνει το παιχνίδι της, και το ξεκίνησε από την πρώτη μέρα. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, γυρίζοντας εξαντλημένος από το ΤΕΙ, μπήκα να κάνω μπάνιο και να χαλαρώσω. Ξέχασα όμως να πάρω καθαρή πετσέτα και για να μην γεμίσω νερά, παρακάλεσα την Χρύσα να μου αφήσει μια απ’ έξω από το μπάνιο. Αυτή όμως τράβηξε την συρόμενη πόρτα του μπάνιου και καλά να αφήσει την πετσέτα και μόλις με βλέπει γυμνό και καυλωμένο λέει:
- «Αυτό είναι καυλί για γαμήσι!»
Γελάει και συνεχίζει:
- «Να σκουπιστείς καλά».
- «Γιατί; Θα με γλείψεις;» λέω και γελάω.
Είπα να αφεθώ καθώς χαμένοι θα ήμασταν και οι δυο αν μαθευόταν κάτι. Πήγα μέσα, έβγαλα την πετσέτα και φόρεσα το εσώρουχο. Τότε ήρθε από πίσω μου, άρχισε να με φιλάει και με γυρνάει και σκύβει μπροστά μου και αρχίζει να με πιπώνει με απίστευτη μαεστρία. Τον έβαζε όλο μέσα ενώ παράλληλα με τα χέρια της χάιδευε το στήθος μου και ζουλούσε τα αρχιδάκια μου. Δεν άντεξα και πολύ.. έχυσα μέσα στο στοματάκι της. Τότε την παίρνω αγκαλιά και την ρίχνω στο κρεβάτι. Της βγάζω το σορτσάκι και αρχίζω να της γλείφω το φρεσκοξυρισμένο μουνάκι της. Αναστέναζε από καύλα και ηδονή και με ικέτευε να την γαμήσω και τότε χώνω την ψωλάρα μου στην μουνάρα της και άρχισε να ουρλιάζει από καύλα.
- «Ναι πουτσαρά μου! Σκίσε με!»
Την γύρισα στα τέσσερα για να έχω καλύτερη θέα της μουνάρας της. Άρχισα να την σφυροκοπάω σαν λυσσασμένος. Με ικέτευε να κάνω πιο σιγά μπήγοντας τα νύχια της ακόμη πιο βαθιά στο δέρμα μου, αλλά παράλληλα δεν ήθελε να σταματήσω να τη σκίζω. Αυτό με τρέλαινε πιο πολύ. Ούρλιαζε από καύλα:
- «Αχ, ναι μωρό μου! Χύσε την μουνάρα μου!»
Τότε όλο το καυτό σπέρμα μου γέμισε την μουνάρα της. Μείναμε αγκαλιασμένοι για πολλή ώρα με τον πούτσο μου να είναι ακόμα μέσα της. Εκείνο το βράδυ ξεσκιστήκαμε τόσο πολύ που την επομένη δεν μπορούσαμε να πάρουμε τα πόδια μας. Με την Χρύσα βρισκόμαστε αρκετά συχνά από τότε, παρόλο που χώρισε με τον θείο μου. Φέτος θα πάμε διακοπές και μαζί αν όλα πάνε καλά.. στα κρυφά πάντα.
(Copyright protected OW ref: 66642)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.