Ήταν αρχές καλοκαιριού ακόμα αλλά παρόλα αυτά είχα κάνει είδη αρκετά μπάνια και εκείνο το μεσημέρι βρισκόμουν και πάλι σε μια ήσυχη παραλία της Αττικής, η οποία βρισκόταν κοντά στην περιοχή την οποία μένω, και έκανα ένα γρήγορο μπανάκι. Η ώρα ήταν 3:00 το μεσημέρι και ήταν καθημερινή οπότε ήμουνα ο μοναδικός θαμώνας αυτής της μικρής παραλίας. Δεν είχε περάσει πολύ ώρα που είχα μπει στην θάλασσα όταν είδα να καταφτάνει στην παραλία μια συμμαθήτριά μου από το ΙΕΚ, η Μίνα.
- Βρε καλώς την περίεργη!
Έσπευσα να την πειράξω μόλις την είδα να ακουμπάει τα πράγματά της, όχι πολύ μακριά από τα δικά μου, και να ετοιμάζεται να μπει και αυτή στην θάλασσα. Η Μίνα ήταν μια μελαχρινή κοπέλα σε -μαλλιά και δέρμα- με μαύρα μάτια και μαλλιά ελαφρώς σπαστά που έφταναν μέχρι την πλάτη της. Εκείνη την στιγμή φορούσε ένα μαύρο ολόσωμο μαγιό. Το στήθος της ήταν αρκετά μεγάλο και αγέρωχο και γενικότερα έμοιαζε περισσότερο σαν μια νέα όμορφη μεσογειακή 27άρα και όχι σαν 18χρονο κορίτσι του ΙΕΚ. Στην σχολή ήταν αρκετά αγοροκόριτσο και μεγάλο πειραχτήρι και έτσι της είχα κολλήσει το παρατσούκλι περίεργη με το οποίο την προϋπάντησα και στην παραλία.
- Βρε χαμένε! Μου απάντησε γελώντας ανταποδίδοντας το πείραγμα. Δεν μου το έλεγες νωρίτερα ότι έρχεσαι εδώ για μπάνιο για φροντίσω να πάω κάπου αλλού;
Και λέγοντας αυτά μπήκε στη θάλασσα και άρχισε να βαδίζει προς το μέρος μου. (βρισκόμουν ακόμα σε σημείο που πάτωνα και στον πυθμένα της θάλασσας είχε άμμο).
- Ναι καλά… της απάντησα περιπαιχτικά. Πρόσεχε μην χτυπήσεις.
- Όχι βρε, δεν φοβάμαι για εμένα, για εσένα φοβάμαι!
Μου απάντησε γελώντας καθώς είχε πλησιάσει προς το μέρος μου και σχεδόν με το τέλος της φράσης της με άρπαξε με τα χέρια της από την πλάτη και με βούτηξε στην θάλασσα. Αφού με κράτησε κάμποση ώρα μέσα τελικά με άφησε να βγάλω το κεφάλι έξω για να αναπνεύσω.
- Χα χα χα! Έκανε. Καλά να πάθεις! Για να μάθεις να μου την λες. Σήμερα θα υποφέρεις.
- Βοήθεια τρελή! Πιάστε την!
Έκανα κοροϊδεύοντας εγώ, κρύβοντας την ευχαρίστηση μου για το καψόνι που μου είχε κάνει. Άλλωστε δεν σας κρύβω ότι με αυτήν την αναγκαστική βουτιά είχα έρθει αρκετά κοντά στα πόδια της πράγμα που με έκανε να νιώθω ιδιαίτερα όμορφα. Ταυτόχρονα με αυτήν μου την φράση της γύρισα την πλάτη και έκανα να απομακρυνθώ προς τα μέσα κολυμπώντας. Όμως άλλες ήταν οι βουλές της Μίνας. Πριν προλάβω να κάνω την πρώτη απλωτή με ξανάρπαξε από την πλάτη και με ξαναβούτηξε μέσα. Από εκείνη την ώρα δεν σταμάτησε να με βουτάει γελώντας και με άφηνε να βγω μόνο όταν είχε εξαντληθεί η αναπνοή μου. Φαινόταν καθαρά ότι απολάμβανε αυτήν την μικρή άσκηση εξουσίας πάνω μου. Στο τέλος κοκκινίσανε τα μάτια μου από το πολύ ιώδιο και σταμάτησε για λίγο γελώντας και πειράζοντάς με.
- Τι έγινε; Κοκκινίσανε τα όμορφα ματάκια σου; Άχου το! Μου έκανε γελώντας.
- Ρε ουστ από δω! Στα άγρια βουνά στα απάτητα στα σκοτεινά τα μέρη, να χαθείς!
Έκανα εγώ απαγγέλλοντας μια κατάρα, ξόρκι ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων που το είχα ακούσει από την γιαγιά μου και το είχα κρατήσει γιατί μου φαινόταν αστείο.
- Καλά. Μου απάντησε αυτή. Χάνομαι και δεν θα με ξαναδείς.
Και λέγοντας τα αυτά, έριξε μια επί τόπου βουτιά και έπιασε με τα χέρια της τον πυθμένα της θάλασσας (ήμασταν ακόμα σε μέρος που πατώναμε), ενώ ένωσε τα δυο της πόδια και τα τέντωσε ψηλά έξω από την θάλασσα σε σημείο που να είναι σχεδόν δίπλα στο πρόσωπο μου. Αυτή η στιγμή ήταν για εμένα η αποκάλυψη του Ιωάννη καθώς δε είχα ξαναδεί ποτέ από τόσο κοντά τα πόδια της. Πραγματικά οι λέξεις πολύ όμορφα τα αδικούσαν. Ήταν ότι ωραιότερο είχα δει μέχρι τότε στην ζωή μου. Μαυριδερά με ελάχιστα πιο ανοιχτόχρωμες τέλειες πατούσες οι οποίες σχημάτιζαν τόσο αυτές όσο και οι καμάρες της τις τέλειες καμπύλες. Ενώ τα δάχτυλά της ήταν Αιγυπτιακού τύπου αψεγάδιαστα και έδεναν απόλυτα αρμονικά με το υπόλοιπο πόδι.
Δεν ξέρω μπορεί να ήταν και το νερό που τα έκανε να δείχνουν ακόμα πιο μαλακά, γυαλιστερά και ποθητά, ίσως να ήταν και το νεαρό της ηλικίας μου, πάντως ακόμα και σήμερα που το σκέφτομαι δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί από κοντά τόσο τέλεια πόδια. Λες και τα είχε σχεδιάσει ο Saudelli σε στιγμές μεγάλης έμπνευσης. Τα κράτησε για αρκετά δευτερόλεπτα έτσι αγέρωχα απλωμένα μπροστά μου (λες και γνώριζε το φετίχ μου και ήθελε να με αποπλανήσει), και αμέσως μετά ξαναήρθε στην κανονική της θέση με το κεφάλι πάνω από την επιφάνια της θάλασσας.
- Λοιπόν, πως πάνε τα μάτια σου; Με ρώτησε.
Εγώ δεν της απάντησα γιατί δεν είχα προλάβει να συνέλθω ακόμα από αυτό που είχα αντικρίσει.
- Ρωτάω! Μου ξαναείπε. Γιατί είναι ώρα για τον δεύτερο γύρο…
Και σχεδόν αμέσως με ξανά άρπαξε από το κεφάλι και με βούτηξε στην θάλασσα όμως αυτή τη φορά μόλις βούλιαξα λίγο, με πάτησε με τα πόδια της και βρέθηκα να είμαι κολλημένος φαρδύς πλατύς στον βυθό κι αυτή να πατάει επάνω μου. Πραγματικά αυτή ήταν η πιο φοβερή αίσθηση που είχα νιώσει μέχρι τότε και δεν κρύβω ότι είχα ερεθιστεί πάρα πολύ εκείνη την ώρα.
Έμεινε έτσι πάνω μου για περίπου μισό λεπτό και εγώ ούτε που διανοήθηκα να κουνηθώ η να της κάνω κάποιο σήμα για να μετακινηθεί αυτή. Ήταν τόσο όμορφα που θα έμενα εκεί ακόμα και αν μου τελείωνε το οξυγόνο. Ευτυχώς για εμένα κάποια στιγμή μετακινήθηκε από μόνη της και με άφησε να ανέβω στην επιφάνεια. Όταν βγήκα τα είχα σχεδόν χαμένα λες και βρισκόμουν σε άλλο κόσμο. Αυτή φυσικά δεν σταμάτησε να γελάει αλλά πλέον πιστεύω ότι είχε υποψιαστεί πόσο μου άρεσε η όλη κατάσταση.
Και αυτό φάνηκε περισσότερο στην συνέχεια…
- Πάμε πιο μέσα προς την άσπρη βάρκα.
Μου είπε σχεδόν επιτακτικά καθώς στην παραλία είχε καταφθάσει ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και ετοιμαζόταν να βουτήξει. Και έτσι ξεκινήσαμε να κολυμπάμε προς μια από τις τρεις βάρκες που ήταν αραγμένες σε απόσταση περίπου 50 μέτρα από την ακτή. Σε ένα λεπτό είχαμε φτάσει στην βάρκα. Η πλώρη της ήταν γυρισμένη προς την παραλία ενώ το πίσω μέρος της, η πρύμη, έβλεπε προς τα ανοικτά της θάλασσας. Αυτό ήταν και το μέρος του σκάφους το οποίο έμενε ακάλυπτο από την τέντα που σκέπαζε το μπροστινό μέρος. Η Μίνα κολύμπησε προς το πίσω μέρος πριν από εμένα γιατί από αυτή την πλευρά μπορούσε να ανέβει ένας κολυμβητής στη βάρκα αφού εκεί υπήρχε ένα αρκετά πλατύ σκαλοπάτι στο οποίο μπορούσες είτε να καθίσεις ή να πατήσεις για να μπεις μέσα στο σκάφος.
Η Μίνα πάτησε στο σκαλοπάτι και ανέβηκε στην πρύμη της βάρκας. Έπειτα κάθισε στον πλαστικό πάγκο που χρησίμευε σαν κάθισμα και διέσχιζε όλο το πίσω μέρος της βάρκας σχηματίζοντας περίπου ένα Π. Τέλος άπλωσε τα πόδια της προς την έξω μεριά έτσι ώστε να κρέμονται στην πλευρά που υπήρχε αυτό το σκαλοπατάκι που προανέφερα. Φυσικά ήξερε ότι εγώ δεν μπορούσα να μπω μέσα στη βάρκα έτσι όπως καθόταν. Έτσι λοιπόν, σκαρφάλωσα στο σκαλοπάτι και έμεινα εκεί όρθιος με τα πόδια της να αιωρούνται ανάμεσα στα ανοιχτά δικά μου πόδια.
- Τι θα γίνει; Της είπα. Εδώ που άραξες θα πρέπει να περάσω από πάνω σου για να μπω στη βάρκα.
- Και εκεί καλά είσαι! Μου είπε γελώντας. Άλλωστε… έκανε να ξεκινήσει μια φράση την οποία διέκοψε απότομα.
Η θέα των υπέροχων ποδιών της να αιωρούνται ανάμεσα στα δικά μου και κοντά στο επίμαχο σημείο μου, αλλά και όλη αυτή η επαφή που είχα προηγουμένως με τα πόδια της, είχαν κάνει το όργανό μου να φουσκώσει αρκετά σε σημείο που να είναι ιδιαίτερα εμφανές.
- Χα χα χα! Ξέσπασε σε γέλια η Μίνα. Ρε συ δεν ντρέπεσαι λίγο; Σου σηκώθηκε ρε χαμένε; Ου να μου χαθείς! Και συνέχισε να γελάει.
- Ε, καλά μην κάνεις έτσι. Της απάντησα λίγο αμήχανα. Από όσο ξέρω κακό είναι να μην σου σηκώνεται. Είπα προκειμένου να δικαιολογηθώ. Αυτής όμως, βλέποντας το κονταράκι που διαγραφόταν μέσα από το μαγιό μου, της μπήκαν ιδέες για νέα βασανιστήρια.
- Καμιά φορά, μου απάντησε, κακό είναι και να σου σηκώνεται, γιατί έτσι μπορεί να σου συμβεί κανένα ατύχημα.
Και σχεδόν αμέσως σήκωσε αστραπιαία το δεξί της πόδι, το οποίο κρεμόταν είδη κοντά στο επίμαχο σημείο μου και βάζοντας το πάνω στο φούσκωμα που μου είχε δημιουργηθεί στο μαγιό μου, με έσπρωξε με δύναμη προς τη θάλασσα. Εγώ αναγκαστικά τινάχτηκα προς τα πίσω και έσκασα άγαρμπα με την πλάτη στη θάλασσα. Αμέσως μετά ξανασκαρφάλωσα στο σκαλοπάτι κρατώντας δήθεν πονεμένος τα γεννητικά μου όργανα. Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν είχα πονέσει αλλά ήμουν πιο ερεθισμένος από ποτέ.
- Ωωωχχ, εντάξει Μίνα έκανες την εξυπνάδα σου. Άσε με τώρα να μπω μέσα στην βάρκα. Της είπα στεκάμενος για δεύτερη φορά όρθιος μπροστά της στο σκαλοπάτι.
- Χαχαχα, θα μπεις στην βάρκα μόνο αν παραδεχτείς ότι είμαι η καλύτερη. Μου απάντησε αυτή.
- Εντάξει, εντάξει ότι πεις. Είσαι η καλύτερη. Κάνε τώρα στην άκρη να περάσω. Είπα και έκανα να κινηθώ προς τα εμπρός.
- Μην βιάζεσαι… μου είπε αυτή και μου έβαλε τη θεϊκή της πατούσα στο στήθος μου εμποδίζοντας με να κινηθώ άλλο προς τα εμπρός. Αν σε αφήσω να μπεις μέσα θα πρέπει πρώτα να μου υποσχεθείς ότι θα μου φιλήσεις τα πόδια σαν ένδειξη ότι αναγνωρίζεις την ανωτερότητά μου.
- Τι λες μωρή μουρλή; Της είπα εγώ.
Αν και για να είμαι ειλικρινής, ένας θεός ήξερε πόσο ήθελα να της φιλήσω τα πόδια. Δεν μπορούσα όμως να το παραδεχτώ έτσι απλά.
- Τότε άντε πάλι εκεί που ήσουνα.
Μου απάντησε και βάζοντας γρήγορα το ένα της πόδι πάλι στο επίμαχο σημείο μου (το οποίο ήταν τώρα περισσότερο ερεθισμένο) με ξανά έσπρωξε με δύναμη προς τα πίσω με αποτέλεσμα να κάνω άλλη μια θεαματική αλλά και άγαρμπη βουτιά προς τη θάλασσα. Μετά από λίγο ξαναβγήκα από τη θάλασσα αγνοώντας τα τρανταχτά γέλια της και ξανασκαρφάλωσα στο σκαλοπάτι με το κεφάλι μου σκυμμένο αυτή τη φορά.
- Λοιπόν; Μου είπε γελώντας. Θα μου υποσχεθείς ότι θα μου φιλήσεις τα πόδια ή θα φάμε ομελέτα σήμερα;
Και με μια κίνηση του ενός ποδιού της, έδειξε με νόημα το φούσκωμα στο μαγιό μου με τα ακροδάχτυλα του ίδιου ποδιού.
- Εντάξει, κέρδισες! Της είπα με κατεβασμένο το κεφάλι.
- Ναι, κάνε πως δεν σου αρέσει κιόλας…! Μου είπε γελώντας καθώς σηκωνόταν από την θέση της για να περάσω. Το φούσκωμα στο μαγιό σου άλλα δείχνει…
Έτσι υποταγμένος σε αυτό το κορίτσι της σχολής, η οποία αυτό το μεσημέρι είχε μεταμορφωθεί σε μια υπέρτατη θεά και αμαζόνα μαζί, κινήθηκα προς το μέσα μέρος της βάρκας. Αυτή πήγε και ξάπλωσε στο δεξιό μέρος της σανίδας αυτή τη φορά, ενώ εγώ κάθισα στον πάτο της βάρκας έτσι ώστε το κεφάλι μου να βρίσκεται στο ύψος των θεϊκών ποδιών της.
Αμέσως μετά έπιασα με θρησκευτική ευλάβεια τα πόδια της και άρχισα να τα φιλάω, να τα γλείφω και να τα ρουφάω σε όλα τα σημεία τους. Στις γάμπες, στις καμάρες, στα δάχτυλα στις πατούσες… Ζούσα το ομορφότερο όνειρο και παρακαλούσα να μην τελειώσει ποτέ. Το όργανό μου είχε τεντωθεί τόσο πολύ που νόμιζα πως θα έσκιζε το μαγιό. Η Μίνα από την άλλη δεν μπορώ να πω ότι το απολάμβανε λιγότερο. Είχε περάσει τα χέρια της πίσω από το κεφάλι της και είχε κλείσει τα μάτια, βγάζοντας βαριές αναπνοές που έδειχναν ότι βρισκόταν επίσης στον κόσμο της ηδονής.
- Αααχχ... παράθεμα σε! Τι γλώσσα είναι αυτή που έχεις;
Δυστυχώς δεν μπόρεσα να αντέξω για πολύ… δεν είχα συνηθίσει σε τέτοιες ποσότητες ηδονής για την ηλικία μου. Σε λίγο, άρχισα να τρέμω και το όργανό μου άδειασε όλο του το περιεχόμενο μέσα στο μαγιό μου. Τελείωσα μέσα σε βαριές ανάσες και πνιχτά βογκητά. Η Μίνα το αντιλήφθηκε και ανοίγοντας τα μάτια της, με έπιασε τρυφερά από το λαιμό και με τράβηξε προς το μέρος της. Αμέσως μετά ακούμπησε το κεφάλι μου πάνω στο υπέροχο στήθος της και το χάιδεψε με τρυφερότητα. Εγώ ήμουν εξαντλημένος ανήμπορος να αρθρώσω έστω και ένα φωνήεν.
- Λοιπόν εσύ είσαι κρυφό ταλέντο! Μου είπε χαμογελώντας. Έπρεπε να σε είχα ανακαλύψει νωρίτερα. Από εδώ και πέρα και τουλάχιστον για το υπόλοιπο του καλοκαιριού αναλαμβάνεις υπηρεσία. Θα είσαι υπεύθυνος για την περιποίηση μου, την ψυχαγωγία μου, την ηδονή μου, με λίγα λόγια για τα πάντα. Και αλίμονο σου αν δεν μείνω ικανοποιημένη.
Και λέγοντας αυτά μου έριξε ένα χαδιάρικο μπατσάκι στο μάγουλο. Το ζευγάρι των ηλικιωμένων κολυμπούσε πολύ πιο έξω στα ρηχά και η γιαγιά είχε αγκαλιάσει παιχνιδιάρικα τον παππού. Στην ακτή ένα αδέσποτο σκυλί πλησίαζε επιφυλακτικά τα ρούχα μου. Και αυτό το καλοκαίρι έμελλε να είναι το ομορφότερο της ζωής μου.
(Copyright protected OW ref: 8389 "Straight erotic stories archive")
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.