Υπόθεση: Η Ναταλία κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού εγκλωβίζεται σε κάποιο μέρος λόγω άσχημων καιρικών συνθηκών. Εκεί γνωρίζει έναν όμορφο άγνωστο και αποφασίζει να κάνει πραγματικότητα την φαντασίωση της… να κάνει σεξ με κάποιον άγνωστο.
Η ιστορία:
Γεια σας. Είμαι η Ναταλία, είμαι 25 ετών και θα ήθελα να μοιραστώ μια ιστορία. Συγνώμη αν θα σας ξινίσει επειδή θα είναι από την οπτική μου. Παρατηρώ ότι έχετε συνηθίσει σε περιγραφές πανέμορφων γυναικών, αλλά επειδή δεν είμαι λεσβία, αναγκαστικά θα σας περιγράφω τον άνδρα που πρωταγωνιστεί στην ιστορία μου.
Η φαντασίωση κάθε γυναίκας, είναι το σεξ με κάποιον άγνωστο, είτε αυτό είναι σαν βιασμός (μόνο στην φαντασίωση, μην νομίζετε ότι μας αρέσει να μας βιάζουν στα αλήθεια) είτε συναινετικό σεξ, αρκεί να είναι ο άγνωστος. Εμένα αυτή η φαντασίωση, ποτέ δεν μου προξενούσε ιδιαίτερους ερεθισμούς, αλλά μου έτυχε στην πραγματικότητα. Βασικά είμαι δεσμευμένη με ένα πολύ ωραίο παιδί, κάνουμε καλό σεξ, δεν έχουμε προβλήματα, και ακόμα δεν έχουμε.
Έτυχε να πρέπει πάω στο χωριό μου για να δω τους δικούς μου, αλλά όντας χειμώνας και ορεινή περιοχή, είχαμε ένα θέμα με τα χιόνια. Έτσι μας κατέβασε σε ένα κοντινό τουριστικό κέντρο και περιμέναμε. Εκεί τον είδα να διαβάσει βαριεστημένα ένα περιοδικό από το τραπεζάκι. Είχε κοντό μαλλί, σαν φαντάρος, ηλικία σχετικά κοντά στην δική μου, ίσως μικρότερος, πράσινα μάτια, και αρρενωπά χαρακτηριστικά. Έδειχνε αγανακτισμένος με την όλη κατάσταση, έτσι (τα ήθελε ο κωλαράκος μου) πήγα να καθίσω μαζί του.
- «Καλησπέρα!», είπα χαρούμενα εγώ.
Εκείνος με κοίταξε και χαμογέλασε έκπληκτος που του μιλούσε προφανώς μια άγνωστη, και όχι να το παινευτώ αλλά είμαι εμφανίσιμο κορίτσι, 1.73 μακριά κόκκινα μαλλιά (βαμμένα) με ωραίο στήθος, και αδύνατη, προσέχω πολύ την εμφάνιση μου. Φορούσε μια μαύρη μπλούζα από μέσα, σχεδόν κολλητή, που κολάκευε το αδύνατο αλλά γυμνασμένο σχετικά σώμα του, και ένα πουκάμισο γκρι σκούρο απ’ έξω, και τζιν. Στα γόνατα του έβλεπα το παχύ μπουφάν.
- «Κωλόκαιρος ε;», σχολίασα αμήχανα εγώ.
- «Ναι. Τι ήθελα και ταξίδευα τέτοια μέρα; Συγνώμη, είμαι ο Νίκος…», είπε και άπλωσε το χέρι του, το οποίο έσφιξα.
- «Είμαι η Ναταλία!», απάντησα και χαμογέλασα.
- «Χάρηκα Ναταλία. Εσύ πώς και ταξιδεύεις τέτοια μέρα;», ρώτησε.
- «Κι εγώ χάρηκα. Ε, πρέπει να δω τους δικούς μου και καταλαβαίνεις. Η δικαιολογία του κωλόκαιρου, δεν πιάνει…», απάντησα.
Εκείνος χαμογέλασε και ανακάθισε στον καναπέ. Τώρα έβλεπα τις γραμμές του σώματος του. Πολύ ωραίος, και δεν ξέρω τι με είχε πιάσει, γιατί και το αγόρι μου ήταν εξίσου ωραίο, οπότε δεν αντιλαμβάνομαι ακόμα και σήμερα γιατί κοίταξα τον Νίκο.
Μιλήσαμε για πολλά. Ο Νίκος ταξίδευε για δουλειές, δεν είχε σχέση (μόλις είχε χωρίσει βασικά) και γι’ αυτό τηρούσε μια απόσταση μεταξύ μας. Τον εμπιστεύτηκα αρκετά για να του πω για το αγόρι μου κτλ., αν και νομίζω είδα φευγαλέα μια απογοήτευση στα μάτια του. Φυσικά το χιόνι δεν θα μας άφηνε να φύγουμε από εκεί, έτσι πληροφορηθήκαμε ότι θα έπρεπε να βρούμε μέρος να μείνουμε για την νύχτα. Εντελώς εκνευριστικό και φυσικά εγώ δεν είχα ιδέα που να μείνω.
- «Μην ανησυχείς, έχει εδώ πιο πέρα κάτι σαν πανδοχείο. Είναι γνωστός μου, κάπως θα βολευτούμε….»
Πραγματικά ήθελα να τον φιλήσω. Νόμιζα ότι θα περνούσα την νύχτα στο πάτωμα του μαγαζιού. Περπατήσαμε λίγο στο κρύο (δεκαπέντε λεπτά) και το είδα. Δεν ήταν κάτι πεντάστερο, αλλά για την νύχτα ήταν μια χαρά. Ο Νίκος μπήκε πρώτος. Ένας ώριμος άνδρας, καλοσυνάτος τον χαιρέτησε θερμά.
- «Ρε το Νίκο! Η κοπελιά σου;», ρώτησε εκείνος.
- «Όχι, φίλη του είμαι…», έσπευσα να πω εγώ.
Δεν ξέρω αλλά όταν είμαι αμήχανη μιλάω και λέω μπούρδες. Ο Νίκος με έπιασε αγκαλιά φιλικά.
- «Ναι ρε συ, φιλαράκια. Έχεις τίποτα γιατί το λεωφορείο μας θα αργήσει μέχρι αύριο;»
Ο ευγενικός κύριος, μας οδήγησε σε δύο δωμάτια, εμένα στο δικό μου ξεχωριστά, αν και είχα τον πόθο να έχει μόνο ένα διπλό δωμάτιο. Χι χι, είμαι πρόστυχη το ξέρω. Είχε σηκώσει έναν αέρα το βράδυ και δέντρα, κλαδιά και ότι κινούμενο, χτυπούσαν και δημιουργούσαν θόρυβο. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, αφήστε που έχω ένα θέμα με τα ξένα κρεβάτια. Προσπάθησα να κοιμηθώ αλλά τίποτα. Σηκώθηκα λοιπόν και φόρεσα πάνω από το νυχτικάκι μου, την ασορτί ζακετούλα του, όχι ότι προστάτευε πολύ από το κρύο, αλλά δεν βαριέσαι και βγήκα στο σαλονάκι μπροστά.
Ήταν έρημο και είχε ένα αχνό φως από μια λάμπα δαπέδου. Πήρα και τα τσιγαράκια και κάθισα στον καναπέ. Το κρύο έμοιαζε πιο τσουχτερό εδώ έξω. Κάποια στιγμή όπως σηκώθηκα, κούνησα το ετοιμόρροπο τραπεζάκι και έπεσε το τασάκι κάτω. Ήταν από αυτά τα inox και έκανε έναν διαπεραστικό ήχο. Μετά από λίγο άνοιξε η πόρτα δίπλα στην δική μου και ξεπρόβαλλε ο Νίκος. Φορούσε ακόμα το πουκάμισο με την μπλούζα και το τζιν, ήταν εμφανές ότι δεν κοιμόταν.
- «Τι κάνεις ρε μέσα στο κρύο;», με ρώτησε και μετά άνοιξε την πόρτα του. «Έλα μέσα να τα πούμε».
Το είπε χωρίς υπονοούμενο θέλω να τονίσω. Σηκώθηκα και μπήκα στο δωμάτιο του. Το κρεβάτι του ήταν ελαφρώς ξεστρωμένο. Κάθισα στο κρεβάτι κι αυτός δίπλα.
- «Αϋπνίες βλέπω…», είπα εγώ.
- «Πού να κοιμηθώ; Δεν ακούς τι γίνετε έξω;», απάντησε εκείνος.
Εγώ συμφώνησα, και εκεί στο άξαφνο, σκύβει και μου δίνει ένα τρομερό γλωσσόφιλο. Εγώ στην αρχή πήγα να τον σπρώξω αλλά δεν το έκανα. Έπιασα και το φιλί του, και το συνέχισα, ενώ του έβγαλα το πουκάμισο. Έμεινε με το μπλουζάκι του. Τα χέρια του ήταν σφιχτά γυμνασμένα, και τρίβονταν πάνω μου. Κάποια στιγμή τραβήχτηκε όμως, και έκανε κάτι που με έκανε να θέλω να πηδηχτώ μαζί του, ακόμα περισσότερο.
- «Δεν πρέπει. Έχεις αγόρι, δεν είναι σωστό. Συγνώμη…», είπε και σηκώθηκε από το κρεβάτι.
Έτσι όμως που με καύλωσε, τον τράβηξα κάτω από το χέρι και αφού έπεσε ανάσκελα, εγώ καβάλησα πάνω του.
- «Το κρίμα δικό μου Νικολάκη!», του είπα.
Εκείνος χαμογέλασε ελαφρά, και άρχισε να πιάνει τα βυζάκια μου, που είχαν καυλώσει από το κρύο. Όπως είχα καβαλήσει πάνω του, ένιωθα κάτω το «όπλο» να σηκώνεται και έδειχνε μεγάλο. Του τράβηξα την μπλούζα. Αχ! Το σώμα του ήταν θεϊκό! Γραμμωμένο, με ελαφρά τριχωτό στήθος. Έπεσα και τον φίλησα στον λαιμό. Εκείνος τράβηξε το νυχτικό για να φαίνονται τα βυζιά μου. Τα έπιανε ακόρεστα. Εγώ έβαλα το χέρι μου και βρήκα το φερμουάρ.
Αφού τον χούφτωσα καλά, το κατέβασα και τον άφησα να βγάλει μόνος του το παντελόνι. Σιγανά κατέβηκα και άρχισα να του τον παίρνω πίπα. Αναστέναζε καυλωμένος, ενώ το καυλί του, πρηζόταν στο στόμα μου. Ήταν αρκετά μεγάλο, ελαφρά τριχωτό με άτριχα αρχίδια. Τον έφτασα στο λαρύγγι μου. Όταν του σηκώθηκε αρκετά, σηκώθηκα και του είπα:
- «Πάρε με τώρα!»
Εκείνος εμφανώς πανικόβλητος είπε:
- «Δεν έχω προφυλακτικό μαζί μου…»
Ετοιμάστηκε να σηκωθεί, νομίζοντας ότι δεν θα συνεχίζαμε, αλλά του είπα:
- «Δεν πειράζει, χώσ’ τον μέσα και τελείωσε με!»
Με έβαλε ανάσκελα. το καυτό σώμα του άγγιζε το δικό μου. Η καυτή ανάσα του ανακατευόταν με τα φιλιά του στον λαιμό μου. Ξαφνικά εισέβαλλε στο υγρό μουνάκι μου. Μπήκε χωρίς σταματημό και άρχισε να με γαμάει λες και δεν υπήρχε αύριο, ενώ έπιασε τα χέρια μου και τα κρατούσε χαμηλά, λες και θα έφευγα. Ένιωσα πραγματικά σαν να με βίαζε με την συναίνεση μου.
Το κρεβάτι έτριζε σαν τρελό. Το σώμα μου ανέβαζε θερμοκρασία, το ίδιο και το δικό του. Και τότε άρχισα να χύνω, σαν τρελή, λες και δεν με είχαν ξαναγαμήσει. Μετά από λίγο τελείωσε κι αυτός μέσα μου, έπεσε ανάσκελα δίπλα στο κρεβάτι και ανασαίναμε δυνατά. Σύντομα μας έπιασε ξανά το κρύο και ντυθήκαμε. Δεν μιλήσαμε μέχρι το πρωί, που απλώς είπαμε τα τυπικά.
Εγώ δεν μετάνιωσα καθόλου, αλλά δυστυχώς δεν μου έδωσε κινητό, και δεν σκόπευα να ρίξω τα μούτρα μου να το ζητήσω. Νίκο ήσουν καύλα πάντως…
(Copyright protected OW ref: 14225)
Δεν έχετε εξουσιοδότηση να δημοσιεύετε σχόλια. Πρέπει να έχετε συνδεθεί.
Τα σχόλια θα περάσουν από διαδικασία έγκρισης.